Μήπως θά μπορούσατε νά παραθέσετε βιβλιογραφία καί ἱκανά ἐπιχειρήματα πατέρων τῆς Ἐκκλησίας γιά τή θέση τῆς γυναίκας στήν Ἐκκλησία, ἰδιαιτέρως γιά τό ἄν εἶναι ὠφέλιμο νά ψάλλει ἡ γυναῖκα στίς ἀκολουθίες ή ὄχι;
Τή θέση τῆς γυναίκας στήν Ἐκκλησία καθορίζει ἡ Ἁγία Γραφή, οἱ Ἅγιοι Πατέρες καί ἡ ἱερά Παράδοση. Ὁ Ἀπ. Παῦλος γράφει ὅτι στήν καινή πραγματικότητα τῆς Ἐκκλησίας, στούς βαπτισμένους χριστιανούς δέν ὑπάρχουν διακρίσεις: «Πάντες γάρ υἱοί Θεοῦ ἐστέ διά τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· ὅσοι γάρ εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε... οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδέ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καί θῆλυ· πάντες γάρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. εἰ δέ ὑμεῖς Χριστοῦ, ἄρα τοῦ Ἀβραάμ σπέρμα ἐστέ καί κατ’ ἐπαγγελίαν κληρονόμοι» (Γαλ. 3, 26-28). Ἡ προσεκτική ἀνάγνωση τοῦ ἁγιογραφικοῦ χωρίου μᾶς βοηθεῖ νά κατανοήσουμε ὅτι ὁ Παράδεισος εἶναι ἀνοικτός γιά κάθε ἄνθρωπο ὀρθοδόξως βαπτισμένο καί ζῶντα κατα Χριστόν, ἡ κληρονομία τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ προσφέρεται σέ κάθε ἄνθρωπο πού υἱοθετήθηκε διά τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος ἀπό τόν Χριστό ἀνεξαρτήτως φύλου, φυλῆς καί κοινωνικῆς θέσεως. Ὁ ἄνθρωπος ἀντιμετωπίζεται ἀπό τόν Ἀπόστολο ἀρχετυπικά, μέ τίς προδιαγραφές πού τόν ἔπλασε ὁ Θεός, ὡς πορευόμενον πρός τό «καθ’ ὁμοίωσιν» χωρίς τίς διακρίσεις πού ἔφερε ἡ ἀποστασία ἀπό τόν Θεό.
Παρά ταῦτα δέν μποροῦμε νά παραβλέψουμε τή μεταπτωτική κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου, τή θέση πού ὥρισε ὁ Θεός γιά τόν ἄνδρα καί τή γυναῖκα. Στή Γένεση ὁ Θεός λέγει στή γυναῖκα: «πρός τόν ἄνδρα σου ἡ ἀποστροφή σου καί αὐτός σου κυριεύσει» (γεν. 3,16). Ὁ Κύριος βέβαια ἀνεβάζει τή γυναῖκα στή θέση πού τῆς πρέπει. Συνομιλεῖ μέ τή Σαμαρείτιδα καί τῆς ἀποκαλύπτει τήν Ἀλήθεια, προστατεύει τή μοιχαλίδα ἀπό τό λιθοβολισμό ( Ἰω. 8, 3-11), ἐπαινεῖ τήν ἀδελφή τοῦ Λαζάρου Μαρία γιά τήν πρός Αὐτόν πίστη καί ἀγάπη, τήν μετανοοῦσα πόρνη γιά τή μετάνοια καί τήν ἀγάπη της, ἐνῷ πρῶτα στίς Μυροφόρες φάνερώνεται ἀναστημένος.
Παρά ταῦτα γιά τό εὐόλισθο τῆς γυναίκας, τόν ὑπερβολικό συναισθηματισμό της τήν ἀδυναμία της καί τή μικροψυχία της γιά τήν ὁποία ὁμιλεῖ καί ὁ ἀπόστολος Πέτρος στήν Α´ Ἐπιστολή του («οἱ ἄνδρες... ὡς ἀσθενεστέρῳ σκεύει τῷ γυναικείῳ ἀπονέμοντες τιμήν») ἄν καί ὁ Κύριος ἔχει πολλές μαθήτριες δέν παραλαμβάνει γυναῖκα στόν χορό τῶν 12 Ἀποστόλων. Δέν ἀποστέλλει γυναῖκες ὡς Ἀποστόλους γιά νά κηρύξουν στά ἔθνη. Δέν παραδίδει σ’ αὐτές τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας οὔτε τήν τέλεση τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος. Πολλές φορές ἐμφανίζονται γυναῖκες στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων καί στίς Ἐπιστολές ἀλλά πάντοτε ἐπικουρικά, ὡς βοηθοί τῶν Ἀποστόλων. Οἱ κάποιες ἅγιες γυναῖκες καί ἰσαπόστολοι ὅπως ἡ Ἁγία Θέκλα, ἡ συνέκδημος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ἡ μυροφόρος Μαρία ἡ Μαγδαληνή, ἡ Ἁγία Φωτεινή ἡ Σαμαρεῖτις, Ἁγία Νίνα τῆς Γεωργίας πού κηρύττουν ἀποτελοῦν τήν ἐξαίρεση πού ἀπαντᾶται στά ἀποστολικά καί τά πρῶτα χριστιανικά χρόνια καί ἐπιβεβαιώνουν τόν κανόνα. Ἡ διακονία αὐτῶν τῶν Ἁγίων σέ καμμιά περίπτωση δέν ἀποτελεῖ θεσμοθετημένη διακονία τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ Ἀπ. Παῦλος ὁ μή διακρίνων ἄνδρα καί γυναῖκα μέσα στήν Ἐκκλησία ὡς πρός τή δυνατότητα ἁγιασμοῦ καί θεώσεως, μέσα στά πλαίσια τοῦ γάμου θέτει τή γυναῖκα σέ ὑπακοή τοῦ συζύγου της, ἐμφανίζοντας τόν γάμο ὡς εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας (Ἐφεσ. 5, 22-24). Ἀπό τήν ἄλλη βέβαια ἀπαιτεῖ ἀπό τόν σύζυγο νά προσφέρει τήν ἀγάπη του στή γυναῖκα του (Ἐφεσ. 5, 25-33), τοῦ κάμει γνωστό ὅτι τό σῶμα του τό ἐξουσιάζει ἡ γυναῖκα του (Α´Κορ. 7,4) τόν ἐμποδίζει νά χωρίζει τή γυναῖκα του (Α´ Κορ. 7, 11), ἐνῷ ὅπως προείπαμε ὁ Ἀπ. Πέτρος ζητεῖ ἀπό τό σύζυγο νά ἀπονέμει τήν πρέπουσα τιμή στή σύζυγό του.
Ὅσον ἀφορᾶ στη θέση τῆς γυναίκας στήν σύναξη τῆς ἐκκλησίας ὁ Ἀπόστολος γράφει: «Ὡς ἐν πάσαις ταῖς ἐκκλησίαις τῶν ἁγίων, αἱ γυναῖκες ὑμῶν ἐν ταῖς ἐκκλησίαις σιγάτωσαν· οὐ γάρ ἐπιτέτραπται αὐταῖς λαλεῖν, ἀλλ’ ὑποτάσσεσθαι, καθώς καί ὁ νόμος λέγει. εἰ δέ μαθεῖν θέλουσιν, ἐν οἴκῳ τούς ἰδίους ἄνδρας ἐπερωτάτωσαν· αἰσχρόν γάρ ἐστι γυναιξίν ἐν ἐκκλησίᾳ λαλεῖν» (Α´ Κορ. 14, 34-35). Μετάφραση: «Ὅπως εἶναι ἡ τάξη καί στίς ἄλλες ἐκκλησίες, οἱ γυναῖκες σας κατα τή σύναξη τῶν πιστῶν ἄς σιωποῦν, γιατί δέν ἔχει ἐπιτραπεῖ σ’ αὐτές νά ὁμιλοῦν, ἀλλά πρέπει νά ὑποτάσσονται, καθώς λέγει καί ὁ Νόμος. Κι ἄν θέλουν νά μάθουν κάτι (τό ὁποῖο ἄκουσαν καί δέν κατάλαβαν) ἄς ρωτοῦν γι’ αὐτό στό σπίτι τούς ἄνδρες τους. Εἶναι ἀπρεπές στίς γυναῖκες νά ὁμιλοῦν στη σύναξη τῶν πιστῶν».
Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἑρμηνεύοντας τό στίχο αὐτό λέγει ὅτι «οἱ γυναῖκες πρέπει νά σιωποῦν εἰς τήν Ἐκκλησίαν καί νά μή λαλοῦν τίποτε, οὔτε νά ψάλλουν, οὔτε νά διδάσκουν».
Καί ἀλλοῦ λέγει ὁ Ἀπόστολος: «γυναικί δέ διδάσκειν οὐκ ἐπιτρέπω, οὐδέ αὐθεντεῖν ἀνδρός, ἀλλ’ ἐν ἡσυχίᾳ» (Α´Τιμ. 2, 12). Μετάφραση: «Δέν ἐπιτρέπω σέ γυναῖκα νά διδάσκει, οὔτε νά ἐξουσιάζει τόν ἄνδρα της, ἀλλά νά μένει ἥσυχη».
Ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἑρμηνεύει ὡς εξῆς τά ἀνωτέρω: «Ἐδίδαξεν ἅπαξ ἡ γυνή (δηλ. τόν Ἀδάμ στόν Παράδεισο) καί πάντα κατέστρεψε, διά τοῦτο, φησί, μή διδασκέτω. Τοσοῦτον γάρ αὐτήν σιγηράν εἶναι δεῖ, φησίν, ὡς μή μόνον περί βιωτικῶν, ἀλλά μήτε περί πνευματικῶν φθέγγεσθαι ἐν Ἐκκλησίᾳ· τοῦτο κόσμος, τοῦτο αἰδώς, τοῦτο μᾶλλον αὐτήν τῶν ἱματίων κοσμῆσαι δύναται».
Μετάφραση : Μιά φορά δίδαξε ἡ γυνή (τόν ἄνδρα μέσα στόν Παράδεισο) καί κατέστρεψε τά πάντα. Γι’ αὐτό, λέγει, νά μή διδάσκει. Καί πρέπει νά εἶναι τόσο σιωπηλή ὥστε ὄχι μόνο γιά βιωτικά, ἀλλά οὔτε γιά πνευματικά νά ὁμιλεῖ στήν Ἐκκλησία. Αὐτό (δηλαδή ἡ σιγή της) εἶναι ὁ στολισμός, αὐτό εἶναι ἡ αἰδώς της, αὐτό μπορεῖ νά κοσμήσει τή γυναῖκα πιό πολύ ἀπ’ τά (ὡραῖα) ροῦχα».
Βέβαια ὁ Ἅγιος Νικόδημος ἐξηγεῖ ὅτι αὐτή ἡ ἀπαγόρευση ἀφορᾷ μόνο στήν διδασκαλία τῶν γυναικῶν κατά τή σύναξη τῶν πιστῶν, ἐνῷ, καθώς λέγει, «κατ’ ἰδίαν ὅμως νά διδάσκει δέν ἐμποδίσθη· διότι καί ἡ Πρίσκιλλα κατήχησε τόν Ἀπολλώ (Πραξ, 18, 26)· ὁμοίως καί ἡ πιστή καί Χριστιανή γυνή τόν ἄπιστον ἄνδρα της κατηχεῖ διά τῆς διδασκαλίας» (Α´ Κορ. 7, 16).
Ὁ Μ. Ἀθανάσιος ἀπευθυνόμενος στούς ἱερεῖς λέγει: «Γυναιξί δέ παραγγέλλειν ἐν ἐκκλησίᾳ μή λαλεῖν ὅλως, ἀλλ’ ἐν πᾶσιν σιγᾶν καί εὔχεσθαι» (Μ. Αθανασίου Σύνταγμα διδασκαλίας πρός μονάζοντας καί πάντας χριστιανούς, ΒΕΠ 35, 168), δηλαδή «νά παραγγέλλεις στίς γυναῖκες νά μήν ὁμιλοῦν καθόλου στην ἐκκλησία ἀλλά νά σιγοῦν τελείως καί νά προσεύχονται».
Τέλος οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς ΣΤ´ Οἰκ. Συνόδου ὑπενθυμίζουν στούς πιστούς τά λόγια τοῦ Ἀποστόλου καί ἐπιτάσσουν: «Μή ἐξέστω ταῖς γυναιξίν ἐν τῷ καιρῷ τῆς Θείας λειτουργίας λαλεῖν, ἀλλά κατά τήν φωνήν Παύλου τοῦ Ἀποστόλου, σιγάτωσαν. Οὐ γάρ ἐπιτέτραπται αὐταῖς λαλεῖν, ἀλλ’ ὑποτάσσεσθαι, καθώς καί ὁ νόμος λέγει. Εἰ δέ τι μαθεῖν θέλουσιν, ἐν οἴκῳ τούς ἰδίους ἄνδρας ἐπερωτάτωσαν» (Κανών Ο´ (70).
Ἀπό ὅλες αὐτές τίς μαρτυρίες τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Πατέρων κατανοοῦμε ὅτι στίς γυναῖκες δέν ἐπιτρέπεται νά ὁμιλοῦν, νά διδάσκουν καί νά ψάλλουν στήν ἐκκλησία. Στό σπίτι τους μποροῦν νά ρωτοῦν τούς ἄνδρες τους, νά συζητοῦν πνευματικά ζητήματα. Μέ τόν τρόπο αὐτό καλλιεργεῖται ἡ σεμνότητα καί ἡ κοσμιότητά τους, κατά τόν ἱερό Νικόδημο. Μποροῦν ὅμως κατ’ ἰδίαν νά διδάσκουν τούς ἄλλους ὁδηγώντας τους στό Χριστό. Μποροῦν νά ψάλλουν στά σπίτια τους ἤ στά γυναικεῖα μοναστήρια. Αὐτά ἐπιτάσσει ἡ Ἁγία Γραφή, οἱ Ἅγιοι Πατέρες καί ἡ ζωντανή παράδοση τῆς Ἐκκλησίας.
Ἄν δέν τούς ἐπιτρέπεται νά διδάσκουν καί νά ψάλλουν, πολύ περισσότερο δέν μποροῦν οἱ γυναῖκες νά διεκδικοῦν ἱερωσύνη, ὅπως συνέβη στούς ἑτεροδόξους, πού κατέλυσαν μέ τίς παπαδίνες καί ἐπισκοπίνες κάθε ὑποτυπώδη τάξη πού διέθεταν, πού γκρέμισαν τήν Ἁγία Γραφή γιά ἄλλη μιά φορά. Ὑπῆρχε βέβαια στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μέχρι τόν 11ο αἰῶνα ὁ θεσμός τῶν διακονισσῶν, οἱ ὁποῖες διατηροῦσαν ἕνα βοηθητικό ρόλο διακονίας παρόμοιο μέ τοῦ νεωκόρου προσφέροντας ὑπηρεσίες εἰδικά κατά τό βάπτισμα τῶν γυναικῶν, ὁ ὁποῖος ὅμως θεσμός περιέπεσε σέ ἀχρησία. Διαβάστε σχετικά τό κείμενο τοῦ Ἀρχιμ. Σαράντου Σαράντου «Χειροτονίες διακονισσῶν» στήν ἱστοσελίδα μας, ὅπου γίνεται λόγος καί γιά τή θέση τῆς γυναίκας στήν Ἐκκλησία.
https://orthodoxdida.blogspot.com/2023/12/blog-post_85.html#more