Τῆς ἁγίας ὀσιομάρτυρος Παρασκευῆς
Παρασκευὴ 26 Ἰουλίου 2024
Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
«Σχολάσατε καὶ γνῶτε ὅτι ἐγώ εἰμι ὁ Θεός· ὑψωθήσομαι ἐν τοῖς ἔθνεσιν, ὑψωθήσομαι ἐν τῇ γῇ» (Ψαλμ. 45,11)
Πλάστηκε γιὰ ἕνα μεγάλο σκοπό. Ποιός ὁ προορισμός του πάνω στὴ γῆ; Ὁ Ὅμηρος ἔχει τὴ λέξι «θεοείκελος» (Ἰλ. Α131κ.ἀ.· Ὀδ. Γ416), ὅμοιος μὲ θεὸ δηλαδή. Ἡ Γραφὴ λέει, ὅτι καλεῖται νὰ ὁμοιάσῃ μὲ τὸ Θεό. Σὲ τί; Στὴ σκέψι, στὸ συναίσθημα, στὴ βούλησι, σὲ ὅλες του τὶς δυνατότητες. Σοφὸς εἶνε ὁ Θεός; σοφὸς νὰ γίνῃ κι ὁ ἄνθρωπος· δίκαιος ὁ Θεός; δίκαιος νὰ γίνῃ κι ὁ ἄνθρωπος· ἐλεήμων ὁ Θεός; ἐλεήμων καὶ ὁ ἄνθρωπος· σπλαχνικὸς ὁ Θεός; σπλαχνικὸς κι ὁ ἄνθρωπος. Τέλειος εἶνε ὁ Θεός; τέλειος νὰ γίνῃ κι ὁ ἄνθρωπος. «Γίνεσθε τέλειοι» εἶνε ἡ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ (Λευϊτ. 11,44· 19,2· 20,7,26. Ματθ. 5,48. Α΄ Κορ. 14,20. Κολ. 1,28· 4,12. Ἰακ. 1,4) καὶ «Γίνεσθε ἅγιοι, ὅτι ἐγὼ ἅγιός εἰμι» (Λευϊτ. 20,7,26. Α΄ Πέτρ. 1,15). Μολονότι ὅσο κι ἂν κοπιάσουμε ποτέ δὲν θὰ φτάσουμε στὴν τελειότητα τοῦ Θεοῦ γιατὶ ἡ τελειότης τοῦ Θεοῦ εἶνε ἄφθαστη, ἐν τούτοις μέσα μας ὑπάρχει μιὰ ὁρμὴ ἀκατανίκητη ποὺ ἕλκει πρὸς τὸ ὕψος, πάντα πρὸς τὰ ἄνω. Ἔχει βαθὺ νόημα αὐτὸ ποὺ λέει ὁ ἱερεὺς στὴ θεία λειτουργία ὑψώνοντας τὰ χέρια· «Ἄνω σχῶμεν τὰς καρδίας», τὴν ὥρα αὐτὴ δηλαδὴ μὴ σκεπτώμαστε τίποτα τὸ γήινο, οἱ καρδιὲς νὰ φτερουγίζουν στὸν θεῖο θρόνο.
Ἐνῷ ὅμως ὑπάρχει αὐτὴ ἡ ὁρμὴ
πρὸς τὰ ἄνω, συμβαίνει μέσα μας κάτι τραγικό, μυστηριῶδες· μιὰ ἄλλη
δύναμις, ἀντίρροπη, μᾶς σύρει πρὸς τὰ κάτω, στὰ γήϊνα, στὰ χαμερπῆ, στ᾽
ἁμαρτωλά. Ξέρετε πῶς μοιάζει ὁ ἄνθρωπος; Σὰν ἕνα ἀετό, ποὺ τὸν ἔπιασαν
καὶ τοῦ ἔδεσαν στὰ πόδια μεγάλα βαρίδια ἀπὸ μολύβι· κ᾽ ἐκεῖ ποὺ τὸ
ταλαίπωρο πουλὶ κάνει νὰ πετάξῃ, δὲν μπορεῖ, πέφτει στὸ ἔδαφος καὶ
χτυπιέται. Ἔτσι καὶ τὴν ἀνθρώπινη ψυχή, ποὺ εἶνε πλασμένη γιὰ τὸν
οὐρανό, τὴ βαρύνουν σὰν μολύβια οἱ φροντίδες καὶ μέριμνες τοῦ βίου. Ὁ
ἄνθρωπος ἀπ᾽ τὸ πρωὶ μέχρι τὸ βράδυ ἀσχολεῖται μὲ τὰ καθημερινά. Τὸ νὰ
ἐργάζεται δὲν εἶνε ἁμαρτία, ὄχι· εἶνε ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ (βλ. Γέν. 2,15. Β΄
Θεσ. 3,10). Ἀπὸ τὸ σημεῖο αὐτὸ ὅμως μέχρι τὸ νὰ πνίγεται στὶς δουλειὲς
καὶ νὰ κάνῃ τὴ δουλειὰ Θεό, ὑπάρχει μεγάλη ἀπόστασι. Τοῦ λές, Πᾶμε στὴν
ἐκκλησία· ἔχω δουλειά, σοῦ λέει. Πᾶμε νὰ ἐξομολόγησι· ἔχω δουλειά.
Διάβασε Εὐαγγέλιο· ἔχω δουλειά… Μοιάζει μὲ τοὺς σκλάβους Ἑβραίους στὴν
Αἴγυπτο, ποὺ ὁ φαραὼ δὲν τοὺς ἄφηνε στιγμὴ νὰ σηκώσουν κεφάλι ἀλλὰ τοὺς
ἀνάγκαζε νὰ δουλεύουν διαρκῶς γιὰ νὰ χτίσουν τὶς Πυραμίδες, τοὺς
τάφους τῶν φαραώ.
Σκλάβοι εἶνε σήμερα καὶ οἱ ἄνθρωποι στὶς δουλειές. Γι᾽ αὐτὸ ἡ
ἁγία μας Ἐκκλησία ὥρισε νὰ ὑπάρχῃ κάποτε καὶ ἀνάπαυλα. Ἦρθε Κυριακὴ ἢ
μιὰ μεγάλη ἑορτή; Τότε στόπ οἱ δουλειές! Νὰ σταματήσῃς· νὰ θυμηθῇς ὅτι
εἶσαι ἄνθρωπος, ὅτι ἔχεις καὶ ψυχὴ ἀθάνατη, ἕναν ἀνώτερο προορισμό.
«Σχολάσατε καὶ γνῶτε ὅτι ἐγώ εἰμι ὁ Θεός», λέει ὁ ψαλμῳδός
(Ψαλμ. 45,11)· διακόψτε τὴ βιοπάλη, θυμηθῆτε τὸν Κύριο, τὸν προορισμό
μας, τὴν πίστι μας, τὴν ἱστορία μας· μιμηθῆτε τοὺς ἁγίους μας· ὁ νοῦς
καὶ ἡ καρδιὰ στὸ Θεό. Τό ᾽χουμε ἀνάγκη. Γι᾽ αὐτὸ καθιερώθηκαν οἱ ἑορτὲς
καὶ πανηγύρεις τῆς πίστεώς μας.
* * *
Ποιό εἶνε τώρα, ἀδελφοί μου, τὸ
δυστὐχημα. Ἐνῷ ἡ ἑορτὴ ὡρίστηκε πρὸς ἁγιασμὸν τῶν ψυχῶν μας,
μεταβάλλεται σὲ κάτι ἀντίθετο. Βλέπεις δηλαδὴ νὰ τρέχουν οἱ Χριστιανοὶ
στὰ πανηγύρια ἀλλ᾽ ὄχι ὅλοι μὲ ἱερὰ συναισθήματα, εὐλάβεια καὶ
κατάνυξι· πολλοὶ διασκεδάζουν, γλεντοῦν, μεθοῦν, αἰσχρολογοῦν,
βλασφημοῦν, ὀργιάζουν κάτω ἀπ᾽ τὰ δέντρα… Καμμία σχέσι μὲ τὸ νόημα τῆς
ἑορτῆς.
Μαθαίνω μὲ μεγάλη λύπη, ὅτι στὰ πλαίσια τοπικῶν πανηγύρεων
ὀργανώνονται «ψυχαγωγικὲς» ἐκδηλώσεις καὶ ἐκεῖ τὴ νύχτα ἀσεβεῖς
«καλλιτέχνες» καὶ γύναια ἁμαρτωλὰ ξαφρίζουν πορτοφόλια τῶν ἀνοήτων. Καὶ
ἀσεβοῦν, καὶ προκαλοῦν, καὶ θησαυρίζουν· κάποιοι μάλιστα καὶ βλασφημοῦν.
Εἶνε αὐτὰ χριστιανικὲς ἑορτές;
Ἐπὶ πλέον στατιστικὲς ἀστυνομίας καὶ δικαστηρίων λένε, ὅτι τὰ
περισσότερα καὶ μεγαλύτερα ἐγκλήματα γίνονται ὄχι ἄλλες μέρες ἀλλὰ
Κυριακὲς καὶ μεγάλες ἑορτὲς καὶ πανηγύρεις. Τότε ἡ ἀστυνομία εἶνε
ἀνήσυχη καὶ καλεῖται νὰ τρέχῃ ἐδῶ κ᾽ ἐκεῖ, ἐνῷ τότε ἀκριβῶς θά ᾽πρεπε νὰ
μένῃ ἥσυχη, ἀφοῦ λογικὰ οἱ Χριστιανοὶ ἠρεμοῦν. Καὶ ὅμως τότε
συμβαίνουν ἔκτροπα καὶ ὄργια.
Ἐν τοιαύτῃ περιπτώσει τίθεται τὸ ἐρώτημα· δὲν θὰ ἦταν
προτιμότερο νὰ μὴ γίνωνται πανηγύρια, ἀλλὰ νὰ συνεχίζουν οἱ ἄνθρωποι τὶς
ἐργασίες τους, παρὰ νὰ ἁμαρτάνουν μὲ ἀφορμὴ τὴν ἑορτή; Διότι τότε,
ἀδελφοί μου, θὰ ἐφαρμοσθῇ καὶ σ᾽ ἐμᾶς ἕνας φοβερὸς λόγος. Τί λέει ὁ Θεὸς
διὰ τοῦ προφήτου Ἠσαΐου· «Τὰς ἑορτὰς ὑμῶν μισεῖ ἡ ψυχή μου» (Ἠσ.
1,14). Μισεῖ –ἀκοῦτε;–, μισεῖ ἡ ψυχή μου τὶς ἑορτές σας. Δὲν θέλω νὰ
κάνετε ἑορτὴ καὶ μὲ ἀφορμὴ τὸ πανηγύρι νὰ διαπράττετε τὰ ὄργια ποὺ
οὔτε ζῷα δὲν τὰ κάνουν. Γίνεσαι θεομπαίχτης ὅταν, ἐνῷ πηγαίνεις σὲ
τόπους ἱεροὺς ὅπου γίνονται θαύματα καὶ ἔπρεπε νὰ τρέμῃς, ἐσὺ δὲν πᾷς
ἐκεῖ νὰ προσκυνήσῃς, νὰ κλάψῃς, ν᾽ ἀφήσῃς ἕνα δάκρυ μετανοίας, ἀλλὰ
ἔχεις ἄλλα στὸ νοῦ σου. Τὸ δείχνει ἡ ὅλη στάσι καὶ συμπεριφορά σου. Ἢ
λοιπὸν θὰ ἔχουμε ἑορτὲς ὅπως τὶς θέλει ὁ Θεός, ἢ δὲν θὰ ἔχουμε.
Ἐπαναλαμβάνω· ἐὰν πρόκειται στὶς πανηγύρεις νὰ γλεντᾶμε καὶ νὰ
ἁμαρτάνουμε, χίλιες φορὲς νὰ καταργηθοῦν οἱ ἑορτὲς καὶ πανηγύρεις.
Συμπέρασμα. Καλὴ καὶ ἁγία ἡ ἑορτή, ἀλλὰ ὑπὸ μία προϋπόθεσι· νὰ συνοδεύεται ἀπὸ μία ζωὴ πίστεως καὶ πραγματικῆς μετανοίας.
* * *
Ὅσοι, ἀγαπητοί μου, συχνάζετε
στὰ ἱερὰ προσκυνήματα ὄχι ἀπὸ τυπικὴ συνήθεια οὔτε γιὰ ἀπρεπῆ
διασκέδασι, ἀλλὰ γιὰ ν᾽ ἀσπασθῆτε ἱερὰ λείψανα καὶ ἅγιες εἰκόνες, μὲ
ἁγνὴ πίστι καὶ γνήσια εὐλάβεια, δὲν ὑπάγεστε σ᾽ αὐτὰ ποὺ εἶπα ὣς ἐδῶ· ὁ
ἔλεγχος ποὺ ἀπηύθυνα δὲν εἶνε γιὰ σᾶς. Σεῖς προσευχηθῆτε καὶ ζητῆστε
νὰ ἐνισχυθῇ ἡ πίστι σας καὶ ἐπιστρέψτε στὰ σπίτια σας ἔχοντας λάβει τὴ
χάρι ποὺ χορηγεῖ ὁ Θεὸς διὰ τῶν ἁγίων του.
Θὰ σᾶς παρακαλέσω πολὺ μάλιστα, ὅσο μπορεῖτε, μὲ τὴ στάσι καὶ
μὲ τὸ παράδειγμα καὶ μὲ τὶς ἐνέργειές σας νὰ συμβάλλετε στὴν
περιφρούρησι τῶν ἱερῶν προσκυνημάτων· ὄχι μόνο ἐσεῖς μὲ τὴν εὐλάβειά σας
νὰ τιμᾶτε τὶς ἱερὲς πανηγύρεις καὶ τὰ ἅγια σκηνώματα, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴ
φροντίδα σας νὰ ἐπιβάλλετε καὶ στοὺς ἄλλους ἑορταστὰς τὸν κατάλληλο
τρόπο συμμετοχῆς στὴν ἑορτή· μὴν ἀνεχθῆτε λόγια ἀπρεπῆ, γέλια καὶ
διασκεδάσεις ἀκρατεῖς, βλασφημίες καὶ βωμολοχίες ποὺ λυποῦν τὸ Θεὸ καὶ
τοὺς ἁγίους.
Μὴν τὰ περιμένουμε ὅλα ἀπὸ ἄλλους· ἐμεῖς οἱ ἴδιοι ἔχουμε
χρέος νὰ κρατήσουμε τὰ μέρη αὐτὰ «οἴκους προσευχῆς» (πρβλ. Ἠσ.
56,7=Ματθ. 21,13), ὅπου θ᾽ ἀναπέμπεται τὸ «Κύριε, ἐλέησον», τὸ «Ὑπεραγία
Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς», τὸ «Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ, πρεσβεύσατε ὑπὲρ ἡμῶν».
Καὶ ἔχουμε, ἀδελφοί μου, μεγάλη ἀνάγκη ἀπὸ προσευχή. Δὲν εἶμαι
προφήτης οὔτε ἄξιος νὰ προβλέπω τὸ μέλλον, ἀλλὰ πιστεύω στὴ Γραφὴ καὶ
στὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας μας, καὶ λέγω· δὲν πᾶμε καθόλου καλά. Καὶ μόνο
γιὰ τὶς βλασφημίες ποὺ ἀκούγονται πρέπει νὰ κλάψω τὴν ὥρα αὐτή. Γίναμε
τὸ πιὸ βλάσφημο καὶ ἀσεβὲς ἔθνος.
Ὅταν συμβαίνουν αὐτὰ στὸν τόπο μας, πόσο πρέπει νὰ φοβηθοῦμε;
Ἐγώ, ἀδελφοί μου, φοβοῦμαι. Φοβοῦμαι μήπως κανένας σεισμὸς καταχθόνιος
σείσῃ ὅλη τὴν πατρίδα μας, καὶ τότε κάτω ἀπὸ τὰ ἐρείπια τῶν ναῶν μας,
τῶν οἰκιῶν καὶ τῶν μεγάρων μας δὲν θὰ προλάβουμε οὔτε νὰ ποῦμε
«Μνήσθητί μου, Κύριε».
Γι᾽ αὐτὸ παρακαλῶ ὅλους, μὲ τάξι, μὲ ἡσυχία καὶ μὲ εὐλάβεια νὰ
παρακολουθῆτε τὶς ἀκολουθίες, τῆς λιτανεῖες καὶ τὶς ἀγρυπνίες. Δὲν
εἶνε πρέπον στοὺς ἁγίους αὐτοὺς τόπους νὰ ἀκουστῇ οὔτε μία ἄπρεπη λέξις
ἢ αἰσχρολογία, δὲν πρέπει νὰ παρατηρηθῇ διαταραχὴ ἢ ἀπρέπεια· ἀλλὰ ὅλοι
μὲ μία ψυχὴ νὰ παρακαλέσουμε τὸ Θεὸ διὰ πρεσβειῶν τῶν ἁγίων ποὺ τιμοῦμε
νὰ ἐλεήσῃ καὶ σώσῃ ἡμᾶς.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὴν ἱ. μονὴ Ἁγ. Παρασκευῆς Μηλοχωρίου – Ἑορδαίας τὴν 25-7-1968 ἑσπέρας, μὲ νέο τώρα τίτλο. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 18-6-2024.