Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2024

Ἡ χριστιανικη τελειοτης

++

Κυριακὴ ΙΓ΄ Λουκᾶ (Λουκ. 18,18-27)
24 Νοεμβρίου 2024 (2006)
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

«Πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ» (Λουκ. 18,22)

Οἱ ἄνθρωποι, ἀγαπητοί μου, ὅλοι ἀνεξαιρέ­τως, ὑπερηφανεύονται καὶ καυχῶνται γιὰ κάτι ποὺ ἔχουν· γιὰ πλοῦτο, ἀξιώματα, δό­ξα ἢ κάποιο ἄλλο φυσικὸ χάρισμα. Ὑπάρχουν ὅμως καὶ μερικοὶ ποὺ καυχῶνται γιὰ κάτι ἀνώτερο, καὶ αὐτὸ εἶνε ἡ ἀρετή. Νομίζουν ὅτι ἔχουν ἀρετή, χριστιανοσύνη, καὶ καυχῶν­ται γι᾿ αὐτό. Ἂν κάποιος τοὺς ὑποδείξῃ, νὰ μετανοήσουν κι αὐτοὶ γιατὶ ἔχουν κακίες καὶ ἐλαττώματα, ἐξανίστανται. Ἐγὼ εἶμαι ὁ καλύ­τερος Χριστιανός! λένε. Κι ὅταν τοὺς ῥωτή­σῃς, Πῶς τολμᾷς καὶ τὸ λὲς αὐτό; σοῦ ἀπαν­τοῦν· Δὲν σκότωσα, δὲν πόρνευσα, δὲν μοίχευ­σα, δὲν ἀδίκησα, δὲν ἔκλεψα, δὲν πῆρα ψεύτικους ὅρκους στὰ δικαστήρια, δέν…

Δὲν ἀρνούμεθα ὅτι κι αὐτὰ ἔχουν ἀξία. Χρειάζεται ἡρωισμὸς γιὰ νὰ πῇς σήμερα ὄχι στὴν πορνεία, στὴ μοιχεία, στὴν κλοπή, στὴν ἀδικία. Ἀλλὰ πρέπει νὰ γνωρίζουμε, ὅτι αὐτὰ εἶνε ἡ ἀρνητικὴ ὄψι τοῦ Χριστιανισμοῦ. Ὅ­πως τὸ νόμισμα ἔχει δυὸ πλευρές, ἔτσι καὶ ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ ἔχει δυὸ πλευρές· ἡ μία εἶνε ἡ ἄρνησις, τὸ ὄχι, ἡ ἄλλη εἶνε ἡ θέσις. Καὶ ποιά εἶνε ἡ θέσις· ὅτι ὁ Θεὸς ζητεῖ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο κάτι ἀνώτερο. Ποιό εἶνε αὐτὸ τὸ ἀνώτερο, ποὺ ἂν δὲν τὸ ἀποκτήσουμε εἴμαστε ψεύτικοι Χριστιανοί, μᾶς τὸ ὑποδεικνύει τὸ εὐαγγέλιο σήμερα (βλ. Λουκ. 18,18-27).

* * *

Μᾶς παρουσιάζει ἕνα νέο, ποὺ ἀποτελοῦ­σε –καὶ ἀποτελεῖ– ἐξαίρεσι. Οἱ περισσότεροι νέοι ῥέπουν στὰ εὔκολα, στὶς ἀπολαύσεις καὶ διασκεδάσεις· σύνθημά τους ἔχουν τὸ ἐπικού­ρειο «Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν» (βλ. Ἠσ. 22,13=Α΄ Κορ. 15,32), κ᾿ εἶνε ἀδιάφοροι γιὰ τὰ οὐράνια καὶ πνευματικὰ ζητήματα. Ἀλ­λὰ ὁ νέος τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου εἶχε πνευματικὰ ἐνδιαφέροντα· καὶ ἀλλοίμονο ἐ­ὰν ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχῃ τέτοια ἐνδιαφέρον­τα. Ὅπως ὀρθὰ εἶπε ἕνας φιλόσοφος, ὁ ἄν­θρωπος εἶνε καὶ ἐπιστημονικός, καὶ πολιτικός, καὶ οἰκονομικός, καὶ ἐμπορικός, καὶ πολλὰ ἄλλα· ἀλλὰ κατ᾿ ἐξοχὴν εἶνε μεταφυσικὸ ὄν. Ὅπως τὸ δέντρο ὑψώνει τὴν κορυφή του πρὸς τὰ ἄνω, ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος τείνει πρὸς τὸν οὐρανό. Μεταφυσικὲς ἀνησυχίες εἶχε ὁ νέος τοῦ εὐαγγελίου, καὶ γι᾿ αὐτὸ πλησίασε τὸν Κύριο.
Τὸ ἐρώτημά του ἦταν· «Τί πρέπει νὰ κάνω γιὰ νὰ κληρονομήσω τὴν αἰώνιο ζωή;». Ὁ Κύρι­ος τοῦ ἀπαντᾷ· «Τήρησον τὰς ἐντολάς» (κατὰ τὸ Ματθ. 19,18). Ἐκεῖνος λέει· «Διδάσκαλε, ἐκ νεότη­τός μου ἐτήρησα τὶς ἐντολές· τὸ μὴ μοιχεύ­σῃς, τὸ μὴ πορνεύσῃς, τὸ τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου» (Λουκ. 18,20-21). Τότε ὁ Χριστός, σὰν Θεὸς ποὺ εἶνε, διέκρινε – διέγνω­σε, ὅτι στὸ βάθος τῆς ψυχῆς του ὑπῆρχε ἀ­σθέ­νεια πνευματική, «ὄγκος» ἐπικίνδυνος· εἶ­δε, ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἦταν προσκολλημέ­νος στὸν πλοῦτο, ἦταν φιλάργυρος. Καὶ τοῦ λέει· «Ἕνα σοῦ λείπει γιὰ νὰ γίνῃς τέλειος· πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς» (Λουκ. 18,22).
Σκληρὸς ὁ λόγος· φάρμακο ἡρωικὸ ἔδωσε ὁ Κύριος. Ἀλλὰ καὶ σήμερα ποιός τὸ κάνει αὐ­τό; τὸ κοροϊδεύουν οἱ ἄνθρωποι. Βγὲς στὸ ῥα­διόφωνο καὶ φώναξε· «Πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς». Θὰ βρεθῇ πλούσιος τοῦ αἰῶνος μας ν᾿ ἀκούσῃ; Ἀνεφάρμοστο, ἀδύνατο, λένε οἱ πολλοί.
Ἀλλ᾿ αὐτὸ ποὺ θεωρεῖται ἀδύνατο, γίνεται κατορθωτὸ μὲ τὴ δύναμι τοῦ Θεοῦ. «Πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς». Τὸ ἐ­φάρμοσαν. Ποιοί; Πρῶτοι οἱ ἀπόστολοι, ποὺ «ἀφέντες ἁπάντα ἠκολούθησαν» τὸ Χριστὸ (Λουκ. 5,11) καὶ διεσπάρησαν στὰ τέσσερα σημεῖα τοῦ κόσμου. Τὸ ἐφάρμοσε ὁ μέγας Ἀντώνιος· ὁ ὁποῖος, ὅταν ἄκουσε νέος στὴν ἐκκλησία τὸ λόγο αὐτό, πούλησε ὅλη τὴν πατρική του περιουσία καὶ τὴ μοίρασε στοὺς φτωχούς. Τὸ ἐφάρμοσαν μεγάλοι πατέρες ὅπως οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι. Τὸ ἐφάρμοσαν μυριάδες ἀσκηταὶ ποὺ ἔζησαν βίον ἀκτήμονα.
Ἀλλὰ καὶ ἄνθρωποι τῆς κοινωνίας τὸ ἐφάρμο­σαν. Ἔξοχα παραδείγματα ἔχουμε πολλοὺς ἀγωνιστὰς τοῦ γένους. Εἶνε πλαστογρα­φία τῆς ἱστορίας νὰ λένε μερικοὶ ὅτι ἡ ἐπανάστασι τοῦ ᾿21 ἦταν ταξικὸς ἀγώνας. Ὄχι· ἔλαβαν μέρος ὅλοι. Φτωχοί, ἀλλὰ καὶ πλούσιοι ὅπως ὁ Κουντουριώτης, ποὺ εἶχε μιὰ στέρνα χρυσᾶ νομίσματα, καὶ τά ᾿δωσε ὅλα κ᾿ ἔμεινε πάμ­πτω­χος γιὰ τὴν πατρίδα. Καὶ μόνο αὐτός; Πολλοὶ πλοίαρχοι καὶ ἄλλοι πλούσιοι ἔδωσαν ὅ,τι εἶ­χαν γιὰ τὴν ἐλευθερία. Τὸ «Πάντα ὅσα ἔχεις πώ­λησον» τὸ ἐφάρμοσε καὶ –ποιός– ὁ πρῶτος κυβερνήτης τῆς Ἑλλάδος, ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας. Ὅταν ἀνέλαβε βρῆκε τὸ ταμεῖο τοῦ κράτους κενό, καὶ πούλησε τὴ μεγάλη περιου­σία του στὴν Κέρκυρα ὑπὲρ τοῦ ταμείου. Τὸ ἐ­φάρμοσαν οἱ ἐθνικοὶ εὐεργέτες. Ἔφυγαν στὸ ἐξωτερικὸ φτωχαδάκια, ἐργάστηκαν σκληρά, δημιούργησαν περιουσίες, τὶς ὁποῖες διέθεσαν ἐξ ὁλοκλήρου γιὰ τὸ γένος, κ᾽ ἔμειναν πάμ­πτωχοι. Ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς ἦταν καὶ ὁ Ἀβέρωφ· μὲ δικά του χρήματα ἀγοράστηκε τὸ θωρηκτὸ «Ἀβέρωφ», ποὺ μάντρωσε στὰ στενὰ τῶν Δαρδανελλίων τὸν τουρκικὸ στόλο.
«Πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτω­χοῖς». Εἶνε κορυφὴ αὐτό, Ἱμαλαΐα, Ἄλπεις. Τὸ Εὐαγγέλιο εἶνε ἡ κορυφή· δὲν εἶνε πεζότης καὶ κάμπος. Καὶ πάνω στὴν κορυφὴ αὐτή, μὲ πύ­ρινα γράμματα, εἶνε γραμμένη ἡ λέξι ἀγάπη. Μὴ καυχᾶσαι, ἄνθρωπε, γιὰ τὶς μικρὲς ἀρετὲς καὶ τὰ ἐλάχιστα ἔργα σου. Καλὰ εἶνε κι αὐτά· οὐ­δείς τὰ κατηγορεῖ. Ἀλλὰ πέρα ἀπὸ αὐτὰ ὑ­πάρχει ἡ κορυφὴ τῆς ἀγάπης. Κι ἂν δὲν ἔχῃς ἀγάπη, τότε ὅλα αὐτὰ δὲν ἔχουν ἀξία ἐνώπιον τοῦ Κυρίου· ἡ ἀρετή σου εἶνε ἀτελής.
«Πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτω­χοῖς». Ὑπῆρξαν ἅγιοι –δὲν εἶνε παραμύθι– ποὺ τὸ ἐφάρμοσαν. Ἕνας ἀσκητὴς τῆς ἐρήμου, ὁ Σεραπίων, ἐνῷ ἦταν πλούσιος, τὰ ἔδωσε ὅλα. Συνάντησε μετὰ κάποιον στὸ δρόμο νὰ τουρτουρίζῃ· τὸν σπλαχνίστηκε καὶ τοῦ ἔδωσε ὅ,τι φοροῦσε, κ᾿ ἔμεινε γυμνός. Ἅγιος γυμνός! Κι ὅταν κάποιος τὸν ρώτησε «Σεραπίων, ποιός σοῦ πῆρε τὸ σακκάκι;», ἀπήντησε· «Τὸ Εὐαγγέλιο». Ὤ ὕψος ἀρετῆς, ὤ κορυφὴ ἁγία! Ἐ­μεῖς τώρα; «Μᾶς ἔφαγε ὁ κάμπος», ὅπως λέει ὁ Κρυστάλλης, μᾶς νικᾷ ἡ φιλαυτία, ὁ πλοῦ­τος, ἡ ἰδιοτέλεια. Δός μου, Χριστέ, φτεροῦ­γες νὰ πετάξω, νὰ φτάσω στὴν κορυφή!
«Πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτω­χοῖς». Εἶνε δίδαγμα εὐαγγελικό· ὅσο φτωχότε­ρος εἶνε κανείς, τόσο πλησιάζει στὸ Θεό. Μὲ τὸ Εὐαγγέλιο δὲν πλουτίζεις. Οἱ τεράστιες περιουσίες ἀποκτῶνται μὲ τὴ συνεργασία τοῦ δια­βόλου. Δὲν εἶνε Χριστιανισμὸς αὐτός· τὸ ζύγι τοῦ Εὐαγγελίου τὸν βγάζει σκάρτο. Δὲν εἶνε χρι­στιανικὸ ὁ ἕνας νὰ πεινᾷ κι ὁ ἄλλος νὰ μεθᾷ, ὁ ἕνας νὰ τουρτουρίζῃ κι ὁ ἄλλος νὰ ζῇ μέσ᾿ στὴ χλιδή, ὁ ἕνας νὰ ζῇ σὲ καλύβι κι ὁ ἄλλος σὲ ἀνάκτορα. Ἡ μεγάλη ἀνισότης εἶνε σκάνδαλο.
«Πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς». Ἐὰν ἐφάρμοζαν οἱ πλούσιοι αὐτὸ τὸ λό­γο τοῦ Χριστοῦ μας, πῶς θὰ ἦταν ὁ κόσμος! Ἐ­πειδὴ δὲν τὸν ἐφαρμόζουν, ἐπέτρεψε ὁ Θεὸς καὶ ἦρθε ὁ κομμουνισμός, ὁ ὁποῖος εἶπε· Ἐ­κεῖνα ποὺ δὲν θέλεις νὰ δώσῃς, σ᾿ τὰ παίρνω ἐγὼ ἀναγ­κα­στικά. Ἐνῷ τὸ Εὐαγγέλιο, ποὺ σέβε­ται τὴν ἐλευθερία, λέει· «Εἰ θέλεις τέλειος εἶ­ναι…» (Ματθ. 19,21), ἂν θέλῃς νὰ γίνῃς ἀετός· δὲν σὲ βιάζω, σ᾿ ἀφήνω ἐλεύθερο. Αὐτὸ εἶ­νε τὸ «ἐλάτ­τωμα» ἀλλὰ καὶ τὸ πλεονέκτημα τοῦ Χριστιανισμοῦ· ζητάει μιὰ ζωὴ τέλεια· ὄχι ὅμως διὰ τῆς βίας καὶ διὰ τῶν ὅπλων, ἀλλὰ ἐν ἐλευθερίᾳ.
«Πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς». Ποῦ μιλάω, Χριστιανοί μου; σὲ ποίους ἀ­πευθύνομαι; Μὰ καλά· δὲν μπορεῖς νὰ φτά­σῃς σ᾿ αὐτὴ τὴν κορυφή; κατέβα παρακάτω, ὑπάρχουν κι ἄλλες βαθμῖδες. Δὲν μπορεῖς νὰ τὰ δώσῃς ὅλα; δῶσε τὰ μισά. Δὲν μπορεῖς τὰ μισά; δῶσε τὸ ἓν τέταρτον. Δὲν μπορεῖς τὸ ἓν τέταρτον; δῶσε τὸ ἓν πέμπτον. Δὲν μπορεῖς τὸ ἓν πέμπτον; δῶσε τὸ ἓν δέκατον. Οὔτε τὸ ἓν δέκατον; μόνο ψίχουλα; αὐτὸ εἶνε ἐμπαιγμός. Ἔτσι δείχνουν τ᾿ ἀποτελέσμα­τα τῶν ἐράνων, ὅπως τῆς «Ἡμέρας ἀγάπης» τῶν Χριστουγέν­νων· ψίχουλα! κι αὐτὰ μὲ γογγυσμό.
Σὲ κάποιο μεγάλο χωριὸ ὁ παπᾶς βγῆκε γιὰ ἔρανο. Τί ῥίξανε; Πέντε (5) χιλιάδες. Τὸ βράδυ ἦρθε μιὰ κομπανία γυναικῶν ἀπὸ τὶς Φιλιππῖ­νες. Χορέψανε ὣς τὶς 5 τὸ πρωί. Ἔτρεξαν καὶ οἱ γέροι. Ὅταν τελείωσαν, πόσα μάζεψαν παρα­καλῶ; Τριακόσες (300) χιλιάδες. Θεέ μου Θεέ μου! ἔχουμε λεφτὰ γιὰ τὸ διάβολο· γιὰ τὸ Χριστὸ δὲν ἔχουμε, καὶ μένει παραπονεμένος.

* * *

Ἀγαπητοί μου! Ὁ λόγος «Πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς» εἶνε ἀνεκτίμητος θησαυρὸς τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος προηγήθηκε χρονικὰ καὶ ὑπερέχει ἀξιολογικὰ ὅλων τῶν κοινωνιολόγων. Ὁ Χριστὸς καλλιεργεῖ τὸν ἄνθρωπο μὲ στόχο τὴν τελειότητα. Ἀπὸ τὴ δικαιοσύνη τὸν ὑψώνει ἐν τέλει στὴν ἀκτημοσύνη· φθάνει ὁ ἄνθρωπος νὰ γίνῃ ἀκτήμων ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Σωτῆρι ἡμῶν· ᾧ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 27-11-1983. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 26-11-2006, ἐπανέκδοσις 11-9-2024.

https://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=113682#more-113682