Κυριακή 25 Αυγούστου 2024

Τὰ δεινὰ τῆς ἁμαρτίας καὶ ἡ μετάνοια – 2ον

 Τὰ δεινὰ τῆς ἁμαρτίας καὶ ἡ μετάνοια – Ἡμερολόγιον τῆς Π.Ο.Ε. 2024 – 2ον

Ἡ πραγματικὴ μετάνοια σώζει

Εἶπε ὁ Κύριος στὸν Ἰωνᾶ (Κεφ. Γ´, 2-11). «Σήκω καὶ πήγαινε στὴ Νινευή, τὴν πόλη τὴν μεγάλη, καὶ κήρυξε σ᾽αὐτὴν μετάνοια, διότι ἡ κακία της εἶναι τόσο κραυγαλέα, ὥστε ἀνέβηκε ἡ βοή της μέχρι τὸν θρόνο μου πάνω στοὺς οὐρανούς».

Καὶ ὁ Ἰωνᾶς σηκώθηκε καὶ πῆγε στὴ Νινευὴ καὶ κήρυττε, λέγοντας: «Ἀκόμη τρεῖς ἡμέρες καὶ ἡ Νινευὴ θὰ καταστραφῆ».

Καὶ οἱ ἄνδρες τῆς Νινευὴ πίστεψαν στὴν προειδοποίηση τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ·  κήρυξαν γενικὴ νηστεία καὶ φόρεσαν ὅλοι πένθιμους σάκους, ἀπὸ τὸν μεγαλύτερο μέχρι στὸν μικρότερο.

Οἱ ἄνθρωποι καὶ ὅλα τὰ ζῶα καὶ τὰ βόδια καὶ τὰ πρόβατα νὰ μὴ γευθοῦν τροφή, οὔτε νὰ βοσκήσουν, οὔτε νὰ πιοῦν νερό. Καὶ εἶδε ὁ Θεὸς τὴν ἔμπρακτη μετάνοιά τους καὶ τοὺς εἰδοποίησε μέσῳ τοῦ Προφήτου καὶ τοὺς συγχώρεσε. Ὁ Ἰωνᾶς λυπήθηκε ποὺ τοὺς συγχώρεσε καὶ πῆγε σὲ ἕνα λόφο καὶ κάθισε λυπημένος. Ἐκεῖ ἔδωσε ὁ Θεὸς ἐντολὴ καὶ φύτρωσε μιὰ κολοκυθιά, ἡ ὁποία μεγάλωσε πολὺ ἀμέσως καὶ τὸν προφύλασσε ἀπὸ τὴν ζέστη, καὶ ἀνακούφιζε τὴν στενοχώρια του. Ὁ Ἰωνᾶς χάρηκε πολύ. Ὁ Θεὸς ὅμως πρόσ­ταξε καὶ ξεράθηκε ἡ κολοκυθιά· τότε τὸν κτυποῦσαν οἱ ἀκτῖνες τοῦ ἡλίου καὶ κόντεψε  νὰ λιποθυμήση καὶ εἶπε «καλύτερα νὰ πεθάνω παρὰ νὰ ζῶ».

Καὶ εἶπε ὁ Κύριος: «Ἐσὺ λυπήθηκες γιὰ μιὰ κολοκυθιὰ γιὰ τὴν ὁποία δὲν κόπιασες νὰ τὴ φυτέψης, οὔτε τὴν πότισες ἤ τὴν καλλιέργησες, γιὰ νὰ μεγαλώση· μόνη της φύτρωσε ἕνα πρωΐ, καὶ τὴν ἴδια νύκτα, προτοῦ φανῆ καλά – καλὰ τὸ φῶς τῆς ἄλλης ἡμέρας, χάθηκε.

Ἐγὼ λοιπὸν δὲν ἔπρεπε νὰ λυπηθῶ τὴ Νινευὴ καὶ νὰ προλάβω τὴν καταστροφὴ αὐτῆς τῆς μεγάλης πόλεως, στὴν ὁποία κατοικοῦν περισσότερο ἀπὸ ἑκατὸν εἴκοσι χιλιάδες μικρὰ ἀθῶα παιδιά, τὰ ὁ­ποῖα δὲν ἔμαθαν ἀκόμη νὰ ξεχωρίζουν ποιὸ εἶναι τὸ ἀριστερό τους χέρι καὶ ποιὸ τὸ δεξί· καὶ ὑπάρχουν ἐκεῖ ἀμέτρητα ζῶα τὰ ὁποῖα δὲν ἔφταιξαν σὲ τίποτε;». Πόσο μεγάλη εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.

Ποιὸ εἶναι τὸ πραγματικὸ κακό;

«Δὲν φοβήθηκα κανένα ἀπὸ τὰ παρόντα κακά. Γιατὶ ποιὸ εἶναι τὸ πραγματικὸ κακό; Ὁ θάνατος; Δὲν  εἶναι ὁ θάνατος κάτι τὸ φοβερό, διότι πηγαίνουμε γρηγορότερα στὸ ἀκύμαντο λιμάνι τῆς Βασιλείας  τοῦ Θεοῦ. Μήπως εἶναι οἱ δημεύσεις τῆς περιουσίας; Οὔτε οἱ δημεύσεις, διότι λέγει ἡ Γραφή: «Γυμνὸς βγῆκα ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας μου, γυμνὸς καὶ θὰ φύγω» (Ἰώβ α´ 21). Μήπως εἶναι οἱ ἐξορίες; Οὔτε οἱ ἐξορίες. Μήπως εἶναι οἱ συκοφαντίες; Οὔτε οἱ συκοφαντίες. «Νὰ χαίρεσθε καὶ νὰ ἀγάλλεσθε, ὅταν σᾶς κακολογοῦν μὲ κάθε ψεύτικη κατηγορία, διότι ὁ μισθός σας θὰ εἶναι πολὺς στοὺς οὐρανούς» (Ματθ. ε´ 12, 11). Περίμενα τὸν θάνατο καὶ εἶχα τὸ νοῦ μου στὴν ἀνάσταση. Ἔβλεπα τὰ ἐπίγεια παθήματα καὶ μετροῦσα τὰ οὐράνια βραβεῖα. Πραγματικὴ προσβολὴ ἕνα μόνο εἶναι, ἡ ἁμαρτία. Προδοσία εἶναι μόνο ἡ προδοσία τῆς συν­­ειδήσεως. Μὴ προδώσης ἐσὺ τὴ συνείδησή σου, καὶ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ σὲ προδώση».

Ἅγ. Ἰωάννης Χρυσόστομος

Θὰ ἐξαλείψω τὸν ἄνθρωπο

Τόσο ἐξοργιστικὸ κακὸ γιὰ τὸν Θεὸ εἶναι ἡ ἁμαρτία ποὺ ἀναφέρεται στὴν Γένεση (στ´ 5-7): «Εἶδε λοιπὸν ὁ Θεὸς ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἐπέμεναν στὰ ἴδια καὶ χειρότερα ἁμαρτήματα καὶ ὅτι αὐξήθηκαν οἱ κακίες τῶν ἀνθρώπων ποὺ ζοῦσαν στὴ γῆ· κι ὡς καρδιογνώστης, εἶδε αὐτὸ ποὺ δὲν βλέπουν τὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων, ὅτι δηλαδὴ ὅλοι ἀνεξαιρέτως ἐκεῖνοι οἱ ἄνθρωποι στὰ βάθη τῆς ψυχῆς τους μὲ ἐμμονὴ καὶ ἐμπάθεια σκέπτονταν τὸ κακὸ κάθε μέρα καὶ σπαταλοῦσαν συνεχῶς τὴ ζωή τους στὴν ἁμαρτία.

Καὶ σκέφθηκε ὁ Θεὸς ὅτι δημιούργησε τὸν ἄνθρωπο πάνω στὴ γῆ καὶ τὸν προί­κισε μὲ τόσα θεῖα καὶ ἔξοχα χαρίσματα. Καὶ λυπήθηκε πολὺ ὁ Θεὸς γιὰ τὴν ἀποστασία τῶν ἀνθρώπων.

Καὶ εἶπε: Θὰ ἐξαλείψω τελείως ἀπὸ τὸ πρόσωπο τῆς γῆς τὸν ἄνθρωπο, ποὺ δημιούργησα· μαζὶ μ᾽αὐτὸν θὰ ἐξαφανίσω καὶ κάθε ἄλλο ζωντανὸ δημιούργημα, διότι δὲν θὰ ἔχη πλέον λόγο ὑπάρξεως, ἐφόσον δὲν θὰ ὑπάρχη ὁ ἄνθρωπος. Θὰ τὰ ἐξαφανίσω ὅλα, ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο μέχρι τὰ ζῶα, ἀπὸ τὰ ἑρπετὰ μέχρι τὰ πουλιὰ τοῦ οὐρανοῦ, διότι μετάνιωσα ποὺ τοὺς δημιούργησα» .

(Εὐτυχῶς βρέθηκε ὁ Νῶε, ἄνθρωπος τῆς ἀρετῆς).

 Φῶς καὶ ἐξομολόγηση

«Κάποτε ἦλθε κάποιος καταδικασμένος γιὰ φόνους καὶ ληστεῖες καὶ ζήτησε νὰ ἐξομολογηθῆ. Ἦλθε στὴν φυλακὴ ὁ π. Λεωνίδας, γεροντάκι, πνευματικός, εἰς τὸ ἐκκλησάκι τῆς φυλακῆς καὶ εἶπε: «Παιδί μου, σὺ λές τὶς ἁμαρτίες σου, ἐγὼ ἀκούω, ἀλλὰ ὁ Θεὸς ἀοράτως παρευρίσκεται ἐδῶ καὶ διαγράφει τὰ ἁμαρτήματα». Τρεῖς καὶ πλέον ὧρες κράτησε ἡ ἐξομολόγηση. Τέλος συνόδευσε τὸν πνευματικὸ ἕως τὴν ἐξώπορτα τῆς φυλακῆς καὶ τὶ εἴδαμε; Μέγα καὶ θαυμαστόν! Ἕνα φῶς εἶχε κυκλώσει τὸν πρὸ ὀλίγου ἐξομολογηθέντα καὶ φαινόταν λίγο ἀνυψωμένος, νὰ μὴ πατοῦσε στὴ γῆ. Δεκάδες φυλακισμένοι εἴδαμε αὐτὸ τὸ θαῦμα! Μέγα τὸ Μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως».

Γέρων Σάββας Καψαλιώτης

Ἡ ἐντροπὴ στὴν ἐξομολόγηση

«Διὰ τοῦτο, διαβάζουμε εἰς τὰ Πατερικά, ὅτι ἕνας ἐνάρετος πατὴρ εἶδε τὸν διάβολον ὀφθαλμοφανῶς νὰ πηγαίνῃ συχνὰ εἰς τὰ ἐξομολογητήρια τῶν Πνευματικῶν, διὰ νὰ δίδῃ ἐντροπὴν εἰς τοὺς ἐκεῖ ἐξομολογουμένους ἁμαρτωλούς. Ὁ Θεὸς δὲν σοῦ ἔδωκε Πνευματικὸν κανένα Ἄγγελον, ἤ κανένα Ἀρχάγγελον διὰ νὰ ἐντρα­πῆς, ἀλλὰ ἕνα ἄνθρωπον, ἕνα ὁμοιοπαθῆ ὡσὰν καὶ ἐσένα, διὰ νὰ μὴ ἐντραπῇς, καὶ σὺ διατὶ νὰ ἐντρέπεσαι;».

Ἅγιος Νικόδημος

orthodoxostypos