π.Ἀντώνιος Ἀλεβιζόπουλος
Δρ. Θεολογίας, Δρ. φιλοσοφίας
Στήν Παλαιά Διαθήκη ὑπογραμμίζεται ὅτι μόνο ἕνας Θεός εἶναι ὑπαρκτός καί ἀληθινός· δέν ὑπάρχουν ἄλλοι θεοί (Ἔξοδ. κ΄ 3. Δευτερ. ε΄ 7, στ΄ 4. Ἡσ. μγ΄ 10-11, με΄ 21-22).
Μάλιστα ὑπογραμμίζεται πώς «ὅποιος λαλήσει στό ὄνομα ἄλλων θεῶν, πρέπει νά ἀποθάνει» (Δευτερ. ιη΄ 20). Στήν Ἁγία Γραφή δέν τίθεται θέμα θρησκευτικοῦ Πλουραλισμοῦ.
Οἱ χριστιανοί δέν μποροῦν νά μετέχουν σέ κοινές λατρευτικές ἐκδηλώσεις μέ τούς ὁπαδούς τῶν θρησκειῶν τοῦ κόσμου· οἱ γιορτές τῆς θρησκευτικῆς πολυμορφίας εἶναι βδέλυγμα στά μάτια τοῦ Θεοῦ.
Τί λοιπόν; μήπως ὁ Υἱός εἶναι «ἄλλος θεός»;
Στήν Καινή Διαθήκη ὁ Χριστός χαρακτηρίζεται ρητῶς ὡς Θεός (Πράξ. κ΄ 28. Ἑβρ. γ΄ 3-6) καί μάλιστα «ὁ ἐπί πάντων Θεός εὐλογητός εἰς τούς αἰῶνας» (Ρωμ. θ΄ 5).
Ὀνομάζεται ἀκόμη Κύριος (Λουκ. α΄43. Πράξ. θ΄ 5, 16-17. Ρωμ. α΄4, ι΄ 9. Α΄Θεσ. γ΄ 11. Α΄ Τιμ. ε΄21), «Κύριος τῆς δόξης» (Α΄ Κορ. β΄ 8) «πάντων Κύριος» (Πραξ. ι΄36, Ρωμ. ι΄12) καί Κύριος καί Θεός (Ἰω. κ΄28). Μάλιστα ὁ ἴδιος ὀνομάζει τόν ἑαυτόν Του «Κύριον» (Ματθ. κα΄ 3, κη΄ 6, Ἰω. ιγ΄ 13).
Στήν Ἀποκάλυψη διαβάζουμε: «Ὕστερα μοῦ εἶπε· αὐτοί οἱ λόγοι εἶναι ἀξιόπιστοι καί ἀληθινοί.
Ὁ Κύριος ὁ Θεός τῶν πνευμάτων τῶν προφητῶν ἔστειλε τόν ἄγγελον του νά δείξει εἰς τούς δούλους του ἐκεῖνα πού πρέπει νά γίνουν γρήγορα» (Ἀποκ. κβ΄ 6).
Ποιός εἶναι ὁ «Κύριος ὁ Θεός» πού ἔστειλε τόν ἄγγελό Του; Ἡ ἴδια ἡ Ἀποκάλυψη μᾶς πληροφορεῖ πώς εἶναι ὁ Χριστός: «Ἐγώ ὁ Ἰησοῦς ἔστειλα τόν ἄγγελό μου σ’ ἐσᾶς μέ τή μαρτυρία αὐτή διά τάς ἐκκλησίας…» (Ἀποκ. κβ΄16).
Μήπως λοιπόν πρόκειται γιά «ἄλλον θεόν; ὄχι βέβαια,γιατί τότε ἡ ἁγία Γραφή θά ἐψεύδετο, ἀφοῦ μᾶς βεβαιώνει πώς δέν ὑπάρχουν «ἄλλοι θεοί».
Στόν προφήτη Ἡσαΐα πραγγέλει ὁ Θεός:
«Ἔμπροσθέν μου οὐκ ἐγένετο ἄλλος Θεός καί μετ’ ἐμέ οὐκ ἔσται. Ἐγώ ὁ Θεός καί οὐκ ἔστι πάρεξ ἐμοῦ ὁ σώζων» ( Ἡσ. μγ΄ 10-11). Εἶναι ὁ μοναδικός Σωτήρας δέν ὑπάρχει ἄλλος Θεός, κανένας ἄλλος δέν μπορεῖ νά σώσει τόν ἄνθρωπο!
Καί ὅμως στήν Καινή Διαθήκη παρουσιάζεται ὡς μοναδικός Σωτήρας ὁ Χριστός (Πράξ. δ΄12. Τιτ. β΄ 13. Β΄ Πέτρ. α΄ 1). Μήπως ὁ Χριστός εἶναι «ἄλλος θεός»; Ὄχι, γιατί ἡ ἁγία Γραφή, πού ὑπογραμμίζει ὅτι Σωτήρας εἶναι ὁ ἕνας καί ἀληθινός Θεός, θά ἐψεύδετο.
«Ἐγώ εἰμί, ἐγώ εἰμι ὁ ἐξαλείφων τάς ἀνομίας σου ἕνεκεν ἐμοῦ καί τάς ἁμαρτίας σου καί οὐ μή μνησθήσομαι»· μόνο ὁ Θεός πού μιλάει ἐδῶ στόν προφήτη ἐξαλείφει τίς ἁμαρτίες, δέν ὑπάρχει ἄλλος (Ἡσ. μγ΄ 25. Πρβλ. Ματθ. στ΄ 14-15). Ἑπομένως, ἄν κάποιος ἄλλος ἰδιοποιηθεῖ αὐτή τή θεϊκή ἐξουσία, εἶναι βλάσφημος· οἱ γραμματεῖς σ’ αὐτό τό σημεῖο εἶχαν δίκαιο: «ποιός μπορεῖ νά συγχωρεῖ ἁμαρτίες παρά μόνον ἕνας, ὁ Θεός» (Μάρκ. β΄ 7).
Καί ὅμως ὁ Χριστός βεβαιώνει πώς ὄντως «ἔχει ἐξουσία νά συγχωρεῖ ἁμαρτίες» (Μάρκ. β΄ 10).
Τί λοιπόν συμβαίνει; εἶναι «βλάσφημος» ὁ Χριστός, ὅπως τόν κατηγοροῦν οἱ γραμματεῖς (Μαρκ. β΄ 7), ἤ μήπως ἡ Παλαιά Διαθήκη ψεύδεται ὅταν λέγει πώς μόνον ὁ Θεός συγχωρεῖ ἁμαρτίες καί ὄχι ἄλλος; Οὔτε τό ἕνα μπορεῖ νά συμβαίνει οὔτε καί τό ἄλλο, γιατί δέν πρόκειται ἐδῶ γιά «ἄλλο Θεό» (πρβλ. Ματθ. θ΄ 2-7. Λουκ. ζ΄ 48. Ἑβρ. ι΄17).
Ὁ Υἱός δέν ἔχει μόνο τήν ἐξουσία νά συγχωρεῖ ἁμαρτίες, ἀλλά ἔχει καί ὅλες τίς ἐξουσίες τοῦ Πατρός: Ὁ Πατήρ «πάντα παρέδωκε εἰς τάς χεῖρας Του» (Ἰω. γ΄ 35), ὥστε νά μπορεῖ νά πεῖ: «καί τά ἐμά πάντα σά ἐστι καί τά σά ἐμά» (Ἰω. ιζ΄ 10), ὅλα τά δικά μου εἶναι δικά σου καί ὅλα τά δικά σου εἶναι δικά μου (πρβλ. Ἰω. ιστ΄15)· «πάντα ὅσα ἔχει ὁ Πατήρ ἐμά ἐστί» (Ἰω. ιστ΄ 15), ὅλα ὅσα ἔχει ὁ Πατήρ εἶναι δικά μου!
Γι’ αὐτό βλέπουμε νά ἔχει ἐξουσία πάνω στά δαιμόνια (Ματθ. η΄ 29-32. Λουκ. ι΄ 17), πάνω στό θάνατο (Ἰω. ε΄ 21, 28-29) καί ἀκόμη τήν ἐξουσία νά ἀναστήσει τό ἴδιο Του τό σῶμα (Ἰω. ι΄ 18. Πρβλ. β΄ 19). Ἡ ἐξουσία λοιπόν αὐτή δέν εἶναι ἐξουσία «ἄλλου θεοῦ», ἀλλά τοῦ ἑνός καί μοναδικοῦ Θεοῦ, τόν ὁποῖον ὀφείλουμε νά ἀκολουθοῦμε.
«Μή πορεύεσθε ὀπίσω θεῶν ἀλλοτρίων
τοῦ δουλεύειν αὐτοῖς, τοῦ προσκυνεῖν αὐτοῖς,
ὅπως μή παροργίζητέ με,
ἐν τοῖς ἔργοις τῶν χειρῶν ὑμῶν
τοῦ κακῶσαι ὑμᾶς» (Ἱερεμ. κε΄ 6).
«Μή ἀκολουθεῖτε ξένους θεούς, ὥστε νά γίνεσθε σ’ αὐτούς δοῦλοι καί νά τούς προσκυνεῖτε, γιά νά μή παροργίζετε τόν Θεό μέ τά πονηρά σας ἔργα καί νά τόν ἀναγκάζεται νά σᾶς τιμωρεῖ!».
Σέ ἄλλο σημεῖο προστίθεται πώς οἱ ἀληθινοί πιστοί πρέπει νά εἶναι μάρτυρες τοῦ Κυρίου (Ἡσ. μγ΄10-12 μδ΄ 8) καί νά μή ὁμιλοῦν «ἐν ὀνόματι θεῶν ἑτέρων» (Δευτερ. ιη΄ 20)· ὅποιος εἶναι μάρτυς «ἄλλου θεοῦ» καί λαλεῖ στό ὄνομα «ἄλλου θεοῦ», εἶναι ψευδοπροφήτης (Δευτερ. ιη΄ 18-22. Πρβλ. Ἔξοδ. κγ΄ 13).
Καί ὅμως ὁ Χριστός ἀπαιτεῖ ἀπό τούς μαθητές Του νά ἀκολουθήσουν αὐτόν τόν ἴδιο (Ματθ. ι΄ 27, 38. Ἰω. ιβ΄ 26. Ἀποκ. ιδ΄ 4) καί νά εἶναι μάρτυρες δικοί Του (Λουκ. κδ΄ 45-48. Πραξ. α΄ 8).
Οἱ ἀπόστολοι κήρυτταν στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Καί ὅταν τούς ἀπαγόρευσαν νά μιλοῦν γι’ αὐτό τό ὄνομα, δήλωσαν: «Ἐάν εἶναι ὀρθόν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ νά ἀκοῦμε μᾶλλον ἐσᾶς παρά τόν Θεόν κρίνατε μόνοι σας» (Πραξ. δ΄17-19).
Τί λοιπόν; Μήπως ὁ Χριστός ἦταν ἀσεβής καί δέν τηροῦσε τίς ἐπιταγές τοῦ Κυρίου, ἤ μήπως οἱ ἀπόστολοι ἦσαν ψευδοπροφῆτες, ἀφοῦ ἦσαν μάρτυρες τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί μιλοῦσαν στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ; Ὄχι, γιατί ὁ Χριστός δέν εἶναι «ἄλλος θεός»!
Ἐπίσης ἡ ἐπιταγή τοῦ Θεοῦ εἶναι: «οὐ μή προσκυνήσητε θεοῖς ἑτέροις· ὁ γάρ Κύριος ὁ Θεός ζηλωτόν ὄνομα, Θεός ζηλωτής ἐστιν» (Ἔξοδ. λδ΄ 14. Πρβλ. Δευτερ. στ΄ 13, η΄19, ι΄ 20, ια΄16, ιγ΄ 2-4, κη΄14, λ΄ 17-18. Ἱερεμ. κε΄6. Ματθ. δ΄ 10).
«Ἐπιστέψατε σ’ ἐμέ καί θά σωθεῖτε,
οἱ κατοικοῦντες στά ἄκρα τῆς γῆς·
ἐγώ εἶμαι ὁ Θεός καί δέν ὑπάρχει ἄλλος.
Στόν ἑαυτό μου ὁρκίζομαι,
πώς θά ἐξέλθει ἀπό τό στόμα μου δικαιοσύνη
καί οἱ λόγοι μου θά πραγματοποιηθοῦν,
διότι σέ μέ θά κάμψει κάθε γόνατο
καί κάθε γλῶσσα θά δοξολογήσει τόν Θεό»
(Ἡσ. με΄ 22-24)
Ἡ λατρεία λοιπόν ἀνήκει μόνο στόν Θεό, ὄχι σέ κτίσματα (πρβλ. Ρωμ. α΄ 25). Καί ὅμως στήν Καινή Διαθήκη ἡ λατρεία, στήν ὁποία ἀναφέρεται ὁ προφήτης, ἀποδίδεται στόν Χριστό:
«Ὅλοι θά παρουσιασθοῦμε ἐμπρός στό βῆμα τοῦ Χριστοῦ.
Διότι εἶναι γραμμένον: ζῶ ἐγώ, λέγει Κύριος, κάθε γόνατο θά κάμψει ἐμπρός μου καί κάθε γλῶσσα θά δοξολογήσει τόν Θεό» (Ρωμ. ιδ΄ 10-11)· «ὥστε εἰς τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ θά κάμψει κάθε γόνατο…διότι ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι Κύριος εἰς δόξαν θεοῦ Πατρός» (Φιλιπ. β΄ 10-11. Πρβλ. Δαν. ζ΄ 13-14. Ψαλμ. 96, 7, σέ συσχετισμό μέ τό Ἑβρ. α΄ 6. Ματθ. ιδ΄ 33. Ἀποκ. ε΄ 13-14. Ἰω. ε΄ 23).
Τί λοιπόν, ἀντιφάσκει ἡ ἁγία Γραφή; Ὄχι· ὁ Χριστός δέν εἶναι «ἄλλος θεός»· ἄν καί ὡς πρόσωπο διακρίνεται ἀπό τόν Πατέρα, ὡς πρός τήν φύση ὅμως δέν εἶναι κάτι ξεχωριστό. «Ἕνας Θεός καί μάλιστα Πατήρ· ἕνας Θεός δέ καί ὁ Υἱός, καί ὄχι δύο θεοί, ἐπειδή ὁ Υἱός ἔχει ὁμοιότητα μέ τόν Πατέρα. Δέν βλέπω δηλαδή ἄλλην Θεότητα εἰς τόν Πατέρα καί ἄλλην εἰς τόν Υἱόν, οὔτε ἄλλη φύσιν ἐκείνην καί ἄλλην αὐτήν» (Μ. Βασιλ.)
Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο «Ἡ Ὀρθοδοξία μας» –1994- σελ. 144-148