Κυριακὴ ΙΓ΄ Λουκᾶ (Λουκ. 18,18-27)
24 Νοεμβρίου 2024 (2006)
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
«Πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ» (Λουκ. 18,22)
Δὲν ἀρνούμεθα ὅτι κι αὐτὰ ἔχουν ἀξία. Χρειάζεται ἡρωισμὸς γιὰ νὰ πῇς σήμερα ὄχι στὴν πορνεία, στὴ μοιχεία, στὴν κλοπή, στὴν ἀδικία. Ἀλλὰ πρέπει νὰ γνωρίζουμε, ὅτι αὐτὰ εἶνε ἡ ἀρνητικὴ ὄψι τοῦ Χριστιανισμοῦ. Ὅπως τὸ νόμισμα ἔχει δυὸ πλευρές, ἔτσι καὶ ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ ἔχει δυὸ πλευρές· ἡ μία εἶνε ἡ ἄρνησις, τὸ ὄχι, ἡ ἄλλη εἶνε ἡ θέσις. Καὶ ποιά εἶνε ἡ θέσις· ὅτι ὁ Θεὸς ζητεῖ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο κάτι ἀνώτερο. Ποιό εἶνε αὐτὸ τὸ ἀνώτερο, ποὺ ἂν δὲν τὸ ἀποκτήσουμε εἴμαστε ψεύτικοι Χριστιανοί, μᾶς τὸ ὑποδεικνύει τὸ εὐαγγέλιο σήμερα (βλ. Λουκ. 18,18-27).
* * *
Μᾶς παρουσιάζει ἕνα νέο, ποὺ
ἀποτελοῦσε –καὶ ἀποτελεῖ– ἐξαίρεσι. Οἱ περισσότεροι νέοι ῥέπουν στὰ
εὔκολα, στὶς ἀπολαύσεις καὶ διασκεδάσεις· σύνθημά τους ἔχουν τὸ
ἐπικούρειο «Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν» (βλ. Ἠσ.
22,13=Α΄ Κορ. 15,32), κ᾿ εἶνε ἀδιάφοροι γιὰ τὰ οὐράνια καὶ πνευματικὰ
ζητήματα. Ἀλλὰ ὁ νέος τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου εἶχε πνευματικὰ
ἐνδιαφέροντα· καὶ ἀλλοίμονο ἐὰν ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχῃ τέτοια
ἐνδιαφέροντα. Ὅπως ὀρθὰ εἶπε ἕνας φιλόσοφος, ὁ ἄνθρωπος εἶνε καὶ
ἐπιστημονικός, καὶ πολιτικός, καὶ οἰκονομικός, καὶ ἐμπορικός, καὶ πολλὰ
ἄλλα· ἀλλὰ κατ᾿ ἐξοχὴν εἶνε μεταφυσικὸ ὄν. Ὅπως τὸ δέντρο ὑψώνει τὴν
κορυφή του πρὸς τὰ ἄνω, ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος τείνει πρὸς τὸν οὐρανό.
Μεταφυσικὲς ἀνησυχίες εἶχε ὁ νέος τοῦ εὐαγγελίου, καὶ γι᾿ αὐτὸ πλησίασε
τὸν Κύριο.
Τὸ ἐρώτημά του ἦταν· «Τί πρέπει νὰ κάνω γιὰ νὰ κληρονομήσω τὴν
αἰώνιο ζωή;». Ὁ Κύριος τοῦ ἀπαντᾷ· «Τήρησον τὰς ἐντολάς» (κατὰ τὸ Ματθ.
19,18). Ἐκεῖνος λέει· «Διδάσκαλε, ἐκ νεότητός μου ἐτήρησα τὶς ἐντολές·
τὸ μὴ μοιχεύσῃς, τὸ μὴ πορνεύσῃς, τὸ τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν
μητέρα σου» (Λουκ. 18,20-21). Τότε ὁ Χριστός, σὰν Θεὸς ποὺ εἶνε,
διέκρινε – διέγνωσε, ὅτι στὸ βάθος τῆς ψυχῆς του ὑπῆρχε ἀσθένεια
πνευματική, «ὄγκος» ἐπικίνδυνος· εἶδε, ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἦταν
προσκολλημένος στὸν πλοῦτο, ἦταν φιλάργυρος. Καὶ τοῦ λέει· «Ἕνα σοῦ
λείπει γιὰ νὰ γίνῃς τέλειος· πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς»
(Λουκ. 18,22).
Σκληρὸς ὁ λόγος· φάρμακο ἡρωικὸ ἔδωσε ὁ Κύριος. Ἀλλὰ καὶ σήμερα
ποιός τὸ κάνει αὐτό; τὸ κοροϊδεύουν οἱ ἄνθρωποι. Βγὲς στὸ ῥαδιόφωνο
καὶ φώναξε· «Πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς». Θὰ βρεθῇ
πλούσιος τοῦ αἰῶνος μας ν᾿ ἀκούσῃ; Ἀνεφάρμοστο, ἀδύνατο, λένε οἱ πολλοί.
Ἀλλ᾿ αὐτὸ ποὺ θεωρεῖται ἀδύνατο, γίνεται κατορθωτὸ μὲ τὴ δύναμι
τοῦ Θεοῦ. «Πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς». Τὸ ἐφάρμοσαν.
Ποιοί; Πρῶτοι οἱ ἀπόστολοι, ποὺ «ἀφέντες ἁπάντα ἠκολούθησαν» τὸ Χριστὸ
(Λουκ. 5,11) καὶ διεσπάρησαν στὰ τέσσερα σημεῖα τοῦ κόσμου. Τὸ ἐφάρμοσε ὁ
μέγας Ἀντώνιος· ὁ ὁποῖος, ὅταν ἄκουσε νέος στὴν ἐκκλησία τὸ λόγο αὐτό,
πούλησε ὅλη τὴν πατρική του περιουσία καὶ τὴ μοίρασε στοὺς φτωχούς. Τὸ
ἐφάρμοσαν μεγάλοι πατέρες ὅπως οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι. Τὸ ἐφάρμοσαν μυριάδες
ἀσκηταὶ ποὺ ἔζησαν βίον ἀκτήμονα.
Ἀλλὰ καὶ ἄνθρωποι τῆς κοινωνίας τὸ ἐφάρμοσαν. Ἔξοχα
παραδείγματα ἔχουμε πολλοὺς ἀγωνιστὰς τοῦ γένους. Εἶνε πλαστογραφία τῆς
ἱστορίας νὰ λένε μερικοὶ ὅτι ἡ ἐπανάστασι τοῦ ᾿21 ἦταν ταξικὸς ἀγώνας.
Ὄχι· ἔλαβαν μέρος ὅλοι. Φτωχοί, ἀλλὰ καὶ πλούσιοι ὅπως ὁ Κουντουριώτης,
ποὺ εἶχε μιὰ στέρνα χρυσᾶ νομίσματα, καὶ τά ᾿δωσε ὅλα κ᾿ ἔμεινε
πάμπτωχος γιὰ τὴν πατρίδα. Καὶ μόνο αὐτός; Πολλοὶ πλοίαρχοι καὶ ἄλλοι
πλούσιοι ἔδωσαν ὅ,τι εἶχαν γιὰ τὴν ἐλευθερία. Τὸ «Πάντα ὅσα ἔχεις
πώλησον» τὸ ἐφάρμοσε καὶ –ποιός– ὁ πρῶτος κυβερνήτης τῆς Ἑλλάδος, ὁ
Ἰωάννης Καποδίστριας. Ὅταν ἀνέλαβε βρῆκε τὸ ταμεῖο τοῦ κράτους κενό, καὶ
πούλησε τὴ μεγάλη περιουσία του στὴν Κέρκυρα ὑπὲρ τοῦ ταμείου. Τὸ
ἐφάρμοσαν οἱ ἐθνικοὶ εὐεργέτες. Ἔφυγαν στὸ ἐξωτερικὸ φτωχαδάκια,
ἐργάστηκαν σκληρά, δημιούργησαν περιουσίες, τὶς ὁποῖες διέθεσαν ἐξ
ὁλοκλήρου γιὰ τὸ γένος, κ᾽ ἔμειναν πάμπτωχοι. Ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς ἦταν καὶ ὁ
Ἀβέρωφ· μὲ δικά του χρήματα ἀγοράστηκε τὸ θωρηκτὸ «Ἀβέρωφ», ποὺ
μάντρωσε στὰ στενὰ τῶν Δαρδανελλίων τὸν τουρκικὸ στόλο.
«Πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς». Εἶνε κορυφὴ
αὐτό, Ἱμαλαΐα, Ἄλπεις. Τὸ Εὐαγγέλιο εἶνε ἡ κορυφή· δὲν εἶνε πεζότης καὶ
κάμπος. Καὶ πάνω στὴν κορυφὴ αὐτή, μὲ πύρινα γράμματα, εἶνε γραμμένη ἡ
λέξι ἀγάπη. Μὴ καυχᾶσαι, ἄνθρωπε, γιὰ τὶς μικρὲς ἀρετὲς καὶ τὰ ἐλάχιστα
ἔργα σου. Καλὰ εἶνε κι αὐτά· οὐδείς τὰ κατηγορεῖ. Ἀλλὰ πέρα ἀπὸ αὐτὰ
ὑπάρχει ἡ κορυφὴ τῆς ἀγάπης. Κι ἂν δὲν ἔχῃς ἀγάπη, τότε ὅλα αὐτὰ δὲν
ἔχουν ἀξία ἐνώπιον τοῦ Κυρίου· ἡ ἀρετή σου εἶνε ἀτελής.
«Πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς». Ὑπῆρξαν ἅγιοι
–δὲν εἶνε παραμύθι– ποὺ τὸ ἐφάρμοσαν. Ἕνας ἀσκητὴς τῆς ἐρήμου, ὁ
Σεραπίων, ἐνῷ ἦταν πλούσιος, τὰ ἔδωσε ὅλα. Συνάντησε μετὰ κάποιον στὸ
δρόμο νὰ τουρτουρίζῃ· τὸν σπλαχνίστηκε καὶ τοῦ ἔδωσε ὅ,τι φοροῦσε, κ᾿
ἔμεινε γυμνός. Ἅγιος γυμνός! Κι ὅταν κάποιος τὸν ρώτησε «Σεραπίων, ποιός
σοῦ πῆρε τὸ σακκάκι;», ἀπήντησε· «Τὸ Εὐαγγέλιο». Ὤ ὕψος ἀρετῆς, ὤ
κορυφὴ ἁγία! Ἐμεῖς τώρα; «Μᾶς ἔφαγε ὁ κάμπος», ὅπως λέει ὁ Κρυστάλλης,
μᾶς νικᾷ ἡ φιλαυτία, ὁ πλοῦτος, ἡ ἰδιοτέλεια. Δός μου, Χριστέ,
φτεροῦγες νὰ πετάξω, νὰ φτάσω στὴν κορυφή!
«Πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς». Εἶνε δίδαγμα
εὐαγγελικό· ὅσο φτωχότερος εἶνε κανείς, τόσο πλησιάζει στὸ Θεό. Μὲ τὸ
Εὐαγγέλιο δὲν πλουτίζεις. Οἱ τεράστιες περιουσίες ἀποκτῶνται μὲ τὴ
συνεργασία τοῦ διαβόλου. Δὲν εἶνε Χριστιανισμὸς αὐτός· τὸ ζύγι τοῦ
Εὐαγγελίου τὸν βγάζει σκάρτο. Δὲν εἶνε χριστιανικὸ ὁ ἕνας νὰ πεινᾷ κι ὁ
ἄλλος νὰ μεθᾷ, ὁ ἕνας νὰ τουρτουρίζῃ κι ὁ ἄλλος νὰ ζῇ μέσ᾿ στὴ χλιδή, ὁ
ἕνας νὰ ζῇ σὲ καλύβι κι ὁ ἄλλος σὲ ἀνάκτορα. Ἡ μεγάλη ἀνισότης εἶνε
σκάνδαλο.
«Πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς». Ἐὰν ἐφάρμοζαν οἱ
πλούσιοι αὐτὸ τὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ μας, πῶς θὰ ἦταν ὁ κόσμος! Ἐπειδὴ
δὲν τὸν ἐφαρμόζουν, ἐπέτρεψε ὁ Θεὸς καὶ ἦρθε ὁ κομμουνισμός, ὁ ὁποῖος
εἶπε· Ἐκεῖνα ποὺ δὲν θέλεις νὰ δώσῃς, σ᾿ τὰ παίρνω ἐγὼ ἀναγκαστικά.
Ἐνῷ τὸ Εὐαγγέλιο, ποὺ σέβεται τὴν ἐλευθερία, λέει· «Εἰ θέλεις τέλειος
εἶναι…» (Ματθ. 19,21), ἂν θέλῃς νὰ γίνῃς ἀετός· δὲν σὲ βιάζω, σ᾿ ἀφήνω
ἐλεύθερο. Αὐτὸ εἶνε τὸ «ἐλάττωμα» ἀλλὰ καὶ τὸ πλεονέκτημα τοῦ
Χριστιανισμοῦ· ζητάει μιὰ ζωὴ τέλεια· ὄχι ὅμως διὰ τῆς βίας καὶ διὰ τῶν
ὅπλων, ἀλλὰ ἐν ἐλευθερίᾳ.
«Πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς». Ποῦ μιλάω,
Χριστιανοί μου; σὲ ποίους ἀπευθύνομαι; Μὰ καλά· δὲν μπορεῖς νὰ φτάσῃς
σ᾿ αὐτὴ τὴν κορυφή; κατέβα παρακάτω, ὑπάρχουν κι ἄλλες βαθμῖδες. Δὲν
μπορεῖς νὰ τὰ δώσῃς ὅλα; δῶσε τὰ μισά. Δὲν μπορεῖς τὰ μισά; δῶσε τὸ ἓν
τέταρτον. Δὲν μπορεῖς τὸ ἓν τέταρτον; δῶσε τὸ ἓν πέμπτον. Δὲν μπορεῖς τὸ
ἓν πέμπτον; δῶσε τὸ ἓν δέκατον. Οὔτε τὸ ἓν δέκατον; μόνο ψίχουλα; αὐτὸ
εἶνε ἐμπαιγμός. Ἔτσι δείχνουν τ᾿ ἀποτελέσματα τῶν ἐράνων, ὅπως τῆς
«Ἡμέρας ἀγάπης» τῶν Χριστουγέννων· ψίχουλα! κι αὐτὰ μὲ γογγυσμό.
Σὲ κάποιο μεγάλο χωριὸ ὁ παπᾶς βγῆκε γιὰ ἔρανο. Τί ῥίξανε;
Πέντε (5) χιλιάδες. Τὸ βράδυ ἦρθε μιὰ κομπανία γυναικῶν ἀπὸ τὶς
Φιλιππῖνες. Χορέψανε ὣς τὶς 5 τὸ πρωί. Ἔτρεξαν καὶ οἱ γέροι. Ὅταν
τελείωσαν, πόσα μάζεψαν παρακαλῶ; Τριακόσες (300) χιλιάδες. Θεέ μου Θεέ
μου! ἔχουμε λεφτὰ γιὰ τὸ διάβολο· γιὰ τὸ Χριστὸ δὲν ἔχουμε, καὶ μένει
παραπονεμένος.
* * *
Ἀγαπητοί μου! Ὁ λόγος «Πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς» εἶνε ἀνεκτίμητος θησαυρὸς τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος προηγήθηκε χρονικὰ καὶ ὑπερέχει ἀξιολογικὰ ὅλων τῶν κοινωνιολόγων. Ὁ Χριστὸς καλλιεργεῖ τὸν ἄνθρωπο μὲ στόχο τὴν τελειότητα. Ἀπὸ τὴ δικαιοσύνη τὸν ὑψώνει ἐν τέλει στὴν ἀκτημοσύνη· φθάνει ὁ ἄνθρωπος νὰ γίνῃ ἀκτήμων ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Σωτῆρι ἡμῶν· ᾧ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 27-11-1983. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 26-11-2006, ἐπανέκδοσις 11-9-2024.