Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2025

Οι κόποι καί θαυμαστά σημεῖα τοῦ μακαριστοῦ π. Κοσμᾶ γιά τήν ἵδρυσι των έκκλησιών.

ΜΟΝΑΧΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΑΤΟΥ

ΑΛΗΘΙΝΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ, ΜΑΓΕΙΑ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΑ

ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΗ  ΣΤΗΝ ΑΦΡΙΚΗ

ΠΕΡΙΣΤΑΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΚΟΣΜΑ

Οι κόποι του γιά τήν ἵδρυσι των έκκλησιών.

12-8-1975

«... Άπό τίς έπισκέψεις μου στά χωριά διεπίστωσα τό αδύνατο οποιασδήποτε πρωτοβουλίας μου γιά τήν ανοικοδόμησι εκκλη­σιών, Λόγω της ελλείψεως μεταφορικού μέσου. Έπί πλέον τά ύλικά κατασκευής υπήρχαν σέ πολύ μακρινές άποστάσεις. Τό νερό έπρεπε νά τό μεταφέρουμε μέ βαρέλια τών 200 κιλών κυλιόμενα στόν χωματόδρομο σέ άπόστασι του ένός καί πλέον χιλιομέτρου. Ολες αυτές οί δυσκολίες μέ ανάγκασαν νά πάω μέ τόν π. Άμφιλόχιο στό Λουμπουμπάσι γιά τήν άνεύρεσι αυ­τοκινήτου καί ύλικών. Εύρήκαμε ώρισμένα μόνον άπό τά άπαραίτητα εργαλεία μας. Τά καταστήματα τά είχαν μέχρι προσφάτως οί Ευρωπαίοι καί τό Κράτος του προέδρου Μομπούτου τά έδω­σε διά της βίας στούς ιθαγενείς, οί οποίοι καί γρήγορα θά τά κλείσουν, διότι δέν έχουν τίς δυνατότητες νά τά διατηρήσουν. Μετά άπό διάστημα τριών ήμερων κοπιώδους αναζητήσεως ένός καταλλήλου φορτηγού, έπί τέλους εύρήκαμε ένα τέτοιο, τό οποίο μου άρεσε γιά τίς δουλειές που ήθελα.

25-8 1975

«... Μετέφερα τούβλα μέ τό φορτηγό μας στό χωριό Τσάμπουλα γιά τήν άποπεράτωσι της εκκλησίας τους. Υπέδειξα στούς ιθαγενείς μαστόρους πώς θά κατασκευάσουν τά τόξα τών παραθύρων καί πώς θά τοποθετήσουν τά τούβλα. Χάρηκα γιά τήν προθυμία τους μέ τήν όποία εργάζονται. Αρκετοί ιθαγενείς έργάται μετέφεραν μέ τό φορτηγό χώμα από μία μυρμηγκοφω­λιά γιά τό κτίσιμο της εκκλησίας. Μέ τό ίδιο χώμα κτίζουν καί τίς καλύβες τους, διότι, όταν ξεραθή, γίνεται σκληρό σάν τό τσι­μέντο. Αυτό τό βγάζουν τά μυρμήγκια από τό υπέδαφος καί τό εναποθέτουν επάνω από τίς υπόγειες φωλιές τους σχηματίζοντας έτσι κωνικές πυραμίδες μέχρι καί έπτά μέτρων ύψους. Εσωτερικά των χωμάτινων αύτών πυραμίδων υπάρχουν πολυδαίδαλοι διά­δρομοι πού διευκολύνουν τά μυρμήγκια ν' ανεβάζουν τό χώμα σέ μεγάλα ύψη.

Οί περισσότεροι έργάται της Τσιάμπουλας είναι ορθόδοξοι Χριστιανοί καί έργάζονται δωρεάν καί μέ φλογερό ζήλο.

Αύτές τίς ημέρες κουράσθηκα πολύ άπό τήν δουλειά καί τό βράδυ έπεφτα στό κρεββάτι σάν νεκρός. Τά πόδια μου έσκασαν καί μέ πονούν. Φορώ τά πέδιλα μου, χωρίς κάλτσες, τά οποία βυθίζονται μέσα στήν άφθονη σκόνη. Καθημερινά αλλάζω τά ρούχα μου καί πλένομαι γιά ν' άπαλλαγώ άπό τήν μυρουδιά καί τήν σκόνη. 'Αντί γιά πέδιλα, άλλοτε χρησιμοποιώ βαρειά άρβηλα.

Άπό τίς μέχρι τώρα έπαφές μου μέ τούς ιθαγενείς διεπίστωσα ότι δεν χρειάζεται έξοικείωσις, διότι είναι καταστρεπτική γι' αύτούς. Χρειάζεται μεγάλη άγάπη, αλλά νά μήν επιδεικνύεται. Συμ­φέρει ἡ αγάπη μέ άπόστασι».

10 -10-1975

«... Τήν επομένη ήμερα έτρεχα συνεχώς γιά νά εὕρω καί αγοράσω τά υλικά γιά τίς σκεπές τεσσάρων έκκλησιών. 'Από λεπτό σέ λεπτό άλλάζω γνώμες διότι τά ύλικά είναι πανάκριβα καί δέν τά ευρίσκω μέ εύκολία. Τελικά ένας φίλος μου πού μένει στό Λουμπουμπάσι, μοῦ υποσχέθηκε ότι θά μου στείλη ένα βαγό­νι τσιμέντο.

Τίς δύο εβδομάδες άπό 2 έως 16 Νοεμβρίου τοῦ 1975 ασχολήθηκα μέ τίς εξής εργασίες.

Επισκέφθηκα τήν περιοχή της συνοικίας των ιθαγενών του Κολουέζι γιά άναζήτησι καί περιχαράκωσι οικοπέδου γιά τήν κατασκευή έκκλησίας.

Μετέφερα άπό τό Κολουέζι γιά τό Λικάσι 200 σακκιά τσι­μέντο, λαμαρίνες καί άσβεστη. Αγόρασα μπότες καί άδιάβροχα γιά τό προσωπικό μου, διότι είναι άναγκασμένοι νά δουλεύουν πολλές ώρες μέσα στήν βροχή. Έχάραξα τά θεμέλια του ναού τοῦ Αγίου Ανδρέου στό χωριό Λουαλάμπα.

Ταξίδευσα πρός τό χωριό Μούσιμα μέσα σέ λασπώδη χω­ματόδρομο. Στήν επιστροφή σέ μιά άνηφόρα, έκόλλησε τό αύτοκίνητο καί τό έδεσα μέ σχοινιά άπό τά δένδρα γιά νά μήν άνατραπή καί πέση στό χαντάκι. Εφθασα πολύ ταλαιπωρημένος στήν βάσι μου τό βράδυ φέροντας μαζί μου καί τούς συνεργάτες μου, τόν π. Σεραφείμ καί τήν Αδελφή Αναστασία, πού εύρίσκοντο στό χωριό γιά θεία Λειτουργία πρό δύο ήμερων.

Αρχές Δεκεμβρίου του 1975 έπήγα μέσα στό δάσος πολλά χιλιόμετρα γιά τήν άνεύρεσι πέτρας. Γιά δύο ωρες κόλλησε στήν άμμο τό φορτηγό καί μέ τήν βοήθεια τών άφρικανών πού φέρω μαζί μου, έφθασα στόν προορισμό μου.

Οί οικοδομικές εργασίες της εκκλησίας στήν Τσιάμπουλα έτελείωσαν καί θά ξαναπάω μέ τά παράθυρα καί τίς πόρτες σέ λίγες ημέρες. Ή έκκλησία τού άγίου Νικοδήμου τού Μυροφόρου στό Κισότε συνεχίζεται ομαλά. Άπό άπροσεξία μου έπεσα άπό μιά σκαλωσιά καί ό Θεός μ' έφύλαξε. Αίμάτωσε μόνο τό χέρι μου καί αισθάνθηκα μικρή ζάλη. Σέ λίγο συνήλθα άμέσως. Συ­νήθως δουλεύουμε ύπό βροχήν κατά τίς άπογευματινές κυρίως ώρες, διότι ό καύσων τό μεσημέρι μας ταλαιπωρεί άφάνταστα.

Είμαι σχεδόν πάντα κουρασμένος. Τά νεῦρα μου έσπασαν στήν επίμονη προσπάθειά μου νά μάθω τους ιθαγενείς τήν μα­στορική τέχνη στίς άνοικοδομήσεις έκκλησιών. Είναι έκ φύσεως βραδυκίνητοι στό μυαλό καί στά χέρια. Τό μόνο ὅπλο μου γιά νά τούς ξυπνάω στήν δουλειά είναι οί αύστηρές φωνές καί οί άπειλές. Ή ζέστη τούς έχει αποβλακώσει, οί ασθένειες τούς θε­ρίζουν, οί μαγείες τούς τρομάζουν, οί ληστείες μόνιμος εφιάλτης γιά όλους μας. Ό Κύριος νά είναι βοηθός μας.

Στίς 15 Δεκεμβρίου επισκεφθήκαμε τό κρατικό νοσοκομείο. Ή μόνη παρηγοριά γιά τούς ασθενείς είναι ἡ έπίσκεψις ώρισμένων γιατρών πού έρχονται ένα διάστημα της ημέρας καί τίποτε άλλο. Δέν ύπάρχει υπαλληλικό προσωπικό: Νοσοκόμες, προϊστά­μενες, μαγείρισσες, τραπεζάρισσες, πλύντρες κ,λπ. "Ολοι οί ασθε­νείς υπηρετούνται μόνοι τους κι άλλοίμονο εάν δέν έχουν κάποι­ον συγγενή τους νά τούς συμπαρασταθή καί νά τούς θρέψη. Κινδυνεύουν νά πεθάνουν άπό τήν πείνα, τήν άκαθαρσία των ζωϋφιών καί τήν μεταξύ τους μετάδοσι θανασίμων νοσημάτων. Ἐκεῖ εύρήκαμε, σ' ένα δωμάτιο κι ένα παιδάκι πού ξεψυχούσε. Ό π. Άμφιλόχιος ήθέλησε νά τό άεροβαπτίση, άλλά δέν έδειχνε σημεία ζωής.

Κατά τά μέσα Ιανουαρίου 1976 άρχισα τήν μεταφορά υλικών γιά τόν ναό τοῦ Αγίου Ανδρέου πού πρόκειται νά κτιστή στό χωριό Λουαλάμπα. Μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί τών άνθρώπων ό ναός τελείωσε σέ ένα μήνα Οί δυσκολίες καί οί κόποι όλων μας δέν περιγράφονται καί άρκεῖ πού τούς γνωρίζει ό Θεός. Μόνο οί κατακλυσμιαίες βροχές μας παρέσυραν έτοιμα χαρμάνια οικοδομικού υλικού, βυθιστήκαμε στήν λάσπη, δέν είχαμε που νά κρυφθούμε. Άπό τήν έπομένη ὅμως ημέρα έπαιρνα μαζί μου ένα μεγάλο νάϋλον καί έτσι ἐμεῖς οί άνθρωποι μόνο, γλυτώνα­με άπό τίς συχνές νεροποντές. Οταν έκαιγαν κυριολεκτικά οί ἀκτῖνες του ηλίου, τό άπόγευμα σχεδόν πάντοτε θά είχαμε βροχή.

Άπό τότε άπέκτησα καί τόν μόνιμο πονοκέφαλο. Ηταν τά δεύτε­ρα συμπτώματα της ήλιάσεως.

Στίς 21 τού ιδίου μηνός έχάραζα μέχρι τίς 8 τό βράδυ τόν χώρο γιά τήν ἵδρυσι ναού στήν συνοικία Μανίκα της πόλεως Κολουέζι, πού άπέχει τρία χιλιόμετρα άπό τήν βάσι μας. Αύτός ό ναός θά τιμηθή στόν Αγιο Νεκτάριο Αιγίνης.

Στίς 2 Φεβρουαρίου 1976 άρχισα τήν θεμελίωσι της έκκλησίας τού άγίου Νεκταρίου στήν Μανίκα. Μέχρι τά μεσάνυκτα φόρ­τωνα 3000 τούβλα γιά τό κτίσιμο αυτής τής εκκλησίας. Οί εργα­σίες άρχισαν συστηματικά μέ 40 έργατοτεχνίτες.

Έκει πλησίον άνοιξα ένα πηγάδι νερού γιά νά μή τό μετα­φέρουν οί έργάτες από τό ποτάμι. Στά πέντε μέτρα εύρήκαμε τόσο νερό, ώστε δέν προλαβαίνουμε νά τό βγάλουμε έξω. Ό εργάτης μας Γιάννης έργάζεται μέσα σ' αύτό καί τό νερό άνεβαίνει γρήγορα καί τόν εμποδίζει.

Στίς 15 τού μηνός άξιώθηκα νά παρακολουθήσω τήν Θεία Λειτουργία στόν νεόκτιστο ναό τού Άγίου Γερασίμου Τσιάμπουλας. Ηλθαν περίπου 30 πιστοί άπό τούς οποίους κοινώνησαν οί 15».

Στίς 14 Μαρτίου 1983 γράφει στίς προσωπικές του σημειώ­σεις:

«... Τά οικοδομικά έργα συνεχίζονται τόσο στίς εγκαταστά­σεις τού Κλιμακίου μας οσο καί στίς έκκλησίες τών χωριών. Κάνουμε μία έπέκτασι τού οικοτροφείου μας καί άρχίσαμε τήν ἵδρυσι του σχολείου στό χωριό Τσιάμπουλα. Τά θεμέλια του Άγίου Δημητρίου έχουν τελειώσει, μεταφέρθηκαν τά τούβλα καί στήν συνέχεια θ' άσχοληθούμε μέ τήν τοιχοποιία. Τά τούβλα μας έτελείωσαν καί έδωσα εντολή στούς έργάτες ν' άρχίσουν νά κόβουν πάλι ξύλα άπό τό δάσος γιά τις μηχανές τών τού­βλων. Τό σχολείο τού χωριού Τσιάλα έχει φθάσει τά τρία μέτρα ὕψος.

Έρίξαμε τήν πλάκα δεξιά καί αριστερά της εισόδου του Κλιμακίου μας καί μας βοηθεῖ ό Θεός, διότι βρέχει ασταμάτη­τα καί ποτίζεται τό μπετόν πού θέλει άφθονο νερό γιά νά μή σκάση.

Έβάλαμε τίς μισές λαμαρίνες στήν εκκλησία τού Άγίου Θωμα τού χωριού Γκαρκαζέμπε. Φτιάξαμε τήν Αγία Τράπεζα, τήν οποία καί σοβατίσαμε. Τό καμπαναριό προχωρεί, άλλά τε­λείωσαν τά τούβλα. Θά κάνουμε όμως καινούργια γιά νά προχωρήση τό έργο...».

 

Ιούνιος 1983

«... Οί οικοδομικές μας δραστηριότητες συνεχίζονται μέ κάπως αργό ρυθμό διότι περιμένουμε χρήματα άπό τήν Αποστο­λική Διακονία, ή όποία δέν ξέρω τί κονδύλιο θά έγκρίνη γιά τίς δουλειές μας. Αυτές τίς ήμερες τελειώσαμε την σκεπή τού οι­κοτροφείου τών παιδιών μας. Επισκέφθηκα τίς μηχανές κατα­σκευής τούβλων. Ἐκεῖ έργάζονται 40 έργάτες καί βγάζουν 10.000 τούβλα τήν ημέρα. Άπ' αύτά μεταφέραμε 10 φορτηγά γιά τό χτίσιμο της εκκλησίας του Άγίου Δημητρίου στό χωριό Τσαμουτέντε καί γιά τό σχολείο του χωριού Τσιάλα μεταφέραμε πολλά τσιμέντα.

Αρκετοί άπό τούς έργάτες επήγαν στό βουνό γιά νά κόψουν ξύλα γιά τήν τελευταία φάσι της πυρώσεως τών τούβλων. Ό κάθε φούρνος χωρεί περί τά 320.000 τούβλα. Έχομε ήδη έτοιμα περί τίς 200.000 τούβλα, άπό τά όποια έχομεν καταναλώσει τά μισά.

Τά τούβλα μας είναι πολύτιμο οικοδομικό ύλικό καί μας συμφέρει οικονομικά. Γιά σκεφθήτε, πού θά ευρίσκαμε τόσα χρή­ματα γιά νά άγοράσουμε 500.000 τούβλα; Τώρα όμως τά κατα­σκευάζουμε οί ίδιοι».

 

Όργάνωσις οικοτροφείων.

Σημείωσις τοϋ συγγραφέως

«Ό π. Κοσμάς στήν παραπάνω συνοπτική έκθεσι οικοδομι­κών κυρίως δραστηριοτήτων του εργάσθηκε στό Κολουέζι έπί 15 μήνες προσφέροντας έθελοντικά τίς υπηρεσίες του γιά τήν άνέγερσι έκκλησιών. Οταν έπέστρεψε στήν Ελλάδα, μπήκε στήν Ιερά Μονή τοϋ Όσίου Γρηγορίου Άγίου Ορους ώς Δόκι­μος Μοναχός. Έκάρη λαβών τό όνομα τοῦ άγίου Κοσμά τοῦ Αιτωλοῦ άπό τόν σεβαστόν Γέροντα καί Καθηγούμενο τής Μο­νής Άρχιμ. π. Γεώργιον. Στήν συνέχεια χειροτονήθηκε διάκο­νος καί ιερεύς καί τήν Ιην Νοεμβρίου 1978 έπέστρεψε σάν ιερομόναχος στό Κολουέζι γιά συνέχισι τής οικοδομικής καί ποιμαντικής διακονίας του».

 

«Άπό τό νέον έτος 1979 άσχολοϋμαι κάθε ήμέρα μέ τήν κατήχησι τών νέων, άλλά καί ηλικιωμένων, καθ' ομάδας, διδά­σκοντας αυτούς θέματα άπό τήν Παλαιά καί Καινή Διαθήκη, τούς Βίους τών Αγίων καί τήν λατρεία της Εκκλησίας μας. Μέ προβληματίζει ή ζωή τών νέων, διότι σχεδόν όλοι τους ρέπουν στήν σαρκολατρεία καί ή συμπεριφορά τους ένίοτε είναι προ­βληματική.

Άρχισα νά μαζεύω μελίσσια άπό τά δένδρα τού δάσους καί νά τά βάζω σέ κυψέλες γιά τήν εκ τών χεριών μας συντήρησι.

Μέ τά παιδιά φτιάξαμε τά κρεββάτια τους μέ σανίδια καί πέτρινα ντουβαράκια. Στίς 16 Ιανουαρίου εκτίσαμε τόν μαντρό­τοιχο της βάσεως μας μέ τσιμεντόλιθους. Κατόπιν τά παιδιά έ­σκαψαν τούς κήπους πού ήταν γεμάτοι άπό φίδια.

Οί νέοι αύτοί μετά άπό άρκετούς μήνες πού έζησαν μαζί μου, δυστυχώς δέν ήμπόρεσαν νά βελτιωθούν ώς πρός τίς παλαι­ές τους συνήθειες. Κατόπιν έπήρα μαθητάς γυμνασίου μέ τό ίδιο σκεπτικό. Τό άποτέλεσμα ήταν τό ίδιο. Έτσι κατέληξα νά παίρ­νω παιδιά ηλικίας 6-10 έτών. Μόνο μ' αυτά ύπάρχουν οί περισ­σότερες έλπίδες γιά πνευματικό καταρτισμό καί άνάδειξι αξίων εργατών του Ευαγγελίου.

Κάθε χρόνο γίνονται καί πάλι οί άνάλογες άπορρίψεις καί επιλογές νέων παιδιών. Άπό τούς νέους απέμειναν τώρα μαζί μου περί τούς 10, ενώ ό αριθμός τών μικρών παιδιών τού οίκοτροφίου παραμένει ό ίδιος, 50 τόν άριθμόν».

 

Εξορμήσεις καί βαπτίσεις στά χωριά.

«... Στίς 18 Μαίου 1979, μετά άπό κατήχησι, ξεχώρισα με­ρικούς νέους γιά τό Βάπτισμα. Τό απόγευμα ετοιμασθήκαμε γιά ταξίδι στό χωριό Καμπούντζι. Τακτοποιηθήκαμε άλλοι σέ άντί σκηνα καί άλλοι σέ χορτοκαλύβες τών ιθαγενών, καί άφού μα ζεύσαμε τό χωριό, τούς παρουσιάσαμε σλάϊτς άπό τήν Ελλάδα καί Ιερούς Χώρους τής Όρθοδοξίας μας. Κατόπιν τούς άναπτύξαμε άλήθειες τής Πίστεως μας μέ ικανοποιητικά αποτελέσμα­τα. Είδα οτι ό τρόπος κατηχήσεως μέ σλάϊτς είναι καταπληκτι­κός. Οί άνθρωποι ενθουσιάζονται καί μέ ευκολία άκουουν τόν λόγο τού Θεού. Τήν προβολή παρηκολούθησε καί ή φρουρά τών στρατιωτών πού ευρισκόταν τότε στό χωριό.

Τήν άλλη ημέρα στήν εκκλησία τους, πού είναι χορτοκαλύβα, έτελέσαμε συλλείτουργο μέ τόν π. Γεράσιμο. Μετά έδωσα έντολή νά γίνουν οί ετοιμασίες στό ποτάμι γιά τήν ομαδική βάπτισι. Τήν ημέρα εκείνη βαπτίσθηκαν 34 ψυχές καί προσετέθησαν στό ποίμνιο τού Χριστού μας. Μετά τελέσαμε καί δύο γάμους.

Τήν άλλη ήμέρα τελέσαμε τήν θεία Λειτουργία, όπου κοι­νώνησαν όλοι οί νεοφώτιστοι Χριστιανοί μας. Μετά τελέσαμε τόν Αγιασμό κι έδωσα έντολή στόν π. Γεράσιμο νά ραντίση τίς καλύβες, άκόμη καί τών ειδωλολατρών. Τότε ξέσπασε σάν κα­ταιγίδα ή οργή μερικών άπ' αύτούς τούς ειδωλολάτρες, διότι τά δαιμόνια άντιδρούσαν καί έκαίγοντο άπό τόν Αγιασμό. Ό π. Γεράσιμος φοβήθηκε καί σταμάτησε τό ράντισμα τών καλυβών τους. 'Αλλά μέ περισσότερο ζήλο συνέχισα έγώ γιά νά φύγη καί κανένα δαιμόνιο άπ' αύτό τό χωριό.

Οσοι έχουν πόθο νά βαπτισθούν, τούς υποχρεώνω νά μου φέρουν πρώτα όλα τά μαγικά τους άντικείμενα, διότι όλοι σχε­δόν έχουν άσχοληθή μέ τήν μαγεία. Αύτή ήταν καί είναι γιά πολλούς ό θεός τους καί ή άνωτέρα δύναμις, πού άλλους δήθεν εξυψώνει καί άλλους καταστρέφει. Πολλοί άπ' αύτούς πρίν έλθουν στήν έξομολόγησι, τά φέρνουν μόνοι τους, διότι έχουν κυριολεκτι­κά καταστραφεί άπ' αύτά τά μαγικά.

Πρό καιρού ένας μού έφερε ένα κέρατο, σ' ένα μπουκάλι μέσα, μαζί μέ άλλα διαβολικά πράγματα, σπόρους, νύχια, κλωστές, φτερά, κέρατα καί δέρματα ζώων, άνθρώπινο αίμα, ξύλινα ομοι­ώματα άνθρώπων ή ζώων, κόκκαλα χελωνών, διάφορες πού­δρες, χώμα, καμμένα άντικείμενα, άσβέστη, μπουκάλια μέ διά­φορα υγρά κ.λπ. Αυτός ήταν άξιωματικός τού στρατού καί τού τά έδωσαν οί μάγοι άπό τήν μικρή του ήλικία γιά νά τόν φυλάγουν άπό τίς σφαίρες στήν διάρκεια τών πολέμων καί νά μή τόν πιά­νουν τά μάγια άλλων μάγων.

Τόν έρώτησα:

Πες μου σέ παρακαλώ, τώρα ή πίστις σου είναι σ' αύτά ή στόν Χριστό;

Σού τά παραδίδω μού είπε μέ τήν ψυχή μου καί πιστεύω οτι, όπως αύτά μέ φύλαγαν τόσα χρόνια, άπ' έδώ καί πέρα θά μέ φυλάγη ό Θεός.

Μέχρι τώρα (1983) έχω μαζέψει ένα δοχείο μεγάλο άπό τέτοια μαγικά αντικείμενα καί τά κρατώ γιά νά γράψουμε κάποια εργασία στό μέλλον γιά τήν δράσι τής μαγείας στίς Χώρες τής Αφρικής. Πολλά άπ' αύτά έχω ρίξει στήν φωτιά.

Ή μάχη εδώ γίνεται μέ τόν σατανά σώμα μέ σώμα καί δέν είναι τά πράγματα εύκολα, όπως στήν Ελλάδα. Προσπαθούμε νά τού άρπάξουμε ψυχές άπό τά χέρια του, πού τίς κρατά χρόνια κοντά του. Ελπίζουμε βέβαια καί στίς προσευχές τών ευλαβών Χριστιανών μας, τών Αγιορειτών Πατέρων καί άλλων ψυχών πού μας γράφουν καί μας παρηγορούν».

«... Ή κούρασις μου στίς βαπτίσεις είναι πολύ μεγάλη. Μέ τήν βοήθεια τών Ιερέων καί Κατηχητών μου εξετάζω τούς καταλόγους τών υποψηφίων καί βλέπω έναν έναν τούς υποψη­φίους γιά τό Βάπτισμα. Τούς περνάω άπό ψιλό κόσκινο προσ­έχοντας κυρίως τά θέματα μαγείας καί πολυγαμίας.

Είναι ή ωραιότερη, μπορώ νά ειπώ, ή άγιώτερη στιγμή οί Βαπτίσεις τών Κατηχουμένων. Οί πρώην άγριες μορφές τών ιθα­γενών, λάμπουν κατόπιν μέ τήν έπίσκεψι τής θείας Χάριτος. Ό Σατανάς κυριολεκτικά ώρύεται, διότι χάνει γιά πάντα τόσους καί τόσους δούλους του. Έχουμε καί τίς επεμβάσεις του Θεού γι' αύτούς πού άπό όλιγοπιστία κρατούν μερικά μαγικά άντικείμενα στά σπίτια τους γιά κάθε δύσκολη ανάγκη. Κατόπιν όμως τούς βλέπεις κι έρχονται γονατιστοί ζητώντας βοήθεια, διότι ό διάβολος τούς πολέμησε άγρίως. Αλλοτε δαιμονίζονται καί αύτό τό φαινόμενο είναι πολύ διδακτικό γιά τούς άλλους.

Μέ τά γεγονότα αύτά γράφεται ή Χριστιανική Ιστορία τής νεοϊδρυθείσης Εκκλησίας τού Ζαΐρ (Κογκό). Ζούμε σέ ατμό­σφαιρα πρωτοχριστιανικής εποχής. Γιά τίς επιφυλάξεις καί τά πικρόχολα μερικών «Φίλων» τής Ιεραποστολής θά απαντήσουν τά ίδια τά γεγονότα στό εγγύς μέλλον. Έμείς δέν ζητάμε τιμητι­κές διακρίσεις καί άξιώματα, άλλά τήν ησυχία μας, ώστε νά εργασθούμε μόνο γιά τήν δόξα τού Θεού, τής Εκκλησίας Του καί τήν σωτηρία τών ψυχών μας καί τών Αφρικανών Αδελφών μας...».

Γεωργοκτηνοτροφικές δραστηριότητες.

«... Οί έμπειρίες μου άπό τήν πρώτη περίοδο εργασίας μου στό Κογκό γιά τήν άνοικοδόμησι έκκλησιών μέ ήνάγκασαν ν' άσχοληθώ παράλληλα μέ τό έργο του ευαγγελισμού τών ψυ­χών καί μέ τήν καλλιέργεια τής γής καί τήν διατροφή ζώων, κατά τό Παύλειον «καί κοπιώμεν εργαζόμενοι ταῖς ιδίαις χερσί» (Ά Κορ. 4, 12).

Ή έναρξις τοῦ έργου ξεκίνησε μέ έξι νέους, οί όποιοι προ­σαρμόσθηκαν στό νέο περιβάλλον τής Ιεραποστολής πού λει­τουργούσε σάν κοινόβιο.

Άπό τήν πρωτοβουλία τοϋ Όργανισμοϋ Ηνωμένων Εθνών γιά τήν βοήθεια καί προστασία προσφύγων εκ τού ανταρτοπολέμου, ζήτησα καί πήρα σπόρους καί γεωργικά έργαλεια. Με­τά φίλοι μας, Ελληνες μετανάστες άπ' έδώ, μού έδωσαν μερι­κά κατοικίδια ζώα, τά όποια έμεῖς γρήγορα πολλαπλασιάσαμε. Δύο άλλοι πατριώτες μας οί κ. Δημ. Ψάθας καί Γ. Χατζηχαραλάμπους μας χάρισαν μιά έδαφική έκτασι μέ έγκαταστάσεις καί μέ χρήματα τής Αποστολικής Διακονίας φθάσαμε τήν φάρμα μας στήν σημερινή της μορφή.

Τά υπάρχοντα σήμερα (1983) ζώα μας πού τά διατρέφου­με γιά τίς ιδικές μας άνάγκες καί γιά φιλανθρωπικούς σκοπούς είναι τά έξης:

500 χοίροι, 400 κουνέλια, 3000 κότες, 80 γιδοπρόβατα, 4 βόδια, τά όποῖα πρόκειται νά αυξήσουμε προσεχώς καί διάφο­ρα άλλα ήμερα καί άγρια ζώα. Άπό εκτάσεις τό Κράτος μας χά­ρισε μέ επίσημα χαρτιά 6000 στρέμματα καί πρός τό παρόν καλ­λιεργούμε τά 40,

Τό φιλανθρωπικό μας έργο έκτείνεται κυρίως στους λεπρούς, στά νοσοκομεία, στίς φυλακές, γηροκομεία τής πόλεως κ.λπ.

Πρό καιρού κάναμε μία έπίσκεψι στό Λεπροκομεῖο. Απέχει 50 χιλιόμετρα καί είναι μέσα στό δάσος. Έχάρησαν πού μας εί­δαν κι έσπασε λίγο ή μονοτονία τους. Εντός τού Φεβρουαρίου 1983 άπέθαναν άπό τήν πείνα 7 λεπροί. Άλλοι είναι μέ ένα χέρι καί άλλοι μέ ένα πόδι καί άλλοι μέ επιδέσμους στά άκρωτη ριασμένα μέλη τους. Τούς έδώσαμε άρκετά φάρμακα, τρόφιμα, ζυμαρικά καί ένα γουρούνι μαγειρευμένο.

Ασχολούμεθα έπίσης καί μέ τήν δενδροφυτεία. Προσφά­τως (19823) έφυτέψαμε 400 λεμονιές. Τό πόσο άπαραίτητα είναι τά κηπουρικά τό διεπίστωσα πρό ολίγων ήμερων, όταν ήλθε μία ρωμαιοκαθολική μοναχή καί μού ζητούσε λαχανικά, διότι δέν εύρισκε πουθενά. Τής έδωσα 20 κιλά...».

 

Ό ύποδιάκονος Σεραφείμ Ίλούνγκα μας διηγείται.

«Οταν ό μακαριστός π. Κοσμάς ήλθε στό Λουμπουμπάσι γιά τελευταία φορά, ήμουν καί έγώ τότε έκεῖ, διότι φοιτούσα στήν φιλοσοφική σχολή τού έκεῖ πανεπιστημίου. Είχα ζήσει πα­λαιότερα άρκετά χρόνια μαζί του σάν οίκότροφος του Ιεραποστο­λικού Κλιμακίου Κολουέζι. Πρίν φύγει εκείνο τό βράδυ γιά τό ανεπίστροφο ταξίδι του άπό τό Λουμπουμπάσι γιά τό Κολουέζι, τόν χαιρέτισα τελευταίος. Μού έδωσε χρήματα, 1000 ζαϊρια, μέ τά όποῖα άγόρασα τό Βιβλίο «Περιπέτειες ένός Προσκυνητού» στά γαλλικά. Τό έχω άκόμη. Μαζί έπίσης τελέσαμε καί τήν τε­λευταία Θεία Λειτουργία του στήν περικαλλή έκκλησία τής έκεῖ Ελληνικής Κοινότητος, «ό Ευαγγελισμός της Θεοτόκου». Μού έκανε έντύπωσι τό πράο πρόσωπο του. Στό κήρυγμά του μίλησε γιά τήν μετάνοια μέ βουρκωμένα τά μάτια του. Καί άλλοι γνω­στοί μας Έλληνες τόν απέτρεψαν άπ' αύτό τό νυκτερινό του ταξίδι, αλλά δέν μας άκουσε. Τήν ίδια ημέρα είχε ξεκινήσει ή μοναχή αδελφή Ξένη, νοσοκόμα τού Κλιμακίου μέ τό φορτηγό Τογιοτα γιά κάποια δουλειά πρός τό Λικάσι. Στόν δρόμο όμως της συνέβη άτύχημα. Ή μπροστινή ρόδα τοῦ φορτηγού ξεβιδώθη­κε κι έφυγε γιά τά χωράφια καί ή άνακοίνωσις αύτής τής είδη­σης στόν π. Κοσμά δέν τόν κρατούσε ούτε δεμένον.

"Οταν έμαθα ότι σκοτώθηκε, τήν νύκτα έκείνη έκλαυσα πά­ρα πολύ.

Μετά άπό λίγες ήμέρες, στά μέσα Φεβρουαρίου 1989, τόν είδα στόν ύπνο μου. Τόν ρώτησα μέ άγωνία:

Πάτερ Κοσμά απέθανες;

Όχι, δέν πέθανα, άλλά τώρα αναστήθηκα. Κοίταξε μέσα στόν τάφο μου, δέν είμαι άναστημένος;

Τότε είδα στόν ύπνο μου ότι άνοιξε ό τάφος του καί τόν είδα άναστημένον».

 

Ποιό ονομα νά δώσω στό παιδί μου;

«Τόν Αύγουστο τοῦ 1989 γέννησε ή γυναίκα μου. Μετά άπό 40 ήμέρες άναρωτιώμουν ποιό όνομα νά δώσω στό παιδί μου. Τήν νύκτα έκείνη ήλθε στόν ύπνο μου ό π. Κοσμάς καί μού είπε: «Νά δώσεις τό όνομα τοϋ άγίου Κοσμά τοϋ Αιτωλού».

 

Ήλθα νά σέ θεραπεύσω.

«Δυό χρόνια, μετά τόν θάνατο τοϋ π. Κοσμά, δηλ. τό 1991 άρρώστησα καί πήγα στό χωριό μου, τήν Κανιάμα, πού άπέχει άπό τό Λουμπουμπάσι, όπου σπούδαζα, 1100 χιλιόμετρα.

Ενα βράδυ είδα στόν ύπνο μου ότι ήλθε κοντά μου ό π. Κοσμάς. Μού είπε:

Γνωρίζω τήν άσθένειά σου καί ήλθα νά σέ θεραπεύσω.

Έγώ νόμιζα ότι εύρισκόμουν μέσα στήν εκκλησία τοϋ άγί­ου Γεωργίου Κολουέζι. Καί εκείνος τότε μέ φώναξε:

Σεραφείμ, έλα έξω καί βγάλε τό πουκάμισο σου.

Βγήκα έξω, τό έβγαλα καί είδα ότι έβγαινε άκαθαρσία άπό τό στήθος μου.

Ξύπνησα καί αισθανόμουν τελείως καλά. Τό είπα στήν γυναίκα μου, τήν Θεμελίνα καί σέ άλλους φίλους καί Χριστια­νούς μας. Ολοι δοξάσαμε τόν Θεό καί τόν Αυτού θεράποντα π. Κοσμά γιά τήν παρρησία καί δόξα πού βρήκε ένώπιόν Του. Άπό τότε τόσο βαρειά δέν αρρώστησα πάλι».

 

Εμφανίσεις τού π. Κοσμά σέ παιδιά.

Ό ύποδιάκονος Συμεών άπό τήν ένορία τών Αγίων Θεο­δώρων Μουσονόϊ μού διηγήθηκε ακόμη ότι ό μακαριστός διδά­σκαλος καί πνευματικός του πατέρας Κοσμάς εύαρεστεΐται νά έπισκέπτεται τά μικρά παιδιά τής ενορίας τους, μετά τήν κοίμη σί του. Δηλαδή τήν ήμερα του μαρτυρικού του θανάτου, πού έγινε στίς 27 Ιανουαρίου 1989, ό π. Κοσμάς έρχεται στήν εκ­κλησία τους μετά τόν Εσπερινό καί εύλογεί τά παιδιά τους ηλι­κίας άπό 5-6 έως 10 ετών. Κάθε χρόνο τήν ήμερα τοΰ θανάτου του τήν περιμένουν σάν πανηγύρι, όπου θά ιδούν καί πάλι τόν πνευματικό τους Πατέρα. "Ομως τό 1996, είναι ή πρώτη χρονιά πού δέν τά έπισκέφθηκε, δηλ. τήν 27ην Ιανουαρίου. Άλλά καί τά παιδιά σταμάτησαν νά τόν περιμένουν. "Εκτοτε δέν ήλθε πάλι νά εύλογήσει τά παιδιά τους.

 

Μην κλαις. Τό παιδί σου άπό τώρα είναι καλά.

Καί άλλη συγκινητική ιστορία άπό τόν εύλαβή ύποδιάκονο Συμεών.

Ενα παιδί άπό τήν ένορία τους, ό Σταμάτιος, ήταν βαρειά άρρωστος. Ό πατέρας του παρακαλούσε τόν Θεό μέ δάκρυα νά τόν λυπηθή. Μιά νύκτα είδε στόν ύπνο του τόν π. Κοσμά, ό όποιος καί ίου είπε: «Μήν κλαις. Τό παιδί σου άπό τώρα είναι καλά». Πράγματι, τό πρωΐ, όταν ξύπνησε, είδε μέ βουρκωμένα τά μάτια του τό παιδί του νά αισθάνεται καλλίτερα, μέχρι πού άποκαταστάθηκε πλήρως ή ύγεία του μέ τίς ευχές τού πνευμα­τικού τους πατέρα Κοσμά. Τώρα τό παιδί είναι ηλικίας 17 ετών, ένώ τό θαύμα έγινε πρίν άπό έπτά χρόνια.

 

Ζητώ νά μέ χρίσετε.

Μέσα στόν μήνα Μάϊο τοϋ 1999 ήλθε στήν Εκκλησία μας, κάποια Κυριακή μία άγνωστη κοπέλλα. Μετά τήν Θεία Λειτουρ­γία, ή Μοναχή Θέκλα μού είπε νά μιλήσω μαζί της. Τήν ρώτησα τί θέλει καί μού είπε:

Ζητώ νά μέ χρίσετε.

Γιατί, δέν σέ έχουν χρίσει, όταν βαπτίσθηκες;

Πάτερ, εγώ ήμουν πνευματικό παιδί τοΰ π. Κοσμά. Εκείνος μέ βάπτισε, λίγα χρόνια πρίν τόν θάνατο του. Παρεσύρθηκα όμως άπό πολλά πού άκούγονται ότι ή Όρθόδοξη Εκκλησία είναι σχεδόν τό 'ίδιο μέ τήν Ρωμαιοκαθολική, γι' αυτό επέστρεψα πάλι στούς Ρωμαιοκαθολικούς. Έδώ καί ένα μήνα μ' έχει έπι σκεφθή ό π. Κοσμάς δύο φορές καί μέ παράπονο μέ μάλωσε λέγοντας μου στόν υπνο μου: «Γιατί εγκατέλειψες τήν Εκκλησία μας; Έγώ δέν σέ δίδαξα, δέν σέ κατήχησα, δέν σέ ώδήγησα στήν Αληθινή Εκκλησία, όπου θά βρής τήν σωτηρία σου; Γρή­γορα νά πάς στήν Ιεραποστολή καί νά ζητήσεις νά χρισθής καί οριστικά πλέον ν' άφήσεις τίς άλλες Εκκλησίες».

Τήν συμβούλευσα νά συναντηθή μέ τόν π. Μελέτιο καί ό ίδιος θά κρίνει πότε θά τής δώσει τό Ιερόν Χρίσμα.

Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου