ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ[:Α΄Κορ. 15,1-11]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«ΠΕΡΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΣ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 17-8-1980]
Β33]
Εάν έπρεπε, αγαπητοί μου, να ερωτήσουμε τι είναι το Ευαγγέλιον, θα μπορούσαμε με συντομία να απαντήσουμε: «Η παράδοσις της αληθείας». Αλλά τι είναι αλήθεια; Η αλήθεια είναι ο Χριστός και ο λόγος Του. Όχι ο λόγος Του, αλλά και ο λόγος Του. Διότι ο ίδιος είπε: «Ἐγώ εἰμί ἡ ἀλήθεια». Συνεπώς η αλήθεια είναι τα λόγια Του. Αλλά η πηγή των λόγων Του είναι ο Ίδιος. Συνεπώς η πηγή της αληθείας είναι το πρόσωπό Του.
Επανερχόμενοι λοιπόν εις την ερώτηση, εάν θα πρέπει να ρωτήσουμε τι είναι Ευαγγέλιον, θα απαντούσαμε: «Η Αλήθεια, η Παράδοσις της αληθείας». Δηλαδή ο Χριστός και ο λόγος Του. Αλλ’ όμως πολλές φορές, αγαπητοί μου, ξεχνάμε αυτήν την Παράδοσιν της αληθείας, που είναι το Ευαγγέλιον. Ο Απόστολος Παύλος θα βρεθεί σε μία πολύ δύσκολη θέση, δυσάρεστη, όταν θα γράψει την πρώτη προς Κορινθίους επιστολή του εις την εκκλησία της Κορίνθου και θα τους πει: «Γνωρίζω δὲ ὑμῖν, ἀδελφοί, τὸ εὐαγγέλιον ὃ εὐηγγελισάμην ὑμῖν, ὃ καὶ παρελάβετε, ἐν ᾧ καὶ ἑστήκατε, δι᾿ οὗ καὶ σῴζεσθε, τίνι λόγῳ εὐηγγελισάμην ὑμῖν εἰ κατέχετε, ἐκτὸς εἰ μὴ εἰκῆ ἐπιστεύσατε. Παρέδωκα γὰρ ὑμῖν ἐν πρώτοις ὃ καὶ παρέλαβον, ὅτι Χριστὸς ἀπέθανεν ὑπὲρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν κατὰ τὰς γραφάς, καὶ ὅτι ἐτάφη, καὶ ὅτι ἐγήγερται τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ κατὰ τὰς γραφάς» κ.λπ. Δηλαδή μερικοί Κορίνθιοι αμφισβητούσαν την ανάστασιν των νεκρών.
Και φυσικά, όπως λέγει ευστοχότατα κάποιος Πατήρ ότι «εάν αμφισβητείς την ανάστασιν των νεκρών, τότε μην μιλάς πια για το Ευαγγέλιο, δεν έχεις τίποτα». Και συνεπώς ο Απόστολος Παύλος βλέποντας πόσο ακριβώς μεγάλο είναι το θέμα αυτό, αφιερώνει ένα ολόκληρο και μακρότατο κεφάλαιον υπέρ της αναστάσεως των νεκρών, αφού βεβαίως η κατοχύρωσις θα γίνει επάνω στην Ανάσταση του Χριστού. Και θα τους πει: «Γνωρίζω δέ ὑμῖν ἀδελφοί», δηλαδή το «γνωρίζω» εδώ έχει την έννοια «Σας υπενθυμίζω. Γιατί το ξέρετε. Αλλά, το ξεχάσατε;». Δεν τους θίγει. Να τους πει: «Το αμφισβητήσατε; Σας υπενθυμίζω, λοιπόν, αδελφοί, το Ευαγγέλιον. Εκείνο που εγώ ευαγγελίστηκα σε σας. Εκείνο το οποίον εσείς παραλάβατε και επάνω στο οποίο σεις σταθήκατε, δια του οποίου Ευαγγελίου σεις σώζεσθε, εἰ κατέχετε, εάν βεβαίως το κρατάτε».
Εδώ βλέπομε, σ’ αυτήν την έκφρασή του, αγαπητοί μου, όλη εκείνη την διαδικασία της παραδόσεως της αληθείας. Γιατί είναι μεγάλο θέμα η παράδοσις της αληθείας. Είναι αυτό που πήρα εγώ, να το δώσω στον άλλον. Αλλά αυτό που θα δώσω στον άλλον, πώς θα το δώσω; Και αυτός που θα το πάρει από μένα και θα το δώσει στην επόμενη γενεά, πώς θα το δώσει; Θα το δώσει ακέραιο, σωστό, όπως ακριβώς βγήκε από την πηγήν; Ή θα είναι διαφορετικό; Έτσι προκύπτει, αγαπητοί μου, ένα πρόβλημα. Φυσικά αυτό που λέγει εδώ ο Απόστολος ότι «εγώ σας έδωκα το Ευαγγέλιον -εὐηγγελισάμην ὑμῖν τό Εὐαγγέλιον- το οποίον εσείς πήρατε και επάνω στο οποίο σταθήκατε», θέμα δεν ετίθετο τόσο τότε εις τον Απόστολον και την γενεά στην οποία υπάρχει, διότι είναι ο ίδιος εκείνος ο οποίος πήρε απευθείας από την πηγήν τον λόγο του Θεού, όπως και οι άγιοι Απόστολοι. Μάλιστα θα πει λίγο πιο κάτω, που ακούσαμε την αποστολικήν περικοπήν, ότι «εἴτε ἐγώ εἴτε ἐκεῖνοι, οὕτῳ κηρύσσομεν καί οὕτως ἐπιστεύσατε». «Έτσι κηρύσσομε και έτσι πιστεύετε. Αλλά το θέμα είναι ότι εκείνο που εγώ σας έδωκα, εσείς πώς το παραλάβατε; Και ακόμη, όταν εσείς θα το δώσετε λίγο πιο κάτω, οι άλλοι οι επιγενέστεροι, πώς θα το παραλάβουν;».
Όταν λέμε, αγαπητοί μου, «Παράδοση», τι ακριβώς εννοούμε; Είναι ό,τι λέγει η λέξις σε μία πρώτη διάσταση. Δηλαδή αυτό το οποίο παίρνω και δίδω. «Ὃ παρέλαβον -λέγει ο Απόστολος- ὃ καί παρέδωκα ὑμῖν». Τι; Ότι ο Χριστός απέθανε και την τρίτη ημέρα ανέστη. Αυτό πήρα, αυτό σας έδωκα. Αυτό βασικά είναι Παράδοσις. Αλλά το θέμα είναι όταν γραφτεί αυτή η Παράδοσις, κι αυτή η Παράδοσις εγράφη, είναι το Ευαγγέλιον - φερ’ ειπείν, αυτά που γράφει στους Κορινθίους ο Απόστολος Παύλος, αυτά αγαπητοί είναι κατατεθειμένα, έγιναν βιβλίο. Έτσι λοιπόν τίθεται το ερώτημα: Οι επόμενες γενεές, όταν θα διαβάσουν αυτό, πώς θα το καταλάβουν; Δηλαδή πώς θα το ερμηνεύσουν το Ευαγγέλιο; Διότι αν δεν υπήρχε πρόβλημα ερμηνείας, τότε δεν υπήρχε θέμα παραδόσεως. Εάν υπήρχε ένας τρόπος που όλες οι γενεές να καταλαβαίνουν το Ευαγγέλιο σωστά, όπως ακριβώς παρεδόθη από τον Κύριον στους μαθητάς Του, επαναλαμβάνω, δεν θα υπήρχε ανάγκη παραδόσεως.
Η Παράδοσις λοιπόν δεν είναι τίποτε άλλο παρά το φρόνημα της Εκκλησίας, πώς ακριβώς βλέπει τις Γραφές. Πώς η Εκκλησία, πάντοτε η Εκκλησία, από την εποχή των Αποστόλων, από την Αποστολικήν Εκκλησίαν μέχρι σήμερα, πώς η Εκκλησία βλέπει τις Γραφές και τι φρονεί γι’ αυτές. Δηλαδή, πώς ερμηνεύει τις γραφές. Και έτσι το κλειδί της ερμηνείας βρίσκεται μέσα εις αυτό το φρόνημα της Εκκλησίας, δηλαδή μέσα εις αυτήν την Παράδοση της Εκκλησίας. Είναι γνωστό ότι είναι θεμελιωδέστατο αυτό, από τα πιο θεμελιώδη. Γιατί αν αυτό δεν το κρατώ στα χέρια μου, τότε πώς θα καταλάβω την Γραφή; Και μην νομίσετε ότι αυτό είναι μια κουβέντα με την οποία μπορούμε τώρα να απασχολούμεθα και ανήκει σε κάποιους άλλους κύκλους θεωρητικούς. Όχι, δεν είναι καθόλου έτσι τα πράγματα. Το πείραμα έγινε. Έγινε στους Προτεστάντες. Επήραν την Γραφή και άρχισαν να την μελετούν. Και επειδή ήθελαν να αντιδράσουν εις την ρωμαϊκήν Εκκλησίαν, την Δυτικήν, την Εκκλησίαν της Ρώμης, γι΄αυτό τον λόγο άρχισαν να λέγουν ότι… «Μελετάτε την Γραφήν κι όπως την καταλαβαίνετε». Κι έτσι ο κάθε ένας μελετητής έγινε μία αυθεντία ερμηνείας. Το αποτέλεσμα; Επειδή δεν δέχτηκαν την Παράδοσιν, το φρόνημα της Εκκλησίας, πώς ερμηνεύει η Εκκλησία, το αποτέλεσμα είναι να διασπαστούν σε χίλια κομμάτια. Και η πίστις να διασπαστεί και να εισαχθούν πλήθος αναρίθμητο αιρέσεων. Επόμενο ήταν. Διότι όταν ο καθένας ερμηνεύει όπως θέλει, δεν θα εισαχθούν αιρέσεις;
Κατηγορούν την Εκκλησία μας ότι κρατούμε την Παράδοση. Προσέξτε. Όχι τας Παραδόσεις· την Παράδοσιν. Προσέξτε. Όχι τας Παραδόσεις· την Παράδοσιν(Το Π με κεφαλαίο και ενάρθρως). Την Παράδοσιν. Όχι «Παράδοσιν», την Παράδοσιν. Συγκεκριμένο στοιχείο. Την Παράδοσιν. Μας κατηγορούν. Ή ακόμη αν θέλετε και η εποχή μας είναι τέτοια, που εμείς οι ίδιοι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί να στεκόμεθα εναντίον της Παραδόσεως και να λέμε: «Και πού τα βρήκες αυτά; Και τι είναι αυτά;». Και πολλοί που θα’ θελαν ίσως να ζήσουν μία πνευματική ζωή, έξω όμως από την Εκκλησία, έξω από την Παράδοση της Εκκλησίας, όπως πολλές φορές έχομε λογίους ανθρώπους, που παίρνουν την Γραφή την μελετούν, την θαυμάζουν αλλά την καταλαβαίνουν όπως θέλουν αυτοί. Τότε αυτό δεν έχει καμία αξία. Γιατί απλούστατα η Γραφή κατανοείται μόνο μέσα εις την Εκκλησίαν. Μόνον. Δεν μπορώ ποτέ να βρω τον Χριστό, εάν δεν μελετήσω την Γραφή μες την Εκκλησία· που θα πει μέσα στο φρόνημα, με το φρόνημα της Εκκλησίας. Αυτή όμως η Παράδοσις είναι μέσα εις αυτήν την ουσίαν του Χριστιανισμού.
Θα μπορούσαμε να απαντήσομε λοιπόν το εξής: Όταν ο Χριστός παρέδωκε στους Αποστόλους την αλήθειαν, τι είπε; Είπε το εξής: «Εγώ δεν ελάλησα τίποτε απ’ ό,τι ήκουσα από τον Πατέρα. Τίποτα δεν ελάλησα παραπάνω ή παρακάτω απ’ ό,τι ήκουσα από τον Πατέρα. Κι εκείνο που ήκουσα από τον Πατέρα, τούτο λαλώ». Αλλά αυτό που ο Χριστός λαλεί επιβεβαιούται από το Πνεύμα το Άγιον την ημέρα της Πεντηκοστής. Συνεπώς παρατηρούμε ότι μέσα εις τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδος να υπάρχει μία ιδιότυπος παράδοσις. Λέγω «ιδιότυπος» διότι ο Θεός είναι εις. Η ουσία του Θεού είναι μία. Παρά ταύτα, επειδή «ο Χριστιανισμός είναι μίμησις της Αγίας Τριάδος», όπως λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, γι΄αυτό και εις το σημείο αυτό η Εκκλησία μιμείται την Αγία Τριάδα. Σε τι; Στην Παράδοση. Αφού ο Υιός τίποτα δεν λέγει απ’ ό,τι δεν ήκουσε από τον Πατέρα και το Πνεύμα το Άγιον επιβεβαιοί παν ό,τι ο Υιός είπε την ημέρα της Πεντηκοστής, διότι τότε κατενοήθη, αλλά και το σπουδαίον είναι ότι δεν θα ήρχετο ποτέ η Πεντηκοστή εάν ο άνθρωπος Ιησούς, όπως τον έβλεπαν οι άνθρωποι, δεν ήτο αληθής. Συνεπώς το Πνεύμα το Άγιον απέδειξε την ημέρα της Πεντηκοστής ότι ο Ιησούς είναι αληθής, συνεπώς είναι Θεάνθρωπος. Ώστε αυτή η Παράδοσις μέσα στη ζωή της Αγίας Τριάδος, που δείχνει μια πειθαρχία, η οποία μας καταπλήσσει, γίνεται μοντέλο, γίνεται πρότυπον για μας μες την Εκκλησία.
Έτσι τώρα πηγή είναι ο Ιησούς Χριστός. Διδάσκει. Οι μαθηταί ακούν. Κατόπιν εκείνοι παίρνουν την εντολή ότι «Πορευθέντες εἰς πάντα τά ἔθνη, διδάσκοντες αὐτούς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν». «Αφού τους διδάξετε να τηρούν όσα εγώ σας παρήγγειλα». Προσέξτε: Πάντα. Ούτε παραπάνω ούτε παρακάτω. Και η αξία, αγαπητοί μου, του Αποστόλου είναι η πιστότητα. Ο Απόστολος δεν πρωτοτυπεί. Η αξία του δεν είναι στην πρωτοτυπίαν. Η αξία του είναι εις την πιστότητα. Εάν παρέδωκε επακριβώς εκείνο το οποίον έχει πάρει.
Και κατόπιν, η Παράδοση αυτή περνάει στους αγίους της Εκκλησίας μας, στους Πατέρες. Και συνεπώς η Αποστολική Παράδοσις γίνεται Πατερική Παράδοσις. Και είναι το φρόνημα της Εκκλησίας. Είναι το κλειδί της ερμηνείας της Αγίας Γραφής. Λέγει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης χαρακτηριστικότατα εις την Α΄ του επιστολή. Δια πολλών, εγώ σας λέω μόνον τρεις λέξεις. Το λέγει κατ’ επανάληψιν συνωνύμους λέξεις: «Ὃ ἑωράκαμεν, ὃ ἀκηκόαμεν ἀπαγγέλλομεν ὑμῖν». «Εκείνο που είδαμε και εκείνο που ακούσαμε, αυτό σας λέμε. Τίποτα παραπάνω από εκείνο που είδαμε και ακούσαμε και τα χέρια μας», λέγει παρακάτω, «εψηλάφησαν περί του λόγου της ζωής. Και σας τα λέμε όχι για να κάνομε τον έξυπνο, αλλά για να έχετε κι εσείς την ζωή, όπως την έχομε και εμείς». Είναι καταπληκτικό, αγαπητοί μου. Αυτή ακριβώς η πιστότης. Θα μας πει δε αργότερα ο Μέγας Αθανάσιος το εξής θαυμάσιον: «Εἴδομεν καί αὐτήν τήν ἐξ ἀρχῆς Παράδοσιν καί διδασκαλίαν καί πίστιν τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας, ἥν (:την οποίαν) ὁ μέν Κύριος ἔδωκεν, οἱ δέ Ἀπόστολοι ἐκήρυξαν καί οἱ Πατέρες ἐφύλαξαν». «Καί οἱ Πατέρες ἐφύλαξαν». Συνεπώς το ταμείον της αληθείας είναι σ’ αυτό που εφύλαξαν οι Πατέρες, που επήραν από κείνο που εδίδαξαν οι Απόστολοι, οι οποίοι ήκουσαν από το στόμα του Χριστού. «Ἐν ταύτῃ γάρ τῇ παραδόσει ἡ Ἐκκλησία τεθεμελίωται». «Εδώ είναι», λέγει, «θεμελιωμένη, έχει θεμελιωθεί η Εκκλησία. Επάνω εις αυτήν την Παράδοσιν».
Έτσι, αγαπητοί, βλέπομε ότι δεν μπορούμε να λέμε ότι θα παίρνομε την Γραφή να την διαβάζομε, για να παίρνομε συνθήματα ζωής και να την εξηγούμε όπως εμείς την θέλομε και μας συμφέρει. Ή ακόμη να βλέπομε κάποια που να νομίζομε ότι μας αρέσουν και κάποια άλλα να τα βάζομε στην άκρη. Η Γραφή ολόκληρη είναι η αλήθεια.
Θα ΄θελα όμως ακόμη να σας τονίσω και κάτι άλλο. Πολλές φορές, όταν μελετούμε την Γραφή, νομίζομε ότι είναι ένα γράμμα η Γραφή. Όπως ακριβώς θα ήταν ένας που μας στέλνει ένα γράμμα, μια επιστολή, και ξεχνάμε για μια στιγμή τον αποστολέα και μένομε μόνο στο γράμμα. Έτσι θέλομε πολλές φορές να μείνομε σε ένα ρητό, το οποίο θα θέλαμε να το εφαρμόσομε. Σωστό. Δεν αντιλέγει κανείς. Ξεχνάμε όμως κάτι που είναι πολύ ουσιώδες. Ότι δεν είναι αρκετό να πεις «Θα βάλω μπροστά να εφαρμόσω το Ευαγγέλιον, με άσκηση φυσικά». Δεν πρέπει να ξεχνώ ότι πίσω από εκείνο που διαβάζω, πίσω από εκείνο το οποίον με πάσαν προσπάθειαν προσπαθώ να το οικειωθώ, είναι ένα πρόσωπο. Δεν είναι ένας λόγος. Είναι ένα πρόσωπο. Και το πρόσωπο αυτό είναι ο Ιησούς Χριστός. Γι΄αυτό η Παράδοσις δεν είναι ένα γράμμα. Είναι μία ζωντανή πραγματικότης. Και η τελειοτάτη έκφρασις αυτής της Παραδόσεως, όχι σαν γράμμα, αλλά σαν ζωή, είναι η Θεία Λειτουργία. Την νύχτα που παρεδίδετο ο Υιός Σου, ω Πάτερ, πήρε στα χέρια Του το ψωμί και το κρασί και είπε: «Αυτό είναι το Σώμα μου και αυτό είναι το Αίμα μου· γιατί είμαι Εγώ σ’ αυτό που τώρα Εγώ σας παραδίδω». Και η Εκκλησία εκράτησε την υψίστην Παράδοσιν, την Θεία Λειτουργία. Τον ανεκτίμητον αυτόν θησαυρόν. Και δεν έχομε πια μια παράδοση γράμματος, αλλά μια Παράδοση προσώπου. Αυτόν τον Ίδιον τον Χριστό· ο Οποίος είναι… το Σώμα Του, η Εκκλησία. Έτσι, ο Χριστός και η Εκκλησία είναι Ένα. Ό,τι η κεφαλή με το σώμα. «Και το σώμα του Χριστού», λέει ο Απόστολος Παύλος, «είναι η Εκκλησία». Όταν κοινωνούμε σωστά, όπως πρέπει, το σώμα και το αίμα του Χριστού, κρατάμε την Παράδοση, την ζώσα Παράδοση. Γι’ αυτόν τον λόγο λέγει ο Απόστολος Παύλος ότι θα τελείται το μυστήριον αυτό ἄχρις οὗ ἄν ἔλθῃ, έως ότου έλθει ο Χριστός. Δεν έχει σημασία, αγαπητοί μου, αν λίγοι άνθρωποι τηρούν αυτό. Έστω κι αν αποτελεστεί ένα λείμμα. Πάντα δε, θα είναι η Ορθοδοξία.
Μην το ταυτίζομε, θέλω να ξυπνήσομε λίγο, να ξυπνήσομε. Μην το ταυτίζομε, «ΕΛΛΑΣ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ». Κάποτε θα δραπετεύσει η Ορθοδοξία από την Ελλάδα. Θα δραπετεύσει. Δεν ξέρω πού θα πάει. Στην Κίνα θα πάει; Στην Ουγκάντα θα πάει; Στον Βόρειο Πόλο θα πάει; Δεν ξέρω. Στους Εσκιμώους; Δεν ξέρω. Ένα μόνο. Η Ορθοδοξία θα μείνει ἄχρις οὗ ἄν ἔλθῃ ο Χριστός. Μας το είπε ο Απόστολος Παύλος. Βεβαίως, εάν δεν μείνει η Ορθοδοξία στην Ελλάδα, εδώ που κηρύχτηκε κι από δω που ξεκίνησαν οι ιεραπόστολοι, πραγματικά θα ήταν κάτι πολύ λυπηρό για μας. Πάρα πολύ λυπηρό για μας. Αλλά, όπως πηγαίνομε και όπως σκεφτόμαστε και όπως κινούμεθα εμείς οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, φοβάμαι ότι γρήγορα θα χάσομε αυτήν μας την μεγάλη δόξα και τιμή. Όπως την έχασαν και οι Εβραίοι· την τιμή να γνωρίσουν τον Χριστό. Μην νομίζετε, ο Θεός δεν μεροληπτεί. Ο Θεός δεν περιορίζεται από συναισθηματισμούς. Όχι. «Τήρησες; Θα σε ανεβάσω και θα σε δοξάσω. Δεν ετήρησες; Θα σε απορρίψω»... Δεν εδίστασε, λέει ο Απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή του, «να απορρίψει τον Ισραήλ. Εσύ ποιος είσαι; Εσύ είσαι αγριέλαιος. Θα σε απορρίψει. Εάν λέει την φύσει καλλιέλαιον απέρριψε, εσύ που είσαι αγριέλαιος και σε εκέντρισε δηλαδή σε μπόλιασε, πολύ παραπάνω θα σε απορρίψει».
Γι’ αυτόν τον λόγο αν αγαπάμε και την πατρίδα μας, την Ελλάδα, ας προσέξομε. Η Ελλάς υπάρχει γιατί υπάρχει Ορθοδοξία. Ή καλύτερα, η δόξα της Ελλάδος είναι η Ορθοδοξία. Και η Ορθοδοξία είναι η Παράδοση της Εκκλησίας, είναι η Παράδοση των Αποστόλων, είναι η Παράδοση των Πατέρων. Και εμείς είμεθα η ζώσα παρακαταθήκη. Αλλά ακόμη κάτι να μην ξεχνάμε. Οι Πατέρες, όπως και ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης και ο Θαλής ο Μιλήσιος και ο Σωκράτης και ει τις έτερος σοφός και σπουδαίος, όπως και οι μεγάλοι καλλιτέχνες, δεν ανήκουν στην Ελλάδα αλλά σε όλον τον κόσμο. Είναι κληρονομιά όλου του κόσμου. Βεβαίως οι Πατέρες είναι Έλληνες, αλλά δεν ανήκουν παρά σε ολόκληρο τον κόσμο. Μην, λοιπόν, εμείς καυχόμαστε και λέμε ότι οι Πατέρες ήσαν Έλληνες. Είδατε τι σας διάβασα; Την γνώμη του Μεγάλου Αθανασίου. Και όμως οι Πατέρες θα πουν: «Ανήκομε σ’ όλο τον κόσμο. Όπου υπάρχει Ορθοδοξία. Και σας σάς αγνοούμε». Μη μείνομε, δηλαδή, μόνο με το όνομα. Με ψιλό όνομα ότι οι Πατέρες είναι Έλληνες. Αλλά να κρατήσομε την πίστιν μας. Λέγει ο Απόστολος Παύλος: «Κρατάτε τάς παραδόσεις». Να κρατάτε τις παραδόσεις που εγώ σας παρέδωσα. Θα πει να κρατούμε ,να φυλάττουμε. Και τι λέγει ο Κύριος στην Αποκάλυψη σε μια Του επιστολή σε μία Του Εκκλησία. «Κράτει ὃ ἔχεις ἕως οὗ ἄν ἔλθω». «Κράτησε αυτό που έχεις, έως ότου έλθω». Και θέλετε; Αυτή η Εκκλησία της Μικράς Ασίας… -αν και οι επτά Εκκλησίες της Μικράς Ασίας είναι τύπος της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας με επτά πτυχές, με επτά πλευρές, μία η Εκκλησία. Αυτές οι τοπικές Εκκλησίες αποτελούν τύπον. Αυτή η Εκκλησία που πήρε την εντολή να κρατήσει εκείνο που έχει έως ότου έλθει ο Χριστός, δεν το κράτησε. Η λυχνία της έσβησε. Οριστικά το 1922. Έσβησε. Πάει. Βλέπετε δεν εκράτησε την λυχνίαν έως ότου έλθει ο Χριστός. Τι δυστύχημα… Λοιπόν η φωνή του Χριστού μάς ειδοποιεί: «Κράτει ὃ ἔχεις ἕως οὗ ἄν ἔλθω».
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας και επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
· Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
· http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_069.mp3