Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος!
Ο θάνατος δεν είναι το τέλος, αλλά η πόρτα προς την άλλη πραγματικότητα. Γι΄αυτό, συγκεντρωνόμαστε κιόλας στην εκκλησία τα ψυχοσάββατα, γι΄αυτό, προσευχόμαστε για τους δικούς μας ανθρώπους, επειδή είναι ζωντανοί και χρειάζονται τις προσευχές μας. Αλλιώς, αν ο θάνατος ήταν το τέλος, τότε γιατί να προσευχόμαστε για τους κεκοιμημένους; Ο θάνατος δεν μπορεί να αποκοπεί από τη ζωντανή πίστη. Αν πιστεύουμε ότι ο Χριστός ανέστη, τότε δεν υπάρχει θάνατος.
Όταν σκεφτόμαστε τους συγγενείς μας που έφυγαν για τον άλλο κόσμο, καλό είναι να σκεφτόμαστε πιο συχνά και το δικό μας θάνατο. Αφού αυτός περιμένει τον καθένα από μας και είναι αναπόφευκτος. Για το θάνατο, όπως και για κάθε σοβαρή υπόθεση, πρέπει να ετοιμαζόμαστε.
Για να είμαστε σε θέση να υποδεχτούμε το θάνατο, πρέπει να είμαστε ριζωμένοι στην αιωνιότητα, πρέπει να γνωρίζουμε και να κατανοούμε πού πάμε. Και όχι μόνο να το ξέρουμε θεωρητικά, αλλά και εμπειρικά να είμαστε σίγουροι ότι υπάρχει αιώνια ζωή.
Ετοιμαζόμαστε για το θάνατο, αλλά στην πραγματικότητα ετοιμαζόμαστε για το ταξίδι, για τη μετάβαση, το πέρασμα. Εκεί, πίσω από το βουνό αυτής της ζωής ή πίσω από τη θάλασσα ή πίσω από το δάσος ή την πεδιάδα ή τη στέπα ή την έρημο (ό,τι αρέσει στον καθένα), μας περιμένει η αιωνιότητα. Για να κάνουμε αυτό το πέρασμα, χρειάζεται και ειδικός εξοπλισμός και δυνάμεις και καλός ξεναγός.
Μπορούμε να ισχυριστούμε ότι ζούμε κιόλας για αυτή τη στιγμή, τη στιγμή του θανάτου, και ετοιμαζόμαστε για αυτήν. Ακριβέστερα, για τη ζωή μετά από αυτήν.
Λοιπόν, το πρώτο που χρειαζόμαστε, είναι η μνήμη θανάτου. Ο ταξιδευτής, αν και απολαμβάνει τη θέα στη διάρκεια της διαδρομής, ξεκουράζεται, επικοινωνεί, στο μυαλό του πάντα έχει τη διαδρομή και την ελέγχει με τον χάρτη. Στις βραδινές προσευχές, στις μικρές προσευχές του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου, ζητάμε κάθε μέρα: «Κυριε, δος μοι δάκρυον και μνήμην θανάτου και κατάνυξιν». Το κάνουμε για να μην ξεχάσουμε πού πάμε, για να μην ξεφύγουμε από τη διαδρομή.
Το δεύτερο είναι η καθαρή συνείδηση. Παρακολουθούμε τον εαυτό μας, για να μην λερωθούμε από την αμαρτία, να μην κολλήσουμε κάποιο πάθος-«τσιμπούρι» που θα δηλητηριάσει το αίμα μας. Όπως εξετάζουμε τον εαυτό μας, μετά από βόλτες στο δάσος, έτσι πρέπει να εξετάζουμε και την ψυχή και την καρδιά. Και αν κόλλησε πάνω μας κάτι αμαρτωλό, καταφεύγουμε στη μετάνοια και σε τακτική εξομολόγηση.
Και εδώ, στη γη, δε μας αφήνουν να μπαίνουμε σε χώρους με βρώμικα ρούχα, άλλωστε και οι ίδιοι θα ντρεπόμασταν. Στη Βασιλεία του Θεού, όμως, σίγουρα δε θα καταφέρουμε να μπούμε με βρώμικα και σκισμένα τα ρούχα της ψυχής. Και ο Απόστολος λέει ότι εις την Βασιλεία «οὐ μὴ εἰσέλθῃ πᾶν κοινὸν καὶ ὁ ποιῶν βδέλυγμα καὶ ψεῦδος» (Αποκ. 21: 27).
Κοιτάμε που πατάνε τα πόδια μας, ώστε να μην γλιστρήσουμε και πέσουμε σε λακκούβα ή σε βάλτο και να μην σκίσουμε τα ρούχα μας. Για να διαφυλάττουμε τη συνείδησή μας, χρειαζόμαστε συνεχή επαγρύπνηση για τον εαυτό μας, για τις σκέψεις μας και τα συναισθήματά μας.
Το τρίτο, χρειάζεται εγκράτεια. Δεν πρέπει να υπερφορτωνόμαστε με περιττά πράγματα και φαγητά. Όλο αυτό μας βαραίνει, μας καθυστερεί στο δρόμο και αποσπά την προσήλωσή μας στο σκοπό. Ο Κύριος μας υπενθυμίζει στο Ευαγγέλιο: «Προσέχετε δὲ ἑαυτοῖς μήποτε βαρηθῶσιν ὑμῶν αἱ καρδίαι ἐν κραιπάλῃ καὶ μέθῃ καὶ μερίμναις βιοτικαῖς, καὶ αἰφνίδιος ἐφ᾿ ὑμᾶς ἐπιστῇ ἡ ἡμέρα ἐκείνη» (Λκ. 21: 34).
Η εγκράτεια, η νηστεία είναι και πρόβα της διαδικασίας θανάτου. Θα μπορέσω να ζήσω χωρίς ικανοποιήσεις και απολαύσεις των αισθήσεων; Αφού δε θα υπάρχουν εκεί. Αν αφαιρεθούν από μένα τα γλυκίσματα, το αγαπημένο φαγητό, τα παιχνίδια, θα ζω με πληρότητα και ευτυχία; Μήπως θα γογγύζω κατά του Θεού;
Το τέταρτο. Χρειαζόμαστε δυνάμεις. Ο Κύριος μας τις παρέχει παντού, όπου δίδεται η χάρις Του. Και αυτό γίνεται με την προσευχή, τις καλές πράξεις, τις ιερές ακολουθίες, τα κειμήλια, αλλά πιο πολύ με την Μετάληψη του Σώματος και του Αίματός Του. Όταν μεταλαμβάνουμε άξια, η φύση μας σταδιακά μεταμορφώνεται, γινόμαστε όλο και πιο οικείοι, όλο και πιο κοντά στον Θεό και όλο και πιο ικανοί για τη ζωή στη Βασιλεία Του.
Το πέμπτο, κάτι το οποίο ξεχνάμε σχεδόν πάντα. Χρειαζόμαστε καλό ξεναγό, ο οποίος θα μας βοηθήσει να διαβούμε το πέρασμα, να υποδεχτούμε την ώρα του θανάτου, να διώξουμε τους δαίμονες, να περάσουμε από τελώνια και να περάσουμε στην άλλη πλευρά, στον Θεό. Και τον ξεναγό τον έχουμε, είναι ο Φύλακας Άγγελός μας. Είναι ο πιο κοντινός μας φίλος και βοηθός και είναι πάντα δίπλα μας, αν δεν αμαρταίνουμε. Και όταν αμαρταίνουμε, κάθεται απόμακρα θλιμμένος. Καλό είναι να βρούμε κοινή γλώσσα μαζί του, να ακούμε τις συμβουλές του. Και έτσι θα διαβούμε αβλαβείς το δρόμο της ζωής.
Ο θάνατος είναι η πόρτα προς την αιωνιότητα. Η αιώνια ζωή είναι εκείνη για την οποία, ως επί το πλείστον, ετοιμαζόμαστε.
Γι΄αυτό, το έκτο είναι η προσωπική μας σχέση με τον Θεό. Είναι η εμπιστοσύνη προς τον Θεό, η προσευχή, η φιλία, η αγάπη προς Αυτόν, την Πηγή κάθε καλού. Όποιος αγαπάει ειλικρινά προσπαθεί να τα γνωρίζει όλα για τον αγαπημένο, να ζει τη ζωή του, να επικοινωνεί συνέχεια μαζί του.
Το έβδομο είναι η ικανότητα να ζούμε με τους ανθρώπους. Ναι, στη Βασιλεία των Ουρανών θα υπάρχει άπειρος αριθμός ανθρώπων και όλοι θα είναι διαφορετικοί, δε θα είναι ίδιοι με μας. Όμως, όλοι, όπως και εμείς οι ίδιοι, αποτελούμε μέρη του Θείου ψηφιδωτού, μέρη του Σώματος του Χριστού και όλοι είμαστε συγγενείς. Και ο Απόστολος Πέτρος και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος και ο Όσιος Σεραφείμ και ο Άγιος Νικόλαος ο Θαυματουργός και ο Σάββας της Σερβίας και ο ιερομάρτυρας Ιλαρίων και, πιθανόν, αυτός που στέκεται δίπλα μας στην ιερή ακολουθία και ο «κακός» μας γείτονας και αυτός που μας ενόχλησε στις αστικές συγκοινωνίες και αυτός που μας ζητάει βοήθεια και αυτός που μας πληγώνει, ο καθένας μπορεί να βρεθεί στη Βασιλεία Του, καθώς όλους μας ελκύει ο Κύριος. Γι΄αυτό, πρέπει να μάθουμε εδώ να είμαστε καλά με όλους, να τους αγαπάμε όλους, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου.
Όλα αυτά κάνουν το δρόμο προς την αγιότητα, για την οποία μας καλεί ο Απόστολος Παύλος στην Επιστολή του: «Εἰρήνην διώκετε μετὰ πάντων, καὶ τὸν ἁγιασμόν, οὗ χωρὶς οὐδεὶς ὄψεται τὸν Κύριον» (Εβρ. 12: 14).
Όπως ετοιμαζόμαστε για το δρόμο και ελέγχουμε αν τα έχουμε πάρει όλα, έτσι να ελέγχουμε πιο συχνά τον εαυτό μας ως προς αυτά που παραθέσαμε πιο πάνω:
- Η μνήμη θανάτου, να κρατάμε στο μυαλό μας τη διαδρομή.
- Η καθαρή συνείδηση: άφθαρτα και καθαρά τα ρούχα της ψυχής.
- Η εγκράτεια: τίποτε το περιττό.
- Ενίσχυση των δυνάμεων.
- Καλός ξεναγός: ο Φύλακας Άγγελος.
- Προσωπική σχέση με τον Θεό.
- Ικανότητα να ζούμε με τους ανθρώπους.
Αν ακολουθούμε τουλάχιστον αυτά τα επτά κλειδιά, θα μπορέσουμε να υποδεχτούμε ήρεμα το θάνατο και να είμαστε έτοιμοι για την αιώνια ζωή.
Στους κεκοιμημένους συγγενείς μας ευχόμαστε τη Βασιλεία των Ουρανών και σε μας που ζούμε ακόμα εδώ, μνήμη θανάτου και αγιότητα! Αμήν.