Τοῦ κ. Γεωργίου Ἰωάννου Καραλῆ, Πυρηνικοῦ Ἰατροῦ
Ἡ σημερινὴ ἐποχὴ ὁδηγεῖ τὸν κόσμο σὲ νέα πρωτόγνωρα γεγονότα. Καὶ δὲν εἶναι μόνον οἱ ἀσθένειες ποὺ μαστίζουν τὴν ἀνθρωπότητα, δὲν εἶναι οἱ ἀπειλές, οἱ ἀκοὲς πολέμων, οἱ σκληροὶ πόλεμοι μέσα καὶ στὴν ἴδια τὴν Εὐρώπη, οὔτε ἡ πεῖνα, ἡ ἐξαθλίωση, ἡ πτώχευση τῶν λαῶν. Καὶ βέβαια οὔτε μπορεῖ κανεὶς νὰ ἰσχυρισθεῖ ὅτι εἶναι μόνο ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὶς ἀξίες τοῦ χριστιανισμοῦ τοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ. Ἐκεῖνο ποὺ πραγματικὰ συγκλονίζει κυριολεκτικὰ εἶναι ἡ ἀποστασία, ἡ ἐκκοσμίκευση τῶν ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας ποὺ πορεύονται μαζὶ μὲ τὸν ἄρχοντα τοῦ κόσμου τούτου καὶ δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ δώσουν μία ἐλπίδα σωτηρίας.
Πάντα ἡ Ἐκκλησία ἦταν παροῦσα μὲ τὴν φωνή της καὶ τὴν ὀρθοπραξία σὲ κάθε ἐποχή. Μπορεῖ νὰ ὑπῆρχαν πόλεμοι, πτώχεια, ἐξαθλίωση ἀλλὰ ἡ Ἐκκλησία ἦταν παροῦσα ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων. Ὁ κάθε ἄνθρωπος μποροῦσε σὲ ὁποιαδήποτε στιγμὴ νὰ ἀκούσει τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἔτσι ὅπως μᾶς τὸν ἄφησαν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἔτσι ὅπως τὸν ἔζησαν οἱ ἅγιοι, ἀκόμη καὶ τὶς Κυριακὲς καὶ τὶς γιορτές, ὅταν οἱ πολιτικοὶ καὶ οἱ ἀναλυτὲς πήγαιναν γιὰ διακοπές, γιατί ὁ Χριστός, τὸν ὁποῖον μεταφέρει ἡ ζῶσα ὀρθόδοξος παράδοσις, ψάχνει τὸν πόνο ποὺ γεννᾶ ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ Αὐτόν, τὸν βρίσκει καὶ τὸν καταστρέφει.
Κάποτε ὅπου κινδύνευε νὰ χαθεῖ ὁ ἄνθρωπος, ἐκεῖ στὸ σύνορο μεταξὺ ζωῆς καὶ θανάτου, ἔβλεπε κανεὶς τὴν Ἐκκλησία μόνη ἀψηφώντας τὸν κίνδυνο νὰ τρέχει, γιὰ νὰ μεταφέρει τὸν Χριστὸν τὴν μόνη ἐλπίδα σωτηρίας. Ἐκκλησία καὶ ἐλπίδα σωτηρίας ἦταν ἀρρήτως συνδεδεμένες στὸν δρόμο τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου. Γιατί γιὰ τὴν Ἐκκλησία θάνατος δὲν ἦταν ἡ ἀπώλεια τῆς ἐπίγειας ζωῆς, ἀλλὰ ὁ χωρισμὸς ἀπὸ τὸν Χριστὸ ποὺ κατέχει τὴν αἰώνιον ζωή. Πάντοτε ἦταν ἔτσι. Ἀλλὰ σήμερα ἡ εὐζωία ἀξίζει πιὸ πολὺ ἀπὸ τὸν Χριστό. Σήμερα ἡ διοικοῦσα Ἐκκλησία προτιμᾶ τοὺς ἐναγκαλισμοὺς μὲ τοὺς ἰσχυροὺς τῆς γῆς καὶ δὲν ἀσχολεῖται πρωταρχικὰ μὲ τὸν πονεμένο ἄνθρωπο. Σήμερα ἡ διοικοῦσα Ἐκκλησία εἶναι τραγικῶς ἀποῦσα ἀπὸ τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν ὀρθοπραξία. Σήμερα ἡ διοικοῦσα Ἐκκλησία δὲν εἶναι ἱκανὴ νὰ μιλήσει τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, δὲν εἶναι ἱκανὴ νὰ διδάξει τὴν μοναδικὴ ἐλπίδα σωτηρίας. Σήμερα ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου μὲ συνεργὸ τὴν διοικοῦσα Ἐκκλησία ὑψώνει τὸν Χριστὸ ἐκεῖ ἐπάνω στὸν σταυρό, στὸν Γολγοθᾶ τῆς ἀπάτης καὶ τῆς κακοπιστίας τῶν νέων προσωποπαγῶν θεολογιῶν, ποὺ ἀνυψώνουν τὸ πρωτεῖο ὑπεράνω τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, ξεχνώντας ὅτι ὅποιος θέλει νὰ γίνει πρῶτος εἰς τὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν θὰ πρέπει νὰ εἶναι ἔσχατος καὶ ὑπηρέτης τῶν πιστῶν καὶ ὄχι τῶν κέντρων ἐξουσίας, τοῦ ἑκάστοτε Καίσαρος σὲ ἀνατολὴ καὶ δύση. «οἴδατε ὅτι οἱ ἄρχοντες τῶν ἐθνῶν κατακυριεύσουσιν αὐτῶν καὶ οἱ μεγάλοι κατεξουσιάσουσιν αὐτῶν, οὐχ οὕτως ἔσται ἐν ὑμῖν, ἀλλ’ ὃς ἐὰν θέλῃ ἐν ὑμῖν μέγας γενέσθαι, ἔσται ὑμῶν διάκονος καὶ ὃς ἐὰν θέλῃ ἐν ὑμῖν εἶναι πρῶτος , ἔσται ὑμῶν δοῦλος» (Ματθαῖος κ΄ 26,27,28).
Μέσα σ’ ὅλο αὐτὸ τὸ σκηνικὸ ποὺ ζοῦμε σήμερα καὶ πάλι ἡ ζωντανὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας θὰ μᾶς θυμίσει τὸ Πάσχα τῶν χριστιανῶν, τὸ πάθος τοῦ ἀναμαρτήτου, γιὰ νὰ ἑνώσει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸν Θεὸ καὶ νὰ ἐξαφανίσει κάθε ἀπελπισία καὶ φρίκη ποὺ μαστίζουν τὴν κοινωνία. Τίποτε καὶ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ κόψει τὸ νῆμα μὲ τὸν Χριστό, τίποτε καὶ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς ἀπομακρύνει ἀπὸ τὴν μοναδικὴ πηγὴ σωτηρίας. Καὶ λίγοι πιστοὶ μετρημένοι στὰ δάκτυλα ἑνὸς χεριοῦ καὶ νὰ παραμείνουν, ὅσο καὶ μικρὸ καὶ ἂν γίνει τὸ ποίμνιο ἂς εἴμεθα καὶ ἐμεῖς μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν ἀλήθεια στὸν τραχὺ δρόμο τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου. Ἂς εἴμεθα καὶ μεῖς μαζί Του περιθωριοποιημένοι ἀλλ’ οὐχὶ μόνοι, ἀδύνατοι, ἀλλ’ οὐχὶ αἱρετικοί, δεδιωγμένοι ἀλλ’ οὐχὶ ἀπελπισμένοι. Ἂς εἴμεθα καὶ ἐμεῖς μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸ στὴν ζῶσα παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἀκόμη καὶ ἂν οἱ δρόμοι γεμίσουν ἀπὸ θάνατο, ἁμαρτία καὶ ὑποταγὴ στὴν πρωτειομανῆ θεολογία τῶν ἰσχυρῶν. Ἡ πίστη στὸν Χριστὸ εἶναι σταυρός, μᾶς ὁδηγεῖ στὸν σταυρό, εἶναι ὅμως μία αἰώνια νίκη τοῦ θανάτου, γιατί ὁ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν καὶ ἐνίκησε τὸν θάνατο.
Μέσα σ’ ὅλο αὐτὸ τὸ σκηνικὸ ἂς ὑπάρξουν ἀκόμη ὀρθόδοξα χείλη, ποὺ θὰ ψάλλουν ἐκ βάθους καρδίας τὸ χαρμόσυνο μήνυμα τῆς ἀναστάσεως:
Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασιν ζωὴν χαρισάμενος