Πεντηκοστάριο
Τῶν ἁγίων Πάντων (Ματθ. 10,32-33, 37-38· 19,27-30)
Περίοδος Δ΄ – Ἔτος Μ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2560
Κυριακὴ Ἁγίων Πάντων (Α΄ Ματθαίου)
Του Μητροπολιτου Φλωρινης π. Αυγουστινου
Σήμερα, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἑορτὴ καὶ πανήγυρις σὲ ὅλη τὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία μας. Σήμερα, πρώτη Κυριακὴ μετὰ τὴν Πεντηκοστή, εἶνε ἡ ἑορτὴ τῶν ἁγίων Πάντων.
* * *
⃝ Ποιοί εἶνε οἱ ἅγιοι, ποὺ ἑορτάζει τώρα ἡ Ἐκκλησία μας; Εἶνε γνωστοὶ καὶ ἄγνωστοι.
Γνωστοὶ εἶνε αὐτοὶ ποὺ ἔχουμε τὰ ὀνόματά τους καὶ τοὺς τιμοῦμε
σὲ ὡρισμένη ἡμερομηνία τοῦ ἔτους. Τὸ Μάιο π.χ. στὶς 21 τοῦ μηνὸς
ἑορτάζουμε τοὺς ἁγίους Κωνσταντῖνο καὶ Ἑλένη. Τὸν Ἰούνιο ἑορτάζουμε
τοὺς ἁγίους ἀποστόλους, τοὺς κορυφαίους Πέτρο καὶ Παύλου στὶς 29 τοῦ
μηνὸς καὶ τοὺς Δώδεκα στὶς 30. Τὸν Ἰούλιο ἑορτάζουμε τὴν ἁγία Παρασκευὴ
στὶς 26 καὶ τὸν ἅγιο Παντελεήμονα στὶς 27 τοῦ μηνός. Αὐτοὶ εἶνε
γνωστοί.
Ἀλλ᾽ ἐκτὸς αὐτῶν ὑπάρχουν καὶ οἱ
ἄγνωστοι ἅγιοι. Γιὰ νὰ σᾶς δώσω μιὰ ἰδέα τί θὰ πῇ ἄγνωστος ἅγιος, σᾶς
ὑπενθυμίζω τί συμβαίνει στοὺς πολέμους. Ὅταν γίνεται πόλεμος πέφτουν
νεκροί. Τὰ ὀνόματα τῶν ἡρῴων ποὺ εἶνε γνωστὰ χαράζονται μὲ χρυσᾶ
γράμματα σὲ μαρμάρινες πλάκες καὶ μένουν στὰ μνημεῖα τῶν πεσόντων κάθε
τόπου. Ἀλλὰ στὸν πόλεμο δὲν εἶνε ὅλοι οἱ πεσόντες γνωστοί· ὑπάρχουν καὶ
πολλοὶ ποὺ ἔπεσαν εἴτε σὲ πεδία μάχης, εἴτε σὲ χαράδρες, γκρεμοὺς ἢ
ἄλλα δυσπρόσιτα σημεῖα, ἄλλοι ποὺ ἐξαφανίστηκαν μέσα στὴ φωτιὰ τῆς
μάχης. Κάτι παρόμοιο λοιπὸν ἔχουμε καὶ στὴν Ἐκκλησία. Ἐκτὸς τῶν γνωστῶν
ἁγίων ὑπάρχουν καὶ ἄγνωστοι. Καὶ ὅπως ἡ πατρίδα ἔχει μνημεῖο τοῦ
Ἀγνώστου Στρατιώτου, ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία μας ὥρισε τὴ σημερινὴ ἑορτὴ τῶν
ἁγίων Πάντων πρὸς τιμὴν καὶ τῶν ἀγνώστων ἡρώων τῆς πίστεώς μας.
Οἱ ἄγνωστοι ἅγιοι δὲν εἶνε λίγοι· εἶνε περισσότεροι ἀπὸ τοὺς
γνωστούς. Εἶνε ἄντρες καὶ γυναῖκες, γέροι καὶ νέοι, μικρὰ παιδιὰ καὶ
νήπια στὴν ἀγκαλιὰ τῶν μανάδων· εἶνε Ἕλληνες (Μικρασιᾶτες, Πόντιοι,
῾Ρουμελιῶτες, Μοραΐτες, Ἡπειρῶτες, Μακεδόνες, Θρᾳκιῶτες, νησιῶτες,
Κρητικοί, Κύπριοι), ἀλλὰ καὶ πολλοὶ ξένοι (Τοῦρκοι, Βούλγαροι, Σέρβοι,
Ἀλβανοί, ῾Ρουμᾶνοι, ῾Ρῶσοι, Εὐρωπαῖοι, Ἀμερικανοί, Ἀφρικανοί,
Ἀσιᾶτες…· ἀπ᾽ ὅλο τὸν κόσμο. Ἴσως καὶ τὴν ὥρα αὐτὴ ποὺ μιλᾶμε κάποιος σὲ
ἕνα ἀπίθανο σημεῖο τῆς γῆς προστίθεται στοὺς ἁγίους καὶ ἐμεῖς δὲν θὰ
μάθουμε ποτέ τὸ ὄνομά του. Τὰ ὀνόματα ὅλων τὰ γνωρίζει ἀκριβῶς μόνο ὁ
Θεός.
Ὅλοι αὐτοὶ λοιπὸν οἱ ἄγνωστοι ἑνώνονται τώρα μὲ τοὺς γνωστοὺς
καὶ συνεορτάζουν μαζί τους στὴ σημερινὴ ἑορτὴ τῶν ἁγίων Πάντων, ποὺ
θεσπίστηκε πρὸς τιμὴν ὅλων ἀνεξαιρέτως τῶν ἁγίων, γνωστῶν καὶ ἀγνώστων.
⃝ Πῶς ἔγιναν ἅγιοι ὅλοι αὐτοί; Διότι δὲν ἦταν ἅγιοι ἐξ ἀρχῆς.
Κανένας δὲν γεννιέται ἅγιος. Ἁμαρτωλοὶ γεννηθήκαμε ὅλοι. Τί ἔκαναν
αὐτοὶ καὶ ἁγίασαν; Ἔκαναν ὅ,τι λέει τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο (βλ.
Ματθ. 10,32-33,37-38· 19,27-30). Δηλαδή;
• Ἀγάπησαν τὸ Χριστὸ πάνω ἀπ᾽ ὅλα καὶ ἀπ᾽ ὅλους καὶ τὸν ἀκολούθησαν (βλ. ἔ.ἀ. 10,37-38).
• Ἀγωνίστηκαν καὶ νίκησαν τοὺς τρεῖς μεγάλους ἐχθρούς· τὸν
παλαιὸ ἑαυτό μας, τὸν κακὸ κόσμο τῆς ἁμαρτίας, καὶ τὸν πονηρὸ διάβολο.
• Ὡμολόγησαν πίστι στὸ Χριστό (βλ. ἔ.ἀ. 10,32-33).
• Θυσίασαν τὰ πάντα καὶ τὴ ζωή τους ἀκόμη γιὰ τὴν ἀγάπη του (βλ. ἔ.ἀ. 19,27).
Ἔζησαν σὲ συνθῆκες ποὺ ἡ πίστι τοῦ Χριστοῦ κατεδιώκετο,
ἀπαγορευόταν νὰ κάνουν τὸ σταυρό τους καὶ νὰ πᾶνε στὴν ἐκκλησία. Καὶ
μόνο τὸ ὄνομα Χριστιανὸς ἔφτανε γιὰ νὰ τοὺς ἐνοχοποιήσῃ. Τώρα δὲν
στοιχίζει τίποτα, εὔκολα ὅλοι λέμε, Εἶμαι Χριστιανός. Τότε ὅποιος τό
᾽λεγε τὸν ἔπιαναν καὶ τὸν ὑπέβαλλαν σὲ μαρτύρια, ποὺ φρίττει κανεὶς κι
ἀνατριχιάζει ὅταν τὰ διαβάζῃ. Μία εἰκόνα τους μᾶς δίνει ὁ σημερινὸς
ἀπόστολος (βλ. Ἑβρ. 11,33 – 12,2). Τί μαρτύρια φοβερά! Ἐμεῖς ἕνα δόντι
βγάζουμε καὶ πονᾶμε· γιά σκεφθῆτε τί ἔκαναν στοὺς μάρτυρες τῶν
διωγμῶν! Τοὺς ξερρίζωναν τὰ δόντια, τοὺς ἔκοβαν τ᾽ αὐτιὰ ἢ τὶς μύτες,
τοὺς ἔβγαζαν τὰ μάτια, τοὺς σούβλιζαν, τοὺς ἔγδερναν ζωντανούς, τοὺς
ἔρριχναν ἀπὸ γκρεμοὺς στὸ χάος, τοὺς βύθιζαν μὲ πέτρα στὸ λαιμὸ στὰ
νερὰ ὅπως στὸ Βόσπορο ἢ στὴ λίμνη τῶν Ἰωαννίνων ὁ Ἀλῆ πασᾶς· ἄλλους
τοὺς ἔρριχναν σὲ φωτιές, σὲ καμίνια ἢ παγωμένες λίμνες, καὶ ἄλλους σὲ
πεινασμένα θηρία, ἢ τοὺς ἄλειφαν μὲ πίσσα καὶ τοὺς ἔκαιγαν ζωντανούς.
Μερικὲς φορὲς οἱ διῶκτες, γιὰ νὰ τοὺς κάμψουν, ἔβαζαν τοὺς γονεῖς ἢ τὴ
γυναῖκα καὶ τὰ παιδιά τους νὰ τοὺς ἐκλιπαροῦν· Ἀμὰν λυπήσου κ᾽ ἐμᾶς, μὴν
ἐπιμένεις, φτάνει ὣς ἐδῶ!… Κ᾽ ἐκεῖνοι τί ἀπαντοῦσαν· Σᾶς ἀγαπῶ, κ᾽
ἐσένα καὶ τὰ παιδιά μας, ἀλλὰ παραπάνω ἀπὸ σᾶς ἀγαπῶ τὸ Χριστό. Τί ὕψος!
Γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ τὰ ὑπέφεραν ὅλα αὐτὰ οἱ ἅγιοι Πάντες, γιὰ
νὰ κρατήσουν τὴν πίστι τους.
* * *
Αὐτοὶ ἦταν, ἀγαπητοί μου, οἱ
ἅγιοι ποὺ ἑορτάζουν σήμερα. Ἂν τώρα ἐμεῖς συγκριθοῦμε μαζί τους καὶ
ζυγιστοῦμε μὲ τὰ ζύγια αὐτά, ὅλοι μας, κληρικοὶ καὶ λαϊκοί, ἄντρες καὶ
γυναῖκες, εἴμαστε νᾶνοι ἀπέναντι σὲ γίγαντες καὶ τιτᾶνες. Αὐτοὶ ἔδωσαν
καὶ τὴ ζωή τους· ἐμεῖς τί θυσιάζουμε γιὰ τὴν πίστι καὶ τὴν ἀγάπη στὸ
Χριστό; Αὐτοὶ εἶνε λιοντάρια, ἐμεῖς λαγοί.
Τὸν βλέπεις τὸν ἄλλο, περνάει ἔξω ἀπὸ ἐκκλησία ἢ μπαίνει σὲ
αὐτοκίνητο, τραῖνο, ἀεροπλάνο, ἢ κάθεται στὸ τραπέζι μὲ ἄλλους, καὶ δὲν
κάνει τὸ σταυρό του· ντρέπεται. Ἀκοῦς τὸ στόμα του ἀπ᾽ τὸ πρωὶ μέχρι τὸ
βράδυ σὰν πολυβόλο νὰ μιλάῃ γιὰ ὅλα τὰ θέματα· γιὰ γυναῖκες, γιὰ
ἔρωτες, γιὰ πολιτική, γιὰ λεφτά, γιὰ ἀθλητικά, γιὰ τὰ πάντα, ἀλλὰ ἕνα
λόγο γιὰ τὸ Χριστὸ δὲν λέει. Ἤ, ἂν ἀκουστῇ ἡ λέξι Χριστός, θ᾽ ἀκουστῇ
δυστυχῶς ὡς βλαστήμια. Ὁμολογία πίστεως λοιπὸν δὲν ὑπάρχει. Ἀγάπη στὸ
Χριστὸ δὲν ὑπάρχει. Οἱ ἄνθρωποι ἄλλα ἀγαποῦν. Σ᾽ ἕνα νησὶ τῶν Κυκλάδων
κάποιος εἶχε ἕνα ἀγοράκι ποὺ τὸ λέγανε Δημήτρη, ἀλλ᾽ ὅταν πῆγε ἕνας
ἱεροκήρυκας ἐκεῖ καὶ κήρυξε ἐπὶ τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου καὶ εἶπε, ὅτι
Παραπάνω ἀπὸ τὸ παιδί μας καὶ τὴ γυναῖκα μας πρέπει ν᾽ ἀγαποῦμε τὸ
Χριστό, αὐτὸς χλεύασε· Ἄκου ἐκεῖ, λέει, ν᾽ ἀγαποῦμε τὸ Χριστὸ
παραπάνω ἀπὸ τὸ παιδί μας! ὅσο ἔχω ἐγὼ τὸ νυχάκι τοῦ Δημήτρη, δὲν ἔχω
τὸ Χριστό… Φρικτὸς λόγος. Καὶ αὐτὸς μὲν τὸ εἶπε μὲ τὸ στόμα, πολλοὶ
ἄλλοι ὅμως τὸ λένε μὲ τὴν καρδιά.
Ν᾽ ἀγαπᾷς, ὅλο ἀγάπη νὰ εἶσαι. Ν᾽ ἀγαπᾷς τὰ δέντρα, τοῦ
λουλούδια, τὰ ζῷα, τὰ πουλιά· ν᾽ ἀγαπᾷς τὸν πατέρα καὶ τὴ μάνα, τ᾽
ἀδέρφια καὶ τοὺς φίλους, τὴ γυναῖκα καὶ τὰ παιδιά σου· ἀλλὰ στὴν κορυφὴ
τῆς πυραμίδος, νὰ εἶνε ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Τό ᾽χῃς αὐτό; Εἶσαι
Χριστιανός. Δὲν τό ᾽χῃς; Δὲν εἶσαι.
Ὁ Χριστὸς θέλει, ἂν βρεθοῦμε σὲ σύγκρουσι καθηκόντων, νὰ προτιμοῦμε τὸ ἀνώτερο.
Παράδειγμα. Ἦρθε στὴ μητρόπολι μιὰ γυναίκα νέα καὶ ἔκλαιγε·
–Ὁ ἄντρας μου μὲ διώχνει. Ἔχω δυὸ παιδιά, εἶμαι ἔγκυος στὸ
τρίτο καὶ μοῦ λέει· «Θὰ πᾷς στὸ γιατρὸ νὰ τὸ ῥίξῃς. Ἐὰν δὲν κάνῃς
ἔκτρωσι, νὰ φύγῃς ἀπ᾽ τὸ σπίτι. Τί νὰ κάνω, πάτερ; Μπρὸς γκρεμὸς-πίσω
ῥεῦμα. Ἐὰν δὲν τὸ κάνω, μὲ διώχνει· ἐὰν τὸ κάνω, σκέπτομαι τὸ ἁμάρτημα
(καὶ δὲν ὑπάρχει, ὄντως, χειρότερο ἀπ᾽ αὐτό).
–Ἄκουσε, τῆς λέω· ἂν πιστεύῃς στὸ Θεό, νὰ μὴν κάνῃς ἔκτρωσι.
–Μὰ θὰ μὲ διώξῃ ὁ ἄντρας μου.
–Χωρὶς ἄντρα ζῇς, χωρὶς Θεὸ δὲν ζῇς.
Μὲ ἄκουσε ἡ γυναίκα. Κάλεσα καὶ τὸν σύζυγο. Ἦταν ἄθεος, δὲν ἤθελε ν᾽ ἀκούσῃ.
* * *
Τέτοια εἶνε ἡ κατάστασι,
σατανική. Σ᾽ αὐτὰ τὰ χρόνια ζοῦμε. Ψεύτικος χριστιανισμὸς ἐπικρατεῖ.
Καὶ βλέπεις μαζεύτηκαν στὸ Βερολῖνο προχθὲς πεντακόσες χιλιάδες
Τοῦρκοι, γιὰ ἕνα δικό τους ζήτημα, καὶ φώναζαν στοὺς δρόμους μὲ
ταμπέλλες ποὺ ἔγραφαν· Πεθαίνουμε γιὰ τὸν Ἀλλάχ! Ποιός τὸ λέει ἐδῶ αὐτὸ
γιὰ τὸ Χριστό; Κανείς. Ἐρχόμαστε στὴν ἐκκλησιά, ἀνάβουμε τὰ κεριά μας,
προσκυνοῦμε τὶς εἰκόνες, κάνουμε τὸν ψευτοχριστιανό, ἀλλὰ μέσα μας δὲν
ἔχουμε τὴ φωτιὰ αὐτή, τὴν ἅγια φωτιά, τὸν ἱερὸ ἐνθουσιασμό, τὴν
ἀπόφασι, τὴν ὁμολογία τῆς πίστεως, τὴν αὐταπάρνησι, αὐτὰ ποὺ ἀκοῦμε
σήμερα νὰ ζητῇ ὁ Χριστός.
Σὲ τέτοια χρόνια ζοῦμε. Ὁ σατανᾶς μισεῖ τὴν πίστι μας. Ἂν εἶχε
δικαίωμα ἐδῶ στὴν Ἑλλάδα, θὰ ἔσφαζε ὅλους τοὺς παπᾶδες καὶ ὅλους τοὺς
δεσποτάδες καὶ θὰ γκρέμιζε ὅλες τὶς ἐκκλησιές. Τρίζει τὰ δόντια, δὲν
μπορεῖ νὰ τὸ κάνῃ. Αὐτὸ ὅμως ποὺ δὲν κάνει σήμερα, γιατὶ ἔχουμε ἀκόμη
κάποια ἐλευθερία, θὰ γίνῃ αὔριο. Σφαγὴ μεγάλη θὰ γίνῃ. Ποιός θὰ
ὁμολογήσῃ Χριστόν; Μέσ᾽ στοὺς χίλιους ἕνας! Προφητεύω. Ὅποιος
ὁμολογήσῃ τὸ Χριστό, θὰ ἔχῃ μαρτύριο, θὰ ὑποστῇ μαρτύριο, ἀλλὰ αὐτὸς θὰ
εἶνε μακάριος καὶ ἄξιος ἀμοιβῆς. Ὅσο ἀξίζει ἕνα διαμάντι δὲν ἀξίζει
ἕνα βουνὸ ὁλόκληρο, ἔτσι καὶ ὅσο ἀξίζει ἕνας πραγματικὸς Χριστιανός,
μιμητὴς τῶν ἁγίων, δὲν ἀξίζει ὁ κόσμος ὅλος.
Εἴθε ὁ Θεὸς διὰ πρεσβειῶν τῶν ἁγίων Πάντων νὰ εἶνε μαζί σας.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Πάντων Δροσεροῦ – Ἑορδαίας τὴν 1-6-1980 πρωί, μὲ νέο τώρα τίτλο. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 30-4-2023.