Κυριακὴ ΣΤ΄ Λουκᾶ (Λουκ. 8,26-39)
Του Μητροπολιτου Φλωρινης Αυγουστινου
Τὸ εὐαγγέλιο σήμερα (βλ. Λουκ. 8,26-39) κάνει λόγο, ἀγαπητοί μου, γιὰ κάποιον δαιμονισμένο.
Τί θὰ πῇ δαιμονισμένος; Ἄνθρωπος ποὺ τὸν κυρίευσε δαιμόνιο.
Πολλοὶ θεωροῦνται ἐλεύθεροι ἀλλὰ κατ᾿ οὐσίαν εἶνε δοῦλοι τῶν παθῶν
τους· καὶ αὐτὸς φαινόταν ἐλεύθερος ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα βρισκόταν
ὑπὸ τὴν κατοχὴ δαιμόνων. Ὅπως μία χώρα ὅσο βρίσκεται ὑπὸ κατοχὴν
δὲν μπορεῖ ν᾽ ἀναπτύξῃ δική της ἐλεύθερη ζωή, ἔτσι κι ὁ ἄνθρωπος
αὐτός. Δὲν ἦταν ἐλεύθερος, ὅ,τι ἔλεγε καὶ ἔκανε ἦταν κατ᾽ ἐπιταγὴν
τῶν δαιμονίων· ἦταν τρόπον τινὰ ἕνα ῥομπότ. Ἔκανε πράγματα παράλογα
καὶ τρομερά· σὲ ὥρα κρίσεως τοῦ δαιμονισμοῦ ἔπεφτε ἄλλοτε στὴ φωτιὰ
καὶ ἄλλοτε στὸ νερό, καὶ μόλις ποὺ προλάβαιναν οἱ δικοί του νὰ τὸν
σώσουν. Δυστυχισμένος αὐτός, ἀκόμη πιὸ δυστυχισμένος ὁ πατέρας του.
Τί ἔχουμε ν᾽ ἀπαντήσουμε; Δὲν μποροῦμε ἐδῶ ν᾽ ἀναπτύξουμε πλήρως τὰ περὶ δαιμόνων· εἶνε μεγάλο τὸ θέμα. Θὰ πῶ κυρίως 2 – 3 μόνο λόγους ποὺ βεβαιώνουν ὅτι ἡ ὕπαρξι δαιμονικοῦ κόσμου εἶνε ἀναμφισβήτητη.
* * *
Ἀπόδειξις πρώτη· ὁ ἑαυτός μας.
Ἂν ἔχουμε τὸ «γνῶθι σαυτόν», θὰ δοῦμε ὅτι καὶ στὸν ἁγιώτερο ἄνθρωπο,
καὶ στὸν ἀσκητή, ἔρχονται στιγμὲς τραγικές, ποὺ κλονίζεται ἀπὸ σκέψεις
ἀλλόκοτες, δαιμονικές. Τέτοια πράγματα περιγράφει ὁ Ντοστογιέφσκυ στὸ
βιβλίο του «Οἱ δαιμονισμένοι»· διαβάστε το. Ὅπως τὸ δέντρο σείεται
ἀπὸ σφοδρὸ ἄνεμο, ὅπως τὸ μικρόβιο εἰσχωρεῖ στὸν ὀργανισμὸ καὶ
δημιουργεῖ κατάστασι νοσηρή, ὅπως τὸ σκουλήκι τρώει ἐσωτερικῶς τὸν
κόρμο, ἔτσι καὶ ὁ σατανᾶς μᾶς ἐξαπατᾷ μὲ λογισμοὺς ποὺ ὑποβάλλει·
σφαλερὲς ὑποθέσεις, βρωμερὲς φαντασίες, κακίες, ἐγωιστικὰ σχέδια,
ζήλειες, ἀπογοητεύσεις, ἀπελπισίες… Πῆτε μου, ἀδέρφια μου, τί
σκέπτεστε, νὰ σᾶς πῶ τί εἶστε. Διότι τὰ λόγια καὶ οἱ ἐξωτερικὲς
ἐκδηλώσεις κινοῦνται ἀπὸ ἐσωτερικὲς σκέψεις καὶ διαθέσεις. Ὅπως λέει
κάποιος νεώτερος φιλόσοφος, ἡ πονηρὴ καὶ ἁμαρτωλὴ σκέψι εἶνε αὐτοκτονία
τῆς ψυχῆς. Ἀπὸ τοὺς λογισμοὺς ἐξαρτῶνται ὅλα.
Ὅτι ὑπάρχει λοιπὸν δαιμονικὸς κόσμος τὸ μαρτυρεῖ ἡ συνείδησί
μας. Τὸ μαρτυροῦν ἀκόμη ἐγκλήματα, ποὺ διαπράττουν ἀποφώλια τέρατα καὶ
φρίττει καὶ ἀπορεῖ ἡ κοινὴ γνώμη, πῶς ἕνας ἄνθρωπος καταντᾷ νὰ γίνῃ
ἀγριώτερος κι ἀπὸ τὰ θηρία τῆς ζούγκλας. Ὑπόδικος δράστης ἀγρίου
ἐγκλήματος ἀναγκάζεται ἐνώπιον τῶν δικαστῶν του νὰ ὁμολογῇ· Δὲν τό
᾿θελα αὐτὸ ποὺ ἔκανα, ὁ διάβολος μ᾽ ἔβαλε νὰ τὸ κάνω…
Δὲν θὰ παραλείψω ὅμως ν᾽ ἀναφέρω ὅτι τὴν ὕπαρξι δαιμονικοῦ
κόσμου μαρτυροῦν ἐπίσης ὁ πνευματισμὸς καὶ τὰ μέντιουμ. Δὲν θὰ
ἐπεκταθῶ ἐδῶ. Τί εἶνε πνευματισμός; Εἶνε μιὰ νέα Πυθία τῶν Δελφῶν, μιὰ
ἀναβίωσι τῆς εἰδωλολατρίας, δηλαδὴ νεκρομαντία (βλ. Λ τῆς Ὀδυσσείας),
ἐπικοινωνία μὲ ὕποπτα, σκοτεινὰ κι ἀκάθαρτα πνεύματα ποὺ
ἐμφανίζονται μὲ τὸ προσωπεῖο προσφιλῶν νεκρῶν, σπουδαίων
προσωπικοτήτων καὶ ἁγίων· εἶνε θρησκεία, ποὺ ἀντὶ γιὰ ἱερεῖς ἔχει τὰ
μέντιουμ καὶ ἀντὶ γιὰ ἁγία τράπεζα ἔχει μία «τράπεζα δαιμονίων» (Α΄
Κορ. 10,21), γύρω ἀπ᾽ τὴν ὁποία μαζεύονται νύχτα τὰ θύματα τῆς ἀπάτης
καὶ περιμένουν τὴν ἐπίσκεψι τοῦ ἑωσφόρου· κι αὐτὸς διὰ τῶν μέντιουμ
(ἀνθρώπων, γυναικῶν ἢ καὶ ἀντρῶν, ποὺ εἶνε ὄργανά του) ἐξερεύγεται –
λέει τοὺς χρησμούς του ἀνακατεύοντας μὲ τὸ ψέμα καὶ μερικὲς ἀλήθειες
γιὰ νὰ ἐξαπατᾷ τοὺς ἀφελεῖς. Δηλητήριο τοῦ σατανᾶ εἶνε ὁ
πνευματισμός. Ἐναντίον του ὑπάρχει καὶ καταδικαστικὴ ἀπόφασι τῆς
Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (βλ. περ. «Σπίθα» φ. 148/Ὀκτ.
1953). Τὰ μέντιουμ εἶνε σαφὴς ἀπόδειξις ὅτι ὑπάρχουν δαιμόνια.
Γιὰ τὸν Χριστιανὸ βέβαια, καὶ ἂν ὅλα αὐτὰ δὲν φανοῦν ἀρκετά,
ἀρκεῖ ἡ μαρτυρία τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου (βλ. Λουκ. 8,26-39), ποὺ
βεβαιώνει τὴν ὕπαρξι τῶν δαιμόνων. Καὶ ὄχι μόνο αὐτό· ὅλη ἡ ἁγία Γραφὴ
καὶ ἡ ἱερὰ παράδοσις ὁμιλοῦν περὶ δαιμόνων. Τί μᾶς λένε δηλαδή;
Οἱ δαίμονες δὲν ἦταν ἀνέκαθεν πνεύματα πονηρά. Στὴν ἀρχὴ ἦταν
ἄγγελοι φωτεινοί. Ὁ δὲ ἀρχηγός τους, ὁ σατανᾶς, ἦταν ὁ ἑωσφόρος, τὸ
λαμπρότερο ἄστρο. Ἀλλὰ ὁ σατανᾶς ἔπεσε κατὰ τὰς Γραφάς (βλ. Ἠσ.
14,13-14). Τί ἁμαρτία ἔκανε ὁ διάβολος; πορνεία, μοιχεία; Μικρὰ εἶν᾽
αὐτά, τὸ μεγαλύτερο ἁμάρτημα εἶνε ἡ ὑπερηφάνεια· ἡ ὑπερηφάνεια λοιπὸν
ἔρριξε τὸν ἑωσφόρο. Κι αὐτὸς μετά, ἀπὸ τὴν κακία του, ἔρριξε καὶ
τοὺς πρωτοπλάστους στὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα· ἀλλ᾽ οὐσία τοῦ
προπατορικοῦ ἁμαρτήματος εἶνε – τί· ἡ ὑπερηφάνεια. Ἀφαιρέστε τὴν
ὑπερηφάνεια καὶ γαλήνη θὰ ἐπέλθῃ στὸν κόσμο.
Ὑπερηφανεύτηκε ὁ σατανᾶς. Σκέφτηκε νὰ γίνῃ σὰν τὸ Θεό. Εἶπε
μέσα του· «Εἰς τὸν οὐρανὸν ἀναβήσομαι, …ἔσομαι ὅμοιος τῷ Ὑψίστῳ», θ᾽
ἀνεβῶ στὸν οὐρανό, θὰ γίνω ὅμοιος μὲ τὸν Ὕψιστο (Ἠσ. ἔ.ἀ.). Καὶ μόλις
σκέφτηκε ἔτσι, ἀμέσως κατρακύλισε· ὁ φωτεινὸς ἄγγελος ἔγινε
σκοτεινὸς διάβολος καὶ ἀρχηγὸς τῶν πονηρῶν πνευμάτων. Καὶ ἔκτοτε
δὲν ἡσυχάζει· ταράζει τὸν κόσμο.
Πῶς δρᾷ; Στὸν Βίον τοῦ μεγάλου Ἀντωνίου, ποὺ ἔγραψε ὁ μέγας
Ἀθανάσιος (βλ. P.G. 26,836-976Β), παρακολουθοῦμε τὴν πάλη τοῦ ἀγαθοῦ μὲ
τὸ πονηρὸ πνεῦμα, τοῦ ἁγίου ἀσκητοῦ μὲ τὸν διάβολο. Ὁ ὅσιος πατὴρ
βγῆκε στὴν ἔρημο, ἀσκήτευε καὶ προσευχόταν. Ἐκεῖ δέχτηκε ἐπιθέσεις
μὲ ἀκάθαρτους λογισμούς, μὲ φαντασίες ἀπρεπεῖς, μὲ ἀπατηλὲς φωνές,
ψεύτικα ὁράματα, εἰκονικὲς παραστάσεις καὶ μεταμορφώσεις σὲ ἄγρια
θηρία καὶ ἑρπετά, μὲ τρομακτικοὺς θορύβους. Μιὰ φορὰ τὸ κελλί του
σειόταν ἀπὸ ἐπιδρομὴ τῶν δαιμόνων· ὁ ἅγιος ἐπικαλέστηκε τὴ θεία βοήθεια
μὲ τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», ἔδεσε τὸν διάβολο, τὸν
ἀνέκρινε καὶ τὸν ὑποχρέωσε ἐν ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ νὰ φανερώσῃ τί
παγίδες στήνει καὶ πῶς ἐξαπατᾷ καὶ γκρεμίζει τὰ θύματά του. Ὁ κόσμος
βλέπετε κοιμᾶται, οἱ κληρικοὶ ἀδιαφοροῦμε, οἱ φρουροὶ τῆς τάξεως
ἀμελοῦν, ἀλλὰ οἱ δαίμονες δὲν ἡσυχάζουν· ἀναπτύσσουν
δραστηριότητα· σπέρνουν στὰ ἀντρόγυνα διαζύγια, στὶς οἰκογένειες
διχασμό, στὰ παιδιὰ καὶ τοὺς νέους αὐθάδεια καὶ ἀσέβεια, στὰ σχολεῖα
ἀμέλεια καὶ ὀκνηρία, στὰ δικαστήρια ἀδικία καὶ ψευδορκία, στὸ
ἐμπόριο καὶ τὴν ἀγορὰ αἰσχροκέρδεια καὶ κλοπή, στὶς ἐκκλησίες
σκάνδαλα καὶ ἀσέβειες…
* * *
Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ποιός, ἀδελφοί μου, μπορεῖ ν᾽ ἀμφισβητήσῃ ὅτι ὑπάρχει δαιμονικὸς κόσμος;
–Ἀλλὰ γιατί, θὰ μὲ ῥωτήσετε, ἐπιμένεις στὸ ζήτημα αὐτό; γιατί κάνεις τόσο κόπο ν᾽ ἀποδείξῃς ὅτι ὑπάρχει δαιμονικὸς κόσμος;
Αὐτό, ἀγαπητοί μου, ἔχει «στρατηγική» σημασία. Τί ἐννοῶ; Ὅταν
ἕνας ἐχθρὸς καταφέρῃ, ὁ ἀντίπαλος νὰ τὸν χάσῃ ἀπὸ ᾽μπρός του, νὰ γίνῃ
ἀθέατος καὶ νὰ τὸν νομίζουν ἀνύπαρκτο, τότε γίνεται πολὺ ἐπικίνδυνος·
καὶ ὅταν ἕνας Χριστιανὸς βαυκαλίζεται ὅτι δὲν ὑπάρχουν δαίμονες, ὅτι
δὲν τὸν ἀπειλεῖ κανείς, τότε ὁ διάβολος ἐπιτυγχάνει τὸ στόχο του·
ὅταν ὅμως ὁ πιστὸς ξέρῃ τὸν ἐχθρό του, τότε προστατεύεται, ἀμύνεται,
νικᾷ. Ἡ ὑποτίμησις τοῦ ἐχθροῦ πληρώνεται ἀκριβά, ἔχει ὡς συνέπεια τὴν
ἧττα. Μὴν ὑποτιμήσετε τὴ δύναμι τοῦ διαβόλου· ἀλλοίμονό μας ἂν τὸν
νομίσουμε εὐκαταφρόνητο.
–Τέτοια δύναμι λοιπὸν ἔχει ὁ σατανᾶς; θὰ πῆτε· παντοῦ κυριαρχεῖ; παντοδύναμος εἶνε;
Ὄχι· ὁ σατανᾶς δὲν εἶνε παντοδύναμος. Ἀλλοίμονο ἂν ἦταν ἔτσι.
Ἂν ὁ σατανᾶς καὶ τὰ ὄργανά του εἶχαν τὴ δύναμι νὰ κάνουν ὅ,τι θέλουν,
τότε θὰ εἶχαν καταστρέψει τὰ πάντα· θὰ ἔκαιγαν ὅλα τὰ δάση, θὰ ξήραιναν
ὅλες τὶς λίμνες, θὰ σκότωναν ὅλα τὰ ζῷα, θὰ ἔπνιγαν ὅλο τὸν κόσμο. Δὲν
εἶνε λοιπὸν παντοδύναμος· παντοδύναμος εἶνε μόνο ὁ Χριστός μας, ὁ
νικητὴς τοῦ ᾅδου καὶ τοῦ θανάτου, ὁ κυβερνήτης ὅλου τοῦ σύμπαντος.
Διαβάστε, παρακαλῶ, στὸ Εὐαγγέλιο τὴν περικοπὴ γιὰ τοὺς τρεῖς
πειρασμοὺς ποὺ νίκησε ὁ Κύριος στὴν ἔρημο· τὸ πρῶτο δαιμόνιο ἦταν τοῦ
φαγητοῦ καὶ τῆς ἡδονῆς, τὸ δεύτερο τῆς δόξης, καὶ τὸ τρίτο τοῦ πλούτου
καὶ τῆς ἐξουσίας (βλ. Ματθ. 4,1-11). Ἀλλὰ ἡ μεγάλη καὶ ὁριστικὴ νίκη
καὶ ὁ θρίαμβος τοῦ Χριστοῦ ἦταν ἐπὶ τοῦ σταυροῦ στὸ Γολγοθᾶ (βλ. Κολ.
2,14-15). Ὅπως λοιπὸν ὁ Χριστὸς νίκησε τότε τὰ δαιμόνια, ἔτσι δίνει καὶ
στὸν πιστὸ δοῦλο του τὴ δύναμι νὰ τὰ νικᾷ καὶ αὐτός.
Σήμερα τὸ δαιμόνιο ποὺ φαίνεται νὰ κυριαρχῇ εἶνε τὸ
δαιμόνιο τῆς σαρκός, τοῦ σέξ. Αὐτὸ –θυμηθῆτε τὸ λόγο μου– θὰ γίνῃ ὁ
τάφος τοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ. Χαίρονται οἱ σκοτεινὲς δυνάμεις
βλέποντας τοὺς λαοὺς νὰ ἐκφυλίζωνται, νὰ γίνωνται δοῦλοι τῆς σαρκός,
τῆς γαστρὸς καὶ τῶν ὑπογαστρίων· διότι ἔτσι εἶνε δύσκολο ἢ καὶ ἀδύνατον
νὰ ὑψώσῃ ὁ θνητὸς τὸ νοῦ του στὸ Θεό, νὰ «φρονῇ τὰ ἄνω» (ἔ.ἀ. 3,1).
Ὑπάρχουν βέβαια καὶ ἄλλοι δαίμονες· καὶ ὁ πιὸ ἐπικίνδυνος ἀπ᾽ ὅλους
εἶνε, ὅπως εἴπαμε, ὁ δαίμων τῆς ὑπερηφανείας.
Ποιός θὰ τὰ νικήσῃ; Μόνο ὁ Χριστὸς καὶ ὁ πιστὸς στὸ Χριστό.
Κάποτε οἱ ἀπόστολοι ρώτησαν τὸν Κύριο γιὰ ἕνα δαιμόνιο· –Γιατί ἐμεῖς
δὲν μπορέσαμε νὰ τὸ βγάλουμε; Καὶ ὁ Χριστὸς τοὺς ἀπήντησε· –«Διὰ τὴν
ἀπιστίαν ὑμῶν». Ἂν ἔχετε λίγη θερμὴ πίστι, ἕνα γραμμάριο, ἕνα ἠλεκτρόνιο
θερμῆς πίστεως, καὶ βουνὰ θὰ μετακινήσετε. Οἱ δαίμονες ἐκδιώκονται
μόνο «ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ» (Ματθ. 17,20-21). Νά τὰ ὅπλα σας· πίστι,
προσευχή, νηστεία. Μ᾽ αὐτὰ νίκησαν οἱ ἅγιοι.
Δῶστε μου λίγη τέτοια πίστι καὶ θὰ δῆτε πάλι, ὅτι «αὕτη ἐστὶν ἡ
νίκη ἡ νικήσασα τὸν κόσμον, ἡ πίστις ἡμῶν» (Α΄ Ἰω. 5,4). Ἡ πίστι στὸ
Χριστὸ νικᾷ τὰ δαιμόνια οἱουδήποτε χρώματος. Ὅταν αὐτὴ κυριαρχήσῃ στὸν
κόσμο, θὰ ὑψωθῇ ἡ λευκὴ σημαία τῆς εἰρήνης τοῦ Ἐσταυρωμένου· ᾧ ἡ δόξα
καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν!
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία ἀγνοουμένη ἀπὸ τὸν Κατάλογο, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 22-10-1978 πρωί, μὲ δικό μας τίτλο. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 15-9-2023.