«Ἀντίστητε τῶ διαβόλω καὶ φεύξετε ἀφ᾿ἡμῶν»
Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
σε μαθητάς & μαθήτριες των Κατηχητικῶν Σχολείων Πτολεμαΐδος 1978
Χαίρω διότι δὲν εἶνε μικρό πράγμα στὸν σύγχρονο κόσμο, στὴν ἐποχὴ αὐτὴ τῆς ἀθεΐας καὶ ἀπιστίας, δὲν εἶνε μικρό πράγμα, ἑκατοντάδες παιδιά, μαθηταί καὶ μαθήτριαι τοῦ Γυμνασίου σὰν ἐλάφια διψασμένα, νὰ τρέχετε στὴν πηγή, στὴν διδασκαλία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὰ Κατηχητικά Σχολεῖα. Αὐτὸ πολὺ μᾶς παρηγορεῖ καὶ πολὺ μᾶς ἐνθουσιάζει. Γι᾿αὐτὸ αἰσθάνομαι χαρὰ καὶ δοξάζω τὸ Θεό.
Αἰσθάνομαι ὅμως καὶ μιὰ λύπη, διότι ὡς ἐπίσκοπος θὰ ἔπρεπε νὰ εἶμαι ἐγὼ ὁ κατηχητής σας, ὁ κατηχητὴς ὅλων τῶν παιδιῶν τῆς περιφερίας μου καὶ τῶν μικρῶν παιδιῶν ἀκόμη, γιατὶ αὐτὸ εἶνε τὸ σπουδαιότερο ἔργο τοῦ ἐπισκόπου. Θὰ ἔπρεπε λοιπὸν τὴν διδασκαλία τῶν παιδιῶν νὰ τὴν ἔχω ἐγὼ ὁ ἐπίσκοπος. Νὰ διδάσκω σ᾿ ὅλα τὰ Κατηχητικὰ Σχολεῖα τῆς Μητροπόλεως.
Θυμᾶμαι τὰ ἀλησμόνητα χρόνια, ποὺ ὡς ἱεροκήρυκας πῆγα σὲ διάφορες πόλεις τῆς Ἑλλάδος καὶ δὲν εἶχα τὰ μεγάλα βάρη τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος, εἶχα πολλὰ κατηχητικὰ σχολεῖα καὶ χαρὰ καὶ ἀγαλίαση μου ἦταν νὰ βόσκω τ᾿ἀρνάκια τοῦ Χριστοῦ. Δυστυχῶς τώρα πρέπει νὰ ὁμολογήσω, ὅτι βρίσκομαι μακρυὰ ἀπὸ τὴν νεότητα τῆς Πατρίδος. Καὶ τοῦτο διότι στὰ γηρατειά μου ἔχω βάλλει βαρὺ σταυρό, τὸ φορτίο τῶν ἐπισκοπικῶν μου ὑποχρεώσεων.
Ἀλλὰ τὴν λύπη μου αὐτὴ τὴν
μετριάζει ἕνα γεγονός ὅτι τὴν κατήχηση τῶν παιδιῶν τὴν ἒχω ἐμπιστευθεῖ
ὂχι σὲ ἐπαγγελματίες, ἀλλὰ σὲ ἀξιόλογα ἱεραποστολικὰ πρόσωπα, κληρικοὺς
καὶ λαϊκούς, ἂνδρας καὶ γυναίκας καὶ κορίτσα ἀκόμη, ποὺ ἐργάζονται
ἀνιδιοτελῶς στὸν ἀγρὸ τοῦ Κυρίου.
Τὰ πρόσωπα αὐτὰ ὑπῆρξαν ἂλλοτε μαθηταί καὶ μαθήτριαι τοῦ
Κατηχητικοῦ Σχολείου καὶ γνωρίζουν πολὺ καλὰ τὴν ἀνεκτίμητη ἀξία ποὺ
ἒχει τὸ Κατηχητικό, γιὰ τὴν διαμόρφωση τοῦ χριστιανικοῦ χαρακτήρα.
Ὁμιλοῦν λοιπὸν ἐκ πείρας καὶ ἐκ καθήκοντος. Σ᾿αὐτὰ τὰ πρόσωπα
ποὺ ἐργάστηκαν μὲ ζῆλο ἡ Ἐκκλησία μας ἐκφράζει τὴν εὐαρέσκειά της.
Τὸ Κατηχητικὸ σχολεῖο εἶνε τὸ μόνο Σχολεῖο ποὺ δὲν πληρώνει.
Οὔτε δραχμὴ δὲν παίρνει ὁ κατηχητὴς ἢ ἡ κατηχήτρια. Καὶ ὅμως εἶνε τὸ
μόνο σχολεῖο ποὺ μισὴ θανάσιμα ὁ κόσμος.
Ἐδῶ δίπλα στὴν Ἀλπάνια, δὲν ἐπιτρέπεται νὰ λειτουργήση κανένα
κατηχητικό σχολεῖο. Δὲν ἐπιτρέπεται ὁ παπᾶς νὰ πλησιάση καὶ νὰ κατηχήση
τὰ παιδιά.
Τὸ ἕνα λοιπὸν αἰσθημα ποὺ νιώθω εἶνε χαρά, τὸ ἂλλο λύπη καὶ τὸ τρίτο ἀνησυχία.
Ἀνησυχῶ πολὺ ἐγὼ ὁ γέρων ἐπίσκοπος.
Σᾶς ἂκουσα μὲ χαρὰ καὶ ἀγαλίαση παιδιὰ νὰ τραγουδᾶτε καὶ νὰ
ψάλλετε. Μοῦ φανήκατε σὰν ἀηδόνια ποὺ κελαϊδοῦν μέσα στὸ δάσος. Ἀλλὰ
γεννᾶται τὸ ἐρώτημα, μετὰ τρία χρόνια, μετὰ πέντε χρόνια, δέκα χρόνια,
ὅταν μεγαλώσετε ὅταν πᾶτε στὸ Πανεπιστήμιο καὶ πάρετε τὰ διπλώματά σας,
ὅταν πᾶτε στρατιῶτες, ὅταν, ὅταν…παντρευτῆτε, θὰ ἐξακολουθῆτε νὰ ἔχετε
αὐτὸ τὸ φλογερὸ αἴσθημα, ποὺ ἔχετε τὴν ὥρα αὐτή;
Ἀμφιβάλλω καὶ ἀνησυχῶ, γιατὶ ξέρω ὅτι, αὐτὴ ἡ αἰσχρὴ κοινωνία
τοῦ 20ου αἰῶνος, ὂχι μόνο ἐδῶ στὴν Ἑλλάδα ἀλλὰ παντοῦ, ποὺ δυστυχῶς ἒχει
ὅνομα ὅτι εἶνε χριστιανική, ἀλλὰ τὸ 95% εἶνε ἀντιχριστιανική. Μέσα
σ᾿αὐτὴ τὴν κοινωνία ποὺ ζοῦν τὰ παιδιά συναντοῦν πολλὰ ἐμπόδια, ποὺ δὲν
τοὺς ἀφήνουν, νὰ διαμορφώσουν ἕναν πάγιο χριστιανικὸ χαρακτήρα. Ὃλα τὰ
σπρώχνουν στὴν ἀθεΐα. Τὸ ραδιόφωνο, ἡ τηλεόραση, τὰ βιβλία, ἡ
διδασκαλία, τὸ ὅλο κλίμα τῆς κοινωνίας εἶνε ἐναντίον τῆς χριστιανικῆς
Πίστεως καὶ ἡθικῆς. Καὶ εἶνε ἡρωισμὸς τὰ χρόνια αὐτὰ ὁ νέος νὰ πιστεύη
στὸ Χριστό. Γι᾿αὐτὸ αὐτοὶ ποὺ πιστεύουν εἶνε λίγοι, μιὰ μειονότητα στὸν
κόσμο αὐτό.
Ἀλλὰ ὅσα ὁλίγα καὶ νὰ εἶνε εἰς τὶς μέρες μας πραγματοποιῆτε τὸ ρητό: « Ἐκ στόματος νηπίων καὶ θηλαζόντων κατηρτήσω αἶνον».
Εἶνε ὁλίγα τὰ παιδιὰ αὐτά, ἀλλὰ ὅσο ὁλίγα καὶ νὰ εἶνε, ἒχουν
μέσα τους μιὰ μαχητικότητα ἀκατάβλητη, γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τῆς Ὀρθοδόξου
Πίστεως.
Τὰ παιδιά αὐτὰ τὰ ἡρωϊκά, τὰ παιδιὰ ποὺ μέσα στὶς φλέβες τους,
τρέχει αἶμα ἡρώων καὶ μαρτύρων, πρέπει νὰ τὰ ἐπενθυμήσουμε τὸ ρητό:
«Ἀντίστητε τῶ διαβόλω καὶ φεύξετε ἀφ᾿ἡμῶν».
Εἶνε ὁλίγα τὰ παιδιά αὐτὰ ἐν σχέση μὲ τὴν πλειονότητα τῶν νέων,
ἐν σχέση μὲ τὸν κόσμο τῆς ἀθεΐας καὶ ἀπιστίας. Σ᾿αὐτὰ τὰ παιδιὰ ποὺ μὲ
τόσο πόθο πηγαίνουν στὸ Κατηχητικὸ Σχολεῖο ἣθελε νὰ πῶ τὰ ἐξῆς:
Παιδιά μου, ὅσα ὁλίγα καὶ νὰ εἶσθε νὰ προσέχετε, γιὰ νὰ μὴν
παρασυρθῆτε, ἀπὸ τὸ ρεῦμα τοῦ κακοῦ. Γι᾿αὐτὸ θὰ σᾶς ἐπενθυμήσω τὸν μῦθο
τοῦ Αἰσώπου.
Μιὰ ἀλεποῦ πιάστηκε στὴν φάκα
καὶ κόπηκε ἡ οὐρά της καὶ ἒμεινε κουλουβή. Πῶς νὰ γυρίζη αὐτὴ χωρὶς οὐρὰ
μὲ τὶς ἂλλες ἀλεποῦδες, δὲν μποροῦσε, δὲν αἰσθανόταν καλά. Τότε
σκέφτηκε νὰ βάλλη καὶ τὶς ἂλλες ἀλεποῦδες γιὰ νὰ κόψουν τὶς οὐρές. Πῆγε
λοιπὸν καὶ φώναξε ὅλες τὶς ἀλεποῦδες ἀπὸ τὸ δάσος καὶ τὶς ἒβγαλε λόγο,
πρόσεχε νὰ μὴν δοῦν ποὺ δὲν εἶχε οὐρά.
Ἂ, λέγει, ἀγαπητές μου ἀλεποῦδες, αὐτὸς ὁ Θεὸς μᾶς ἒκανε πολλὰ
καλά. Μᾶς ἒκανε τὰ πιὸ ἒξυπνα ζῶα στὸν κόσμο. Καλὰ περνᾶμε. Ἒχουμε
μυαλό, ἐξυπνάδα καὶ πονηριά. Πᾶμε στὰ κοττέτσια, ἀρπάζουμε τὶς κόττες,
τὶς τρῶμε καὶ μιὰ χαρὰ περνᾶμε. Ὃλα τὰ ἒχουμε καλά, ἀλλὰ ἒχουμε καὶ ἕνα
ἐλάττωμα. Μᾶς ἒδωσε ὁ Θεὸς κάτι ποὺ δὲν μᾶς χρειάζεται. Ποιό εἶπαν οἱ
ἀλεποῦδες; Νὰ μᾶς ἒδωσε τὴν οὐρά καὶ μπερδεύεται καὶ δὲν μᾶς ἀφήνει νὰ
κινηθοῦμε ἂνετα. Γι᾿αὐτὸ πρωτείνω ἐδῶ στὴν συνέλευση μας νὰ κόψουμε τὶς
οὐρές, γιὰ νὰ εἲμαστε πιὸ εὐκίνητες, πιὸ ἐλεύθερες καὶ πιὸ ὂμορφες. Ἂ,
καλὰ λές, εἶπαν οἱ ἀλεποῦδες. Νὰ κόψουμε τὶς οὐρές. Τότε σηκώνεται μιὰ
γρηὰ ἀλεποῦ καὶ λέει. Γιὰ νὰ δοῦμε, ἒχει οὐρὰ αὐτή;
Ἐπειδὴ δὲν εἶχε οὐρὰ αὐτὴ ἡ ἀλεποῦ, συνιστοῦσε καὶ τὶς ἂλλες
γιὰ νὰ κόψουν τὶς οὐρὲς τους. Καὶ ἒτσι κατάλαβαν τὴν πονηριὰ αὐτῆς τῆς
ἀλεποῦς καὶ δὲν κόψαν τὶς οὐρές τους καὶ οἱ ἂλλες.
Ὁ μῦθος δηλεῖ. Ἂν ἕνα κοριτσιάκι χάσει τὴν τιμή της, ἀμέσως
φωνάζει τὶς φιλενάδες της καὶ προσπαθεῖ νὰ τὶς παρασύρη, νὰ τὶς κάνη σὰν
αὐτήν. Νὰ χάσουν καὶ ἐκεῖνες τὴν τιμή τους. Ἐπειδὴ ἐκείνη διεφθάρηκε,
θέλει ὅλα τὰ κορίτσια νὰ διεφθαροῦν. Εἶνε μανία αὐτό, εἶνε κακία, εἶνε
καταστροφή.
Ὃπως ὁ φθισικός. Παλαιότερα μερικοὶ φθισικοί, φτύναν μέσα στὰ
πορτοκάλια, γιὰ νὰ μεταδώσουν τὴν ἀσθένειά τους καὶ σ᾿ἂλλους. Ἐπειδὴ
ἦταν αὐτοὶ φθισικοὶ θέλαν καὶ τοὺς ἂλλους φθισικούς.
Ἒτσι κάνουν καὶ τὰ κορίτσα ποὺ διεφθάρηκαν, θέλουν γιὰ νὰ μεταδώσουν τὴν διαφθορά τους σ᾿ ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερα κορίτσια.
Μακρυὰ λοιπὸν ἀπὸ τέτοια κορίτσα καὶ ἀγόρια διεφθαρμένα. Εἶνε ἀλεποῦδες χωρὶς οὐρές.
Καὶ τ᾿ἀγόρια καὶ τὰ κορίτσα νὰ προσέχουν, ἀπὸ τὰ παιδιὰ ποὺ
καπνίζουν. Ἓνα ἀγόρι 12 χρονῶν ποὺ ἂρχισε νὰ καπνίζη, προσπαθεῖ νὰ βάλλη
ὅλους τοὺς φίλους του νὰ καπνίζουν.
Λοιπὸν μακρυὰ ἀπ᾿αὐτὰ τὰ πρόσωπα. Πρέπει τὰ παιδιὰ τῆς Ἑλλάδος,
τὰ χριστιανικὰ παιδιὰ νὰ προβάλλουν ἀντίσταση, ν᾿ἀντισταθοῦν ἐναντίον
τοῦ κακοῦ, ποὺ βρίσκεται γύρω τους.
Εἶπα καὶ ἂλλοτε τὸ ἐπαναλαμβάνω καὶ τώρα καὶ δὲν θὰ παύσω νὰ τὸ
ἐπαναλαμβάνω. Ὃταν ἣμουν στὰ ἱεροκήρυκας στὰ ψηλὰ βουνὰ τῶν Γρεβενῶν,
ἐκεῖ ποὺ εἶνε οἱ πηγὲς τοῦ Ἀλιάκμονα, εἶδα ἕνα πράγμα. Εἶδα στὰ νερὰ τοῦ
Ἀλιάκμονα, ὅσα ψάρια ἦταν ψώφια τὰ ἒπαιρνε τὸ ποτάμι τοῦ Ἀλιάκμονα καὶ
τὰ πήγαινε κάτω στὴν Θεσσαλονίκη. Ὃσα ψάρια ἦταν ζωντανὰ πηγαίναν κόντρα
μὲ τὸ ρεῦμα.
Παιδιά μου, ζωντανὰ ψάρια νὰ εἶστε, τοῦ Μεγάλου Ψαρᾶ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Νὰ πᾶτε κόντρα μὲ τὴν ἄπιστη καὶ διεφθαρμένη κοινωνία. Κόντρα
μὲ τὸν πατέρα καὶ τὴν μάνα, ὅταν εἶνε ἂπιστοι καὶ σᾶς σπρώχνουν πρὸς τὴν
ἀθεΐα. Κόντρα μὲ τοὺς δασκάλους καὶ τοὺς καθηγητάς, ἂν αὐτοὶ
ἐξεκλείνουν ἀπὸ τὸν προορισμό τους καὶ σᾶς κηρύττουν ἀπιστία καὶ ἀθεΐα.
Κόντρα μὲ τὴν διεστραμένη κοινωνία. Κόντρα στὸ ρεῦμα αὐτὸ τὸ παγκόσμιο
τῆς διαφθορᾶς. Κόντρα μ᾿ὅλους τοὺς δαίμονας. Θ᾿ἀντισταθοῦμε ὡς Ἓλληνες,
ὡς Ἑλληνίδες, ὡς χριστιανοὶ καὶ νὰ εἶστε βέβαιοι ὅτι ὅσον ὁλίγοι καὶ νὰ
εἶστε δὲν θὰ νικήσουν οἱ ἂθεοι καὶ οἱ ἄπιστοι, θὰ νικήσουν οἱ πιστοί,
γιατὶ πράγματι ὁ Χριστὸς δὲν ἀπέθανε, ἀλλὰ ζῆ καὶ βασιλεύει εἰς τοὺς
αἰώνας τῶν αἰώνων.
Γέρος πλέον ἐπίσκοπος, ποὺ βρίσκομαι στὸ τέλος τῆς ἐπιγείου
ζωῆς μου, ὕστερα ἀπὸ πολύπλακτον καὶ περιπετειώδη βίον 40 ἐτῶν στὴν
Πατρίδα σᾶς συνιστῶ παιδιά. Ἂν ἔρθη ἐποχὴ ποὺ θὰ ἀκούσωμε καὶ ἐμεῖς ὄχι
στὸ θέατρο, ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα διωγμός. Καὶ θ᾿ ἀκουστῆ ἡ λέξη
διωγμὸς ἐναντίον τῶν πιστῶν χριστιανῶν, μὴ φοβηθεῖτε, μὴ δειλιάσετε. Ἐγὼ
μὲν δὲν θὰ ζῶ πλέον, θὰ βρίσκομαι ὑπὸ τὸν τάφο, ἀλλὰ ἐσεῖς τὴν φωνὴν
τῆς Νικομηδείας, τὴν φωνὴ τῶν μαρτύρων, θ᾿ ἀκούσετε νὰ φωνάζουν, ἀπ᾿
ἄκρου εἰς ἄκρου διωγμός καὶ οἱ Ἐκκλησίες καὶ οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ ἐπίσκοποι
θὰ ἐξαλείψουν τὸ Εὐαγγέλιο, γιὰ νὰ κηρυχθῆ νέον εὐαγγέλιο. Καὶ ὅτι
γίνεται στὴν Ἀλβανία καὶ ὅτι γίνεται σὲ χῶρες μακριά, θὰ γίνη καὶ στὴν
Ἑλλάδα, προφητεύω. Ἀλλὰ ἕνα πράγμα νὰ ξέρετε πολὺ καλά, ὅτι δὲν θὰ
νικήσουν οἱ ἂθεοι, ἀλλὰ οἱ πιστοί. Ἐσεῖς παιδιά μου ὅσο λίγα καὶ ἂν
μείνετε μὲ τὸν Χριστό, μή φοβηθεῖτε, θὰ νικήσετε. Καὶ ἂν ἀκόμα παιδί
μου, παιδὶ τοῦ Κατηχητικοῦ Σχολείου, παιδὶ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, τοῦ Πόντου
καὶ τῆς Μακεδονίας καὶ ἂν σ᾿ἀρνηθεῖ ἡ μάνα σου καὶ ὁ πατέρας καὶ μείνεις
ἕνας μέσα στὴν Πτολεμαΐδα καὶ ἂν ὅλη ἡ κοινωνία τῆς Πτολεμαΐδος
γονατίσει μπροστὰ στὸν διάβολο, ἐσὺ μὴ γονατίσεις, νὰ τὸν πολεμήσης καὶ
σὺ ὁ ἕνας θὰ νικήσης.
Σᾶς τὸ εἶπα καὶ τὸ τονίζω· Μπορεῖ νὰ γονατίσουν ἂλλες πόλεις,
ἀλλὰ ἡ Πτολεμαΐδα ποὺ εἶνε βαμένη μὲ τὸ αἶμα τῶν μαρτύρων, δὲν θὰ
γονατίση ποτέ.
Στὶς φλέβες σας μικρῶν καὶ μεγάλων ρέει αἶμα μαρτύρων τῆς Νικομηδείας, τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ τοῦ Πόντου.
Ἡ Πτολεμαΐδα μας θὰ γίνη Κάστρο τοῦ Χριστοῦ καὶ θὰ ἀποδείξουμε
γιὰ μιὰ ἀκόμη φορὰ πρὸς πεῖσμα τῶν δαιμόνων ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἀπέθανε,
ἀλλὰ ζῆ εἰς αἰώνας αἰώνων.