«Παιδί μου, συμβούλευε ο Ρώσος ασκητής Τύχων, να πλένεις με δάκρυα τα πόδια του Χριστού και ο Χριστός θα ξεπλύνει τις αμαρτίες σου» (Αρχ. Ιωαννικίου, Αθωνικόν Γεροντικόν).
Τον μεγάλο Ρώσο ασκητή του Αγίου Όρους Γέροντα Τύχωνα τον γνωρίσαμε οι πολλοί από τον όσιο Παΐσιο τον αγιορείτη. Υπήρξε πνευματικός του μεγάλου Παϊσίου ο π. Τύχων και συχνά ο όσιος τον μνημόνευε και τον ανέφερε στις συζητήσεις και τις διδασκαλίες του. Για τον άγιο Παΐσιο ο Γέρων Τύχων ήταν ένας σπουδαίος σύγχρονος άγιος, έστω κι αν δεν έτυχε της επίσημης εντάξεώς του στο αγιολόγιο της Εκκλησίας, κι αυτό γιατί ο Κύριος φανερώνει στον κόσμο, για λόγους που Εκείνος γνωρίζει, όσους επιλέγει να είναι ενώπιόν Του οι κατεξοχήν πρεσβευτές υπέρ του κόσμου. Η θαυμαστή «αποκάλυψή» τους θα γίνει κατά τη Δευτέρα Παρουσία Του, οπότε και η λάμψη του προσώπου τους θα υπερκεράσει τη λάμψη και αυτού του ήλιου. Γνωστό λόγιο του Γέροντα Τύχωνα που έδειχνε και το βάθος της πνευματικής του ζωής ήταν: «Ο Θεός κάθε ημέρα ευλογεί τον κόσμο, αλλά όταν δει ταπεινό άνθρωπο τον ευλογεί και με τα δύο Του χέρια». Ή και το καταγεγραμμένο: «Ένα “Κύριε ελέησον” εκατό δραχμές, ένα “δόξα Σοι ο Θεός” χίλιες δραχμές».
Λοιπόν στο μνημονευόμενο σπουδαίο Γεροντικό του Όρους υπάρχει και η αναφορά του π. Τύχωνα για τα δάκρυα στην πνευματική ζωή, τα οποία έχουν τέτοια δύναμη που μπορούν να ξεπλύνουν τις όποιες αμαρτίες του ανθρώπου. Εννοείται βεβαίως ότι ο Γέρων Τύχων με τη βαθύτατη καρδία και τη σοφία του γνώριζε εμπειρικά τη διδασκαλία των νηπτικών Πατέρων της Εκκλησίας περί των δακρύων, ότι δηλαδή υπάρχουν δάκρυα που επαινούνται από τον Κύριο και δάκρυα που δεν τα δέχεται, γιατί εκφράζουν ένα εγωιστικό και υπερήφανο φρόνημα ή συνιστούν απλώς ένα χαρακτηριστικό της ιδιοσυγκρασίας ενός ανθρώπου. Εδώ όμως μιλάει για τα αληθινά δάκρυα που πηγάζουν από καρδιά που ζει γνήσια τη μετάνοια ως επίγνωση της αμαρτωλότητάς της και αδιάκοπη επιστροφή της προς τον Θεό – ό,τι ο Κύριος είπε στην παραβολή του ασώτου.
Η μετάνοια αυτή με τα δάκρυα ως γνώρισμα πένθους για την αμαρτία ξεπλένει τις αμαρτίες, γιατί αποτελούν κατάθεση της ψυχής του ανθρώπου στον Χριστό και τον Τίμιο Σταυρό Του, πάνω στον Οποίο ήρε την αμαρτία του σύμπαντος κόσμου όλων των εποχών και την έσβησε διά παντός. Με άλλα λόγια ο άνθρωπος ζώντας εν μετανοία, όπως κάλεσε ο Κύριος τον άνθρωπο αφ’ ης στιγμής ήλθε στον κόσμο και μετέπειτα: «μετανοείτε, ήγγικε γαρ η Βασιλεία των Ουρανών», μετέχει στο χαρισματικό σώμα Του, την Εκκλησία, ως μέλος Εκείνου, συνεπώς γίνεται δέκτης των δωρεών που έφερε κατεξοχήν με τη Σταυρική Του θυσία, απαλλασσόμενος από τις όποιες δικές του αμαρτίες. Ο αληθινά πιστός, ο μετανοημένος άνθρωπος δηλαδή, ζει από τώρα, από τη ζωή αυτή, τη χαρά του Παραδείσου, γιατί βιώνει ενεργά και αισθητά στην ύπαρξή του την απαλλαγή από κάθε ενοχή και την πληρότητα της χάρης του ίδιου του Θεού του. Το βίωμα της χαρμολύπης στην πιο αυθεντική μορφή του.
Είναι συγκλονιστικά τα λόγια και η πρακτική του αγίου Τύχωνα εν προκειμένω: «Τα μάτια του π. Τύχωνος του Ρώσου ερημίτου ήσαν αδιακόπως γεμάτα δάκρυα. Τα εσκούπιζε με ένα μανδήλιον συνεχώς βρεγμένον, που εκρατούσε πάντα εις το χέρι του. Το επιτραχήλιόν του ήτο σχεδόν πάντα νοτισμένον από αυτά τα δάκρυα και ο ξύλινος σταυρός, με τον οποίον ευλογούσε, εφαίνετο φαγωμένος. Έλεγεν ότι πρέπει όλας τας ημέρας της ζωής μας να πλένωμε τα πόδια του Χριστού με τα δάκρυά μας και να τα σκουπίζωμε με τα μαλλιά μας, ποιούντες μετανοίας. Ο ίδιος έχυνε χούφτες τα δάκρυα εμπρός εις τον Σταυρόν του κελλίου του. Είχε «μουλιάσει» το ξύλον του Σταυρού».
Η υμνολογία της Εκκλησίας μας έρχεται συχνά να μας υπενθυμίσει αυτό το βίωμα των αγίων μας με το δικό της μοναδικό τρόπο, καλώντας μας να μετάσχουμε κι εμείς στη χαρισματική αυτήν πραγματικότητα. «Δάκρυα μοι δος ο Θεός, ως ποτε τη γυναικί τη αμαρτωλώ, και αξίωσόν με βρέχειν τους πόδας σου, τους εμέ εκ της οδούς της πλάνης ελευθερώσαντας, και μύρον ευωδίας σοι προσφέρειν, βίον καθαρόν εν μετανοία μοι κτισθέντα˙ ίνα ακούσω καγώ της ευκταίας σου φωνής˙ Η πίστις σου σέσωκέ σε, πορεύου εις ειρήνην». Δώσε μου δάκρυα, Θεέ μου, όπως έδωσες κάποτε στην αμαρτωλή γυναίκα, και αξίωσέ με να βρέχω τα πόδια Σου που με ελευθέρωσαν από την οδό της πλάνης, και να Σου προσφέρω μύρο ευωδίας, δηλαδή τον καθαρό βίο μου που κτίσθηκε για μένα πάνω στη μετάνοια. Έτσι θα ακούσω κι εγώ τη φωνή Σου που εύχομαι να ακούσω: Η πίστη σου σε έσωσε, πορεύου ειρηνικά.