Κυριακή 18 Ιουνίου 2023

Πρότυπα ἤθους Νεοελλήνων – 2ον

το 1ον ΕΔΩ

2ον

Ἡ γυναίκα του ἄρρωστη παρέμενε στὸ κρεββάτι καὶ περίμενε ἀπὸ τὸν τυφλὸ σύζυγό της νερὸ καὶ ψωμὶ καὶ γιατροσόφια, ποὺ δὲν ὑπῆρχαν, τὶς ὧρες τοῦ πόνου.

Ἡ περιπέτεια τῆς πτωχείας τοῦ ἥρωα κάποτε ἔφθασε καὶ στὰ αὐτιὰ ἑνὸς πρέσβεως Μεγάλης Δυνάμεως, ὁ ὁποῖος ἐνημέρωσε σχετικὰ τὴν κυβέρνησή του. Κάποια ἡμέρα ἕνας ἀπεσταλμένος τῆς πρεσβείας βρέθηκε στὸ «πόστο», ὅπου ζητιάνευε ὁ ὁπλαρχηγὸς Νικηταρᾶς. Μόλις αὐτὸς τὸν ἀντελήφθη μάζεψε ἀμέσως τὸ τεντωμένο χέρι του.

«Τί κάνετε στρατηγέ;» ρώτησε ὁ ἀπεσταλμένος.

«Ἀπολαμβάνω ἐλεύθερη πατρίδα», ἀπάντησε ἐκεῖνος μὲ ὑπερηφάνεια.

«Μά, ἐδῶ τὴν ἀπολαμβάνετε καθισμένος στὸν δρόμο;» ἐπέμεινε ὁ ξένος.

-Ἡ πατρίδα μοῦ ἔχει χορηγήσει σύνταξη, γιὰ νὰ ζῶ καλά, ἀλλὰ ἔρχομαι ἐδῶ, γιὰ νὰ παίρνω μιὰ ἰδέα πῶς περνάει ὁ κόσμος,  ἀντέτεινε ὁ ὑπερήφανος Νικηταρᾶς.

Ὁ ξένος κατάλαβε  καὶ διακριτικὰ φεύγοντας ἄφησε νὰ τοῦ πέσει ἕνα πουγκὶ μὲ χρυσὲς λίρες. Ὁ Νικηταρᾶς ἄκουσε τὸν ἦχο, ἔπιασε τὸ πουγκὶ καὶ φώναξε στὸν ξένο:

-Σοῦ ἔπεσε τὸ πουγκί σου. Πάρ’ το μὴ τὸ βρεῖ κανένας καὶ τὸ χάσεις!!!

Προτίμησε νὰ πεθάνει πτωχὸς μὰ ὑπερήφανος ὁ ἥρωας ὁπλαρχηγὸς παρὰ ταπεινωμένος ἀπὸ τὸν οἶκτο τῶν Μεγάλων Δυνάμεων, τῶν προπυργίων τῆς ἀδικίας, τῶν «δοκούντων ἄρχειν τῶν ἐθνῶν» (Μάρκ. ι΄ 42), αὐτῶν ποὺ ἀνεβάζουν καὶ κατεβάζουν τὶς κυβερνήσεις τῶν μικρῶν τῆς γῆς σύμφωνα μὲ τὶς ἐπιθυμίες καὶ τὰ συμφέροντά τους.

Ἀνιδιοτελὴς προσφορά

Ἀφιλοχρήματος καὶ φιλόπατρις Κυβερνήτης, πρότυπο τηρήσεως τῶν ἠθικῶν ἀξιῶν, ὑπῆρξε ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας. Αὐτὸς τὸ ἔτος 1822  ὑπέβαλε τὴν παραίτησή του ἀπὸ Ὑπουργὸς Ἐξωτερικῶν τῆς Ρωσίας, ἀλλὰ ὁ Τσάρος ποὺ ἐκτιμοῦσε βαθύτατα τὴν προσφορά του τὸν ἔκρινε ἀναντικατάστατο καὶ δὲν τὴν δέχθηκε. Τοῦ ἔδωσε, ὅμως, ἐπ’ ἀόριστον ἄδεια μὲ ὅλα τὰ προνόμια τοῦ ἀξιώματός του. Τότε ὁ Καποδίστριας ἐγκαταστάθηκε στὴν Γενεύη, ὅπου, ἐνῶ εἶχε τὴν δυνατότητα νὰ κατοικήσει σὲ πολυτελέσττο οἴκημα, νὰ ἔχει τέσσερις ἅμαξες καὶ ἀρκετὸ ὑπηρετικὸ προσωπικό, προτίμησε νὰ μείνει σὲ δύο πτωχικὰ δωμάτια μὲ μία μόνο ἅμαξα καὶ ἕναν ὑπηρέτη. Στὶς ἐρωτήσεις τῶν ἀριστοκρατῶν ἀλλὰ καὶ τῶν ἁπλῶν ἀνθρώπων γιὰ τὴν σκοπιμότητα τῆς ἐνέργειάς του αὐτῆς ἔδινε τὴν καταπληκτικὴ ἀπάντηση:

-Πῶς μπορῶ νὰ κτυπῶ τὶς πόρτες τῶν πλουσίων καὶ τῶν πτωχῶν ζητώντας τὸ ὀβολό τους, γιὰ νὰ ἀγοράζω καὶ νὰ στέλνω τρόφιμα καὶ πολεμοφόδια στὸν ἀγωνιζόμενο ἑλληνικὸ λαὸ χωρὶς νὰ τοὺς διδάσκω μὲ τὸ παράδειγμά μου; Περιόρισα τὰ ἔξοδά μου  μαζὶ μὲ αὐτὰ τοῦ ὑπηρέτη μου στὰ ἑξῆντα φράγκα τὸ μῆνα καὶ ὅλο τὸν ὑπόλοιπο μισθό μου τὸν διαθέτω γιὰ τὴν πατρίδα.

Ὅταν ἀργότερα ὁ Καποδίστριας ἀνέλαβε τὴν διακυβέρνηση τῆς Ἑλλάδος τιμητικὰ τοῦ προσέφεραν μιὰ πολυτελῆ κακοικία. Αὐτός, ὅμως, πάντοτε ταπεινὸς καὶ συνεπὴς στὶς ἀρχές του δὲν δέχθηκε νὰ κατοικήσει σ’ αὐτὴ συμμεριζόμενος τὴν πτώχεια καὶ δυστυχία ποὺ ἐπικρατοῦσε στὴν χώρα. Μὲ δικά του ἔξοδα ἐπιδιόρθωσε ἁπλὰ σπίτια στὴν Αἴγινα καὶ τὸν Πόρο καὶ ζοῦσε σ’ αὐτὰ μὲ λιτότητα. Ὁ ἀντικαποδιστριακὸς Γερμανὸς ἱστορικὸς  Μέντελσον – Μπαρτόλντι, ὁ ὁποῖος τὸν ἐπισκέφθηκε, ἔγραψε ὅτι ἡ μοναδικὴ διακόσμηση τοῦ κυβερνητικοῦ μεγάρου ἦταν ὁ λαμπρὸς ἥλιος τῆς Ἑλλάδος καὶ ἡ λατρεία μὲ τὴν ὁποία περιέβαλλαν οἱ Ἕλληνες τὸν Κυβερνήτη τους.

Ὁ γραμματεὺς τοῦ Καποδίστρια Νικόλαος Δραγούμης διηγεῖται τὰ ἑξῆς γιὰ τὴν ἁπλῆ ἀμφίεσή του κατὰ τὴν πρώτη περιοδεία του στὴν Κόρινθο: «Στὴν κυβερνητικὴ πομπὴ προπορευόταν ὁ ταχυδρομικὸς διανομέας Καρδάρας, ποὺ φοροῦσε βελούδινο χρυσοκέντητο σεγκούνι. Ἀκολουθοῦσε ἔφιππος ὁ Κυβερνήτης ντυμένος ἁπλᾶ καὶ φαινόταν πολὺ ἀδύνατος  ἀπὸ τὴν ταλαιπωρία καὶ τὴν κακὴ διατροφή. Οἱ κάτοικοι ποὺ εἶχαν αὐθόρμητα συγκεντρωθεῖ νόμιζαν ὅτι ὁ Κυβερνήτης ἦταν ὁ διανομέας Καρδάρας μὲ τὴν πολυτελῆ φορεσιὰ καὶ τὸν χειροκροτοῦσαν μὲ ἐκδηλώσεις μεγάλης ἀγάπης. Στὴν ἀρχὴ ὅλοι τὸ διασκέδαζαν. Ὅμως ὁ Κολοκοτρώνης δὲν τὸ ἄντεχε καὶ πλησιάζοντας τὸν Καποδίστρια τοῦ εἶπε ὅτι ὁ λαὸς ἔπρεπε νὰ γνωρίζει τὸν Κυβερνήτη του.  Ὁ Καποδίστριας ρώτησε τότε μὲ ταπείνωση τὸν Κολοκοτρώνη:

-Τί θέλεις νὰ κάμνω Θεοδωράκη;»

Καὶ ὁ Κολοτρώνης τοῦ ἀπάντησε:

-Ἡ ὑπερεξοχότης σου νὰ φορέσει τὴν κυβερνητική της στολή.

Μετὰ τὴ στιχομυθία αὐτὴ ὁδήγησαν τὸν κυβερνήτη σὲ παρακείμενο χάνι καὶ τὸν ἀνάγκασαν νὰ ντυθεῖ τὴν στολή, ἡ ὁποία ὅμως καθόλου δὲν διέφερε ἀπὸ αὐτὴ τῶν δασονόμων τῆς ἀντιβασιλείας!….

Ἄλλοτε πάλι ὁ ἰατρός του βλέποντας τὸν Καποδίστρια πολὺ καταβεβλημένο ἀπὸ τοὺς ἀδιάκοπους μόχθους καὶ τὶς συνεχεῖς καὶ νυχθήμερες δραστηριότητές του, τοῦ συνέστησε μὲ αὐστηρότητα νὰ βελτιώσει τὴν τροφή του. Ὁ Καποδίστριας τοῦ ἀπήντησε:

-Οὐδέποτε θὰ ἐπιτρέψω στὸν ἑαυτό μου νὰ βελτιώσω τὴ διατροφή, παρὰ μόνο τότε, ὅταν θὰ εἶμαι βέβαιος, ὅτι δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνα Ἑλληνόπουλο, ποὺ νὰ πεινᾶ…

 Ὁ εὐσυνείδητος ἄνθρωπος καὶ γνήσιος Χριστιανός, ὁ γίγαντας τοῦ πνεύματος, Ἰωάννης Καποδίστριας, εἶχε συλλάβει τὸ νόημα τῆς ζωῆς καὶ ἐμφορούμενος καὶ βιώνοντας τὸν ἑλληνοχριστιανικὸ πολιτισμὸ ἐφάρμοζε ἀπόλυτα τὸ Παύλειο: «Ἔχοντες δὲ διατροφὰς καὶ σκεπάσματα, τούτοις ἀρκεσθησόμεθα» (Α΄ Τιμ. στ΄ 8) καὶ βίωνε τὴν διδασκαλία τοῦ Σωκράτους ποὺ ἔλεγε ὅτι ὅσες λιγώτερες ἀνάγκες ἔχει ὁ ἄνθρωπος, τόσο περισσότερο πλησιάζει πρὸ τὸ θεῖο, τὸ ὁποῖο εἶναι ἀνενδεές, δὲν ἔχει καμιὰ ἀνάγκη.