Κυριακή 4 Φεβρουαρίου 2024

ΔΙΑΛΟΓΟΙ ΜΕ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΕΣ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ

«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»

ὑπό Γέροντος Κλεόπα Ἠλίε

Σπουδαστής: Γιά ποιά αἰτία ἐμεῖς ο ὀρθόδοξοι προσκυνοῦμε τούς ἀγγέλους καί τούς ἁγίους καί τούς βάζου­με μεσίτας πρός τόν Θεό γιά τήν σωτηρία μας; Δέν ὑπάρχει, λέγουν μερικοί, παρά ἕνας μόνο μεσίτης μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπων, ὁ Ἰησοῦς Χριστός. ἀπόστολος μᾶς διδάσκει τά ἑξῆς γι' αὐτή τήν περίπτωσι. «Ες γαρ Θεός, εἷς καί μεσίτης Θεοῦ καί ἀνθρώπων, ἄνθρωπος Χριστός Ἰησοῦς» (Α' Τιμ. 2, 5). Συνεπῶς, οὔτε οί ἄγγελοι οὔτε οἱ ἅγιοι οὔτε κανείς ἄλλος ἐκτός ἀπό τόν Χριστό μπορεῖ νά μεσολαβήση στόν Θεό γιά τήν σωτηρία μας.

Ἱερεύς: Εἶναι ἀλήθεια ὅτι κανείς ἐκτός τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι μεσίτης ἐνώπιον τοῦ Πατρός, διότι κανείς ἐκτός π' Αὐτόν δέν προσἔφερε τόν ἑαυτόν του θυσία γιά τήν σωτηρία τοῦ κόσμου. πομένως ἐκτός τοῦ Ἰησοῦ Χρι­στοῦ κανείς δέν μπορεῖ νά σώση τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἁμαρτία. λλ' ὅμως τιμντες τούς Ἁγίους δέν τούς τοπο­θετοῦμε στήν θέσι τοῦ Χριστοῦ, οὔτε βέβαια δίπλα σ' Αὐτόν. "ὅταν οἱ ἅγιοι προσεύχωνται γιά ἐμᾶς, αὐτό ἀκριβῶς ζητοῦν ἀπό τόν Χριστό, νά μεσολαβήση Αὐτός γιά τήν σωτηρία μας. Αὐτοί ζητοῦν ἀπό τόν Χριστό τήν σω­τηρία μας. Καί μ᾿  αὐτή τήν ἔννοια λέγομεν ὅτι μεσιτεύουν γιά μᾶς, ὁ μόνος πού σώζει εἶναι ὁ Χριστός, ἐνῶ οἱ ἅγιοι ζητοῦν τήν σωτηρία μας μέ τίς προσευχές τῶν, ἀλλά δέν μᾶς τήν δίδουν οἱ ἴδιοι. Γι᾿ αὐτό ἐμεῖς δέν προσκυνοῦμε τούς ἁγίους καί ἀγγέλους, ὅπως τόν Θεό. Ή προσκύνησις πού ἀποδίδουμε σ᾿ αὐτούς εἶναι μόνο μιά τιμή καί ελάβεια, ἐνῶ τόν Θεό τόν προσκυνοῦμε καί τόν λατρεύουμε μέ τελεία προσκύνησι ἡ ὁποία ὀνομάζεται λατρεία. μεῖς σεβόμεθα τούς Ἁγίους τοῦ Θεοῦ διότι εἶναι φίλοι καί οκεοι το Θεοῦ, καθώς εἶναι γραμμένο: «Ύμείς φίλοι μού ἔστε, ἐάν ποιτε ὅσα ἐγώ ντέλλομαι μν» (Ίωάν. 15, 14). νῶ γιά τόν Ἀβραάμ παρόμοια διαβάζουμε: «πίστευσε δέ Ἀβραάμ τῷ Θε, καί λογίσθη αὐτ εις δικαιοσύνην, καί φίλος Θεοῦ ἐκλήθη» (Έπιστ. Ἰακώβ. 2, 23). Καί ὁ μέγας ἀπόστολος Παῦλος γράφει πρός τούς Έφεσίους: «Ἄρα οὖν, οὐκέτι έστέ ξένοι καί πάροικοι, ἀλλά συμπολίται τῶν ἁγίων καί οικείοι τοῦ Θεοῦ» (Έφεσ. 2, 19). Λοιπόν, ὡς φίλους καί οικείους τοῦ Θεοῦ τιμομε τούς Ἁγίους. κόμη γνωρίζουμε ὅτι οἱ ἅγιοι ἔχουν δοξασθῆ ἀπό τόν Θεό στούς οὐρανούς (Λουκ. 20, 36). Οἱ ἅγιοι θά κρίνουν τόν κόσμο (Α' Κορ. 4, Τ Ματθ. 19, 23' Έβρ. 12, 22-23). Οἱ ἅγιοι ἀκόμη εὑρισκόμενοι στήν γῆ εἶχαν τό προφητικό χάρισμα (Γ' Βασ. 14, 1-17), π.χ. ή προφητεία τοῦ Έλισσαίου κατά τοῦ Γιεζῆ (Δ' Βασ. 5, 25-27). Οἱ ἅγιοι ἀκόμη, ντες στήν ζωή αὐτή, προσεύχονταν στόν Θεό γιά τούς ἀνθρώπους. τσι ὁ βραάμ προσευχόταν στόν Θεό γιά τόν λαό του κλπ.

Σπουδαστής: Πῶς μποροῦν οἱ ἅγιοι καί οί ἄγγελοι νά εἶναι μεσίται στόν Θεό γιά τήν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, ἀφοῦ ἐμεῖς πρέπει νά περιμένουμε τήν σωτηρία μας μόνο ἀπό τόν Χριστό, πού εἶναι ὁ Σωτήρ καί μεσίτης τῆς σωτη­ρίας μας, ὅπως εἶναι γραμμένο: «Οὐκ στιν έν ἄλλω οδενί ή σωτηρία, ούδέ γάρ νομά έστιν ἕτερον ὑπό τόν οὐρανόν τό δεδομένον ν νθρώποις έν δε σωθῆναι μᾶς» (Πράξ. 4, 12). Δέν ὑπάρχει λοιπόν ἀνάγκη νά καταφεύ­γουμε στούς Ἁγίους, ἐάν θέλουμε νά κληρονομήσουμε τήν σωτηρία.

Ἱερεύς: πεναντίας, αὐτό τό ἔργο τῶν ἁγίων εἶναι μεγάλης σημασίας, διότι αὐτοί ἔχουν τήν δυνατότητα τῆς πρεσβείας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ χάριν τῶν ἀνθρώπων καί τῆς σωτηρίας αὐτῶν. Αὐτό φαίνεται καθαρώτερα ἀπό τό χω­ρίο τῆς ἀποκαλύψεως, πού λέγει: «Καί τε ἔλαβε τό βιβλίον, τά τέσσαρα ζῶα καί οί είκοσιτέσσαρες πρεσβύτε­ροι ἔπεσαν ἐνώπιον τοῦ ρνίου, ἔχοντες ἕκαστος κιθάραν καί φιάλας χρυσάς γεμούσας θυμιαμάτων, α εσιν α προσευχαί τῶν ἁγίων» (ἀποκ. 5, 8).

Καί οἱ ἅγιοι προσεύχονται γιά τούς ἀνθρώπους ὄχι μόνο στόν οὐρανό μετά τήν κοίμησί των, ἀλλά καί ὅταν ἦταν στόν κόσμο αὐτόν, ὅπως δείξαμε ἀνωτέρω ὅτι προσευχόταν ὁ βραάμ γιά τόν Άβιμέλεχ, ὁ Μωϋσῆς γιά τόν λαό του, καθώς καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν ἔγραφε: «Εὐχαριστοῦμεν τῷ Θεῶ πάντοτε περί πάντων ὑμῶν μνείαν ὑμῶν ποιούμενοι ἐπί τῶν προσευχῶν ἡμῶν, διαλείπτως μνημονεύοντες ὑμῶν τοῦ ἔργου τῆς πίστεως...μπροσθεν τοῦ Θεοῦ καί Πατρός ἡμῶν» (Α' Θεσ. 1, 2-3). Καί πάλι: «Εις καί προσευχόμεθα πάντοτε περί ὑμῶν, ἵνα μᾶς ἀξιώση τῆς κλήσεως ὁ Θεός ἡμῶν...» (Β' Θεσ. 1, 11). Καί ἄλλου: «Ού παύομαι εὐχαριστῶν περί ὑμῶν μνείαν ὑμῶν ποιούμενος έπι τῶν προσευχῶν μου, ἵνα ὁ Θεός... δώτο μν Πνεῦμα σοφίας...» (Έφεσ. 1, 16-17). Καί πάλι: «Τοῦτο δέ καί εὐχόμεθα τήν ὑμῶν κατάρτισιν» (Β' Κορ. 13, 9). Καί στόν Τιμόθεο γράφει: «Χάριν ἔχω τω Θεῶ ὧ λατρεύω ἀπό προγόνων έν καθαρά συνειδήσει, ὡς διάλειπτον ἔχω τήν περί σο μνείαν έν ταις δεήσεσί μου νυκτός καί ἡμέρας» (Β' Τιμ. 1, 3).

Παράλληλα στήν Παλαιά Διαθήκη εἶναι γραμμένο: «Ίώβ δέ ὁ θεράπων μου εξεται περί ὑμῶν, ὅτι εί μή πρό­σωπον αὐτοῦ λήψομαι' εί μή γάρ δι5 αὐτόν, άπώλεσα αν ὑμᾶς' ού γάρ έλαλήσατε αληθές κατά τοῦ θερἀποντος μου Ίώβ» (Ίώβ 42, 8) ή «Αὐτός έστιν ὁ αγαπητός μοι Ἀδελφός, ὁ προφήτης τοῦ Θεοῦ Ἱερεμίας, ὁστις πολύ προσεύ­χεται διά τόν λαόν καί τήν ἁγίαν πόλιν». ὁ Δανιήλ έν ὁράματι προσεύχεται τῶ Θεῶ (Δαν. 10, 11-21). ἰδού λοιπόν, άπ' αὐτά ἐδῶ φαίνεται καθαρά ὅτι οἱ ἅγιοι ἔχουν τήν δυνατότητα νά μεσολαβοῦν στόν Θεό γιά τήν σωτηρία μας, ὅπως φανερώνει τό γεγονός ὅτι, τόσο στήν ζωή αὐτή οσο καί μετά τήν κοίμησί τῶν, προσεύχονται στόν οὐρα­νό γιά τήν ψυχική μας ὠφέλεια. ἐπίσης ὁ Θεός ἀποστέλ­λει τούς ἀγγέλους Του πρός βοήθεια αὐτῶν πού προσεύ­χονται σ' Αὐτόν (Γέν. 24, 7). ὁ Θεός ἀποστέλλει τόν ἄγγελο του στόν Δανιήλ καί τόν λυτρώνει ἀπό τά στόματα τῶν λεόντων (Δαν. 6,22). Καί ὁ μεγάλος ἀπόστολος Παῦλος λέγει, ὅτι οἱ ἄγγελοι εἶναι ὑπηρέται τοῦ Θεοῦ, τούς ὁποίους ἀποστέλλει γιά νά βοηθήσουν αὐτούς πού θά κλη­ρονομήσουν τήν σωτηρίαν (Έβρ. 1, 14). "ὅποιος δέχεται τούς ἁγίους δέχεται τόν Χριστό (Ματθ. 10, 40-41). Λοιπόν, ἀπό τίς ἀνωτέρω γραφικές μαρτυρίες γίνεται γνωστό ὅτι οἱ ἅγιοι καί οί ἄγγελοι μποροῦν νά μεσιτεύσουν στόν Θεό γιά ἐμᾶς μέ τίς προσευχές τῶν, διότι εἶναι φίλοι, αγα­πητοί καί οικείοι τοῦ Θεοῦ.

Σπουδαστής: "Ακουσα μερικούς νά λέγουν ὅτι ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι, μέ τήν προσκύνησι καί εὐλάβεια πού περι­βάλλουμε τούς Ἁγίους καί τούς ἀγγέλους, πισκιάζουμε τήν δόξα καί τιμή πού άνήκει μόνο στόν Θεό. ἀπόστο­λος Παῦλος λέγχει καί τιμωρε μέ σκληρότητα τούς Κολοσσαες πού ἔκαναν αὐτά, ἀφήνοντας τήν προσκύνησι τοῦ Θεοῦ καί προσκυνώντας τούς ἀγγέλους. δού τί γρά­φει: «Μηδείς μᾶς καταβραβευέτω θέλων έν ταπεινοφρο­σύνη καί θρησκεία τῶν ἀγγέλων... καί ού κρατῶν τήν κε­φαλήν (Χριστόν), ἐξ ο πν τό σῶμα διά τῶν άφν καί συνδέσμων έπιχορηγούμενον καί συμβιβαζόμενον αξει τήν αξησιν τοῦ Θεοῦ» (Κολ. 2, 18-19),

Ἱερεύς: Καμμιά πισκίασις σμίκρυνσις δέν γίνεται στήν δόξα τοῦ Θεοῦ μέ τόν σεβασμό καί τήν προσκύνησι τῶν ἀγγέλων Αὐτοῦ. Πρτα – πρτα διότι ἄλλη  εἶναι ἡ προσκύνησις (λατρευτική), πού προσφέρουμε ἐμεῖς στόν Θεό καί ἄλλη  εἶναι ἡ προσκύνησις (τιμητική) πού προ­σφέρουμε στούς ἀγγέλους καί ἁγίους τοῦ Θεοῦ. Τό ἴδιο τό γιο Πνεῦμα μᾶς προτρέπει νά δοξάζουμε τόν Θεό μέ τούς Ἁγίους Του, λέγοντας «Ανετε τον Θεόν ν τος γίοις Αὐτοῦ» (Ψαλμ. 150, 1).

"ταν ἐμεῖς ζητᾶμε τήν βοήθεια καί μεσιτεία τῶν ἀγγέλων καί τῶν γίων στήν προσευχή μας, τόν Θεό πάλι δοξάζουμε, διότι καί οἱ ἅγιοι μέ τήν σειρά τῶν μεταφέ­ρουν τίς αἰτήσεις καί δεήσεις μας μαζί μέ τίς δικές των προσευχές, στόν Θεό (Πράξ. 9, 32-42" 20,36" 28, 3-9 καί 'Αποκ. 5, 8).

ἴδιος ὁ Θεός δόξασε τούς γίους του (Ρωμ. 2, 10) καί τούς νέδυσε μέ τήν δόξα του: «Καί ἐγώ τήν δόξαν ν δέδωκάς μου δέδωκα αὐτος, ἵνα ὧσιν ν καθώς καί ἡμες ν σμεν» (Ίωάν. 17, 22) καί τούς εἶπε: «ὁ δεχόμενος μᾶς μέ δέχεται, καί ὁ μέ δεχόμενος δέχεται τόν ἀποστείλαντά με. δεχόμενος προφήτην εις ὄνομα προφή­του, μισθόν προφήτου λήψεται, καί ὁ δεχόμενος δίκαιον εις ὄνομα δικαίου μισθόν δικαίου λήψεται» (Ματθ. 10, 40- 41). Αὐτές οί μαρτυρίες ἀποδεικνύουν μέχρι πού φθάνει ή πλάνη αὐτῶν πού ἀρνοῦνται τήν τιμή πρός τούς Ἁγίους καί ἀγγέλους, οἱ ὁποῖοι εἶναι αγαπητοί δοῦλοι τοῦ Θεοῦ, καί δέν αντιλαμβάνονται ὅτι στήν πρᾶξι ἀρνονται τόν ἴδιο τόν Θεό καί Δημιουργό τῶν πάντων.

Σπουδαστής: λλά γιατί οἱ ἅγιοι, ἐάν πράγματι μπο­ροῦν, δέν ἱκετεύουν τόν Θεό γιά τήν σωτηρία μας; ὁ Ἀβραάμ, ἐπί παραδείγματι, δέν ἤθελε νά ἱκετεύση τόν Θεό γιά τόν ἄσπλαχνο πλούσιο, μήπως ἐπειδή δέν τόν ειχε πα­ρακαλέσει επίμονα;

Ἱερεύς: Ἀβραάμ δέν μεσίτευσε, διότι ὁ πλούσιος στήν περίοδο τῆς ζωῆς του δέν ζήτησε τήν βοήθεια τῶν ἁγίων καί οδέποτε νύψωσε τόν νο του πρός τόν Θεό. Στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων (Κεφ. 10, 25-26) ἀπόστο­λος Πέτρος πέρριψε τήν προσκύνησι πού τοῦ ἔκανε ὁ Κορνήλιος γιά τόν λόγο, ὅτι αὐτός εἶναι ἄνθρωπος. ὁ ρωμαίος κατόνταρχος εχε ξοικειωθῆ μέ τήν ἔννοια τοῦ Θεοῦ διότι εἶχε ἀπομακρυνθῆ ἀπό τά εδωλα. Συνεπῶς τόν Πέτρο, σάν ἀπεσταλμένο του Θεοῦ, ἦταν πολύ φυσι­κό νά τόν πιστεύση σάν Θεό σάν ἕνα βέβαια νώτερο ἄνθρωπο ἀπό τούς ἄλλους σάν μίθεο, στόν ὁποῖον τοῦ ξιζε ὄχι σεβασμός ἀλλά λατρεία, ὅπως στούς Θεούς, γι' αὐτό ὁ Πέτρος ρνήθηκε τήν προσκύνησι πού θελε νά τοῦ κάνη.

Στό χωρίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων (κεφ. 14, 3-15) ὁ Παῦλος καί ὁ Βαρνάβας πέκρουσαν τήν προσκύ­νησι πού τούς προσέφεραν γιά τόν ἴδιο σκοπό ὅπως καί παραπάνω, ἐπειδή τούς θεώρησαν Θεούς καί τοιμάζοντο νά τούς λατρεύσουν. πό τά συμφραζόμενα βλέπου­με, ὅτι οἱ κάτοικοι τῆς πόλεως τῶν Λύστρων, κατάπληκτοι ἀπό τό θαμα θεραπείας τοῦ κ γενετῆς χωλο ἀπό τόν Παῦλο μέ μιά φωνή κραξαν: «Οἱ θεοί ὁμοιωθέντες νθρώποις κατέβησαν πρός μᾶς» καί ἔλεγαν γιά τόν Βαρνάβα ὅτι εἶναι ὁ Δίας, γιά δέ τόν Παῦλο ὅτι εἶναι ὁ ρμς, ἐπειδή αὐτός ἦταν ὁ «γούμενος τοῦ λόγου» (Πράξ. 14, 8-12). "Ετσι εἶναι εὔκολονόητη ρνησις τῶν Ἀποστόλων νά τούς λατρεύσουν σάν Θεούς, ἀφοῦ αὐτοί κήρυτταν ἐναντίον τῶν ψευδν θεν καί τούς δηγοσαν στήν λατρεία τοῦ Ἑνός καί μοναδικοῦ Θεοῦ. «Καί ταῦτα λέγοντες μόλις κατέπαυσαν τούς χλους τοῦ μή θύειν αὐτοί ς» (Πράξ. 14, 8).

Σ' ἄλλο χωρίο (Ἀποκ. 19, 10) ὁ ἄγγελος πού ἐξηγε τά ποκαλυπτικά νειρα πέρριψε τήν προσκύνησι πού τοῦ προσέφερε ὁ ἀπόστολος καί Εὐαγγελιστής ωάννης, ατιολογώντας ὡς ἑξῆς: «Εμαι συλλειτουργός μέ ἐσένα...», δηλαδή εἶμαι ὅμοιος μέ ἐσένα, σάν ἕνας ὑπηρέτης τοῦ Θεοῦ, ὅπως είσαι καί ἐσύ, ὁπότε εἴμεθα σέ ισότι­μη σχέσι καί δέν πρέπει νά δέχωμαι ἀπό ἐσένα προσκύνη­σι προπάντων διότι είσαι καί ἐσύ ἐδῶ, ὄχι μέ τό σῶμα ἀλλά μέ τό Πνεῦμα (ἀποκ. 1, 10), δηλαδή σέ ἀγγελική κατάστασι, ἐπί πλέον εσαι καί σύ σάν καί μένα, μέ τό «Πνεῦμα τῆς προφητείας» πού αποβλέπεις νά μαρτυρήσης περί τοῦ Ἰησοῦ. Σάν δεύτερη αἰτία ἀποκροῦσεως κ­φράζεται μέ τίς λέξεις «Τῶ Θεῶ προσκύνησον». Θεός ἦταν παρών καί ὁ αποκαλυφθείς ἄγγελος θά Τόν προσέ­βαλλε ἐάν δεχόταν τήν προσκύνησι γιά τόν αυτό του ἀπό τόν Ἰωάννη. Τό ἴδιο ἀκριβῶς καί μεταξύ τῶν ἀνθρώπων εἶναι προσβολή νά τιμήσης περισσότερο ἕνα ύψήλά ιστά­μενο πολιτικό πρόσωπο, μπροστά στόν ἴδιο τόν κυβερνή­τη τῆς χώρας. Πάντοτε λη ή φιλοφροσύνη καί τιμή πευθύνεται σ' αὐτόν πού εἶναι νώτερος άπ' ὅλους καί, ὅταν μάλιστα εἶναι παρών. λλά αὐτό δέν σημαίνει ὅτι οἱ ιστάμενοι κοντά του δέν εἶναι ἄνθρωποι ξιοι τῆς τιμῆς.

Στό παρακάτω χωρίο (ἀποκ. 22, 8-9) ὁ ἄγγελος κφράζει ἐπίσης, ἀκόμη πιό καθαρά, παρά στό προηγούμε­νο κείμενο, τήν σότητά του μέ τόν ἀπόστολο ωάννη καί τήν σέβεια πού θά ἔκανε, ἐάν δεχόταν τήν προσκύνησι.

"Ετσι, σ' ὅλα τά ἀνωτέρω χωρία πού τά επικαλοῦν­ται μερικοί γιά νά δικαιολογήσουν σφαλμένες διδασκα­λίες τῶν, τήν ρνησι ἀπονομς προσκυνήσεως στούς ἁγίους καί ἀγγέλους τήν ἐξηγον μέ τόν ίδικόν τους τρόπο: Οἱ Ἀπόστολοι Πέτρος, Παῦλος καί Βαρνάβας, ἀρνήθηκαν νά τούς λατρεύσουν οἱ ἄνθρωποι σάν Θεούς, διότι, ὡς ἄνθρωποι ἅγιοι πού ἦταν, μόνο τιμητική προσκύνησι καί σεβασμό μποροῦσαν νά δεχθοῦν άπ' ἄλλους ἀνθρώπους. Καί ὁ μφανισθείς ἄγγελος άπέρριψε τήν προσκύνησι τοῦ ωάννου, λόγω τῆς ίσότητος πού εἶχε μ᾿ αὐτόν, διότι καί αὐτός, ὁ Ἰωάννης, ἦταν ὑπηρέτης τοῦ Θεοῦ. "Οσον ἀφορᾶ τήν τιμή καί τόν σεβασμό πού ἀποδίδουν οἱ ἄνθρωποι στούς ἁγίους καί ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ καί αὐτοί τήν δέχον­ται, μπορεῖ νά φανή ἀπό πολλά χωρία τῆς Θείας Γραφῆς.

Σάν πρῶτο παράδειγμα ἀναφέρουμε τό ἑξῆς: ὁ τρί­τος πεντηκόνταρχος άπεστάλη ἀπό τόν βασιλέα χοζία μέ πενήντα ἀνθρώπους του νά γονατίση ἐνώπιον τοῦ 'Ηλιο, νά τόν παρακαλέση. ἀφοῦ ἔγιναν αὐτά, ἐμίλησε πρός αὐτόν καί τοῦ εἶπε: «"Ανθρωπε τοῦ Θεοῦ, παρακά­λεσε μέ εσπλαχνο βλέμμα γιά τήν ψυχή μου καί τίς ψυ­χές αὐτῶν τῶν πενήντα δούλων σου, πού εἶναι μπροστά σου» (4ον βιβλίο Βασιλ. 1, 13). Καί πάλι: «...οί ἀπόγονοι τῶν προφητῶν τῆς "εριχους... ἦλθαν ἐνώπιον τοῦ Έλισσαίου καί τόν προσκύνησαν μέχρι τοῦ δάφους» (4ον Βασιλ. 2, 15). Καί ἄλλου: «Τότε ὁ βασιλεύς Ναβουχοδονόσορ ἔπεσε ἐνώπιον τοῦ Δανιήλ καί τόν έπροσκύνησε» (Δαν. 2, 46). Καί πάλι βλέπουμε ὅτι ὁ Βαλαάμ κλίνοντας τό πρόσωπο του έπροσκύνησε τόν ἄγγελο τοῦ Κυρίου (Ἀριθμ. 22, 31). Οί ἄγγελοι δέχθηκαν τήν προσκύνησι ἀπό τόν Λώτ (Γέν. 19, 1). ἄγγελος Κυρίου δέχθηκε τήν προ­σκύνησι τοῦ Μανωέ καί τῆς γυναίκας του, οἱ ὁποῖοι έπρο­σκύνησαν μέχρι τοῦ έδάφους, ἐνῶ ὁ ἄγγελος τοῦ Κυρίου υψώθηκε ἐπάνω ἀπό τήν φλόγα τοῦ θυσιαστηρίου (Κριτ. 13, 18-21). "Αγγελος Κυρίου δέχθηκε τήν προσκύνησι ἀπό τόν Δαβίδ καί ἀπό τούς πρεσβυτέρους τοῦ λαοῦ (Α' Πα- ραλ. 21, 16-18). "Αγγελος Κυρίου δέχθηκε ἐπίσης τήν προσκύνησι ἀπό τόν προφήτη Δανιήλ (Δαν. 10, 9-15).

δού, σ' ὅλα αὐτά μέχρι ἐδῶ σο ἀπήντησα, σ' ὅσα εἶχες δυσκολία νά πιστεύσης, ὅτι οἱ ἅγιοι καί οί ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ δέν δέχονται προσκύνησι (λατρευτική) ἀπό τούς ἀνθρώπους. Διάβασε μέ προσοχή τά ενδεδειγμένα χωρία τῆς "Ἁγίας Γραφῆς καί θά καταλάβης σαφέστερα ὅτι, τόσο οἱ ἅγιοι τοῦ Θεοῦ ὅσο καί οί ἄγγελοι Του, λαμ­βάνουν τιμή ἀπό τούς ἀνθρώπους, χωρίς αὐτή ἡ τιμή των νά προκαλ καμμιά ὀργή στόν Θεό. Διότι πῶς μπορεῖ νά ἀγανακτήση ὁ Θεός, ὅταν βλέπη τούς άγαπητούς φίλους καί οικείους Του νά δοξάζονται στό "Ονομά Του, ὅταν Αὐτός ὁ διος έδόξασε αὐτούς (Ρωμ. 2, 10) καί τούς προίκισε μέ θαυματουργική δύναμι καί μέ ἔκτακτα χαρί­σματα;

Σπουδαστής: Ποιά εἶναι αὐτά τά χαρίσματα καί οἱ ἔκτακτες δυνάμεις μέ τίς ὁποες ὁ Θεός ἐτίμησε τούς γίους Του;

Ἱερεύς: Κατ' ἀρχήν τούς ἔδωσε τήν δύναμι νά κά­νουν θαύματα, καθώς εἶναι γραμμένο: «Θαυμαστός ὁ Θεός έν τοις άγίοις Αὐτού, ὁ Θεός τοῦ Ἰσραήλ» (Ψαλμ. 67, 36) καί πάλι: «Τοις άγίοις τοις έν τη γή αὐτού, έθαυμάστωσεν ὁ Κύριος, πάντα τά θελήματα αὐτού έν αὐτος» (Ψαλμ. 15, 3).

"Αραγε μέ τό χέρι τοῦ προφήτου Μωϋσέως δέν έκτύ πησε ὁ Θεός τήν Αἴγυπτο ('Έξοδ. 10, 12), μετέτρεψε τό νερό σέ αἷμα (7, 20-21), ἔφερε βατράχια (8, 6), σκνίπες (8, 12), πανούκλα στά ζῶα (9, 3), καυστικές φουσκάλες, χα­λάζι καί φωτιά (κεφ. 9, 9, 18, 23), ακρίδες (10, 4-6), σκο­τάδι (10, 21), θάνατο στά πρωτότοκα βρέφη (12, 29-30), ἐπέρασε τούς Εβραίους ἀπό τήν Ερυθρά θάλασσα (14, 16), κατέστρεψε τόν Φαραώ καί τόν στρατό του (14, 27), κατόπιν ἔφερε τήν ήττα τοῦ 'Αμαλήκ ('Έξοδ. 17), τήν γλύκανσι τοῦ νερού τῆς Μερράς ('Έξοδ. 15), τήν έκβλυσι νερού ἀπό τήν πέτρα στό Χωρήβ ('Έξοδ. 17, 6), τήν καταβρόχθισι τοῦ Κορέ καί Δαθάν ὑπό τῆς γῆς ('Ἀριθμ. 16, 28, 31), τήν θεραπεία ἀπό τό χάλκινο φίδι ('Ἀριθμ. 21), τήν άνάβλυσι νερο ἀπό τήν πέτρα στήν Κἅδη ('Ἀριθμ. 20);

Κατόπιν μέ τόν Ἰησοῦ τοῦ Ναυή συνέβησαν τά ἑξῆς θαυμαστά γεγονότα: Ή ἀνακοπή τῶν ύδάτων τοῦ Ίορδάνου (Ίησοῦς τοῦ Ναυή 3, 11-17), ή πτῶσις τῶν τειχών τῆς Ίεριχος (Ίησ. 6, 6-20). Μέ τόν Γεδεών: ὁ άφανισμός τῶν κατοίκων τῆς Μαδιάμ, μέ τόν Σαμψών: ὁ σπαραγ­μός τοῦ λέοντος καί τό γκρέμισμα τοῦ ναού τοῦ Θεοῦ Λα­γών (Κριτ. 14 καί 16, 28-31), μέ τόν Σαμουήλ: Οί άστραπές καί βροντές κατά τό θέρος στόν θερισμό (Α' Βασ.12, 16-18), μέ τόν Προφήτη Ἠλία: Ή μεγάλη δίψα (Γ' Βασ. 17, 1), τό άλεύρι καί τό λάδι τῆς χήρας (Γ' Βασ. 18, 14), ἡ ἀνάστασις τοῦ γυιο τῆς χήρας ἀπό τά Σάρεπτα τῆς Σιδώνος (Γ' Βασ. 17, 17-23), τό οὐράνιο πρ στό θυσιαστή­ριο (Γ' Βασ. 18, 36-38), ή διάνοιξις τοῦ οὐρανοΰ καί ἡ με­γάλη βροχή (Γ' Βασ. 18, 41-42). ἀκόμη βλέπουμε, τήν τι­μωρία του χοζίου μέ θάνατο (Δ' Βασ. 1, 16), τόν διαχω­ρισμό τῶν ύδάτων τοῦ Ίορδάνου μέ τήν μηλωτἡ τοῦ Ήλιο. Μέ τόν Έλισσαίο ἔχουμε: Τόν χωρισμό τῶν ὑδάτων τοῦ Ίορδάνου (Δ' Βασ. 2, 14), τόν ἐξαγνισμό τῶν υδάτων τῆς Ίεριχοϋς (Δ' Βασ. 2, 19-22), τόν φόνο τῶν παιδιῶν τῆς Βαιθήλ ἀπό δύο άρκούδες (Δ' Βασ. 2, 23), τήν ἀνάστασι τοῦ γυιο τῆς Σωμανίτιδος (Δ' Βασ. 4, 32-35), τήν θεραπεία τοῦ Νεεμάν (Δ' Βασ. 5, 10), τήν τιμωρία τοῦ Γιεζῆ μέ τήν λέπρα (Δ' Βασ. 5, 20-27), τήν ἀνάστασι ενός άνθρώπου μέ τά ὀστᾶ τοῦ Έλισσαίου (Δ' Βασ. 13, 21) καί μέ τόν Ἡσαΐα: τήν θεραπεία τοῦ Έζεκίου (Δ' Βασ. 22, 1-7).

Οί δώδεκα ἅγιοι Ἀπόστολοι ἀναφέρεται ὅτι ἐπιτελοῦσαν διάφορες θεραπεῖες: (Ματθ. 10, 1" Μάρκ. 3, 14-15 καί 6, 7-13. Λουκ. 9, 1-6). Οί έβδομήκοντα μαθηταί ἐπετέλεσαν διάφορα θαύματα (Λουκ. 10, 9, 17). πίσης ἀναφέρονται καί ἄλλα ἀναρίθμητα θαύματα τῶν Ἀποστό­λων (Μάρκ. 16, 20' Πράξ. 2, 43 καί 5, 12-16), ὅπως ή θε­ραπεία τοῦ χωλο (Πράξ. 3, 2-8), ὁ θάνατος τοῦ νανίου καί τῆς Σαπφείρας (Πράξ. 5, 1-10), οί θεραπεῖες ἀσθενῶν (Πράξ. 15, 16), ή θεραπεία τοῦ παραλύτου Αίνέου (Πράξ. 9, 34), ἡ ἀνάστασι τῆς Ταβιθά (Πράξ. 9, 36-41), ἡ ἀνάβλεψι τοῦ Σαύλου - Παύλου (Πράξ. 9, 17-18), ή τιμωρία τοῦ μάγου Έλύμα (Πράξ. 13, 11), ἡ ἀνάστασι τοῦ μικροῦ Εύτύχου (Πράξ. 20, 9-12), ή θεραπεία τοῦ πατρός τοῦ Πο πλίου (Πράξ. 28, 8) καί ἄλλα ἄπειρα θαύματα καί σημεῖα τά ὁποῖα δέν ὑπάρχει ἐδῶ χῶρος νά τά μνημονεύσουμε ὅλα.

δού, ἀδελφέ, μέ τί δυνάμεις καί χαρίσματα ἐστόλισε ὁ Θεός τούς ἁγίους Του, τόσο στήν Παλαιά ὅσο καί στήν Καινή Διαθήκη! Γι' αὐτό τώρα στήν λήξι τοῦ κεφα­λαίου περί τῶν θαυμάτων τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ επαναλαμ­βάνω αὐτά πού λέγει τό "Αγιο Πνεῦμα: «Θαυμαστός ὁ Θεός έν τοις άγίοις Αὐτοῦ, Θεός τοῦ Ἰσραήλ» (Ψαλμ. 67, 36).

Καί ἐάν τιμομε καί τούς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ, πως ἀκριβῶς καί τούς Ἁγίους, πρέπει νά ὁμολογήσουμε ὅτι πολλά καί παράδοξα θαύματα ἔκανε ὁ Θεός στόν κόσμο, διά μέσου τῶν ἁγίων ἀγγέλων Του, ὅπως παραδείγματος χάριν: ὁ ἄγγελος Κυρίου καθωδηγοσε τούς Ίσραηλίτας ἀπό τήν Αἴγυπτο (Έξοδ. 14, 19' 23, 20' 32, 34' 33, 2" Ἀριθμ. 20, 16). Ή καταστροφή τῶν Σοδόμων καί Γομόρ- ρων ἔγινε ἐπίσης ἀπό ἀγγέλους (Γέν. 19, 13), ή επιδημία στήν Ἱερουσαλήμ (Β' Βασ. 24, 15-17 καί Α' Παραλ. 21, 14-16), ή καταστροφἡ τοῦ στρατοῦ τῶν 'Ασσυρίων (Δ' Βασ. 19, 35* Β' Παραλ. 22, 21' Ίησ. 37, 36), ή διά θανάτου τιμωρία τοῦ Ήρώδου (Πράξ. 12, 23), ή ἀναγγελία τοῦ άγγέλου γιά τήν γέννησι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ (Ματθ. 1, 20- 21) καί τήν γέννησι τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ (Λουκ. 1, 31), ἡ ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ (Ματθ. 28, 5-7), ή 'Ανάληψις καί ἡ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου (Πράξ. 1, 10). ἐπίσης ἄγγελοι ὑπηρετοῦν τόν Ἰησοῦ Χριστό (Ματθ. 4, 1Γ Μάρκ. 1, 13), αὐτοί άνήγγειλαν στούς ποι­μένες τήν γέννησί Του (Λουκ. 2, 9), αὐτοί θά χωρίσουν τούς δικαίους ἀπό τούς ἄδικους τήν ήμέρα τῆς μελλού­σης Κρίσεως (Ματθ. 13, 39-42' 24, 31) καί ἀκόμη πολλά ἀναρίθμητα θαύματα καί σημεῖα τελέσθηκαν ἀπό τούς Ἁγίους ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ καί γίνονται καί θά γίνωνται μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων.

Αὐτά τά ἔργα τῆς αγάπης τοῦ Θεοῦ ἔγιναν άπ' Αὐτόν διά μέσου τῆς υπηρεσίας τῶν ἁγίων Του ἀγγέλων, τούς ὁποίους ἐμεῖς ἔχουμε καθῆκον νά τιμομε, διότι ὑπηρέτησαν μέ ἀγάπη καί ὑπακοἤ τό ἔργο τῆς σωτηρίας μας (Β' Πέτρ. 2, Π' Ιούδα 1, 9* Ψαλμ. 67, 17" 90, 1Γ 102, 21 κλπ.).

 

Μετάφρασις ἀπό τά ρουμανικά π. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης. 

Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου