Σάββατο 10 Ιουνίου 2023

Τι λένε μεγάλοι Ρουμάνοι πνευματικοί για την εξομολόγηση και τη θεία κοινωνία Μέρος Β΄

Ιερομόναχος Διονύσιος (Ιγνάτ)
Ιερομόναχος Διονύσιος (Ιγνάτ)

Μέρος Α΄

Ο Ιερομόναχος Διονύσιος (Ιγνάτ), ο οποίος έζησε στο Άγιον Όρος 78 χρόνια σε αυστηρά μοναστικά κατορθώματα, διδάσκει σχετικά μ’ αυτό ως εξής: «Να μην τολμήσει κανείς να πάει στη θεία κοινωνία χωρίς να εξομολογηθεί... Να μην πούμε: "Λοιπόν, εντάξει, το ότι έφαγα, ήπια, κοιμήθηκα και ό,τι άλλο έκανα, δεν είναι τίποτα. Θα πάω να κοινωνήσω", όπως ακούω να κάνουν οι παπικοί, γιατί η λειτουργία τους διαρκεί περισσότερο. Οι καθολικοί λένε αυτό: "Πεινούσαμε και γι αυτό φάγαμε το πρωί. Φάγαμε, καπνίσαμε κι ένα τσιγάρο... τώρα ας πιούμε κι ένα φλιτζάνι καφέ για να χαρούμε. Ναι, αλλά η λειτουργία δεν έχει τελειώσει ακόμα στην εκκλησία! Πάμε και να κοινωνήσουμε", και πηγαίνουν και κοινωνούν. Λοιπόν, αυτό είναι προετοιμασία;.. Δεν μπορώ να φανταστώ, πώς το επιτρέπουν αυτό οι καθολικοί. Βλέπεις, λένε ότι το φαγητό είναι ένα πράγμα, και η κοινωνία άλλο πράγμα, είναι πνευματική τροφή. Ό, τι κι αν ήταν, εάν δεν υπάρχει προετοιμασία, είναι θάνατος…

Ας μην παρεκκλίνουμε από τους κανόνες, όσο το δυνατόν περισσότερο. Ο εξομολογητής μπορεί να είναι συγκαταβατικός, αλλά όχι με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να δικαιολογηθεί με το: "αυτό δεν είναι τίποτα, εκείνο τίποτα, όλα δεν είναι τίποτα", γιατί σε αυτή την περίπτωση θα καταστρέψουμε τον εαυτό μας»[1].

Ο ιερέας Γκεόργκι Κάλτσου, επίσης κρατούμενος των κομμουνιστικών φυλακών, ορθά εφιστά την προσοχή σε αυτό το σημείο: αν δεν υπάρχει εξομολόγηση, τότε ο καθένας μπορεί να πλησιάσει το Άγιο Δισκοπότηρο, ακόμη και αβάπτιστοι, ακόμη και εκείνοι που ασχολούνται με την ιεροσυλία, λαμβάνοντας τη Θεία Κοινωνία για να την φτύσουν και στη συνέχεια να την χρησιμοποιήσουν για τους δικούς τους άθλιους σκοπούς – για μαγεία κ.τ.λ. «Και από πού πρέπει να γνωρίζει ένας ιερέας:, – γράφει ο πατήρ Γκεόργκι – ότι οι άνθρωποι προσέρχονται με αληθινό σεβασμό και πίστη, αφού δεν γνωρίζει την ψυχή τους; Και πώς μπορεί να γνωρίζει την ψυχή τους, αν δεν τους εξομολογήσει;.. Αυτοί οι υπηρέτες του διαβόλου, με ψέματα και εξαπάτηση για επιδίωξη του κέρδους, προσποιούνται ότι είναι ευσεβείς, ακόμη και άνθρωποι της εκκλησίας, που έρχονται από καιρό σε καιρό στη θεία λειτουργία. Εξάγεται... ότι ο ιερέας, βλέποντας την ευσεβή εμφάνισή τους, πρέπει αμέσως να τους δώσει τη Θεία Κοινωνία, ακόμα κι αν δεν εξομολογούνται»[2].

Ιερέας Γκιόργκι Κάλτσου
Ιερέας Γκιόργκι Κάλτσου

Όσον αφορά την κοινή εξομολόγηση, ο πατήρ Γκιόργκι Κάλτσου λέει γι' αυτήν ως εξής: «Μου φαίνεται, ότι υπάρχει κάποιο είδος λαϊκισμού με στόχο να "κερδίσουμε πελάτες", ένα είδος εμπορίου γύρω από τα Άγια Δώρα, αν και τουλάχιστον μπορεί να υπάρχουν, και φυσικά υπάρχουν, μερικοί ευσεβείς άνθρωποι που εξομολογούνται και λαμβάνουν κοινωνία με τον ορθό τρόπο. Σε κάθε περίπτωση, η ποσότητα, εδώ, ενεργεί εις βάρος της αληθινής πνευματικότητας»[3].

Ο αρχιμανδρίτης Ιουστίνος (Πύρβου) ήταν κατηγορηματικά εναντίον αυτού του λαϊκισμού και της ανοχής: «Τους ανεχόμαστε και δεν πιστεύουμε ότι αν δεν προσθέσουμε λίγη τάξη σε αυτούς τους κανόνες, θα χάσουμε τον πιστό κι αυτός δεν θα έρχεται πλέον στην εξομολόγηση. Ο σύγχρονος άνθρωπος έχει φτάσει σε ένα εξαιρετικά δύσκολο στάδιο. Ο Θεός θα τιμωρήσει τόσο τον ιερέα που απαλλάσσει εύκολα από τις αμαρτίες, όσο και τον πιστό που χαίρεται εν μέσω αυτής της άφεσης. Και οι δύο θα πέσουν στο ίδιο καζάνι. Είναι ανάξιο να κοινωνείς κάποιον;!»[4].

Οι μαρτυρίες των Ρουμάνων πνευματικών μπορούν να παρατίθενται χωρίς τέλος. Και όχι μόνο οι ηρωικοί ασκητές του παρελθόντος, αλλά και οι ζώντες υπέρμαχοι της Ορθοδοξίας. Παραθέτουμε τις γνώμες μόνο δύο εξ αυτών.

Ο σύγκελλος Ιοάν (Μπουλίγκα) στο βιβλίο «Προκλήσεις του Ορθόδοξου Χριστιανού σήμερα» γράφει για την ανάγκη καθαρισμού της ψυχής πριν από τη Θεία Κοινωνία: «Ανεξάρτητα από το πόσο συχνά κοινωνούμε, δεν μπορούμε να ευδοκιμήσουμε πνευματικά αν δεν έχουμε εγκράτεια, προσευχή και διατήρηση του νου... ως εκ τούτου, μπορούμε να κοινωνούμε όσο πιο συχνά μπορούμε, αλλά αναλογιζόμενοι μόνο ένα σημαντικό σημείο. Δεν ξέρω, ποιος από εμάς δεν θα ντρεπόταν να περπατήσει στο δρόμο με λερωμένα παντελόνια, και ακόμη περισσότερο να εμφανιστεί σε μια τέτοια κατάσταση μπροστά σε μια σημαντική προσωπικότητα. Έτσι, όταν συναντιόμαστε με τον Χριστό, που είναι κάτι περισσότερο από μια απλή συνάντηση, ας φροντίσουμε να έχουμε τα ρούχα του σώματος και της ψυχής μας, όσο το δυνατόν πιο φρεσκοπλυμένα. Οι αμαρτίες μολύνουν τα ρούχα της ψυχής. Υπάρχουν αμαρτίες, που πλένονται πολύ δύσκολα, για τις οποίες, είναι απαραίτητη η μετάνοια. Εννοώ άμβλωση, πορνεία, αφύσικες σεξουαλικές σχέσεις, αδιαφορία για το Χριστό και την πίστη, επίμονο μίσος και άλλες σοβαρές αμαρτίες, στις οποίες, όπως στην περίπτωση του Ιούδα του Ισκαριώτη και του Φαραώ, δεν αρκεί να παραδεχτούμε ότι έχουμε αμαρτήσει, αλλά πρέπει να το αποδείξουμε με πράξεις, ότι θέλουμε να διορθωθούμε»[5].

Ο πατέρας Ιοάν (Μπουλίγκα), για τη βλάβη που προκαλείται στους ανθρώπους από τους ιερείς που κοινωνούν με ευκολία στα Ιερά Μυστήρια, γράφει τα εξής: «Εμείς, οι ιερείς, πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί στο έργο που επιτελούμε, γιατί δεν κάνουμε τίποτα για να βοηθήσουμε έναν άνθρωπο που ζει εν αμαρτίαις με το να τον κοινωνούμε, ενώ αυτός δεν κάνει τίποτα για να αλλάξει τη ζωή του. Επιπλέον, του επιτρέπουμε να ζει με την ψευδαίσθηση, ότι όλα είναι καλά γι αυτόν»[6].

Οι υποστηρικτές της συχνής θείας κοινωνίας, συνήθως, αναφέρουν δύο επιχειρήματα για την υπεράσπισή τους: το πρώτο είναι, ότι έτσι κοινωνούσαν στην πρώιμη Εκκλησία και το δεύτερο, ότι έτσι κοινωνούν και στο Άγιον Όρος. Μολαταύτα, δεν θέλουν να παρατηρήσουν καμία διαφορά μεταξύ του σημερινού τρόπου ζωής και του μαρτυρίου της ομολογίας της πίστης των πρώτων Χριστιανών, των οποίων η κάθε μέρα στη ζωή τους θα μπορούσε να είναι η τελευταία. Και όσον αφορά την πρώιμη Εκκλησία, αναγνωρίζουν επιλεκτικά μόνο την περίοδο που θέλουν, ενώ δεν θέλουν να ακούσουν καν για τους κανόνες του Αγίου Βασιλείου του Μεγάλου († 379), που συνεγράφησαν στην ίδια πρώιμη περίοδο της Εκκλησίας. Ο σύγκελος Ιοάν (Μπουλίγκα) καταρρίπτει αυτά τα επιχειρήματά τους ως εξής:

«Κάποιοι, που υποστηρίζουν τη συχνή κοινωνία, αναφέρουν το παράδειγμα των πρώτων αιώνων του χριστιανισμού, αλλά ας σκεφτεί κανείς την περίοδο κατά την οποία οι χριστιανοί υπέστησαν διωγμούς, τι ζωή περνούσαν τότε! Κάθε μέρα η θεία κοινωνία θα μπορούσε να αποδειχθεί ως κοινωνία πριν από το θάνατο. Και αν πάρουμε την περίοδο, που ο χριστιανισμός απέκτησε την ελευθερία του, θα βρούμε τέτοια επιτίμια, όπως, για παράδειγμα, οι κανόνες του Αγίου Βασιλείου του Μεγάλου, που αν τις δεχτούμε τώρα, σχεδόν κανένας από εμάς δεν θα μπορούσε να λάβει κοινωνία. Δεν ομιλώ για τους κανόνες της πρώιμης Εκκλησίας, όταν οι αμαρτωλοί δεν γίνονταν καν δεκτοί στην εκκλησία και προσκυνούσαν στις πόρτες της εκκλησίας, και δεν υπήρχε θέμα Θείας Κοινωνίας.

Λέγοντας αυτά, δεν είμαι σε καμία περίπτωση αντίθετος στη συχνή κοινωνία. Θα κοινωνήσουμε όσο πιο συχνά μπορούμε, αλλά θα ανανεώσουμε[7] το σώμα και την ψυχή μας και "θα γίνουμε καλοί, θα μπούμε με φόβο Θεού": αυτή είναι μια Ιερή Θυσία»[8].

Το δεύτερο επιχείρημα («έτσι κοινωνούν στο Άγιο Όρος») απορρίπτεται από τον πρωτοσύγκελο Ιουστίνο (Μύρων), τον ηγούμενο της μονής Οάσα. Στην ερώτηση: «Ποιος πιστεύετε, ότι είναι ο καλύτερος τρόπος για να λάβετε κοινωνία: πιο συχνά ή λιγότερο συχνά;» – αυτός απαντά: «με φόβο! Ούτε συχνά, ούτε σπάνια, αλλά έτσι, ώστε το άτομο να γνωρίζει, ότι στέκεται μπροστά στο πρόσωπο του Θεού όταν πηγαίνει να κοινωνήσει το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου...».

Με στενοχωρεί, επίσης, όταν βλέπω ότι κάποιοι – είτε μοναχοί, είτε λαϊκοί – υιοθετούν κυριολεκτικά αυτό που βλέπουν από τους ξένους. Γνωρίζω, επίσης, ότι οι Αθωνίτες λαμβάνουν κοινωνία τέσσερις φορές την εβδομάδα. Αλλά αυτοί περνούν μια διαφορετική ζωή, κατά πολύ καθαρότερη. Μια άλλη εγκατοίκηση... Έτσι, ο αββάς Αδριανός (Φετζετσεάνου), απάντησε σε κάποιον που τον ρώτησε γιατί δεν κοινωνεί πιο συχνά: «όταν ζω σαν αυτούς, τότε θα λάβω κοινωνία όπως αυτοί!».

Πρωτοσύγκελος Ιουστίνος (Μύρων)
Πρωτοσύγκελος Ιουστίνος (Μύρων)

  Ξέρω, πολύ καλά, πώς κοινωνούν οι Αθωνίτες, γιατί πέρασα έξι μήνες στο Βατοπέδι. Αλλά, αυτοί είναι άνθρωποι διαφορετικού μέτρου. Εσύ ακολουθείς την αυστηρότητά τους;
Κάποτε, ομολόγησα στον πατέρα Εφραίμ, στην εξομολόγηση, ότι είχα συκοφαντήσει (όχι κάποιον συγκεκριμένα). Τη θεώρησα ως μια μικρή αμαρτία, σε κάθε περίπτωση, όχι τόσο βαριά όσο με τιμωρούσε ο γέροντας πνευματικός. Στη δική μας εξομολόγηση, νομίζω, δεν θα είχαν δώσει προσοχή σε μια τέτοια αμαρτία. Και μου είπε, ότι το κακό είναι απαράδεκτο σε οποιαδήποτε μορφή, όχι μόνο σε μεγάλα ζητήματα, αλλά και σε μικρά.

Εδώ, στην Οάσα, έχουμε επίσης μια αποκάλυψη [λογισμών]. Ο καθένας μπορεί να κοινωνήσει τέσσερις φορές την εβδομάδα, αλλά ... τι κάνει ένας Έλληνας; Απαντά σε κάθε ερώτηση καταφατικά, και στη συνέχεια βάζει ένα «αλλά» για κάτι άλλο, θέτοντας στην πραγματικότητα τέτοιες συνθήκες που μπορούν να αναιρέσουν οποιαδήποτε απόφαση.

Έτσι, ένας μοναχός εδώ, μπορεί επίσης να λάβει κοινωνία τέσσερις φορές την εβδομάδα – φυσικά, ως δυνατότητα. Αλλά, στην πραγματικότητα, είναι πολύ σπάνιο να βλέπεις κάποιον να μεταλαμβάνει τόσες φορές την εβδομάδα, γιατί για κάθε λογισμό που δεν προσήκει να έχει ένας μοναχός, του απαγορεύω τη Θεία Κοινωνία. Θέλεις συχνή κοινωνία; Εντάξει, αλλά…

Εδώ εξομολογούμεθα κάθε βδομάδα. Και όλοι ζούμε μαζί. Βρίσκεσαι άμεσα συνδεδεμένος με τους άλλους και είναι πολύ δύσκολο να αμαρτήσεις. Και αν τύχει να υποπέσεις, τρέχεις στον εξομολογητή – είναι δίπλα σου – και ανακαλύπτεις την αμαρτία σου. Κι εκείνοι που ζουν στον κόσμο; Λέμε, για παράδειγμα, μία φορά την εβδομάδα θα μεταλάβεις με κάποιο τρόπο χωρίς εξομολόγηση (τουλάχιστον με την έγκριση του εξομολογητή!), αλλά για έναν κοσμικό να το κάνει αυτό σε μόνιμη βάση, είναι απίθανο»[9].

Έτσι, βλέπουμε, πόσο αυστηρή είναι η αρχέγονη συμμόρφωση με τους ιερούς κανόνες στη Ρουμανία και πόσο ακλόνητα οι μεγάλοι Ρουμάνοι ομολογητές υπερασπίζονται την παράδοση. Αλλά οι αντίπαλοί τους είναι επίσης ισχυροί, καθώς η Ρουμανία ιστορικά δεν προστατεύτηκε επαρκώς από την επέκταση του προτεσταντισμού και του καθολικισμού, οι οποίοι σήμερα εκπροσωπούνται ευρέως στη χώρα μαζί με τον ουνιτισμό και τις διάφορες αιρέσεις. Και σε αυτόν τον αγώνα για πίστη, πολλοί Ρουμάνοι, που δεν ενθυμούνται την καταγωγή τους, στρέφουν τα βλέμματά τους προς τη Δύση, όπου τα συγχωροχάρτια έχουν ήδη προετοιμαστεί εκ των προτέρων για την χλιαρότητα[10] της χριστιανικής πίστης, οι οποίοι δεν μπορούν να αρνηθούν ένα πλούσιο γεύμα ακόμη και για μια μέρα και να κάνουν τουλάχιστον μια υπόκλιση μπροστά στο Ιερό Βήμα. Ο δρόμος γι αυτούς τους «πιστούς» είναι στρωμένος φαρδύς, με χρήματα και πολλοί υποκύπτουν έναντι των αξιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αλλά παρόμοια πράγματα προσελκύονται από παρόμοια πράγματα προς την αντίθετη κατεύθυνση, από τη Δύση προς την Ανατολή – στην Ορθοδοξία. Και η ποιότητα της πίστης των ανθρώπων που προσφεύγουν στην Ορθοδοξία είναι πολύ πιο ακριβή από οποιονδήποτε αριθμό κακών πιστών που ξεφεύγουν από τις ρίζες τους. Για κατακλείδα, ας παραθέσουμε τα λόγια του εφημέριου επισκόπου της Ρουμανικής Ορθόδοξης Αρχιεπισκοπής στη Δυτική και Νότια Ευρώπη, Μάρκ Νεμτσιάνουλα (Άλρικα). Γάλλος και Καθολικός, μετά από μια σύντομη συνομιλία με τον γέροντα Παΐσιο (Ολάρου), μεταστράφηκε στην Ορθοδοξία, εκάρη μοναχός και μόνασε στο ρουμανικό μοναστήρι της Σιχάστριας. Να, τι μας διδάσκει αυτός ο αληθινός πνευματικός κληρονόμος των μεγάλων γερόντων:

«Το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνουμε είναι να εξομολογούμεθα συχνά. Έτσι, πριν μιλήσουμε για συχνή θεία κοινωνία, πρέπει να μιλήσουμε για συχνή εξομολόγηση. Το βασιλικό γλέντι[11] είναι μια Θεία Κοινωνία. Ο Βασιλεύς μας εξισώνει με τον εαυτό Του, όταν μας προσκαλεί σε μια γιορτή, όταν μας προσκαλεί στη Θεία κοινωνία. Ο Θεός κάνει τον καθένα μας ίσο με τον εαυτό Του, όταν μας προσκαλεί να έρθουμε να κοινωνήσουμε... είναι απίστευτο!.. Γινόμαστε σαν Αυτόν.

Και αυτός που θα ριχτεί στο ανάχτιδο σκοτάδι, είναι αυτός που σκέφτεται: "Θα πάω έτσι, αυτό είναι φυσιολογικό!" Δεν είχε μια συνείδηση ανοησίας, μια συνείδηση του απίθανου ότι αυτός, που ένα λεπτό πριν ήταν άθλιος, δύσοσμος, ανέγγιχτος, τώρα θα γινόταν ίσος με το Θεό. Νόμιζε, ότι ήταν φυσιολογικό. Και επομένως, χωρίς συνείδηση της ασθένειάς του – μιλάμε για αμαρτία τώρα – δεν μπορούσε να αισθανθεί ευγνωμοσύνη. Αυτός που δεν κατανοεί την ασθένειά του, δεν μπορεί να είναι ευγνώμων στον Ιατρό που τον θεραπεύει»[12].

Επιμελήθηκε η Ζηναϊδα Πεϊκόβα
Μετάφραση για την πύλη gr.pravoslavie.ru: Κωνσταντίνος Θώδης

Pravoslavie.ru

6/8/2023

Βαθμολογία: 1 2 3 4 5 6 7 8 9 10

[1] http://www.pravoslavie.ru/orthodoxchurches/54906.htm.

[2] http://www.pravoslavie.ru/orthodoxchurches/61049.htm.

[3] http://www.pravoslavie.ru/orthodoxchurches/61049.htm.

[4] http://www.pravoslavie.ru/put/59364.htm.

[5] Singhel Ioan Buliga. Provocarile crestinului ortodox in zilele de astazi. Galaţi: Egumeniţa; Alexandria: Cartea Ortodoxă, 2012. P. 137–138 (http://www.razbointrucuvant.ro/2013/02/19/impartasania-deasa-ispitele-duhovnicillor/).

[6] ό.π. Р. 138.

[7] Κυριολεκτικά: να αλλάξουμε, όπως αλλάζουμε τα ρούχα.

[8] Singhel Ioan Buliga. Provocarile crestinului ortodox in zilele de astazi. Р. 138–139.

[9] http://www.lumeacredintei.com/sct_4/art_1153/parintele_iustin_miron_-_stareul_mnstirii_oaa.htm.

[10] Η χλιαρότητα είναι ένα ιδιαίτερο είδος πνευματικής αποστασίας, όταν ένα άτομο, τηρώντας εξωτερικά τις διατάξεις και τις τελετουργίες της Εκκλησίας, παραμένει ταυτόχρονα ξένο προς το Θεό. Ένα τέτοιο άτομο, νηστεύει, κάνει ελεημοσύνες, επισκέπτεται την εκκλησία και ταυτόχρονα επιδίδεται στην ενασχόληση με τα στοιχεία αυτού του κόσμου και δεν ενδιαφέρεται να καθαρίσει το μυαλό του από την υπερηφάνεια και την καρδιά του από τα πάθη.

[11] Βλ.: Κατά Ματθαίον. Κεφ.22: 1–14.

[12] http://www.razbointrucuvant.ro/recomandari/2012/06/20/intre-constiinta-adanca-a-pacatului-si-iubirea-nebuna-a-lui-dumnezeu-ps-marc-nemteanul-despre-pregatirea-de-impartasanie-si-spovedania-deasa/.

https://gr.pravoslavie.ru/154133.html