Νίκος Υφαντής
Με αφορμή τη στημένη δίκη και καταδίκη του εκλεγμένου δημάρχου της Χιμάρας, του Φρέντι Μπελέρη, θεωρούμε σκόπιμο να αναφερθούμε σύντομα στη Χιμάρα και στους γενναίους Χιμαριώτες, οι οποίοι ποτέ δεν υπέστειλαν τη σημαία της καταγωγής τους και ποτέ δεν προσκύνησαν Τούρκους και Αλβανούς. Όσες προσπάθειες και αν καταβάλλουν, ο πρωθυπουργός της Αλβανίας και οι αλβανικοί σοβινιστικοί κύκλοι, να θέσουν εκτός του Δήμου της Χιμάρας τον Μπελέρη και να αφανίσουν το ελληνικό στοιχείο, δεν θα το καταφέρουν.
Οι Χιμαριώτες και γενικά οι Έλληνες της μειονότητας έμαθαν να υπομένουν τα δεινά και να κρατούν ζωντανή την καταγωγή τους, τη μητρική τους γλώσσα και την ορθόδοξη πίστη τους.
Γεωγραφικά η Χιμάρα βρίσκεται μεταξύ Αυλώνας και Αγίων Σαράντα. Το 1518 υπήχθη στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, αφού έλαβε ικανά προνόμια. Οι Χιμαριώτες διακρίθηκαν ως «στρατιώτες» διαφόρων ευρωπαϊκών ηγεμόνων.
Μετείχαν στα ελληνικά επαναστατικά κινήματα και στο κίνημα του Ορλώφ (1769). Με τον Σπυρομήλιο μετείχαν στην Ελληνική Επανάσταση, κυρίως στη Στερεά Ελλάδα.
Η Χιμάρα αποτελούσε και αποτελεί την Ακρόπολη του Ελληνισμού. Λαός υπερήφανος οι Χιμαριώτες, πολεμικός, ευγενικός δίκαιος και ελεύθερος, ζει από αμνημονεύτων χρόνων πάνω στα τραχιά όρη των Ακροκεραυνίων και διακρίνεται για την αξιοσύνη του και την αντρεία σε δύσκολες εποχές.
Σκορπισμένα στις υπώρειες των Ακροκεραυνίων και κατά μήκος των ακτών βρίσκονται τα χωριά: Βούνος, Δρυμάδες, Πολιάσα (αρχ. Παλαίστα), Πάλιουρη, Κηπαρό, Λούκοβο, Πικέρνι, Νίβιτσα, Μπόρσι, Άγιος Βασίλειος, Λυκούρσι και η πόλη της Χιμάρας, που αποτέλεσαν τον κυματοθραύστη βαρβαρικών επιδρομών, αλλά και των Τουρκαλβανών στα νεότερα χρόνια, γεγονός που οι σύγχρονοι Αλβανοί με τίποτε δεν τους συγχωρούν.
Με την κατάκτηση της Ηπείρου από τους Τούρκους, η δημογεροντία των Χιμαραίων πέτυχε να εξασφαλίσει τα πρώτα προνόμια, τα οποία αποτέλεσαν τη βάση της Πρώτης Αυτόνομης Ελληνικής Συμπολιτείας. Με το χρόνο οι κάτοικοι της Συμπολιτείας αποτέλεσαν, μαζί με τους Σουλιώτες, τους πυρήνες από τους οποίους ξεπήδησε η Ελληνική Επανάσταση.
Το προνομιακό καθεστώς της Χιμάρας διατηρήθηκε ως την κατάλυση της Τουρκοκρατίας. Το 1908 οι Νεότουρκοι προσπάθησαν να καταργήσουν τα προνόμια της Χιμάρας, αλλά απέτυχαν. Οι Χιμαριώτες σε όλα τα επαναστατικά κινήματα ήταν παρόντες. Η επαναστατική φλόγα διατηρήθηκε μέχρι σήμερα.
Εκείνο που δεν κατόρθωσε να επιτύχει η Οθωμανική Αυτοκρατορία, το πέτυχε με δόλο ο Αλή Πασάς το 1798. Τότε, συνέβη η πιο μεγάλη καταστροφή. Οι Τουρκαλβανοί σφάζουν, αιχμαλωτίζουν, λεηλατούν, πυρπολούν. Καταστράφηκε η Νίβιτσα, το Πικέρνι, το Λυκούρσι, ο Άγιος Βασίλειος, το Μπόρσι και, λίγο αργότερα, λεηλατήθηκε και η βόρεια περιοχή της Χιμάρας. Όσοι μπόρεσαν να σωθούν βρήκαν καταφύγιο στην Κέρκυρα και στο Βασίλειο των δύο Σικελιών. Εκεί οργανώθηκαν και σχημάτισαν την Ελληνική Ορθόδοξη Παροικία. Αργότερα, η μετάβαση του Πατροκοσμά στη Χιμάρα και η διδασκαλία του επέδρασε και ψυχολογικά στους υπόδουλους, αναπτέρωσε το ηθικό τους και τις ελπίδες για απολύτρωση.
Οι Χιμαριώτες ξεκινούσαν για τον πόλεμο με την παράκληση:
«Βοήθα, Άγιε Γιώργη, και Συ, Άγιε Κοσμά,
να πάρουμε την Πόλη και την Αγιά-Σοφιά».
Κατά την κήρυξη της Αυτονομίας της Βορείου Ηπείρου (17-2-1914), υπήρχαν κάποιοι δισταγμοί στην Επιτροπή Αγώνα. Τότε, ο αρχηγός της Χιμάρας Σπυρομήλιος έκαμψε τους δισταγμούς λέγοντάς τους τα εξής: «Πρέπει να ξέρετε, αδελφοί, ότι η λογική δεν συμβαδίζει με τις επαναστάσεις. Εάν έπαιρναν έτσι τα πράγματα και οι πατέρες μας, ουδέποτε θα έπαιρναν τ’ άρματα, ούτε και το 1821 ακόμη, για να χτυπήσουν τους Τούρκους. Δεν χωρεί, αδέλφια, δισταγμός και να ζήσομεν θα μπορέσομε και να πολεμήσομεν θα κατορθώσομεν, ακόμη και στην περίπτωση και δεν έχομεν πολλά όπλα, θα έχομεν τσεκούρια, δόντια και νύια. Εγώ, πάντως, μοναχός μου με τους Χιμαραίους θα πολεμήσω και θα νικήσω».
Να σημειώσουμε ακόμη ότι, όταν η Συντακτική Συνέλευση των Βορειοηπειρωτών συνήλθε στο Δέλβινο και επικύρωσε τις συμφωνίες της Κέρκυρας, οι εκπρόσωποι της Χιμάρας δεν υπέγραψαν το Πρωτόκολλο.
Θα υπέγραφαν, όπως είπαν, μόνο την «Ένωση της Βορείου Ηπείρου με την Ελλάδα». Ακατάβλητο το ελληνικό φρόνημα και η ελληνική συνείδηση των Χιμαριωτών.
Και στα χρόνια του Εμβέρ Χότζα, όταν, φανερά πια, οι Αλβανοί επεδίωξαν να χαλαρώσουν και τελικά να διαλύσουν τους φυλετικούς δεσμούς με την Ελλάδα, με απώτερο σκοπό να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι στην Αλβανία ζουν αμιγείς αλβανικοί πληθυσμοί και τότε οι Χιμαριώτες άντεξαν τις πιέσεις και τους διωγμούς και διατήρησαν την εθνική τους ενότητα και συνοχή, καθώς και την φυλετική τους ομοιομορφία.
Και μετά την κατάρρευση του προηγούμενοι καθεστώτος και την εγκαθίδρυση της «δημοκρατίας» στην Αλβανία, οι εκφοβισμοί, οι διώξεις, η καταπατήσεις ιδιοκτησιών συνεχίζεται, μάλιστα,με πιο έντονους ρυθμούς.
Κατά τη διάρκεια εκλογών, εθνικών και δημοτικών, που διενεργούνται στην Αλβανία, παρατηρείται εθνικιστικός παροξυσμός από μέρους των εκάστοτε κυβερνήσεων. Το ίδιο, ακριβώς, συνέβη και στην περίπτωση της στημένης δίκης και καταδίκης του Φρέντι Μπελέρη.
Η νομικίστικη ετυμηγορία των διορισμένων δικαστών εις βάρος του Μπελέρη απέδειξε ότι και στη Χιμάρα ζουν αμιγείς ελληνικοί πληθυσμοί, που διεκδικούν τα κατοχυρωμένα μειονοτικά τους δικαιώματα.
Άγχος για τους Αλβανούς η Χιμάρα. Γι’ αυτό και ο αδυσώπητος πόλεμος κατά των Χιμαριωτών και η αγωνία τους να επιλέξουν δικό τους δήμαρχο. Από τότε που ιδρύθηκε το αλβανικό κράτος οι αλβανικές κυβερνήσεις αρνήθηκαν την παρουσία κατοίκων ελληνικής καταγωγής στην περιοχή της Χιμάρας και κατέβαλλαν και καταβάλλουν μέχρι σήμερα προσπάθειες να μειώσουν ή και να εξαφανίσουν τις φωνές εκείνες που μιλούν για μειονότητα, για ελληνική γλώσσα (ο Αριστοτέλης Γκούμας δολοφονήθηκε γιατί μιλούσε τη μητρική του γλώσσα, ελληνικά), για ελληνικά σχολεία.
Ξεχνούν οι Αλβανοί ότι στην περιοχή της Χιμάρας ομιλείται η Ελληνική γλώσσα και οι κάτοικοι διατηρούν τα ελληνικά, τα πατρογονικά ήθη και έθιμα και έχουν συνείδηση της ελληνικότητάς τους.
Η προσπάθεια αλβανοποίησης των Ελλήνων της περιοχής απέτυχε. Δεν κάμπτεται το φρόνημα των Χιμαριωτών. Είναι και θα παραμείνουν Έλληνες. Ακόμη και στα σκοτεινά χρόνια του Εμβέρ Χότζα και στην πρώτη αιματοβαμμένη επαναστατική περίοδο, το 1945, οι Χιμαριώτες διαμαρτυρήθηκαν, απέχοντας από τις πρώτες εκλογές, για την αφαίρεση των εθνικών τους δικαιωμάτων, όπως η κατάργηση των ελληνόφωνων σχολείων και η απαγόρευση της αναγραφής στις ταυτότητες της εθνικής τους καταγωγής.
Με όση σκληρότητα και αν φέρονται οι Αλβανοί, οι Χιμαριώτες ουδέποτε θα υποκύψουν. Γνωρίζουν να κρατούν πολύ ψηλά τη σημαία της καταγωγής τους και να συμπεριφέρονται ως Έλληνες και μόνο. Υπέμεναν, υπομένουν και θα υπομένουν οι Χιμαριώτες.
Κάποτε, από το σκοτάδι έρχεται το φως της ελπίδας.