Ἀρχιμανδρίτου Παύλου Ντανᾶ
Ἱεροκήρυκος
Στίς 26 Δεκεμβρίου ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ἑορτάζει τή σύναξη τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἡ ὁποία ὑπηρέτησε τό Μυστήριο τῆς Ἐνανθρωπίσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου. Δοξάζει καί ἀνυμνεῖ μέ ὕμνους εὐχαριστηριακούς τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, ἡ ὁποία γέννησε τόν Κύριό μας καί Σωτήρα τοῦ κόσμου, Ἰησοῦ Χριστό.
Εἶναι δύσκολο νά περιγράψει ἡ ἀνθρώπινη γλώσσα τό μεγαλεῖο τῆς ἁγνότητος τῆς Παναγίας μας. Οἱ θεοφόροι Πατέρες ἀλλά καί oἱ ὑμνογράφοι τῆς Ἐκκλησίας μένουν ἐκστατικοί μπρός στό μεγάλο θαῦμα πού συντελέστηκε στήν Ἀειπάρθενο Θεοτόκο. Μέ ποιά ἐγκώμια νά στεφανώσουμε τό ἱερό καί δοξασμένο πρόσωπό της; Πῶς νά μιλήσουμε γι’ αὐτήν πού ἔγινε «τοῦ ἀνθρωπίνου γένους τό ἐγκαλλώπισμα καί τό καύχημα πάσης τῆς φύσεως;». Δέν ὑπάρχει ἀνθρώπινη γλώσσα, μήτε ὑπερκόσμιος ἀγγελικός νοῦς, γιά νά μπορέσει ἄξια νά ὑμνήσει «τήν Θεοτόκον καί Μητέρα τοῦ Φωτός».
Ἡ Παναγία μας, κατά τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό καί τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία εἶναι ἡ κορυφή καί τό τέλος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Γι’ αὐτό καί ἀναφέρονται στό πρόσωπό της ὅλες oἱ προεικονίσεις, οἱ προτυπώσεις καί οἱ προφητεῖες.
Ἡ Θεοτόκος συνελήφθη ἀπό τήν συζυγική συνάφεια τοῦ γάμου ’Ιωακείμ καί Ἄννης. Ἐπισφράγισαν ἔτσι μέ μιά πράξη ἁγνή, μιά ζωή σωφροσύνης. Ὁ ἱερός Δαμασκηνός ἀναφωνεῖ: «Ὦ! ζευγάρι λογικῶν τρυγόνων, Ἰωακείμ καί Ἄννα, πού ὑπήρξατε γεμᾶτοι σωφροσύνη! Σεῖς, ἐπειδή τηρήσατε τόν φυσικό νόμο τῆς σωφροσύνης, ἀξιωθήκατε νά πάρετε αὐτό πού εἶναι πάνω ἀπό τή φύση. Διότι φέρατε στόν κόσμο τήν μητέρα τοῦ Θεοῦ. Ἐσεῖς, ἀφοῦ ζήσατε μέ εὐσέβεια καί ὁσιότητα μέσα στά ὅρια τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, γεννήσατε τήν ἀνώτερη ἀπό τούς ἀγγέλους κόρη, τήν Κυρία τῶν Ἀγγέλων. Κορίτσι ὡραιότατο καί γλυκύτατο κρίνο, πού ξεφύτρωσε ἀνάμεσα στ’ ἀγκάθια άπό τήν πιό εὐγενική καί βασιλική ρίζα τοῦ Δαβίδ» (PG 6, 660- 680).
Βεβαίως, ἡ πτώση τῶν Πρωτοπλάστων εἶχε σάν συνέπεια τήν φθορά, τόν θάνατο καί τήν ἀπομάκρυνση ἀπό τόν Θεό καί τόν Παράδεισο. Κανείς δέν εἶχε τήν δύναμη, οὔτε ἀπό τούς ἀγγέλους, οὔτε ἀπό τούς ανθρώπους νά χαρίσει τήν εὐτυχία στόν πεπτωκότα ἄνθρωπο. «Πάντες ἐξέκλιναν ἅμα ἠχρειώθησαν» (Ρωμ. 3, 12).
Ἡ ἀγαθότητα ὅμως τοῦ Θεοῦ, δέν ἄφησε τόν ἄνθρωπο ἕρμαιο τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ διαβόλου. Ὁ ἱερός Αὐγουστίνος λέει: «Προτοῦ γεννηθεῖ ὡς ἄνθρωπος ἀπό τήν Παρθένο, ὁ Λόγος τήν εἶχε προορίσει ὡς Μητέρα του». Ἦταν «ἡ ἐξ ἁπασῶν ἐκλεγεῖσα γενεῶν καί φυλῶν καί γλωσσῶν καί ἐθνῶν καί λαῶν… Ἡ πρό αἰώνων προορισθεῖσα τῷ Ποιητῇ καί Βασιλεῖ τῶν αἰώνων», ὅπως ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός. Γι’ αὐτό καί τό γεγονός τῆς γεννήσεως τῆς Θεοτόκου φέρνει τήν χαρά καί τήν ἀγαλλίαση σ’ ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος.
Μέ τόν ἐρχομό τῆς Παναγίας μας στόν κόσμο λυτρώθηκε ἡ οἰκουμένη ἀπό τήν τυραννία τῶν δαιμόνων, εἰσήχθη στή ζωή τῶν θνητῶν ἡ ἀθανασία, φυτεύθηκε στίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων ἡ ἁγιασμένη ζωή, καί γενικά ἑνώθηκε ό οὐρανός μέ τή γῆ.
Οἱ Θεοπάτορες Ἰωακείμ καί Ἄννα εἶχαν κάνει τήν εὐχή, ὅτι, ἐάν ὁ Παντοδύναμος Θεός τούς ἀπήλλασσε ἀπό τό ὄνειδος τῆς ἀτεκνίας καί τούς ἔδινε παιδί, θά τό ἀφιέρωναν σ’ Αὐτόν. Ἔτσι ἀπό τήν μικρή της ἡλικία ἡ Θεοτόκος «τῷ ἱερῷ ναῷ τοῦ Θεοῦ προσάγεται καί ἀνατίθεται», λέει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Εἰσῆλθε στό ἁγιώτατο τμῆμα τοῦ ναοῦ, τά Ἅγια τῶν Ἁγίων, πού ἦταν ἄβατο γιά τόν ἴδιο τόν Ἀρχιερέα. Ώς «ἁγνή καί φίλαγνος» ἡ Παναγία μας μέσα στό ναό ἔδειξε βίο πανάμωμο, ζωή πάναγνη, ἄρνηση κάθε κακίας, ἄσκηση σέ ὅλες τίς ἀρετές. Ή ψυχή της ἦταν καθαρότερη ἀπό τό φῶς. Τό σῶμα της ἦταν πνευματικό, λαμπρότερο ἀπό τόν ἥλιο, καθαρότερο ἀπό τόν οὐρανό καί ἱερώτερο ἀπό τούς Χερουβικούς θρόνους.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός στρέφεται πρός τήν Παναγία μας καί λέει: «Ὁ πόθος σου στρεφόταν στόν μόνο Ποθητό καί Ἀγαπημένο, ἔχοντας μίσος στήν ἁμαρτία καί σ’ ἐκεῖνον πού γέννησε τήν ἁμαρτία. Ζοῦσες ζωή ἀνώτερη ἀπό τή φύση. Ἡ ὄρεξή σου ἦταν νά τρέφεσαι μέ τά θεϊκά λόγια. Κρατοῦσες κάθε λογισμό πού τρέφει καί ὠφελεῖ τήν ψυχή καί ἀπωθοῦσες καθετί πού ἦταν ἄχρηστο καί βλαβερό. Τά μάτια σου ἦταν γιά πάντα δοσμένα στό Θεό, γιά νά βλέπουν τό αἰώνιο καί ἀπλησίαστο φῶς. Τ’ αὐτιά σου ἄκουγαν τόν θεϊκό λόγο καί εὐφραίνονταν μέ τήν κιθάρα τοῦ Πνεύματος. Τά ρουθούνια σου ἦταν γοητευμένα μέ τήν εὐωδία τών ἀρωμάτων τοῦ Νυμφίου. Τά χείλη σου δοξολογοῦσαν τόν Κύριο καί ἔμεναν κολλημένα στά δικά Του χείλη. Ἡ γλώσσα καί ὁ οὐρανίσκος πού ἤξεραν νά διακρίνουν τά λόγια τοῦ Θεοῦ, γεύονταν τή θεία γλυκύτητα. Καρδιά καθαρή καί ἀμόλυντη πού ἔβλεπε καί ποθοῦσε τόν ἀμόλυντο Θεό. Σπλάχνα, πού μέσα τους ἦρθε νά κατοικήσει ὁ ἀχώρητος, καί στῆθος, πού μέ τό γάλα του, τράφηκε ὁ Θεός, ὁ ’Ιησοῦς παιδί. Πύλη τοῦ Θεοῦ, παρθενική γιά πάντα. Χέρια, πού κράτησαν τό Θεό, καί γόνατα, πού ἔγιναν θρόνος ψηλότερος κι ἀπό τά Χερουβείμ. Πόδια, πού ἔτρεχαν ἀκολουθώντας τό νόμο τοῦ Θεοῦ καί ἁγιάσθηκαν μέ τήν ἐφαρμογή τοῦ θελήματός Του» (PG6, 680-697).
Ὅπως λοιπόν, ἡ κιβωτός τοῦ Νῶε ἔσωσε τούς ἀνθρώπους ἀπό τό ναυάγιο καί ἡ ἴδια δέν ἔλαβε μέρος στίς συμφορές, ἔτσι καί ἡ Παναγία μας, χάρη στήν καθαρότητά της, ἔμεινε ἄθικτη καί ἀμόλυντη σάν νά μήν εἶχε ἀποτολμηθεῖ στή γῆ καμμία ἁμαρτία, σάν νά ἔμεναν ὅλοι άκόμη στήν ἑστία τοῦ Παραδείσου. Ναί. Ἐνῶ κυριάρχησε σέ ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη ἡ ἁμαρτία καί γκρέμισε τά πάντα, νικήθηκε ἀπό ἕνα μόνο θεοφιλή λογισμό, ἀπό μιά ψυχή, ἀπό τήν Παναγία μας!
Μέ τό νά βρεθεῖ μέσα στόν οἶκο τοῦ Θεοῦ καί νά εὐδοκιμήσει ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, «ὡσάν ἐλαία κατάφορτος μέ καρπούς» (Ψαλμ. 51, 10), ἔγινε δοχεῖο κάθε ἀρετῆς κρατώντας τό νοῦ της μακριά ἀπό κάθε βιοτική καί σαρκική ἐπιθυμία καί διατηρώντας τήν ψυχή της καθαρή μαζί μέ τό σῶμα ἀφοῦ ἐπρόκειτο νά ὑποδεχθεῖ τόν Υἱό τοῦ Θεῦ μέσα στούς κόλπους της.
Ἔτσι λοιπόν, ἀπέκτησε ἁγιωσύνη καί ἀνεδείχθη ναός ἅγιος καί θαυμαστός, ἀντάξιος τοῦ Ὑψίστου Θεοῦ. Καί ἐπειδή παραφύλαγε ὁ διάβολος, ὁ ἐχθρός τῆς σωτηρίας, γιά νά μολύνει ὅλες τίς γυναῖκες, γιά νά μή βρεθεῖ καμμία ἀπ’ αὐτές νά γεννήσει τό Χριστό, μνηστεύεται ἡ Παναγία μας τόν Ἰωσήφ γιά τήν προσωπική της ἀσφάλεια. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης παρατηρεῖ: «Ἡ μνηστεία ἦταν ἐνδεδειγμένη πρός φυλακήν τῆς παρθενίας αὐτῆς». Ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας στήν ἐρώτηση, γιατί ἔγινε ἡ μνηστεία τῆς Παναγίας μέ τόν ’Ιωσήφ, ἀπαντᾶ ἐπιγραμματικά: «Ἵνα ἐξ αὐτοῦ, γενεαλογηθῇ καί σχῇ (καί γιά νά ἔχει) κηδεμόνα ἐν ταῖς ἐπιβολαῖς».
Ὅταν ἦρθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου (Γαλ. 4, 4), ἀπεστάλη ἄγγελος Κυρίου πρός τήν Παναγία μας γιά νά εὐαγγελισθεῖ τή σύλληψη τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. ’Έτσι, ἡ Θεοτόκος συνέλαβε τόν Σωτήρα τοῦ κόσμου, «ὄχι ἀπό θέλημα σαρκός, οὔτε ἀπό θέλημα ἀνδρός» (Ἰωάν. 1, 13), δηλαδή ἀπό ἕνωση καί σπορά, ἀλλά ἀπό τή συγκατάβαση τοῦ Πατρός καί τήν συνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς λέει ὅτι «ἡ Παναγία μας ἦταν πάναγνη, μέχρι τίς ἡμέρες πού γέννησε τό Χριστό, καί κατά τή γέννησή Του, ἀλλά καί μετά άπό αὐτήν».
Ὑπῆρξε ὑπερτέρα, ὄχι μόνο ἀπό κάθε μόλυσμα σαρκός, ἀλλά ἀνωτέρα καί ἀπ’ αὐτούς τούς μολύνοντας διαλογισμούς. Ἔτσι ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση στήν πιό ἔξοχη μορφή της ἀπό τά πανάγια καί ἀμόλυντα καί πανάμωμα αἵματα τῆς ἁγίας Παρθένου καί φόρεσε σάρκα ἔμψυχη καί ἔγινε τέλειος ἄνθρωπος, χωρίς τήν ἁμαρτία.
«Πῶς ἔσται μοι τοῦτο, ἐπεί ἄνδρα οὐ γινώσκω;»
Ἡ ἁγνότητα τῆς Παναγίας μας φαίνεται καί ἀπό τό ἐρώτημα πού ἔθεσε πρός τόν Ἄγγελο, ὅταν τῆς ἔφερε τό μήνυμα ὅτι θά γεννήσει τόν Σωτήρα Χριστό στόν κόσμο: «Εἶπε δέ Μαριάμ πρός τόν ἄγγελον. πῶς ἔσται μοι τοῦτο, ἐπεί ἄνδρα οὐ γινώσκω;» Καί εἶπε ἡ Μαριάμ πρός τόν ἄγγελο. Πῶς θά γίνει αὐτό, ἀφοῦ δέν ἔχω ἄνδρα; Ἐκπλήσσεται πράγματι ἡ Παναγία μας καί ρωτᾶ, ὅπως σημειώνει ὁ ἱερός Θεοφύλακτος, «ὄχι σάν ἄπιστη Παρθένος. εἶπε τό πῶς θά γίνει αὐτό, σάν σοφή καί συνετή πού ζητᾶ νά μάθει τόν τρόπο τοῦ πράγματος, διότι τέτοιο πράγμα δέν ἔγινε ποτέ πρίν, οὔτε θά γίνει ποτέ μετά ἀπό αὐτό» (Θεοφυλάκτου Ἀρχιεπισκόπου Βουλγαρίας, ἑρμηνεία στά τέσσερα ἱερά Εὐαγγέλια, τ. 1ος, Ἀθήνα 1973).
Τό ἴδιο νόημα ἔχει καί τό Κάθισμα τῆς β΄ στιχολογίας τοῦ Ὄρθρου τῶν Χριστουγέννων: «Τί θαυμάζεις Μαριάμ; τί ἐκθαμβεῖσαι τῷ ἐν σοί; Ὅτι ἄχρονον Υἱόν, χρόνῳ ἐγέννησα φησί, τοῦ τικτομένου τήν σύλληψιν μή διδαχθεῖσα. Ἄνανδρος εἰμί, καί πῶς τέξω Υἱόν; ἄσπορον γονήν τίς ἑώρακεν; ὅπου Θεός δέ βούλεται, νικᾶται φύσεως τάξις, ὡς γέγραπται. Χριστός ἐτέχθη, ἐκ τῆς Παρθένου, ἐν Βηθλεέμ τῆς Ἰουδαίας». Καί ἡ ἑρμηνεία: Γιατί ἐκπλήττεσαι με αὐτό πού συνέβη σέ σένα Μαριάμ; Διότι μέσα στό χρόνο γέννησα ἄχρονο Υἱό, χωρίς νά ἔχω διδαχθεῖ τή σύλληψη Αὐτοῦ πού γεννᾶται. Δέν ἔχω ἄνδρα καί πῶς θά γεννήσω Υἱό; Ποιός ἔχει δεῖ γέννηση χωρίς σπέρμα; Ἐκεῖ ὅμως πού θέλει ὁ Θεός νικιέται, καθώς ἔχει γραφεῖ, ἡ τάξη τῆς φύσεως. Ἀπό τήν Παρθένο γεννήθηκε ὁ Χριστός, στή Βηθλεέμ τῆς Ἰουδαίας.
Ἡ Παναγία μας δέν ἐκφράζει ἀμφιβολία ὅπως ὁ Ζαχαρίας. Μέ συναίσθηση πλήρη τῆς ἁγνότητάς της, ζητᾶ ἁπλῶς νά μάθει τό πῶς θά γίνει δυνατόν νά πραγματοποιηθεῖ μιά τέτοια γέννηση. Τό ἐρώτημά της εἶναι ἡ λογική καί νόμιμη ἔκφραση ἐκπλήξεως πού προέρχεται ἀπό τήν ἄσπιλη συνείδηση. (Παναγιώτου Ν. Τρεμπέλα, Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Λουκᾶν Εὐαγγέλιον, Ἀθήνα 1952).
Διευκρινίζοντας τό ερώτημα τῆς Παναγίας λέει καί ὁ ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας: «Πῶς θά γίνει αὐτό, ἐρωτᾶ ἡ Παναγία. Ὄχι γιατί ἔχω ἤδη ἀνάγκη ἀπό περισσότερη καθαρότητα καί μεγαλύτερη ἁγιότητα, ἀλλά γιατί εἶναι νόμος τῆς φύσεως νά μήν μποροῦν νά κυοφορήσουν ὅσοι, ὅπως ἐγώ, ἔχουν διαλέξει τήν ζωή τῆς παρθενίας. Πῶς θά γίνει αὐτό, ἐρωτᾶ, ἀφοῦ δέν ἔχω σχέση μέ ἄνδρα. Ἐγώ βέβαια, συνεχίζει, εἶμαι ἕτοιμη γιά τήν ὑποδοχή τοῦ Θεοῦ. Ἔχω ἀρκετά προετοιμασθεῖ. Πές ὅμως ἐσύ, ἐάν ἡ φύση θά συμμορφωθεῖ καί μέ ποιό τρόπο» (Ἁγίου Νικολάου Καβάσιλα «εἰς τόν Εὐαγγελισμό τῆς Ὑπεραγίας καί Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί Ἀειπαρθένου Μαρίας», 4-5 στό βιβλίο «ἡ Θεομήτωρ» Ἀθήνα 1968).
Θαυμαστή, ὅμως, ἦταν καί ἡ κοίμηση τῆς Παναγίας. Ἄν καί χωρίσθηκε σύμφωνα μέ τή φυσική τάξη ἡ πανίερη καί μακάρια ψυχή της ἀπό τό ἄσπιλο καί πανόλβιο σῶμα της καί παραδόθηκε στόν τάφο, δέν ἔμεινε στόν χῶρο τοῦ θανάτου, οὔτε τό ἀφάνισε ἡ φθορά. Ὁ ἱερός Δαμασκηνός λέει γιά τήν κοίμηση τῆς Παναγίας μας: «Ἔπρεπε αὐτή πού φύλαξε τήν παρθενία καί ἔμεινε ἀκόμη καί κατά τή γέννα ἀπείρακτη, νά φυλαχθεῖ ἀδιάφθορο τό σῶμα της καί μετά τό θάνατο».
Ἡ Παναγία μας, ἀγαπητοί ἀναγνῶστες, ἀποτελεῖ τήν ἀπαρχή τῆς παρθενίας. Γίνεται ὁ προπομπός ὅλων ἐκείνων πού μέσα στούς αἰῶνες ἀγάπησαν τήν ἁγνότητα. Ὅλοι οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, αὐτήν εἶχαν σάν πρότυπο στή ζωή τους. Μέ ἱερό δέος κατέφευγαν τήν ὥρα τοῦ πνευματικοῦ πολέμου καί ἔλεγαν: «Τῶν πειρασμῶν σύ, τάς προσβολάς ἐκδιώκεις καί παθῶν τάς ἐφόδους, Παρθένε…» καί «Τεῖχος εἶ τῶν παρθένων, Θεοτόκε Παρθένε, καί πάντων τῶν εἰς σέ προστρεχόντων…».
Τήν χάρη τῆς Παναγίας αἰσθάνονταν οἱ μάρτυρες στήν ἀγωνιστική τους πορεία, στήν ὁμολογία τῆς πίστεως καί τήν ὥρα τοῦ μαρτυρίου. Μέ τήν βοήθεια τῆς Παναγίας μας, ἔφθασαν ἀκόμη οἱ Ἅγιοι, νά προτιμήσουν τόν θάνατο, καί ὄχι τούς ρύπους πού προκαλεῖ ἡ ἁμαρτία.
Δικαίως, λοιπόν, ἡ Παναγία μας ἀποτελεῖ ἐνσάρκωση τοῦ ἰδανικοῦ τῆς παρθενίας καί γι’ αὐτό στήν ἀκολουθία τοῦ Ἀποδείπνου ἀναφωνοῦμε πρός Αὐτήν: «Ἄσπιλε, ἀμόλυντε, ἄφθορε, ἄχραντε, ἁγνή παρθένε, θεόνυμφε Δέσποινα…». Καί μέ τόν θαυμάσιο ὕμνο ψάλλουμε: «Τί σέ καλέσωμεν, ὦ Κεχαριτωμένη; Οὐρανόν. ὅτι ἀνέτειλας τόν Ἥλιον τῆς δικαιοσύνης. Παράδεισον. ὅτι ἐβλάστησας τό ἄνθος τῆς ἀφθαρσίας. Παρθένον. ὅτι ἔμεινας ἄφθορος. Ἁγνήν Μητέρα. ὅτι ἔσχες σαῖς ἁγίαις ἀγκάλαις Υἱόν, τόν πάντων Θεόν. Αὐτόν ἱκέτευε, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν». Δηλαδή: Πῶς νά σέ καλέσουμε, Κεχαριτωμένη; (Θά σέ καλέσουμε) Οὐρανόν, διότι ἀνέτειλες τόν Ἥλιον τῆς δικαιοσύνης. Παράδεισον, διότι ἐβλάστησες τό ἄνθος τῆς ἀφθαρσίας. Παρθένον, διότι, ἄν καί γέννησες, δέν ἔχασες τήν παρθενία σου. Μητέρα ἁγνή, διότι στήν ἀγκαλιά σου κράτησες Υἱόν, τῶν ὅλων Θεό. Αὐτόν ἱκέτευε νά σώσει τίς ψυχές μας.
Ἠχηρό ράπισμα…
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός στήν ὁμιλία του «εἰς τό Γενέσιον τῆς Θεοτόκου» δίνει ἠχηρό ράπισμα πρός ὅλους ἐκείνους πού μαζί μέ τό Νεστόριο ἀμφισβήτησαν ὅτι ἡ Παναγία μας εἶναι ἡ Θεοτόκος: «Νεστόριοι, γνωρίστε τα αὐτά καί νικηθέντες, ἐπειδή ὁ Θεός εἶναι μαζί μας, δέν θά εἶναι ἄνθρωπος ἤ πρεσβευτής, ἀλλά ὁ ἴδιος ὁ Κύριος θά ἔρθει καί θά μᾶς σώσει». «Ἄς εἶναι εὐλογημένος αὐτός πού ἔρχεται στό ὄνομα τοῦ Κυρίου» (Ἡσαΐας 43, 9). «Εἶναι ὁ Θεός ὁ Κύριος πού φανερώθηκε σέ μᾶς» (Ψαλμ. 117, 26). «Ἄς ντραπεῖ ὁ Νεστόριος καί ἄς βάλει τό χέρι του στό στόμα του. Θεός εἶναι τό παιδί καί πῶς δέν εἶναι Θεοτόκος αὐτή πού γεννᾶ; Ἄν κάποιος δέν παραδέχεται τήν ἁγία Παρθένο ὡς τήν Θεοτόκο, εἶναι δίχως τή Θεότητα. Δέν εἶναι δικός μου ὁ λόγος, ἄν καί τόν εἶπα ἐγώ, εἶναι θεολογικότατη κληρονομία πού τήν δέχθηκα ἀπό τόν Θεολόγο Πατέρα μας Γρηγόριο» (ΕΠΕ τ. 9ος, Θεσσαλονίνη 1991). Καί συνεχίζει ὁ ἴδιος: «Ἄς χορεύει ἡ παρθενία, γιατί ὅπως λέγει ὁ Ἡσαΐας (7,14) «γεννήθηκε ἡ Παρθένος πού θά συλλάβει καί θά γεννήσει υἱόν καί θά τόν ὀνομάσουν Ἐμμανουήλ, δηλαδή ὁ Θεός εἶναι μαζί μας» (ΕΠΕ 9, σελ. 189, Θεσσαλονίκη 1991).
- Ἡ Παναγία μας δίνει ἠχηρό ράπισμα στούς Προτεστάντες, οἱ ὁποῖοι ἀπό αἰῶνες ἔχουν ἀρνηθεῖ τήν Ὑπεραγία καί Ἀειπάρθενο Θεοτόκο. Ὁ δέ Παπισμός καινοτομεῖ καί δημιουργεῖ μιά ἀνεξάρτητη καί αὐτόνομη «Μαριολογία» στηριζομένη πάνω σέ «νέα δόγματα», τά ὁποῖα παρήγαγε καί συνεχῶς παράγει «ὁ ἀλάθητος» Πάπας στή Ρώμη, καθότι ἡ «Μαριολογία» παραμορφώνει τό ἀληθινό πρόσωπο τῆς Παναγίας Θεοτόκου. Εἶναι δέ δεδομένο, ὅτι καί οἱ πρῶτοι καί οἱ δεύτεροι ἔχουν ἀποκοπεῖ ἀπό τήν ἀληθινή καθολική Ὀρθόδοξη πίστη καί παράδοση τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας στήν ὁποία ἡ Παναγία, Μήτηρ τοῦ Χριστοῦ, ἡ Θεοτόκος εἶναι «τό σκῆπτρον τῆς Ὀρθοδοξίας» (Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας, Ὁμιλία στήν Γ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο Manse 4, 1253).
Ὁ πατήρ Ἀλέξανδρος Σμέμαν λέει τά ἑξῆς: «Γνωρίζω πολύ καλά πώς εἶναι δύσκολο νά δοῦμε τή σύνδεση ἀνάμεσα στά «σύγχρονα προβλήματα» καί στήν Παναγία, ἐπειδή ἡ Παναγία στήν καθολική Δύση ἔχει γίνει ἀντικείμενο μιᾶς σχεδόν ξεχωριστῆς λατρείας. Στήν Ἀνατολή, ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, θεωρεῖται «δεδομένη» καί δέν προκαλεῖ κανέναν προβληματισμό καί σκέψη. Δέν ὑπάρχει «Μαριολογία» στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἄν αὐτός ὁ ὅρος ὑποτίθεται πώς σημαίνει ἰδιαίτερο θεολογικό κλάδο, ἕνα ξεχωριστό διανοητικό σύνολο προβλημάτων. Ἡ εὐλάβεια πρός τήν Παναγία διαποτίζει κυριολεκτικά ὁλόκληρη τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Ἀποτελεῖ μιά «διάσταση τοῦ δόγματος τῆς εὐσέβειας, τῆς Χριστολογίας καθώς καί τῆς Ἐκκλησιολογίας» («Ἡ Παναγία», Ἐκδόσεις Ἀκρίτας, Ἀθήνα 2003).
- Δίνει ἠχηρό ράπισμα στούς Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβά, οἱ ὁποῖοι ἰσχυρίζονται ὅτι «ἡ Μαρία δέν ἠμποροῦσε νά εἶναι «μήτηρ τοῦ Θεοῦ», ἀφοῦ ὁ Θεός εἶναι Χωρίς Ἀρχή» («Πάντα δοκιμάζετε» σ.242, 243 Χ).
- Δίνει ἠχηρό ράπισμα ἡ Γ΄ Οἰκουμενική Σύνοδος ἡ ὁποία καθόρισε: «…Ὁμολογοῦμεν τήν ἁγίαν Παρθένον Θεοτόκον διά τό τόν Θεόν Λόγον σαρκωθῆναι καί ἐνανθρωπῆσαι καί ἐξ αὐτῆς τῆς συλλήψεως ἑνῶσαι ἑαυτῷ τόν ἐξ αὐτῆς ληφθέντα ναόν» (Ἰωάννου Καρμίρη «Τά δογματικά», τ. 1ος σ. 155).
- Δίνει ἠχηρό ράπισμα σέ ὅσους κληρικούς ἀμνηστεύουν τό θανάσιμο ἁμάρτημα τῶν προγαμιαίων σχέσων καί τῆς ὁμοφυλοφιλίας, ὁδηγώντας τούς νέους καί τίς νέες εἰς «ἕτερον εὐαγγέλιον» (Γαλ. 1, 6). Ἀλήθεια, πῶς θὰ δεχτεῖ ὁ οἰκουμενικὸς πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος τὸν δεδηλωμένο ὁμοφυλόφιλο ἀρχηγὸ τῆς ἀξιωματικῆς ἀντιπολιτεύσεως κ. Στέφανο Κασσελάκη καὶ θὰ ψάλλει τὸ ἀπολυτίκιον τῶν Θεοφανείων «Ἐν Ἰορδὰνῃ βαπτιζομένου σου Κύριε…» ἐνώπιον ἑνὸς δημοσίου σημαίνοντος προσώπου ποὺ προωθεῖ συνειδητὰ μὲ τὰ λόγια καὶ τὸ παράδειγμά του τὴν βδελυκτὴ καὶ θεομίσητη ὁμοφυλοφιλία; Τί ἐντύπωση ἄραγε θὰ δώσει σὲ ὅσους θὰ τοὺς δοῦν ἰδίοις ὄμμασι ἢ ἀπὸ τηλοψίας; Ὅτι ἡ ὁμοφυλοφιλία εἶναι πλέον ἀποδεκτὴ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ συνακολούθως ἀπὸ τὸν Θεό; Πῶς θὰ ὑμνήσει ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως κ. Βαρθολομαῖος τὸν Τριαδικὸ Θεὸ ἐνώπιον ἑνὸς ἀνθρώπου ποὺ μὲ τὶς δημόσιες ἐνέργειες καὶ προθέσεις του περιφρονεῖ καὶ ἀντιμάχεται τὴ διδασκαλία τοῦ ἐν Ἰορδάνῃ βαπτισθέντος Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ; Ὦ τῆς ὑποκρισίας καὶ τῆς ἀνευλαβοὺς εὐλαβείας!
- Δίνει ἠχηρό ράπισμα καί σέ ὅσους θεωροῦν ὅτι ἡ ὁμοφυλοφιλία εἶναι μιά «φυσική ἕλξη», τήν ὁποία ἔχει φυτεύσει ὁ Θεός σέ κάποιους ἀνθρώπους, ὅπως διατείνεται καί ὁ Μητροπολίτης Νέας Ἰωνίας κ. Γαβριήλ. Ἄπαγε τῆς βλασφημίας!
- Δίνει ἠχηρό ράπισμα στούς κυβερνώντες καί στά πολιτικά κόμματα πού θέλουν νά νομοθετήσουν τὸν πολιτικὸ γάμο τῶν ὁμοφυλοφίλων καί τήν τεκνοθεσία – σοδομικό ἁμάρτημα – διαστρεβλώνοντας τήν φυσιολογία τοῦ ἀνθρώπου καί ἀλλοιώνοντας τή σύνθεση τῆς κοινωνίας.
- Δίνει ἠχηρό ράπισμα σέ κάποιους ἐκπαιδευτικούς, οἱ ὁποῖοι ἐνῶ ἔχουν κληθεῖ νά παρέχουν – σύμφωνα μέ τό Σύνταγμα – τήν ἑλληνοχριστιανική ἀγωγή διαστρέφουν τίς ψυχές τῶν παιδιῶν μας.
- Δίνει ἠχηρό ράπισμα σέ ὅσους μέ τίς διάφορες παρελάσεις ἀσχημονοῦν κρατώντας στά χέρια τους τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας μας, τοῦ Ἁγίου Νικολάου καί ἄλλων Ἁγίων δείχνοντας τήν ἀσέβεια τῆς καρδίας τους.
- Δίνει ἠχηρό ράπισμα σέ ὅσους βλασφημοῦν τόν Χριστό μας καί τήν Παναγία μας ἀλλά καί τούς Ἁγίους μας. Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός λέει τά ἑξῆς: «Ἕνας ἄνθρωπος νά ὑβρίσει τόν πατέρα μου, τήν μητέρα μου, τόν ἀδελφόν μου ἔχω χρέος σάν Χριστιανός νά τόν συγχωρήσω. Τό νά ὑβρίσει τόν Χριστό μου και τήν Παναγία μου, δέν θέλω νά τόν βλέπω».
Θεομητορικό μήνυμα
Πολύ διδακτικά εἶναι τά λόγια τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου: «Ἄς κατασκευάσωμεν τήν ἐνθύμησιν καί καρδιάν μας ταμεῖον καί κατοικίαν τῶν ἀρετῶν τῆς Θεοτόκου. Πῶς τοῦτο ἠμποροῦμεν νά κάμωμεν; Παρθένος εἶναι ἡ Θεοτόκος καί φιλοπάρθενος καί ἁγνή καί φίλαγνος. Βέβαια καί ἡμεῖς, ἄν ἔχωμεν ὄχι μόνον ἁγνόν τό σῶμα ἀπό κάθε σαρκικήν ἁμαρτίαν, ἀλλά καί τήν ἐνθύμησίν μας καθαράν ἀπό αἰσχρούς καί ρυπαρούς λογισμούς, θέλομεν ἀποκτήσει εἰς τόν ἑαυτόν μας τήν χάριν τῆς ὑπεράγνου Παρθένου. Φεύγει αὐτή κάθε αἰσχρόν πάθος; Τούς ρυπαρούς λογισμούς ἀποστρέφεται; Σιχαίνεται τήν γαστριμαργίαν; Πολεμεῖ τήν πορνείαν; Μισεῖ τοῦ θυμοῦ τά κινήματα; Δέν δέχεται τόν φθόνον καί τάς φιλονικείας; Ἔτσι καί ἡμεῖς, πρέπει νά μισῶμεν ὅλα τά ἀνωτέρω πάθη, ἐάν θέλωμεν νά εἴμεθα μιμηταί καί φίλοι τῆς Παρθένου. Πάλιν ἐκ τοῦ ἐναντίου, ἡ Παρθένος χαίρει εἰς τήν νηστείαν καί τήν ἐγκράτειαν˙ εὐφραίνεται εἰς τήν παρθενίαν καί σωφροσύνην…, ἀγαπᾶ τήν εἰρήνην καί τήν πραότητα˙ ἐναγκαλίζεται τήν ἀγάπην καί τήν ταπείνωσιν˙ διά τοῦτο καί ἡμεῖς πρέπει νά ἀγαπῶμεν τάς ἀρετάς ταύτας, ἐάν θέλωμεν νά εἴμεθα ἀκόλουθοι καί μιμηταί τῆς Παρθένου…»
(Ἑορτοδρόμιον ἐν Βενετίᾳ 1830).
Ἐμεῖς δε, ἄς εὐχαριστήσουμε τήν Παναγία μας γιά τή συμβολή της στό ἔργο τῆς Θείας Οἰκονομίας. Ἄς τήν τιμοῦμε μέ ὕμνους καί ὠδές πνευματικές. Ἄς τήν ἐπικαλούμαστε σέ ὅλες τίς στιγμές τῆς ζωῆς μας, ἀφοῦ εἶναι ἡ Ὑπέρμαχος Στρατηγός τοῦ Ἔθνους μας. Κι ἄς μιμηθοῦμε τήν ἁγιασμένη της ζωή, γιά νά γίνει σκέπη καί ἀρωγός μας, γιατί γνωρίζουμε ὅτι στό τέλος αὐτῆς τῆς ἱστορίας τοῦ κόσμου πού φαίνεται ὅτι θριαμβεύει τό κακό καί ἡ ἁμαρτία, ὁ Χριστός θά νικήσει. «Ἐγώ εἰμι τό Α καί τό Ω, λέγει Κύριος ὁ Θεός, ὁ ὤν καί ὁ ἦν και ὁ ἐρχόμενος, ὁ Παντοκράτωρ» (Ἀποκάλυψη 1, 8), μέ τίς πρεσβεῖες τῆς Παναγίας, Ἀχράντου, Ὑπερευλογημένης καί Ἐνδόξου Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί Ἀειπαρθένου Μαρίας καί πάντων τῶν Ἁγίων.