Ἁγ. Ἰννοκεντίου Μόσχας
α’. Τί εἶναι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ τί δίνει στὸν ἄνθρωπο.
Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ὁ Θεός, τὸ τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, παντοδύναμο ὅπως ὁ Πατέρας καὶ ὁ Υἱός. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ζωογονεῖ, ἐμψυχώνει καὶ ἐνδυναμώνει τὰ πλάσματα. Αὐτὸ δίνει στὰ ζῶα τὴ ζωή, στοὺς ἀνθρώπους τὸ νοῦ καὶ στοὺς χριστιανοὺς τὴν ἀνώτερη ζωή, τὴν πνευματική. Αὐτὸ φωτίζει τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν βοηθάει νὰ μπεῖ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δίνεται στὸν καθένα μας ὄχι σύμφωνα μὲ τὴν ἀξία τῶν καλῶν ἔργων του, ἀλλὰ δωρεάν, σύμφωνα μὲ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὴ σωτηρία του.
Στὴ συνέχεια θὰ δοῦμε τί χαρίζει στὸν ἄνθρωπο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
1. Ὅταν κατοικήσει μέσα στὸν ἄνθρωπο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τοῦ δίνει πίστη καὶ φωτισμό. Χωρὶς Αὐτό, κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει ἀληθινὴ καὶ ζωντανὴ πίστη. Χωρὶς τὸ φωτισμό Του, καὶ ὁ πιὸ σοφὸς καὶ μορφωμένος ἄνθρωπος εἶναι ὁλότελα τυφλὸς ὡς πρὸς τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν κτίση Του. Ἀπεναντίας, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μπορεῖ νὰ φωτίσει ἐσωτερικὰ καὶ τὸν πιὸ ἀμόρφωτο καὶ ἁπλοϊκὸ ἄνθρωπο, νὰ τοῦ ἀποκαλύψει ἄμεσα τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ τοῦ προσφέρει τὴ γλυκειὰ γεύση τῆς βασιλείας Του. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, αἰσθάνεται στὴν ψυχή του ἕνα ἀσυνήθιστο φῶς, ποὺ τοῦ ἦταν ὁλότελα ἄγνωστο μέχρι τότε.
2. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα γεννάει στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου τὴν ἀληθινὴ ἀγάπη. Ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη εἶναι σὰν μία καθαρὴ φωτιά, μία πηγὴ θερμότητας, ποὺ ζεσταίνει τὴν καρδιά. Εἶναι μία ρίζα, ποὺ βλαστάνει μέσα στὴν καρδιὰ ὅλα τὰ καλὰ ἔργα. Γιὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔχει ζωογονηθεῖ ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ ἀγάπη, τίποτα δὲν εἶναι δύσκολο, φοβερὸ ἢ ἀδύνατο. Γι’ αὐτὸν κανένας νόμος δὲν εἶναι βαρύς, καμιὰ ἐντολὴ δὲν εἶναι ἀνεφάρμοστη. Ὅλα του εἶναι εὔκολα.
Ἡ πίστη καὶ ἡ ἀγάπη, ποὺ χαρίζει στὸν ἄνθρωπο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, εἶναι τόσο μεγάλα καὶ δυνατὰ ὄπλα στὰ χέρια του, πού, ἂν τὰ ἔχει, μπορεῖ εὔκολα, ἄνετα, μὲ χαρὰ καὶ γαλήνη νὰ βαδίσει τὸ δρόμο ποὺ βάδισε ὁ Χριστός.
3. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δίνει ἀκόμα στὸν ἄνθρωπο δύναμη, γιὰ ν’ ἀντιστέκεται στοὺς πειρασμοὺς τοῦ κόσμου. Ἔτσι, χρησιμοποιεῖ βέβαια τὰ ἐπίγεια ἀγαθά, ἀλλὰ σὰν περαστικὸς ταξιδιώτης, χωρὶς νὰ κολλάει σ’ αὐτὰ τὴν καρδιά του. Ἀντίθετα, ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὅσο μορφωμένος καὶ ἔξυπνος κι ἂν εἶναι, μένει πάντα δοῦλος καὶ αἰχμάλωτος τοῦ κόσμου.
4. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δίνει στὸν ἄνθρωπο καὶ σοφία. Αὐτὸ τὸ βλέπουμε κατεξοχὴν στοὺς ἁγίους ἀποστόλους, πού, πρὶν λάβουν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἦταν ἀγράμματοι καὶ ἁπλοϊκοὶ ἄνθρωποι, ὕστερα ὅμως κανεὶς δὲν μποροῦσε ν’ ἀντισταθεῖ στὴ σοφία καὶ τὴ δύναμη τοῦ λόγου τους.
Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα χαρίζει σοφία ὄχι μόνο στὰ λόγια τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ καὶ στὶς πράξεις του. Ἔτσι, λ.χ., ἐκεῖνος ποὺ ἔχει μέσα του τὸ Πνεῦμα, πάντα θὰ βρεῖ τὸ χρόνο καὶ τὸν τρόπο νὰ φροντίσει γιὰ τὴ σωτηρία του, ἀκόμα καὶ μέσα στὸ θόρυβο τοῦ κόσμου.
5. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα χαρίζει τὴν ἀληθινὴ χαρά, τὴν καρδιακὴ εὐτυχία καὶ τὴν ἀσάλευτη εἰρήνη. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποτὲ δὲν μπορεῖ νὰ χαρεῖ ἀληθινά, νὰ εὐχαριστηθεῖ καθαρά, νὰ νιώσει τὴν εἰρήνη ποὺ γλυκαίνει τὴν ψυχή. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι κάπου κάπου χαίρεται. Μὰ ἡ χαρά του εἶναι στιγμιαία καὶ ὄχι καθαρή. Κάπου-κάπου διασκεδάζει. Μὰ οἱ διασκεδάσεις του εἶναι πάντα κενές, ἀνούσιες, καὶ μετὰ ἀπ’ αὐτὲς τὸν κυριεύει μία ἀκόμα μεγαλύτερη στενοχώρια. Κάπου-κάπου εἶναι ἤρεμος. Μὰ ἡ ἠρεμία του δὲν εἶναι ἡ πνευματικὴ εἰρήνη, εἶναι νάρκη τῆς ψυχῆς. Καὶ ἀλίμονο σ’ ἐκεῖνον ποὺ δὲν προσπαθεῖ καὶ δὲν θέλει νὰ ξυπνήσει ἀπ’ αὐτὴ τὴ νάρκη!
6. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δίνει καὶ τὴν ἀληθινὴ ταπείνωση. Ὁ ἄνθρωπος, ἀκόμα καὶ ὁ πιὸ γνωστικός, δὲν μπορεῖ νὰ γνωρίσει τὸν ἑαυτό του ὅσο πρέπει, ἂν δὲν ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Γιατί χωρὶς τὴ θεία βοήθεια, δὲν μπορεῖ νὰ δεῖ τὴν πραγματικὴ κατάσταση τῆς ψυχῆς του. Ἂν εἶναι τίμιος καὶ κάνει κανένα καλὸ στοὺς συνανθρώπους του, νομίζει πῶς εἶναι δίκαιος ἢ καί, σὲ σύγκριση μὲ τοὺς ἄλλους, τέλειος καὶ πῶς δὲν τοῦ χρειάζεται τίποτ’ ἄλλο!
Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὅταν κατοικήσει μέσα μας, μᾶς ἀποκαλύπτει ὅλη τὴν ἐσωτερική μας φτώχια καὶ ἀδυναμία. Καὶ ἀνάμεσα στὶς ἀρετές μας, προβάλλει ὅλες τὶς ἁμαρτίες μας, τὴν ἀμέλειά μας, τὴν ἀδιαφορία μας γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἄλλων, τὴν ἰδιοτέλειά μας ἀκόμα καὶ ἐκεῖ ποὺ φαινόμαστε μεγαλόψυχοι, τὴν παχυλὴ φιλαυτία μας ἀκόμα καὶ ἐκεῖ ποὺ ποτὲ δὲν τὴν ὑποπτευόμασταν. Κοντολογίς, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μας τὰ δείχνει ὅλα, ὅπως πραγματικὰ εἶναι. Καὶ τότε ἀρχίζουμε ν’ ἀποκτᾶμε τὴν ἀληθινὴ ταπείνωση. Τότε ἀρχίζουμε νὰ χάνουμε τὴν ἐμπιστοσύνη μας στὶς δικές μας δυνάμεις καὶ ἀρετές. Τότε ἀρχίζουμε νὰ θεωροῦμε τὸν ἑαυτό μας χειρότερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Καὶ ταπεινωμένοι μπροστὰ στὸν Ἰησοῦ Χριστό, ἀρχίζουμε νὰ μετανοοῦμε εἰλικρινὰ καὶ νὰ ἐλπίζουμε μόνο σ’ Ἐκεῖνον.
7. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μᾶς διδάσκει, τέλος, τὴν ἀληθινὴ προσευχή. Κανένας δὲν μπορεῖ νὰ κάνει προσευχὴ πραγματικὰ εὐάρεστη στὸ Θεό, πρὶν λάβει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Γιατί ἂν ἀρχίσει νὰ προσεύχεται, χωρὶς νὰ ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, θὰ δεῖ τὸ νοῦ του νὰ μὴν μπορεῖ νὰ συγκεντρωθεῖ. Ἐπιπλέον, δὲν γνωρίζει, ὅπως πρέπει, οὔτε τὸν ἑαυτό του οὔτε τὶς ἀνάγκες του οὔτε τί νὰ ζητήσει οὔτε πῶς νὰ τὸ ζητήσει ἀπὸ τὸ Θεό. Καλὰ-καλὰ δὲν ξέρει οὔτε τί εἶναι ὁ Θεός. Ὅποιος, ὅμως, ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, γνωρίζει τὸ Θεό, βλέπει ὅτι Αὐτὸς εἶναι ὁ Πατέρας του καὶ ξέρει πῶς νὰ Τὸν πλησιάσει, πῶς νὰ Τὸν παρακαλέσει καὶ τί νὰ Τοῦ ζητήσει. Οἱ σκέψεις του στὴν προσευχὴ εἶναι εὔτακτες, καθαρές, προσηλωμένες μόνο στὸν Κύριο. Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος μπορεῖ μὲ τὴν προσευχή του νὰ πετύχει τὰ πάντα, ἀκόμα καὶ βουνὰ νὰ μετακινήσει.
Νά, λοιπόν, τί χαρίζει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σ’ ἐκεῖνον ποὺ Τὸ ἔχει λάβει. Βλέπετε ὅτι, χωρὶς τὴ βοήθεια καὶ τὴ συνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἶναι ἀδύνατον ὄχι μόνο νὰ μποῦμε στὴν οὐράνια βασιλεία, ἀλλὰ κι ἕνα βῆμα νὰ κάνουμε στὸ δρόμο ποὺ ὁδηγεῖ ἐκεῖ. Γι’ αὐτὸ εἶναι ἀπαραίτητο νὰ ποθοῦμε καὶ νὰ ζητᾶμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα• εἶναι ἀπαραίτητο νὰ Τὸ ἀποκτήσουμε καὶ νὰ Τὸ ἔχουμε πάντα μέσα μας, ὅπως Τὸ εἶχαν οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι.
β’. Πότε καὶ ποιοὶ ἀποκτοῦν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶπε: «Ὁ ἄνεμος πνέει ὅπου θέλει· ἀκοῦς τὴ βοή του, ἀλλὰ δὲν ξέρεις ἀπὸ ποῦ ἔρχεται καὶ ποῦ πηγαίνει. Ἔτσι συμβαίνει καὶ μὲ καθέναν ποὺ γεννιέται ἀπὸ τὸ Πνεῦμα» (Ιω. 3:8). Τὰ λόγια αὐτὰ σημαίνουν, ὅτι τὴν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴν καρδιά μας μποροῦμε νὰ τὴν ἀκούσουμε, νὰ τὴν αἰσθανθοῦμε καὶ νὰ τὴν ἀντιληφτοῦμε, ἀλλὰ δὲν μποροῦμε ποτὲ νὰ προσδιορίσουμε ἀπὸ πρὶν τὴν περίσταση καὶ τὴν ὥρα ποὺ θὰ μᾶς ἐπισκεφθεῖ. Βλέπουμε πῶς οἱ ἀπόστολοι ἔλαβαν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σὲ στιγμὲς ποὺ δὲν τὸ περίμεναν. Μόνο ἡ ἐπίσημη κατάβαση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς τοὺς εἶχε προαναγγελθεῖ, καὶ πραγματοποιήθηκε τὴν προκαθορισμένη μέρα στὸν προκαθορισμένο τόπο· καὶ τότε, ὅμως, δὲν ἔλαβαν τὸ Πνεῦμα σὰν ἀνταμοιβὴ γιὰ προσωπικά τους κατορθώματα, ἀλλὰ δωρεάν, χάρη στὴν πίστη καὶ τὴν ἐλπίδα τους. Ἡ ὁμόψυχη προσευχή, στὴν ὁποία ἦταν ἀφοσιωμένοι ἀπὸ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου ὡς τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δὲν ἦταν τόσο τὸ μέσο, γιὰ νὰ πάρουν τὸ Πνεῦμα, ὅσο μία προετοιμασία γι’ αὐτὸ τὸ γεγονός.
Κανένας, ἑπομένως, δὲν μπορεῖ νὰ ξέρει ποιὰ στιγμὴ καὶ μὲ ποιὸ τρόπο θὰ λάβει τὰ δῶρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιατί τὰ δῶρα δίνονται ἀπροσδόκητα, ὅποτε καὶ σ’ ὅποιον θέλει ὁ δωρητής. Γι’ αὐτὸ κάνουν μεγάλο λάθος, ὅσοι περιμένουν νὰ λάβουν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μὲ συγκεκριμένο τρόπο καὶ σὲ συγκεκριμένη ὥρα. Ὅσοι, μάλιστα, ἐπινοοῦν δικά τους μέσα γιὰ τὸ σκοπὸ αὐτό, ὄχι μόνο δὲν πρόκειται νὰ λάβουν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλὰ παίρνουν ἐπάνω τους καὶ μία φοβερὴ ἁμαρτία.
Πρὶν μιλήσουμε γιὰ τὸ πῶς μποροῦμε ν’ ἀποκτήσουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, πρέπει νὰ τονίσουμε ὅτι Αὐτὸ δίνεται μόνο στοὺς ἀληθινὰ πιστούς. Καὶ ἀληθινὰ πιστὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ὁμολογεῖ σωστὰ τὴν ἁγία ὀρθόδοξη πίστη, χωρὶς καμιὰ πρόσθεση ἢ ἀφαίρεση ἢ ἀλλοίωση, ὅπως μᾶς τὴν παρέδωσαν οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι καὶ ὅπως τὴ διατύπωσαν καὶ τὴν ἐπικύρωσαν οἱ ἅγιοι πατέρες στὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους. Κάθε ἀμφιβολία ἡ σόφισμα σὲ θέματα πίστεως εἶναι ἀνυπακοή. Καὶ ὁ ἀνυπάκουος δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ γίνει ναὸς καὶ κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
γ’. Πῶς μποροῦμε ν’ ἀποκτήσουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
Τὰ γνωστὰ καὶ ἀποτελεσματικὰ μέσα γιὰ τὴν ἀπόκτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, σύμφωνα μὲ τὴ διδασκαλία τῶν ἱερῶν Γραφῶν καὶ τὴν πείρα τῶν μεγάλων ἅγιων, εἶναι τὰ ἑξῆς:
Ἡ καθαρὴ καρδιὰ καὶ τὸ ἁγνὸ σῶμα. Ἡ ταπεινοφροσύνη. Ἡ ὑπακοὴ στὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ. Ἡ προσευχή. Ἡ καθημερινὴ αὐταπάρνηση. Ἡ ἀνάγνωση καὶ ἀκρόαση τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Τὰ μυστήρια της Ἐκκλησίας μας καὶ κατεξοχὴν ἡ θεία κοινωνία.
Κάθε πιστὴ ψυχὴ μπορεῖ νὰ γεμίσει μὲ Ἅγιο Πνεῦμα, ἂν καθαριστεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὴ φιλαυτία καὶ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι πάντα ὁλόγυρά μας καὶ ἐπιθυμεῖ νὰ μπεῖ μέσα μας. Ἀλλὰ οἱ κακές μας πράξεις μας περιβάλλουν σὰν ἰσχυρὸ πέτρινο τεῖχος καὶ τ’ ἁμαρτήματά μας σὰν ἄγριοι φρουροὶ Τὸ διώχνουν μακριά μας καὶ δὲν Τὸ ἀφήνουν νὰ μᾶς πλησιάσει.
Κάθε ἁμαρτία διώχνει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Πιὸ μισητές, ὅμως, Τοῦ εἶναι ἀπὸ τὶς σωματικὲς ἡ πορνεία καὶ ἀπὸ τὶς ψυχικὲς ἡ ὑπερηφάνεια. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἡ τέλεια καθαρότητα, δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ κατοικήσει σὲ ἄνθρωπο μολυσμένο μὲ ἁμαρτίες. Πῶς νὰ μείνει στὴν καρδιά μας, ὅταν αὐτὴ εἶναι γεμάτη μὲ μέριμνες, ἐπιθυμίες καὶ πάθη;
Ἂς δοῦμε, λοιπόν, πιὸ ἀναλυτικὰ τὰ μέσα γιὰ τὴν ἀπόκτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
1. Ἂν θέλουμε νὰ μὴ χάσουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ πήραμε στὸ βάπτισμα, ἤ, ἂν τὸ χάσαμε, νὰ Τὸ ἀποκτήσουμε πάλι, ὀφείλουμε νὰ ἔχουμε καρδιὰ καθαρὴ καὶ σῶμα ἁγνό, ἀμόλυντο δηλαδὴ ἀπὸ κάθε σαρκικὴ ἁμαρτία.
Καρδιὰ καὶ σῶμα πρέπει νὰ εἶναι ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ σ’ ὅποιον ἔχει καθαρὴ καρδιὰ καὶ ἀμόλυντο σῶμα, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ μπεῖ καὶ θὰ κυριέψει τὴν ψυχή του. Φτάνει νὰ μὴν ἔχει ἀποθέσει ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς τὴν ἐλπίδα του στὰ καλά του ἔργα καὶ νὰ μὴν καυχιέται γι’ αὐτά, νὰ μὴ νομίζει δηλαδὴ ὅτι δικαιωματικὰ πρέπει νὰ λάβει τὰ δῶρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, σὰν ἀμοιβὴ ποὺ τοῦ χρωστάει ὁ Θεός.
Ἂν ἐσὺ εἶχες τὴν ἀτυχία νὰ κηλιδώσεις τὴν καρδιά σου καὶ νὰ φθείρεις τὸ σῶμα σου μὲ τὴν ἁμαρτία, ἀγωνίσου νὰ καθαριστεῖς μὲ τὴ μετάνοια. Πάψε ν’ ἁμαρτάνεις, μετανόησε μὲ συντριβὴ καὶ ἄρχισε νὰ ζεῖς μὲ περισσότερη προσοχή. Ἔτσι θ’ ἀξιωθεῖς ν’ ἀπολαύσεις τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
2. Ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ σίγουρα μέσα γιὰ τὴν ἀπόκτηση τοῦ Ἅγιου Πνεύματος εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη.
Ἔστω κι ἂν εἶσαι ἄνθρωπος τίμιος, καλός, δίκαιος καὶ σπλαχνικός, ἔστω κι ἂν τηρεῖς ὅλες τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, νὰ θεωρεῖς παντοτινὰ τὸν ἑαυτό σου σὰν ἕναν ἀνάξιο δοῦλο Του, σὰν ἕνα ἐργαλεῖο στὰ χέρια Του, ἐργαλεῖο μὲ τὸ ὅποιο Ἐκεῖνος ἐνεργεῖ. Ἄλλωστε, φτάνει μία πιὸ προσεκτικὴ ματιὰ στὰ καλά μας ἔργα, ἀκόμα καὶ στὶς μεγαλύτερες ἀρετές μας, γιὰ νὰ δοῦμε πόσο λίγο ἀξίζουν νὰ λέγονται χριστιανικὲς ἀρετές. Πόσες φορές, λ.χ., δίνουμε ἐλεημοσύνη, ἂν ὄχι ἀπὸ ματαιοδοξία καὶ φιλαυτία, ὁπωσδήποτε ὅμως ἀπὸ ἰδιοτέλεια, σὰν τοκογλύφοι, ἐλπίζοντας δηλαδὴ ὅτι γιὰ ἕνα νόμισμα ποὺ δώσαμε στὸν φτωχό, θὰ πάρουμε ἀπὸ τὸ Θεὸ ἑκατὸ ἢ χίλια;
Ταπεινοφροσύνη εἶναι καὶ κάτι ἄλλο, τὸ νὰ ὑπομένεις καρτερικὰ καὶ ἀγόγγυστα ὅλες τὶς θλίψεις, λύπες καὶ δυστυχίες, θεωρώντάς τες σὰν τιμωρία γιὰ τὶς ἁμαρτίες σου. Νὰ μὴ λές, Ἀλίμονο στὴ συμφορά μου!”, ἀλλὰ “Καὶ λίγα εἶναι τοῦτα γιὰ τὶς ἁμαρτίες μου!”. Καὶ νὰ ζητᾶς ἀπὸ τὸ Θεό, ὄχι τόσο νὰ σὲ ἀπαλλάξει ἀπὸ τὶς δοκιμασίες, ὅσο νὰ σοῦ δώσει δύναμη γιὰ νὰ τὶς ὑπομένεις.
3. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μποροῦμε νὰ Τὸ ἀποκτήσουμε ἐπίσης μὲ τὴν ὑπακοὴ στὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Θεὸς μιλάει πολὺ καθαρά, μὲ τρόπο σαφὴ καὶ κατανοητό. Ἔτσι μποροῦμε ν’ ἀκοῦμε τὴ φωνή του σὲ κάθε τόπο καὶ χρόνο καὶ περίσταση. Φτάνει μόνο νὰ ἔχουμε αὐτιὰ γιὰ ν’ ἀκοῦμε. Εἶσαι λ.χ., δυστυχισμένος; Σὲ ἀδίκησε κάποιος; Πέθανε ἕνας συγγενής σου; Εἶσαι ἄρρωστος, λυπημένος ἢ μελαγχολικὸς χωρὶς καμιὰ φανερὴ αἰτία, ὅπως συμβαίνει συχνὰ σὲ ὅλους μας; Σ’ ὅλες αὐτὲς τὶς περιπτώσεις μπορεῖς ν’ ἀκούσεις τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ, ποὺ σοῦ λέει νὰ συνέλθεις καί, ἀντὶ νὰ στηρίζεσαι στοὺς ἀνθρώπους ἢ νὰ ζητᾶς παρηγοριὰ στὶς διασκεδάσεις καὶ τὰ ξεφαντώματα, νὰ γυρίσεις μετανοημένος σ’ Αὐτόν, νὰ ζητήσεις παρηγοριὰ καὶ βοήθεια μόνο ἀπ’ Αὐτόν.
Ἂν πάλι καλοπερνᾶς, ἂν ἔχεις ἄφθονα ἀγαθὰ καὶ καμιὰν ἀνάγκη, ἂν οἱ ὑποθέσεις σου ὅλες ἐξελίσσονται θετικά, ἂν δὲν γνωρίζεις πόνο καὶ θλίψη, ἀλλὰ μόνο χαρά, καὶ μάλιστα χαρὰ πνευματική, ὅλα τοῦτα εἶναι τοῦ Θεοῦ φωνή, ποὺ σὲ παρακινεῖ ν’ ἀγαπᾶς μ’ ὅλη σου τὴν καρδιὰ τὸν Εὐεργέτη σου, νὰ Τὸν εὐχαριστεῖς μ’ ὅλη σου τὴ δύναμη καὶ νὰ μὴν ξεχνᾶς, ὅταν ἀπολαμβάνεις τ’ ἀγαθὰ αὐτοῦ τοῦ κόσμου, νὰ βοηθᾶς καὶ τοὺς δικούς Του ἄσημους ἀδελφούς, δηλαδὴ τοὺς φτωχούς. Νὰ μὴν ξεχνᾶς ἀκόμα, πῶς τὰ ἀληθινὰ ἀγαθὰ καὶ ἡ αἰώνια χαρὰ βρίσκονται στὸν οὐρανὸ καὶ προέρχονται ἀπ’ Αὐτὸν ποὺ εἶναι ἡ πηγὴ κάθε ἀγαθοῦ καὶ κάθε χαρᾶς.
Ἂν εἶναι παρανομία ἡ περιφρόνηση ἑνὸς ἐπίγειου ἄρχοντα, πόσο μεγαλύτερη ἁμαρτία εἶναι ἡ περιφρόνηση τοῦ οὐράνιου Βασιλιᾶ! Ἂν δὲν προσέξουμε, μπορεῖ ὁ Θεός, μετὰ τὶς ἀναρίθμητες ὀχλήσεις καὶ τὶς ἐπανειλημμένες προσκλήσεις Του, νὰ μᾶς ἐγκαταλείψει σὰν πεισματάρικα παιδιά. Θὰ μᾶς ἀφήσει τότε νὰ κάνουμε ὅ,τι θέλουμε. Ἀλλὰ μετὰ ἀπ’ αὐτὸ ὁ νοῦς μας λίγο-λίγο θὰ σκοτιστεῖ τόσο πολύ, ὥστε καὶ οἱ φοβερότερες ἀκόμη ἁμαρτίες δὲν θὰ μᾶς φαίνονται παρὰ ἀναπόφευκτες ἀδυναμίες τῆς ἀνθρώπινης φύσεώς μας. Ὅσο, λοιπόν, ὠφέλιμο καὶ σωτήριο εἶναι τὸ ν’ ἀκοῦμε τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ, τόσο ἐπικίνδυνο καὶ καταστροφικὸ εἶναι τὸ νὰ μὴν τῆς δίνουμε σημασία.
4. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα Τὸ παίρνουμε ἀκόμα μὲ τὴν προσευχή. Εἶναι ὁ πιὸ ἁπλὸς καὶ ἀποτελεσματικὸς τρόπος, ποὺ μπορεῖ νὰ τὸν χρησιμοποιεῖ ὁ καθένας μας ὁποιαδήποτε ὥρα.
Ὅπως γνωρίζουμε, ἡ προσευχὴ εἶναι ἐξωτερικὴ καὶ ἐσωτερική. Ὅποιος προσεύχεται κάνοντας γονυκλισίες, κάνει ἐξωτερικὴ προσευχή. Καὶ ὅποιος μὲ τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά του ἀπευθύνεται στὸ Θεὸ πασχίζοντας νὰ Τὸν ἔχει ἀκατάπαυστα στὸ λογισμό του, κάνει ἐσωτερικὴ προσευχή.
Ὅλοι ξέρετε ποιὸς ἀπὸ τοὺς δυὸ αὐτοὺς τρόπους προσευχῆς εἶναι ὁ πιὸ καλός, ὁ πιὸ καρποφόρος, ὁ πιὸ εὐάρεστος στὸν Κύριο. Ξέρετε, ἐπίσης, ὅτι μποροῦμε νὰ προσευχόμαστε παντοῦ καὶ πάντοτε, ἀκόμα καὶ τότε ποὺ μᾶς καταβάλλει ἡ ἁμαρτία. Μποροῦμε νὰ προσευχόμαστε καὶ ὅταν δουλεύουμε καὶ ὅταν ξεκουραζόμαστε, τὶς γιορτὲς καὶ τὶς καθημερινές, ὄρθιοι, καθιστοὶ ἢ ξαπλωμένοι.
Ἐδῶ χρειάζεται νὰ σᾶς πῶ μόνο, ὅτι, μολονότι ἡ ἐσωτερικὴ προσευχὴ εἶναι τὸ πιὸ ἰσχυρὸ μέσο γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῆς θείας χάριτος, δὲν πρέπει ν’ ἀφήνουμε καὶ τὴν ἐξωτερικὴ προσευχή, καὶ μάλιστα τὴν κοινὴ θεία λατρεία. Πολλοὶ λένε: “Γιατί νὰ πάω στὴν ἐκκλησία; Μπορῶ καὶ στὸ σπίτι νὰ προσευχηθῶ. Ἐκεῖ περισσότερο ἁμαρτάνεις παρὰ προσεύχεσαι“. Ἀλλὰ τί τοὺς κάνει, νομίζετε, νὰ μιλοῦν ἔτσι; Ἡ καλή τους γνώση ἢ ἡ ὀρθή τους κρίση; Καθόλου! Ἀπεναντίας, ἡ τεμπελιὰ καὶ ὁ ἐγωισμός τους. Εἶναι ἀλήθεια, βέβαια, ὅτι μερικὲς φορὲς συμβαίνει, δυστυχῶς, νὰ εἴμαστε μέσα στὴν ἐκκλησία καὶ ν’ ἁμαρτάνουμε. Αὐτό, ὅμως, δὲν γίνεται ἐπειδὴ ἤρθαμε στὴν ἐκκλησία, μὰ ἐπειδὴ ἤρθαμε μὲ διάθεση ἀκατάλληλη, ὄχι γιὰ νὰ προσευχηθοῦμε, μὰ γιὰ ἄλλα! Καὶ γιὰ νὰ πεισθεῖτε, κοιτάξτε ἐκείνους πού, μὲ τὶς παραπάνω προφάσεις, δὲν ἔρχονται στὴν ἐκκλησία. Μήπως προσεύχονται στὸ σπίτι τους; Κάθε ἄλλο!
Εἴπαμε πρίν, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, δὲν μπορεῖ νὰ προσευχηθεῖ ἀληθινά. Πράγματι, γιὰ νὰ προσευχηθεῖ κανεὶς ὅπως πρέπει, χρειάζεται πολὺς κόπος, μεγάλος ἀγώνας. Δὲν εἶναι δυνατὸν ἀμέσως ἢ ἔστω σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα νὰ κατευθύνει τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά του στὸ Θεό. Ἀλλά, ὅμως, τί ἀποκτιέται στὸν κόσμο τοῦτο εὔκολα, γρήγορα καὶ ἄκοπα; Ποιὰ τέχνη, ποιὰ ἐπιστήμη, ποιὰ πνευματικὴ παρηγοριά; Γι’ αὐτὸ νὰ προσεύχεσαι. Ἀκόμα κι ἂν στὴν προσευχή σου βλέπεις πολὺ κόπο καὶ καμιὰ εὐχαρίστηση, νὰ προσεύχεσαι μὲ ἐπιμέλεια καὶ ζῆλο. Νὰ συνηθίζεις τὸν ἑαυτό σου στὴν προσευχὴ καὶ τὴ συνομιλία μὲ τὸ Θεό. Νὰ προσπαθεῖς, ὅσο μπορεῖς, νὰ συμμαζεύεις καὶ νὰ ἐλέγχεις τὶς σκορπισμένες σου σκέψεις. Ἔτσι, σιγὰ σιγά, ἡ προσευχή σου θὰ γίνεται ὅλο καὶ πιὸ εὔκολη. Θ’ ἀρχίσεις κι ἐσὺ νὰ αἰσθάνεσαι μία γλυκειὰ παρηγοριά. Καὶ ἂν κάνεις εἰλικρινὴ προσπάθεια, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, βλέποντας τὴν ἀγωνιστικότητά σου καὶ τὴ γνησιότητα τοῦ πόθου σου, γρήγορα θὰ σὲ βοηθήσει. Καὶ ἀφοῦ μπεῖ μέσα σου, θὰ σοῦ διδάξει τὴν ἀληθινὴ προσευχή.
Ὁ Θεὸς μᾶς ζητάει νὰ προσευχόμαστε ἀδιάκοπα (Α’ Θεσσ. 5:17). Πολλοὶ λένε: “Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ προσευχόμαστε ἀδιάκοπα, ἀφοῦ ζοῦμε στὸν κόσμο; Ἂν ἀσχοληθοῦμε μόνο μὲ τὴν προσευχή, πότε θὰ ἐκπληρώσουμε τὶς ὑποχρεώσεις μας καὶ θ’ ἀσχοληθοῦμε μὲ τὶς δουλειές μας;“.
Δὲν μποροῦμε, βέβαια, νὰ κάνουμε ἀδιάλειπτη προσευχὴ ἐξωτερικά, νὰ στεκόμαστε δηλαδὴ πάντοτε σὲ στάση προσευχῆς, γιατί πρέπει καὶ νὰ δουλέψουμε καὶ πολλὲς ἄλλες ἀνάγκες μας νὰ ἱκανοποιήσουμε. Ὅποιος, ὅμως, συναισθάνεται τὴν ἐσωτερική του φτώχεια, δὲν θὰ πάψει νὰ προσεύχεται, ὅ,τι κι ἂν κάνει. Ὅποιος θερμὰ ποθεῖ νὰ μπεῖ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, θὰ βρεῖ τὴν εὐκαιρία καὶ τὸ χρόνο νὰ προσεύχεται, τόσο ἐσωτερικὰ ὅσο καὶ ἐξωτερικά. Ἀκόμα κι ὅταν ἐργάζεται βαριὰ καὶ ἀκατάπαυστα, θὰ βρεῖ καιρὸ νὰ μιλήσει στὸ Θεό. Δὲν βρίσκει καιρὸ νὰ προσευχηθεῖ μόνο ἐκεῖνος ποὺ δὲν θέλει νὰ προσευχηθεῖ.
Μερικοὶ πιστεύουν ὅτι προσευχὴ μπορεῖ νὰ γίνεται μόνο ἀπὸ βιβλία. Καλὸ εἶναι, βέβαια, ἂν μπορεῖς, νὰ ἱκετεύεις καὶ νὰ δοξολογεῖς τὸ Θεὸ μὲ τὰ λόγια τῶν ψαλμῶν καὶ τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων. Ἄν, ὅμως, εἶσαι ἀγράμματος, τότε φτάνει νὰ μάθεις τὶς κυριότερες προσευχές, μὲ πρώτη τὴν Κυριακὴ προσευχή, δηλαδὴ τὸ «Πάτερ ἡμῶν». Σ’ αὐτὴ τὴν προσευχή, ποὺ μᾶς τὴν παρέδωσε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, ἀναφέρονται ὅλες οἱ ἀνάγκες μας. Ἄν, πάλι, οἱ περιστάσεις δὲν ἐπιτρέπουν νὰ προσευχηθεῖς γιὰ ἀρκετὴ ὥρα, τότε λέγε μερικὲς ἁπλὲς καὶ σύντομες προσευχές, ὅπως, «Κύριε, ἐλέησον», «Θεέ μου, βοήθησέ με», «Κύριε, συγχώρεσέ με», «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλόν».
5. Ἕνας ἀπὸ τοὺς ἅγιους πατέρες εἶπε: ” Ἂν θέλεις ἡ προσευχή σου ν’ ἀνεβεῖ κατευθείαν στὸ Θεό, δῶσε της δυὸ φτερά, τὴ νηστεία καὶ τὴν ἐλεημοσύνη “. Κυρίως μ’ αὐτὲς τὶς δυὸ πρακτικὲς ἀρετὲς πραγματοποιεῖται ἡ καθημερινὴ αὐταπάρνηση.
Νηστεία γενικὰ καὶ γιὰ κάθε ἄνθρωπο εἶναι ἡ ἐγκράτεια καὶ ὁ αὐστηρὸς μετριασμὸς στὴ χρήση τῆς τροφῆς.
Σκοπὸς τῆς νηστείας εἶναι νὰ ταπεινώσει καὶ νὰ ἐλαφρύνει τὸ σῶμα, κάνοντάς το ἔτσι πιὸ ὑπάκουο στὴν ψυχή.
Γιατί ἕνα χορτάτο καὶ παχύσαρκο σῶμα ζητάει εὐκολίες καὶ ἀνέσεις, μᾶς κάνει ράθυμους καὶ δὲν μᾶς ἀφήνει νὰ συλλογιζόμαστε τὸ Θεό. Δένει τὴν ψυχή, τὴν πνίγει, τὴν κάνει ὅ,τι θέλει.
Ἀλλὰ νηστεύοντας σωματικά, πρέπει συνάμα νὰ νηστεύεις καὶ ψυχικά: Νὰ φυλᾶς τὴ γλώσσα σου ἀπὸ κάθε κακὸ ἢ ἀνώφελο λόγο. Νὰ κυριαρχεῖς στὶς ἐπιθυμίες σου. Νὰ ξεριζώνεις τὰ πάθη σου.
Ὅσο γιὰ τὴν ἐλεημοσύνη, ἐμεῖς συνήθως ὀνομάζουμε ἔτσι τὴ βοήθεια ποὺ δίνουμε στοὺς φτωχούς. Δὲν εἶναι, ὅμως, μόνο αὐτή. Ἐλεημοσύνη εἶναι κάθε πράξη ἀγάπης καὶ εὐσπλαχνίας: Νὰ δώσει κανεὶς τροφὴ στὸν πεινασμένο, νὰ δώσει νερὸ στὸν διψασμένο, νὰ ντύσει τὸν γυμνό, νὰ ἐπισκεφθεῖ τὸν ἄρρωστο καὶ τὸν φυλακισμένο, νὰ φιλοξενήσει τὸν ἄστεγο, νὰ περιθάλψει τὸ ὀρφανὸ κ.λπ.
Ἀλλὰ γιὰ νὰ εἶναι ἡ ἐλεημοσύνη σου ἀληθινή, ὅλα αὐτὰ πρέπει νὰ τὰ κάνεις χωρὶς νὰ καυχιέσαι, χωρὶς νὰ ζητᾶς τὸν ἔπαινο τῶν ἄνθρωπων καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη ἐκείνων ποὺ εὐεργετεῖς.
6. Ἕνας ἄλλος τρόπος, μὲ τὸν ὅποιο μποροῦμε νὰ πάρουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, εἶναι, ὅπως εἴπαμε, ἡ ἀνάγνωση καὶ ἀκρόαση τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
Ἡ Ἅγια Γραφὴ εἶναι γιὰ τὸν ἄνθρωπο ἕνα θησαυροφυλάκιο, ἀπ’ ὅπου μπορεῖ νὰ ἀντλήσει φῶς καὶ ζωή· φῶς, ποὺ φωτίζει καὶ σοφίζει, καὶ ζωή, ποὺ ζωογονεῖ καὶ παρηγορεῖ καὶ εὐφραίνει. Ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ πολυτιμότερα δῶρα τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο, μία μεγάλη εὐεργεσία, ἀπὸ τὴν ὁποία ὁ καθένας μπορεῖ νὰ ὠφεληθεῖ, φτάνει μόνο νὰ τὸ θελήσει. Ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶναι ἡ θεία σοφία, μία σοφία τόσο θαυμαστὴ καὶ ἐξαιρετική, ποὺ μπορεῖ νὰ τὴν κατανοήσει ὁ πιὸ ἁπλὸς κι ἀγράμματος ἄνθρωπος. Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς πολλοὶ ἁπλοὶ ἄνθρωποι, διαβάζοντας ἢ ἀκούγοντας τὴν Ἁγία Γραφή, ἔγιναν εὐσεβεῖς καὶ ἔλαβαν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἐνῶ ἀπεναντίας ἄλλοι, καὶ μάλιστα μορφωμένοι, μελετώντάς την, πλανήθηκαν καὶ χάθηκαν. Αὐτὸ ἔγινε, γιατί οἱ πρῶτοι τὴ διάβαζαν μὲ ἁπλότητα καρδιᾶς, χωρὶς ὀρθολογιστικὰ ψιλολογήματα, ἐπιδιώκοντας νὰ πλουτίσουν ὄχι σὲ γνώση ἀνθρώπινη, ἀλλὰ σὲ χάρη καὶ δύναμη καὶ Πνεῦμα Θεοῦ, ἐνῶ οἱ δεύτεροι, νομίζοντας πῶς εἶναι σοφοὶ καὶ πῶς τὰ ξέρουν ὅλα, ζητοῦσαν στὴ Γραφὴ ὄχι τὴ δύναμη καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τὴ σοφία τοῦ κόσμου.
7. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα Τὸ ἀποκτοῦμε, τέλος, μὲ τὴ συμμετοχὴ στὰ ἱερὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ κατεξοχὴν μὲ τὴ θεία κοινωνία.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶπε: «Ὅποιος τρώει τὴ σάρκα μου καὶ πίνει τὸ αἷμα μου, εἶναι ἑνωμένος μαζί μου κι ἐγὼ μαζί του. Αὐτὸς ἔχει ζωὴ παντοτινή. Καὶ ἐγὼ θὰ τὸν ἀναστήσω τὴν ἔσχατη ἡμέρα» (πρβλ. Ἰω. 6:56-54). Ὅποιος, δηλαδή, ἄξια κοινωνεῖ τὰ ἅγια μυστήρια, ἑνώνεται μὲ τὸν Κύριο. Καὶ ὅποιος μὲ ἀληθινὴ μετάνοια, καθαρὴ καρδιά, θεῖο φόβο καὶ ἀκράδαντη πίστη παίρνει τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Κυρίου, παίρνει συνάμα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, πού, μπαίνοντας στὸν ἄνθρωπο, τὸν ἑτοιμάζει νὰ δεχτεῖ καὶ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ τὸ Θεὸ Πατέρα, νὰ γίνει δηλαδὴ ναὸς καὶ κατοικητήριο τοῦ ἀληθινοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ἀπεναντίας, ὅποιος κοινωνεῖ τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Κυρίου ἀνάξια, μὲ ψυχὴ ἀκάθαρτη, μὲ καρδιὰ γεμάτη κακία, ἐκδικητικότητα καὶ μίσος, ὄχι μόνο δὲν παίρνει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλὰ γίνεται προδότης, ὅπως ὁ Ἰούδας, καὶ σταυρώνει τὸ Χριστὸ γι’ ἄλλη μία φορά.
Τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, γι’ αὐτοὺς ποὺ ἄξια τὸ μεταλαβαίνουν, εἶναι τὸ φάρμακο ποὺ θεραπεύει κάθε ἀσθένεια καὶ κάθε ἀδυναμία. Καὶ ποιὸς ἀπὸ μᾶς εἶναι σὲ κατάσταση τέλειας ὑγείας; Ποιὸς δὲν χρειάζεται θεραπεία, ἀνακούφιση καὶ παρηγοριά;
Τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ τροφή μας στὸ δρόμο πρὸς τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Μπορεῖ ποτὲ νὰ ξεκινήσει κανεὶς γιὰ μεγάλη καὶ κοπιαστικὴ πορεία χωρὶς τροφή;
Τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁρατὸ ἁγιαστικὸ μέσο, ποὺ μᾶς τὸ κληροδότησε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος καὶ μᾶς τὸ ἄφησε γιὰ τὸν ἁγιασμό μας. Ποιὸς δὲν θὰ ἤθελε νὰ γίνει μέτοχος σὲ μία τέτοια κληρονομιὰ καὶ ν’ ἁγιαστεῖ;
Μὴν ἀμελεῖτε, λοιπόν, νὰ πλησιάζετε στὸ Ποτήριο τῆς ζωῆς. Ἀλλὰ νὰ πλησιάζετε μὲ φόβο Θεοῦ καὶ πίστη. Ὅποιος ἀρνεῖται ἢ ἀμελεῖ νὰ κοινωνήσει, δὲν ἀγαπάει τὸ Χριστό, γι’ αὐτὸ οὔτε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ λάβει οὔτε στὴν οὐράνια βασιλεία θὰ μπεῖ.
Αὐτά, λοιπόν, εἶναι τὰ μέσα, μὲ τὰ ὅποια μποροῦμε ν’ ἀποκτήσουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα: καθαρὴ καρδιὰ καὶ ἁγνὴ ζωή, ταπεινοφροσύνη, ὑπακοὴ στὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ, προσευχή, αὐταπάρνηση, μελέτη τῶν ἱερῶν βιβλίων, θεία κοινωνία.
Τὸ καθένα ἀπ’ αὐτὰ τὰ μέσα ἀρκεῖ, βέβαια, καὶ μόνο του γιὰ νὰ μᾶς χαρίσει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Μὰ εἶναι πιὸ καλὸ καὶ πιὸ ἀποτελεσματικὸ νὰ τὰ χρησιμοποιοῦμε ὅλα μαζί. Τότε, χωρὶς καμιὰν ἀμφιβολία, θὰ λάβουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Καὶ θὰ γίνουμε ἅγιοι!
Τελειώνοντας, πρέπει νὰ ποῦμε, ὅτι, ἂν κάποιος ἀξιωθεῖ νὰ λάβει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ στὴ συνέχεια πέσει σὲ ἁμαρτία, Τὸ διώχνει ἀπὸ μέσα του. Καὶ τότε, ὅμως, ἂς μὴν ἀπελπιστεῖ, ἂς μὴ νομίσει ὅτι χάθηκαν ὅλα. Ὅσο πιὸ γρήγορα μπορεῖ, ἂς προσπέσει στὸ Θεὸ μὲ θέρμη, μὲ μετάνοια, μὲ προσευχή. Καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ ἐπιστρέψει μέσα του.
(“ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ” Φυλλάδιο νο 25, Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής)