Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2022

ΖΗΛΩΤΙΚΕΣ ΑΦΕΛΟΤΗΤΕΣ

 theoklitos dion

ΜΟΝΑΧΟΥ ΘΕΟΚΛΗΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΟΥ

    Γνωστός μου Αγιορείτης, αλλά ζηλωτής, με επεσκέφθη κρατώντας μία δέσμη έντυπων, με διαθέ­σεις αν όχι επιθετικές, πάντως σαφώς ελεγκτικές. Υπομειδιώντας, αφού μ’ εχαίρετισε κατά τον αγιορείτικον τύπον, μου πρόσφερε ένα περιοδικόν της πολύ πλανωμένης – ακραίας παρατάξεως του Ματ­θαίου Κερατέας. Μου έδωσε και την δέσμη.

— Κυττάξτε, μου λέγει, και κρίνετε, δείχνοντας μου μια σελίδα, αν η Εκκλησία σας μπορεί να θεωρήται Ορθόδοξη, ύστερ’ από όσα σφυροκοπάει ο θεολόγος κ. Γιανναράς. Δηλαδή, για την συμμε­τοχή της διοικούσης Εκκλησίας σας στους Ολυ­μπιακούς αγώνες, που όζουν ειδωλολατρικήν Ελλάδα. Και χαρήτε τον εθελοντισμόν σας.

— Πάτερ, του απάντησα, η μεν Κερατέα, που υπάρχει και τρέφεται όχι από τα λάθη της Ορθοδοξίας, αλλά από τις αστοχίες των ποιμένων της, έχει κάθε λόγον να εκμεταλλεύεται κάθε κριτικήν των λαθών των οργάνων της διοικήσεώς της. Αλλά σεις, επιστήμων Έλληνας μοναχός, πως παρασύρεσθε από τις αφελότητες, ακόμα και από τα ηθικά σκάνδα­λα κάποιων κληρικών της Εκκλησίας και αποκόπτεσθε από το Σώμα του Χριστού και εντάσσεσθε σε σχισματικές παρα­συναγωγές και χάνετε την ψυχήν σας;

Εμένα μου αρκεί, ότι οι Επίσκοποί μας είναι χειροτονημέ­νοι Ορθοδόξους, τελούν Μυστήρια και ομολογούν την Ορθόδοξη Πίστη. Αλλά και αν ακόμη κηρύξουν «αίρεσιν κατεγνωμένην υπό των Πατέρων», και επιμείνουν στην αίρεση, θ’ αποκοπώ απ’ αυτούς, αλλά θ’ ανήκω στους Ορθοδόξους Επισκό­πους, ή αν πέση όλη η Τοπική Εκκλησία, δεν θα φτιάξω δική μου, αλλά θα υπαχθώ σε άλλην Τοπικήν Εκκλησίαν. Αυτά λέγουν οι Ι. Κανόνες και όχι οι Κερατιώτες ή οι Εσφιγμενίτες. Σύμφωνοι; Επομένως δεν σάς ωφελούν τα λάθη μας.

-Τώρα που εθίξατε το θέμα της Εσφιγμένου, φρονείτε ότι είναι χριστιανικόν, που θέλουν να εκδιώξουν από την Μονήν των τόσους μοναχούς;

-Μου θυμίσατε, πάτερ, το εξής: Στην Σκήτη της Αγίας Άννης ήσαν μια συνοδεία ζηλωτών. Αν ξεζήλωσαν, δεν γνωρίζω.

Ένας εξ αυτών, Κύπριος, ήλθε το 1965 στην Μονήν μας και εχειροτονήθη εις Διάκονον και Ιερέα από τον τότε Σχολάρχην της Αθωνιάδος Ναθαναήλ. Αυτός λοιπόν απέκτησε 4-5 αδελφούς και εγκαταβίωσε σ’ ένα Κελλίον των Καρυών. Τότε ο Πατριάρχης Αθηναγόρας με τις δηλώσεις του τις φιλοπαπικές είχε κατασκανδαλίσει τους Αγιορείτες και πολλές Μονές διέκο­ψαν το μνημόσυνόν του. Ένας από τους αρθρογραφούντας κατά του Αθηναγόρου ήτο και ο λαλών μετά σου. Περί το 1970 έγραψα, στην σειράν των κυρίων άρθρων στον «Ορθόδοξον Τύ­πον», ότι «αυτά που εδήλωσε τελευταίως ο Πατριάρχης, μόνον από το στόμα του άδου μπορούσαν να εκπορευθούν».

Αυτό εδιάβασε ο πρώην ζηλωτής και, σκανδαλισθείς, ήλθε στο αντιπροσωπείον των Καρύων, που διέμενον ως Αντιπρόσωπος στην Ιερά Κοινότητα, και μου λέγει:

-Πάτερ Θεόκλητε, ξαναγυρίζω στον ζηλωτισμόν γι’ αυτό που γράψατε.

-Εγώ, πάτερ μου, που το έγραψα, παραμένω στην Εκκλησίαν, δεν γίνομαι σχισματικός.

Ύστερ’ από καιρόν, ο αφελέστατος, ολιγογράμματος ιερεύς Ευθύμιος εισήλθε στην Μονήν Εσφιγμένου, γινόμενος ηγούμενος αφελών και αμαθών, αλλά και νοσούντων εξ οιήσεως, αφού επίστευαν στην σοφίαν τους.

Λοιπόν, επειδή μ’ ερωτάτε, σάς πληροφορώ, ως και πάντα ενδιαφερόμενον, ότι το Άγιον Όρος σέβεται την ελευθερίαν της συνειδήσεως, διό και ανέχεται τους σχισματικούς ζηλωτάς. Το θέμα όμως των Εσφιγμενιτών είναι διάφορον. Τα μο­ναστήρια ανήκουν στην Ιερά Κοινότητα, και όσοι διαφωνούν στο δόγμα με αυτήν, οφείλουν να ελευθερώσουν το ιερόν Καθίδρυμα, συμφώνως με τον Καταστατικόν Χάρτην του Αγίου Όρους. Εννοήσατε; Είθε ν’ ανανήψουν από την πλάνην των, οπότε μένουν εκεί. Δεν είναι μόνον λυπηρά η εκ μωρού ζήλου αποπλάνηση τόσων μοναχών, αλλά και εκτιθέμεθα και στους δικούς μας αθέους, αλλά και σ’ όλων των αποχρώσεων τους αιρετικούς. Αφήνω ότι αν μείνουν στην Μονή, θα κινδυνεύση το Άγιον Όρος.

-Βεβαίως, αφού είμαι ζηλωτής, δεν δέχομαι τις απόψεις σας. Αλλά για το σφυροκόπημα, κατά της Ιεράς Συνόδου, του κ. Γιανναρά, τι έχετε να πήτε;

-Αδελφέ μου, τι μ’ ερωτάτε, αφού γνωρίζετε, ότι έχω γρά­ψει 2-3 άρθρα στον «Ο.Τ.», όχι κατά των Ολυμπιακών —που αποτελούν τρόπον ζωής του κόσμου τούτου— αλλά κατά της ποιμαινούσης Εκκλησίας, που ενώ ευκαίρως ακαίρως δηλώ­νει ότι εναντιούται σε κάθε μορφήν εκκοσμικεύσεως, φωράται πολλάκις, ότι ενεργείται από τον κόσμον, δηλαδή «συσχηματίζεται», χωρίς να το αντιλαμβάνεται. Και εξωθεί τους χρι­στιανούς να χαζεύουν στα ηλίθια αυτά θεάματα, αντί να τους ενθαρρύνη να προσεύχωνται και να μελετούν τις θείες Γραφές και τους Πατέρες. Ο δε κ. Γιανναράς, επειδή έχουν διαστραφή από τον ερωτισμόν τα κριτήριά του, δεν συλλαμβάνει αυτήν την πνευματικήν πλευράν και βλέπει το όλον θέμα από εγκόσμιον οπτικήν γωνίαν.

Και ο καλός ζηλωτής ανεχώρησε ως βρεγμένη γαλή!

Έμεινα μόνος και άνοιξα την δέσμην των εντύπων, που ήταν συλλογή αστοχιών εκείνων των ημερών από διαφόρους Επισκόπους, αστοχιών, που στερέωναν την πλάνην των σχι­σματικών. Ποια ήσαν τα έντυπα;

Εκτός του αναδημοσιευθέντος άρθρου του κ. Γιανναρά, στο Περιοδικόν της εν Κερατέα Μονής, που δημοσιεύθηκε στην «Καθημερινή» στις 20.5.2002, που γράφει και αλήθειες οδυνηρές, αναφορικώς με την ακατανόητη και σαφώς αδόκιμη συμμετοχή της Εκκλησίας στους Ολυμπιακούς Αγώνες, ήταν και η επιφυλλίδα του ίδιου στην ίδια εφημερίδα της 22.12.2002, που επίσης λέει κάποιες αλήθειες, αλλά και συντάσσεται με τις αδόκιμες απόψεις του Ιωαννίνων, εκφραζόμενος ασεβώς για την Ιεροσολυμίτισσα Ι. Εικόνα, χαρακτη­ρίζοντας την κατά την σκοτεινήν κρίση του, ως «Δυτική Μα­ντόνα», επειδή δεν είναι βυζαντινής τεχνοτροπίας!

Αγιογράφος δεν είμαι, αλλά ερευνώντας την Ιστορία της Ι. Εικόνος της Παναγίας Σουμελά —προκειμένου να γράψω το βιβλίον, που με παρεκάλεσαν προ 10ετίας οι Πόντιοι της Θεσσαλονίκης— διάβασα σε αρχαία Συναξάρια ότι, ο Ευαγ­γελιστής Λουκάς όταν προσέφερε στην Θεοτόκον δύο Εικό­νες, που εζωγράφησεν, η Μητέρα του Θεού τις ευλόγησε λέγουσα: «Η χάρις του εξ εμού τεχθέντος να είναι σ’ αυτές τις εικόνες». Ήσαν βυζαντινές, για να έχουν την χάριν του Θεανθρώπου; Και ύστερα, η επιχειρηματολογία τινών ορθολογιστών, ότι δεν είναι οι Εικόνες που θαυματουργούν, αλλά η πίστη στον Θεόν, αγνοούντες ότι ο Θεός έθεσε σ’ αντικεί­μενα ορατά ειδικήν χάριν. Αφού ο Θεός έδωσε στην Εκκλη­σία Του διάφορα χαρίσματα, σε άλλον «λόγον σοφίας, σε άλλον λόγον γνώσεως, σε άλλον πίστιν, σε άλλον χαρίσμα­τα ιαμάτων, ενεργήματα δυνάμεων, προφητείαν, σε άλλον γένη γλωσσών…» (Α’ Κορ. ιβ’ 8-10), πως δυνάμεθα να αρνηθούμε τους φορείς των που είναι οι Άγιοι με τα ειδικά χαρίσματά τους; Βέβαια, ο Θεός τα έδωσε, αλλά τα διαχει­ρίζονται οι εικονιζόμενοι Άγιοι. Πως ψάλλουμε, «Οι την χά­ριν λαβόντες των ιαμάτων, εφαπλούτε την ρώσιν τοις εν ανάγκαις…»; Δηλαδή σεις ενεργείτε, ως ταμειούχοι και οικονόμοι της χάριτος. Ή όπως ψάλλουμε το Απολυτίκιου του Προφήτου Ηλία: «…άνωθεν καταπέμψας Ελισαίω την Χάριν, νόσους αποδιώκειν και λεπρούς καθαρίζειν…». Δη­λαδή ενεργεί αυτονόμως η δωρηθείσα, από τον Θεόν χάρις. Έτσι υπάρχουν αρχαίες Ι. Εικόνες, που έχουν ιδιαιτέραν χάριν να θαυματουργούν θεραπευτικώς, να ευωδιάζουν, να μυροβλυτούν, όπως και το φυσικόν νερόν, ο Μεγάλος Αγια­σμός και ο Μικρός που δέχτηκαν εφ’ άπαξ την χάριν και ενεργούν αναλόγως της καθαρότητος των πιστών. Επομέ­νως δεν προτεσταντίζουν όσοι αρνούνται την χάριν σε ωρισμένες εικόνες, έστω και αν δεν είναι βυζαντινές;

Η απέραντη Ρωσική Εκκλησία, εξ επιδράσεως της δυ­τικής ουμανιστικής αγιογραφίας, επί αιώνας ολόκληρους δεν ετράφη με πλαστικής τέχνης Εικόνες, και μάλιστα με τις παραγγελίες των Ρώσων στο Άγιον Όρος δεν είχαν μεταβάλει όλα τα αγιορειτικά αγιογραφεία σε εργαστήρια δυτικών ζωγραφικών Εικόνων;

Όταν το 1941 η χάρις της Θεοτόκου με εκσφενδόνισε στο Περιβόλι Της, όλοι οι αγιογράφοι δεν εγνώριζαν ούτε την τέ­χνην ούτε την τεχνικήν των Βυζαντινών Εικόνων, πλην των δυτικών με λάδι.

Την επανάσταση προεκάλεσεν ο Κόντογλου. Πως; Ο εκδότης Παπαδημητρίου περιέλαβε στην α’ έκδοση του «Μεταξύ ουρανού και γης» και πέντε Εικόνες εκτός κειμέ­νου του κυρ Φώτη και μία σελίδα του περί Ορθοδόξου αγιογραφίας. Το τι έγινε, μόνον ο γράφων ταύτα γνωρίζει. Σει­σμός τεκτονικός. Τα βιβλία μου τα έσχιζαν ή τα μαύριζαν και γράμματα βροχή: «Θα μας πάρης το ψωμί μας!» Κι εγώ σιωπούσα ή απαντούσα: «Φροντίζετε, πατέρες, για τον άρτον τον επιούσιον μόνον». Αλλά παρά ταύτα, οι Εικόνες εθαυματουργούσαν, και υπάρχει επιστολή του Αγίου Νε­κταρίου προς τον σοφόν Κατουνακιώτην Δανιήλ, που του παρήγγειλε μίαν Παναγίαν, και την ήθελε «πολύ ωραίαν»! Σήμερα όλα τα αγιογραφεία γνωρίζουν μόνον την βυζα­ντινήν τεχνοτροπίαν.

Λοιπόν, όταν ο λαός από πλήθος μαρτυρίες και από καθο­λικήν εμπειρίαν γνωρίζει, ότι ωρισμένες Ι. Εικόνες έχουν ιδι­αιτέραν χάριν θαυματουργικήν, πως ποιμένες τινές αγνοούν την μορφήν αυτήν της λαϊκής ευλαβείας και ομιλούν περί ειδωλολατρίας, όπως και ο απερίγραπτος κ. Γιανναράς, που προκύπτει επί το χείρον, όπως καταφαίνεται στις υπονομευ­τικές του κύρους της Εκκλησίας αλλοπρόσαλλες επιφυλλίδες του σε κοσμικές εφημερίδες;

Τα ολισθήματα αυτά υπό τινών αγίων Επισκόπων επαναφέρουν το πρόβλημα των προϋποθέσεων αναδείξεώς των και σηματοδοτούν την ανάγκην επιστροφής στην παράδοση, για να λάμψη πάλιν η Ορθόδοξη Εκκλησία. Αλλά περί τούτου, στο επόμενον.

ΜΟΝΑΧΟΥ ΘΕΟΚΛΗΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΟΥ, ΑΘΩΝΙΚΑ ΑΝΘΗ, ΤΟΜΟΣ Ι’, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΠΗΛΙΩΤΗ

 ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ