«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»
ὑπό Γέροντος Κλεόπα Ἠλίε
Ἱερεύς: Εἶναι ἀλήθεια ὅτι κανείς ἐκτός τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι μεσίτης ἐνώπιον τοῦ Πατρός, διότι κανείς ἐκτός ἀπ' Αὐτόν δέν προσἔφερε τόν ἑαυτόν του θυσία γιά τήν σωτηρία τοῦ κόσμου. Ἑπομένως ἐκτός τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ κανείς δέν μπορεῖ νά σώση τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἁμαρτία. Ἀλλ' ὅμως τιμῶντες τούς Ἁγίους δέν τούς τοποθετοῦμε στήν θέσι τοῦ Χριστοῦ, οὔτε βέβαια δίπλα σ' Αὐτόν. "ὅταν οἱ ἅγιοι προσεύχωνται γιά ἐμᾶς, αὐτό ἀκριβῶς ζητοῦν ἀπό τόν Χριστό, νά μεσολαβήση Αὐτός γιά τήν σωτηρία μας. Αὐτοί ζητοῦν ἀπό τόν Χριστό τήν σωτηρία μας. Καί μ᾿ αὐτή τήν ἔννοια λέγομεν ὅτι μεσιτεύουν γιά ἐμᾶς, ὁ μόνος πού σώζει εἶναι ὁ Χριστός, ἐνῶ οἱ ἅγιοι ζητοῦν τήν σωτηρία μας μέ τίς προσευχές τῶν, ἀλλά δέν μᾶς τήν δίδουν οἱ ἴδιοι. Γι᾿ αὐτό ἐμεῖς δέν προσκυνοῦμε τούς ἁγίους καί ἀγγέλους, ὅπως τόν Θεό. Ή προσκύνησις πού ἀποδίδουμε σ᾿ αὐτούς εἶναι μόνο μιά τιμή καί εὐλάβεια, ἐνῶ τόν Θεό τόν προσκυνοῦμε καί τόν λατρεύουμε μέ τελεία προσκύνησι ἡ ὁποία ὀνομάζεται λατρεία. Ἐμεῖς σεβόμεθα τούς Ἁγίους τοῦ Θεοῦ διότι εἶναι φίλοι καί οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ, καθώς εἶναι γραμμένο: «Ύμείς φίλοι μού ἔστε, ἐάν ποιῆτε ὅσα ἐγώ ἐντέλλομαι ὑμῖν» (Ίωάν. 15, 14). Ἐνῶ γιά τόν Ἀβραάμ παρόμοια διαβάζουμε: «Ἐπίστευσε δέ Ἀβραάμ τῷ Θεῶ, καί ἐλογίσθη αὐτῶ εις δικαιοσύνην, καί φίλος Θεοῦ ἐκλήθη» (Έπιστ. Ἰακώβ. 2, 23). Καί ὁ μέγας ἀπόστολος Παῦλος γράφει πρός τούς Έφεσίους: «Ἄρα οὖν, οὐκέτι έστέ ξένοι καί πάροικοι, ἀλλά συμπολίται τῶν ἁγίων καί οικείοι τοῦ Θεοῦ» (Έφεσ. 2, 19). Λοιπόν, ὡς φίλους καί οικείους τοῦ Θεοῦ τιμοῦμε τούς Ἁγίους. Ἀκόμη γνωρίζουμε ὅτι οἱ ἅγιοι ἔχουν δοξασθῆ ἀπό τόν Θεό στούς οὐρανούς (Λουκ. 20, 36). Οἱ ἅγιοι θά κρίνουν τόν κόσμο (Α' Κορ. 4, Τ Ματθ. 19, 23' Έβρ. 12, 22-23). Οἱ ἅγιοι ἀκόμη εὑρισκόμενοι στήν γῆ εἶχαν τό προφητικό χάρισμα (Γ' Βασ. 14, 1-17), π.χ. ή προφητεία τοῦ Έλισσαίου κατά τοῦ Γιεζῆ (Δ' Βασ. 5, 25-27). Οἱ ἅγιοι ἀκόμη, ὄντες στήν ζωή αὐτή, προσεύχονταν στόν Θεό γιά τούς ἀνθρώπους. Ἔτσι ὁ Ἀβραάμ προσευχόταν στόν Θεό γιά τόν λαό του κλπ.
Σπουδαστής: Πῶς μποροῦν οἱ ἅγιοι καί οί ἄγγελοι νά εἶναι μεσίται στόν Θεό γιά τήν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, ἀφοῦ ἐμεῖς πρέπει νά περιμένουμε τήν σωτηρία μας μόνο ἀπό τόν Χριστό, πού εἶναι ὁ Σωτήρ καί μεσίτης τῆς σωτηρίας μας, ὅπως εἶναι γραμμένο: «Οὐκ ἔστιν έν ἄλλω οὐδενί ή σωτηρία, ούδέ γάρ ὄνομά έστιν ἕτερον ὑπό τόν οὐρανόν τό δεδομένον ἐν ἀνθρώποις έν ὧ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς» (Πράξ. 4, 12). Δέν ὑπάρχει λοιπόν ἀνάγκη νά καταφεύγουμε στούς Ἁγίους, ἐάν θέλουμε νά κληρονομήσουμε τήν σωτηρία.
Ἱερεύς: Ἀπεναντίας, αὐτό τό ἔργο τῶν ἁγίων εἶναι μεγάλης σημασίας, διότι αὐτοί ἔχουν τήν δυνατότητα τῆς πρεσβείας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ χάριν τῶν ἀνθρώπων καί τῆς σωτηρίας αὐτῶν. Αὐτό φαίνεται καθαρώτερα ἀπό τό χωρίο τῆς ἀποκαλύψεως, πού λέγει: «Καί ὅτε ἔλαβε τό βιβλίον, τά τέσσαρα ζῶα καί οί είκοσιτέσσαρες πρεσβύτεροι ἔπεσαν ἐνώπιον τοῦ ἀρνίου, ἔχοντες ἕκαστος κιθάραν καί φιάλας χρυσάς γεμούσας θυμιαμάτων, αἱ εἰσιν αἱ προσευχαί τῶν ἁγίων» (ἀποκ. 5, 8).
Καί οἱ ἅγιοι προσεύχονται γιά τούς ἀνθρώπους ὄχι μόνο στόν οὐρανό μετά τήν κοίμησί των, ἀλλά καί ὅταν ἦταν στόν κόσμο αὐτόν, ὅπως ἐδείξαμε ἀνωτέρω ὅτι προσευχόταν ὁ Ἀβραάμ γιά τόν Άβιμέλεχ, ὁ Μωϋσῆς γιά τόν λαό του, καθώς καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν ἔγραφε: «Εὐχαριστοῦμεν τῷ Θεῶ πάντοτε περί πάντων ὑμῶν μνείαν ὑμῶν ποιούμενοι ἐπί τῶν προσευχῶν ἡμῶν, ἀδιαλείπτως μνημονεύοντες ὑμῶν τοῦ ἔργου τῆς πίστεως...ἔμπροσθεν τοῦ Θεοῦ καί Πατρός ἡμῶν» (Α' Θεσ. 1, 2-3). Καί πάλι: «Εις ὅ καί προσευχόμεθα πάντοτε περί ὑμῶν, ἵνα ὑμᾶς ἀξιώση τῆς κλήσεως ὁ Θεός ἡμῶν...» (Β' Θεσ. 1, 11). Καί ἄλλου: «Ού παύομαι εὐχαριστῶν περί ὑμῶν μνείαν ὑμῶν ποιούμενος έπι τῶν προσευχῶν μου, ἵνα ὁ Θεός... δώτο ὑμῖν Πνεῦμα σοφίας...» (Έφεσ. 1, 16-17). Καί πάλι: «Τοῦτο δέ καί εὐχόμεθα τήν ὑμῶν κατάρτισιν» (Β' Κορ. 13, 9). Καί στόν Τιμόθεο γράφει: «Χάριν ἔχω τω Θεῶ ὧ λατρεύω ἀπό προγόνων έν καθαρά συνειδήσει, ὡς ἀδιάλειπτον ἔχω τήν περί σοῦ μνείαν έν ταις δεήσεσί μου νυκτός καί ἡμέρας» (Β' Τιμ. 1, 3).
Παράλληλα στήν Παλαιά Διαθήκη εἶναι γραμμένο: «Ίώβ δέ ὁ θεράπων μου εὔξεται περί ὑμῶν, ὅτι εί μή πρόσωπον αὐτοῦ λήψομαι' εί μή γάρ δι5 αὐτόν, άπώλεσα αν ὑμᾶς' ού γάρ έλαλήσατε αληθές κατά τοῦ θερἀποντος μου Ίώβ» (Ίώβ 42, 8) ή «Αὐτός έστιν ὁ αγαπητός μοι Ἀδελφός, ὁ προφήτης τοῦ Θεοῦ Ἱερεμίας, ὁστις πολύ προσεύχεται διά τόν λαόν καί τήν ἁγίαν πόλιν». ὁ Δανιήλ έν ὁράματι προσεύχεται τῶ Θεῶ (Δαν. 10, 11-21). ἰδού λοιπόν, άπ' αὐτά ἐδῶ φαίνεται καθαρά ὅτι οἱ ἅγιοι ἔχουν τήν δυνατότητα νά μεσολαβοῦν στόν Θεό γιά τήν σωτηρία μας, ὅπως φανερώνει τό γεγονός ὅτι, τόσο στήν ζωή αὐτή οσο καί μετά τήν κοίμησί τῶν, προσεύχονται στόν οὐρανό γιά τήν ψυχική μας ὠφέλεια. ἐπίσης ὁ Θεός ἀποστέλλει τούς ἀγγέλους Του πρός βοήθεια αὐτῶν πού προσεύχονται σ' Αὐτόν (Γέν. 24, 7). ὁ Θεός ἀποστέλλει τόν ἄγγελο του στόν Δανιήλ καί τόν λυτρώνει ἀπό τά στόματα τῶν λεόντων (Δαν. 6,22). Καί ὁ μεγάλος ἀπόστολος Παῦλος λέγει, ὅτι οἱ ἄγγελοι εἶναι ὑπηρέται τοῦ Θεοῦ, τούς ὁποίους ἀποστέλλει γιά νά βοηθήσουν αὐτούς πού θά κληρονομήσουν τήν σωτηρίαν (Έβρ. 1, 14). "ὅποιος δέχεται τούς ἁγίους δέχεται τόν Χριστό (Ματθ. 10, 40-41). Λοιπόν, ἀπό τίς ἀνωτέρω γραφικές μαρτυρίες γίνεται γνωστό ὅτι οἱ ἅγιοι καί οί ἄγγελοι μποροῦν νά μεσιτεύσουν στόν Θεό γιά ἐμᾶς μέ τίς προσευχές τῶν, διότι εἶναι φίλοι, αγαπητοί καί οικείοι τοῦ Θεοῦ.
Σπουδαστής: "Ακουσα μερικούς νά λέγουν ὅτι ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι, μέ τήν προσκύνησι καί εὐλάβεια πού περιβάλλουμε τούς Ἁγίους καί τούς ἀγγέλους, ἐπισκιάζουμε τήν δόξα καί τιμή πού άνήκει μόνο στόν Θεό. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐλέγχει καί τιμωρεῖ μέ σκληρότητα τούς Κολοσσαεῖς πού ἔκαναν αὐτά, ἀφήνοντας τήν προσκύνησι τοῦ Θεοῦ καί προσκυνώντας τούς ἀγγέλους. Ἰδού τί γράφει: «Μηδείς ὑμᾶς καταβραβευέτω θέλων έν ταπεινοφροσύνη καί θρησκεία τῶν ἀγγέλων... καί ού κρατῶν τήν κεφαλήν (Χριστόν), ἐξ οὗ πᾶν τό σῶμα διά τῶν άφῶν καί συνδέσμων έπιχορηγούμενον καί συμβιβαζόμενον αὔξει τήν αὔξησιν τοῦ Θεοῦ» (Κολ. 2, 18-19),
Ἱερεύς: Καμμιά ἐπισκίασις ἤ σμίκρυνσις δέν γίνεται στήν δόξα τοῦ Θεοῦ μέ τόν σεβασμό καί τήν προσκύνησι τῶν ἀγγέλων Αὐτοῦ. Πρῶτα – πρῶτα διότι ἄλλη εἶναι ἡ προσκύνησις (λατρευτική), πού προσφέρουμε ἐμεῖς στόν Θεό καί ἄλλη εἶναι ἡ προσκύνησις (τιμητική) πού προσφέρουμε στούς ἀγγέλους καί ἁγίους τοῦ Θεοῦ. Τό ἴδιο τό Ἅγιο Πνεῦμα μᾶς προτρέπει νά δοξάζουμε τόν Θεό μέ τούς Ἁγίους Του, λέγοντας «Αἰνεῖτε τον Θεόν ἐν τοῖς ἁγίοις Αὐτοῦ» (Ψαλμ. 150, 1).
"Ὅταν ἐμεῖς ζητᾶμε τήν βοήθεια καί μεσιτεία τῶν ἀγγέλων καί τῶν ἁγίων στήν προσευχή μας, τόν Θεό πάλι δοξάζουμε, διότι καί οἱ ἅγιοι μέ τήν σειρά τῶν μεταφέρουν τίς αἰτήσεις καί δεήσεις μας μαζί μέ τίς δικές των προσευχές, στόν Θεό (Πράξ. 9, 32-42" 20,36" 28, 3-9 καί 'Αποκ. 5, 8).
Ὁ ἴδιος ὁ Θεός ἐδόξασε τούς ἁγίους του (Ρωμ. 2, 10) καί τούς ἐνέδυσε μέ τήν δόξα του: «Καί ἐγώ τήν δόξαν ἥν δέδωκάς μου δέδωκα αὐτοῖς, ἵνα ὧσιν ἕν καθώς καί ἡμεῖς ἕν ἐσμεν» (Ίωάν. 17, 22) καί τούς εἶπε: «ὁ δεχόμενος ὑμᾶς ἐμέ δέχεται, καί ὁ ἐμέ δεχόμενος δέχεται τόν ἀποστείλαντά με. Ὁ δεχόμενος προφήτην εις ὄνομα προφήτου, μισθόν προφήτου λήψεται, καί ὁ δεχόμενος δίκαιον εις ὄνομα δικαίου μισθόν δικαίου λήψεται» (Ματθ. 10, 40- 41). Αὐτές οί μαρτυρίες ἀποδεικνύουν μέχρι πού φθάνει ή πλάνη αὐτῶν πού ἀρνοῦνται τήν τιμή πρός τούς Ἁγίους καί ἀγγέλους, οἱ ὁποῖοι εἶναι αγαπητοί δοῦλοι τοῦ Θεοῦ, καί δέν αντιλαμβάνονται ὅτι στήν πρᾶξι ἀρνοῦνται τόν ἴδιο τόν Θεό καί Δημιουργό τῶν πάντων.
Σπουδαστής: Ἀλλά γιατί οἱ ἅγιοι, ἐάν πράγματι μποροῦν, δέν ἱκετεύουν τόν Θεό γιά τήν σωτηρία μας; ὁ Ἀβραάμ, ἐπί παραδείγματι, δέν ἤθελε νά ἱκετεύση τόν Θεό γιά τόν ἄσπλαχνο πλούσιο, μήπως ἐπειδή δέν τόν ειχε παρακαλέσει επίμονα;
Ἱερεύς: Ὁ Ἀβραάμ δέν μεσίτευσε, διότι ὁ πλούσιος στήν περίοδο τῆς ζωῆς του δέν ἐζήτησε τήν βοήθεια τῶν ἁγίων καί οὐδέποτε ἀνύψωσε τόν νοῦ του πρός τόν Θεό. Στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων (Κεφ. 10, 25-26) Ὁ ἀπόστολος Πέτρος ἀπέρριψε τήν προσκύνησι πού τοῦ ἔκανε ὁ Κορνήλιος γιά τόν λόγο, ὅτι αὐτός εἶναι ἄνθρωπος. ὁ ρωμαίος ἑκατόνταρχος εἶχε ἐξοικειωθῆ μέ τήν ἔννοια τοῦ Θεοῦ διότι εἶχε ἀπομακρυνθῆ ἀπό τά εἴδωλα. Συνεπῶς τόν Πέτρο, σάν ἀπεσταλμένο του Θεοῦ, ἦταν πολύ φυσικό νά τόν πιστεύση σάν Θεό ἤ σάν ἕνα βέβαια ἀνώτερο ἄνθρωπο ἀπό τούς ἄλλους ἤ σάν ἡμίθεο, στόν ὁποῖον τοῦ ἄξιζε ὄχι σεβασμός ἀλλά λατρεία, ὅπως στούς Θεούς, γι' αὐτό ὁ Πέτρος ἀρνήθηκε τήν προσκύνησι πού ἤθελε νά τοῦ κάνη.
Στό χωρίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων (κεφ. 14, 3-15) ὁ Παῦλος καί ὁ Βαρνάβας ἀπέκρουσαν τήν προσκύνησι πού τούς προσέφεραν γιά τόν ἴδιο σκοπό ὅπως καί παραπάνω, ἐπειδή τούς ἐθεώρησαν Θεούς καί ἑτοιμάζοντο νά τούς λατρεύσουν. Ἀπό τά συμφραζόμενα βλέπουμε, ὅτι οἱ κάτοικοι τῆς πόλεως τῶν Λύστρων, κατάπληκτοι ἀπό τό θαῦμα θεραπείας τοῦ ἐκ γενετῆς χωλοῦ ἀπό τόν Παῦλο μέ μιά φωνή ἔκραξαν: «Οἱ θεοί ὁμοιωθέντες ἀνθρώποις κατέβησαν πρός ἡμᾶς» καί ἔλεγαν γιά τόν Βαρνάβα ὅτι εἶναι ὁ Δίας, γιά δέ τόν Παῦλο ὅτι εἶναι ὁ Ἑρμῆς, ἐπειδή αὐτός ἦταν ὁ «Ἡγούμενος τοῦ λόγου» (Πράξ. 14, 8-12). "Ετσι εἶναι εὔκολονόητη ἡ ἄρνησις τῶν Ἀποστόλων νά τούς λατρεύσουν σάν Θεούς, ἀφοῦ αὐτοί ἐκήρυτταν ἐναντίον τῶν ψευδῶν θεῶν καί τούς ὡδηγοῦσαν στήν λατρεία τοῦ Ἑνός καί μοναδικοῦ Θεοῦ. «Καί ταῦτα λέγοντες μόλις κατέπαυσαν τούς ὄχλους τοῦ μή θύειν αὐτοί ς» (Πράξ. 14, 8).
Σ' ἄλλο χωρίο (Ἀποκ. 19, 10) ὁ ἄγγελος πού ἐξηγεῖ τά ἀποκαλυπτικά ὄνειρα ἀπέρριψε τήν προσκύνησι πού τοῦ προσέφερε ὁ ἀπόστολος καί Εὐαγγελιστής Ἰωάννης, αἰτιολογώντας ὡς ἑξῆς: «Εἶμαι συλλειτουργός μέ ἐσένα...», δηλαδή εἶμαι ὅμοιος μέ ἐσένα, σάν ἕνας ὑπηρέτης τοῦ Θεοῦ, ὅπως είσαι καί ἐσύ, ὁπότε εἴμεθα σέ ισότιμη σχέσι καί δέν πρέπει νά δέχωμαι ἀπό ἐσένα προσκύνησι προπάντων διότι είσαι καί ἐσύ ἐδῶ, ὄχι μέ τό σῶμα ἀλλά μέ τό Πνεῦμα (ἀποκ. 1, 10), δηλαδή σέ ἀγγελική κατάστασι, ἐπί πλέον εἶσαι καί ἐσύ σάν καί ἐμένα, μέ τό «Πνεῦμα τῆς προφητείας» πού αποβλέπεις νά μαρτυρήσης περί τοῦ Ἰησοῦ. Σάν δεύτερη αἰτία ἀποκροῦσεως ἐκφράζεται μέ τίς λέξεις «Τῶ Θεῶ προσκύνησον». Ὁ Θεός ἦταν παρών καί ὁ αποκαλυφθείς ἄγγελος θά Τόν προσέβαλλε ἐάν δεχόταν τήν προσκύνησι γιά τόν ἑαυτό του ἀπό τόν Ἰωάννη. Τό ἴδιο ἀκριβῶς καί μεταξύ τῶν ἀνθρώπων εἶναι προσβολή νά τιμήσης περισσότερο ἕνα ύψήλά ιστάμενο πολιτικό πρόσωπο, μπροστά στόν ἴδιο τόν κυβερνήτη τῆς χώρας. Πάντοτε ὅλη ή φιλοφροσύνη καί τιμή ἀπευθύνεται σ' αὐτόν πού εἶναι ἀνώτερος άπ' ὅλους καί, ὅταν μάλιστα εἶναι παρών. Ἀλλά αὐτό δέν σημαίνει ὅτι οἱ ιστάμενοι κοντά του δέν εἶναι ἄνθρωποι ἄξιοι τῆς τιμῆς.
Στό παρακάτω χωρίο (ἀποκ. 22, 8-9) ὁ ἄγγελος ἐκφράζει ἐπίσης, ἀκόμη πιό καθαρά, παρά στό προηγούμενο κείμενο, τήν ἰσότητά του μέ τόν ἀπόστολο Ἰωάννη καί τήν ἀσέβεια πού θά ἔκανε, ἐάν δεχόταν τήν προσκύνησι.
"Ετσι, σ' ὅλα τά ἀνωτέρω χωρία πού τά επικαλοῦνται μερικοί γιά νά δικαιολογήσουν ἐσφαλμένες διδασκαλίες τῶν, τήν ἄρνησι ἀπονομῆς προσκυνήσεως στούς ἁγίους καί ἀγγέλους τήν ἐξηγοῦν μέ τόν ίδικόν τους τρόπο: Οἱ Ἀπόστολοι Πέτρος, Παῦλος καί Βαρνάβας, ἀρνήθηκαν νά τούς λατρεύσουν οἱ ἄνθρωποι σάν Θεούς, διότι, ὡς ἄνθρωποι ἅγιοι πού ἦταν, μόνο τιμητική προσκύνησι καί σεβασμό μποροῦσαν νά δεχθοῦν άπ' ἄλλους ἀνθρώπους. Καί ὁ ἐμφανισθείς ἄγγελος άπέρριψε τήν προσκύνησι τοῦ Ἰωάννου, λόγω τῆς ίσότητος πού εἶχε μ᾿ αὐτόν, διότι καί αὐτός, ὁ Ἰωάννης, ἦταν ὑπηρέτης τοῦ Θεοῦ. "Οσον ἀφορᾶ τήν τιμή καί τόν σεβασμό πού ἀποδίδουν οἱ ἄνθρωποι στούς ἁγίους καί ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ καί αὐτοί τήν δέχονται, μπορεῖ νά φανή ἀπό πολλά χωρία τῆς Θείας Γραφῆς.
Σάν πρῶτο παράδειγμα ἀναφέρουμε τό ἑξῆς: ὁ τρίτος πεντηκόνταρχος άπεστάλη ἀπό τόν βασιλέα Ὀχοζία μέ πενήντα ἀνθρώπους του νά γονατίση ἐνώπιον τοῦ 'Ηλιοῦ, νά τόν παρακαλέση. ἀφοῦ ἔγιναν αὐτά, ἐμίλησε πρός αὐτόν καί τοῦ εἶπε: «"Ανθρωπε τοῦ Θεοῦ, παρακάλεσε μέ εὔσπλαχνο βλέμμα γιά τήν ψυχή μου καί τίς ψυχές αὐτῶν τῶν πενήντα δούλων σου, πού εἶναι μπροστά σου» (4ον βιβλίο Βασιλ. 1, 13). Καί πάλι: «...οί ἀπόγονοι τῶν προφητῶν τῆς "Ἱεριχους... ἦλθαν ἐνώπιον τοῦ Έλισσαίου καί τόν ἐπροσκύνησαν μέχρι τοῦ ἐδάφους» (4ον Βασιλ. 2, 15). Καί ἄλλου: «Τότε ὁ βασιλεύς Ναβουχοδονόσορ ἔπεσε ἐνώπιον τοῦ Δανιήλ καί τόν έπροσκύνησε» (Δαν. 2, 46). Καί πάλι βλέπουμε ὅτι ὁ Βαλαάμ κλίνοντας τό πρόσωπο του έπροσκύνησε τόν ἄγγελο τοῦ Κυρίου (Ἀριθμ. 22, 31). Οί ἄγγελοι δέχθηκαν τήν προσκύνησι ἀπό τόν Λώτ (Γέν. 19, 1). Ὁ ἄγγελος Κυρίου δέχθηκε τήν προσκύνησι τοῦ Μανωέ καί τῆς γυναίκας του, οἱ ὁποῖοι έπροσκύνησαν μέχρι τοῦ έδάφους, ἐνῶ ὁ ἄγγελος τοῦ Κυρίου υψώθηκε ἐπάνω ἀπό τήν φλόγα τοῦ θυσιαστηρίου (Κριτ. 13, 18-21). "Αγγελος Κυρίου δέχθηκε τήν προσκύνησι ἀπό τόν Δαβίδ καί ἀπό τούς πρεσβυτέρους τοῦ λαοῦ (Α' Πα- ραλ. 21, 16-18). "Αγγελος Κυρίου δέχθηκε ἐπίσης τήν προσκύνησι ἀπό τόν προφήτη Δανιήλ (Δαν. 10, 9-15).
Ἰδού, σ' ὅλα αὐτά μέχρι ἐδῶ σοῦ ἀπήντησα, σ' ὅσα εἶχες δυσκολία νά πιστεύσης, ὅτι οἱ ἅγιοι καί οί ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ δέν δέχονται προσκύνησι (λατρευτική) ἀπό τούς ἀνθρώπους. Διάβασε μέ προσοχή τά ενδεδειγμένα χωρία τῆς "Ἁγίας Γραφῆς καί θά καταλάβης σαφέστερα ὅτι, τόσο οἱ ἅγιοι τοῦ Θεοῦ ὅσο καί οί ἄγγελοι Του, λαμβάνουν τιμή ἀπό τούς ἀνθρώπους, χωρίς αὐτή ἡ τιμή των νά προκαλῆ καμμιά ὀργή στόν Θεό. Διότι πῶς μπορεῖ νά ἀγανακτήση ὁ Θεός, ὅταν βλέπη τούς άγαπητούς φίλους καί οικείους Του νά δοξάζονται στό "Ονομά Του, ὅταν Αὐτός ὁ Ἴδιος έδόξασε αὐτούς (Ρωμ. 2, 10) καί τούς ἐπροίκισε μέ θαυματουργική δύναμι καί μέ ἔκτακτα χαρίσματα;
Σπουδαστής: Ποιά εἶναι αὐτά τά χαρίσματα καί οἱ ἔκτακτες δυνάμεις μέ τίς ὁποῖες ὁ Θεός ἐτίμησε τούς Ἁγίους Του;
Ἱερεύς: Κατ' ἀρχήν τούς ἔδωσε τήν δύναμι νά κάνουν θαύματα, καθώς εἶναι γραμμένο: «Θαυμαστός ὁ Θεός έν τοις άγίοις Αὐτού, ὁ Θεός τοῦ Ἰσραήλ» (Ψαλμ. 67, 36) καί πάλι: «Τοις άγίοις τοις έν τη γή αὐτού, έθαυμάστωσεν ὁ Κύριος, πάντα τά θελήματα αὐτού έν αὐτοῖς» (Ψαλμ. 15, 3).
"Αραγε μέ τό χέρι τοῦ προφήτου Μωϋσέως δέν έκτύ πησε ὁ Θεός τήν Αἴγυπτο ('Έξοδ. 10, 12), μετέτρεψε τό νερό σέ αἷμα (7, 20-21), ἔφερε βατράχια (8, 6), σκνίπες (8, 12), πανούκλα στά ζῶα (9, 3), καυστικές φουσκάλες, χαλάζι καί φωτιά (κεφ. 9, 9, 18, 23), ακρίδες (10, 4-6), σκοτάδι (10, 21), θάνατο στά πρωτότοκα βρέφη (12, 29-30), ἐπέρασε τούς Εβραίους ἀπό τήν Ερυθρά θάλασσα (14, 16), κατέστρεψε τόν Φαραώ καί τόν στρατό του (14, 27), κατόπιν ἔφερε τήν ήττα τοῦ 'Αμαλήκ ('Έξοδ. 17), τήν γλύκανσι τοῦ νερού τῆς Μερράς ('Έξοδ. 15), τήν έκβλυσι νερού ἀπό τήν πέτρα στό Χωρήβ ('Έξοδ. 17, 6), τήν καταβρόχθισι τοῦ Κορέ καί Δαθάν ὑπό τῆς γῆς ('Ἀριθμ. 16, 28, 31), τήν θεραπεία ἀπό τό χάλκινο φίδι ('Ἀριθμ. 21), τήν άνάβλυσι νεροῦ ἀπό τήν πέτρα στήν Κἅδη ('Ἀριθμ. 20);
Κατόπιν μέ τόν Ἰησοῦ τοῦ Ναυή συνέβησαν τά ἑξῆς θαυμαστά γεγονότα: Ή ἀνακοπή τῶν ύδάτων τοῦ Ίορδάνου (Ίησοῦς τοῦ Ναυή 3, 11-17), ή πτῶσις τῶν τειχών τῆς Ίεριχοῦς (Ίησ. 6, 6-20). Μέ τόν Γεδεών: ὁ άφανισμός τῶν κατοίκων τῆς Μαδιάμ, μέ τόν Σαμψών: ὁ σπαραγμός τοῦ λέοντος καί τό γκρέμισμα τοῦ ναού τοῦ Θεοῦ Λαγών (Κριτ. 14 καί 16, 28-31), μέ τόν Σαμουήλ: Οί άστραπές καί βροντές κατά τό θέρος στόν θερισμό (Α' Βασ.12, 16-18), μέ τόν Προφήτη Ἠλία: Ή μεγάλη δίψα (Γ' Βασ. 17, 1), τό άλεύρι καί τό λάδι τῆς χήρας (Γ' Βασ. 18, 14), ἡ ἀνάστασις τοῦ γυιοῦ τῆς χήρας ἀπό τά Σάρεπτα τῆς Σιδώνος (Γ' Βασ. 17, 17-23), τό οὐράνιο πῦρ στό θυσιαστήριο (Γ' Βασ. 18, 36-38), ή διάνοιξις τοῦ οὐρανοΰ καί ἡ μεγάλη βροχή (Γ' Βασ. 18, 41-42). ἀκόμη βλέπουμε, τήν τιμωρία του Ὀχοζίου μέ θάνατο (Δ' Βασ. 1, 16), τόν διαχωρισμό τῶν ύδάτων τοῦ Ίορδάνου μέ τήν μηλωτἡ τοῦ Ήλιοῦ. Μέ τόν Έλισσαίο ἔχουμε: Τόν χωρισμό τῶν ὑδάτων τοῦ Ίορδάνου (Δ' Βασ. 2, 14), τόν ἐξαγνισμό τῶν υδάτων τῆς Ίεριχοϋς (Δ' Βασ. 2, 19-22), τόν φόνο τῶν παιδιῶν τῆς Βαιθήλ ἀπό δύο άρκούδες (Δ' Βασ. 2, 23), τήν ἀνάστασι τοῦ γυιοῦ τῆς Σωμανίτιδος (Δ' Βασ. 4, 32-35), τήν θεραπεία τοῦ Νεεμάν (Δ' Βασ. 5, 10), τήν τιμωρία τοῦ Γιεζῆ μέ τήν λέπρα (Δ' Βασ. 5, 20-27), τήν ἀνάστασι ενός άνθρώπου μέ τά ὀστᾶ τοῦ Έλισσαίου (Δ' Βασ. 13, 21) καί μέ τόν Ἡσαΐα: τήν θεραπεία τοῦ Έζεκίου (Δ' Βασ. 22, 1-7).
Οί δώδεκα ἅγιοι Ἀπόστολοι ἀναφέρεται ὅτι ἐπιτελοῦσαν διάφορες θεραπεῖες: (Ματθ. 10, 1" Μάρκ. 3, 14-15 καί 6, 7-13. Λουκ. 9, 1-6). Οί έβδομήκοντα μαθηταί ἐπετέλεσαν διάφορα θαύματα (Λουκ. 10, 9, 17). Ἐπίσης ἀναφέρονται καί ἄλλα ἀναρίθμητα θαύματα τῶν Ἀποστόλων (Μάρκ. 16, 20' Πράξ. 2, 43 καί 5, 12-16), ὅπως ή θεραπεία τοῦ χωλο (Πράξ. 3, 2-8), ὁ θάνατος τοῦ Ἀνανίου καί τῆς Σαπφείρας (Πράξ. 5, 1-10), οί θεραπεῖες ἀσθενῶν (Πράξ. 15, 16), ή θεραπεία τοῦ παραλύτου Αίνέου (Πράξ. 9, 34), ἡ ἀνάστασι τῆς Ταβιθά (Πράξ. 9, 36-41), ἡ ἀνάβλεψι τοῦ Σαύλου - Παύλου (Πράξ. 9, 17-18), ή τιμωρία τοῦ μάγου Έλύμα (Πράξ. 13, 11), ἡ ἀνάστασι τοῦ μικροῦ Εύτύχου (Πράξ. 20, 9-12), ή θεραπεία τοῦ πατρός τοῦ Πο πλίου (Πράξ. 28, 8) καί ἄλλα ἄπειρα θαύματα καί σημεῖα τά ὁποῖα δέν ὑπάρχει ἐδῶ χῶρος νά τά μνημονεύσουμε ὅλα.
Ἰδού, ἀδελφέ, μέ τί δυνάμεις καί χαρίσματα ἐστόλισε ὁ Θεός τούς ἁγίους Του, τόσο στήν Παλαιά ὅσο καί στήν Καινή Διαθήκη! Γι' αὐτό τώρα στήν λήξι τοῦ κεφαλαίου περί τῶν θαυμάτων τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ επαναλαμβάνω αὐτά πού λέγει τό "Αγιο Πνεῦμα: «Θαυμαστός ὁ Θεός έν τοις άγίοις Αὐτοῦ, ὁ Θεός τοῦ Ἰσραήλ» (Ψαλμ. 67, 36).
Καί ἐάν τιμοῦμε καί τούς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἀκριβῶς καί τούς Ἁγίους, πρέπει νά ὁμολογήσουμε ὅτι πολλά καί παράδοξα θαύματα ἔκανε ὁ Θεός στόν κόσμο, διά μέσου τῶν ἁγίων ἀγγέλων Του, ὅπως παραδείγματος χάριν: ὁ ἄγγελος Κυρίου καθωδηγοῦσε τούς Ίσραηλίτας ἀπό τήν Αἴγυπτο (Έξοδ. 14, 19' 23, 20' 32, 34' 33, 2" Ἀριθμ. 20, 16). Ή καταστροφή τῶν Σοδόμων καί Γομόρ- ρων ἔγινε ἐπίσης ἀπό ἀγγέλους (Γέν. 19, 13), ή επιδημία στήν Ἱερουσαλήμ (Β' Βασ. 24, 15-17 καί Α' Παραλ. 21, 14-16), ή καταστροφἡ τοῦ στρατοῦ τῶν 'Ασσυρίων (Δ' Βασ. 19, 35* Β' Παραλ. 22, 21' Ίησ. 37, 36), ή διά θανάτου τιμωρία τοῦ Ήρώδου (Πράξ. 12, 23), ή ἀναγγελία τοῦ άγγέλου γιά τήν γέννησι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ (Ματθ. 1, 20- 21) καί τήν γέννησι τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ (Λουκ. 1, 31), ἡ ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ (Ματθ. 28, 5-7), ή 'Ανάληψις καί ἡ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου (Πράξ. 1, 10). ἐπίσης ἄγγελοι ὑπηρετοῦν τόν Ἰησοῦ Χριστό (Ματθ. 4, 1Γ Μάρκ. 1, 13), αὐτοί άνήγγειλαν στούς ποιμένες τήν γέννησί Του (Λουκ. 2, 9), αὐτοί θά χωρίσουν τούς δικαίους ἀπό τούς ἄδικους τήν ήμέρα τῆς μελλούσης Κρίσεως (Ματθ. 13, 39-42' 24, 31) καί ἀκόμη πολλά ἀναρίθμητα θαύματα καί σημεῖα τελέσθηκαν ἀπό τούς Ἁγίους ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ καί γίνονται καί θά γίνωνται μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων.
Αὐτά τά ἔργα τῆς αγάπης τοῦ Θεοῦ ἔγιναν άπ' Αὐτόν διά μέσου τῆς υπηρεσίας τῶν ἁγίων Του ἀγγέλων, τούς ὁποίους ἐμεῖς ἔχουμε καθῆκον νά τιμοῦμε, διότι ὑπηρέτησαν μέ ἀγάπη καί ὑπακοἤ τό ἔργο τῆς σωτηρίας μας (Β' Πέτρ. 2, Π' Ιούδα 1, 9* Ψαλμ. 67, 17" 90, 1Γ 102, 21 κλπ.).
Μετάφρασις ἀπό τά ρουμανικά π. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης.
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου