Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
Εἶναι πιὰ κοινὴ διαπίστωση τῶν συνειδητῶν χριστιανῶν ὅτι οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι – χριστιανοὶ καὶ αὐτοὶ- ἔχουν ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ χωρὶς ἔλεγχο συνειδήσεως περιφρονοῦν τὶς ἐντολὲς τοῦ Εὐαγγελίου. Ἡ ἁμαρτία ἔχει γίνει μόδα καὶ θεωρεῖται σπουδαῖο κατόρθωμα ἡ «ἀπελευθέρωση» ἀπὸ τὶς ἠθικὲς ἐντολές.
Ὅλες οἱ ἡλικίες ἀκολουθοῦν τὸν ἴδιο δρόμο. Τὰ παιδιὰ πρωτοστατοῦν, οἱ γονεῖς ἀκολουθοῦν καὶ οἱ παπποῦδες βαδίζουν πιὸ ἀργά. Μόνο ὅταν διαπιστωθεῖ ἐγκληματικὴ πράξη ἢ ἐπικίνδυνη παρέκκλιση, τότε ἀνησυχοῦν οἱ γονεῖς γιὰ τὰ παιδιά τους καὶ οἱ παπποῦδες γιὰ τὰ ἐγγόνια τους. Χωρὶς ὅμως νὰ ἀναγνωρίζουν δικές τους εὐθύνες ἀλλὰ τὰ ἀποδίδουν ὅλα στοὺς ἄλλους καὶ εἰδικότερα στοὺς ἀνθρώπους τῆς κοσμικῆς ἐξουσίας, μὲ τὸν ἰσχυρισμὸ ὅτι δὲν λαμβάνουν ἔγκαιρα μέτρα γιὰ τὴν ἀποφυγὴ τῶν δυσάρεστων καταστάσεων! Λησμονοῦν, δυστυχῶς, ὅτι ὅλα αὐτὰ δὲν ἀντιμετωπίζονται μὲ τοὺς νόμους, ἀλλὰ ἐξαλείφονται μὲ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ ποῦ νὰ κατανοήσουν οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ τὴν ἀξία τῶν ἠθικῶν ἀρχῶν, ὅταν βλέπουν τοὺς ἱερεῖς καὶ γυρίζουν τὸ πρόσωπό τους ἀλλοῦ;
Μέσα σ’ αὐτὴ τὴν ἀδιάφορη κοινωνία δὲν εἶναι εὔκολο νὰ δώσεις τὴ μαρτυρία τοῦ Χριστοῦ. Πῶς νὰ μιλήσεις σὲ ἀνθρώπους, πού ἡ ἁμαρτία εἶναι μία καθημερινὴ πραγματικότητα στὴ ζωή τους; Πῶς νὰ ἐπικοινωνήσεις μὲ ἀνθρώπους πού σὲ μισοῦν; Ὁ Χριστὸς μιλάει γιὰ τὸ μῖσος τῶν ἀνθρώπων πρὸς τοὺς πιστοὺς καὶ ζητάει νὰ ἔχουν ὑπομονή. «Καὶ ἔσεσθε μισούμενοι ὑπὸ πάντων διὰ τὸ ὄνομά μου· ὁ δὲ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται (Ματθ. ι΄ 22). Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος τονίζει ὅτι ἡ ὑπομονὴ εἶναι τὸ θεμέλιο κάθε ἐπιτυχίας: «Τίποτε δὲν εἶναι ἴσο μὲ τὴν ὑπομονή· αὐτὴ πρὸ πάντων εἶναι ἡ βασίλισσα τῶν ἀρετῶν, τὸ θεμέλιο τῶν κατορθωμάτων, τὸ ἀκύμαντο λιμάνι, ἡ εἰρήνη στὸν καιρὸ τοῦ πολέμου, ἡ γαλήνη στὴν τρικυμία, ἡ ἀσφάλεια στὶς μηχανορραφίες (δόλια σχέδια), ἡ δύναμη ποὺ κάνει ὅποιον τὴν πετύχει πιὸ στερεὸ καὶ ἀπὸ τὸ διαμάντι· αὐτὴ τὴν ἀρετὴ δὲν θὰ μπορέσουν νὰ τὴν βλάψουν οὔτε τὰ ὅπλα ποὺ κινοῦνται ἐναντίον της, οὔτε στρατεύματα παραταγμένα, οὔτε πολιορκητικὲς μηχανές, οὔτε τόξα, οὔτε δόρατα ποὺ ρίχνονται ἐναντίον της, οὔτε τὰ ἴδια στρατεύματα τῶν δαιμόνων, οὔτε οἱ φοβερὲς φάλαγγες τῶν ἐχθρικῶν δυνάμεων, οὔτε ὁ ἴδιος ὁ διάβολος παραταγμένος μὲ ὅλα τὰ στρατεύματα καὶ τὰ τεχνάσματά του».
Ὅσοι πιστοὶ ἔχουν μειωμένη ὑπομονὴ ἀπέναντι στὸ μῖσος τῶν ἁμαρτωλῶν, διατρέχουν πνευματικὸ κίνδυνο. Εἶναι εὔκολο νὰ συμβιβαστοῦν μὲ τὸ φρόνημά τους καὶ νὰ βρεθοῦν στὸν εὐρὺ καὶ κατηφορικὸ δρόμο τῆς ἐκκοσμίκευσης καὶ νὰ ὑποστοῦν σταδιακὴ ἄμβλυνση τοῦ ὀρθοδόξου ἠθικοῦ κριτηρίου, μὲ θλιβερὴ κατάληξη τὴν ἀπομάκρυνσή τους ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Καὶ αὐτὸ θὰ εἶναι ὀλέθριο γιὰ τὴ σωτηρία τους.