Τετάρτη 24 Αυγούστου 2022

Τά προφητικά λόγια τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ γιά τά ἔσχατα χρόνια πού ζοῦμε (Μακαριστού Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου)


 






















































































































































































Μακαριστός Μητροπολίτης Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας Αυγουστίνος Καντιώτης (1907 – 2010)
Tου μακαριστού Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
 
~ Θὰ προσπαθήσω, ἀγαπητοί μου, νὰ μιλήσω ἁπλᾶ, ὥστε νὰ μὲ καταλάβῃ κ᾽ ἕνα παιδί.
 
Τὰ θέματα εἶνε πολλά. Ἀπ᾿ ὅλα τὰ θέματα δια­λέγω, μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς ἑορτῆς τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, νὰ σᾶς μιλήσω γιὰ μερικὲς μόνο ἀπὸ τὶς προφητεῖες τοῦ ἁγίου.
 
*****
 
Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, ἀδελφοί μου, ὅσα γράμ­ματα κι ἂν μάθουμε, δὲν ξέρουμε τί θὰ γίνῃ ὕ­στερα ἀπὸ μιὰ ὥρα· εἴμαστε σὰν τοὺς τυφλο­πόντικες, δὲν βλέπουμε πιὸ πέρα. Ὁ ἅγιος Κο­σμᾶς εἶχε μάτια πνευματικά. Πετοῦσε ψηλά, ἔβλεπε μακριὰ σὰν ἀετός, καὶ προεῖδε πράγμα­­τα, ποὺ ἔγιναν ὕστερα ἀπὸ 100 – 200 χρόνια, πρά­γματα ποὺ γίνον­ται στὶς ἡμέρες μας. Ἦ­ταν πράγματι ἅγιος μὲ χάρισμα προφητικό.
 
Προεῖδε ὅτι θὰ ᾿ρθοῦν ἡμέρες δύσκολες, ὅ­τι θὰ ᾿ρθῇ μεγάλο κακὸ στὸν κόσμο. Καὶ ποιό εἶνε αὐτὸ τὸ μεγάλο κακό· ὅτι οἱ ἄνθρωποι θὰ πάψουν νὰ ἀγαποῦν τὸ Θεό. Καὶ πῶς θὰ γίνῃ αὐτό, πῶς οἱ ἄνθρωποι θὰ φύγουν ἀπὸ τὸ Θεό; ποιά θὰ εἶνε ἡ αἰτία;
 
Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς

Τὸ λέει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς· «Τὸ κακὸ θὰ σᾶς ἔρ­­­θῃ ἀπὸ τοὺς διαβασμένους» (ἐπισκ. Αὐγ. Καντιώτου, Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ᾽Αθῆναι 201331, πρ. 54, σ. 308), ἀπὸ τὰ ἄθεα γράμματα. Καὶ τὸ εἴδαμε αὐτό. Δὲν κατηγορῶ τὰ σχολεῖα, ἀλλὰ μερικοὶ μάθαιναν λίγα γράμμα­τα καὶ κατόπιν γύριζαν στὰ χωριὰ κι ἄνοιγαν τὸ στόμα τους κ᾽ ἔλεγαν πὼς δὲν ὑπάρχει Θεὸς καὶ πὼς αὐ­τὸ τὸ ἀπέδειξε τάχα ἡ ἐπιστήμη. Μεγά­λο ψέμα. Οἱ ἀληθινοὶ ἐπιστήμονες πιστεύουν στὸ Θεό. Κάθε σπίτι ἔχει τὸν κατασκευα­στή του, καὶ τὸ μεγάλο αὐτὸ σπίτι τοῦ σύμπαντος τὸ κατασκεύασε ὁ Θεός· «Πᾶς οἶκος κατασκευά­ζεται ὑπό τινος, ὁ δὲ τὰ πάντα κατασκευάσας Θεός», λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Ἑβρ. 3,4).

 
 Εἶπε ἀκόμη ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, ὅτι θὰ ᾽ρθῇ μεγά­λη πεῖνα· τέτοια πεῖνα, ποὺ γιὰ μιὰ φούχτα ἀλεύρι θὰ δίνῃς μιὰ φού­χτα χρυσάφι. «Μιὰ χού­­φτα μάλαμα μιὰ χούφτα ἀλεύρι» (ἔ.ἀ. πρ. 40, σ. 306). «Λυπη­ρὸν εἶνε νὰ σᾶς τὸ εἰπῶ· σήμε­ρον αὔ­ρι­ον καρτεροῦμεν δίψες, πεῖνες μεγά­λες ποὺ νὰ δίδωμεν χιλιάδες φλουριὰ καὶ νὰ μὴν εὑρίσκω­μεν ὀλίγον ψωμί» (ἔ.ἀ. πρ. 75, σ. 312). «Ἂν βρίσκουν στὸ δρόμο ἀσήμι, δὲν θὰ σκύβουν νὰ τὸ πάρουν· γιὰ ἕνα ὅμως ἀστάχυ θὰ σκοτώνωνται ποιός νὰ τὸ πρωτοπάρῃ…» (πρ. 53, σ. 308). Καὶ τὰ εἴ­δαμε αὐτά, ἀδέρφια μου, στὰ χρόνια τῆς Κατο­χῆς· ἐγὼ εἶδα παιδὶ στὴν Κοζάνη, στὴν Ἑ­στία τῶν σισσιτίων, νὰ σαλιώνῃ τὸ δάχτυλο καὶ νὰ σκύβῃ νὰ μαζεύῃ ψίχουλα γιὰ νὰ χορτάσῃ. Πέρασε ἡ ἐποχὴ ἐκείνη, μὰ θὰ εἶμαι ψεύτης ἂν δὲν σᾶς πῶ μιὰ ἀλήθεια· ὅτι θὰ ᾿ρθῇ κάποια πεῖνα στὴν πατρίδα μας χειρότερη ἀπὸ ἐκείνη τῆς Κατοχῆς. Καὶ θυμηθῆτε τὰ λόγια τοῦ ἁ­γίου Κοσμᾶ. Καλότυχοι δὲν θά ᾽νε αὐτοὶ ποὺ κάθονται στὶς μεγάλες πόλεις –μὴν τοὺς μακα­ρίζετε αὐτούς–, ἀλλὰ ὅσοι θὰ κάθωνται στὴν ὕπαιθρο. Οἱ πόλεις θὰ ἀδειάσουν, θὰ μείνουν ἔ­ρημες, μόνο σκυλιὰ θὰ ἀλυχτᾶνε μέσα στὴ Θεσσαλονίκη καὶ στὴν Ἀ­θήνα.
 
 Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς πρὶν διακόσα χρόνια ἔκανε προφητεῖες γιὰ τὶς ἀνακαλύψεις τῶν ἡμε­ρῶν μας. Τί εἶπε· «Θὰ ᾽ρθῇ καιρὸς ποὺ οἱ ἄνθρω­ποι θὰ ὁμιλοῦν ἀπὸ ἕνα μακρινὸ μέρος σὲ ἄλλο, σὰν νἆνε σὲ πλαγινὰ δωμάτια, π.χ. ἀπὸ τὴν Πό­λι στὴ Ρωσία» (πρ. 119, σ. 318)· ἐννοοῦσε τὰ τηλέφωνα καὶ τὸν ἀσύρματο, ποὺ τότε δὲν ὑπῆρχαν.
 
 Εἶπε ἀκόμα ὁ ἅγιος· «Θὰ δῆτε στὸν κάμπο ἁ­­μάξι χωρὶς ἄλογα νὰ τρέχῃ γρηγορώτερα ἀ­πὸ τὸν λαγό» (πρ. 117, σ. 318)· ἐννοοῦσε τὰ αὐ­τοκίνητα.
 
 Εἶπε ἐπίσης ὁ Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὅτι «Θὰ ἔρ­θῃ καιρὸς ποὺ θὰ διευθύνουν τὸν κόσμο τὰ ἄ­λαλα καὶ τὰ μπάλαλα» (πρ. 44, σ. 307)· τὰ χέρια τῶν ἀνθρώπων δὲν θά ᾿χουν ἀξία, γιατὶ θὰ κυβερ­νοῦν οἱ μηχανές, «τὰ ἄλαλα καὶ τὰ μπάλαλα».
 
 Εἶπε ὅμως καὶ κάτι ἄλλο ὁ ἅγιος Κοσμᾶς· «Θὰ δῆτε νὰ πετᾶνε ἄνθρωποι στὸν οὐρανὸ σὰν μαυροπούλια καὶ νὰ ρίχνουν φωτιὰ στὸν κόσμο…» (πρ. 120, σ. 318-9)· ἐννοοῦσε τὰ πολεμικὰ ἀ­εροπλάνα. Αὐτὰ δὲν γράφτηκαν ἐκ τῶν ὑστέρων· τὰ εἶπε τότε καὶ βγήκανε τώρα.
 
 Σπουδαῖα ἀκόμη εἶνε κι αὐτὰ ποὺ εἶπε γιὰ πολέμους καὶ ἐξοπλισμούς. «Θὰ ἔρ­θῃ καιρὸς ποὺ θὰ φέρῃ γῦρες ὁ δι­ά­βολος μὲ τὸ κολοκύθι του» (πρ. 84, σ. 313)· καὶ πράγματι οἱ πύραυλοι καὶ τὰ διαστημόπλοια μοιάζουν μὲ κολοκύθι.
 
 Προφήτευσε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, ὅτι θὰ γίνῃ ἕ­νας φοβερὸς πόλεμος, ὁ τελευταῖος, ποὺ «οἱ βράχοι καὶ οἱ λάκκοι θὰ εἶνε γεμᾶτοι κόσμο» (πρ. 73, σ. 312),«γεμᾶτοι φεύγοντας» (πρ. 28, σ. 305).
 
 «Στὴν Πόλι θὰ χυθῇ αἷμα ποὺ τριχρονίτικο δα­­μάλι θὰ πλέξῃ (=πλεύσῃ)» (πρ. 58, σ. 308)· θὰ χυθῇ τόσο αἷμα, ὥστε θὰ κολυμπήσῃ τὸ μοσχάρι, θὰ φτάσῃ μέχρι τὰ χαλινάρια τοῦ ἀλόγου.
 
 Καὶ εἶπε ἀκόμα, ὅτι ἡ γῆ θὰ ἀραιώσῃ. «Μετὰ τὸν πόλεμον οἱ ἄνθρωποι θὰ τρέχουν μισὴ ὥ­ρα δρόμο, γιὰ νὰ βρίσκουν ἄνθρωπο καὶ νὰ τὸν κάμουν ἀδελφό» (πρ. 76, σ. 312). Θὰ σκοτωθοῦν τόσο πολλοὶ ἄνθρωποι, ὥστε θὰ περπατᾷς καὶ δὲν θὰ βρίσκῃς ἄνθρωπο.
 
Μὴ φοβηθῆτε, ἔλεγε στοὺς πιστοὺς ὁ ἅ­γι­ος Κοσμᾶς· στὸ τέλος δὲν θὰ νικήσῃ ὁ διάβο­λος, οἱ κακοὶ ἄνθρωποι θὰ τιμωρηθοῦν· θὰ νικήσῃ ὁ Χριστὸς καὶ αὐτὸς θὰ βασιλεύσῃ στὴ γῆ.
 
Κάπου ἔξω ἀπ᾽ τὰ Γιάννενα ὁ ἅγιος Κοσμᾶς συνάντησε ἕνα παιδὶ 17 – 18 χρονῶν ποὺ ἔ­βοσκε πρόβατα. Πλησίασε τὸν ἅγιο καὶ τοῦ λέει· –Δὲ μοῦ λές, παππούλη, τί θὰ γίνω ἐ­­γώ; Τὸν κοίτα­ξε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, τὸν ζύ­γισε, καὶ τοῦ λέει· –«Θὰ γίνῃς μεγάλος ἄν­θρω­πος… Καὶ στὴν Πόλι θὰ πᾷς, μὰ μὲ κόκκινα γέ­νεια» (πρ. 115, σ. 317). Τὸ παιδὶ αὐτὸ ἦταν ὁ Ἀλῆ πα­σᾶς. Μεγάλωσε, ἔ­φυγε ἀπὸ τὰ βουνά, πῆγε κάτω, ἔγινε πασᾶς· τυράννησε, ἔσφαξε, ἔπνιξε, ἀτίμασε, ἔβαψε τὰ χέρια του στὸ αἷμα. Ἀ­πέ­κτησε πλοῦτο, γέμι­σε πιθάρια χρυσάφι, ἔ­κανε κάστρο στὸ νησὶ τῶν Ἰωαννίνων. Ἔγινε θηρίο μεγάλο, ὑπερηφανεύ­τηκε, ἕως ὅ­του ἐ­παναστάτησε κ᾽ ἐναντίον τοῦ σουλτά­­νου. Κι ὁ σουλτᾶνος διέταξε τὰ στρατεύματά του, τὸν πολέμησαν, τὸν ἔπιασαν, τὸν σκότωσαν, καὶ τοὺς εἶπε νὰ πᾶνε τὸ κεφάλι του κομμένο στὴν Πόλι. Τό ᾽βαλαν αἱμόφυρτο πάνω σ᾿ ἕ­να πάσσαλο νὰ τὸ βλέπῃ ὁ κόσμος, τὸ πέρασαν ἀπὸ τὰ Γιάννενα καὶ ἄλ­λες πολιτεῖες, καὶ τέλος ἔφτασε στὴν Πόλι μὲ κόκκινα τὰ γένεια. Ἔτσι καὶ αὐτὸς ὁ προφητι­κὸς λόγος τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ ἔγινε πραγματικότης.
 
 Εἶπε ἀκόμα ὁ ἅγιος κι αὐτὴ τὴν προφητεία· «Μετὰ τὸ γενικὸ πόλεμο θὰ ζήσῃ ὁ λύκος μὲ τ᾽ ἀρνί» (πρ. 60, σ. 308). Εἶνε ποτὲ δυνατὸν νὰ βοσκή­σῃ λύκος μὲ ἀρνὶ καὶ νὰ μὴν τὸ φάῃ; Τί ἐννοοῦσε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς; Ὑπάρχουν δύο λογιῶν λύκοι. Ὑπάρχει ὁ λύκος ποὺ ξέρετε, στὰ βουνά· ὑπάρ­χει ὅμως κ᾽ ἕνας ἄλλος λύκος, ὁ κακὸς καὶ δι­εστραμμένος ἄνθρωπος· ὁ φονιᾶς ποὺ βάφει τὰ χέρια του στὸ αἷμα, αὐτὸς ποὺ παλαμίζει τὸ Εὐαγγέλιο στὰ δικαστήρια, αὐ­τὸς ποὺ βλαστημάει τὰ θεῖα, αὐτὸς ποὺ δὲν πατάει στὴν ἐκ­κλησία, αὐτὸς ποὺ δέρνει τὴ γυ­ναῖκα του καὶ τυ­ραννάει τὰ παιδιά του, ὁ χαρτοπαίκτης, ὁ ἄσω­τος, αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει μέσα του Θεό. Αὐτοὶ εἶνε τὰ θηρία τὰ μεγάλα· μὰ θὰ ᾿ρθῇ μέρα ποὺ κι αὐτοὶ θὰ γονατίσουν μπροστὰ στὸ Χριστό, ὅλοι αὐτοὶ οἱ λύκοι θὰ γίνουν ἀρνιά, καὶ ὅλος ὁ κόσμος θὰ γίνῃ ἕνα μαντρὶ μεγάλο μὲ πρόβα­τα ἥμερα, ποὺ θά ᾽χουν ἕνα ποιμένα, τὸ Χριστό.
 
*****
 
Τελειώνοντας, ἀγαπητοί μου, τονίζω δύο πράγματα ποὺ ἀποδίδονται στὸν ἅγιο Κοσμᾶ.
 
 Πρῶτον. Τὸν ρώτησαν κάποτε· –Πότε θὰ γί­νῃ τὸ μεγάλο κακό; Καὶ ἀπήντησε· –Ὅ­ταν θὰ δῆ­τε ν᾽ ἀδειάζουν οἱ ἐκκλησιὲς καὶ νὰ γεμίζουν οἱ φυλακές. Στὴν τουρκοκρατία, χωρὶς καμπάνες γιατὶ οἱ Τοῦρκοι δὲν ἐ­πέτρε­παν, οἱ Χριστιανοὶ ἔτρεχαν στὴν ἐκκλησία· τώρα χτυπᾶνε καμπάνες μεγάλες, μὰ οἱ ἄνθρωποι δὲν πατᾶνε στὴν ἐκκλησιά, δὲν ὑ­πάρχει παιδὶ νὰ κρατήσῃ τὴ λαμπάδα. Ἄλλος εἶνε ξαπλωμένος στὸ κρεβά­τι του, ἄλλος παίρνει τὸ τουφέκι του καὶ πάει νὰ κυνηγήσῃ, ἄλλος κλείνεται σὲ κέντρα καὶ χαρτοπαίζει, ἄλλος πηγαίνει στὰ χωράφια του, καὶ ἄλλος ἀλλοῦ. Πραγματοποιήθηκε ὁ λόγος· ἄδειασαν οἱ ἐκκλησιὲς καὶ γέμισαν οἱ φυλακές.
 
 Καὶ δεύτερον. Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς εἶπε, ὅτι ὁ δι­άβολος θὰ μᾶς κοσκινίσῃ. Θὰ κατεβῇ στὴ γῆ, ὅπως λέει ἡ Ἀποκάλυψις (12,12)· κι ἀπὸ ὥρα σὲ ὥ­ρα περιμένουμε τὸν ἀντίχριστο, ποὺ θὰ μᾶς κοσκινίσῃ ὅλους· τὰ παλάτια καὶ τὸ λαό, τοὺς πλουσίους καὶ τοὺς φτωχούς, τοὺς ἐργοστασιάρχες καὶ τοὺς γεωργούς, τοὺς παπᾶδες καὶ δεσποτάδες καὶ πατριάρχες.
Θὰ μᾶς κοσκινίσῃ ὅλους ὁ διάβολος. Ἀλλά, ἀδέρφια μου, μὴ φοβηθῆτε· ὄχι. Παραπάνω ἀπ᾽ ὅλα εἶνε ὁ Κύριος! Κι ἂν δὲν πιστεύῃ ἡ μάνα κι ὁ πατέρας σου, κι ἂν μέσ᾽ στὸν κόσμο μεί­νῃς ἕνας, νὰ γονατίζῃς μπροστὰ στὸ Χριστὸ καὶ νὰ λές· «Πιστεύω, Κύριε· βοήθει μου τῇ ἀ­πιστίᾳ» (Μᾶρκ. 9,24). Δὲν θὰ νικήσῃ ὁ διάβολος, δὲν θὰ νικήσουν οἱ αἱρετικοὶ καὶ οἱ ἄθεοι· θὰ νική­σῃ ὁ Χριστός, ποὺ ζῆ καὶ βασιλεύει εἰς τοὺς αἰ­ῶνας, θὰ νικήσῃ ἡ Ὀρθόδοξος Πίστι. Κοντὰ στὸ Χριστό, μικροὶ καὶ μεγάλοι. Στὰ ἅγιά μας χώματα νὰ παλέψουμε ἔναντι τοῦ διαβόλου.
 
Καὶ ὁ Χριστός, εὔχομαι ἐγὼ ὁ ἁμαρτωλός, νὰ σᾶς φυλάῃ. Νὰ φυλάῃ τὸν τόπο σας, τὶς γυ­ναῖκες καὶ τὰ παιδιά σας. Νὰ εἶστε εὐλογημένοι καὶ τρισευλογημένοι ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου· ἀμήν.
 
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος