Κυριακὴ ΙΑ΄ Ματθαίου (Ματθ. 18,23-35)
Του Μητροπολιτου Φλωρινης π. Αυγουστινου Καντιωτου
«Κύριε, ποσάκις ἁμαρτήσει εἰς ἐμὲ ὁ ἀδελφός μου καὶ ἀφήσω αὐτῷ; ἕως ἑπτάκις;» (Ματθ. 18, 21)
Ἡ εἰρήνη, ἀγαπητοί μου, εἶνε μυριοπόθητη. Ἀλλ᾽ ὅσο εἶνε ποθητή,
τόσο στὴν πρᾶξι εἶνε δυσκατόρθωτη. Ἡ Ἱστορία εἶνε γεμάτη φρικτοὺς
πολέμους ἐξ αἰτίας ἰδιοτελῶν συμφερόντων καὶ ἀδικιῶν. Οἱ ἄνθρωποι μὲ τὰ
πάθη τους ἀποδεικνύονται ἀγριώτεροι κι ἀπὸ τὰ θηρία.
Καὶ ἂν στὴ γῆ δὲν ἐπικρατῇ ἡ
παγκόσμιος εἰρήνη, στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἔπρεπε νὰ ἐπικρατῇ,
καὶ μάλιστα εἰρήνη βαθειά, ποὺ σὰν ποταμὸς θὰ δροσίζῃ τὶς ψυχές (βλ.
Ἠσ. 48,18). Αὐτὸ εἶνε εὔκολο. Μπορεῖ νὰ ἔχουν καὶ οἱ Χριστιανοὶ
διαφορὲς ὡς ἀτελεῖς ἄνθρωποι, ἀλλὰ συναισθάνονται, ἀγωνίζονται καὶ
ἔχουν ἀπὸ τὸν Κύριο ἕνα κανόνα γιὰ τὴν ἐξομάλυνσι διαφορῶν καὶ τὴν
εἰρήνευσι.
Τί λέει ὁ κανόνας αὐτός; Ὀφείλεις, Χριστιανέ, νὰ ζῇς εἰρηνικὰ
μὲ τοὺς ἀδελφούς σου. Ἂν ἕνας ἀδελφὸς σὲ ἀδικήσῃ, μὴ διακόψῃς σχέσεις·
συναντηθῆτε οἱ δύο σας μόνοι καὶ προσπαθῆστε μὲ πνεῦμα ἀγάπης νὰ
λύσετε τὴ διαφορά· ἂν τὸ ἐπιτύχετε, νικήσατε τὸ σατανᾶ. Ἂν ὅμως
ἐκεῖνος δὲν θελήσῃ ν᾽ ἀκούσῃ, πάρε μαζί σου ἕναν ἢ δύο ἄλλους
ἀδελφούς, ὥστε νὰ ὑπάρχουν καὶ μάρτυρες, συναντηθῆτε μαζί του καὶ
προσπαθῆστε νὰ συμφιλιωθῆτε. Ἂν καὶ πάλι δὲν ἀκούσῃ, ἀνάφερε τὸ ζήτημα
στὴν Ἐκκλησία, νὰ βοηθήσουν ὅλοι μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τοὺς προεστῶτες. Ἂν
παρακούσῃ καὶ τὴν Ἐκκλησία, τότε πλέον αὐτὸς ἀποκόπτεται καὶ δὲν θὰ
ἔχετε σχέσι μαζί του (βλ. Ματθ. 18,15-17).
Οἱ μαθηταὶ τοῦ Χριστοῦ ἄκουγαν τὴ διδασκαλία του περὶ ἀγάπης
καὶ ἀνεξικακίας, ἦταν ὅμως ἀκόμη στὸ πνεῦμα τῆς παλαιᾶς διαθήκης ποὺ
ἔλεγε «Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου καὶ μισήσεις τὸν ἐχθρόν σου» καὶ
«ὀφθαλμὸν ἀντὶ ὀφθαλμοῦ καὶ ὀδόντα ἀντὶ ὀδόντος» (Ματθ. 5,43· 5,38. Ἔξ.
21,24. Λευϊτ. 24,20. Δευτ. 19,21). Ἀλλὰ ὁ Πέτρος ἐνθουσιάζεται ἀπὸ
τὴν ἀνωτερότητα τῆς καινῆς διδαχῆς καὶ ἐρωτᾷ τὸν Διδάσκαλο· «Κύριε,
ποσάκις ἁμαρτήσει εἰς ἐμὲ ὁ ἀδελφός μου καὶ ἀφήσω αὐτῷ; ἕως ἑπτάκις;»
(Ματθ. 18,21). Τὸ νόημα τῆς ἐρωτήσεως εἶνε· Ναί, Κύριε, εἶμαι πρόθυμος
νὰ δείξω ἀνεξικακία, ἀλλὰ μέχρι ποῦ πρέπει νὰ φτάσῃ ἡ συγχωρητικότητά
μου; οἱ ῥαββῖνοι, στηριζόμενοι σὲ χωρία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης (βλ. Ἀμ.
1,3. Ἰὼβ 33,29-30), λένε νὰ συγχωροῦμε μέχρι τρεῖς φορές· ἐγὼ ἀκούγοντάς
σε προχωρῶ πιὸ πέρα καὶ λέω ἑπτὰ φορές· δὲν φτάνει;… Ὁ Πέτρος
ξεπερνώντας τὰ ὅρια τῶν ῥαββίνων περίμενε ν᾽ ἀκούσῃ ἔπαινο ἀπὸ τὸν
Κύριο· ἦταν ὅμως ἀκόμη μακριὰ ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Κύριος
ἀπαντώντας τοῦ δείχνει ἕναν ἀπέραντο ὠκεανὸ ἀγάπης, γιὰ τὸν ὁποῖο δὲν
ὑπάρχουν ἀριθμοὶ μετρήσεως. Ἡ ἀγάπη δὲν εἶνε φειδωλή, δὲν μετριέται·
σκορπίζει ἀφειδῶς τὰ δῶρα της, εἶνε μεγάλη ὅπως καὶ ὁ Θεός· διότι «ὁ
Θεὸς ἀγάπη ἐστί» (Α΄ Ἰω. 4,16). Ὄχι λοιπὸν «ἑπτάκις», Πέτρο, ἀλλὰ
«ἑβδομηκοντάκις ἑπτά» (Ματθ.18,22), δηλαδὴ ἀπεριόριστα, συνεχῶς καὶ διὰ
παντὸς ν᾽ ἀγαπᾷς καὶ νὰ συγχωρῇς. Μπορεῖς τόσο;
Ὁ Πέτρος ἄκουσε καὶ σιώπησε. Τί νὰ σκεπτόταν; Ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος ἡ
ἰουδαϊκὴ παράδοσι μὲ τὴν περιωρισμένη ἀγάπη καὶ συγχώρησι, ἀπὸ τὸ ἄλλο ἡ
διδασκαλία τοῦ λατρευτοῦ Διδασκάλου, ποὺ τοῦ ἔδειχνε ὄχι σταγόνες
ἀγάπης ἀλλὰ ἕναν ὠκεανὸ ἀπέραντο. Πῶς νὰ τὸν διαπλεύσῃ τὸ μικρὸ βαρκάκι
τῆς ἑβραϊκῆς ψυχῆς; Ἔπρεπε ἡ ψυχή του νὰ δεχθῇ Πνεῦμα ἅγιο.
* * *
Ὀ Κύριος, γνωρίζοντας τὴ διάθεσι
τοῦ Πέτρου, δὲν ἀρκέστηκε μόνο στὴν ἀνωτέρω προτροπή, ἀλλὰ ἔρχεται
τώρα καὶ μὲ μία ὡραία παραβολή, τοῦ βασιλέως καὶ τοῦ ἀσπλάχνου δούλου
(βλ. ἔ.ἀ. 18,23-35), νὰ παραστήσῃ ἐποπτικώτερα τὴ διδασκαλία του. Ἐδῶ
φαίνεται ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος ἡ εὐσπλαχνία τοῦ παμβασιλέως Κυρίου, ὁ ὁποῖος
εἶνε πρόθυμος νὰ σβήσῃ ἀπὸ τὰ βιβλία τῆς αἰωνιότητος ἕνα τεράστιο χρέος
ἁμαρτιῶν (ποὺ παριστάνεται μὲ μύρια τάλαντα, ποσὸ ποὺ ξεπερνᾷ τὰ δύο
ἑκατομμύρια χρυσὲς λίρες), κι ἀπὸ τὸ ἄλλο ἡ ἀσπλαχνία τοῦ ἀνθρώπου πού,
ἐνῷ στὸν ἴδιο δόθηκε ἄφεσις ἀναριθμήτων ἁμαρτιῶν, ἐν τούτοις αὐτὸς δὲν
ἐννοεῖ νὰ συγχωρήσῃ τὸν ἀδελφό του, ἀλλὰ τὸν πιέζει καὶ τὸν πνίγει γιὰ
ἕνα ἐλάχιστο χρέος (ποὺ εἰκονίζουν τὰ ἑκατὸν δηνάρια, περίπου ἑκατὸ
δραχμές). Ὅποιος διαβάζει τὴν παραβολὴ δὲν μπορεῖ νὰ μὴ φωνάξῃ· Ὤ
εὐσπλαχνία Θεοῦ, ὤ ἀσπλαχνία ἀνθρώπου!
Ἡ εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ! Ζαλίζεται ὁ νοῦς μας ὅταν ἀναλογιζώμαστε
τὸ μέγα αὐτὸ μυστήριο. Τί δὲν ἔκανε ὁ Θεὸς γιὰ τὸν ἄνθρωπο! Κι ὁ
ἄνθρωπος πῶς φέρεται ἀπέναντί του; τὸν εὐχαριστεῖ, τὸν δοξάζει, τὸν
σέβεται, τὸν λατρεύει;
Ἀλλοίμονο! κάθε λεπτὸ τῆς ὥρας γίνεται ἕνα πλῆθος ἁμαρτιῶν.
Νά μπροστὰ σὲ ὅλους ἡ πλάστιγγα τῆς θείας δικαιοσύνης. Ἁμαρτωλοί,
ἐλᾶτε· ζυγιστῆτε ὅλοι, μικροὶ καὶ μεγάλοι, φτωχοὶ καὶ πλούσιοι,
λαὸς καὶ ἄρχοντες, ἀγράμματοι καὶ ἐπιστήμονες. Ἕνας, ποὺ ζυγίστηκε,
βρέθηκε νὰ χρωστάῃ «μύρια τάλαντα» (ἔ.ἀ. 18,24). Καὶ ἂν ἀθροίζονταν τὰ
χρέη ὅλων, μπορεῖτε νὰ φανταστῆτε τί Ἱμαλάια ἁμαρτιῶν θὰ
σχηματίζονταν; Γιὰ ὅλα αὐτὰ τὰ ἁμαρτήματα, τὰ ἀνομήματα, τὰ ἀδικήματα,
τὰ ἐγκλήματα, τὶς βλαστήμιες καὶ τὶς ἄλλες ἀσέβειες, γιὰ ὅλα τὰ βδελυρὰ
καὶ ἀποτρόπαια, ποὺ διαρκῶς μαζεύονται, θά ᾽πρεπε ν᾽ ἀνοίξουν οἱ
καταρράκτες τοῦ οὐρανοῦ, νὰ σειστῇ ἡ γῆ, νὰ πλημμυρίσουν ποταμοὶ καὶ
θάλασσες, νὰ σβήσῃ ὁ ἥλιος, νὰ πέσουν τὰ ἄστρα… Ἀλλὰ ὁ Θεὸς
μακροθυμεῖ! Κ᾽ ἐπειδὴ ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ ἐξοφλήσῃ τὸ χρέος του,
ἀντὶ νὰ ῥιχτῇ αὐτὸς στὶς αἰώνιες φυλακές, ὑψώνεται στὸ σταυρὸ ὁ
μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ τὴν ὑψίστη ἐξιλαστήριο θυσία του
λυτρώνει τὸν φταίχτη.
Συναμαρτωλὲ ἀδελφέ μου! Σκέφτηκες ποτὲ τὴν ἄπειρη εὐσπλαχνία
τοῦ Θεοῦ; Ἤσουν ἔνοχος, χρωστοῦσες μύρια τάλαντα. Ἑκατὸ χρόνια νὰ ζοῦσες
σὲ μιὰ σπηλιὰ μὲ προσευχές, νηστεῖες καὶ ἄσκησι σκληρή, ἦταν ἀδύνατο νὰ
λυτρωθῇς μόνος σου, ἂν δὲν ἐρχόνταν στὸν κόσμο ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ.
Σώθηκες μὲ τὸ αἷμα Ἐκείνου. Μιά σταγόνα, ἕνα ἠκεκτρόνιο τοῦ τιμίου
αἵματός του φτάνει γιὰ νὰ σβήσῃ τὸ πλῆθος τῶν ἁμαρτημάτων σου. Στὸ
Ὄνομα Ἐκείνου ὁ ἱερεὺς σοῦ δίνει τὴν ἄφεσι τῶν ἁμαρτιῶν.
Ναί, παίρνεις ἄφεσι ἁμαρτιῶν. Ἀλλὰ ὑπὸ ἕναν ὅρο, ποὺ θέτει ὁ
Κύριος στὴν παραβολή· νὰ συγχωρῇς κ᾽ ἐσὺ ἀπ᾽ τὴν καρδιά σου ἐκεῖνον ποὺ
φταίει σ᾽ ἐσένα. Πῆρες ἕναν ὠκεανό, δῶσε κ᾽ ἐσὺ μιὰ σταγόνα. Σοῦ
χαρίστηκε ἕνα δισεκατομμύριο, πολὺ εἶνε νὰ χαρίσῃς μιὰ δραχμή; Τὸ
ἀπαιτεῖ τὸ οὐράνιο συμφέρον σου· γιατί ὄχι καὶ τὸ ἐπίγειο. Γιατὶ σὲ
ῥωτῶ· ποιός κάνει ἥσυχο ὕπνο, ἐκεῖνος ποὺ δὲν συγχωρεῖ ἢ ἐκεῖνος ποὺ
ἀπ᾽ τὴν καρδιά του συγχωρεῖ τὸν ἀδελφό του; Ἐκείνου ποὺ συγχωρεῖ
δροσίζει τὴν καρδιά του ἡ αὔρα τοῦ ἁγίου Πνεύματος· ἐκείνου ποὺ δὲν
συγχωρεῖ τὴν δαγκώνει τὸ ἀπαίσιο φίδι τῆς ἐκδικήσεως.
* * *
Ὅλοι, ἀγαπητοί μου, ὅσοι φέρουν
τὸ ὄνομα τοῦ Χριστιανοῦ πρέπει νὰ εἶνε πρόθυμοι νὰ δώσουν συγχώρησι σὲ
ὅποιον ἔφταιξε μέν, ἀλλ᾽ ἀναγνωρίζει τὸ σφάλμα του καὶ λέει·
Συγχωρῆστε με γιὰ ὅ,τι κακὸ σᾶς ἔκανα καὶ στὸ ἑξῆς ἀλλάζω διαγωγή… Τί;
νὰ μὴ δώσουμε συγγνώμη σὲ τέτοιον ἄνθρωπο; νὰ κλείσουμε τὰ σπλάχνα μας;
νὰ γίνουμε θηρία; Αὐτὸ καὶ μόνο φτάνει γιὰ νὰ μᾶς κλείσῃ τὴν θύρα τῆς
βασιλείας τῶν οὐρανῶν.
Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς ἀναφέρει στὶς διδαχές του (βλ. ἡμέτ.
ἔργ. σσ. 163 κ.ἑ.) τὸ ἑξῆς φοβερὸ παράδειγμα ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῶν διωγμῶν.
Δύο Χριστιανοὶ φίλοι, ὁ ἱερέας Σαπρίκιος καὶ ὁ Νικηφόρος, εἶχαν μεταξύ
τους μία διαφορά· ὁ Νικηφόρος ἔφταιξε σὲ κάτι στὸν Σαπρίκιο, κατόπιν
μετανόησε καὶ ζητοῦσε συγχώρησι, ὁ ἄλλος ὅμως δὲν τὸν συγχωροῦσε. Ὁ
Σαπρίκιος ὡμολόγησε τὸν Χριστό, τὸν ἔπιασαν καὶ τὸν ὡδηγοῦσαν πλέον
στὸ μαρτύριο. Ὁ Νικηφόρος ἔτρεχε πίσω του κλαίγοντας καὶ ζητώντας
συγχώρησι, ἀλλὰ ὁ Σαπρίκιος ἔμενε ἀμετάπειστος. Γι᾽ αὐτὴ τὴν
σκληροκαρδία του ὅμως, ἐνῷ τὸ ξίφος τοῦ δημίου ἦταν ἕτοιμο νὰ πέσῃ καὶ
νὰ τοῦ χαρίσῃ τὸ στεφάνι τοῦ μάρτυρος, ἡ θεία χάρις τὸν ἐγκατέλειψε·
δείλιασε καὶ ἀρνήθηκε τὸν Χριστό. Καὶ τότε τὴ θέσι του πῆρε ὁ ταπεινὸς
Νικηφόρος, ποὺ μαρτύρησε ἀντὶ αὐτοῦ (ἑορτάζει στὶς 9 Φεβρουαρίου).
Δὲν φτάνει, ἀδελφοί, νὰ συγχωροῦμε μόνο ἐκείνους ποὺ μετανοοῦν
καὶ ζητοῦν συγγνώμη· στὸν κύκλο τῆς ἀγάπης καὶ συγχωρήσεως πρέπει νὰ
βάλουμε κ᾽ ἐκείνους ποὺ ἐξακολουθοῦν νὰ μᾶς μισοῦν καὶ θέλουν τὸ κακό
μας. –Νὰ παραδοθοῦμε, θὰ πῆτε, στοὺς σφαγεῖς μας, ν᾽ ἀφήσουμε νὰ
πατήσουν ἐπὶ τῶν πτωμάτων μας;… Ὑπάρχουν γι᾽ αὐτοὺς «αἱ τεταγμέναι
ἐξουσίαι», ποὺ δὲν φέρουν «εἰκῇ τὴν μάχαιραν» (῾Ρωμ. 13,1-4) καὶ θὰ
ἐκπληρώσουν τὴν ἀποστολή τους. Ἐσὺ μὴ γίνεσαι κράτος, μὴ γίνεσαι
μάχαιρα, μὴν τρέφεις μέσα σου τὸ φίδι τῆς ἐκδικήσεως. Ὕψωσε τὴν καρδιά
σου στὸν Ἐσταυρωμένο, ποὺ γιὰ τοὺς δημίους του εἶπε «Πάτερ, ἄφες
αὐτοῖς· οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λουκ. 23,34). Τότε μόνο μπορεῖς νὰ
λὲς «Πάτερ ἡμῶν, …καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν
τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν» (Ματθ. 6,12). Διαφορετικά, γίνεσαι θεομπαίχτης·
καὶ ὁ «Θεὸς οὐ μυκτηρίζεται» (Γαλ. 6,7).
Ὅποιος δὲν συγχωρεῖ ἁμαρτάνει σοβαρά. Καὶ συχνὰ δυστυχῶς γιὰ
τὸ ἁμάρτημα αὐτὸ δὲν ὑπάρχει συναίσθησι. Πολὺ κοπιάζουν οἱ πνευματικοὶ
νὰ πείσουν μαλωμένους νὰ συμφιλιωθοῦν. –Ὁποιονδήποτε ἄλλον κανόνα βάλτε
μου, ἀλλὰ νὰ συγχωρήσω αὐτὸν ποὺ μὲ ἔβλαψε; ποτέ!… Τρομερὸ δαιμόνιο ἡ
ἐκδίκησι· ἡ συγχωρητικότητα θεωρεῖται ἀδυναμία, ἐνῷ κατὰ τοὺς λόγους
τοῦ Χριστοῦ εἶνε ἀρετή, ἡρωισμὸς τοῦ πνεύματος.
Πρὸς ἐσᾶς τέλος, ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου, στρέφομαι· γιατὶ
ἐσεῖς δοκιμάζεστε περισσότερο. Ὁ κόσμος τῆς ἀπιστίας καὶ τῆς διαφθορᾶς
δὲν σᾶς συγχωρεῖ, γιατὶ ὑψώνετε φραγγέλλιο, μαστιγώνετε τὶς κακίες τους,
στηλιτεύετε τὰ ἁμαρτήματά τους. Ἂν ἦταν δυνατόν, θὰ σᾶς σταύρωναν
στὴν πλατεῖα τῆς πόλεως· ψέματα, διαβολὲς καὶ συκοφαντίες εἶνε τὸ
νόμισμα μὲ τὸ ὁποῖο σᾶς πληρώνει ὁ κόσμος τοῦ σατανᾶ. Ἐσεῖς λοιπὸν τί
θὰ κάνετε; θὰ ζητήσετε ἐκδίκησι; Ὄχι. Ἀνυποχώρητοι στὶς ἀρχὲς τοῦ
Εὐαγγελίου, ἐνῷ εἶστε δριμεῖς ἐλεγκταὶ τῆς πλάνης καὶ τῆς κακίας, νὰ
εἶστε ὅμως συμπαθεῖς καὶ συγχωρητικοὶ πρὸς ἐκείνους ποὺ σᾶς μισοῦν καὶ
σᾶς ἀνεβάζουν σὲ σταυρό. Παρακαλέστε τὸν Κύριο νὰ σᾶς δώσῃ ἀνεξικακία.
Συγχωρῆστε. Πῆτε κ᾽ ἐσεῖς τὰ λόγια τοῦ πρωτομάρτυρος Στεφάνου «Κύριε, μὴ
στήσῃς αὐτοῖς τὴν ἁμαρτίαν ταύτην» (Πράξ. 7,60). Ὑπάρχουν κάτι
ἀρωματώδη δέντρα, ποὺ ὅταν τὰ κόβουν περιλούζουν μὲ εὐωδιὰ τὸ τσεκούρι
ποὺ τὰ χτυπᾷ. Ἔτσι κ᾽ ἐσεῖς, ἀρωματώδη δέντρα μέσα στὴν Ἐκκλησία τοῦ
Χριστοῦ, νὰ λούζετε μὲ τὸ ἄρωμα τῆς οὐράνιας συγγνώμης τὸν κόσμο ποὺ
σᾶς πληγώνει καὶ σᾶς σταυρώνει.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
― ἀπὸ τὸ βιβλίον «Ἀκολούθει μοι» (1965), Ἀθῆναι 19893, τὸ κεφάλαιο Ἡ συγχωρητικότης σσ. 216-227
«Κυριακὴ» 2577/2023 Ἡ συγχωρητικότητα (Ματθ. 18,21)