(Αρχιμανδρίτης Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης)
Την χαρήκαμε, αγαπητά μου παιδιά, πραγματικά την λειτουργία μας σήμερα.
Ακόμη δεν έχει φέξει και τελειώσαμε. Είναι ευκαιρία τώρα να πούμε δυο
σκέψεις, διότι πολλές φορές παραπονείσθε ότι δεν μπορείτε να χαρήτε την
λειτουργία, δεν την ευχαριστιέστε, δεν την καταλαβαίνετε, δεν μπορείτε
να προσευχηθήτε. Άλλες όμως φορές χαρούμενες μου λέτε: Σήμερα
λειτουργήθηκα πολύ καλά· την έζησα την λειτουργία.
Άραγε πότε μπορούμε να πούμε ότι την ζήσαμε και πότε το λέμε χωρίς να είναι αλήθεια; Προσευχόμεθα εις την λειτουργίαν, αλλά τι πρέπει να ζητούμε; Ή μάλλον τι μας παρέχει η θεία λειτουργία, για να το ζητήσωμε και, όταν το λάβωμε, να έχωμε την βεβαιότητα ότι εισακούσθηκε η προσευχή μας;
Αναμφιβόλως ο τελικός σκοπός της θείας λειτουργίας είναι η συμμετοχή μας
εις την θείαν ζωήν, είναι η δόσις και η αντίδοσις, να δώσωμε και να
πάρωμε. Τι να δώσωμε; Τα δώρα, «τα σα εκ των σων». Είναι δώρα του Θεού
και τα δίνομε εις αυτόν. Είναι δικά του και του τα προσφέρομε. Του
προσφέρομε άρτον και οίνον.
Γιατί άραγε; Με τας θυσίας που προσέφερον οι «παλαιοί», οι Ιουδαίοι,
προσέφερον πάντοτε και δώρα, όπως χρυσά και αργυρά σκεύη, απαρχάς,
δηλαδή τους πρώτους καρπούς της γης, ή «ζώα των εδωδίμων», από αυτά που
τρώει ο άνθρωπος.