Από το βιβλίο “Πνευματικά Γυμνάσματα” του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου
Η βία και η δυναστεία, που χρησιμοποιεί εναντίον μας ο διάβολος, δεν βρίσκεται στην καταδυνάστευση της θελήσεώς μας, η οποία είναι πάντοτε ελεύθερη και δεν μπορεί να εξαναγκασθή στην συγκατάθεση και στην διάπραξι της αμαρτίας από όλον τον άδη μαζί, αλλά βρίσκεται στην έξαψι της φαντασίας με αισχρές και ηδονικές εικόνες και η ταραχή της με φοβερούς λογισμούς απιστίας και βλασφημίας, μέσα από τους οποίους, μη γνωρίζοντας οι άπρακτοι και οι αρχάριοι να διακρίνουν την αίσθηση και την προσβολή του νού από την συγκατάθεση της θελήσεως, θεωρούν τον εαυτό τους ως χαμένο. Αλλά δεν έχει άδεια και διάβολος να χρησιμοποιεί τόσο συχνά αυτά τα όπλα της βίας εναντίον μας, και να γίνεται δράκοντας με τόση δύναμι. Τα πιο συνηθισμένα όπλα του είναι οι επιβουλές και οι πανουργίες, με τις οποίες μάς πολεμεί σαν φίδι πανούργο με επτά τρόπους, όπως λένε οι θείοι πατέρες, οι καλούμενοι νηπτικοί.
Ο α’ τρόπος, που χρησιμοποιεί ο διάβολος είναι το να σταματά για λίγον καιρό τον πόλεμο και να μην μας πειράζη, με σκοπό να κάνη τον άνθρωπο να πιστέψη, ότι είναι πλέον ασφαλής και έτσι να γίνη περισσότερο αμελής, επειδή αυτή η νομιζόμενη αίσθηση της ασφάλειας, όπως έχουμε πει άλλοτε[1], είναι μητέρα της αμέλειας. Ο κυνηγός μερικές φορές δεν προξενεί φασαρία, για να μείνη ακίνητο το θηρίο» και μόλις το δεί σε ανάπαυσι, τότε ρίχνει το βέλος και το πληγώνει έτσι κάνει πολλές φορές και ο διάβολος. Σε αφήνει να παγιδευθής καλά σε εκείνη την φιλία, σε εκείνη την επιθυμία, σε κάποιον άλλον κίνδυνο, χωρίς να σε ταράξη με κανέναν λογισμό ή με καμμία παρακίνησι- και όταν σε δή αιχμαλωτισμένο στον έρωτα εκείνου του προσώπου, τότε ρίχνει το βέλος και σε θανατώνει.
Ο β’ τρόπος είναι, το να πειράζη ο διάβολος εκείνον που άλλαξε ζωή και γλύτωσε από τα χέρια του και να τον πειράζη δυνατώτερα και πιο συχνά από τότε, που τον πείραζε πριν την αλλαγή και αυτό δεν είναι παράδοξο. Διότι και ένας εχθρός δεν πολεμά τα τείχη εκείνου του κάστρου, που ανοίγει από μόνο του τις πόρτες και του δίνει μόνο του τα κλειδιά, αλλά πολεμεί τα τείχη εκείνου του κάστρου, που κυβερνιέται και που αντιστέκεται ανδρεία στον εχθρό. «Ο δαίμονας απαξιoί να κτυπήση εκείνους, που ξέρει καλά, ότι εύκολα μπορεί να τους κυριεύση», λέει ο άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος (Βιβλ. ιδ’. ηθικ. Κεφ. ιβ).
Ο γ ́ τρόπος που χρησιμοποιεί ο διάβολος είναι το να αρχίζη από το λίγο, για να μπορέση να λάβη το πολύ ή και το όλο εαν μπορέση, έλεγε ένας Όσιος, ότι ο διάβολος ζητά μερικές φορές μία μόνο τρίχα, αλλά αλλοίμονο σε σένα εάν του την δώσης, διότι αμέσως πλέκει με αυτήν ένα δυνατό σχοινί, για να σε δέση, γι’ αυτό ο διάβολος ονομάζεται και σχοινοπλόκος.
Από τον Δαβίδ δεν ζήτησε άλλο, παρά ένα βλέμμα μονάχα και βλέμμα από μακρυά και βλέμμα κατά σύμπτωσι, όχι από πρόθεση και μελέτη. Και τι λιγότερο μπορούσε να ζητήση από έναν άγιο άνθρωπο, σαν τον Δαβίδ, που ήταν στην καρδιά του Θεού και πού ευεργετήθηκε με τόσες μεγάλες και υψηλές ευεργεσίες και μετείχε, κατά κάποιον τρόπο, στα μυστήρια του Θεού; «Μου αποκάλυψες και φανέρωσες τα άδηλα και τα απόκρυφα της σοφίας σου» (Ψαλμ. 50,6). Παρόλα αυτά εκείνο το λίγο ήταν αρκετό στον διάβολο, σαν ένα ολόκληρο οπλοστάσιο πολεμικών μηχανών, για να γκρεμίση στην γη τον μεγαλύτερο άγιο που βρισκόταν τότε στον κόσμο.
Ο δ’ τρόπος, που χρησιμοποιεί ο διάβολος είναι να παρακινή τον άνθρωπο να μην ζητά συμβουλή από κανέναν έμπειρο πνευματικό στους πειρασμούς και τους λογισμούς, που του εμφανίζονται, και να μην τους φανερώνη σ’ αυτόν. έτσι ενεργεί και ένας παράνομος άνθρωπος (λέει ο άγιος Ιγνάτιος) που θέλει να παραπλανήση μία επιπόλαιη κόρη. Πριν από κάθε άλλο, όταν της λέη να μην φανερώση στους συγγενείς της τίποτε από τα λόγια και τις συνομιλίες που έχουν μεταξύ τους, και γι’ αυτόν τον λόγο η εξουσία των δαιμόνων λέγεται εξουσία του σκότους. «Άλλ’ αυτή είναι η ώρα σας, ώρα που κυριαρχεί το σκοτάδι» (Λουκ. 22,53). Διότι όσο είναι σκοτεινή και αγνώριστη έχει δύναμι· εάν όμως έλθη στο φώς και φανερωθή, χάνει κάθε ισχύ και δύναμι.
Ο ε’ τρόπος, που χρησιμοποιεί ο διάβολος είναι να σε παρακινή στην αμαρτία, με το να προφθάνη και να σου λέω ότι έπεσες, χωρίς να έχης πέσει, επειδή και μόνο σκέφθηκες την αμαρτία. Και αυτό το κάνει, για να δειλιάσης και να παραδώσης τα όπλα και να μην του αντιστέκεσαι πλέον. Άν, όμως, εσυ αποφάσισες να μην κάνης συγκατάθεση στους κακούς λογισμούς, που σου προβάλλει αν συχνά αποφασίζης το αντίθετο, αν και προσεύχεσαι συνέχεια στον Θεό, αν σου φαίνεται ότι χωρίς αντιλογία και με ανοικτούς οφθαλμούς δεν είναι δυνατό να κάνης ποτε ένα τέτοιο αμάρτημα, στο οποίο σε παρακινεί ο εχθρός, στέκε με καλή καρδιά και μη φοβάσαι, διότι αυτά είναι σημεία ότι θα νικήσης και όχι ότι θα νικηθής. Ο Αββάς Ισίδωρος είπε μία φορά. «Είναι σαράντα χρόνια που με πολεμεί ένας πειρασμός, αλλά ποτέ δεν έκανα συγκατάθεσι σ’ αυτόν». επειδή, όμως, δεν είναι εύκολο να γνωρίζη κανείς να διακρίνη, ποιά είναι η απλή προσβολή του λογισμού και ποια είναι η συγκατάθεσις[2], γι’ αυτό και ο διάβολος με αυτές τις επιβουλές νικά πολλούς αρχάριους εαν δεν προσέχουν.
Ο ς’ τρόπος, που χρησιμοποιεί ο εχθρός, είναι να σε παρακινή να πέσης μία μόνη φορά στην αμαρτία και αμέσως θα σταματήση ο λογισμός και θα τελειώση ο πόλεμος- ψέμμα φανερό, μολονότι με αυτό πλανα πολλούς. Διότι είναι βέβαιο, ότι αν του αντισταθούμε στην παρακίνησί του, αυξάνει σε μάς η καλή συνήθεια και η έξις. αν, όμως, κάνουμε συγκατάθεση σε αυτήν, αυξάνει σε μάς ή κακή κλίσις και το αχαλίνωτο πάθος, γι’ αυτό λοιπόν, αν δώσουμε είσοδο σε μία παράβασι, ανοίγουμε την πόρτα σε πολλές παραβάσεις «Η Ιερουσαλήμ αμάρτησε βαρύτατα, γι’ αυτό ολίσθησε σε ταραχή και έπεσε σε αμαρτία», λέει ο προφήτης Ιερεμίας (Θρήν. 1,8), δηλαδή αφού αμάρτησε μία φορά έγινε πλέον πιο αδύνατη και συνεπώς στράφηκε πάλι στο να αμαρτήση. Όταν το λιοντάρι γευθή μία φορά το αίμα, δύσκολα μπορεί πλέον να εξημερωθή.
[1] Βλέπε και στην Μελέτη για τον πόλεμο, που ήλθε να βάλη ο Χριστός στην γη με το Ευαγγέλιο.
[2] Άλλο πράγμα είναι η προσβολή του λογισμού και άλλο ή συγκατάθεσις ή προσβολή, σύμφωνα με τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος, είναι ένας ψιλός λογισμός ή μία είκόνα κάποιου πράγματος και μία ενθύμησις του διαβόλου, που σου λέει κάνε τούτο το κακό ή τούτο, όπως λέει ο Ιωσήφ Βρυένιος (λόγ. ιε’ περί Τριάδος), που είναι χωρίς επιτίμιο και κανόνα, όπως λέει ο άγιος Ιωάννης ο Νηστευτής (καν. β), γιατί δεν γίνεται με την προαίρεσί μας. Ενώ η συγκατάθεσις είναι μία ηδονική συγκατάθεσις της ψυχής, την οποία κάνει θεληματικά, για να κάνη το κακό εκείνο και το πάθος, που τον πολεμεί, σύμφωνα πάλι με τον Ιωάννη της Κλίμακος και τον Βρυέννιο. Αυτή είναι αρχή και αιτία των επιτιμίων, σύμφωνα με τον Νηστευτή. Σημείωσε, όμως, επειδή κατά τον μέγα Βασίλειο (διάταξ. ιζ’ ήξ η) με δύο τρόπους μας προσβάλλουν οι πονηροί λογισμοί ή επειδή η ψυχή δεν βρίσκεται σε πνευματικά νοήματα και από μόνη της μετεωρίζεται σε άπρεπα νοήματα και άπρεπες φαντασίες ή από επιβουλή του διαβόλου, ο οποίος θέλει να φαντάζη στην διάνοιά μας κακούς λογισμούς, για να μας εμποδίζη από τα καλά νοήματα. Γι’ αυτό και η επιβουλή εκείνη, που μας συμβαίνει από επιβουλή του διαβόλου, είναι φανερό, ότι είναι χωρίς κανόνα και χωρίς επιτίμιο ενώ η προσβολή που γίνεται από αργία και αμέλεια της ψυχής μας, δεν είναι χωρίς επιτίμιο όχι για την προσβολή την ίδια, αλλ’ επειδή αμέλησε η ψυχή, και βρίσκοντάς την ο εχθρός να μην έχη καλά νοήματα, της έσπειρε τον πονηρό λογισμό.
https://orthodoxa-keimena.gr