Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2022

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ: “Ασκητική της Αγάπης” Γαβριηλίας μοναχής

 

ΣΥΝΟΨΗ ΚΡΙΤΙΚΗΣ

 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

  1. Κρίσεις και Σχόλια στο περιεχόμενο του βιβλίου: “Ασκητική της Αγάπης”- π. Β. Σπηλιοπούλου
  2. ΕΝΣΤΑΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΕΝΣΤΑΣΕΩΝ Συνολική ἀπάντηση στίς ἐνστάσεις γιά τήν βιβλιοκριτική.
  3. Προσοχή στήν ανάγνωση θρησκευτικών βιβλίων (μοναχή Γαβριηλία Παπαγιάννη) π.Β. Κοκολάκη
  4. Ι. Μ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ «ΑΣΚΗΤΙΚΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ» Ή ΑΣΚΗΣΗ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΓΚΡΗΤΙΣΜΟΥ;

  Γερόντισσα Γαβριηλία
Κρίσεις και Σχόλια στο περιεχόμενο του βιβλίου:
“Ασκητική της Αγάπης” Γαβριηλίας μοναχής

 π. Βασιλείου Σπηλιοπούλου

 ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ π. Σαράντου Σαράντου

Στο βιβλίο που ευρέως εκυκλοφόρησε, “Η Ασκητική της Αγάπης”, της Γαβριηλίας μοναχής, αναφέρεται το όνομά μου ως ένας από εκείνους που γνώρισαν τη μοναχή. Πράγματι, είχαμε συναντηθεί μία φορά και ανταλλάξαμε για λίγο κάποιες απόψεις. Το γεγονός αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει δική μου “εγγύηση” για το βιβλίο, που μεταγενέστερα συνεγράφη από την ομώνυμη συγγραφέα.

Δράττομαι, λοιπόν, της ευκαιρίας να παρουσιάσω με πολλή χαρά την κριτική του παραπάνω βιβλίου, που έχει κάνει ο ιερολογιώτατος Διάκονος π. Βασίλειος Σπηλιόπουλος.

Είναι πολύ χρήσιμη η ανάγνωση αυτής της κριτικής από τους αναγνώστες του ογκώδους βιβλίου της Γαβριηλίας, αλλά και από όλο το χριστεπώνυμο πλήρωμα των ορθοδόξων, για να μάθουν να ξεχωρίζουν το σιτάρι από το άχυρο, το φως από το σκοτάδι, την αλήθεια από το ψέμα.

Δυστυχώς, η πληθώρα των μηνυμάτων και των ακαταπαύστων πληροφοριών της “Νέας Εποχής”, αμβλύνουν τις ορθόδοξες συνειδήσεις όλων μας,  ακινητοποιούν τη δοτή από τον Κύριό μας Ιησού Χριστό ευθυκρισία, αποσκοπώντας να παραπλανήσουν, ει δυνατόν, και τους εκλεκτούς και να τους εντάξουν στο γοητευτικό πανόραμα της Πανθρησκείας.

Θεσμοί θεανθρώπινοι και αρχές αυταπόδεικτες μέχρι τώρα, σχετικοποιούνται, με ύπουλους τρόπους και τελικά αμφισβητούνται από τους “άρχοντες του κοσμοκράτορος του αιώνος τούτου”, τόσο μέσα στην παγκόσμια κοινότητα, όσο και μέσα στη φιλτάτη ορθόδοξη πατρίδα μας, την Ελλάδα, την οποία αγωνιωδώς πασχίζουν να εκσυγχρονίσουν, ως δήθεν ασυγχρόνιστη και τριτοκοσμική, ξένοι και ντόπιοι “εκσυγχρονιστές”.

Είναι πολύ λυπηρό να εμπλέκονται σ’αυτή  τη νοοτροπία και στη νεοεποχίτικη “ιεραποστολή”, μέλη της ορθοδόξου Εκκλησίας μας και δη μέλη θεσμικά αφιερωμένα στο Χριστό, και μάλιστα να προσπαθούν να εμπλέξουν στην παναίρεση της Νέας  Εποχής και της Πανθρησκείας το πλήρωμα των πιστών.

Μέσα στις πεντακόσιες σελίδες του κρινομένου βιβλίου γίνεται μεθοδική προσπάθεια μέσω ηρωοποιημένου ιεραποστολικού προσώπου, της Γαβριηλίας μοναχής από τη Γαβριηλία μοναχή, υποτακτική της, να ισοπεδωθεί η ορθόδοξη αδαμάντινη, αληθεύουσα διδασκαλία, με όλες τις υπόλοιπες κακοδοξίες όλων των ομολογιών και όλων των θρησκειών.

Η Αγία Μοναδικότητα του Θεανδρικού προσώπου του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, είναι ανύπαρκτη. Από ορθόδοξες μοναχές περιμένει η Εκκλησία την ορθόδοξη διδασκαλία και το ορθόδοξο ήθος που είναι αποτυπωμένα και τα δύο στα πρόσωπα των Αγίων της Εκκλησίας μας. Κάθε Άγιος και κάθε Αγία της Ορθοδοξίας μας δεν υπολείπονται καθόλου σε ηρωϊσμό, σε κατορθώματα και σε θαύματα, τα οποία ο Χριστός επιτελεί μέσω αυτών για το καλό, για τη σωτηρία, για την οικοδομή του Σώματος της Εκκλησίας και των μυρίων μελών της.

Αντίθετα, στις πολυπληθείς σελίδες του βιβλίου, “Η ασκητική της Αγάπης”, απουσιάζει η ορθόδοξη άσκηση και ταυτόχρονα παραποιείται η εν Χριστώ Ορθόδοξη Θεανθρώπινη Αγάπη. Ο συγκρητισμός δηλαδή το ανακάτεμα όλων των ξεπερασμένων ομολογιών και θρησκειών, ακυρώνουν το Μοναδικό, Σωτηριολογικό έργο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, τα θαύματά Του, τη Θυσιαστική Του προσφορά, την ένδοξη Ανάστασή Του και την εις ουρανούς Αγία Ανάληψή Του.

Η έμμεση προβολή του Ινδουϊσμού και του Γκουρουϊσμού, η υποτιθέμενη γλωσσολαλιά, η Χορτοφαγία, η ολιστική θεώρηση του κόσμου, το Παγκόσμιο η Συμπαντικό Πνεύμα, το Yama, η Ανυπαρξία και η Νέκρωση, ο Διαλογισμός, η Θετική Σκέψη, οι δεισιδαιμονίες, η διαφήμιση του Ράμα Κρίσνα, τα ψευδοοράματα της Γαβριηλίας μαζί με το “ιαματικό χάρισμα”, οι “εναλλακτικές θεραπείες”, ολοκληρώνουν τον πολυβολισμό της κατά πάντα δοκιμασμένης μέσα στην ελληνική κοινωνία μας Ορθοδόξου, θεανθρωπίνης Παραδόσεώς μας, της μόνης πραγματικά σωζούσης την ανθρώπινη προσωπικότητα.

Είναι όντως άξιο μεγίστης απορίας το πως είναι δυνατόν ορθόδοξες μοναχές να αλλοτριώνουν, σε τέτοιο βαθμό και τέτοια έκταση, την εν Χριστώ ζωή! Δεν είναι για μας άξιο απορίας το πως κατάφερε να κυκλοφορήσει σε δεκατρείς εκδόσεις αφού το παραπάνω βιβλίο είναι πλημμυρισμένο από το μεταπτωτικό σύνδρομο ενός διαχύτου συναισθηματισμού, ο οποίος παρακινεί το αναγνωστικό κοινό στη διακίνησή του.

Αναρίθμητοι όμως αναγνώστες ακατάπαυστα, μας “ενοχλούν” με την πανομοιότυπη ερώτηση  για τη γνώμη μας γι’αυτό το βιβλίο.

Τελικά, φαίνεται ότι μετά από μία νηφάλια, εσωτερική κριτική των απροκαταλήπτων αναγνωστών, διαπιστώνεται, άτυπα η συνειδητά, το αιρετικό περιεχόμενο της “Ασκητικής της Αγάπης”, και το βιβλίο τοποθετείται στα πιο ψηλά ράφια της βιβλιοθήκης για να μη μεταδίδεται η διάβρωση που αρχικά προκάλεσε.

Χρειάζεται προσεκτική μελέτη της καλοπροαίρετης και απόλυτα τεκμηριωμένης κριτικής του ιεροδιακόνου π. Βασιλείου, ώστε να αποκτήσει ο αναγνώστης ορθά, Θεανθρώπινα κριτήρια, για να μη παραπλανάται από ποταπούς, δαιμονιώδεις συναισθηματισμούς.

 

Αρχιμανδρίτης Σαράντης Σαράντος

Εφημέριος Ιερού Ναού Κοιμήσεως Θεοτόκου Αμαρουσίου


«Το βιβλίο η ΑΣΚΗΤΙΚΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ είναι βαθειά προβληματικό…»  π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος


 


Γ Ε Ν Ι Κ Α
Η “Ασκητική της Αγάπης” διανύει ήδη την 13η έκδοσή του, κυκλοφορεί πλέον και στην αγγλική γλώσσα, και ο όγκος του εκτείνεται σε 500 σελίδες. Σε πολλές ενορίες της χώρας μας έχει, δυστυχώς χρησιμοποιηθεί, η χρησιμοποιείται ακόμα, ως εγχειρίδιο των κατηχητικών σχολείων.

Κατά τη γνώμη μας, το βιβλίο αυτό στοχεύει στην προώθηση του λαϊκού οικουμενισμού, στην προώθηση δηλαδή ανάμεσα στους απλούς Ορθοδόξους Χριστιανούς κληρικούς και λαϊκούς της διδασκαλίας ότι όλες οι θρησκείες κατέχουν μέρος της αληθείας και συνεπώς, όχι μόνο δεν δικαιούμεθα να απορρίπτουμε τις διάφορες διδασκαλίες τους αλλά έχουμε χρέος ιερό να τις αποδεχθούμε, ώστε να φθάσουμε κάποτε στην επιθυμητή, για τους φορείς αυτής της ιδέας, ένωση όλων των θρησκειών σε μία. Αποτελεί, άρα, πράξη μίσους φανατισμού η “φονταμενταλισμού” κατά τη μοντέρνα ορολογία, και μισαλλοδοξίας η εμμονή στα δόγματα, τους κανόνες και τις παραδόσεις της Εκκλησίας μας και η απόρριψη των υπολοίπων ομολογιών και δοξασιών, φαινόμενο που, κατά τη συγγραφέα, οφείλεται σε διάφορα κόμπλεξ και φοβίες που μας διακατέχουν.

Πρέπει να τονίσουμε ότι η διδασκαλία αυτή είναι η θεμέλιος διδασκαλία του κινήματος της “ΝΕΑΣ ΕΠΟΧΗΣ”1, το οποίο διακηρύσσει ότι ο Θεός είναι παντού και το οποίο μεθοδεύει συστηματικά την ένωση των θρησκειών και τη δημιουργία της ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑΣ. Η Αλήθεια, όμως, δεν είναι, ούτε μπορεί να γίνει διαπραγματεύσιμο μέγεθος. Την Αλήθεια μόνον εμείς ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί και πάντα ως μέλη της Μίας Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας “κατέχουμε”, και μάλιστα καθ’  ολοκληρίαν, διότι δεν πρόκειται για μια αφηρημένη η απρόσωπη έννοια, αλλά για το ίδιο το πρόσωπο του Κυρίου, που σαφέστατα μας φανέρωσε ότι Αυτός είναι “η Οδός η Αλήθεια και η Ζωή” (Ιω.ιδ ´, 6).

Ας δούμε όμως τα πιο εμφανή και αποκαλυπτικά σημεία που επαληθεύουν τόσο την ύπαρξη ενός ανελέητου και νεοεποχίτικου συγκρητισμού, όσο και τις πλάνες των ανατολικών θρησκειών, οι οποίες είναι διάσπαρτες σ’ όλο το βιβλίο, “μεταμφιεσμένες” επιμελώς σε Ορθόδοξη πνευματικότητα.

Α. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΥΓΚΡΗΤΙΣΤΙΚΑ
Όπως προείπαμε το βιβλίο αυτό προσπαθεί να πείσει τον αναγνώστη ότι οι χριστιανικές και μη ομολογίες δεν απέχουν πολύ από την αλήθεια. Αυτό επιτυγχάνεται με διαφόρους τρόπους όπως με την αναφορά σε πάμπολλους αλλοθρήσκους και ετεροδόξους φίλους της γερόντισσας με τους οποίους διατήρησε σχέσεις σ’ όλη της τη ζωή, χωρίς ωστόσο να τους μεταστρέψει η έστω να καταβάλει την παραμικρή προσπάθεια. Αντίθετα, τους θεωρεί συχνά και ως αγίους (π.χ. σελ. 212 και 407) ή υπόδειγμα χριστιανών (σ. 72)2 και γι’  αυτό συνομιλεί μαζί τους για το Θεό (για ποιο Θεό άραγε; ).

Ας αναφερθούμε, όμως, αναλυτικώτερα : Στη σελ. 15, ένας αγγλικανός “θεολόγος”, αναγνωρίζει την “εν Χριστώ ζωή της”. Είναι αυτονόητο πως αυτό προϋποθέτει κοινό βίωμα και κοινή πίστη για το Χριστό, η οποία φυσικά δεν μπορεί να ταυτιστεί με την ορθόδοξη πίστη, γιατί σ’ αυτή την περίπτωση ο αγγλικανός θα είχε επίμονα ζητήσει και λάβει το ορθόδοξο Βάπτισμα.

Στη σελίδα 27 αναρωτιέται η συγγραφέας σε τι θα μπορούσε να ενοχλεί τη γερόντισσα η συνεργασία, ακόμα και η μισθοδοσία από Εβραίους; Πόσο είναι σύμφωνη η τακτική αυτή που παρουσιάζεται ως αρετή και προβάλλεται ως απόδειξη της υπέρμετρης αγάπης που είχε η γερόντισσα προς όλους με τα λόγια του ευαγγελιστού Ιωάννου που μας λέει “ει τις έρχεται προς υμάς και ταύτην την διδαχήν ου φέρει, μη λαμβάνετε αυτόν εις οικίαν, και χαίρειν αυτώ μη λέγετε” (Β´ Ιωάν. 10); Μήπως τελικά η γερόντισσα διέθετε μεγαλύτερη αγάπη απ’  αυτόν που η ίδια η Εκκλησία ονόμασε “ μαθητή της αγάπης”;

Στη σελ. 33 βλέπουμε τη στενή σχέση της γερόντισσας με την αίρεση των Κουακέρων3. Το έργο τους στη Θεσσαλονίκη διαφημίζεται ως σπουδαίο, ενώ η ίδια κατέχει θέση διευθύντριας στη σχολή τους, αλλά και διδασκάλου του Ευαγγελίου. Ποιος αφελής θα μπορούσε ποτέ να πιστεύσει πως αν οι απόψεις της και η ερμηνεία που έδιδε στο Ευαγγέλιο δεν ταυτίζονταν απόλυτα μ’  αυτές της αιρέσεως, θα της εμπιστεύονταν τις δύο, αναμφισβήτητα, πιο ευαίσθητες θέσεις σε τέτοια αίρεση; Παράλληλα,  δίδεται στον αναγνώστη η εσκεμμένη εντύπωση πως οι Κουάκεροι είναι ομάδα ορθοδόξων χριστιανών με σπουδαίο μάλιστα έργο και δραστηριότητες, εντύπωση εσφαλμένη και άκρως επικίνδυνη ακόμα και προσηλυτιστική. Στις σελ. 40 – 41 παρουσιάζεται η σχέση της με δύο ακόμη Κουάκερους, ενώ φιλοξενείται και στον ξενώνα τους (σελ. 46).

Στη σελ. 63, κάποιος μεθοδιστής ιεραπόστολος ζητά τις προσευχές της για να λάβουν και άλλη χάρη απ’  το Θεό. Αυτό παραμένει ασχολίαστο και διδάσκει για μια ακόμη φορά πως η Χάρις δεν είναι προνόμιο των Ορθοδόξων. Η Χάρις όμως του Θεού, το Άγιο Πνεύμα ενεργεί μόνο στους κόλπους της Ορθοδόξου Εκκλησίας και “όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας”. (Ιδιόμελο της Εορτής του Αγίου Πνεύματος).

Στη σελ. 42, ο “θρασύς συγκρητισμός”  ξεπερνάει κατά πολύ τα όρια, καθώς , όπως διαβάζουμε, η Αυρηλία, η γερόντισσα ως λαϊκή, φεύγοντας για την Ινδία, πήρε μαζί της μόνο δύο βιβλία. Το ένα ήταν το Ευαγγέλιο και το άλλο ένα βιβλίο του γκουρού Sivananda4. Και ενώ για το Ευαγγέλιο ούτε λόγος γίνεται, το βιβλίο του γκουρού την ενθουσιάζει τόσο πολύ, που ψάχνει απεγνωσμένα το συγγραφέα του. Αυτός με τη σειρά του “ως εκ θαύματος”, την ακολουθεί παντού και την βοηθά πολύ περισσότερο στο ξεκίνημά της στην Ινδία5, για να μας αποδείξει, άτυπα έστω, πόσες δυνάμεις κρύβονται στον Ινδουϊσμό και στους γκουρού, τις οποίες  αν και αγνοούμε, μπορούμε όμως σταδιακά να ανακαλύψουμε και να ευεργετηθούμε απ’  αυτές.

Στη σελ. 50-51, γίνεται σύγκριση γκουρουϊστικών τεχνικών με ορθόδοξες απόψεις. Θεωρεί, δηλαδή, η γερόντισσα πως στον ορθόδοξο μοναχισμό, όπως και στον Ινδουϊστικό, είναι σύνηθες φαινόμενο η προσπάθεια του ασκητού να γίνεται αόρατος απ’ τους ανθρώπους πράγμα εντελώς ξένο και άγνωστο στη δική μας ασκητική παράδοση.

Στη σελ. 53 συγκρίνεται και η ινδουϊστική με την ορθόδοξη λατρεία, χωρίς να απουσιάζει από τον κατάλογο των “ομοιοτήτων”  και η διαρκής επίκληση του ονόματος του Θεού, που δήθεν υπάρχει και στις δύο λατρείες με μοναδική διαφορά το όνομα του Θεού που ο ασκητής επικαλείται6. Φυσικά, η διαφορά είναι πολύ πιο ουσιαστική, ενώ έντεχνα περνά και πάλι το μήνυμα ότι όλες οι θρησκείες έχουν την αλήθεια με μόνη διαφορά το όνομα που προσδίδουν στο Θείο.

Στη σελ. 54 διαφημίζεται ο Rama Krishna, ως επηρεασμένος τάχα από το Χριστιανισμό, ενώ στη σελ. 47, παρατίθενται αρκετά ονόματα μεγάλων γκουρού που γνώρισε η γερόντισσα, προφανώς για να ξέρουν που πρέπει να απευθυνθούν οι ενδιαφερόμενοι για την ινδική φιλοσοφία και τις τεχνικές της.

Λίγο πιο κάτω προσπαθεί η συγγραφέας να μας πείσει ότι η Εβραία φίλη της πίνει από το σταυρωμένο νεράκι, όταν ταυτόχρονα ο Απόστολος Παύλος μας λέει ότι “Σταυρός  Ιουδαίοις σκάνδαλον”.

Σε τι αποσκοπεί η παραπλάνηση αυτή, παρά στο να πιστεύσουμε ότι οι οπαδοί των άλλων θρησκειών δεν διακατέχονται από τον ίδιο “φανατισμό” από τον οποίο διακατεχόμαστε εμείς οι ορθόδοξοι;

Ακόμα, γίνεται σύγκριση του μοναχισμού με την αρχαία Ελλάδα, σε μια εποχή που η νεοειδωλολατρεία και η λατρεία του Δωδεκαθέου βρίσκεται σε έξαρση και ιδιαίτερα στη χώρα μας(σ. 106).

Αλλού η γερόντισσα προσκαλείται να προσευχηθεί μέσα σε τζαμιά (σελ. 44), χωρίς να αναφέρεται το αν τελικά αποδεχόταν την πρόσκληση αυτή, μολονότι η πράξη αυτή επαινείται από τη συγγραφέα.

Πάντως η προσκύνηση των τζαμιών δεν αντιβαίνει στο πνεύμα του βιβλίου, αφού οι Μουσουλμάνοι, οι Ινδουϊστές αλλά και οι Εβραίοι, έχουν το Θεό μέσα τους και οδηγούνται από το ίδιο πνεύμα του Θεού, όπως η ίδια η Γαβριηλία υποστηρίζει (σελ. 325)7. Ακόμα, ο Ραμασάντρα αναφέρεται ως σπουδαίος άνθρωπος που ζει κατά Χριστόν (σελ. 234), ενώ διαρκής είναι και η αναφορά στα χαρίσματα του  Βaba Amte (σελ. 403). Γίνεται λοιπόν εμφανής η άποψη της Γαβριηλίας πως όλοι μπορούν να ζουν και να πορεύονται κατά Χριστόν και, συνεπώς, είναι εντελώς άχρηστο το άγιο Βάπτισμα και ένδειξη μίσους η αντίθετη άποψη.

Τα πιο χαρακτηριστικά, όμως σημεία συγκρητισμού στο βιβλίο είναι τα εξής :

α) Στη σελ. 101, αναφέρεται πως αφού έγινε μοναχή και κάποια μέρα συναντήθηκε με δύο Ινδούς μοναχούς από το Ashram  του Sivananda, αυτοί τήςείπαν : “Τώρα είσαι πραγματική αδελφή μας. Ρασο εσύ-ρασο εμείς”. Στη φράση αυτή συμπυκνώνεται όλη η διδασκαλία του βιβλίου αλλά και της Νέας Εποχής. Με τον τρόπο μάλιστα που είναι διατυπωμένο, περνάει το μήνυμα τόσο ότι ως ορθόδοξοι χρήζουμε μιας αναγνωρίσεως από τα άλλα, πιο “πνευματικά” και μυστικιστικά θρησκεύματα, όσο και ότι οι Ινδοί, ως μεγαλόψυχοι και αφανάτιστοι, μας παρέχουν αυτή την αναγνώριση και αποδέχονται απόλυτα την ασκητική μας που λίγο φυσικά απέχει από τη δική τους. Είναι η βάση μιας σύγκρισης μεταξύ της δικής μας ασκητικής παραδόσεως και της ινδουϊστικής δηλαδή της γιόγκα και του διαλογισμού, με την προσευχή, ιδιαίτερα τη νοερά προσευχή και γενικώς την ορθόδοξη λατρεία μας. Στα ίδια, εξάλλου, πλαίσια, κινούνται και οι σκέψεις της γερόντισσας στη σελ. 245 -246, όπου κι εκεί δεν παραλείπει, με μια σκόπιμα μπερδεμένη πρόταση να μας πει ότι εκείνο που σώζει είναι η λιτότητα, η πτωχεία και η στενή οδός, η οποία, όμως  συγκεκαλυμμένα παρακάτω, βιώνεται και στα ορθόδοξα μοναστήρια και στα Άσραμ8.

β) Το δεύτερο σημείο το εντοπίζουμε στη σελ. 39. Εκεί αναφέρεται πως ως Έλληνες τρέφουμε “έμφυτο” σεβασμό για την ινδική φιλοσοφία, γιατί και οι Ινδοί, όπως κι εμείς, έχουν μια ψυχική λεπτότητα, η οποία είναι αποτέλεσμα της καλλιεργείας τους. Γράφει ακόμα πως υπάρχουν στην Ινδία σοφοί που έχουν ολοκληρωτικά αφιερωθεί στο Θεό, χωρίς την παραμικρή νύξη για το γεγονός ότι δεν υπηρετούν τον ίδιο Θεό, τον μοναδικό Θεό, που διακονούμε εμείς. Πράγματι, αν λάβουμε τη λέξη Έλληνες με τη συνήθη αγιογραφική της σημασία ως ειδωλολάτρες δηλαδή, τότε δεν μπορούμε παρά να συμφωνήσουμε. Αν όμως δεχθούμε ότι οι Έλληνες, ως Ρωμηοί, ως ορθόδοξος δηλαδή λαός παραμείναμε ανέκαθεν αμετακίνητοι στην πίστη και στις παραδόσεις μας, τότε τι κοινό μπορούμε να βρούμε μεταξύ του Φωτός και του σκότους, της Αληθείας και του ψεύδους και του πατρός αυτού Διαβόλου; Απολύτως καμμία, ιδιαίτερα αν λάβουμε υπ’ όψιν το γεγονός ότι οι Πατέρες μας οι σοφοί και άγιοι, δεν δέχθηκαν να βάλουν στο Σύμβολο της Πίστεώς μας ούτε μία φορά οποιαδήποτε λέξη που να αρχίζει από το γράμμα Ψ, αρχικό της λέξεως “Ψεύδος”, διδάσκοντάς μας ότι καμμιά κοινωνία δεν μπορούμε και δεν πρέπει να έχουμε με το ψεύδος και ότι η πίστη μας είναι η μόνη που δεν εμπεριέχει ίχνος Ψεύδους, η μόνη που εμπεριέχει την Αλήθεια.

Πρέπει όμως να τονίσουμε ότι πραγματικά σοφός είναι μόνον αυτός που κοινωνεί με τη σοφία του Θεού, την όντως Σοφία, τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό και γίνεται θεός κατά χάριν, πράγμα που αδυνατούν να δεχθούν οι Ινδουϊστές, οι οποίοι ελπίζουν μόνο στις εσωτερικές τους δυνάμεις και στη δυνατότητα αυτοθεώσεως. Στη σελ. 184 τέλος, συγκρίνονται και οι αγιασμένες μορφές των Προφητών με τις μορφές των γιόγκι και των γκουρού.

Δεν πρέπει όμως να εξαιρέσουμε απ’ αυτό το κεφάλαιο και τη “Μίμηση του Χριστού”. Η “Μίμηση του Χριστού”  είναι ένα πασίγνωστο βιβλίο που εκφράζει όλο τον ευσεβισμό και τη λογικοκρατία της Δύσεως και που καμμία σχέση δεν έχει με την ορθόδοξη πνευματικότητα και την ορθόδοξη και πατερική μίμηση Χριστού. Το βιβλίο αυτό η γερόντισσα το αγαπούσε ιδιαιτέρως καθώς και το συγγραφέα του, όπως φαίνεται στη σελ. 205, όπου συγκαταλέγεται η “Μίμηση του Χριστού”  στα βιβλία που συνιστούσε στους άλλους προς μελέτη, καθώς και στη σελ. 77, όπου συμβαδίζει με το συγγραφέα του, το Θωμά Κεμπήσιο κι ένα ακόμη ετερόδοξο μοναχό. Άκρως κατατοπιστικό για το θέμα αυτό είναι ένα άρθρο του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιεροθέου, ενός των λογιωτέρων και παραδοσιακών επισκόπων της Εκκλησίας μας. Ο Σεβασμιώτατος μεταξύ άλλων αναφέρει : “ Έχει αποδοθεί (ενν. η Μίμηση του Χριστού) στον Θωμά Κεμπήσιο, που υπήρξε ένας παπικός ασκητικός συγγραφέας…Φαίνεται ότι το βιβλίο αυτό είναι εντεταγμένο μέσα στα δυτικά πλαίσια και εκφράζει την πνευματικότητα του δυτικού ανθρώπου…Μπορεί κανείς να διαπιστώσει ότι η μετάφρασή του με την παράλληλη παραθεώρηση των νηπτικών πατερικών κειμένων συνετέλεσε στη δυτικοποίηση των Ορθοδόξων. Βέβαια είναι γεγονός ότι όταν κανείς διαβάσει τη “Μίμηση του Χριστού” θερμαίνεται συναισθηματικά, αλλ’  όμως εκτρέπεται, χωρίς να το καταλάβει, από τη γνήσια έκφραση της ορθοδόξου παραδόσεως…”.
Φρονούμε, λοιπόν, πως και το βιβλίο που μελετάμε, έχει τις ίδιες ακριβώς και ακόμα επιβλαβέστερες επιδράσεις, γιατί εκτός από το νοσηρό συναισθηματισμό, τον οποίο εκπέμπει, προβάλλει και επικίνδυνες τεχνικές και δοξασίες. Συνιστούμε, συνεπώς, ανεπιφύλακτα και την ανάγνωση του συγκεκριμένου άρθρου9.

Αναφέραμε μερικά μόνο σημεία του βιβλίου, στα οποία επιχειρείται να συγκριθεί η ορθόδοξη με την ινδουϊστική “πνευματικότητα”, μεταξύ των οποίων, δυστυχώς, δεν ανευρίσκεται από τη συγγραφέα καμμία διαφορά. Μια όμως προσεκτική και απαλλαγμένη προκαταλήψεων ματιά, από ένα “κριτικό”  μάτι θα ανασύρει, σχετικά εύκολα, άπειρα τέτοια σημεία, αφού αυτός είναι και ο σκοπός του εν λόγω βιβλίου.

Β.  “ΜΕΤΡΑ  ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ”
Είναι μαθηματικώς βέβαιο, όμως, πως αν όλα αυτά τα στοιχεία δίδονταν στον αναγνώστη χωρίς την απαραίτητη επικάλυψη, τότε δύσκολα θα έπεφτε στην παγίδα. Για το λόγο αυτό, η συγγραφέας έχει φροντίσει να πάρει τα κατάλληλα, ψυχολογικά κυρίως, μέτρα ασφαλείας, ώστε δύσκολα κάποιος να υποψιαστεί μήπως όλα αυτά δεν είναι και τόσο σωστά η ορθόδοξα. Εκτός λοιπόν από το συγκεκαλυμμένο τρόπο με τον οποίο δίδονται κάποιες πληροφορίες αλλά και τον καταιγισμό με αυτές, έτσι ώστε ο αναγνώστης να μην προλαβαίνει να τις επεξεργάζεται, θα αναφέρουμε δειγματοληπτικά μερικά από τα ψυχολογικά “μέτρα ασφαλείας”.

Στη σελ. 44 αναφέρεται η πρόσκληση προς τη γερόντισσα να προσκυνήσει στα μικρά τζαμιά των ξενοδοχείων, τονίζεται όμως ταυτόχρονα πως αυτό αποτελεί ηρωϊκή πράξη “στη δική μας εποχή του Φονταμενταλισμού”. Αυτομάτως, λοιπόν χαρακτηρίζεται φονταμενταλιστής όποιος δεν δεί και με καλό μάτι την πράξη αυτή.

Στην επόμενη σελίδα αναφέρεται η συγγραφέας στα λόγια κάποιου ιεράρχου, ο οποίος λέει πως “εμείς οι Χριστιανοί κινδυνεύουμε μόνο από τις αδυναμίες μας”. Άρα λοιπόν είναι αδύνατοι στην πίστη όσοι, ακολουθώντας την τακτική των Πατέρων και της Εκκλησίας δεν αναπτύσσουν ιδιαίτερες σχέσεις με αιρετικούς και αλλοθρήσκους και κυρίως δεν συμπροσεύχονται μ’  αυτούς, κατά τον ιεράρχη αυτόν. Αντιθέτως είναι πολύ πιστοί, όσοι κυριολεκτικά, διαπραγματεύονται το Θεό και την Αλήθεια. Με τα λόγια αυτά, και μάλιστα από το στόμα ενός ορθοδόξου αρχιερέως πιστεύει η συγγραφέας και δυστυχώς εν μέρει δικαιολογημένα πως θα εξαλείψει κάθε ενδεχόμενη αντίρρηση. Μήπως, όμως, είναι προτιμότερο για μας να υπακούσουμε στα λόγια του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, που αναφέραμε στην εισαγωγή, αλλά και του ιδίου του Κυρίου που παραγγέλει : “Προσέχετε από των ψευδοπροφητών” (Ματθ. Ζ, 15), παρά σε ένα ιεράρχη, όποιος κι αν είναι αυτός; Πως είναι δυνατόν, εξάλλου, να πιστεύσουμε πως αμέτρητοι ξένοι είδαν το φως της Ορθοδοξίας, όπως αναφέρεται λίγο πιο κάτω, όταν δεν κατονομάζονται παρά μόνον ένας η δύο; Δεν θα έκανε η συγγραφέας συστηματική αναφορά στις πραγματικές επιτυχίες της Γαβριηλίας όταν κάνει το ίδιο για όλες τις πλάνες της; Δεν έχει γίνει ήδη κατανοητό πως η οποιαδήποτε προσπάθεια μεταστροφής αλλοθρήσκων και ετεροδόξων στην Ορθοδοξία εκλαμβάνεται από τη γερόντισσα ως δείγμα φανατισμού;

Στη σελ. 49, γράφεται πως η γερόντισσα έγινε ένα “παράθυρο στην Ορθοδοξία”  για τους άλλους και στον κόσμο για εμάς ανοίγοντας ένα βαθύ ρήγμα στην “επίκτητη φοβία μας”. Τονώνει δηλαδή, η συγγραφέας τον εγωϊσμό μας ώστε να λειτουργήσει ανασταλτικά προς τις ενστάσεις μας, αφού κανείς δεν θέλει να κουβαλάει τον τίτλο του φοβισμένου.

Στην φωτογραφία παρατηρήστε την άσπρη μπλούζα που φόρεσε πάνω από το Ζωστικό της για να πάρει αγκαλιά το μωρό.

Στη σελ. 122 προλαμβάνονται για μια ακόμη φορά πιθανές αντιρρήσεις αφού η συγγραφέας μας λέει πως η Γαβριηλία ήταν η μόνη που είχε το θάρρος για τέτοιου είδους  ανοίγματα και πως οι υπόλοιποι μοναχοί μας δεν είναι και τόσο εργατικοί, αλλά παραμένουν κλεισμένοι στο μοναστήρι τους καθώς και ότι η γερόντισσα είχε την ευλογία για κάτι τέτοιο, από έναν αναγνωρισμένο γέροντα (τον π. Αμφιλόχιο). Ωστόσο, ο γέροντας αυτός έχει κοιμηθεί πολύ ενωρίτερα (1976) από την πρώτη έκδοση του βιβλίου (1996), όπως, βέβαια, και πολλοί άλλοι που αναφέρονται σ’  αυτό για να στηρίξουν την αγιότητα της γερόντισσας Γαβριηλίας. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με άλλα στοιχεία πρέπει να μας βάλει σε υποψίες για τα κίνητρα της συγγραφέως.

Τέλος, στη σελ. 288, παρερμηνεύεται η αγάπη που οφείλουμε προς όλους και προβάλλεται η γερόντισσα ως ομολογήτρια της πίστεως ενώ όσοι διαφωνούν ονομάζονται διώκτες της αγάπης. Είναι ανάγκη, όμως να ξεφύγουμε απ’όλες τις παραπάνω καλοστημένες παγίδες. Ας απαντήσουμε στις κατηγορίες που κινδυνεύουμε να ελκύσουμε, διαφωνώντας με τις τακτικές αυτές (φανατικός, φονταμενταλιστής, φοβισμένος, άπιστος, μισαλλόδοξος κ. α.), με τα λόγια του Χριστού και του Ευαγγελιστού της αγάπης που ήδη αναφέραμε, αλλά και του αποστόλου Παύλου που μας παρακαλεί “σκοπείν τους τας διχοστασίας και τα σκάνδαλα παρά την διδαχήν ην υμείς εμάθετε ποιούντας και εκκλίνατε απ’  αυτών”  (Ρωμ. 16, 17), που μας ξεκαθαρίζει ότι “ου θέλω δε υμάς κοινωνούς των δαιμονίων γίνεσθαι”  (Α´Κορ. 1, 20) και μας εφιστά την προσοχή “μη τις υμάς συλαγωγών δια της φιλοσοφίας και κενής απάτης κατά την παράδοσιν των ανθρώπων και ου κατά Χριστόν “ (Κολ. 2, 8). Ας απαντήσουμε ακόμα με τα λόγια των πνευματοφόρων Πατέρων μας οι οποίοι ξεκάθαρα μας προειδοποιούν  λέγοντας ότι “ει τις κληρικός η λαϊκός εισέλθη εις συναγωγήν Ιουδαίων η αιρετικών προσεύξασθαι και καθαιρείσθω και αφοριζέσθω” (Κανών ΞΕ´ των Αγίων Αποστόλων)10. Τίθεται λοιπόν το ερώτημα : Η γερόντισσα Γαβριηλία είχε μεγαλύτερη αγάπη απ’  αυτή των Πατέρων, των Αποστόλων ακόμα και του Κυρίου; Σε ποιόν, τελικά, οφείλουμε να υπακούσουμε και  ποιόν να εμπιστευθούμε και να ακολουθήσουμε, την ίδια την Αλήθεια, η μία πλανεμένη μοναχή;

Γ.  ΙΝΔΟΥΪΣΜΟΣ  –  ΓΚΟΥΡΟΥΪΣΜΟΣ
Ας περάσουμε όμως σε κάτι πιο επικίνδυνο και σημαντικό. Ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της Νέας Εποχής είναι η αντιστροφή χριστιανικών όρων. Αυτό, πολύ απλά, σημαίνει πως οι διάφορες ομάδες της Νέας Εποχής παίρνουν ένα όρο συνηθισμένο στην ορθόδοξη πνευματικότητα και τους προσδίδουν νόημα τελείως διαφορετικό και ξένο. Παίρνουν π.χ. τον όρο προσευχή και τον ταυτίζουν με το περιεχόμενο του όρου διαλογισμός για να ελκύσουν τα ανυποψίαστα θύματά τους ευκολώτερα, κάμπτοντας πιθανούς ενδοιασμούς και παρασύροντας, ει δυνατόν, και τους εκλεκτούς αφού γίνεται λόγος για χριστιανικές αρετές και μεθόδους. Το φαινόμενο της αντιστροφής είναι πολύ σύνηθες και στο βιβλίο αυτό. Με έξυπνο ομολογουμένως τρόπο, ετοιμάζεται ο αναγνώστης να δεχθεί την ινδουϊστική φιλοσοφία και ζωή, εφόσον μάλιστα παρουσιάζεται ως γνήσια μορφή ορθοδόξου πνευματικότητος, κατηχείται και σταδιακά μυείται, ακουσίως μάλιστα, σ’αυτήν και κινδυνεύει να απομακρυνθεί από τη ζωή της Εκκλησίας η να παραμείνει τυπικά σ’ αυτή, προσκυνώντας άλλους θεούς, δαίμονες στην πραγματικότητα, που θα αποκτούν αυξανόμενη εξουσία πάνω του, αποξενώνοντάς τον από τη Θεία Χάρη και αμαυρώνοντάς του τον χιτώνα του Βαπτίσματος. Όμως, “ουδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν”  (Ματθ. 6, 24). Θα εξετάσουμε τα σημεία του βιβλίου όπου γίνεται αντιστροφή κάποιων όρων, αντιπαραβάλλοντάς τα με σχετικά αποσπάσματα από τα βιβλία του π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου11.

Στη σελ. 3, η συγγραφέας εύχεται να μας “μυήσει” – και έχει μεγάλη σημασία ο όρος – στην ασκητική της αγάπης, ένα ποίημα που βρέθηκε στα χαρτιά της γερόντισσας, και όλο το βιβλίο να μας ανοίξει ένα παράθυρο στον ουρανό της. Κατ’ αρχήν είναι γνωστό ότι τη λέξη  μ ύ η σ η  τη χρησιμοποιούμε όταν μεταδίδουμε σε κάποιον “ξένο”, κάτι από τις δικές μας εμπειρίες και μάλιστα θρησκευτικές εμπειρίες όταν δηλαδή, τον εισάγουμε σταδιακά στα δικά μας μυστήρια, στη λατρεία του δικού μας Θεού. “Στη μύηση ανήκει το να ακολουθεί ο μαθητής τις εντολές του γκουρού του, ανεξάρτητα αν ζει κοντά στο γκουρού η όχι”12. Ίσως ο παραλληλισμός αυτός να φαντάζει υπερβολικός αλλά πιστεύουμε πως στη συνέχεια θα δικαιολογήσετε τις υποψίες μας. Διαβάζουμε εξάλλου, πως η μύηση θα γίνει στην ασκητική της αγάπης. Εδώ πρέπει να αναφέρουμε πως ο διάσημος σ’ ολόκληρο τον κόσμο, γκουρού Σάϊ Μπάμπα, πιστεύει πως “υπάρχει μόνο μία θρησκεία, η θρησκεία της Αγάπης…υπάρχει μόνο μια γλώσσα, η γλώσσα της καρδιάς”13. Πρόκειται για πεποιθήσεις που ταυτίζονται, δυστυχώς, απόλυτα μ’ αυτές της γερόντισσας. Ακόμα οι υποψίες μας ενισχύονται από το γεγονός ότι κατά τον πατέρα της θετικής σκέψης14…”ο άνθρωπος δημιουργεί το δικό του ουρανό  και τη δική του κόλαση”15. Πρέπει να θεωρήσουμε τυχαίες συμπτώσεις και μάλιστα σε μια παραγραφούλα, που τυγχάνει(;) να είναι η πρώτη του βιβλίου; Στο τέλος μάλιστα της παραγράφου αυτής αναφέρεται πως εκείνος (ενν. ο ουρανός της;) είναι το πεπρωμένο μας! Δεν μας εκπλήσσει αυτό αφού “κάρμα σημαίνει δράση και η δράση είναι αναπόφευκτη…και μ’ αυτή την έννοια το πεπρωμένο μας είναι ήδη αποφασισμένο”16, καθώς “κάθε άνθρωπος παίζει το ρόλο του που είναι λεπτομερειακά καθορισμένος στην προσωπική ταινία της ζωής του, κι αυτός ο ρόλος αλλάζει συνεχώς από ζωή σε ζωή”17, λόγια που σχεδόν αυτούσια επαναλαμβάνει η γερόντισσα στη σελ. 39618.

Γλωσσολαλιά: Στη σελ. 10, αναφέρονται τα “χαρίσματα” της γερόντισσας μεταξύ των οποίων δεν λείπει και το “χάρισμα” της γλωσσολαλιάς. “Το φαινόμενο της γλωσσολαλιάς δεν είναι καινούργιο. Είναι γνωστό στην αρχαία Ελλάδα (Πυθία) και σε άλλες εξωχριστιανικές θρησκείες π.χ. μεταξύ των Δερβίσηδων…Στην Αγγλία το φαινόμενο παρουσιάστηκε στους Κουακέρους και στους Μεθοδιστές, στους Μορμόνους και σε άλλες αμερικανικές αιρέσεις”19. Από τα παραπάνω συμπεραίνουμε με ασφάλεια από που κληρονόμησε το “χάρισμα”  η γερόντισσα, αφού τόσο πολύ συνδέθηκε με τους Κουακέρους και τους Μεθοδιστές. “Το φαινόμενο της αυτονομίας της γλώσσας που μιλάει ανεξάρτητα από το νού του ανθρώπου, αποτελεί για τις ομάδες αυτές απόδειξη του βαπτίσματος του Αγίου Πνεύματος”20.

Χορτοφαγία : Φεύγοντας από την εισαγωγή πηγαίνουμε στη σελ. 28. Εκεί γράφει πως η γερόντισσα έμεινε αρχικά με κάποια κυρία Bright, κοντά στην οποία έγινε υποχρεωτικά χορτοφάγος. Πρέπει εδώ να σημειώσουμε την υποκρισία της συγγραφέως, την παραπλάνηση και τις αντιφάσεις σχετικά με το βίο της Γαβριηλίας. Γίνεται δηλαδή, προσπάθεια να πειστεί ο αναγνώστης ότι η χορτοφαγία δεν έχει σχέση με θρησκευτικά “πιστεύω”, αλλά σχεδόν της επιβλήθηκε από τις συνθήκες. Αν όμως τα πράγματα έχουν έτσι, γιατί, όχι απλώς μετείχε, αλλά προσκλήθηκε σε συνέδριο υγιεινής διατροφής και φυσικής θεραπείας, το οποίο αποτελούσε έμπνευση του ιδίου του Γκάντι (σελ. 67 – 68); Ποιος θα μπορούσε να ξέρει ότι είναι χορτοφάγος αφού της επιβλήθηκε; Γιατί (σελ. 91) ακόμα και στο μοναστήρι, δεν υπακούει και δεν μετέχει στην κοινή τράπεζα αλλά, όπως με περιφρόνηση προς τις άλλες μοναχές αναφέρει η συγγραφέας, “ταραμάδες και βακαλάους δεν τρώει εκείνη”;

Η απάντηση είναι μία : Ahimsa (μη – βία). “Αυτή η μη – βία, η  Ahimsa, περιλαμβάνει όλες τις εκφράσεις της δημιουργίας ακόμα και τα έντομα και τα ζώα και τα φυτά”, γιατί “με το να βλάπτει κανείς κάποιον η κάτι άλλο, δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να βλάπτει ακριβώς τον ίδιο τον εαυτό του”21. Σύμφωνα μ’  αυτές τις απόψεις, οι Τζαϊνιστές μοναχοί απαγορεύεται να τρώνε στο σκοτάδι και χωρίς κάλυμμα στο στόμα τους για να μη φάνε κατά λάθος κάποιο έντομο. Είναι άσχετο μ’  όλα αυτά το γεγονός ότι η ίδια μαλώνει κάποιον που σκότωσε ένα κουνούπι (σελ. 134 -135); ότι στέλνει με τα πνευματικοπαίδια (;) της χαιρετισμούς σε συγκεκριμένα δέντρα των οποίων τα κλαδιά κρατάει; ότι λυπάται τόσο πολύ για τα φυτά που μαραίνονται και μάλιστα τα θάβει αντί να τα πετάει, όταν φυσικά δεν τα ανασταίνει, όπως στη σελ 58; Πολύ δε περισσότερο πως είναι άσχετη η άποψή της πως αν κουρασμένοι πιάσουμε ένα δέντρο, αυτό θα μας δώσει απ’  τη δύναμή του που του δίνει ο Θεός (σελ. 134);

Ολιστική θεώρηση του κόσμου : Όλα τα παραπάνω μας παραπέμπουν στη λεγόμενη “ολιστική θεώρηση του κόσμου”, η οποία περιλαμβάνει ακόμα και το Θεό και η οποία προβάλλεται απ’ όλες τις κινήσεις και ομάδες της Νέας Εποχής. “Ο Θεός δεν εκλαμβάνεται ως Πρόσωπο· ταυτίζεται με το Παγκόσμιο η Συμπαντικό Πνεύμα η τη ζώσα ενέργεια του σύμπαντος που προβάλλεται σε ποικίλες μορφές. Ο ίδιος ο άνθρωπος είναι προβολή αυτής της Κοσμικής Υπερσυνειδητότητας”22, “ακόμα και η διατροφή επιλέγεται με κεντρικό σκοπό τη διεύρυνση της συνειδητότητας”23, “αναζητούμε ένα τρόπο ύπαρξης της αρμονίας του ανθρώπου με τον εαυτό του και με όλα τα ζώντα όντα, με τη φύση και τον κόσμο”24, γιατί “τα πάντα είναι συμπυκνωμένες ποσότητες ενέργειας”25. Ίσως και πάλι φαντάζουν υπερβολικές οι σκέψεις μας σε μερικούς. Αυτοί όμως ας μας εξηγήσουν γιατί η γερόντισσα μας παροτρύνει :”Αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ’ όλης της ψυχής και εξ όλης της καρδίας σου και εξ’ όλης της διανοίας σου” και σπεύδει να επεξηγήσει : “το σύμπαν δηλαδή” (σελ. 199); Άρα, κατ’ αυτήν, ταυτίζεται το σύμπαν με το Θεό, η κτίσις με τον Κτίσαντα, γεγονός που αποδεικνύει την υιοθέτηση εκ μέρους της της ολιστικής θεωρήσεως του κόσμου που, όπως ήδη είπαμε, διδάσκει περιληπτικά πως “Δεν υπάρχει κανένας διαχωρισμός, τα πάντα είναι ένα και μ’  αυτό το ένα ταυτίζεται ο άνθρωπος”26. Μάλιστα αποκαλεί τον άνθρωπο “Θήραμα”  και διερωτάται στη σελ. 489, πως μπορούμε να τρώμε κρέας ενώ το ζώο υποφέρει και μαρτυρεί. Ασφαλώς θα αγαπούσε τα ζώα περισσότερο από τον ίδιο το Δημιουργό τους, ο οποίος είπε στον απόστολο Πέτρο “θύσον και φάγε” (Πραξ. 1, 13) και στον Αδάμ “  Ό εστίν ζων, υμίν έσται εις βρώσιν” (Γεν. 9, 23). Θα τα αγαπούσε περισσότερο από τον απόστολο Παύλο που έγραψε στον Τιμόθεο ότι “παν κτίσμα Θεού καλόν και ουδέν απόβλητον μετά ευχαριστίας λαμβανόμενον (Α´ Τιμ. 4, 4 ), ακόμα και από την Εκκλησία μας που, βασισμένη σ’ αυτά, καθαιρεί τους κληρικούς οι οποίοι “δια βδελυρίαν απέχουν του κρέατος και όχι για άσκηση” (ΝΑ´ και ΝΓ´ αγ. Αποστόλων, ΙΔ´ Αγκύρας). Πρέπει να πούμε εδώ ότι η ολιστική θεώρηση σχετίζεται στενά με τη χορτοφαγία. Ενδεικτικά γι’  αυτό τον συσχετισμό είναι τα λόγια του γκουρού Σάϊ Μπάμπα που λέει μυώντας ακόμα και 7χρονα παιδιά στη χορτοφαγία : “είσαι ό,τι τρως”27.

Με την ολιστική θεώρηση συνδέεται επίσης στενά και η άποψη της Γαβριηλίας πως το μαύρο ρούχο φορεμένο κατάσαρκα αφαιρεί τη ζωτικότητα του ανθρώπου28 (γράφε ζωτική ή συμπαντική ενέργεια), που αντιτίθεται στην υιοθέτηση από την Εκκλησία του μαύρου χρώματος ως ιερατικού, ως χρώματος δηλαδή που “αναπαύεται” σε ανθρώπους φορείς του αγίου Πνεύματος, της μοναδικής αληθινής Ζωτικότητος (Το Ζωοποιόν).

Yama. Λανθασμένη όμως και σαφώς αντιεκκλησιαστική είναι και η πεποίθηση της γερόντισσας πως το σεξ, ακόμα και μέσα στο γάμο, είναι αντιθεϊκό (σελ. 386). Αυτό στον Ινδουϊσμό ονομάζεται Yama και αποτελεί το πρώτο στάδιο της γιόγκα, εντασσόμενο στην αυτοσυγκράτηση29. Φυσικά το Yama, έρχεται σε αντίθεση με τα λόγια του Θεού προς τους πρωτοπλάστους σχετικά με την αναπαραγωγή του γένους, με ολόκληρη την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη αλλά και τους κανόνες των Πατέρων30. Όλα αυτά όμως δεν μας ξαφνιάζουν διόλου. Ο απόστολος Παύλος μας έχει αρκούντως προειδοποιήσει για τις απόψεις της γερόντισσας και κάθε γερόντισσας, γράφοντας προς τον Τιμόθεο : “Το δε Πνεύμα ρητώς λέγει ότι εν υστέροις καιροίς αποστήσονταί τινες της πίστεως προσέχοντες πνεύμασι πλάνοις και διδασκαλίαις δαιμονίων… κωλυόντων γαμείν, απέχεσθαι βρωμάτων α ο Θεός έκτισεν εις μετάληψιν μετά ευχαριστίας τοις πιστοίς και επεγνωκόσι την αλήθειαν” ( Α´ Τιμ. 4, 1 -3).

Ανυπαρξία – Νέκρωσις. Μια άλλη επικίνδυνη ινδουϊστική άποψη που διαχέεται στο βιβλίο είναι ότι ο σκοπός των Χριστιανών είναι η ανυπαρξία. Είναι, φανταζόμαστε, περιττό να πούμε πως αυτό είναι εντελώς εσφαλμένο και μαρτυρεί ινδουϊστική αντίληψη των πραγμάτων. Διαβάζουμε σχετικά στη σελ. 39 : “είχα πεθάνει” και πιο κάτω : “σε λίγα λεπτά, η νέκρωσις”. Τι σημαίνει η λέξη “νέκρωσις”; Αν ο όρος ταυτίζεται με τον πατερικό όρο “νέκρωσις των παθών”, τότε πραγματικά ενιστάμεθα. Αποτελεί μεγίστη πλάνη το να πιστεύει κάποιος πως αυτό που οι Πατέρες μας πέτυχαν, χωρίς μάλιστα να το αναγνωρίζουν, με τη Χάρη του Θεού και σκληρούς ασκητικούς αγώνες δεκάδων χρόνων αποσυρόμενοι ακόμα και στα βάθη της ερήμου, το πέτυχε η γερόντισσα Γαβριηλία, σε λίγα μόνο λεπτά της ώρας και χωρίς να καταβάλει τον παραμικρό κόπο. Άλλωστε η ακοπίαστη μεταστροφή υπό τον όρο “αναγέννηση” είναι πολύ “in” στον προτεσταντικό χώρο31, τα διάφορα μέρη του οποίου, γνώρισε από πολύ κοντά η Γαβριηλία. Τον ίδιο, σημειωτέον, όρο, χρησιμοποιεί και η συγγραφέας στη σελ. 193 αλλά και στην 3, ταυτίζοντάς τον μάλιστα με τη “νέκρωση” που είδαμε πιο πάνω. Παρόμοια όμως συναντάμε και σ’ άλλα σημεία του βιβλίου : Στη σελ. 215, η γερόντισσα δεν κρυώνει, δεν πεινάει και δεν την ενοχλούν τα καυσαέρια διότι δ έ ν υπάρχει· παρερμηνεύει μάλιστα τα λόγια του οσίου Νείλου που αναφέρονται στην ταπείνωση, για να στηρίξει το ινδουϊστικό δόγμα της νεκρώσεως. Στη σελ. 356 δίνει οδηγίες για να φτάσουμε στο σημείο εκείνο που δεν θα έχουμε υπόσταση32. Στη σελ. 365, αναφέρει ξανά πως δεν υπάρχει(!), στη σελ. 153 μιλάει για απάθεια ταυτίζοντάς την με την αναισθησία και δέχεται το πεπρωμένο αλλά και τη μετεμψύχωση (“αν ήθελε ο Θεός μπορούσε να με κάνει άλλο πράγμα”), ενώ θεωρεί την ακινησία μεγάλη πρόοδο στην πνευματική ζωή33.

Ωστόσο, ούτε αυτά δεν μας είναι άγνωστα. “Κατά τον Σάϊ Μπάμπα όποιος αποκτήσει την πραγματική Ειρήνη και την βιώσει δεν νοιώθει καθόλου την ταραχή και τη σύγχυση που επικρατεί στον κόσμο…Ειρήνη σημαίνει παραίτηση από τις δραστηριότητες των αισθήσεων, δηλαδή το να μη βλέπει κανείς τι γίνεται γύρω του, να μην ακούει, να μην αισθάνεται…να μην έχει την αίσθηση ότι υπάρχει”34. “Αλλά και αν ένα ον επιστρέψει στην ανεκδήλωτη κατάσταση του ΕΝΟΣ δηλαδή στη μη – ύπαρξη και στην ανάπαυση, θα αρχίσει πάλι την ίδια περιπέτεια, γιατί κάθε πράγμα υπόκειται σε περιοδική ύπαρξη και μη ύπαρξη, σε δράση και σε ανάπαυση”35κατά τη Μπλαβάτσκυ36 ιδρύτρια της Θεοσοφίας37. Επίσης ο π. Αντώνιος μας λέει ότι “οι διάφορες τεχνικές λυτρώσεως στο χώρο της ινδουϊστικής θρησκευτικότητας είναι προσπάθειες ελευθερίας τόσο από τη ζωή όσο και από το θάνατο”38.

Ας δούμε όμως και άλλα στοιχεία που επιβεβαιώνουν τη σχέση της γερόντισσας με τη γιόγκα και το διαλογισμό, μέσα από τις εμπειρίες της. “Ένατέτοιο είδος εμπειρίας…(που πηγάζει απ’  τη γιόγκα)…είναι τα λεγόμενα αστρικά ή εξωσωματικά ταξίδια”39. Θα πρέπει εδώ να αναρωτηθούμε αν αυτά τα ταξίδια έχουν σχέση με το γεγονός ότι η γερόντισσα γινόταν αόρατη με τη βοήθεια των αγγέλων (σελ. 192)40, οι οποίοι και την μετέφεραν παντού (σελ. 103)! “Όταν κάνει κανείς καθημερινά αυτοσυγκέντρωση και αφοσιώνεται σε μια απαλή καθαρή έμπνευση που δεν περιέχει διατυπωμένα μηνύματα, μπορεί στη διάρκεια της εμπειρίας του να προσδιορίσει το περιεχόμενό της και να το καταγράψει. Η  MC Lean υποστηρίζει πως πρόκειται για μηνύματα αγγέλων η των Devas, των πνευμάτων της φύσης”41. “Αυτές οι εκδηλώσεις δεν είναι κινητικές, αλλά συναισθηματικές. Όταν οι εσωτερικές αυτές κινήσεις είναι ευγενικές και υποβοηθητικές, εκλαμβάνονται από τους πνευματιστές σαν καθοδήγηση του ε σ ω τ ε ρ ι κ ο ύ  δ α σ κ ά λ ο υ, σαν φ ω ν ή  τ η ς  συνειδήσεως η και σαν φ ω ν ή αγγέλου”42. Μπορούμε, λοιπόν, να αρνηθούμε πως η διδαχή της γερόντισσας ταυτίζεται με τα παραπάνω αποκρυφιστικά φαινόμενα, όταν η ίδια διακηρύσσει πως η φ ω ν η που ακούμε μ έ σ α   μ α ς   ε ί ν α ι   ο   φ ύ λ α κ α ς   α γγ ε λ ό ς   μας και μας προτρέπει να καθόμαστε και να ακούμε αυτή τη φωνή43(σελ. 176-177) ; Είναι άσχετο μ’  όλα αυτά το γεγονός ότι οι άγγελοι τη μετέφεραν παντού, η την ακολουθούσαν ως “γαλάζια ανταύγεια” (σελ. 482) και της έγραφαν μηνύματα στον τοίχο (σελ. 146);

Διαλογισμός. Ας αναλύσουμε όμως λίγο, τι μπορεί να σημαίνει η παρότρυνση να ακούμε την εσωτερική μας φωνή. Η τεχνική αυτή ονομάζεται διαλογισμός και είναι πολύ επικίνδυνη γι’  αυτόν που την εξασκεί καθώς μπορεί να προκαλέσει ανεπανόρθωτες βλάβες. Δυστυχώς όμως είναι πολυδιαφημισμένη και διαδεδομένη σήμερα παγκοσμίως, ενώ σε καμμία περίπτωση δεν συμβαδίζει με την ιδιότητα του ορθοδόξου χριστιανού, αφού καταργεί τον Χριστό ως ιστορικό πρόσωπο και θεωρεί τον κάθε άνθρωπο θεό. Παράλληλα ο διαλογισμός  για διαφημιστικούς σκοπούς προβάλλεται ως μέθοδος χαλάρωσης, ευεξίας και ομορφιάς. Ο ίδιος ο γκουρού Σατιανάντα, δεν αρνείται πως είναι ρίσκο44. Με το διαλογισμό προσπαθούμε “να συναντήσουμε το θεό που βρίσκεται μέσα μας”. Κατά τη διδασκαλία αυτή “ο άνθρωπος είναι μια πνευματική δύναμη,  μ ι α  σ π ί θ α  τ η ς  θ ε ί α ς  δ η μ ι ο υ ρ γ ι κ ή ς   ο υ σ ί α ς…45“ Μ’  αυτό συμφωνεί βεβαίως και η γερόντισσα Γαβριηλία που λέει ότι “ο Θεός είναι μέσα μας και μας μιλάει στη σιωπή”  (σελ. 410), ότι “ο Θεός μας έδωσε τη Συνείδηση : τον Εαυτό Του” (σελ. 308), ότι το καλό “υπάρχει μέσα σ’ όλους τους ανθρώπους ως σπινθήρας του Θεού” (σελ. 253), ότι “έχουμε όλοι σπινθήρα Χριστού στην ψυχή” (σελ. 325), ότι “η πραγματική ελευθερία εξαρτάται μόνο από τη σχέση του εαυτού μας με τον εαυτό μας”(σελ. 302). Φαίνεται, λοιπόν, ότι η γερόντισσα αγνοούσε τη λέξη προσευχή με την ορθόδοξη έννοια, γνώριζε όμως πολύ καλά τη μέθοδο του διαλογισμού. Αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι μιλάει για  “κατάσταση προσευχής”46(σελ. 69, 78), για σιωπηλή προσευχή και περισυλλογή (σελ. 102) και αποκαλεί την προσευχή ενέργεια και δύναμη (σελ. 344), ό,τι δηλαδή υποστηρίζουν οι οπαδοί της “αυτοθεώσεως”. “Η δύναμη της προσευχής είναι μια φανέρωση ενέργειας”47, αναφέρει ο Peale εννοώντας ασφαλώς το διαλογισμό. “Ο διαλογιζόμενος επιθυμεί εξωτερική σιωπή…για να ακούσει τη φωνή της εσωτερικής σοφίας”48.

Θετική σκέψη : Με την τεχνική όμως του διαλογισμού δεν είναι άσχετο και το δόγμα της “θετικής σκέψης”49, το οποίο δεν απουσιάζει από το βιβλίο. Το δόγμα αυτό πολύ απλά και συνοπτικά διδάσκει τα εξής: “Ο άνθρωπος κατασκευάζει στο υποσυνείδητό του την ευτυχία του η τη δυστυχία του. Ο Θεός (το υποσυνείδητο), που σάς έδωσε την επιθυμία, θα σάς δείξει και το δρόμο για την εκπλήρωσή της…Ο άνθρωπος μπορεί να ενεργοποιήσει το Θεό μέσα του με τη σκέψη”50. Αντίστοιχα η γερόντισσα πιστεύει πως το μυαλό και η φαντασία δημιουργούν το κρύο (σελ. 66) και την αρρώστια (σελ. 71), ενώ η ίδια θεραπεύει αυτές τις καταστάσεις που μόνοι τους οι άνθρωποι δημιουργούν, με τα “χαρισματικά” της χέρια. Ο Peale (“ιεραπόστολος” της “θετικής σκέψης”) διακηρύσσει πως “όπως σκέπτεσαι έτσι θα είσαι” και ότι “μπορείς να αρρωστήσεις τον εαυτό σου με τις σκέψεις σου”51. Αλλά και η κίνηση Σίλβα Μάϊντ Κοντρόλ υποστηρίζει ότι : “Μπορεί κανείς να θεραπεύσει με τα χέρια”52. Το ίδιο πρεσβεύει και η γερόντισσα λέγοντας πως ακόμα και χρήματα μπορούμε να αποκτήσουμε “αρκεί να το σκεφτούμε” (σελ 227), πως όλες τις εκπληρώνει ο Θεός αρκεί να έχουμε τη λαχτάρα (σελ. 362) και πως αν ο άνθρωπος δεν πάρει το μάθημά του με τη μία, κάτι τρέχει στο υποσυνείδητό του ( σελ. 362).

Στη θεωρία της θετικής σκέψης, περιλαμβάνεται και η διόρθωση της αρνητικής σκέψης που είναι για την κίνηση Σίλβα “κάθε σκέψη επίκρισης η κακίας η ζήλιας η καταδίκης των άλλων η αυτοκαταδίκης κάθε σκέψη αρρώστιας η ατυχήματος η, με λίγα λόγια, κάθε είδους περιοριστική η απαισιόδοξη σκέψη”53. Η διόρθωση αυτή για το Σίλβα είναι κάτι πολύ απλό : “Αν κατά τύχη χρησιμοποιήσετε μια τέτοια φράση, πέστε άκυρο – άκυρο και αντικαταστήστε το αρνητικό με ένα θετικό”54. Τη διόρθωση αυτή τη βλέπουμε στη σελ. 298, ως “μάθημα κατακέφαλα”,, προερχόμενο από το Θεό (προφανώς από τη Συνείδηση), στις σελ. 66 -67 ως “θεραπευτική δύναμη”  και σε άλλα σημεία.

Στα πλαίσια όμως αυτά ο οπαδός της θετικής σκέψης είναι υποχρεωμένος για να απαλλαγεί από διάφορες αρνητικές σκέψεις που τον διακατέχουν και να επιβληθεί σ’ αυτές, να γράφει σ’ ένα χαρτί πολλές φορές την ίδια φράση, ώστε να πείσει το υποσυνείδητό του. Γράφει για παράδειγμα συνέχεια τη φράση “είμαι δυνατός” η “θα νικήσω”, για να ξεπεράσει το κόμπλεξ κατωτερότητός του η το άγχος για κάποιον αγώνα. Και η μέθοδος όμως αυτή διδάσκεται από τη γερόντισσα σιωπηλώς, αφού στο βιβλίο έχουμε μερικά (γύρω στα 6) από τα, πολλά σίγουρα, χαρτιά της με τη συνεχή επανάληψη κάποιας φράσης. Στη σελ. 156 έχουμε ένα τέτοιο χαρτί που γράφει “Χριστός γεννάται δοξάσατε! Κύριε ελέησον”, στην 352 την ευχή του Ιησού, στην 392 το Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς”  και άλλα στις σελ. 2, 8, 14. Φυσικά πολλοί θα απαντήσουν πως πρόκειται για προσευχές. Όμως ποιος άγιος θεσμοθέτησε η απλώς ακολούθησε τέτοιες μεθόδους προσευχής; Υπάρχει, λοιπόν, έμμεση συστηματική προπαγάνδα της συγκεκριμένης μεθόδου, αφού άλλωστε ο διαλογισμός, όπως προείπαμε, μπορεί να αναφέρεται και στο πρόσωπο του Χριστού.

Αυτό που οι Χριστιανοί ονομάζουν προσευχή πίστης ο Σίλβα το αποκαλεί ενέργεια, προγραμματισμό, χαλάρωση…Η πίστη δεν αναφέρεται σ’ ένα πρόσωπο, στο Θεό, αλλά στην κινητοποίηση της ενέργειας μέσα μας. “Όταν υπάρχει αρκετή επιθυμία, υπάρχει αρκετή ενέργεια διαθέσιμη για να εξασφαλίσει την επιτυχία”55. Κάτω λοιπόν από αυτές τις προϋποθέσεις “ο Baba Amte και οι συνεργάτες του είχαν θάρρος, υπομονή και πίστη στον υπέρτατο βαθμό” (σελ. 58). Εάν εδώ η πίστη νοηματοδοτείται όπως εμείς οι χριστιανοί τη  νοηματοδοτούμε, τότε ως ορθόδοξοι, θα ήμασταν κυριολεκτικά άξιοι της μοίρας μας, αφού ένας αλλόθρησκος έχει πίστη και μάλιστα στον υπέρτατο βαθμό. Εδώ όμως η πίστη ταυτίζεται με την πίστη στον εαυτό μου και στις εσωτερικές μου δυνάμεις. Άρα δεν μιλάμε για Πίστη αλλά για “θετική σκέψη”. Τι μπορεί να σημαίνει, όμως, το όνομα του Baba Amte, τον οποίο μας διαφημίζει η γερόντισσασ’ όλο το βιβλίο; “Βaba σημαίνει αγαπημένος πατέρας και εννοεί το ανώτατο είναι μέσα του. Ο γκουρού στη φυσική του μορφή, ο σωματικός Baba μάςθυμίζει με τους λόγους του, με τις πράξεις του, την ανώτατη συνείδηση” 56. Μήπως, λοιπόν, πρέπει να δεχθούμε κι εμείς τον Amte ως δικό μας  Βaba;

Δ ι α φ ή μ ι σ η    ι ν δ ο υ ϊ σ τ ώ ν   δ ι δ α σ κ ά λ ω ν : Άλλη μια αναμφισβήτητη απόδειξη για το γεγονός ότι η Γαβριηλία είχε πλανηθεί από την ινδουϊστική και δαιμονική φιλοσοφία είναι η συστηματική διαφήμιση ινδουϊστών διδασκάλων. Εκτός από την απλή, αλλά με καμάρι, αναφορά που γίνεται στους γκουρού που γνώρισε, διαφημίζεται και ο ποιητής Χαλίλ Γκιμπράν από τη συγγραφέα, όπως π. χ. στη σελ. 72. Χωρίς πουθενά να γίνεται λόγος ότι πρόκειται για ένα δάσκαλο του ινδουϊσμού, παρουσιάζεται ως ένας σπουδαίος ποιητής του οποίου τα έργα πολύ καλά γνωρίζει η γερόντισσα αφού παρέπεμπε σ’  αυτά 57. Στον Χαλίλ Γκιμπράν όμως παραπέμπουν και πολλοί γκουρού, όπως π.χ. ο Σατιανάντα στο Άσραμ του 58, και η κίνηση Σίλβα Μάϊντ Κοντρόλ59, που χορηγεί τα βιβλία του ως εγχειρίδια και υιοθετεί φυσικά τις απόψεις του, ακόμα και η “Αρμονική Ζωή”60 του Ρόμπερτ Νατζέμυ. Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, ποιος κίνδυνος παραμονεύει, αν αναλογισθούμε μάλιστα πως όλες αυτές οι Σέκτες61 δρούν και στη χώρα μας εντελώς ανεξέλεγκτα.

Δεν είναι όμως μικρότερος και ο κίνδυνος από τη διαφήμιση του Ράμα – Κρίσνα, ως τάχα επηρεασμένου από τους χριστιανούς ιεραποστόλους (σελ. 54), τους οποίους η γερόντισσα κατηγορεί ως “βαρβάρους”, τους χρησιμοποιεί, όμως όταν τους χρειάζεται, όπως εδώ. Ο Ράμα Κρίσνα, δρα κι αυτός στην Ελλάδα62 και, όπως όλοι οι γκουρού, δεν αρνείται το Χριστό, τον δέχεται, όμως, ως ένα γκουρού που ελευθερώθηκε από την άγνοια και την πλάνη και έφθασε στη σφαίρα της αιώνιας ειρήνης. “Όποιος έφθασε σ’  αυτήν την κατάσταση ονομάζεται Σωτήρας του κόσμου. Τέτοιοι ήταν ο Βούδας, ο Κρίσνα, ο Χριστός, ο Ράμα Κρίσνα και άλλοι”63. Αυτό αποκαλεί άραγε χριστιανικές επιδράσεις η Γαβριηλία η το γεγονός πως σε μια χριστουγεννιάτικη γιορτή του τάγματος του Ράμα Κρίσνα, διαλογίστηκαν οι παρευρισκόμενοι πάνω στο πρόσωπο του Χριστού, που δήθεν ήταν μέσα τους και ένιωσαν την παρουσία του, ενώ, όπως ομολογεί ο σουάμι Πραμπχαβανάντα, συνειδητοποίησε για πρώτη φορά πως ο Χριστός είναι το ίδιο με το Βούδα, τον Κρίσνα και όλους τους άλλους δασκάλους64; Μάλλον αυτό το τελευταίο εννοεί, αν λάβουμε υπ’  όψιν  πως ακόμα και η ίδια προτίμησε να επιστρέψει στο Άσραμ για να γιορτάσει τα Χριστούγεννα (σελ. 56). Αυτός πάντως στον οποίο διαλογίστηκαν και διαλογίζονται και για τον οποίο μιλάνε, δεν είναι ούτε έχει καμμία σχέση με το πρόσωπο του Χριστού65.

Δ ε ι σ ι δ α ι μ ο ν ί ε ς. Τελειώνοντας την ενότητα αυτή αναφέρουμε επιγραμματικά, τις δεισιδαιμονικές απόψεις της γερόντισσας για τον ύπνο, ότι πρέπει να κοιμόμαστε με το κεφάλι προς Νότον η προς Ανατολάς (σελ. 331), για την ανυπαρξία, ότι είναι ευτυχισμένοι όσοι έγιναν σκιά γιατί την πλησιάζουν (σελ. 382), για τα βραδυνά αναγνώσματα, ότι δεν μένουν στην ψυχή (σελ. 383), ενώ αντίθετα η Εκκλησία προτείνει τις αγρυπνίες ως καλύτερη ευκαιρία  για επικοινωνία με το Θεό, για τον πίνακα του Γκύζη που συλλαμβάνει καλύτερα από τους Πατέρες και την μακραίωνη υμνολογία της Εκκλησίας μας το “αειπάρθενο”  της Θεοτόκου (σελ. 374), λόγος ο οποίος οδήγησε την συγγραφέα σε συγγραφή “χαρούμενων χριστιανικών τραγουδιών”  που καλύπτουν το μεγάλο κενό των   “απολίτιστων”  Πατέρων μας, για τη θέση μας στην εκκλησία, ότι πρέπει να  είναι πάντα η ίδια για να μας βρίσκουν οι “μύωπες”, καθώς φαίνεται, άγγελοι! (σελ. 363), για τα παιδιά, ότι δεν πρέπει να τα αφήνουμε δίπλα σε αρρώστους γιατί τους απορροφάνε τη δύναμη (σελ. 331), για τους μελαγχολικούς ότι πρέπει να ανοίγουμε τα παράθυρα για να φεύγει η  αρνητική ενέργειά τους (σελ. 331) και άλλα παρόμοια που μοιάζουν ανόητα, προέρχονται όμως από συγκεκριμένες θρησκευτικο – φιλοσοφικές κινήσεις και ιδεολογίες.

Δ. ΜΗΝΥΜΑΤΑ – ΟΡΑΣΕΙΣ – ΠΛΑΝΕΣ
Οι Πατέρες από νωρίς διευκρίνησαν το λόγο του Ευαγγελίου, πως ο δαίμονας επειδή είναι πνεύμα, έχει τη δυνατότητα να μετασχηματίζεται και να φανερώνεται στους ανθρώπους όχι μόνον ως άγγελος σκότους αλλά και ως άγγελος φωτός. Αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος που ο Ευαγγελιστής  Ιωάννης μας προτρέπει: “Μη παντί πνεύματι πιστεύετε, αλλά δοκιμάζετε τα πνεύματα ει εκ του Θεού εστί” (Ιωάν. Δ, 1). Γι’ αυτό εξ άλλου έχουν και το γέροντα οι μοναχοί, στον οποίο επί καθημερινής βάσεως εμπιστεύονται τους λογισμούς και τις εμπειρίες τους αλλά και τον πνευματικό οι κοσμικοί, για να διακρίνουν αυτοί τα πνεύματα με τη βοήθεια φυσικά, της Θείας Χάριτος. Τα Γεροντικά είναι γεμάτα από ιστορίες μοναχών, οι οποίοι έκρυψαν τις “εμπειρίες” τους από το γέροντά τους και, κυριολεκτικά, τους κατάπιε ο σατανάς η γλύτωσαν την τελευταία στιγμή με την ευχή και μόνο του γέροντα. Στο βιβλίο αυτό δεν βλέπουμε αυτή την πράξη ταπεινώσεως και ασφαλείας αλλά αντίθετα, αν ακολουθήσουμε το πρότυπο της Γαβριηλίας που μας προβάλλει η συγγραφέας, τότε θα πρέπει αδιακρίτως να πιστεύουμε σε κάθε όραμα και “θαύμα”, να θεωρήσουμε τους εαυτούς μας αγίους και να κάνουμε υπακοή στον οποιοδήποτε λογισμό μας.

Αναφέρονται στο βιβλίο δεκάδες “μηνύματα”  και οράσεις, πουθενά όμως δεν αναφέρεται η καταφυγή σε κάποιον πνευματικό για τη “διάγνωση”. Αντίθετα, η γερόντισσα όχι μόνο δεν είχε ανάγκη πνευματικού για να την καθοδηγεί, αλλά γίνεται η ίδια καθοδηγητής άλλων, οι οποίοι αναφέρονται στο βιβλίο ως πνευματικοπαίδια της. Επομένως και μόνον αυτό αρκεί για να χαρακτηρίσει κάποιος το βιβλίο επικίνδυνο και λανθασμένο πρότυπο για την πνευματική ζωή και τον αγώνα του Χριστιανού. Διάφορα “μηνύματα”  έχουμε στις σελίδες 23, 40, 41, 47 και αλλού, ενώ οράματα στις σελ. 39, 78 και σε πολλά άλλα σημεία. Στη σελ. 47 μάλιστα, και στην 268 αναλυτικότερα, η γερόντισσα παίρνει από τους αγγέλους το “μήνυμα” για να γίνει μοναχή, και το πραγματοποιεί χωρίς την παραμικρή συμβουλή από κάποιον πνευματικό. Έχει ακόμα γίνει ήδη λόγος για την “αορασία” (σελ. 192) της και τη στενή σχέση με τους αγγέλους για τους οποίους ατυχώς αναφέρει η γερόντισσα πως βλέπουν την ουσία του Θεού (σελ. 443) και φυσικά προκαλεί εντύπωση το γεγονός πως ενώ έκαναν τόση παρέα μαζί της δεν την πληροφόρησαν για την εσφαλμένη αυτή θέση! “ Θεόν ουδείς εώρακε πώποτε” (Ιωάν. 1, 18).

Ι α μ α τ ι κ ό   χ ά ρ ι σ μ α : Θα αποτελούσε όμως τη μεγαλύτερη παράλειψη, εάν δεν αναφερόμασταν στο “χάρισμα” των χεριών αφ’ ενός μεν διότι είναι ένα στοιχείο που χωρίς την ανάγκη άλλων επιχειρημάτων, αποδεικνύει την οικτρή πλάνη στην οποία είχε περιπέσει η γερόντισσα και αφ’ ετέρου θα στερούσαμε από τον αναγνώστη το γέλιο που προσφέρουν τέτοιες ανοησίες. Κάποιες φορές λέει, έκαιγαν και κοκκίνιζαν τα χέρια της τάχα από το Άγιο Πνεύμα. Αν τότε βρισκόταν κάποιος με προβλήματα υγείας και τον ακουμπούσε, θεραπευόταν ο ασθενής και ανακουφιζόταν η ίδια από το έγκαυμα· αλλιώς ξέπλενε τα χέρια της με άφθονο νερό, για να ανακουφιστεί (σελ. 137). Ας κάνουμε εδώ κάποιες απαραίτητες αν και αυτονόητες για ορθοδόξους χριστιανούς παρατηρήσεις:  

α) Το Άγιο Πνεύμα δεν καίει, ούτε ταλαιπωρεί τον άνθρωπο, αλλά αντιθέτως τον “αναπαύει”, τον “δροσίζει” και τον φωτίζει και μάλιστα δεν περιορίζεται σ’ ένα μέρος του σώματος αλλά τον αγιάζει ολόκληρο ψυχή τε και σώματι. Ο μόνος που καίεται από την παρουσία του Αγίου Πνεύματος είναι ο Διάβολος, οπότε η πραγματικά η γερόντισσα επισκιαζόταν από το Άγιο Πνεύμα  η ίδια όμως είχε καταληφθεί από δαιμόνιο, πράγμα μάλλον απίθανο, η το πνεύμα που “επεσκίαζε” τη γερόντισσα δεν ήταν άλλο από το ακάθαρτο και πονηρό πνεύμα β) Όταν κάποιος πνευματοφόρος άνθρωπος μεταδίδει το Άγιο Πνεύμα, δεν το χάνει ο ίδιος διότι δεν μιλάμε για κάτι υλικό και ποσοτικό. Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, τότε δεν θα μπορούσαν οι Απόστολοι να χειροτονήσουν άλλους αρχιερείς παρά μόνο 12, έναν ο καθένας κι ύστερα θα έχαναν οι ίδιοι το Άγιο Πνεύμα οπότε δεν θα μιλούσαμε σήμερα στην Εκκλησία για αγίους Αποστόλους. γ) αποτελεί μεγάλη βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος να αντιμετωπίζεται Αυτό σαν λεκές που ξεπλένεται μέσα σε μια λεκάνη με νερό και φεύγει. Αυτό θυμίζει περισσότερο διαφήμιση απορρυπαντικού, παρά “ χάρισμα” του Αγίου Πνεύματος.

Ε.  Η  Α Γ Α Π Η
Παρ’ όλα τα παραπάνω, θα μπορούσε κάποιος να προβάλει την ένσταση ότι η γερόντισσα, κινούμενη από αγάπη, τη μεγαλύτερη χριστιανική αρετή, έπραξε   ό, τι έπραξε, αφού “ο Θεός αγάπη εστί”. Όπως, όμως θα δούμε, η αγάπη δεν είναι αποκλειστικό “προνόμιο” των ορθοδόξων, αλλά όλες οι κινήσεις την τοποθετούν πολύ ψηλά στην κλίμακα των αρετών. Σημασία έχει το πως νοηματοδοτεί κανείς τη λέξη αγάπη. Αν δεχθούμε την ερμηνεία της Γαβριηλίας που ταυτίζει την αγάπη με το συγκρητισμό και την άρνηση της αποκλειστικότητος της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας στην Αλήθεια, τότε ούτε ο Χριστός εστίν αγάπη, ούτε ο ευαγγελιστής της αγάπης έχει ίχνος απ’ αυτήν, αφού και οι δυο μας προτρέπουν να αποφεύγουμε τις συναναστροφές των αιρετικών. Αυτού του είδους η αγάπη, που ισοπεδώνει όλες τις θρησκείες και όλα τα πιστεύω, είναι εφεύρημα της Νέας Εποχής, οι οπαδοί της οποίας παρουσιάζονται ως κατακλυζόμενοι και κατακλύζοντες τα πάντα με άπειρη αγάπη, καθώς και ως πραότατοι και ατάραχοι άνθρωποι. Πρέπει να ξέρουμε, όμως, πως αυτή η ηρεμία δεν είναι χάρισμα και δωρεά του Αγίου Πνεύματος, αλλά αποτέλεσμα επίπονης και επίμονης προσπάθειας για την εύκολη παραπλάνηση των “συναισθηματικών” ανθρώπων, πολλές φορές δε και αποτέλεσμα αποχαυνώσεως έπειτα από συστηματική πλύση εγκεφάλου. Η προβολή αυτής της ηρεμίας και αταραξίας ίσως να είναι και ο σκοπός της κυκλοφορίας κασετών με την πραότατη (;) φωνή της γερόντισσας να απαντά σε ερωτήσεις πνευματικής φύσεως. Ας μην επηρεαζόμαστε όμως από τέτοια εξωτερικά στοιχεία, που κάθε άλλο, παρά στην απαιτούμενη εγρήγορση μας κρατούν. Οι Πατέρες μας προειδοποιούν ξεκάθαρα ότι έτσι ακριβώς θα έρθει ο Αντίχριστος : “Θα είναι ταπεινός, ήσυχος, θα μισεί την αδικίαν, θα αποστρέφηται τα είδωλα, θα προτιμά την ευσέβειαν, αγαθός, φιλόπτωχος ευειδής καθ’ υπερβολήν, ευκατάστατος, ιλαρός εις όλους” (αγ. Εφραίμ ο Σύρος).

Έτσι όμως θα είναι και οι πρόδρομοι και οπαδοί του. Ο Σάϊ Μπάμπα π.χ. πιστεύει πως όλες οι πειθαρχήσεις όπως η γιόγκα και ο διαλογισμός είναι χάσιμο χρόνου και επικίνδυνες αν δεν υπάρχει “ηθική βάση” : “Αλήθεια (sathya), Αρετή (Dharma), Ειρήνη (santi ), Αγάπη (Prema), και μη – βία (ahimsa)”66. Ο ίδιος πάλι “κατακλύζει τους πάντες με άπειρη αγάπη, αναζητά την αγάπη παντού και την εγκαθιστά στην καρδιά κάθε ανθρώπου67”, ενώ και στο εξώφυλλο του βιβλίου “Εισαγωγή στη διδασκαλία του Σρί Σάτυα Σάϊ Μπάμπα”, αναφέρεται: “υπάρχει μόνο μία θρησκεία, η θρησκεία της αγάπης, υπάρχει μόνο μία κοινωνική τάξη, η κοινωνική τάξη της ανθρωπότητας, υπάρχει μόνο μια γλώσσα, η γλώσσα της καρδιάς68”. Ακόμα ο ίδιος μας λέει αλλού πως μόλις υπερνικήσουμε το φόβο μας και αντιληφθούμε πως όλα στη ζωή είναι Ένα, θα είμαστε ικανοί να αφεθούμε να αγαπάμε όλο και μεγαλύτερο κύκλο ανθρώπων69”.

Μα, θα επιμείνει κάποιος, όπως και να’ ναι τα πράγματα, η γερόντισσα διηκόνησε το Χριστό στο πρόσωπο του πλησίον. Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Το καλό για να είναι καλό θα πρέπει να γίνεται και καλώς. Αν για παράδειγμα με πρόφαση την αγάπη, που διδάσκει η Εκκλησία, απομακρυνόμαστε από κάθε άλλη της διδαχή και αποδεχόμαστε πλάνες και ψευδείς διδασκαλίες ως αληθείς, τότε το καλό δεν γίνεται καλώς και παύει να θεωρείται καλό. Αυτή είναι η πρώτη μας ένσταση. Η δεύτερη ένσταση έχει να κάνει με το αν τελείως ελεύθερα και από αγάπη για τον πλησίον έκανε η γερόντισσα όλο αυτό το έργο της “αγάπης”. “Η ονομαζόμενη ανιδιοτελής υπηρεσία, εντάσσεται στην πρώτη ατραπό της γιόγκα, τη λεγομένη “Κάρμα γιόγκα”. Είναι υπηρεσία χωρίς προσκόλληση στο αποτέλεσμα της πράξης σου…Το μονοπάτι αυτό προετοιμάζει άλλες μορφές γιόγκα, ανώτερης τάξης. Γι’  αυτό η ανιδιοτελής υπηρεσία τονίζεται στο σεμινάριο αυτογνωσίας κατά τον πρώτο χρόνο, ενώ κατά τον δεύτερο χρόνο προσφέρονται οι τεχνικές διαλογισμού που κινούνται πέρα από το στάδιο της ανιδιοτελούς υπηρεσίας70“. Μετά την ανάγνωση λοιπόν του συγκεκριμένου βιβλίου, φρονούμε, πως ο αναγνώστης είναι απόλυτα έτοιμος να παρακολουθήσει το δεύτερο έτος του σεμιναρίου, χωρίς την παραμικρή δυσκολία.

Τίθεται εξ άλλου το ερώτημα : Πως σ’ ένα Άσραμ, που σκοπός των εγκαταβιούντων είναι η υπηρεσία του γκουρού71, έμεινε μία ορθόδοξη μοναχή, ακολουθώντας μάλιστα πιστά το πρόγραμμα του Άσραμ ακόμα και ευρισκομένη  μακριά απ’ αυτό, οπότε δεν ευσταθεί η δικαιολογία του καταναγκασμού. Ας δούμε τι λέει σχετικά το Σατιανάντασραμ : “Η ανιδιοτελής υπηρεσία αποτελεί προσπάθεια για τον εξαγνισμό του νού από τις χονδροειδέστατες επιθυμίες του”, ενώ για όσους βρίσκονται στο Άσραμ, αναφέρει : “Το Άσραμ δεν είναι ένα μέρος όπου οι Σανυάνσις72 κάθονται τεμπέλικα και μιλάνε για το Θεό η το Μπράχμαν όλη μέρα…Εργάζονται αδιάκοπα από το πρωί μέχρι το βράδυ…Η εργασία που κάνουν δεν είναι ιδιοτελής η με εγωϊστικό κίνητρο…Όταν έρχεστε στο Άσραμ και υπηρετείτε το γκουρού και εργάζεστε γι’  αυτόν, καθαρίζετε ασυνείδητα το δρόμο και επιτρέπετε στην ενέργεια να περάσει στα ανώτερα και πιο δυνατά κέντρα… Η μέρα αρχίζει στις 4 το πρωί και τελειώνει στις 9 το βράδυ73“. Ακούμε έναν άλλο σανυάνσις να λέει: “σηκώνομαι στις 4 το πρωί και κάθομαι στην σιωπή ακούγοντας μόνο τα πουλιά…μετά κατεβαίνω στο Γάγγη… στις 12 τρώω το μεσημεριανό…5 με 6 περίπατο, μέχρι τις 8 ησυχία. Από τις 9 μέχρι τις 4 το πρωί κλείδωμα”. Και όμως αυτό είναι το πρόγραμμα της γερόντισσας (σελ.  71) και μάλιστα μακριά από το Άσραμ, και το οποίο, όχι μόνο είναι το ίδιο με των σανυάνσις, αλλά δεν περιλαμβάνει και πουθενά προσευχή, η οποία αντικαθίσταται με το θαυμασμό της φύσης και το άκουσμα των πουλιών, πράγμα που αποδεικνύει την επίδραση και τη συμμετοχή στην ινδουϊστική λατρεία και φιλοσοφία.

Τέλος ας ακούσουμε τι έλεγε ο γέροντας Πορφύριος Μπαϊρακτάρης για την αγάπη των ομάδων αυτών : “Μωρέ ποια αγάπη διδάσκουνε; Ρέ κουτέ. Βρέ σώπα βρέ. Η αγάπη η αληθινή, είναι η αγάπη του Χριστού74”.


 

Ευχαριστώ για το βιβλίο που στείλατε με τη μακαρίτισσα αδ. Γαβριηλία. Απαντώντας στο ερώτημά σας έχω να δηλώσω τα εξής: Η χρησιμοποιούμενη φρασεολογία από τους εγκωμιαστές της έχει Ινδουιστικό χαρακτήρα και προσεγγίζουν τη γλώσσα ακραίων προτεσταντών όπως οι πεντηκοστιανοί. Κακό μάλλον γίνεται παρά καλό διότι λείπει η πατερική γλώσσα που εκφράζει την ορθόδοξη εμπειρία. π.Γεώργιος Μεταλληνός


ΣΤ.  ΦΥΣΙΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
Τέλος θα εκθέσουμε τον προβληματισμό μας για το πόσο έχει να κάνει η φυσιοθεραπεία, η οποία αναφέρεται ότι ησκείτο από τη γερόντισσα, με τη γνωστή, κλασσική, παγκοσμίως αποδεκτή και αναμφισβήτητη ιατρική επιστήμη. Εάν, λοιπόν, είχε οποιαδήποτε σχέση με την ιατρική, πως μπορούσε να θεραπεύει πριν καν αρχίσει τις σπουδές της φυσιοθεραπείας (σελ.28); Τι σημαίνει ο όρος “χειροποδιστής” (σελ. 29); Ποια είναι η ειδικότητα που θεραπεύει ψυχή και σώμα ( σελ. 30); Ποιος γιατρός θεραπεύει μ’ ένα άγγιγμα, φαινόμενο σύνηθες στις νεοπεντηκοστιανές75 και γκουρουϊστικές ομάδες, εντελώς όμως ξένο και άγνωστο στην ιατρική επιστήμη; Ακόμα υποψίες προκαλεί και ο συνδυασμός της φυσιοθεραπείας με τη θετική σκέψη στη σελ. 337, όπου η γερόντισσα λέει : “…χωρίς να πάθει το μυαλό και η ψυχή, το σώμα δεν αρρωστά. Τώρα πια το ξέρουν όλοι οι γιατροί…Από τό κεφαλι αρχίζει η αρρωστια. Με μια σκέψη. Με μια αγωνία…Αλλά είναι κι ένα άλλο… Αυτός που κάνει φυσιοθεραπεία, δεν πρέπει συγχρόνως να μιλά. Η ομιλία όπως ξέρεις, είναι η μεγαλύτερη ενέργεια πού έχει ο ανθρωπος”.

Τέλος είναι εύλογο το ερώτημα: Για ποιόν λόγο, ένα Άσραμ εκδίδει και μάλιστα με δικά του έξοδα, το βιβλίο της Γαβριηλίας, που περιέχει φωτογραφίες με τις διάφορες στάσεις των χεριών της και τη μέθοδο δικής της εμπνεύσεως (σελ. 51), αν δεν έχουν σχέση με τις δικές τους μεθόδους και αντιλήψεις; Τόσο πολύ εκτιμούν οι Ινδουϊστές και οι γκουρού την επιστήμη και κόπτονται για την πρόοδό της, η μήπως η γερόντισσα ήταν τόσο σπουδαία επιστήμων που εφηύρε μεθόδους θεραπείας χωρίς την παραμικρή επιστημονική και εργαστηριακή έρευνα και μελέτη; Όλα τα παραπάνω μας παραπέμπουν, δυστυχώς, στις λεγόμενες  “εναλλακτικές θεραπείες”, οι οποίες, φυσικά, είναι ασυμβίβαστες με την ορθόδοξη πίστη και την ιδιότητα του ορθοδόξου χριστιανού, αφού βασίζονται σε ανατολικής προελεύσεως κοσμοθεωρίες και επιδράσεις και κυρίως στην ολιστική θεώρηση του κόσμου.

Πρέπει εδώ να σημειώσουμε, ότι στη χώρα μας “τη δεκαετία του 80, καταβλήθηκαν προσπάθειες ενοποίησης των μεταφυσικών ομάδων, για τη δημιουργία Ομοσπονδίας Αποκρυφιστικών Κινήσεων…Η πρώτη συνάντηση πραγματοποιήθηκε στο Πνευματικό Κέντρο της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας της Ελλάδος…Το κείμενο της συνάντησης…αναφέρει πως υπάρχουν άπειρες πτυχές και διακλαδώσεις της μεταφυσικής φιλοσοφίας. Παραθέτει μάλιστα ένα ατελές σχέδιο που χαρακτηρίζεται πρώτη μελέτη…Στο κείμενο παρατίθενται 4 στήλες : Θρησκεία, εσωτερισμός, Σχολές Γιόγκα και Υγεία” στην οποία συμπεριελήφθη και η φυσιοθεραπευτική 76. Ακόμα οι απόψεις της γερόντισσας συμβαδίζουν σε πολλά σημεία με τις απόψεις άλλων “εναλλακτικών θεραπειών”, αφού έχουν άλλωστε όλες την ίδια βάση και αποτελούν ουσιαστικά “διασκευές του ίδιου έργου”.

Θα παραθέσουμε, λοιπόν, κάποιες ομοιότητες της “φυσιοθεραπείας” που ασκούσε η γερόντισσα (χρησιμοποιώντας σαν οδηγό τις δικές της σκέψεις), με κάτι, φαινομενικά άσχετο, την ομοιοπαθητική, όπως παρουσιάζονται στο βιβλίο της Πρωτοβουλίας Γονέων Βορ. Ελλάδος για να γίνει πιο κατανοητή και εμφανής η σχέση των “θεραπειών “  αυτών :

α) “…Με βάση αυτή την κοσμοθεωρία του απολύτου πανθεϊστικού μονισμού, που εκφράζεται με το γνωστό δόγμα του αποκρυφισμού “έν τό παν” ( όλα είναι ένα), ερμηνεύει η ομοιοπαθητική και το φαινόμενο της ασθένειας : Η ζωή υπάρχει οσο ο υπέρτατος Θεός πού είναι μια ουσία, ρέει συνεχως πρός τα όντα…Αυτή η θεία ουσία η ενέργεια…είναι αυτό που η ομοιοπαθητική ονομάζει “Ζωτικη ενέργεια 77” (Παράβαλε τις απόψεις της γερόντισσας για το μαύρο χρώμα και δές και το κεφάλαιο περί της ολιστικής θεωρήσεως του παρόντος).

β) “Κατά τον Γιώργο Βυθούλκα, εκτός από την ομοιοπαθητική και το βελονισμό, μια άλλη θεραπευτική μέθοδος είναι η “δι’ επιθέσεως των χειρών” από ένα υψηλής πνευματικής στάθμης άτομο…που στην πραγματικότητα είναι κανάλι  παγκοσμίων ενεργειων 78“(Βλέπε σελ. 28 της “Ασκητικής της Αγάπης” περί του χαρίσματος των χεριών της αλλά και το γεγονός ότι θεράπευε πριν αρχίσει τις σπουδές της αλλά, όπως λέει η ίδια, “άλλος ήταν ο θεράπων”. Προφανώς αυτή ήταν το κανάλι.)

γ) “Ένα άλλο σημαντικό σημείο της θεωρίας της ομοιοπαθητικής είναι η θεωρία των “μιασμάτων”, με την οποία οι ομοιοπαθητικοί προσπαθούν να ερμηνεύσουν τη δημιουργία των διαφόρων ασθενειών…Ο άνθρωπος πλάστηκε ελεύθερος, πλάστηκε με τη δυνατότητα να σκέπτεται και να πράττει είτε το καλό είτε το κακό. Για να γίνει λοιπόν επιρρεπής στό ψωρικό μίασμα θα έπρεπε να υπαρχει η επιθυμία για τό λανθασμένο καί τό κακό. Έτσι ο άνθρωπος μέ  τό να σκέπτεται και να επιθυμεί το κακό προετοιμάζει το σώμα να δεχθεί την ασθένεια 79” (Βλέπε στην υποενότητα της μελέτης μας περί της θετικής σκέψεως).

δ) Άλλωστε η ομοιοπαθητική θεραπεία προχωρεί από την ψυχή προς το νού και το σώμα80, η όπως το λέει η γερόντισσα : “Ότι έχει σχέση με το σώμα του ανθρώπου, έχει σχέση και με την ψυχή του. Αν πάτε κάποτε να θεραπεύσετε ένα χέρι που πονεί η ένα πόδι, βλέπετε ότι πονεί περισσότερο η ψυχή…”(σελ. 338). Υπάρχουν πολλά ακόμα στοιχεία τα οποία δεν θα ωφελήσουν κάτι παραπάνω, όποιον προκατειλημμμένα πιστεύει στην αγιότητα της γερόντισσας, ενώ τα λίγα αυτά θα βοηθήσουν τον καλοπροαίρετο και όποιον πραγματικά ενδιαφέρεται για την αλήθεια. “ Ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω”.

Πάντως όπως και να ’χει το πράγμα, το βιβλίο αυτό αποτελεί άριστη εισαγωγή στο Γκουρουϊσμό και ένα όπλο στα χέρια της Νέας Εποχής για τη διάβρωση της ορθοδόξου συνειδήσεως και το άνοιγμα του δρόμου για την ίδρυση της Πανθρησκείας. Όμως, όπως πολύ όμορφα είπε ο γέροντας Πορφύριος : “Μόνο η θρησκεία του Χριστού ενώνει, και όλοι πρέπει να προσευχόμαστε να έρθουνε σ’ αυτή τη θρησκεία. Έτσι θα γίνει η ένωσις, όχι με το να πιστεύετε ότι όλοι είμαστε το ίδιο και όλες οι θρησκείες είναι το ίδιο. Δεν είναι το ίδιο 81“. Επίσης κατά τον π. Αντώνιο Αλεβιζόπουλο “εκείνος που θα συγκρίνει το Άγ. Όρος με τα Ιμαλάϊα, και θα σπεύσει να βγάλει το συμπέρασμα πως είναι το ίδιο πράγμα, αγνοεί κάτι πολύ βασικό…Δεν υπάρχει, λοιπόν, κοινό στοιχείο μεταξύ της ασκητικής παραδόσεως της Εκκλησίας μας και των ομάδων αυτών, η των τεχνικών τους. Το ότι συμπερασματικά προβάλλεται μια τέτοια ανύπαρκτη θέση αποτελεί πλάνη η παγίδα, ακόμη και αν γίνεται από χριστιανούς θεολόγους82”η ιεραποστόλους, θα προσθέταμε εμείς, αν και η γερόντισσα δεν δικαιούται να φέρει τον τίτλο αυτό, αφού ήταν, όπως φαίνεται από τις κατηγορίες που τους προσάπτει, εκ πεποιθήσεως εναντίον των ιεραποστόλων και του έργου τους83, ταυτίζοντας την ιεραποστολή με κοινωνική μόνο προσφορά, ινδουϊστικής μάλιστα προελεύσεως, όπως είπαμε, και δεν κατήχησε κανένα στην ορθόδοξη πίστη αλλά αντιθέτως  “κατηχήθηκε” η ίδια σε αλλότρια δόγματα χωρίς να δώσει την ορθόδοξη μαρτυρία και ομολογία που θα ώφειλε ως ιεραπόστολος. 

Στη σελ. 54 για παράδειγμα αναφέρεται, απροκάλυπτα μάλιστα, πως η γερόντισσα μετείχε σε τελετές για τα γενέθλια του γκουρού  Sivananda, τελετές δηλαδή λατρείας του γκουρού, ως θεού. Όταν κατά το τυπικό της προσέφεραν να πιεί γάλα από αυτό μέσα στο οποίο είχε πλύνει ο γκουρού τα πόδια του, αυτή απλώς έπλυνε τα χέρια της λέγοντας πως έτσι κάνουμε εμείς στην Ελλάδα. Τι ζητά όμως ένας ορθόδοξος χριστιανός και δη ιεραπόστολος σε παγανιστικές τελετές λατρείας του γκουρού; Που είναι η κατήχηση η τουλάχιστον η ορθόδοξη μαρτυρία και ομολογία; Δεν διδάσκει τους ανθρώπους με την παρουσία της πως δεν υφίστανται σημαντικές διαφορές μεταξύ Ινδουϊσμού και Ορθοδοξίας; Έχουμε στα συναξάρια της αγίας μας Εκκλησίας πολλούς μάρτυρες οι οποίοι θυσίασαν τη ζωή τους επειδή αρνήθηκαν, όχι μόνο να δώσουν, αλλά και να πούν ότι έδωσαν λίβελλο αλλαξοπιστίας η ακόμα και παιδιά (στην ηλικία), που μαρτύρησαν για να μη καταλύσουν, όχι τα δόγματα της πίστεώς μας, αλλά άγραφες και νεώτερες (όπως πολλοί σήμερα περιφρονητικά λένε ζητώντας μάλιστα και την κατάργησή τους) παραδόσεις όπως τη νηστεία του 15αυγούστου84. Στον ίδιο επίσης γεωγραφικό χώρο, αυτόν της Ινδίας, ο άγιος Απόστολος Θωμάς κήρυξε τον Χριστό, βάπτισε πολλούς διαλύοντας τα δαιμονικά είδωλα, θαυματούργησε και τελικώς μαρτύρησε, όσο κι αν η γερόντισσα εκλαμβάνει τις πράξεις αυτές ως ένδειξη μίσους και φανατισμού.

Οι χριστιανοί δεν καλούνται να αναζητήσουν κάποιον ανύπαρκτο κοινό θρησκευτικό έδαφος η ένα κοινό δρόμο σωτηρίας. Εκτός από την αγάπη που οφείλουν σε όλους, πρέπει να είναι έτοιμοι να προσφέρουν και την ομολογία “της εν ημίν ελπίδος παντί τω αιτούντι μετά πραότητος και φόβου”. Αυτό αποτελεί το δικό μας χρέος, ιδιαίτερα όταν διαπιστώνουμε πως σήμερα υπάρχουν τόσες φωνές, που φέρνουν σύγχυση και αποπροσανατολίζουν ακόμα και ανθρώπους της Εκκλησίας85. Στη συγγραφέα όμως του βιβλίου, ταιριάζει αυτό που ο π. Αντώνιος έχει γράψει για το Νατζέμυ : “ισχυρίζεται πως είναι χριστιανός. Ταυτόχρονα αναγνωρίζει το γκουρού Σάϊ Μπάμπα ως Δάσκαλο και θεωρεί τη διδαχή του τουλάχιστον ισάξια με την Καινή Διαθήκη. Έχει συναίσθηση πως οι δύο πραγματικότητες, η προσευχή και ο διαλογισμός, είναι μεταξύ τους ασυμβίβαστες; Αν όντως δεν μπορεί να διακρίνει τα δύο αυτά πράγματα, βρίσκεται σε οικτρή πλάνη και παρασύρει σ’ αυτή την πλάνη ανύποπτους χριστιανούς. Αν όμως το έχει υπ’ όψιν του, τότε πρόκειται για ανέντιμη συμπεριφορά και ανεπίτρεπτο τρόπο προσηλυτισμού86”.

Ως  Επίλογος
“Για όσους ευρίσκονται έξω από την Εκκλησία, η εμμονή στα δόγματα θεωρείται φανατισμός. Για εμάς τους ορθοδόξους αυτό είναι όρος ζωής και ύπαρξης. Η αποκλειστικότητα του προσώπου του Χριστού, δηλαδή το χριστολογικό δόγμα είναι αυτό που θεμελιώνει την προσευχή και ιδιαίτερα τη νοερά προσευχή. Χωρίς αυτό το δόγμα δεν υπάρχει προσευχή. Κάθε πνεύμα που δεν ομολογεί τον Χριστό “εν σαρκί εληλυθότα”  είναι πνεύμα αντιχρίστου. Δεν πρόκειται, λοιπόν, για θέμα οικουμενικής ευρύτητος και φιλαδελφείας η “καλωσύνης”, ώστε να παραβλέψουμε αυτή τη διαφοροποίηση. Η  αποκλειστικότητα αυτη είναι δείγμα πραγματικής αγάπης πρός τούς συνανθρώπους μας 87.

 


Διευκρίνηση
Όλες οι υπογραμμίσεις και οι τονισμοί είναι δικοί μας.
Συντομογραφίες
Γκουρουϊσμός : Αποκρυφισμός, Γκουρουϊσμός, “Νέα Εποχή”, Αθήνα 1997Διαλογισμός :  Διαλογισμός η προσευχή ; Αθήνα 1997Αυτογνωσία :  Αυτογνωσία, Αυτοπραγμάτωση, Σωτηρία Αθήνα 1991(Όλα του π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου)


1 Πρόκειται για παλιά σκέψη που συναντάται σε εξωχριστιανικές θρησκείες.Σύμφωνα μ’  αυτή, η ανθρωπότητα περνάει από συνεχή εναλλαγή ωρισμένων εποχών και δεν ακολουθεί οριζόντια τροχιά. Ο μοντέρνος όρος Νεw Age (Νέα Εποχή) είναι παρμένος από την αστρολογία που πιστεύει ότι για να περάσει το ηλιακό σύστημα από ένα Ζώδιο σ’  ένα άλλο, χρειάζεται περισσότερα από 2100 χρόνια. Στις μέρες μας τελειώνει, όπως πιστεύουν, η εποχή του Ιχθύος δηλαδή του Χριστιανισμού, μια εποχή, κατ’  αυτούς πάντα, περιορισμού και στενότητος και μπαίνουμε στην εποχή του Υδροχόου. Βλ. π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου : Αποκρυφισμός, Γκουρουϊσμός, Νέα Εποχή, σελ. 7 κ.ε. και “ Η Αστρολογία στο φως της Ορθοδοξίας”  σελ. 58.
2 Γράφοντας στον αλλόθρησκο Άμτε, λέει : “Διαβάζοντας χθες τις Πράξεις των Αποστόλων στο κεφάλαιο 4:34, έψαξα μέσα στην καρδιά μου να βρώ έναν τέτοιο χριστιανό. Εσύ και ο Yehouda ήρθατε στο νού μου! Και να σκεφτείς ότι κανένας από τους δύο σας δεν είναι Χριστιανός κατ’  όνομα!”. Αυτή η τελευταία φράση αποδεικνύει το συγκρητιστικό χαρακτήρα του βιβλίου, τονίζοντας ότι τα έργα και όχι η πίστη και το άγιο Βάπτισμα το οποίο, καθώς φαίνεται, μόνο το όνομα του Χριστιανού προσφέρει και τίποτε παραπάνω, σώζουν. Άρα λοιπόν, οι πάντες δύνανται να σωθούν όπου κι αν πιστεύουν, αρκεί να είναι άνθρωποι ηθικοί και “ενάρετοι”. Υποβιβάζεται άρα ο Χριστιανισμός σε μια ηθική ιδεολογία.
3 “Οι Κουάκεροι, από το άλλο μέρος, συνέβαλαν στην υποκειμενική και εύθικτη ποιότητα του έθνους μας, κάτι ισοδύναμο, αλλά σε θρησκευτικό επίπεδο, με το κυρίαρχο σύνθημα του Ρουσσώ,   “επιστροφή στη φύση”, που χαρακτηρίζει το κίνημα του Ρομαντισμού…Η σχεδόν πλήρης υποκειμενοποίηση και ιδιωτικοποίηση της πνευματικής “κλήσης” και του “εσωτερικού φωτός” εκλαϊκεύτηκαν από τους Κουάκερους….Η διδασκαλία, η λειτουργία και η καθοδήγηση αντικαταστάθηκαν από την προσωπική συνείδηση και διαίσθηση” ( Frank Scaeffer, Αναζητώντας την ορθόδοξη πίστη στον αιώνα των ψεύτικων θρησκειών ).Σύμφωνα λοιπόν με τα παραπάνω θα μπορέσουμε να ερμηνεύσουμε φαινόμενα που θα συναντήσουμε πιο κάτω, όπως την υπερβολική αγάπη της γερόντισσας για τη φύση, τον έντονο συναισθηματισμό – ρομαντισμό, την απουσία πνευματικού πατρός και καθοδηγητού η την αποστασιοποίηση απ’  αυτόν ακόμα και στις μεγάλες αποφάσεις όπως η καλογερική, η άποψή της ότι η ελευθερία εξαρτάται μόνο από τη σχέση του εαυτού μας με τον εαυτό μας και άλλα παρόμοια. Πρέπει όμως να σημειώσουμε ότι ο Scaeffer  γνωρίζει πολύ καλά τον προτεσταντισμό, αφού προέρχεται και μετεστράφη στην Ορθοδοξία απ’  αυτόν.
4“Φεύγοντας πήρε μαζί της δύο βιβλία μόνο. Το Ευαγγέλιο κι ένα βιβλίο που της χάρισε την τελευταία στιγμή μια φίλη της που άκουσε ότι φεύγει για Ινδία. Το είχε γράψει ένας πολύ γνωστός εκείνη την εποχή Ινδός, ο Γκουρού Sivananda” (Ασκητική της Αγάπης σ. 42).Ίσως εδώ να είναι δόκιμη η λαϊκή ρήση: Με τέτοιους φίλους τι να τους κάνεις τους εχθρούς;  
5“Εκείνος μόλις του μίλησε για το βιβλίο του Sivananda προθυμοποιείται και την παραπέμπει στον αδελφό του που, ω! του θαύματος, ήταν υπάλληλος στο ινδικό προξενείο!” (σελ. 43).
6 Ο ορθόδοξος ασκητής η χριστιανός επικαλείται, κατά την προτροπή του Αποστόλου Παύλου, αδιαλείπτως το όνομα του Θεού, για να ελκύσει το έλεός Του, αισθανόμενος την αμαρτωλότητά του αλλά και την αδυναμία του να ξεφύγει απ’  αυτήν χωρίς την βοήθεια του Θεού και την επισκίαση της θείας Του Χάριτος. Αντίθετα, ο ινδουϊστής επικαλείται το Θεό ως μέσο για να διεισδύσει μέσα στον ίδιο του τον εαυτό. Διαβάζουμε σχετικά: “Για παράδειγμα, μπορούμε να αρχίσουμε να συγκεντρωνόμαστε στο όνομα και τη μορφή του Ιησού Χριστού. Μετά από έντονη εξάσκηση θ’  αρχίσουμε να αισθανόμαστε το Χριστό, όχι σαν άνθρωπο με μορφή πια, αλλά σαν ενέργεια, σά φως, σά συνειδητότητα, σά δόνηση, σαν το Λόγο..”, Ρόμπερτ Νατζέμυ (π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου : Διαλογισμός η προσευχή ; σελ 63 ). Είναι άρα εμφανές ότι δεν μιλάμε για το ιστορικό και υπαρκτό πρόσωπο του Κυρίου μας αλλά για ένα βοήθημα στην προσπάθεια για ΑΥΤΟΘΕΩΣΗ για μια καθαρά δαιμονική παρουσία και εμπειρία κάτι ανάλογο με τα λόγια του όφεως στην Εύα. 
7 “Μου έλεγαν πολλές φορές: Γιατί θεωρείς τους Ινδούς σαν δικούς σου; η τους Μουσουλμάνους, η τους Εβραίους; Μα, γιατί εγώ βλέπω τον ίδιο το Χριστό μέσα τους που ίσως συνειδητά δεν τον γνώρισαν ακόμα…Και έβλεπα πολλούς απ’  αυτούς με τις πράξεις τους να κάνουν αυτό που τους οδηγούσε να κάνουν το πνεύμα του Θεού…”.  Εντύπωση προκαλεί η λέξη  ί σ ω ς  που σημαίνει ότι ακόμα και χωρίς τη Χάρη του Βαπτίσματος κάποιοι έχουν πιθανόν συνειδητά γνωρίσει το Χριστό.
8 “Μα το είπε ο Κύριος. Στενή η οδός η άγουσα στην Αλήθεια…Και με πήγε με το χέρι Του. Και πάλι την άλλη μέρα αλλού κι αλλού, στο Νοσοκομείο ενός μεγάλου Κοινοβίου με Μοναχούς όπου κι εκεί ήταν όλα λιτά, ό π ω ς    σ τ α   δ ι κ α   μ α ς    Μ ο ν α σ τ η ρ ι α …”. (Η Ασκητική της Αγάπης σελ. 245 -246). Εάν προσέξουμε τις λέξεις που είναι γραμμένες με το αρχικό γράμμα κεφαλαίο, μπορούμε να συμπεράνουμε τα εξής : α. Όποιος βαδίζει τη στενή οδό οδηγείται στην Αλήθεια άρα στο Χριστό. Αρκεί λοιπόν το να ζει κανείς λιτά για να αγιάσει. β. Κοινόβιο και Μοναχοί και Μοναστήρια, ινδουϊστές και ορθόδοξα μοναστήρια είναι το ίδιο πράγμα. Αυτό εξάλλου φαίνεται  και από τη φράση που υπογραμμίσαμε εμείς.
9 Πρόκειται για το άρθρο με τίτλο “ Η μίμηση του Χριστού κατά την Ορθόδοξη παράδοση”, στο οποίο ο σεβασμιώτατος αναπτύσσει με πατερική τεκμηρίωση το ποιος είναι ο ορθόδοξος δρόμος για τη μίμηση του Χριστού, αντιπαραβάλλοντάς τον με την εκτροπή του συγκεκριμένου βιβλίου. Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “  Γρηγόριος Παλαμάς”, τεύχος 764, 9/10 1996 σελ. 587.
10 Παρόμοια αναφέρουν και οι Κανόνες ζ´, με´, οα´ των αγίων Αποστόλων, ια´ της Στ´ Οικουμενικής Συνόδου, α´ της εν Αντιοχεία, στ´,λβ´, λγ´ και λη´της εν Λαοδικεία και  άλλοι. 
11 “…Ο π. Αντώνιος υπήρξεν πρωτοπόρος, ανεπανάληπτος, πρωτότυπος, συστηματικός και βαθύς απολογητής πατέρας της Εκκλησίας μας με διαίσθηση καταπληκτική και ευαίσθητο ορθόδοξο αισθητήριο. Η προσφορά του είναι πολύτιμη για την Εκκλησία…Αφιέρωσε τη ζωή του ολόκληρη στην ενημέρωση Ποιμένων και ορθοδόξου πληρώματος πάνω στους κινδύνους και τα προβλήματα που δημιουργούνται από τη δραστηριότητα των αιρέσεων και των παραθρησκευτικών ομάδων της λεγομένης “Νέας Εποχής”, για το άτομο την οικογένεια και την κοινωνία. Εκληροδότησε στην ορθόδοξη Ελληνική βιβλιογραφία 40 πολύτιμα και ανεπανάληπτα βιβλία, τα οποία για πολλά χρόνια θα αποτελούν τη βάση της ποιμαντικής εργασίας της Εκκλησίας μας στον ευαίσθητον και καίριον τομέα της αντιαιρετικής δραστηριότητός της…Νομίζω ότι για πολλά χρόνια η φωνή της Εκκλησίας μας για τις αιρέσεις και τις παραθρησκευτικές οργανώσεις θα είναι “φωνή Αντωνίου Αλεβιζοπούλου”. Και νομίζω ότι δεν υπερβάλλω υποστηρίζοντας ότι εμείς (οι περιλειπόμενοι), αν θέλωμε να μιλάμε σωστά σ’ αυτόν τον ευαίσθητο ποιμαντικό τομέα, πρέπει να μιλάμε “κατά Αλεβιζόπουλον”… Τον κατηγόρησαν, τον συκοφάντησαν, τον λασπολόγησαν, τον ειρωνεύτηκαν, τον εχλεύασαν οι εχθροί της ορθοδοξίας… όμως ο π. Αντώνιος έμεινε ακλόνητος νικών, δια της χάριτος του ενδυναμούντος “αυτόν Χριστού”  ( Άρθρο του π. Κυριακού Τσουρού, γραμματέως της συνοδικής Επιτροπής της Εκκλησίας της Ελλάδος επί των αιρέσεων και υπεύθυνο του αντιαιρετικού αγώνος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών, δημοσιευμένο στο περιοδικό “Διάλογος” τευχ. 22, 10/ 12 2000 σελ. 9 -11)
12 Γκουρουϊσμός σελ. 30
13 Διαλογισμός  σελ. 163
14 Πατέρας της θετικής σκέψης λογίζεται ο Joseph Murphy, ο οποίος “δεχόταν μόνο μια Ατέλειωτη Δύναμη που βρίσκεται στον καθένα άνθρωπο και καθιστά δυνατή την εκπλήρωση κάθε επιθυμίας. Είναι ο Θεός που βρίσκεται μέσα μας”, Αυτογνωσία σελ. 15.
15 Αυτόθι σελ. 16.
16 Γκουρουϊσμός σελ. 15
17 Διαλογισμός σελ. 185
18“Καθένας μας θα είναι ελεύθερος να εκπληρώσει το πεπρωμένο του και τον προορισμό του”,  λέει η Γερόντισσα, γράφοντας στον Άμτε.
19 π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Εγχειρίδιο αιρέσεων και παραθρησκευτικών ομάδων σελ. 175
20 Αυτόθι σελ. 163
21 Διαλογισμός σελ. 183
22 Αυτόθι 71
23 Αυτόθι σελ. 117
24 Αυτόθι σελ. 72
25 Αυτόθι σελ. 74
26 Αυτόθι σελ. 71
27 Διαλογισμός σελ. 164
28 “Στη φωτογραφία, παρατηρήστε την άσπρη μπλούζα που φόρεσε πάνω από το ζωστικό της για να πάρει αγκαλιά το μωρό. Έλεγε ότι το μαύρο ρούχο απορροφά τη ζωτικότητα όταν το φοράμε κατάσαρκα”  (Ασκητική της Αγάπης σελ. 131)
29 Γκουρουϊσμός σελ. 171
30 Βλ. π.χ. Α´ Κορ. 7, 1 – 9 και 28, Μαρκ. 1, 6 -10,  Καν. ε´ αγ. Αποστόλων, Ιωάν. Χρυσ. ομιλία 17, P.G. 255, κ. α.
31“Η προτεσταντική, τύπου Διαφωτισμού, πολιτική θρησκεία της Αμερικής έχει στον πυρήνα της μία πίστη στο δόγμα της ακαριαίας, ακοπίαστης και κατά ένα μαγικό τρόπο μεταστροφής και αλλαγής. Για τους συντηρητικούς προτεστάντες αυτή η αλλαγή εκδηλώνεται από μόνη της ως     “αναγέννηση”. Οι μοντέρνοι όμως απόγονοι των ανθρωπιστών του Διαφωτισμού και οι δικοί μας εκκοσμικευμένοι Αμερικανοί Ρωμαιοκαθολικοί πιστεύουν κι αυτοί στην “αναγέννηση”  αλλά με τη μορφή μιας κοσμικής μεταστροφής” ( Frank SchaefferΑναζητώντας… σελ. 41). 
32 “Ο πνευματικά προχωρημένος άνθρωπος είναι αυτός που έφτασε να μην έχει υπόσταση”  (Ασκητική…σελ. 356).
33 “Ξέρω κάποιον που τόσο συνήθισε στην ακινησία, που την έκανε βίωμά του και οι άγγελοι του χάρισαν γι’  αυτό ψυχής φτερά αόρατα. Έτσι γυρίζει και στη Γη και στον ουρανό και στο αόρατο σύμπαν” , Ασκητική… σελ. 179.
34 Διαλογισμός σελ. 176
35 Γκουρουϊσμός σελ. 98
36 “Η Μπλαβάτσκυ ήταν Ρωσίδα γερμανικής καταγωγής…Σε ηλικία 17 ετών παντρεύτηκε το στρατηγό Μπλαβάτσκυ και μετά τρεις μήνες τον εγκατέλειψε…δραστηριοποιήθηκε σαν μέντιουμ στην Αμερική…Ίδρυσε πνευματιστικό κύκλο με την ονομασία “θαυματουργική Λέσχη” ( Miracle Club). Ο κύκλος αυτός μετονομάσθηκε στις 17 -11- 1875 σε “Θεοσοφική εταιρία” (π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Γκουρουϊσμός… σελ. 91) Πρβλ. και το κατατοπιστικότατο βιβλίο του Ν. Σταυριανίδη, Θεοσοφία -Νέα Εποχή, Αθήνα 1997. 
37 Μερικοί από τους στόχους της κινήσεως αυτής ήτανκαί είναι οι εξής : “Ενοποίηση των θρησκειών χωρίς φυλετικές, κοινωνικές και θρησκευτικές διαφορές σπουδή των παγκοσμίων θρησκειών με σκοπό τη διαμόρφωση ενιαίας παγκόσμιας ηθικής, αναζήτηση και ανάπτυξη των κρυφών θεϊκών δυνάμεων μέσα στον άνθρωπο” αυτόθι σελ. 92. “Η διδαχή της κίνησης είναι μυστική. Τα μέλη υπόσχονται να τηρούν μυστικό “παν ό, τι συστηθή”…οι οπαδοί είναι ελεύθεροι να διατηρούν και δεύτερη ιδιότητα, να είναι δηλαδή μέλη μιας εκκλησίας η θρησκείας… κάθε οπαδός πρέπει να δεχθεί ότι όλες οι θρησκείες οφείλουν την ύπαρξή τους στη “Μεγάλη Λευκή Αδελφότητα”  και καμμιά απ’ αυτές δεν μπορεί να διεκδικεί αποκλειστικότητα…Μ’  αυτή τη βάση επιδιώκεται η ενότητα των θρησκειών…Κατά την άποψη της κίνησης δεν υπάρχει διάκριση αναμεσα στο δημιουργό και τη δημιουργία…”, αυτόθι σελ. 94-95 κ. ε. για περισσότερες πληροφορίες.
38 Αυτόθι σελ.170
39 Αυτόθι σελ. 176
40 “  Την παραμονή που θα έβγαινε ο Μπάμπα Άμτε από το νοσοκομείο, βρίσκω τον σταθμάρχη και του λέω : “ Έχω μια μικρή παράκληση. Θα μου επιτρέψετε να μείνω ακόμα ένα βράδυ;” “Μα πότε φθάσατε, πέρασαν κι όλας οι 48 ώρες που έχετε δικαίωμα;”  “Άχ δεν με είδατε; Μ’ έκαναν αόρατη φαίνεται οι άγγελοι! Ξέρετε, είμαι εδώ 14 μέρες”
41 Γκουρουϊσμός σελ. 203
42 Αυτόθι σελ. 204
43 “Γερόντισσα, αυτή η κρυφή φωνή που ακούμε πολλές φορές είναι ο άγγελός μας;”  “Ναι, και πρέπει να το αντιληφθούμε. Να το διευκρινήσουμε. Και σιγά – σιγά ο Θεός θα μας δώσει αγία δύναμη…”  Έχουμε άρα στο σημείο αυτό ξεκάθαρη την παρότρυνση για διαλογισμό, ενώ είναι προφανής η πλάνη πως μέσα μας κατοικεί ο φύλακας άγγελος. Αυτό που πρέπει να ακούσουμε διαλογιζόμενοι δεν είναι άλλο από το πονηρό και ακάθαρτο πνεύμα. Επειδή όμως η γερόντισσα αντιλαμβάνεται πολύ καλά πως αυτά δεν συμβαδίζουν με την ορθόδοξο πίστη και πολλοί θα καταλάβουν την ύπαρξη του Πονηρού στη διαδικασία αυτή, σπεύδει να προλάβει τις αντιρρήσεις λέγοντας : “Να είστε σίγουροι και να μην ακούτε τον κόσμο που μιλάει για πειρασμούς και πειρασμούς…”  (σελ. 176). Θα μπορούσαμε μάλιστα να εκλάβουμε την παρότρυνση αυτή ως άρνηση της υπάρξεως του Διαβόλου, η οποία πολυ βολεύει τέτοιες πειρασμικές καταστάσεις. 
44 Γκουρουϊσμός σελ. 173
45 Αυτογνωσία. σελ. 95
46 Η περιγραφή από τη Γαβριηλία του καθαρά αισθησιακού οράματος που ακολουθεί αυτή την  κατάσταση προσευχής (σελ. 78), αποδεικνύει το διαλογιστικό  περιεχόμενό της : “Μια μέρα, ήταν μεσημέρι, βρισκόταν σε κατάσταση Προσευχής. Και τότε δέχθηκε ένα Όραμα, μιαν Επίσκεψη..”  Γερ. Γαβριηλία : “Τα μαλλιά Του καστανά σκούρα. Το δέρμα Του σιταρίσιο. Είχα αυτήν την εμπειρία αλλά την είχα ως εδώ. Μόνο τα Μάτια Του είδα. Μόνο τα Μάτια Του και το Μέτωπο είδα…Αξέχαστα…πολύ υπερκόσμια…Καστανά, γεμάτα Ζωή και Φως. Σαν να μην ήταν ανάγκη να μιλήσουν. Ήταν μόνο τα Μάτια Του και ήταν πολύ κοντά στα δικά μου”. Μάλιστα αυτό το όραμα το είδε στα Ιμαλάϊα, “πρωτεύουσα”  της Ινδουϊστικής φιλοσοφίας.
47 Αυτογνωσία σελ. 60
48 Διαλογισμός σελ. 65
49 “  Η κίνηση γύρω από τη δύναμη της σκέψης εμφανίζεται ήδη στον περασμένο αιώνα. Ο Raph Saldo Εmerrson (1803 – 1882) διακήρυξε πως η μόνη πραγματικότητα είναι το θεϊκό στοιχείο, που βρίσκεται μέσα στον άνθρωπο, χρησιμοποίησε την ύπνωση με σκοπό να αφυπνίσει τις εσωτερικές δυνάμεις του ανθρώπου, και υποσχέθηκε με τη μέθοδό του να οδηγήσει στην πληρότητα της ύπαρξης. Παρόμοιες ιδέες διακήρυξε και ο Γάλλος φαρμακοποιός Emile Coue (1856 –   1926 ). Όμως σαν πατέρας της θετικής σκέψης λογίζεται ο Joseph Murphy (+ 1981). Βασικοί ιεραπόστολοι είναι ο Norman Vicent Peale, ο E. Freitag κ. α. “  (Αυτογνωσία σελ. 13).
50 Αυτόθι, σελ. 15
51 Αυτόθι σελ 51
52 Αυτόθι σελ 74
53 Αυτόθι σελ.. 73
54 Αυτόθι σελ. 73
55 Αυτόθι σελ. 84 – 85
56 Γκουρουϊσμός σελ. 28
57 “όπως λέει και ο αγαπημένος σου ποιητής …Χαλίλ Γκιμπράν”, Ασκητική της Αγάπης σελ. 72
58 Γκουρουϊσμός σελ. 44
59 Αυτογνωσία σελ.81 – 82
60 Διαλογισμός σελ. 136
61 Με τον όρο “  Σέκτες”  χαρακτηρίζονται οι καταστροφικές και επικίνδυνες για το άτομο και την κοινωνία λατρείες.
62 Γκουρουϊσμός σελ. 69
63 Αυτόθι σελ. 21
64 Διαλογισμός σλ. 89
65 “ Ο διαλογιζόμενος έχει θέσει ως σκοπό να ξεπεράσει το αντικείμενο πάνω στο οποίο διαλογίζεται ακόμη κι αν πρόκειται για τη μορφή της θεότητας την οποία λατρεύει…Ο διαλογιζόμενος στη μορφή του Χριστού καλείται να την ξεπεράσει, να ταυτιστεί με το “Χριστό”, με το Φως, με τα άλλα πρόσωπα, με το σύμπαν. Αυτό ονομάζεται “συνειδητότητα Χριστού”. Σκοπός είναι η ένωση με την οικουμενική συνειδητότητα! Ο Χριστός λοιπόν…δεν είναι ο Ιησούς Χριστός στον οποίο προσεύχονται οι Χριστιανοί…Η μορφή πάνω στην οποία γίνεται εδώ ο διαλογισμός δεν αξιολογείται περισσότερο από ένα οποιοδήποτε άλλο διαλογιστικό σύμβολο…Θα μπορούσε να είναι η μορφή μιας ειδωλολατρικής θεότητας η – γιατί όχι; – η μορφή του Εωσφόρου” (Αυτόθι σελ. 87 – 88 κ. ε.).
66 Διαλογισμός σελ. 80
67 Αυτόθι σελ. 158
68 Αυτόθι σελ. 64, 163
69 Αυτόθι σελ. 179
70 Αυτόθι σελ. 182
71 Βλέπε Γκουρουϊσμός σελ. 31 – 32 κ.ε.
72 Οι ινδουϊστές μοναχοί, σκλάβοι και υποτακτικοί και μαθητές του γκουρού.
73 Γκουρουϊσμός σελ. 46 – 47.
74 Κασέτες και βιβλιαράκια, “Το πνεύμα το ορθόδοξο είναι το αληθές”..
75 Για μια πλήρη και ολοκληρωμένη ενημέρωση για τα “ιαματικά χαρίσματα” των νεοπεντηκοστιανών και την ερμηνεία τους, συνιστούμε το υπέροχο βιβλίο του π. Σεραφείμ Ρόουζ   “Η Ορθοδοξία και η θρησκεία του μέλλοντος” από τις εκδόσεις ΕΓΡΗΓΟΡΣΗ, του Συλλόγου Προστασίας αγεννήτου παιδιού. Δεν θα ήταν υπερβολή αν χαρακτηρίζαμε το βιβλίο αυτό, “αντίδοτο” της Γαβριηλίας αφού διαβάζοντάς το, έχεις την αίσθηση ότι γράφτηκε ως απάντηση στην “Ασκητική της αγάπης” εφόσον ερμηνεύει όλα σχεδόν τα φαινόμενα της Νέας Εποχής και τις επιρροές του Ινδουϊσμού στη Δύση.
76 Γκουρουϊσμός σελ. 68, 83.
77 “ Η ομοιοπαθητική ασυμβίβαστη με την ορθόδοξη πίστη “ Πρωτοβουλία Γονέων Βορ. Ελλάδος, σελ.8
78 Αυτόθι σελ. 12
79 Αυτόθι σελ. 17
80 Αυτόθι σελ. 20
81 Κασέτες και βιβλιαράκια, “  Το πνεύμα το ορθόδοξο εναι το αληθές”
82 Διαλογισμός, σελ. 232 -233
83 Βλ. σελ. 48 -49 όπου κατηγορούνται οι ιεραπόστολοι μας ως “καλοπερασάκηδες”  σε αντίθεση με τη Γαβριηλία, πρότυπο ιεραποστόλου, αλλά και άλλους ετεροδόξους πλήν όμως αγίους, κατά τη γερόντισσα, ιεραποστόλους, όπως π.χ.η  Grundy, σελ. 211 -212
84 Ο Άγιος Ιωάννης ο εκ Μονεμβασίας μαρτύρησε επειδή δεν δέχθηκε να καταλύσει τη νηστεία της Παναγίας, παρά το ότι η μητέρα του τον παρακαλούσε για το αντίθετο.Ο Άγιος παρά το νεαρό της ηλικίας του ηρνείτο πεισματικά, απαντώντας προς τη μητέρα του ότι: “εγώ μητέρα είμαι παπά παιδί και περισσότερο από τους άλλους πρέπει να τηρώ τα καθιερωμένα”.
85 Διαλογισμός σελ. 237
86 Αυτόθι σελ. 225
87 Αυτόθι σελ. 47 -48

 

ΕΝΣΤΑΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΕΝΣΤΑΣΕΩΝ

Συνολική ἀπάντηση στίς ἐνστάσεις γιά τήν βιβλιοκριτική

στήν «Ασκητική τῆς Ἀγάπης» (Γαβριηλίας πρώην μοναχῆς)

 

Ἐπειδή πολλοί εἶναι αὐτοί πού ἔκαναν τόν κόπο νά διαβάσουν τή βιβλιοκριτική μας περί τῆς «Ἀσκητικῆς τῆς Ἀγάπης» ἀλλά καί νά τοποθετηθοῦν εἴτε θετικά, ἐπιδοκιμάζοντας τίς θέσεις μας, εἴτε ἀρνητικά, ἀποδοκιμάζοντας τή στάση μας, ὀφείλουμε νά κάνουμε κάποιες ἀπαραίτητες ἐπεξηγήσεις.

Κατ’ ἀρχήν θέλουμε νά ἐκφράσουμε τή λύπη μας γιά τό γεγονός ὅτι πολλοί ἀπ’ ὅσους διαφώνησαν μέ τή στάση μας καί οἱ ὁποῖοι θεωροῦν ὅτι μέ τό βιβλίο αὐτό μαθήτευσαν στήν ἀγάπη, κάθε ἄλλο παρά ἀγάπη μᾶς ἔδειξαν. Ἐπιτέθηκαν μέ σφοδρότητα καί ἐμπάθεια, ὄχι στίς θέσεις μας, ἀλλά πρός τά πρόσωπά μας καί μᾶς προσῆψαν ἀπίθανες καί φανταστικές κατηγορίες.

Ἕνα ἄλλο γεγονός πού ἀφάνταστα μᾶς λυπεῖ, ὡς ποιμένες τῶν ἐσχάτων καί χαλεπῶν αὐτῶν καιρῶν τῆς γενικῆς σχεδόν ἀποστασίας, εἶναι τό γεγονός ὅτι ἡ μεγαλύτερη πλειοψηφία τῶν ἀντιδρώντων δέν ἔκανε τόν κόπο νά μελετήσει, νά ἐπεξεργαστεῖ καί νά περάσει ἀπό κρίση τίς θέσεις καί τά ἐπιχειρήματά μας ἀλλά μᾶς κατηγορεῖ, κινουμένη προφανῶς ἀπό ἄκρατη προσωπολατρεία, ἁπλῶς διότι τολμήσαμε νά κρίνουμε τή γερόντισσα Γαβριηλία. Τό ἐπιχείρημα τῶν περισσοτέρων ἀπό τούς ἀνθρώπους αὐτούς πού ἀντιπαρατίθενται στά ἀμέτρητα δικά μας ἐπιχειρήματα – σωστά ἤ ἐσφαλμένα δέν ἔχει σημασία- εἶναι ἕνα καί μοναδικό: δέν δικαιοῦσθε ἐσεῖς οἱ ἁμαρτωλοί, οἱ φανατικοί, οἱ ἄγευστοι τῆς Θείας Χάριτος (αὐτοί εἶναι οἱ χαρακτηρισμοί πού, ἐπιτυχημένα ὁμολογοῦμε, μᾶς προσδίδουν) νά κρίνετε τήν ἁγία γερόντισσα Γαβριηλία.

Ἀπαντώντας λοιπόν πρός αὐτούς ἀλλά καί πρός τό ἀνυπόστατο ἐπιχείρημά τους θά θέλαμε νά τούς συστήσουμε νά διαβάσουν τή μελέτη προσεκτικά καί κυρίως ἀπροκατάληπτα, χωρίς νά θίγονται ἀπό τό γεγονός ὅτι κρίνεται ἡ ἀγαπημένη τους γερόντισσα. Ὡς Ὀρθόδοξοι ὀφείλουμε νά δείχνουμε ταπείνωση, νά εἴμαστε ἕτοιμοι νά ἀναγνωρίσουμε τά σφάλματά μας, ἀλλά νά ἔχουμε καί κρίση, ἑτοιμότητα καί νήψη ἡ ὁποία καί μόνο θά μᾶς διασώσει στούς ἐσχάτους καιρούς καί θά μᾶς βοηθήσει νά ἀναγνωρίσουμε τά σημεῖα τοῦ Ἀντιχρίστου ὥστε νά μήν τόν προσκυνήσουμε.

Διαβάζοντας, λοιπόν, κανείς προσεκτικά καί ἀπροκατάληπτα τή μελέτη μας θά διαπιστώσει ὅτι καί ἀπό αὐτήν ἀκόμα τήν ἐπικεφαλίδα τονίζεται τό γεγονός ὅτι ἡ κριτική ἀπευθύνεται πρός τό βιβλίο «Ἀσκητική τῆς Ἀγάπης» καί ὄχι πρός τό πρόσωπο τῆς γερόντισσας Γαβριηλίας τήν ὁποία δέν γνωρίσαμε οἱ ἴδιοι καί ἴσως αὐτό νά μᾶς βοηθάει στό νά κρίνουμε πιό ἀντικειμενικά τά γραφόμενα. Συνεπῶς τό ἐπιχείρημα ὅτι ἡ γερόντισσα Γαβριηλία ἦταν ἁγία δεν ἀναιρεῖ τόν ἰσχυρισμό μας ὅτι τό ἐν λόγῳ βιβλίο εἶναι ἐπιβλαβές ἀφοῦ τά δύο αὐτά – ἡ γερόντισσα καί τό βιβλίο- μπορεῖ νά εἶναι καί ἄσχετα μεταξύ τους.

Ἐξακολουθώντας, λοιπόν, νά ἔχουμε τήν ἴδια πεποίθηση γιά τήν ἀξία τοῦ βιβλίου αὐτοῦ, ἡ ὁποία ὁμολογοῦμε πώς ἐνισχύεται ἀπό τά κρούσματα προσωπολατρείας καί φανατισμοῦ τῶν ἀναγνωστῶν του, ἐξηγοῦμε, αὐτή τή φορά συνοπτικά, τούς λόγους γιά τούς ὁποίους θεωροῦμε τό βιβλίο ξένο πρός τήν ὀρθόδοξη πνευματικότητα, συγκρητιστικό, προπαγανδιστικό τῆς Νέας Ἐποχῆς καί ἄρα καί ἐπιζήμιο καί καταστροφικό.

Κάτ’ ἀρχήν ἔχει γιά ἐμᾶς πολύ μεγάλη σημασία τό γεγονός ὅτι τό βιβλίο προέρχεται ἀπό τήν γραφίδα μιᾶς ἀποσχηματισμένης μοναχῆς, μιᾶς μοναχῆς δηλαδή, ἡ ὁποία ἀρνήθηκε τίς ὑποσχέσεις τίς ὁποῖες ἔδωσε ἐνώπιον Θεοῦ καί ἀνθρώπων. Ἄς μήν ἐκλειφθεῖ αὐτό ὡς κατάκριση διότι ἡ γυναῖκα αὐτή αὔριο μπορεῖ νά μετανοήσει καί νά ἁγιάσει. Ὅμως πῶς μπορεῖ ἕνας ὀρθόδοξος Χριστιανός νά ἐμπιστευθεῖ τό κριτήριο καί τά βιώματα ἑνός τέτοιου ἀνθρώπου; «Τυφλός τυφλόν ἐάν ὁδηγεῖ, ἀμφότεροι εἰς βόθυνον πεσοῦνται» Αὐτός εἶναι ὁ λόγος πού πρέπει νά ἐμπιστευόμαστε ὅσους ἀποδεδειγμένα κατάφεραν νά φθάσουν πρῶτα στό σημεῖο πού καί ἐμεῖς ἐπιθυμοῦμε, τή θέωση, καί μόνο αὐτούς, τούς ἁγίους δηλαδή, νά ἔχουμε ὡς ὁδηγούς. Δέν εἶναι λοιπόν ἐπιζήμιο ἕνα βιβλίο ὅταν ὁ συγγραφέας του, ἀποδεδειγμένα πλέον, δέν κατέχει τό θέμα μέ τό ὁποῖο ἀσχολεῖται;

Ἡ συγγραφέας λοιπόν τοῦ βιβλίου, πιστεύοντας στήν ἁγιότητα τοῦ βίου τῆς γερόντισσας Γαβριηλίας, μᾶς προβάλλει τή γερόντισσα ὡς πρότυπο γιά τήν πνευματική ζωή. Τό περίεργο ὅμως εἶναι ὅτι τό «πρότυπο αὐτό», τοὐλάχιστον σύμφωνα με το βιβλίο, πάσχει σοβαρά. Πῶς γιά παράδειγμα νά θεωρήσουμε ἁγία κάποια γιά τήν ὁποῖα πουθενά δέν ἀναφέρεται ὅτι εἶχε οὐσιαστική καί πραγματική ἐπικοινωνία μέ ἕναν πνευματικό, κάποια ἡ ὁποία ἄν καί ἔφερε τό μοναχικό ἔνδυμα δέν ἀναφέρεται πουθενά νά ὑποτάχθηκε σέ κάποια γερόντισσα ἀλλά ἀκολουθοῦσε πάντα τό ἴδιον θέλημα αὐτοανακηρυχθεῖσα ἡ ἴδια ὡς γερόντισσα καί κατευθύνοντας ἄλλους ἐνῷ κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο «καθαρθῆναι δεῖ πρῶτον καί εἶτα καθάραι», κάποια πού ἄν κά ἔφερε τό σχῆμα δέν ἀναφέρεται πουθενά νά εἶχε ἰδιαίτερη σχέση μέ τίς ἱερές ἀκολουθίες καί τά ἅγια μυστήρια μέσῳ τῶν ὁποίων δίδεται ἡ Θεία Χάρις, ἡ Κάθαρση ὁ Φωτισμός καί ἡ Θέωση;

Πῶς νά θέσουμε ὡς πρότυπο μιά ὀρθόδοξη μοναχή ἡ ὁποία, σύμφωνα πάντοτε μέ τό βιβλίο:

· ἔμενε σέ ἰνδουϊστικά μοναστήρια καί ἑόρταζε σ’ αὐτά τίς μεγάλες Χριστιανικές ἑορτές.

· Συναναστρεφόταν ἀπροϋπόθετα καί συμπροσευχόταν μέ ὅλους, ἑτεροδόξους ἀλλά καί ἑτεροθρήσκους, χωρίς νά τονίζει τις τρομερές διαφορές, ὑπογραμμίζοντας ἀντιθέτως κάποιες ὁμοιότητες εἴτε διογκωμένες εἴτε ἀνύπαρκτες καί κατασκευασμένες.

· Δίδασκε σέ ὁπαδούς τῆς αἱρέσεως τῶν Κουακέρων, γιά τούς ὁποίους ἐπιμελῶς ἀποκρύπτεται ὅτι εἶναι αἱρετικοί, ἑρμηνεία τοῦ Εὐαγγελίου.

· Τηροῦσε αὐστηρά τούς κανόνες τῆς χορτοφαγίας, μιᾶς χορτοφαγίας μάλιστα οὔτε τυχαίας οὔτε «ὑγιεινῆς» ἀλλά μιᾶς, ἰνδουιστικῆς προελεύσεως χορτοφαγίας, – αὐτό ἀποδεικνύεται στή μελέτη μας (προσκλήσεις σέ συνέδρια Χορτοφαγίας, κατηγορίες γιά ὅσους τρῶνε ἀκρίδες, ψάρια ἤ βακαλάο καί ταραμάδες, ταύτιση τοῦ Θεοῦ μέ τό σύμπαν κ.ο.κ).

· Μετεῖχε σέ εἰδωλολατρικές ἀκόμα τελετές, στίς ὁποῖες λατρευόταν ὁ γκουροῦ, ἀρνουμένη τό ἅγιο βάπτισμά της καί λατρεύουσα δαιμόνια.

· Διάβαζε μανιωδῶς καί ἐξίσωνε τά γκουρουϊστικά βιβλία μέ τό ἅγιο Εὐαγγέλιο καί ὁδηγοῦσε τούς ἀνθρώπους σέ γκουροῦ τούς ὁποίους προέβαλλε ὡς ἁγιασμένα γεροντάκια.

· Πίστευε ὅτι ὑπάρχει στό σύμπαν μιά ἐνέργεια πού παίρνει ὁ ἄνθρωπος μέσα ἀπό τά δέντρα καί τή χάνει ἄν ἡ σάρκα του ἔρχεται σέ ἐπαφή μέ ὑφάσματα μαύρου χρώματος; Αὐτή ἡ ἄποψη πηγάζει ἀπό τήν ὁλιστική θεώρηση τοῦ κόσμου πού ἀποδέχονται πλήρως ὅλες οἱ ἀνατολικές θρησκεῖες.

· Θεράπευε στά πλαίσια ἐπίσης τῆς θεωρίας αὐτῆς μέ τά χέρια σέ διάφορες στάσεις καί ἀσκοῦσε ἕνα εἶδος φυσιοθεραπείας ἐντελῶς ἄσχετο μέ τήν κλασική ἰατρική (θεράπευε πρίν ἀποκτήσει τό πτυχίο της, θεράπευε «χαρισματικά» ὅταν κοκκίνιζαν τά χέρια της κ.α.).

· Εἶχε συνεχῶς πειρασμικά καί δαιμονικά ὁράματα καί ὁράσεις, μηνύματα καί ἀγγελοφάνειες καί τίς ὁποῖες ἄκριτα δεχόταν ὡς θεϊκές παραγνωρίζοντας τό γεγονός ὅτι ὁ Σατανᾶς εὔκολα μετασχηματίζεται σέ ἄγγελο Φωτός καί ὅτι κατά τή διδασκαλία τῆς Γραφῆς καί τῶν Πατέρων «τά ἐνύπνια πολλούς ἐπλάνησαν».

Ὅλα λοιπόν τά παραπάνω κανένας λογικός καί σοβαρός ἄνθρωπος δέ μπορεῖ νά τά χαρακτηρίσει ὡς γνήσια ὀρθόδοξη πνευματικότητα. Μιᾶ τέτοια μοναχή καμμιά ἀπολύτως σχέση δέν ἔχει μέ τήν ὀρθόδοξη πίστη καί ζωή, ἀλλά τοὐναντίον πολεμάει καί καταρρίπτει κάθε τί τό ὀρθόδοξο. Ἀκυρώνει τήν ἀνάγκη τῆς προσευχῆς καί τῆς ἀνελλιποῦς μετοχῆς στή Θεία Λατρεία, ἀκυρώνει τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας περί τῆς πλάνης καί τῆς ἀποφυγῆς αὐτῆς μέσῳ τῆς ὑπακοῆς, τῆς ταπείνωσης καί τῆς νήψεως, ἀκυρώνει τούς ἱερούς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας καί προβάλλει τόν ἰνδουϊσμό, τήν Πανθρησκεία, καί τόν συγκρητισμό. Μέ λίγα λόγια ἀντιστρέφει τό μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου καί διδάσκει ὅτι ὁ Χριστός δέν εἶναι τελικῶς ὁ μόνος πού σώζει· ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἁγιάζουν καί γίνονται πραγματικοί Χριστιανοί ἀρκεῖ νά προσφέρουν κοινωνικό καί φιλανθρωπικό ἔργο.

Καί ἐρωτοῦμε ὅλους καί ἰδιαιτέρως ὅσους γνώρισαν τη γερόντισσα:

Εἶναι ὅλα αὐτά ἀληθινά; Ἄν ναί τότε τί εἴδους ἁγία ἤ ἀκόμα καί ὀρθόδοξη μπορεῖ νά χαρακτηριστεῖ ἡ γερόντισσα καί πῶς τίθεται ὡς πρότυπο στήν πνευματική ζωή; Σέ τί ἀπό αὐτά ἤ ὁτιδήποτε ἄλλο πού ἀναφέρεται στό βιβλίο καλούμαστε νά τήν μιμηθοῦμε, ἐκτός φυσικά ἀπό τήν ἀξιόλογη κοινωνική της προσφορά; Πόσο μοιάζει ὁ βίος τῆς γερόντισσας μέ τά συναξάρια τῶν ἁγίων ἀλλά καί τῶν συγχρόνων γεροντάδων; Πόσο συμφωνεῖ καί συμβαδίζει ἡ θεωρία της καί ἡ πράξη της μέ τό Εὐαγγέλιο καί τήν ἀσκητική καί νηπτική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας;

Ἄν ὄχι, ἄν δηλαδή δέν ἀληθεύουν ὅλα αὐτά ἀλλά εἶναι φαντασίες τῆς συγγραφέως τότε, γιατί οἱ ἐνστάσεις καί οἱ ἐπιθέσεις ἀκόμα, στρέφονται πρός ἐμᾶς καί ὄχι πρός τήν συκοφάντρια συγγραφέα; Γιατί ἀντί νά συμπαραστέκεστε στήν προσπάθειά μας νά ἀποκατασταθεῖ ἡ ἀλήθεια μᾶς πολεμεῖτε; Γιατί ἀπορεῖτε πού θέλουμε νά προστατεύσουμε τό ποίμνιο μας ἀπό ψευδῆ καί ἐπικίνδυνα πρότυπα;

Πάντως ἔχουμε τό παράπονο ὅτι κανείς ἀπό τούς διαφωνοῦντες δέν μπῆκε στή διαδικασία νά μελετήσει τή κριτική μας ἁπλῶς καί μόνο διότι, ὅλοι οἱ διαφωνοῦντες σοκαρισμένοι ἀπό τό τόλμημα καί μόνο τῆς κριτικῆς, δέν κατάλαβαν ὅτι αὐτή ἀπευθυνόταν πρός τό βιβλίο. Γι’ αὐτό θέλουμε ταπεινά νά συστήσουμε νά ξαναδιαβασθεῖ ἡ μελέτη μας πιό προσεκτικά καί νά περάσει ἀπό αὐστηρή κρίση ( ὄχι κατάκριση ἀπευθείας καί ἄνευ κρίσεως) ἀπό ἀντιπαράθεση δηλαδή τῶν στοιχείων καί τῶν ἐπιχειρημάτων σέ σύγκριση μέ ὅσα ἡ Γραφή ἀναφέρει καί οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας διδάσκουν · διότι μόνο αὐτοί εἶναι ὁ ἀσφαλής ὁδηγός καί ὄχι ἡ δική μας ὑποκειμενικότητα, τό δικό μας προσωπικό καί ἐγωϊστικό κριτήριο καί ὁ συναισθηματισμός μας.

Τά ἐπιχειρήματα ὅμως πού τότε χρησιμοποιήσαμε φρονοῦμε ὅτι ἐνισχύονται καί ἀπό τήν πορεία τῆς συγγραφέως ἀλλά καί ἀπό ἄλλα στοιχεῖα πού ἔγιναν ἀργότερα γνωστά. Συγκεκριμένα παραπέμπουμε στήν ἐφημερίδα Εspresso 21.2. 2002, ὅπου σέ συνέντευξή του ὁ ἐπισήμως ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλαδός καταδικασθείς Περικλής Χάρος ὁμολογεῖ ὁ ἴδιος καί ἐπεξηγεῖ πῶς καί ἐκεῖνος πῆρε τό χάρισμά του ἀπό τή γερόντισσα Γαβριηλία. Σημειωτέον ὅτι ὁ κος Χάρος θεραπεύει μέ ἰνδουϊστικές μεθόδους καίτοι παρουσιάζεται ὡς κληρικός, καί χρησιμοποιεῖ ὡς θεραπευτήριό του ἕναν ναΐσκο. Ἐπίσης ὁ κος Χάρος ἔχει «βῆμα» σέ κανάλι καί παραπλανεῖ πολύ κόσμο ὁδηγώντας ἐκτός Ἐκκλησίας.

Εἶναι τέλος φρονοῦμε ἀπαραίτητο νά διευκρινήσουμε πώς ἀπό ἐδῶ καί στό ἐξῆς δέ θά ἀπαντοῦμε σέ ἀφηρημένες ἐνστάσεις ἤ ἀντιρρήσεις πού ἀποτελοῦν ἁπλῶς ξεχύλισμα τοῦ συναισθηματισμοῦ, ἤ σέ ὑβριστικές ἐπιστολές γεμάτες «ἀγάπη» πού πολλοί, ὅπως πιστεύουν, διδάχθηκαν ἀπό τό βιβλίο αὐτό, ἀλλά μόνο σέ συγκεκριμένες ἐνστάσεις πού γίνονται πάνω σέ συγκεκριμένες θέσεις μας καί εἶναι αἰτιολογημένες, σέ ὅσους δηλαδή ἔχουν καλή προαίρεση καί ἀγαθές διαθέσεις διότι μόνο ἀπό αὐτούς μποροῦμε νά ὠφεληθοῦμε, καί γιατί ὄχι, νά ὡφελήσουμε.

 


 

Προσοχή στήν ανάγνωση θρησκευτικών βιβλίων

(μοναχή Γαβριηλία Παπαγιάννη)

πρωτ. Βασιλείου Κοκολάκη

 

Καί πάλι στό προσκήνιο ἡ μοναχή Γαβριηλία Παπαγιάννη, ὡς μία ἐξαίρετη ἁγία μορφή.

Στό προηγούμενο σχετικό βιβλίο περί τῆς ἴδιας μοναχῆς, ¨Ἀσκητική τῆς Ἀγάπης¨, πολύ συνοπτικά, μέσα ἀπό τό συναίσθημα περνοῦν ἁπαλά ἀλλότριες διδασκαλίες: συγκρητιστικά στοιχεῖα, λίγο Ἰνδουϊσμό-Γκουρουϊσμό, προτεστάντικου τύπου γλωσσολαλιά, χορτοφαγία κουλτούρας, ἀποκρυφιστική ὁλιστική θεώρηση τοῦ κόσμου, Υama (ἡ πεποίθηση τῆς γερόντισσας πώς τό σέξ, ἀκόμα καί μέσα στό γάμο, εἶναι ἀντιθεϊκό), ἀνυπαρξία – Νέκρωση πρίν καί μετά τό θάνατο, διαλογισμό ἀντί προσευχῆς, θετική σκέψη, μακριά οἱ ἐνοχές, διαφήμιση ἰνδουϊστῶν διδασκάλων, δεισιδαιμονίες, μηνύματα ὁράσεις πλάνες, ἰαματικό χάρισμα, ἐπικίνδυνη ἀγάπη, περίεργη φυσιοθεραπεία.

Στό νέο βιβλίο «Η Γερόντισσα της χαράς – Μοναχή Γαβριηλία Παπαγιάννη», τῆς συγγραφέως μοναχῆς Φιλοθέης, ἡγουμένης τοῦ ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου “Παναγία τῶν Βρυούλων”, ἀπό τίς ἐκδόσεις ”Επιστροφή” συναντοῦμε ἄλλες ἀλλότριες διδασκαλίες, ὅπως:

Ἐπικίνδυνη ἐπικοινωνία μέ ἀγγέλους, θέα ἀγγέλων…

Ἐκμετάλλευση ἀγαθῶν λόγων· τά καλά περιστασιακά λόγια κάποιων γερόντων γιά τήν γερόντισσα Γαβριηλία ἤ ἡ ἁπλή ἐπικοινωνία μαζί της δέν σημαίνει καί ἀναγνώριση μίας ἁγιότητας σ’αὐτήν.

Ἰνδουϊστική στάση ζωῆς. ¨…ὅταν σέ ἀκούω, ἐγώ δέν ὑπάρχω, προσπαθῶ νά γίνω ἐσύ, ὥστε νά μπορέσω νά σέ καταλάβω καί νά σέ βοηθήσω, ὁπότε ποιός νά κουραστεῖ, ἀφοῦ ἐγώ δέν ὑπάρχω;¨ (σελ. 51)

Ὁ ἅγιος κατά τούς διαπροσωπικούς διαλόγους δέν χάνει τήν αὐτοσυνειδησία του, δέν ἐξαφανίζεται μέσα στόν ἄλλο, δέν ταυτίζεται μέ τόν ἄλλο, δέν διακατέχεται ἀπό ἐνσυναίσθηση (νέος ἀποκρυφιστικός ὅρος τῆς Νέας Ἐποχῆς). Ἀλλά διά τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατανοεῖ τή θέση τοῦ ἄλλου. Τό Ἅγιο Πνεῦμα τοῦ ἀποκαλύπτει τό βάθος τῆς ψυχῆς τοῦ ἄλλου, ὥστε νά μπορεῖ ἀποτελεσματικά νά τόν μεταμορφώσει.

¨ὅταν μιλοῦσες μαζί της – λέει ἡ Α. – ἔνιωθες ὅτι γινόταν ἐσύ, ἦταν σά νά μιλοῦσες στόν ἑαυτό σου…γι αὐτό καί δέν ἔλεγε τίποτε, δέν σέ διόρθωνε, μέ ἀποτέλεσμα νά νοιώθεις πολύ ἄνετα μαζί της, ὅπως νοιώθεις μέ τόν ἑαυτό σου¨.(σελ. 52). Αὐτό γιατί κατεγράφη στό βιβλίο; Περισσότερο θυμίζει ἀποκρυφισμό παρά ὑγιή κατάσταση πού αἰσθάνεται κάποιος ὅταν συνομιλεῖ μέ κάποιον ἅγιο. Ὁ χριστιανός ὅταν προσεύχεται, προσεύχεται ἐνώπιον, ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ, τῆς Παναγίας, τοῦ ἁγίου. Πρόκειται γιά δύο διαφορετικά πρόσωπα. Στό κάτω κάτω ὅμως, ἄν αἰσθανόσουν ὅτι μιλᾶς μέ τόν ἑαυτό σου γιατί νά μήν τό ἔκανες κατ’εὐθείαν, χωρίς καί πάλι νά διορθώνεσαι σέ τίποτα;

Ἀμνήστευση ὁμοφυλοφιλίας· Στή σελ. 55-56 ἀναφέρεται ἡ συγγραφέας σέ περίπτωση ὁμοφυλόφιλου πού ἐκμυστηρεύθηκε τό πάθος του στή γερόντισσα. Ἡ ἀντιμετώπισή του, σύμφωνα μέ τά γραφόμενα, ἔγινε τόσο ἀγαπητικά, μά τόσο, πού οὔτε κἄν τοῦ εἶπε ἡ γερόντισσα πώς πρόκειται γιά ἁμαρτία. Ἀντιθέτως τοῦ εἶπε μεταξύ ἄλλων «ὁ ἔρωτας εἶναι ἕνα ὄχημα τοῦ Θεοῦ γιά νά φτάσουμε στήν ἀγάπη πρός τό πρόσωπό Του. …ὅταν ζήσεις μέ ἕναν ἄνθρωπο πολύ καί τόν ἀγαπήσεις πολύ, μετά, ὅταν τόν χάσεις, εἶναι πολύ δύσκολο…Καί συνεχίζει ὁ παθών καί τῆς λέει: αὐτός ὁ ἄνθρωπος πού συνυπήρχαμε στό Λονδίνο τώρα πού ἤμουν διακοπές δέν ἤθελε νά μέ βλέπει καί μοῦ ἔλεγε ἡ γερόντισσα, γιά νά μέ παρηγορήσει ¨Μή στεναχωριέσαι! Καί τά παντρεμένα ζευγάρια κάνουν ἀποχή κάποιες περιόδους τοῦ χρόνου!¨».

Ἔτσι θά ἔλεγε καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἤ ἕνας ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος;

Διορατικό δῆθεν χάρισμα: Σέ ἄλλο σημεῖο τοῦ βιβλίου θεωρεῖται διορατικό χάρισμα τῆς γερόντισσας τό ὅτι ρώτησε κάποτε μία παντρεμένη ¨τί γίνεται μέ τή μοιχεία;¨ καί ὄντως αὐτή ἡ γυναίκα εἶχε ὑποπέσει στό ἁμάρτημα τῆς μοιχείας.

Ἀκύρωση τῆς κολάσεως· σελ. 104: ¨ὁ Θεός ξέρει καί θά τούς σώσει ὅλους¨. Τότε ἀκυρώνεται ἡ αἰώνια κόλαση ἤ εἶναι ἁπλῶς πρός ἐκφοβισμό;

Ἰσοτιμία γερόντισσας μέ πνευματικούς · σελ. 113: ¨…Ἀφοῦ ρωτᾶς ἐμένα, ρωτᾶς καί τόν πατέρα Χ…Νά κάνεις ὅ, τι σοῦ πεῖ ὁ πατήρ Χ…Ἐσύ ρωτᾶς γιά νά δεῖς τί σέ συμφέρει. Ἐφόσον δέν ἔχεις ἐμπιστοσύνη, νά καταλήξεις ἐσύ σέ αὐτό πού θέλεις¨.

σελ. 115: ¨Μπορεῖ ὁ πνευματικός νά δώσει εὐλογία γιά κάτι καί ὁ Θεός νά παρεμβαίνει μέ τούς δικούς του τρόπους καί νά γίνεται ἐμπόδιο σέ κάτι πού ἐμεῖς ἔχουμε προγραμματίσει. Ἀρκεῖ ἐμεῖς νά ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στόν Θεό¨…¨Ὁ Θεός θέλει αὐτό πού θέλουμε, ἀρκεῖ νά εἶναι γιά τό καλό μας¨. Τί συμπέρασμα βγαίνει τελικά; Κάνω ὑπακοή στόν πνευματικό μου ἤ στίς παρεμβάσεις; Ποιός ὁρίζει τί εἶναι γιά τό καλό μας καί πῶς θά τό καταλάβω;…σελ. 118: ¨ὁ Θεός δέν εἶναι τύραννος νά θέλει τό ἀντίθετο ἀπό αὐτό πού θέλουμε ἐμεῖς¨. Πολύ ἐπικίνδυνες προτάσεις. Κάποιες φορές θέλει τό ἀντίθετο ἀπό τό δικό μας, ἀφοῦ καί δέν ξέρουμε τί ζητᾶμε, ἀλλά κι ἄν ὄντως εἶναι γιά τό καλό μας.

Ἀτομοκεντρική θυσία· σελ. 130: ¨Ἀγάπαγε τόν διπλανό σου ἀλλά ὄχι παραπάνω ἀπό τόν ἑαυτό σου, γιατί ἔχεις ὑποχρέωση στό σαρκίο σου, νά μήν τό ἐκθέτεις σέ κίνδυνο¨. Αὐτό μᾶς διδάσκει   ἡ θυσία τοῦ Χριστοῦ ἤ ἑνός ἁγίου;

Χωρίς σχόλια · σελ. 131: ¨Δέν ἔχει γεννηθεῖ ἀκόμη ὁ ἄνθρωπος πού θά μέ λυπήσει¨.

Ἐν κατακλεῖδι νά ‘χουμε τά μάτια μας τετρακόσια γιατί ὅ, τι χριστιανικό μᾶς σερβίρεται δέν σημαίνει ἀπαραίτητα καί ὅτι εἶναι.

Συνιστοῦμε στούς ἀναγνῶστες, ἀνεπιφύλακτα νά διαβάσουν τήν κριτική τοῦ αἰδεσιμ. πρωτοπρ. Βασιλείου Σπηλιοπούλου στό προηγούμενο βιβλίο «Ἡ Ἀσκητική τῆς Ἀγάπης», τῆς ὁμωνύμου συγγραφέως Γαβριηλίας μοναχῆς

Ἡ ἐν λόγῳ κριτική φαίνεται πώς δέν προβλημάτισε τήν συγγραφέα μοναχή Φιλοθέη. Κρῖμα.

Τό ὅτι ἐπιπλέον δέν ὑπῆρξε καμιά ἀναίρεση τῆς τεκμηριωμένης κριτικῆς τοῦ π. Β. Σπηλιοπούλου, ἐπιβεβαιώνει τήν ἀλήθεια τῶν ἐπισημάνσεών του περί τῆς προβολῆς τῶν θέσεων τῆς Νέας Ἐποχῆς μέσα ἀπό τά προαναφερθέντα βιβλία.

Οὔτε κι αὐτό μᾶς προβλημάτισε;

 

Αναδημοσίευση από τον ΟΡΘΡΟ


 

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

Εν Πειραιεί τη 18η Οκτωβρίου 2018

 

«ΑΣΚΗΤΙΚΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ»

Ή ΑΣΚΗΣΗ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΓΚΡΗΤΙΣΜΟΥ;

 

   Ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα στη ζωή της Εκκλησίας ήταν και είναι η διάκριση μεταξύ γνησίας και νόθης πνευματικότητος. Μελετώντας τα αγιογραφικά κείμενα και τα συγγράμματα των αγίων Πατέρων μας διαπιστώνουμε ότι στη ζωή της Εκκλησίας, ήδη από τα πρώτα βήματά της, από την εποχή των αποστολικών χρόνων, εμφανίστηκε παράλληλα με την γνήσια πνευματικότητα, που είναι προϊόν και καρπός του αγίου Πνεύματος και μία άλλη «πνευματικότητα», νόθη και κίβδηλη, που εμπνέεται από το σατανά, με σκοπό την παραπλάνηση των πιστών. Όπως μας πληροφορούν οι Πράξεις και οι παύλειες Επιστολές, οι νεοφώτιστοι μετά το βάπτισμά τους ελάμβαναν υπερφυσικά χαρίσματα, έτσι ώστε να γίνεται αισθητή η παρουσία του αγίου Πνεύματος στα μέλη της Εκκλησίας, αλλά και στους εκτός αυτής. Ένα από αυτά τα υπερφυσικά χαρίσματα ήταν και το λεγόμενο χάρισμα της «διακρίσεως των πνευμάτων», για το οποίο κάνει λόγο ο απόστολος στην Α΄ προς Κορινθίους επιστολή του: «άλλω δε ενεργήματα δυνάμεων, άλλω δε προφητεία, άλλω δε διακρίσεις πνευμάτων, ετέρω δε γένη γλωσσών, άλλω δε ερμηνεία γλωσσών», (12,10). Στους χαρισματούχους αυτούς δηλαδή είχε δοθεί το ειδικό χάρισμα, να μπορούν να διακρίνουν τους αληθινούς προφήτες και διδασκάλους από τους απατεώνες και τα πραγματικά χαρίσματα του αγίου Πνεύματος από τα ψεύτικα, που κρύβουν απατηλάτην πλάνη.Το ίδιο πρόβλημα επισημαίνει και ο ευαγγελιστής Ιωάννης, ο οποίος μας παραγγέλλει «δοκιμάζετε τα πνεύματα ει εκ του Θεού εστίν» (Α΄Ιωαν.4,1).Μας προτρέπει δηλαδή να εξετάζομε και να διακρίνομε τους ανθρώπους, που εμφανίζονται εμπνεόμενοι από το άγιο Πνεύμα, εάν πράγματι προέρχονται από τον Θεόν. Εάν μελετήσουμε επίσης τα ασκητικά κείμενα, (Γεροντικό, Ευεργετινός κ.α.), θα συναντήσουμε πάμπολλες διηγήσεις μεγάλων ασκητών, οι οποίοι, επειδή κάποτε υπερηφανεύθηκαν και νόμισαν ότι έφθασαν σε μεγάλα μέτρα αρετής και αγιότητος, παραχώρησε ο Θεός και έπεσαν σε πλάνη και δέχθηκαν δήθεν αποκαλύψεις, οράματα και νόθες πνευματικές εμπειρίες, ως προερχόμενες από τον Θεό, ενώ στην πραγματικότητα ήταν απάτες και τεχνάσματα των δαιμόνων. Για παράδειγμα, ο Άγιος Ιωάννης ο Κασσιανός διηγείται ότι ο αββάς Ήρων, αν και δαπάνησε πενήντα χρόνια σε αυστηρή άσκηση, όμως κάποτε υπερηφανεύτηκε και πίστευσε στους ιδικούς του λογισμούς, χωρίς να τους θέσει υπό την κρίση των πνευματικών του Πατέρων. Το αποτέλεσμα ήταν ότι εξαπατήθηκε από το διάβολο, ο οποίος εμφανίστηκε σ’ αυτόν ως «άγγελος φωτός» και τον έπεισε να αυτοκτονήσει, πέφτοντας σ’ ένα βαθύ πηγάδι. Κλασικά παραδείγματα νόθης πνευματικότητος στην εποχή μας συναντούμε στις λεγόμενες «χαρισματικές κινήσεις» του προτεσταντικού χώρου, όπως η «Ελευθέρα Αποστολική Εκκλησία της Πεντηκοστής» και άλλες ομάδες του αποκρυφιστικού πλέγματος της «Νέας Εποχής», οι οπαδοί των οποίων ισχυρίζονται ότι έλαβαν το χάρισμα της γλωσσολαλιάς, ή άλλα χαρίσματα, κατά παρόμοιο τρόπο, όπως οι άγιοι απόστολοι την ημέρα της Πεντηκοστής.

Ωστόσο το φαινόμενο της νόθης πνευματικότητος δεν απουσιάζει δυστυχώς και από τον Ορθόδοξο εκκλησιαστικό χώρο. Και ακριβώς μια τέτοια περίπτωση, με πολύ πόνο ψυχής και συνοχή καρδίας, ερχόμαστε να επισημάνουμε στην παρούσα ανακοίνωσή μας με σκοπό την έγκαιρη ενημέρωση και προφύλαξη του πιστού λαού του Θεού. Πρόκειται για την μοναχή ονόματι Γαβριηλία Παπαγιάννη (1897-1992), της οποίας τον βίο, τις δήθεν ιεραποστολικές δραστηριότητες και την διδασκαλία δημοσιεύει σε ογκώδες βιβλίο, (500 σελίδων περίπου), κάποια άλλη μοναχή, προφανώς υποτακτική της, ονόματι και αυτή Γαβριηλία με τίτλο: «Η Ασκητική της αγάπης». Το εν λόγω βιβλίο μελέτησε ενδελεχώς ο π. Βασιλειος Σπηλιόπουλος, ο οποίος στη συνέχεια δημοσίευσε μια ευστοχότατη και απόλυτα τεκμηριωμένηκριτική με τίτλο: «Κρίσεις και σχόλια στο περιεχόμενοτου βιβλίου ‘Ασκητική της αγάπης’». Την κριτική προλογίζει ο αρχ. π. Σαράντης Σαράντος. Η πνευματική ζημία που προήλθε από την κυκλοφορία του βιβλίου αυτού είναι ανυπολόγιστη, δεδομένου ότι σήμερα διανύει την 13η έκδοσή του και έχει ήδη χρησιμοποιηθεί σε πολλές ενορίες ως εγχειρίδιο κατηχητικών σχολείων. Στις γραμμές που ακολουθούν θα προχωρήσουμε σε ένα σύντομο σχολιασμό του βιβλίου, αφού προηγουμένως παραθέσουμε μερικά βιογραφικά στοιχείατης εν λόγω μοναχής.

Η Γερόντισσα Γαρβιηλία γεννήθηκε στις 15 Οκτωβρίου του 1897 στην Κωνσταντινούπολη από εύπορους γονείς. «Ήταν το τέταρτο και το τελευταίο παιδί της οικογενείας. Από τα αδέλφια της η μεγάλη, η Βασιλική, ήταν εκείνη που της πρωτομίλησε για τον Θεό. Μαζί με τα παραμύθια που της διάβαζε, της έλεγε ιστορίες από το Ευαγγέλιο και την Παλαιά Διαθήκη». (Ιστ. «Διακόνημα»). Σπούδασε Γεωπονία στην Ελβετία, αλλά είχε αναπτύξει με τα φυτά «μεταφυσική σχέση», αφού «κυριολεκτικά μέχρι το τέλος της ζωής της «μιλούσε» μαζί τους και λες κι έβλεπες κάθε φορά την ανταπόκριση τους» (όπου ανωτ.). Μετά το θάνατο της μητέρας της το 1954 πήγε ως ιεραπόστολος στην Ινδία, την οποία αγάπησε με πάθος. Αλλά, στην αχανή αυτή χώρα, όπου έμεινε 5 χρόνια, εργάστηκε περισσότερο φιλανθρωπικά, παρά ιεραποστολικά, αφού «ποτέ δεν μιλούσε σε άλλους για τον Χριστό, αν δεν της το ζητούσαν οι ίδιοι» (όπου ανωτ.)! Επίσης εκεί γνωρίστηκε και ανέπτυξε φιλίες με την «μητέρα Τερέζα, Sivananda, Baba Amte» (όπου ανωτ.) και γνωστούς γκουρού του Ινδουισμού και του Βουδισμού, τους οποίους μνημονεύει στο σύγγραμμά της η υποτακτική της.

Από την μελέτη της κριτικής του π. Βασιλείου και ιδιαιτέρως των αποσπασμάτων του βιβλίου, διαπιστώσαμε ότι στο εν λόγω βιβλίο κυριαρχεί από την αρχή ως το τέλος το στοιχείο του θρησκευτικού συγκρητισμού και του Διαθρησκειακού Οικουμενισμού, ενώ παράλληλα ακυρώνεται η μοναδικότητα του Θεανδρικού προσώπου του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ο Οποίος ισοπεδώνεται και τοποθετείται στο ίδιο επίπεδο με τους άλλους αρχηγούς θρησκειών. Παράλληλα μέσω λόγων και πράξεων της Γερόντισσας γίνεται μια έντεχνη και μεθοδική προσπάθεια έμμεσης προβολής των βασικών δογματικών διδασκαλιών του Ινδουϊσμού και του Γκουρουϊσμού και των πρακτικών του. Σύμφωνα με μια γενική εκτίμηση του συγγραφέως της κριτικής, «το βιβλίο αυτό στοχεύει στην προώθηση του λαϊκού Οικουμενισμού, στην προώθηση δηλαδή ανάμεσα στους απλούς Ορθοδόξους Χριστιανούς, κληρικούς και λαϊκούς, της διδασκαλίας ότι όλες οι θρησκείες κατέχουν μέρος της αληθείας και συνεπώς, όχι μόνο δεν δικαιούμεθα να απορρίπτουμε τις διάφορες διδασκαλίες τους, αλλά έχουμε χρέος ιερό να τις αποδεχθούμε, ώστε να φθάσουμε κάποτε στην επιθυμητή, για τους φορείς αυτής της ιδέας, ένωση όλων των θρησκειών σε μία. Αποτελεί, άρα, πράξη μίσους, φανατισμού η ‘φονταμενταλισμού’, κατά τη μοντέρνα ορολογία, και μισαλλοδοξίας η εμμονή στα δόγματα, τους κανόνες και τις παραδόσεις της Εκκλησίας μας και η απόρριψη των υπολοίπων ομολογιών και δοξασιών, φαινόμενο που, κατά τη συγγραφέα, οφείλεται σε διάφορα κόμπλεξ και φοβίες που μας διακατέχουν», (σελ.4). Ο συγγραφέας της κριτικής, προκειμένου να τεκμηριώσει το παρά πάνω γενικό συμπέρασμα, παραθέτει στη συνέχεια ένα πλήθος περιπτώσεων λόγων και πράξεων της Γερόντισσας, (με πλήθος παραπομπών), που αποδεικνύουν «την ύπαρξη ενός ανελέητου και νεοεποχίτικου συγκρητισμού, όσο και τις πλάνες των ανατολικών θρησκειών, οι οποίες είναι διάσπαρτες σ’ όλο το βιβλίο, ‘μεταμφιεσμένες’ επιμελώς σε Ορθόδοξη πνευματικότητα»,(σελ.4).

Πιο συγκεκριμένα:

Γίνεται αναφορά «σε πάμπολλους αλλοθρήσκους και ετεροδόξους φίλους της Γερόντισσας, με τους οποίους διατήρησε σχέσεις σ’ όλη της τη ζωή, χωρίς ωστόσο να τους μεταστρέψει, ή έστω να καταβάλει την παραμικρή προσπάθεια. Αντίθετα, τους θεωρεί συχνά και ως αγίους (π.χ. σελ. 212 και 407) ή υπόδειγμα χριστιανών (σ. 72) και γι’ αυτό συνομιλεί μαζί τους για τον Θεό, (για ποιο Θεό άραγε;)», (σελ.4).

Γίνεται αναφορά για «τη στενή σχέση της Γερόντισσας με την αίρεση των Κουακέρων», (σελ.5). Οι Κουάκεροι είναι μέλη μιας Χριστιανικής Αντιτριαδικής Ομολογίας που φέρει την ονομασία «Θρησκευτική Κοινωνία των Φίλων» και ιδρύθηκε τον 17ο αιώνα στην Αγγλία από έναν περιπλανώμενο ιεροκήρυκα,τον Τζορτζ Φοξ. Κατά τον συγγραφέα της κριτικής «το έργο τους, , στη Θεσσαλονίκη διαφημίζεται ως σπουδαίο, ενώ η ίδια, , κατέχει θέση διευθύντριας στη σχολή τους, αλλά και διδασκάλου του Ευαγγελίου. Ποιός αφελής θα μπορούσε ποτέ να πιστεύσει, πως αν οι απόψεις της και η ερμηνεία που έδιδε στο Ευαγγέλιο δεν ταυτίζονταν απόλυτα μ’ αυτές της αιρέσεως, θα της εμπιστεύονταν τις δύο αναμφισβήτητα πιο ευαίσθητες θέσεις σε τέτοια αντιτριαδική αίρεση; Παράλληλα, δίδεται στον αναγνώστη η εσκεμμένη εντύπωση πως οι Κουάκεροι είναι ομάδα Ορθοδόξων χριστιανών με σπουδαίο μάλιστα έργο και δραστηριότητες, εντύπωση εσφαλμένη και άκρως επικίνδυνη, ακόμα και προσηλυτιστική».

Επίσης στο κρινόμενο βιβλίο,(σελ. 50-51),«γίνεται σύγκριση γκουρουϊστικών τεχνικών με Ορθόδοξες απόψεις. Θεωρεί δηλαδή η Γερόντισσα πως στον Ορθόδοξο Μοναχισμό, όπως και στον Ινδουϊστικό, είναι σύνηθες φαινόμενο η προσπάθεια του ασκητού να γίνεται αόρατος από τούς ανθρώπους, πράγμα εντελώς ξένο και άγνωστο στη δική μας ασκητική παράδοση. Στη σελ. 53 συγκρίνεται και η ινδουϊστική με την Ορθόδοξη λατρεία, χωρίς να απουσιάζει από τον κατάλογο των ‘ομοιοτήτων’ και η διαρκής επίκληση του ονόματος του Θεού, που δήθεν υπάρχει και στις δύο λατρείες, με μοναδική διαφορά το όνομα του Θεού, που ο ασκητής επικαλείται. Φυσικά, η διαφορά είναι πολύ πιο ουσιαστική, ενώ έντεχνα περνά και πάλι το μήνυμα ότι όλες οι θρησκείες έχουν την αλήθεια, με μόνη διαφορά το όνομα, που προσδίδουν στο Θείο», (σελ.6). Μ’ ένα ιδιαίτερο τρόπο παραλληλίζονται η νοερά προσευχή με τη γιόγκα και τον διαλογισμό και με έμφαση τονίζονται οι εξωτερικές ομοιότητες μεταξύ των δύο αυτών πρακτικών.

Παρά κάτω γίνεται λόγος για την προσκύνηση των τζαμιών και ότι αυτή «δεν αντιβαίνει στο πνεύμα του βιβλίου, αφού οι Μουσουλμάνοι, οι Ινδουϊστές αλλά και οι Εβραίοι έχουν τον Θεό μέσα τους και οδηγούνται από το ίδιο πνεύμα του Θεού, όπως η ίδια η Γαβριηλία υποστηρίζει», (σελ.6). Συγκεκριμένα γράφεται επί λέξει: «Μου έλεγαν πολλές φορές: Γιατί θεωρείς τους Ινδούς σαν δικούς σου, ή τους Μουσουλμάνους, ή τους Εβραίους; Μα γιατί εγώ βλέπω τον ίδιο τον Χριστό μέσα τους, που ίσως συνειδητά δεν τον γνώρισαν ακόμα… Και έβλεπα πολλούς από αυτούς με τις πράξεις τους να κάνουν αυτό που τους οδηγούσε να κάνουν το πνεύμα του Θεού…»,(σελ. 325).

Παρά κάτω αναφέρει ένα ακόμη παράδειγμα θρησκευτικού συγκρητισμού: Η συγγραφέας του βιβλίου θέλει να περάσει το μήνυμα ότι «εκείνο που σώζει είναι η λιτότητα, η πτωχεία και η στενή οδός, η οποία όμως, συγκεκαλυμμένα παρακάτω, βιώνεται και στα ορθόδοξα μοναστήρια και στα Άσραμ», (σελ. 7). Γράφεται επί λέξει: «Μα το είπε ο Κύριος. Στενή η οδός η άγουσα στην αλήθεια… Και με πήγε με το χέρι του. Και πάλι την άλλη μέρα αλλού και αλλού, στο νοσοκομείο ενός μεγάλου κοινοβίου με μοναχούς, όπου και εκεί ήταν όλα λιτά, όπως στα δικά μας μοναστήρια…» (σελ. 245-246).

Παρά κάτω, (σελ.9), επισημαίνει ότι στο βιβλίο (σελ. 288), «παρερμηνεύεται η αγάπη που οφείλουμε προς όλους και προβάλλεται η Γερόντισσα ως ομολογήτρια της πίστεως, ενώ όσοι διαφωνούν ονομάζονται διώκτες της αγάπης» και θεωρούνται ως φανατικοί, φονταμενταλιστές, φοβισμένοι, άπιστοι, μισαλλόδοξοι κ.λ.π. Προβάλλεται δηλαδή η γνωστή,οικουμενιστικού τύπου αγάπη, εν ονόματι της οποίας αποκρύπτεται η εν Χριστώ αλήθεια, τοποθετείται στο ίδιο επίπεδο με το ψεύδος των θρησκειών του κόσμου, ενώ παράλληλα καταβάλλεται προσπάθεια να έρθουν σε κοινωνία «αγάπης» η αλήθεια με το ψεύδος, το φως με το σκότος, αγνοώντας τον λόγο του αποστόλου: «μη γίνεσθε ετεροζυγούντες απίστοις, τις γαρ μετοχή δικαιοσύνη και ανομία; τις δε κοινωνία φωτί προς σκότος;», (Β΄ Κορ.6,14).

Παρά κάτω, (σελ.10), κάνει λόγο για την αντιστροφή των χριστιανικών όρων, που είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ιδεολογίας της Νέας Εποχής και ότι αυτό το φαινόμενο της αντιστροφής το συναντούμε συχνά στο κρινόμενο βιβλίο. Γράφει: «Παίρνουν π.χ. τον όρο προσευχή και τον ταυτίζουν με το περιεχόμενο του όρου διαλογισμός για να ελκύσουν τα ανυποψίαστα θύματά τους ευκολώτερα, κάμπτοντας πιθανούς ενδοιασμούς και παρασύροντας, ει δυνατόν, και τους εκλεκτούς, αφού γίνεται λόγος για χριστιανικές αρετές και μεθόδους. Το φαινόμενο της αντιστροφής είναι πολύ σύνηθες και στο βιβλίο αυτό. Με έξυπνο ομολογουμένως τρόπο, ετοιμάζεται ο αναγνώστης να δεχθεί την ινδουϊστική φιλοσοφία και ζωή, εφόσον μάλιστα παρουσιάζεται ως γνήσια μορφή Ορθοδόξου πνευματικότητος, κατηχείται και σταδιακά μυείται, ακουσίως μάλιστα, σ’ αυτήν και κινδυνεύει να απομακρυνθεί από τη ζωή της Εκκλησίας, ή να παραμείνει τυπικά σ’ αυτή, προσκυνώντας άλλους θεούς, δαίμονες στην πραγματικότητα, που θα αποκτούν αυξανόμενη εξουσία πάνω του, αποξενώνοντάς τον από τη Θεία Χάρη και αμαυρώνοντάς του τον χιτώνα του Βαπτίσματος», (σελ.10).

Παρά κάτω,(σελ. 13),στο κεφάλαιο περί της ολιστικής θεωρήσεως του κόσμου, που ως γνωστόν αποτελεί βασικό δόγμα της Νέας Εποχής, αποδεικνύει ότι η Γερόντισσα ήταν βαθιά διαποτισμένη από την πεπλανημένη αυτή διδασκαλία. Γράφει: «Ίσως και πάλι φαντάζουν υπερβολικές οι σκέψεις μας σε μερικούς. Αυτοί όμως ας μας εξηγήσουν γιατί η Γερόντισσα μας παροτρύνει: ‘Αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ’ όλης της ψυχής και εξ’ όλης της καρδίας σου και εξ’ όλης της διανοίας σου’ και σπεύδει να επεξηγήσει: ‘το σύμπαν δηλαδή’; (σελ. 199). Άρα, κατ’ αυτήν, ταυτίζεται το σύμπαν με τον Θεό, η κτίσις με τον Κτίσαντα, γεγονός που αποδεικνύει την υιοθέτηση εκ μέρους της τής ολιστικής θεωρήσεως του κόσμου».

Για να μην μακρηγορούμε, ο π. Βασίλειος αναφέρει στη συνέχεια πάμπολλες περιπτώσεις από το κρινόμενο βιβλίο,όπου αποδεικνύει ότι η Γερόντισσα προβάλλει ξεκάθαρα νεοεποχίτικες ιδέες και πρακτικές, ως δήθεν Ορθόδοξες, όπως είναι η χορτοφαγία, η γλωσσολαλιά, η Yama, η ανυπαρξία και η νέκρωση, ο διαλογισμός, η θετική σκέψη, η συμπαντική ενέργεια, αλλά και η προβολή πολλών δεισιδαιμονικών πρακτικών. Επιστέγασμα όλων αυτών ο ισχυρισμός της ότι είχε και «ιαματικό χάρισμα», «θεραπεύοντας» με τα χέρια της, τα οποία «έκαιγαν και κοκκίνιζαν τάχα από το Άγιο Πνεύμα».

Περαίνοντας την αναφορά μας, θέλουμε να συγχαρούμε τον π. Βασίλειο για την άριστη κριτική παρουσίασή του και να επισημάνουμεστον πιστό λαό του Θεού, ότι το εν λόγω βιβλίο περιέχει πλάνες, που προέρχονται από τον χώρο της παναιρέσεως του Οικουμενισμού με έντονο το στοιχείο του θρησκευτικού συγκρητισμού.Ως εκ τούτου είναι μεγάλος ο κίνδυνος,από ενδεχόμενη ανάγνωσή του,να αλλοιωθεί το Ορθόδοξο φρόνημά των πιστών και να παρασυρθούν σε συγκρητιστικές θεωρίες και αντιλήψεις, που θα τους οδηγήσουν μακριά από την σωστική αγκαλιά της Εκκλησίας μας, στην οποία, και μόνον, υπάρχει σωτηρία,ενώ έξω από αυτή υπάρχει ο όλεθρος και η καταστροφή. Ο κίνδυνος είναι ιδιαίτερα μεγάλος για τους πιστούςεκείνους, που δεν γνωρίζουν επαρκώς την Ορθόδοξη δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας μας και κατ’ επέκταση, δεν μπορούν να διακρίνουν με σαφήνεια την αλήθεια της Ορθοδοξίας από το ψεύδος της αιρέσεως. Και επειδή σήμερα ο πιστός λαός του Θεού στη μεγάλη πλειοψηφία του παραμένειδυστυχώς, από ραθυμία και αμέλεια,ακατήχητος και δεν διαθέτει τις κατάλληλες προϋποθέσεις, γι’ αυτό και δεν συνιστούμε την ανάγνωση του βιβλίου αυτού. Είναι όντως λυπηρό το γεγονός ότι ο μισόκαλος διάβολος κατορθώνει στις έσχατες και αποκαλυπτικές ημέρες μας να πλανήσει «ει δυνατόν και τους εκλεκτούς», (Ματθ.24,24), πρόσωπα δηλαδή που προέρχονται από τον χώρο του Μοναχισμού, ο οποίος αποτελεί το καύχημα της Εκκλησίας, ό,τι εκλεκτότερο έχει να παρουσιάσει σήμερα η Εκκλησία. Και ας μην ξεχνούμε ότι τα σκοτεινά κέντρα της «Νέας Εποχής» δεν στοχεύουν να αδειάσουν οι Εκκλησίες, αλλά να είναι γεμάτες με πιστούς, με αλλοιωμένο όμως φρόνημα και με νόθη «πνευματικότητα».

 

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών