Τι είναι η ελευθερία; Ποια ελευθερία είναι πραγματική και ποια ψευδής, από χριστιανική άποψη; Πώς σκοτώνεται η ελευθερία σε μια καταναλωτική κοινωνία; Για αυτά τα θέματα μιλήσαμε με τον Πρωτοπρεσβύτερο Βαντίμ Λεόνοβ, αναπληρωτή καθηγητή της Ιερατικής Σχολής της Υπαπαντής (Σρέτενσκιϊ).
– Η λέξη «ελευθερία» είναι μια από τις πιο δημοφιλείς λέξεις σήμερα, και όχι μόνο σήμερα, αλλά γενικά τα τελευταία 200-300 χρόνια. Όλοι θέλουν να είναι ελεύθεροι. Κατά τη γνώμη σας, γιατί στη σύγχρονη εποχή εκτιμάται τόσο πολύ η ελευθερία;
– Μου φαίνεται ότι ανά τους αιώνες και σε όλους τους λαούς, η ελευθερία είναι η πιο σημαντική αξία για τους ανθρώπους. Η διαφορά βρίσκεται στις διαφορετικές απαντήσεις στο ερώτημα ποια είναι η ουσία της και πώς μπορεί αυτή να επιτευχθεί. Μερικές φορές η απόκτηση της ελευθερίας φαινόταν τόσο δύσκολη που οι άνθρωποι δήλωναν ότι η ελευθερία είναι ανέφικτη ή ότι αποτελεί ψευδαίσθηση της ανθρώπινης συνείδησης, αν και η επιθυμία για ελευθερία δεν έχει μειωθεί. Τα τελευταία 200-300 χρόνια, στην έννοια αυτή προστέθηκαν νέα νοήματα, γεγονός που προκάλεσε νέα αίσθηση της σημασίας της. Αν αναλογιστούμε την ευρωπαϊκή ιστορία, μέχρι τις αρχές του 18ου αιώνα, η ελευθερία κατανοούνταν ως ελευθερία εν Χριστώ, ενώ μετά την εποχή του λεγόμενου «διαφωτισμού» αυτή άρχισε να κατανοείται ως ελευθερία αποδέσμευσης από τον Χριστό, από τους θρησκευτικούς και ηθικούς κανόνες, ακόμη και ως ελευθερία να καταφέρονται κατά του Χριστού. Στο πλαίσιο αυτό, χριστιανοί και μη χριστιανοί άρχισαν να έχουν έντονες φιλονικίες και αμοιβαίες κατηγορίες για ανελευθερία, παρόλο που και για τις δύο πλευρές η ελευθερία είναι η μεγαλύτερη αξία της ανθρώπινης ζωής.
Έχω βαθιά πεποίθηση ότι η σημασία της ελευθερίας δεν αποκαλύπτεται πουθενά, σε καμία θρησκευτική ή φιλοσοφική διδασκαλία, τόσο βαθιά και έντονα όσο στον χριστιανισμό. Ο χριστιανισμός είναι η θρησκεία της αγάπης και της ελευθερίας. Οι αξίες αυτές δεν είναι απλώς διακηρύξεις, ο δρόμος προς αυτές έχει στρωθεί. Θυμηθείτε τα λόγια του Χριστού: Ἐὰν ὑμεῖς μείνητε ἐν τῷ λόγῳ τῷ ἐμῷ, ἀληθῶς μαθηταί μού ἐστε, καὶ γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν, καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς (Ιω. 8: 31-32).
Ρωτάτε γιατί στη σύγχρονη εποχή εκτιμάται τόσο πολύ η ελευθερία; Οι άνθρωποι αρχίζουν να εκτιμούν πλήρως κάτι, μόνο όταν αυτό εξαφανίζεται ή υφίσταται σημαντική βλάβη. Ποιος λαχταράει περισσότερο την ελευθερία – ένας που βρίσκεται στη φυλακή ή εκείνος που βρίσκεται έξω από αυτήν; Ο άνθρωπος που βρίσκεται στη φυλακή, θεωρεί κανονική ζωή την ελεύθερη ζωή, και ολο σκέφτεται και ονειρεύεται την ελευθερία, ενώ ο άνθρωπος έξω από τη φυλακή νομίζει ότι απλώς ζει. Το ίδιο συμβαίνει και με την ελευθερία στις μέρες μας: οι περισσότεροι άνθρωποι επιθυμούν ειλικρινά την ελευθερία, επειδή βαθιά μέσα τους αισθάνονται ότι έχουν χάσει την ελευθερία, νιώθουν την ανάγκη για αυτήν, θέλουν να την αποκτήσουν, αλλά δεν ξέρουν πού να την βρουν και σε τι συνίστατι η ουσία της.
– Χρησιμοποιήσατε μια έννοια που νομίζω ότι δε θα είναι κατανοητή σε όποιον είναι εκτός Εκκλησίας, αλλά ακόμα και σε πολλούς από αυτούς που εκκλησιάζονται δεν θα είναι απολύτως σαφής. Τι είναι η «εν Χριστώ ελευθερία»;
– Για να κατανοήσουμε την «εν Χριστώ ελευθερία», πρέπει πρώτα να ξεκαθαρίσουμε την έννοια της «δουλείας στην αμαρτία». Αν κάποιος έχει συνηθίσει να καπνίζει και δεν μπορεί να το κόψει, γίνεται δούλος του τσιγάρου. Μόλις εξαφανίζεται από μπροστά του η ευκαιρία να πάρει άλλη μια δόση νικοτίνης, υποφέρει και είναι πρόθυμος να κάνει πολλά για χάρη αυτού του δηλητηρίου. Θυμάμαι, όταν έκανα τη στρατιωτική μου θητεία στο Πολεμικό Ναυτικό, παρατηρούσα ότι τότε που, κατά τη διάρκεια του πλού, συστρατιώτες μου ξέμεναν από τσιγάρα, άρχιζαν να ανακατέβουν τους κάδους απορριμμάτων, ψάχνοντας για πεταμένα αποτσίγαρα. Το να είσαι δούλος του τσιγάρου ή οποιουδήποτε άλλου αμαρτωλού πάθους είναι προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Είναι πολύ πιο υποτιμητικό από το να είσαι δούλος οποιουδήποτε ανθρώπου. Επιπλέον, είναι και πολύ πιο επικίνδυνο. Από τη δουλεία σε επίγειο αφεντικό ο δούλος απαλλάσσεται, όταν περνά το κατώφλι του θανάτου, αλλά από το αμαρτωλό πάθος ο άνθρωπος θα υποφέρει και μετά το θάνατο. Μια από τις αγιοπατερικές ερμηνείες λέει ότι η αιώνια φωτιά που προορίζεται για τους αμαρτωλούς είναι φωτιά των αμαρτωλών παθών, τα οποία θα είναι αδύνατο να ικανοποιηθούν.
Ο άνθρωπος που κουβαλάει το δαίμονα λέει: «Έι, δούλε!» |
Ο Χριστός ήρθε για να μας ελευθερώσει από τη δουλεία της αμαρτίας, του θανάτου και του διαβόλου: «Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι πᾶς ὁ ποιῶν τὴν ἁμαρτίαν δοῦλός ἐστι τῆς ἁμαρτίας. Ὁ δέ δοῦλος οὐ μένει ἐν τῇ οἰκίᾳ εἰς τὸν αἰῶνα· ὁ υἱὸς μένει εἰς τὸν αἰῶνα. Ἐὰν οὖν ὁ υἱὸς ὑμᾶς ἐλευθερώσῃ, ὄντως ἐλεύθεροι ἔσεσθε» (Ιω. 8:31-36). Πώς το κάνει αυτό ο Χριστός; Κανένας άνθρωπος δεν είναι σε θέση να απελευθερωθεί από τη δουλεία της αμαρτίας μόνος του, χωρίς τη Θεία χάρη, η οποία μας δίνεται από τον Χριστό σε αφθονία μέσω των μυστηρίων της Εκκλησίας, της προσευχής και των καλών έργων. Ο άνθρωπος σε συνεργασία με τον Θεό, υπό την επίδραση της χάρης Του, δεν απαλλάσσεται απλώς από αυτή ή εκείνη την αμαρτωλή συνήθεια, αλλά μεταμορφώνεται, απελευθερώνεται πνευματικά από τα δεσμά της αμαρτίας και μπορεί να κάνει το καλό, ομοιάζοντας με τον Θεό. Όσο ο άνθρωπος μπορεί να κάνει το καλό χωρίς εμπόδια, τόσο αισθάνεται ότι είναι πραγματικά ελεύθερος άνθρωπος.
Ένας νεαρός μου διηγήθηκε τα συναισθήματά του, μετά την πρώτη του Εξομολόγηση, την οποία προσέγγισε πολύ προσεκτικά, θέλοντας να ξεκινήσει χριστιανική ζωή. Μετά την Εξομολόγηση, συνέβη μια παράξενη αλλαγή στη ζωή του. Όπως διηγούταν ο ίδιος: «Το κύριο πάθος μου και οι συνήθειες, για τις οποίες είχα μετανοήσει, έχασαν ξαφνικά τη δύναμη που ασκούσαν πάνω μου. Στην αρχή δεν μπορούσα να το πιστέψω. Πρώτα η ζωή μου έμοιαζε με τη ζωή ενός ανθρώπου στην πόλη, στην οποία είχαν παρεισφρήσει άγρια ζώα, έτοιμα να πεταχτούν ξαφνικά από τη γωνία και να με κατασπαράξουν. Τώρα μπορούσα να περπατώ ήρεμα στο δρόμο και να αντικρίζω ακόμη και τα πτώματα αυτών των ηττημένων αρπακτικών, χωρίς να φοβάμαι ότι θα με δαγκώσουν». Αυτή ήταν αναμφίβολα η αρχική εμπειρία πνευματικής ελευθερίας από την αμαρτία ή της ελευθερίας εν Χριστώ.
Τον 2ο αιώνα μετά Χριστόν, ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς έλεγε ότι το «επιθυμώ» και το «δύναμαι» στον τέλειο χριστιανό είναι ένα και το αυτό πράγμα, που επιτυγχάνεται με την άσκηση και τον εξαγνισμό. Ενώ από την άλλη, οι ατελείς, αν και δεν δύνανται, έχουν επιθυμίες. Το μπουκέτο αυτό των ανικανοποίητων επιθυμιών γεννά το αίσθημα της ανελευθερίας.
– Ίσως, μπορεί κάποιος να αντικρούσει ότι ο χριστιανισμός επιδιώκει εσκεμμένα να μειώσει το επίπεδο του «θέλω» στο ελάχιστο, έτσι ώστε ο άνθρωπος να μην θέλει σχεδόν τίποτα, να μην εκδηλώνεται στον κόσμο και να περιορίζει την επίγεια παρουσία του με κάθε δυνατό τρόπο. Δηλαδή, είναι σαν να καταστρέφονται επίτηδες οι όποιες επιθυμίες και προσδοκίες του ανθρώπου.
– Ο χριστιανισμός, σε αντίθεση, για παράδειγμα, με τον βουδισμό, δεν καταστρέφει τις ανθρώπινες επιθυμίες, αλλά επιτρέπει να διακρίνουμε με σαφήνεια το πνευματικό τους περιεχόμενο. Οι επιθυμίες εκείνες που δεν ανταποκρίνονται στη θεόμορφη αξιοπρέπεια του ανθρώπου θα του επιφέρουν βάσανα, ενώ οι θεοφιλείς επιθυμίες θα είναι η εγγύηση της αληθινής ευτυχίας του. Ο άνθρωπος συχνά δεν είναι σε θέση να εκτιμήσει τις πνευματικές συνέπειες των επιθυμιών του. Να θυμηθούμε τη γνωστή ρήση: «ο δρόμος προς την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις». Ο χριστιανισμός προσανατολίζει τον άνθρωπο σύμφωνα με το σχέδιο του Θεού και ανοίγει τον δρόμο για την αιώνια μακάρια ζωή με τον Θεό. Και εδώ δεν μπορούμε να κάνουμε χωρίς αυτοέλεγχο και μεταμόρφωση των επιθυμιών μας.
– Δηλαδή, αυτό είναι κάτι σαν διαφώτιση και κάθαρση των επιθυμιών;
– Σε πρώτο στάδιο έχουμε την κάθαρση, ακόμη και την εκκοπή των αμαρτωλών επιθυμιών, που οι άγιοι πατέρες ονομάζουν εκκοπή του ιδίου θελήματος. Αλλά γενικά, αυτό είναι ένας δρόμος σταδιακής μεταμόρφωσης και εξομοίωσης με τον Θεό.
– Τι πιστεύετε, γιατί τότε πολλοί άνθρωποι εκτός Εκκλησίας βλέπουν την Εκκλησία ως μια συνάθροιση ανελεύθερων, κομπλεξικών και υπερβολικά υπάκουων ανθρώπων;
– Πολλοί άνθρωποι εκτός Εκκλησίας βλέπουν την ελευθερία, πρώτα απ' όλα, στη δυνατότητα να ικανοποιούν τις αμαρτωλές επιθυμίες χωρίς εμπόδια, και προσπαθούν να αξιολογούν τη χριστιανική ζωή μέσα από το πρίσμα αυτής της άποψης. Συλλογίζονται ως εξής: Εγώ επιτρέπω στον εαυτό μου να πίνει, να καπνίζει, να πορνεύει, να βρίζει, ενώ εκείνος δεν επιτρέπει στον εαυτό του να το κάνει, άρα εγώ είμαι ελεύθερος και εκείνος όχι. Μπορεί κανείς να ρωτήσει αυτούς τους ανθρώπους: για πόσο καιρό μπορείτε να μην πίνετε, να μην καπνίζετε, να μην πορνεύετε, να μην βρίζετε; Το πιθανότερο είναι ότι ένας τέτοιος άνθρωπος δεν μπορεί να αντέξει ούτε λίγες ημέρες. Τότε ποιος είναι ελεύθερος – αυτός που μπορεί να ελέγχει τις επιθυμίες του ή αυτός που είναι συνεχώς σκλάβος τους;
Ο χριστιανισμός είναι μια άλλη μορφή ζωής, μια άλλη μορφή ελευθερίας, η οποία βρίσκεται έξω από το οπτικό πεδίο ενός ανθρώπου εκτός Εκκλησίας, έξω από την κοσμοθεωρητική του αντίληψη.
– Οι άνθρωποι της Εκκλησίας μπορεί να φαίνονται ανελεύθεροι και για το λόγο ότι πρεσβεύουν ορισμένα δόγματα, πιστεύουν κάτι χωρίς να το επαληθεύουν με το μυαλό τους, όπως λένε οι αντίπαλοι. Μπορεί να φαίνεται ότι στην Εκκλησία δεν υπάρχει ελευθερία γνώμης κ.τ.λ. Γενικά, πόσο σημαντική είναι για την Εκκλησία η αξία του πλουραλισμού, για να μιλήσουμε τη σύγχρονη γλώσσα;
– Αν μιλήσουμε για την αξία του πλουραλισμού, ο Απόστολος Παύλος λέει: «Δεῖ γὰρ καὶ αἱρέσεις ἐν ὑμῖν εἶναι, ἵνα οἱ δόκιμοι φανεροὶ γένωνται ἐν ὑμῖν» (Α΄ Κορ. 11:19). Δηλαδή, η διαφορετικότητα στη ζωή της Εκκλησίας είναι φυσιολογική από τους πρώτους αιώνες του χριστιανισμού, εφόσον δεν βλάπτει την ενότητά μας με τον Χριστό μέσα στην Εκκλησία. Με την πάροδο του χρόνου, η ιδέα αυτή αποτυπώθηκε στην περίφημη φράση: «Στα απαραίτητα ενότης, στα δευτερεύοντα ελευθερία, σε όλα αγάπη».
Μου φαίνεται πολύ λανθασμένος ο ισχυρισμός ότι οι άνθρωποι που είναι εκτός Εκκλησίας είναι ελεύθεροι από δόγματα και ότι ακολουθούν μόνο αυτά για τα οποία έχουν πειστεί με το μυαλό τους και την εμπειρία τους. Οι άνθρωποι εκτός Εκκλησίας, ως επί το πλείστον, είναι γεμάτοι από στερεότυπα που έχουν υιοθετήσει αδιακρίτως, ακολουθούν τυφλά τις σύγχρονες «τάσεις» και παρασύρονται εύκολα από ψευδαισθήσεις. Ένας θρησκευόμενος άνθρωπος έχει απόλυτα διαχρονικά κριτήρια: τον Θεό, την Αγία Γραφή και την εμπειρία αγίων ανθρώπων, οι οποίοι απέδειξαν με τη ζωή τους την αλήθεια των χριστιανικών ιδεών. Ο άνθρωπος εκτός Εκκλησίας διαθέτει μόνο το διεφθαρμένο νου του και την μολυσμένη από πάθη καρδιά που είναι εύκολο να χειραγωγηθούν. Ως εκ τούτου, αναπόφευκτα μετατρέπεται σε ανεμοδείκτη, καθώς εμπιστεύεται ταυτόχρονα καλλιτέχνες, πολιτικούς, κάποιες γοητευτικές κυρίες, μπλόγκερ, πάθη του, επιθυμίες του κ.ο.κ. Διαφέρουν μόνο ως προς το κάτω από ποιο συγκεκριμένο ρεύμα θα βρεθεί αυτός ο ανεμοδείκτης. Ο άνθρωπος έξω από το χώρο της εκκλησιαστικής ζωής, κατά κανόνα, δεν προβληματίζεται για αυτές τις πτυχές και δεν συνειδητοποιεί ότι ασυνείδητα εμπιστεύεται άλλους και υιοθετεί πληροφορίες που ούτε έχει ελέγξει ούτε είναι σε θέση να ελέγξει. Και αυτό θεωρείται, για κάποιο λόγο, χαρακτηριστικό της ελευθερίας.
Η δυνατότητα της εμπειρικής γνώσης και δοκιμασίας της χριστιανικής διδασκαλίας είναι ανοιχτή σε κάθε άνθρωπο. Αν στο πρώτο στάδιο για την πραγμάτωσή της είναι απαραίτητη η πίστη, αυτή σύντομα μετατρέπεται σε βαθύτερη πνευματική εμπειρία και γνώση, όπως συνέβη στη ζωή του Αγίου Νικολάου της Σερβίας. Στο ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου, όπου ήταν κρατούμενος, τον πλησίασε ένας νεαρός Γερμανός αξιωματικός και, βλέποντας την εξαιρετική ευφυΐα και μόρφωση του Σεβασμιώτατου Νικολάου, τον ρώτησε: «Άραγε, πιστεύετε πραγματικά στον Θεό;» «Όχι, δεν πιστεύω», απάντησε ο επίσκοπος. – «Πόσο χαίρομαι που συναντώ έναν πολιτισμένο άνθρωπο. Όταν ήμουν παιδί πίστευα, επειδή έτσι με δίδαξαν, αλλά τώρα δεν πιστεύω καθόλου». – «Με μένα ήταν διαφορετικά», εξήγησε ο Σεβασμιώτατος, «όταν ήμουν παιδί πίστευα, και τώρα δεν έχω ανάγκη να πιστεύω, γιατί γνωρίζω ότι υπάρχει Θεός. Μέσα από τη δοκιμασία η πίστη μου έγινε γνώση. Τώρα ξέρω με βεβαιότητα ότι ο Θεός υπάρχει». Για κάθε χριστιανό, αρκετά σύντομα η πίστη του μετατρέπεται σε προσωπική εμπειρία ζωής, η οποία επιβεβαιώνει το Ευαγγέλιο.
9/11/2024