Ἡ μαγεία ἦτο ἀκόμη γνωστή καί στούς ἀρχαίους Ἕλληνες. Οἱ μῦθοι γιά τήν μάγισσα Κίρκη, τήν Μήδεια, τήν Πασιφάη καί ἄλλες δείχνουν ὅτι ὑπῆρχε μεγάλη σχέσις τῶν Ἑλλήνων μέ τίς μαγικές ἐπικλήσεις τῶν δαιμόνων, οἱ ὁποῖοι ἐμφανίζοντο σάν προστάτες καί γιατροί τῶν ἀνθρώπων. Τά Μαντεῖα τῶν Δελφῶν, τῆς Δωδώνης, τά Ἐλευσίνια μυστήρια δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἡ καταφυγή τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων στούς μάγους καί τίς μάγισσες τῆς ἐποιχῆς τους γιά τό κάθε πρόβλημα τῆς ζωῆς τους.
Μία σημαντική πραγματεία τοῦ Ἱπποκράτους, ὀνομαζομένη: «Περί τῆς ἱερῆς νόσου» μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ἐκείνη τήν ἐποχή ὑπῆρχαν μάγοι καί ἀγύρτες, οἱ ὁποῖοι μέ τίς ἐπικλήσεις τους πρός τά ἀόρατα πνεύματα τῆς πονηρίας ἐθεράπευαν ὄχι μόνο ἀρρώστειες, ἀλλά καί κατέβαζαν χαμηλά τήν σελήνη, προκαλοῦσαν σκότος μέ τήν κάλυψι τοῦ ἡλίου, δημιουργοῦσαν φαινομενική κακοκαιρία, διέταζαν τά σύννεφα νά ρίξουν βροχή ἤ νά ἐπέλθη ξηρασία στήν γῆ καί ἄλλα φυσικά φαινόμενα.
Οἱ γόητες καί φαρμακοί, ἐκείνη τήν ἐποχή, μέ τήν βασκανία καί ἄλλα μαγικά μέσα, ἠμποροῦσαν νά βλάψουν τούς ἀνθρώπους, καθιστῶντας τους ἀνίκανους, ἀσθενεῖς καί παράλυτους σ᾿ ὅλη τους τήν ζωή. Ἠμποροῦσαν ἀκόμη νά ἐπιφέρουν καί τόν θάνατο, ὅπως τοῦτο συμβαίνει σήμερα στήν Ἀφρική, ὅπως θά διηγηθοῦμε παρακάτω.
Μέχρι τά Ἑλληνιστικά χρόνια ἡ μαγεία στήν Ἑλλάδα δροῦσε μέ τήν μορφή τῆς δεισιδαιμονίας, χωρίς νά ἀναμιγνύεται μέ τήν θρησκεία. Ἐνῶ οἱ μάγοι δέν εἶχαν κάποια ἐξαιρετική θέσι στήν κοινωνία πού ζοῦσαν.
Ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου καί μετά ἡ μαγεία κυριάρχησε σ᾿ ὅλους τούς τομεῖς καί τίς κατηγορίες τῶν ἀνθρώπων. Οἱ μάγοι χρησιμοποιοῦντες διάφορα ἑλκυστικά ὀνόματα, ὅπως ἰατρομάντεις, ὀνειρομάντεις, φαρμακομάντεις, ἀστρομάντεις, νεκρομάντεις, χειρομάντεις καί ἀερομάντεις κυκλοφοροῦσαν παντοῦ στίς πόλεις καί στά χωριά ὑποσχόμενοι πλοῦτο, δόξα, ὑγεία, πολυτεκνία, ὀμορφιά καί κάθε ἀγαθό πού ἐπιθυμοῦσαν οἱ ἄνθρωποι, τά θύματά τους.
Διάδοχοι τῶν λαῶν τῆς Ἑλληνιστικῆς ἐποχῆς ἦσαν οἱ Ἕλληνες τῆς Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας, οἱ ὁποῖοι συνέχισαν νά ἀσκοῦν τήν μαγική τέχνη, παρά τίς ἀντιδράσεις τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Πολιτείας μέ ἀπαγορευτικούς νόμους. Βέβαια δέν εἶχε στό Βυζάντιο τήν παλαιά της αἴγλη καί ἐξάπλωσι, ὅμως ἐπετελεῖτο ἐν κρυπτῶ μέ τά ἴδια ἀσφαλῶς φθοροποιά ἀποτελέσματα.
Στούς νεωτέρους χρόνους ἡ ἐξάπλωσις τῆς μαγείας εἶναι τεράστια. Ὄχι μόνο ἄνθρωποι τῆς ὑπαίθρου, ἀλλά καί τῆς ἀριστοκρατικῆς κοινωνίας τρέχουν σέ παντός εἴδους μάγους, χαρτορίχτρες, ὀνειροκρίτες, ἀστρολόγους γιά νά μάθουν τήν τύχη τους. Ἀναφέρεται στό περιοδικό ΜΑΧ, (Φεβρουάριος 1993) ὅτι ἐδῶ στήν Ἑλλάδα ὑπάρχουν 100.000 Ἕλληνες μάγοι, 9.000 μέντιουμ, 50 ἑταιρεῖες μαύρης μαγείας καί 800 παραθρησκευτικές ὀργανώσεις. Μέ τήν ὑπόσχεσι μιᾶς καλλίτερης ἡμέρας στά ἀφελῆ θύματά τους, παρουσιάζονται στά τηλεοπτικά ἑλληνικά κανάλια, στόν ἡμερήσιο τύπο μέ τήν ἀνοχή τῆς Πολιτείας, καί παρασύρουν πολλούς ἀνθρώπους στά σκοτεινά δίκτυα τοῦ σατανισμοῦ καί τῆς μαγείας. Τούς ὑπόσχονται ἀνεύρεσι ἐργασίας, τόν μελλοντικό σύντροφο τῆς ζωῆς τους, ἀπαλλαγή ἀπό τυχόν περιπέτειες τῆς ζωῆς τους καί ἕνα σωρό «ὑποσχέσεις», ἀρκεῖ νά πεισθοῦν τά θύματά τους καί νά φθάσουν μέχρι τήν πόρτα τοῦ σατανικοῦ ἐργαστηρίου τους γιά νά ἐναποθέσουν τά χρήματά τους στά χέρια τους.
Πολλά παιγνίδια καί βιβλία τῶν παιδιῶν σήμερα εἶναι μαγικά καί ἐξωτικά. Οἱ ἐχθροί τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας μας μέ τά μέσα αὐτά ζητοῦν νά πλανέσουν τόν νοῦ τῶν παιδιῶν μας καί νά τά στρέψουν σέ μεθόδους καί συστήματα δαιμονικά καί ἀπάνθρωπα, διά τῶν ὁποίων κλονίζεται ἡ πίστις τους πρός τόν Θεόν μας.
Σήμερα ἡ ἑλληνική νεολαία, γίνεται συνεχής προσπάθεια, νά ἀποκολληθῆ ἀπό τό ἅρμα τῆς ἑλληνοχριστιανικῆς μας ζωῆς καί παραδόσεως. Τά ἀποτελέσματα εἶναι θλιβερά, διότι πολλοί νέοι μας ἀσχολοῦνται μέ τήν μαγεία, ἄλλοι ζητοῦν λύσι τῶν προβλημάτων τους ἀπό τούς ἐκπροσώπους τῶν ἀστερισμῶν, πού νομίζουν ὅτι μποροῦν μέσῳ τῆς κινήσεως τῶν ἀστέρων, νά γνωρίζουν τό μέλλον τῶν ἀνθρώπων. Κυρίως ἀπό ἀφέλεια ἤ κι ἀπό περιέργεια πολλοί νέοι μας διαβάζουν μαγικά βιβλία ἤ τήν Σολομωνική, βιβλίο μέ δαιμονικές ἐπικλήσεις, μέ ἀποτέλεσμα νά κυριεύωνται ἀπό τά πονηρά πνεύματα.
Εὐτυχῶς, ἀρκετοί ἀπ᾿ αὐτούς καταφεύγουν στήν Ἐκκλησία, ὅπου μέ τό μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως, ἐπανέρχονται στούς κόλπους της καί ζοῦν κατόπιν μέ μετάνοια, νηστεία, δάκρυα καί προσευχές. Στήν συνέχεια θά μᾶς ἐξομολογηθῆ ἕνας νεαρός μάγος, πῶς μετενόησε καί ἐξωμολογήθηκε τήν πλάνη στήν ὁποία εἶχε ὑποπέσει:
«Κατάγομαι, ἔγραφε, ἀπό τήν Ἀθήνα. Οἱ γονεῖς μου εἶναι εὐσεβεῖς κι ἐγώ ἐκκλησιαζόμουν τακτικά μέχρι τήν ἡλικία τῶν 12 ἐτῶν. Δέν ἔλειπα ποτέ ἀπό τήν Ἐκκλησία καί ἤμουν τακτικός βοηθός τοῦ ἱερέως μέσα στό ἱερό Βῆμα.
Ἀγαποῦσα νά διαβάζω καί τό περιοδικό «ΜΙΚΥ ΜΑΟΥΣ» καί παρακολουθοῦσα καί τά σχέδια τῶν «ΜΙΚΥ ΜΑΟΥΣ» καί στήν τηλεόρασι. Μία ἡμέρα, καθώς ρουφοῦσα διαβάζοντας τίς σελίδες αὐτοῦ τοῦ περιοδικοῦ ὄντας μόνος μου μέσα στό δωμάτιό μου, ξαφνικά ἐμφανίσθηκαν μπροστά μου τρεῖς δαίμονες. Τότε ἤμουν 12 ἐτῶν.
Ὁ ἕνας ἀπ᾿ αὐτούς ἦταν νᾶνος μέ ἄγρια ὄψι. Μαῦρος κατάμαυρος ὅπως τό κατράμι. Ἀπό τήν ἀπαίσια ὄψι του ξεφύτρωσαν δύο κέρατα πάνω στήν παμμεγέθη κεφαλή του. Ἡ οὐρά του, περίπου δύο μέτρων, δυσανάλογη μέ τό ἀνάστημά του, ὡμοίαζε μέ τήν οὐρά σκορπιοῦ, πού ἑτοιμάζεται νά χύση μέ μανία τό θανατοφόρο δηλητήριό του. Ὁ ἄλλος διάβολος εἶχε πρόσωπο σουβλερό καί κατάμαυρο, ὅμοιο μέ τήν μορφή χοίρου. Τά μάτια του πετοῦσαν φλόγες σάν πυρακτωμένο σίδερο. Αὐτός εἶχε κέρατα καί αὐτιά ὅμοια μέ τῆς κατσίκας. Ἡ οὐρά του ὡμοίαζε μέ τήν τῆς ἀλλεποῦς, πού παραμονεύει μέ πονηρία νά ξεγελάση τό θῦμα της. Τά πόδια του ἦταν ὅμοια μέ τοῦ τράγου. Ὁ τρίτος διάβολος ἦταν ὡραῖος, ξανθός, ὁλόγυμνος, μέ πτέρυγες καί γιγαντιαῖο σῶμα.. Εἶχε κέρατα καί οὐρά ὅμοια μέ τήν οὐρά λυσσασμένου σκύλλου. Τά γυμνά του χέρια ἦταν δεμένα μέ ἐπιδέσμους ὡσάν νά ἐξῆλθε ἀπό χειρουργεῖο, μετά ἀπό κάποια χειρουργική ἐπέμβασι.
Μόλις ἀντίκρυσα αὐτό τό θέαμα, ἄρχισα νά τρέμω ὁλόσωμος. Μοῦ ἦλθε νά φωνάξω μέ ὅλη τήν δύναμι πού διέθετα γιά νά ζητήσω βοήθεια καί προστασία. Ἤθελα νά κάνω τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, ἀλλά δέν μποροῦσα. Σάν νά μοῦ κτύπησε κάποιος τό κέντρο τοῦ νευρικοῦ μου συστήματος καί ἤμουν ἀκίνητος καί παράλυτος.
Τότε ἄρχισαν καί οἱ τρεῖς δαίμονες νά μοῦ λέγουν ταυτόχρονα:
-Μή φοβᾶσαι. Εἶσαι δικός μας. Αὐτά πού διαβάζεις, ἐμεῖς τά βάζουμε στό μυαλό ἐκείνων πού τυπώνουν τά βιβλία. Αὐτά τά συνεχῆ μαγικά, πού δείχνουν οἱ τηλεοράσεις, τούς μάγους καί τίς μάγισσες, ἐμεῖς τά ὑποδεικνύουμε, γιά νά δαιμονίζουμε τά βρέφη καί ὅσους τά βλέπουν. Ἀπ᾿ αὐτή τήν στιγμή θά εἴμεθα κοντά σου. Δέν θά φεύγουμε, ἔστω κι ἄν δέν μᾶς βλέπεις ἐσύ! Ὅ,τι θέλεις, νά μᾶς τό ζητεῖς καί θά τό ἔχης ἀμέσως.
Ὁ ξανθός δαίμονας ἔπαυσε νά κάνη βόλτες μέσα στό δωμάτιό μου καί ὅλοι μαζί σέ κλάσματα δευτερολέπτου έξαφανίσθηκαν.
Ἐγώ ἀπό ἐκείνη τήν στιγμή δέν μποροῦσα νά συνέλθω. Ἔφερνα διαρκῶς στόν νοῦ μου, ὅλα ὅσα μοῦ εἶπαν. Τούς ἔβλεπα διαρκῶς μπροστά μου μέ τήν φαντασία μου. Αἰσθανόμουν τήν παρουσία τους. Τό χρῶμα μου ἄλλαξε καί τό αἷμα μου ἔτρεχε άκανόνιστα μέσα στίς φλέβες μου.
Τήν ἄλλη ἡμέρα στίς 12 τό μεσημέρι ἦλθαν πάλι οἱ ἴδιοι μπροστά μου. Μοῦ ἐπανέλαβαν ὅτι εἶμαι δικός τους καί νά μή φοβᾶμαι. Δέν θά μέ ἀποχωρισθοῦν ποτέ. Ὅ,τι τούς ζητήσω θά μοῦ τό δώσουν. Παρέμειναν τόση ὥρα ὅσο τήν χθεσινή ἡμέρα καί πάλι ἀνεχώρησαν. Ὅπου κι ἄν ἔστρεφα τά μάτια μου, ἐνόμιζα ὅτι τούς ἔβλεπα μπροστά μου καί ὅτι μοῦ ἔλεγαν: «Εἶσαι δικός μας».
Αὐτό τό θλιβερό γεγονός συνεχίσθηκε ἐπί ἕνα χρόνο. Δέν τό ἔλεγα σέ κανέναν. Μετά ἀπό ἕνα χρόνο, 13 ἐτῶν τότε, ζητοῦσα νά εὕρω μία ἐργασία. Οἱ γονεῖς μου μ᾿ ἔβλεπαν καθημερινά ἀλλαγμένον. Ἀπομακρύνθηκα αὐτομάτως ἀπό την ’Εκκλησία. Ὅταν ἄκουγα τήν καμπάνα νά κτυπᾶ, ένόμιζα ὅτι μοῦ κτυποῦσαν τό κεφάλι μέ σίδερο. Μοῦ ἐρχόταν νά πιάσω αὐτόν πού κτυποῦσε αὐτά τά σίδερα, καί νά τόν πνίξω. Ὅταν ἔβλεπα ἱερέα, τόν ἀποστρεφόμουν, τόν μούτζωνα ἤ τόν ὕβριζα. Ὅταν περνοῦσα ἔξω ἀπό Ἐκκλησία, γύριζα τό πρόσωπό μου ἀλλοῦ καί τήν μούτζωνα. Ἀπό τότε οὐδέποτε προσκύνησα εἰκόνα Χριστοῦ, Παναγίας ἤ κάποιου Ἁγίου. Ἀποστρεφόμουν τό λιβάνι. Ἡ μητέρα μου ἀνησυχοῦσε γιά τήν ἀπότομη αὐτή μεταβολή μου καί προσπαθοῦσε νά μέ συνεφέρη μέ τίς προσευχές της καί μέ τό λιβάνισμα.
Τελικά κατώρθωσα καί βρῆκα ἐργασία σ᾿ ἕνα ἐργοστάσιο πού κατεσκεύαζε πόμολα γιά ἔπιπλα καί ἄλλες χρήσεις. Ὅταν ἐργαζόμουν, ἤρχοντο οἱ τρεῖς αὐτοί δαίμονες καί μέ πίεζαν νά τούς ζητήσω κάτι καί θά μοῦ τό κάνουν ἀμέσως. Ἐγώ μέχρι τότε δέν ζητοῦσα ἀπ᾿ αὐτούς τίποτε. Δέν ξέρω πῶς μοῦ ἦλθε στό μυαλό μου μία ἡμέρα καί σκέφθηκα νά ζητήσω ἀπό τούς δαίμονες νά προκληθῆ καυγᾶς μεταξύ τοῦ ἀφεντικοῦ καί τῶν ἐργατῶν. Ἐκεῖ δούλευαν ἄνδρες καί γυναῖκες μαζί σέ διάφορες ὑπηρεσίες. Ὅταν σκέφθηκα αὐτό, σέ λίγα λέπτα ἄναψε ἕνας τέτοιος καυγᾶς σέ ὅλο τό ἐργοστάσιο πού ὁλόκληρη ἡ ἐπιχείρησις σταμάτησε ἀμέσως. Καθόμουν ἐπάνω σ᾿ ἕνα μηχάνημα ἥσυχος καί ἔβλεπα τί γινόταν γύρω μου. Ἕνα κρυφό μειδίαμα ἔφευγε ἀπό τά χείλη μου καί φυλαγόμουν μή τυχόν γίνω ἀντιληπτός. Τήν ἑπόμενη ἡμέρα, ἐπειδή μοῦ ἄρεσε ὁ καυγᾶς τῆς προηγούμενης, ἦλθαν πάλι μπροστά μου οἱ δαίμονες, τούς ὁποίους ἔβλεπα μόνο ἐγώ, καί τούς ζήτησα νά κάνουν πάλι τό ἴδιο. Ἄναψε καί πάλιν ἄλλος καυγᾶς καί παρ᾿ ὀλίγο νά πιασθοῦν στά χέρια.
Τήν ἄλλη ἡμέρα σκέφθηκα ὅτι δέν ἔπρεπε νά ζητήσω τό ἴδιο ἀπό τούς δαίμονες, διότι οἱ ἄνθρωποι ἄρχισαν νά μέ ὑποψιάζονται. Γι᾿ αὐτό προτίμησα νά ζητήσω ἀπό τούς δαίμονες νά χαλάσουν τό μηχάνημα στό ὁποῖο ἐργαζόμουν, γιά νά κάθομαι. Δέν πέρασαν λίγα λεπτά καί ἕνας μεγάλος κρότος ἀκούσθηκε. Ἐξαρτήματα, βίδες, τεμάχια σιδήρου πετάχθηκαν στόν ἀέρα. Μέχρι νά φέρουν ἄλλο μηχάνημα, ἐγώ καθόμουν, χωρίς νά έργάζομαι. Τό ἀφεντικό μου ἀγανακτισμένο γύρισε καί εἶπε μπροστά σέ πολλούς ἐργάτες:
-Ἀπό τότε πού ἦλθε αὐτός ὁ νεαρός ὅλα μοῦ πᾶνε ἀνάποδα. Στράφηκε τότε μέ δικαιολογημένη ὀργή πρός τό μέρος μου καί μοῦ εἶπε μέ αὐστηρή φωνή:
-Ἀϊντε νεαρέ, τράβα στήν δουλειά σου, γιατί ἐσύ μοῦ κουβάλησες ἐδῶ μέσα ὅλους τούς δαίμονες.
Μέ λίγα λόγια σηκώθηκα κι ἔφυγα ἀπό τήν δουλειά μου. Ἔμεινα χωρίς ἐργασία.
Οἱ τρεῖς δαίμονες ἦλθαν καί πάλι καί μέ συνεβούλευσαν νά πάω σ᾿ ἕνα ξακουστό μάγο τῆς Καλλιθέας γιά νά μοῦ δείξη τήν μαγική τέχνη. Ἐπῆγα καί ἔμαθα πολλά ἀπ᾿ αὐτόν. Παρέμεινα πλησίον του ἕνα χρόνο. Οἱ δαίμονες μοῦ ὑπέδειξαν ποιά βιβλία τους νά ἀγοράσω.
Σέ μιά ὑπόγεια στοά, στό Μοναστηράκι, ὑπάρχει βιβλιοπωλεῖο. Ἐκεῖ, μοῦ εἶπαν οἱ δαίμονες θά βρῆς τό βιβλίο μας πού λέγεται Σολομωνική. Θά τό ἀγοράσης. Ὅταν τό πάρης στά χέρια σου,ἐμεῖς θά ἔλθουμε ἀμέσως κοντά σου. Δέν θά σέ ἀποχωρισθοῦμε καθόλου.
Ἀκόμη μοῦ εἶπαν: «Στήν Σύμη ὑπάρχει ἕνας φημισμένος μάγος. Πρέπει νά τόν ἐπισκεφθῆς καί νά διδαχθῆς ἀπ᾿ αὐτόν τόν μαγική μας τέχνη. Σέ προορίζουμε γιά μεγάλα ἔργα» .
Ἐγώ ἀμέσως ἔφυγα γιά τήν Σύμη. Ἐρώτησα καί τελικά βρῆκα ἕνα πονηρό γέροντα μέ γενειάδα, πού οἱ ἄνθρωποι τόν ἀποκαλοῦσαν καλόγηρο. Τά μάτια του ὅμως ἔκρυβαν ὅλο τό μυστήριο τῆς κολάσεως. Ἦταν ἕνας ἀποτυχημένος ἄνθρωπος πού ἀπαιτοῦσε ἀπό τά θύματά του νά τόν ὀνομάζουν καλόγηρο, διότι ἔτσι, ἔβλεπε, ὅτι εὐκολώτερα τούς ἐξαπατοῦσε. Καί εἶναι ἀλήθεια, ὅτι πλῆθος κόσμου ἔφευγαν ἀπό τήν Ἐκκλησία καί ἐπήγαιναν στόν ψευδοκαλόγηρο γιά νά εὕρουν λύσι τῶν προβλημάτων τους. Πράγματι ἔκανε «χρυσές δουλειές».
Ἔμεινα σάν μαθητής του κοντά του ἕνα ὁλόκληρο χρόνο. Τέλος οἱ δαίμονες μέ πληροφόρησαν ὅτι στήν Τουρκία ὑπῆρχε κι ἕνας ἄλλος ξακουστός μάγος. Ἐπῆγα στήν Τουρκία καί συνάντησα τόν τοῦρκο φοβερό μάγο καί ἔμεινα κοντά του δύο χρόνια. Ἔμαθα κι ἀπ᾿ αὐτὀν πολλά.
Τέλος μπλέχτηκα, σύμφωνα μέ τίς συμβουλές τῶν δαιμόνων καί μέ ἄλλον μάγο ἀπό τήν Αἴγυπτο, ὁ ὁποῖος μοῦ ἔδωσε φυλακτά γεμάτα ἀπό φίδια, δέρματα φιδιῶν καί ἄλλα διαβολικά πράγματα.
Ἀπό τότε ἐργαζόμουν σάν μάγος μέ γνωριμίες. Οἱ πελάτες μου ἦταν ὅλες γυναῖκες. Τέλος μπλέχθηκα μέ μία κόρη πού ἡ μητέρα της ἦταν μάγισσα. Ἤθελα νά τήν παντρευτῶ, ἀλλά μέ φοβήθηκε ἡ μητέρα της κι ἐγώ φοβήθηκα ἀπ᾿ αὐτήν. Ἐκείνη γιά νά μή πάθη κανένα κακό η κόρη της κατέφυγε στήν Ἐκκλησία. Πῆγε καί διαβάσθηκε ἀφοῦ ἄκουσε τό ὄνομα τοῦ ἁγίου Γεωργίου. Κι ἐγώ γιά νά μή πάθω κακό ἀπό ἐκείνη τήν μάγισσα μητέρα της, ἔτρεξα στήν ἴδια ἐκκλησία γιά νά γλυτώσω ἀπ᾿ αὐτήν καί νά ζητήσω τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ».
Ὁ ἱερέας πού τόν δέχθηκε στήν ἐξομολόγησι τοῦ συνέστησε νά κάψη ὅλα τά μαγικά του βιβλία. Ὁ νεαρός μετανοημένος πλέον πέταξε τά βιβλία του στήν φωτιά, ἀλλά τό βασικώτερο βιβλίο ἡ Σολομωνική δέν καιγόταν. Ἔφθανε ἡ φωτιά κοντά του καί τό βιβλίο τό προστάτευαν οἱ δαίμονες. Τελικά κάηκε κι αὐτό μέ τήν δύναμι τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ καί ὁ νέος αὐτός ἐπέστρεψε στήν Ἐκκλησία μέ βαθειά μετάνοια καί συντριβή.
Σήμερα οἱ μάγοι, ὅταν ἀναγκάζονται νά ἀναφερθοῦν στό ἐπάγγελμά τους δέν χρησιμοποιοῦν τήν λέξι μάγος, ἀλλά ἀρέσκονται νά ὀνομάζονται ὁπαδοί τῆς μεταφυσικῆς καί παραψυχολογίας, ὡροσκόποι, διδάσκαλοι τοῦ μέλλοντος, ἰατροί, ἑρμηνευτές τῶν οὐρανίων ἀστερισμῶν καί τῶν κινήσεώς τους καί ἄλλα. Στήν Ἀφρική οἱ ἰθαγενεῖς τούς ὀνομάζουν MUGANGA πού σημαίνει ἰατρός ἤ MWALIMU πού σημαίνει δάσκαλος.
Συγκλονιστικές εἶναι οἱ ἀποκαλύψεις πού παρουσιάζουν τήν μαγεία ὡς ἀναμεμειγμένη σέ φοβερά ἐγκλήματα καί ἀκατανόμαστα ὄργια. Πληροφορία ἀπό τό Νέο Δελχί τῆς Ἰνδίας μᾶς λέγει ὅτι «στεῖρα γυναῖκα κατέσφαξε ἕνα παιδάκι πέντε ἐτῶν»! Ἀκόμη φοβερώτερα εἶναι τά περιστατικά πού θά διαβάση ὁ ἀναγνώστης παρακάτω, πού συμβαίνουν στήν Ἀφρική.
Μέσα στόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ μας ἡ μαγεία ὀνομάζεται θρησκεία τοῦ διαβόλου. Ἄν καί χρησιμοποιοῦν ἐνίοτε οἱ μάγοι τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ καί διάφορα θρησκευτικά σύμβολα, δέν ἔχουν ὅμως σχέσι μέ αὐτά, διότι πρῶτα ὑποχρεώνονται ἀπό τό διάβολο νά τά ἀρνηθοῦν καί νά τά ποδοπατήσουν καί μετά ὁ διάβολος δέχεται νά γίνει ὑπηρέτης τους.
Ἀπό μον. π. Δαμασκηνό Γρηγοριάτη
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου