Παρασκευή 5 Αυγούστου 2022

ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΘΕΙΑ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΙ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

 «Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»

ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΙ ΛΟΓΟΙ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΥΑΚΙΝΘΟΥ

'Ηγουμένου  τῆς 'Ιερᾶς Μονῆς Πούτνα Μολδαβίας Ρουμανίας

(1924-1998)

Μετάφρασις ἀπό τά ρουμανικά π. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης

 'Αγαπητοί μου Χριστιανοί,

            Γνωρίζοντας ὁ Σωτήρ μας ὅτι ὁ ἄνθρωπος πάντοτε κλονίζεται ψυχικά στόν καιρό τῆς δοκιμασίας του, ἠθέλησε πρίν ἀπό τό ἑκούσιο Πάθος Του νά ἐνδυναμώση τούς μαθητές Του ἀποδεικνύοντάς τους, μέσῳ ἑνός μυστικοῦ θαύματος, ὅτι Αὐτός εἶναι πράγματι ὁ Μεσσίας, πού προαναγγέλθηκε ἀπό τούς Προφῆτες.

            'Αφήνοντας τήν ὁμάδα τῶν μαθητῶν Του στούς πρόποδες ἑνός μικροῦ βουνοῦ τῆς Γαλιλλαίας, πού ἐκαλεῖτο Θαβώρ, ἐπῆρε μαζί Του μόνο τρεῖς, τόν Πέτρο, τόν 'Ιάκωβο καί τόν 'Ιωάννη, τόν ἀδελφό του καί ἀνεβαίνοντας ψηλά στό ὄρος, ἐστάθησαν καί προσηύχοντο, (Λουκ.9,29). Ξαφνικά ἔλαμψε τό Πρόσωπό Του σάν τόν ἥλιο, ἐνῶ τά ἱμάτιά Του ἔγιναν λευκά σάν τό φῶς. Πόσο ἀναγκαία εἶναι ἡ προσευχή τήν ὁποία ὁ ῎Ιδιος ὁ Χριστός ὑπεραγαποῦσε! Καί πόσο μεγάλα εἶναι τά θαύματά Του! Αὐτή ἐνδύει τήν ψυχή μέ τήν φλόγα τοῦ πυρός, γεμίζει τήν καρδιά μέ τόν ἄνθρακα τῆς ἀγάπης, στολίζει τά μάτια μέ τά μαργαριτάρια τῶν δακρύων, ἐνῶ μπροστά τά σκεπάζει μέ τό πέπλο τοῦ φωτός!

            Τήν ἴδια στιγμή παρουσιάσθηκαν ὁ Μωϋσῆς καί ὁ 'Ηλίας, οἱ ὁποῖοι συνωμιλοῦσαν μέ τόν 'Ιησοῦ γιά τά ἑκούσια Πάθη Του. 'Ο Μωϋσῆς μέ τήν πραότητα καί τήν ἀποστολική του χάρι ἀντικρύζει τόν ῎Ιδιο τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, ὁ 'Οποῖος ἦλθε νά μᾶς λυτρώση ἀπό τήν αἰχμαλωσία τῆς ἁμαρτίας, ἐνῶ ὁ 'Ηλίας, μέ τόν ζῆλο του ἀπεικονίζει τόν 'Ιωάννη τόν Βαπτιστή, ὁ ὁποῖος ἦλθε <ἐν πνεύματι καί δυνάμει 'Ηλιοῦ>.

            Γεμᾶτος ἀπό ἀπερίγραπτη χαρά ὁ Πέτρος ἐπεθύμησε νά μείνη ἐκεῖ γιά πάντα, μέσα στό φῶς τῆς Θεότητος, ἐξ αἰτίας τοῦ ὁποίου εἶπε αὐτά τά λόγια: <Κύριε, καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναιὅ (Ματθ.17,4). 'Αλλά ὁ 'Ιησοῦς δέν ἔδωσε ἀπάντησι στήν ἐπιθυμία του. Καί τήν ἴδια στιγμή ἕνα φωτεινό σύννεφο τούς ἐσκέπασε ὅλους καί μέσα ἀπό τό σύννεφο ἀκούσθηκε ἡ φωνή τοῦ Πατρός: <Οὗτος ἐστιν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ὧ εὐδόκησα· αὐτοῦ ἀκούετε> (Ματθ.17,5>. Σάν νά τούς ἔλεγε: Σᾶς ἔδωσα ὅ,τι πολυτιμώτερο, καί καλλίτερο εἶχα, τόν Μονογενῆ μου Υἱό, κατά τό μέτρο μέ τό ὁποῖο σᾶς ἀγάπησα, μόνο ἐσεῖς νά Τόν ὑπακούετε καί νά Τόν ἀκολουθῆτε.

            'Από τόν φόβο τους οἱ Μαθητές ἔπεσαν στό ἔδαφος· ἀλλά πλησιάζοντάς τους ὁ 'Ιησοῦς, τούς ἐνεψύχωσε λέγοντας: <'Εγέρθητε καί μή φοβῆσθε>. Θά ἰδῆτε ἀγγέλους καί δαίμονες, βασιλεῖς καί ἁγίους, θά ἰδῆτε τήν δόξα τοῦ Θεοῦ καί θά σταθῆτε σέ θρόνους νά κρίνετε ὁλόκληρο τόν κόσμο. Γιατί λοιπόν φοβεῖσθε; Σηκωθῆτε, διότι νά, πρέπει νά κατέβουμε κάτω, ὅπου μᾶς περιμένουν οἱ λαοί ὅλου τοῦ κόσμου. Καί, ὅταν κατέβηκαν ἀπό τό ὄρος Θαβώρ, ὁ 'Ιησοῦς τούς εἶπε νά μήν εἰποῦν σέ κανένα τό μυστήριο αὐτό, ἕως ὅτου ἀναστηθῆ ἐκ νεκρῶν.

            'Αγαπητοί Χριστιανοί,

            'Επειδή μεγάλο εἶναι τό φῶς αὐτῆς τῆς ἁγίας 'Εορτῆς, πρέπει λοιπόν καί ἐμεῖς οἱ πιστοί νά ἀνέλθουμε μέ βία τῆς θελήσεώς μας στό ὄρος τοῦ Κυρίου, μαζί μέ τόν Πέτρο, τόν 'Ιάκωβο καί τόν 'Ιωάννη, γιά νά ἰδοῦμε ἀπό ἐκεῖ τήν δόξα τῆς μεταμορφώσεώς Του, δόξαν τοῦ Μονογενοῦς ἐκ τοῦ Πατρός. 'Ελᾶτε νά ἰδοῦμε πῶς ἐνεδύθη τό στολίδι τοῦ φωτός, Αὐτός πού περιβάλλει τόν οὐρανό μέ νεφέλες καί περιτυλίγει τόν αἰθέρα μέ τίς ἀκτῖνες τοῦ φωτός. 'Ελᾶτε μέ ζῆλο στό Θαβώρ νά ἰδοῦμε πῶς στολίσθηκε, ὡσάν ἕνας Βασιλεύς, ὁ Νυμφίος τῆς 'Εκκλησίας, ὁ Υἱός τῆς Παρθένου, ὁ Φίλος τῶν ἁλιέων, ὁ 'Ιατρός τῶν ἀσθενῶν, Αὐτός πού ἐνδύει τήν γῆ μέ τό πράσινο καί τά κρῖνα μέ τά πέταλά τους, Αὐτός πού προσκαλεῖ τούς ταπεινούς καί περιφρονεῖ τούς ὑπερηφάνους, Αὐτός πού ἐπιτιμᾶ καί πάλι παρηγορεῖ, Αὐτός πού νεκρώνει καί ζωοποιεῖ.

            'Ελᾶτε νά ἰδοῦμε πῶς μεταμορφώθηκε τό Πρόσωπο Αὐτοῦ πού ἦλθε νά μεταμορφώση τό πρόσωπο τοῦ κόσμου καί ἔτσι νά γευθοῦμε καί ἐμεῖς ἀπό τό φῶς τῆς δόξης Του.

            ῎Ας ἀφήσουμε λοιπόν κάθε κοσμική φροντίδα καί μέ πολλή χαρά ἄς ἀνέβουμε στό Θαβώρ. ῎Ας ἀνέβουμε στόν Χριστό μέ τήν προσευχή καί τήν νηστεία κι ἄς μή μείνουμε κάτω μέ τήν ὀκνηρία καί τήν πολυφαγία. ῎Ας ἀνέβουμε στήν Πηγή τῆς ἀγάπης μέ τήν ἀγάπη, κι ἄς μή ἀπομακρυνθοῦμε ἀπ' Αὐτόν μέ τό μῖσος καί τήν ζηλοφθονία. ῎Ας ὑψωθοῦμε πρός Αὐτόν μέ τό βάθος τῆς ταπεινώσεως καί τῶν καλῶν ἔργων, κι ἄς μή κατέβουμε στόν ἅδη μέ τήν ὑπερηφάνεια καί κάθε εἶδος ἁμαρτίας.

            'Εκεῖ στό Θαβώρ θά συναντηθοῦμε μέ τόν Χριστό, ἐκεῖ θά γευθοῦμε τήν δόξα τῆς βασιλείας Του· ἐκεῖ θά θερμανθοῦν οἱ καρδιές μας ἀπό τόν ἄνθρακα τῆς Θεότητος. 'Εκεῖ θά ἐνδύσουμε τίς ψυχές μας μέ τό ἔνδυμα τοῦ φωτός ἀπομακρύνοντας ἔτσι τήν ἁμαρτία. 'Εκεῖ, ἀπό τόν θόρυβο τοῦ κόσμου, στήν σιωπή τοῦ ὄρους τοῦ ἁγίου, θά αἰσθανθοῦμε πλησιέστερα στόν οὐρανό, θά νοιώσουμε περισσότερο ὅτι εἴμεθα ἀδελφοί, ὅτι εἴμεθα θνητοί καί ἔτσι θά γνωρισθοῦμε καί θ' ἀγαπηθοῦμε περισσότερο.

            'Ελᾶτε λοιπόν, καλοί μου Χριστιανοί, νά συναντηθοῦμε μέ τόν Χριστό, νά ἑορτάσουμε, νά εὐφρανθοῦμε καί μέ τά πιό σπουδαῖα λόγια νά Τόν δοξάσουμε. Διότι σήμερα ὁ ταπεινός 'Ιησοῦς, ὁ χλευαζόμενος ἀπό τούς 'Ιουδαίους καί μισούμενος ἀπό τούς γραμματεῖς, θαυματουργός καί θεοφόρος ἀναδεικνύεται. Αὐτός πού δέν εἶχε ποῦ νά κλείνη τήν κεφαλήν Του ἐπί τῆς γῆς, σήμερα ἀγαπητός Υἱός τοῦ Πατρός ὀνομάζεται. Αὐτός πού ἐξεδιώχθηκε ἀπό τούς συμπατριῶτες του καί ἀπό τόν ναό, σήμερα Δεσπότης τοῦ οὐρανοῦ ἐνώπιόν μας ἀποδεικνύεται. Αὐτός πού δέν εἶχε ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους οὔτε χρήματα στήν ζώνη, οὔτε δύο ἐπανωφόρια, οὔτε τόπο ἀναπαύσεώς του, σήμερα ἐνδύεται μέ φῶς, μέ φωτεινά ἱμάτια στολίζεται καί ὅλη τήν δημιουργία μέ ἀπερίγραπτη τρέφει χαρά. Αὐτός πού ἦλθε νά ὑπηρετήση τόν κόσμο, σήμερα ὑπηρετεῖται ἀπό τούς ἀγγέλους, ἀπό τούς ἁγίους τιμᾶται, ἀπό τό φῶς περιλάμπεται, ἀπό τήν φωτεινή νεφέλη ἐπισκιάζεται. ῎Ω, πόσο μεγάλα εἶναι τά μυστήρια τοῦ Θεοῦ!

            Σήμερα ὁ οὐρανός μέ τήν γῆ στό Θαβώρ συναντῶνται, οἱ ἄγγελοι καί οἱ ἅγιοι μαζί μέ τούς ἀνθρώπους παρατηροῦν τόν Κτίστη μέ τήν κτίσι στό ἴδιο φῶς νά περιβάλλωνται. Σήμερα ὁ θνητός ὀφθαλμός μέ τήν θεία φωτιά ἐξοικειώνεται καί ἀπ'αὐτήν δέν καίγεται. Σήμερα οἱ φωνές τῶν ἄνω καί τῶν κάτω μονομιᾶς ἀκούγονται καί δέν χαλοῦν τοῦ ἀνθρώπου τήν ἀκοή. Σήμερα ὁ Σωτήρ τοῦ κόσμου χάριν ἡμῶν μεταμορφώνεται. Σήμερα τό Θαβώρ ἀπό φῶς καταυγάζεται, ἐνῶ ὁ κόσμος μακαρίως ὑπνεῖ. 'Ο Χριστιανικός κόσμος εὐθυμεῖ, ἐνῶ ἡ κακία παραμονεύει δίπλα στό κράσπεδο. 'Η 'Εκκλησία δέχεται τό Φῶς ἐκ τοῦ Φωτός, ἐνῶ τά στόματα τοῦ ἅδου μέ ὀδύνη στενάζουν. Σήμερα τό Θαβώρ καί 'Ερμών ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου χαίρονται, καθώς τό γράφει καί ὁ Ψαλμωδός Δαβίδ: <Θαβώρ καί 'Ερμών ἐν τῶ ὀνόματί σου ἀγαλλιάσονται> (Ψαλμ.88,13). Σήμερα ὁ Μωϋσῆς τίς πλάκες τοῦ νόμου ἐνώπιον τοῦ Νομοδότου προσκομίζει, ἐνῶ ὁ 'Ηλίας, ὁ ζηλωτής τοῦ νόμου, ἀπό περισσότερο πόθο κυριεύεται. Καί βλέποντας  αὐτά ὁ Πέτρος ἐκπλήττεται καί ὁ 'Ιάκωβος σιωπᾶ, ἐνῶ ὁ 'Ιωάννης στέκεται ἐξ ὁλοκλήρου ἐκστατικός. 'Αλλά πόσο βαθειά καί ἀκατάληπτα εἶναι τά μυστήρια τοῦ Θεοῦ!

            Διότι ὁ Πατήρ μέ τό σύννεφο ἐπισκιάζει τό ὄρος, πρός τόν Υἱό κατέρχεται καί μ' Αὐτόν ὁμιλεῖ. Σήμερα ὁ Πατήρ μέ τά ἀνυπάκουα παιδιά Του γιά τήν ὑπακοή  τούς ὁμιλεῖ. Σήμερα ὁ Δεσπότης μέ ἀνθρώπινη φωνή ὁμιλεῖ στούς δούλους Του: <<Οὗτος ἐστιν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ὧ εὐδόκησα· αὐτοῦ ἀκούετε> (Ματθ.17,5>. Καί ὁ Πέτρος ἀκούει, κυριεύεται ἀπό πόθο καί τολμώντας πρός τόν Δεσπότη ἀπήγγειλε τοῦτα τά λόγια: <Κύριε, καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι. εἰ θέλεις ποιήσωμεν ὧδε τρεῖς σκηνάς, σοί μίαν καί Μωσῆ μίαν καί μίαν 'Ηλίᾳ> (Ματθ.17,4). <Μεῖνε μαζί μας στό ὄρος γιά νά μή ὑποφέρουμε στόν κόσμο ἀπό τό κρῦο καί τήν πεῖνα· νά μή τραυματίζωνται τά πόδια μας στίς πέτρες, νά μή μᾶς μισοῦν πλέον οἱ γραμματεῖς καί μᾶς καταδιώκουν μέ σκληρότητα οἱ 'Ιουδαῖοι. Εἶναι καλλίτερα νά εἴμεθα ἐδῶ παρά στήν 'Ιερουσαλήμ> ῎Ηθελε ὁ Πέτρος νά μείνη στούς αἰῶνες μέσα σ' αὐτό τό φῶς τῆς θεότητος τοῦ Χριστοῦ.

            'Αλλά <῏Ω βάθος πλούτου καί σοφίας καί γνώσεως Θεοῦ!ὅ Τίς γάρ ἔγνω νοῦν Κυρίου; ἤ τίς σύμβουλος αὐτοῦ ἐγένετο; (Ρωμ. 11,33-34). 'Ο Κύριος διέχυσε ἐπί τοῦ ὄρους μέσα στήν καρδιά τῶν μαθητῶν Του μία σταγόνα χαρᾶς μπροστά στήν ἀπέραντη θλίψι τους. ῎Αναψε στίς ψυχές τους τό καντήλι τῆς ἐλπίδος μπροστά σέ μιά κοιλάδα σκότους. Τούς ἔδωσε τήν δυνατότητα νά γευθοῦν τό οὐράνιο φῶς, γιά νά μή ἀπελπισθοῦν στόν καιρό τοῦ ἑκουσίου Πάθους καί τῆς Σταυρώσεώς Του.

            Μή χαίρεσαι λοιπόν, 'Απόστολε Πέτρε, πρίν νά ὑποφέρης καί νά μᾶς μεταφέρης τό Εὐαγγέλιο τῆς σωτηρίας. 'Εάν θά παραμείνης μέ τόν Κύριο στό Θαβώρ, τότε ποιός θά σωθῆ, ποιός θά διδάξη, ποιός θά σταυρωθῆ γιά ἐμᾶς; Ποιός θά ἀποθάνη καί ποιός θά ἀναστηθῆ γιά ἐμᾶς; ῎Η ποιός στήν θέσι σου μέ τέτοια τόλμη θά διδάξη, θά ταλαιπωρηθῆ καί μέ τό κεφάλι πρός τά κάτω θά σταυρωθῆ; Ποιός θά ὁμολογήση τόν Χριστό ἐνώπιον τῶν καισάρων τῆς Ρώμης;

            ῞Ελα πάλι μαζί μας, 'Ιησοῦ καί μήν ἀκοῦς τόν Πέτρο. Κατέβα ἀπό τό Θαβώρ καί ἔλα στά σπίτια μας, στίς ψυχές μας. ῎Ελα ἐδῶ, ὅπου ὑποφέρουμε καί μοχθοῦμε γιά τόν ἐπιούσιο ἄρτο. Καί ἄν ὁ Πέτρος δέν θέλη νά κατέβη, ἄφησέ τον στό βουνό καί ἔλα 'Εσύ σ' ἐμᾶς, στίς καρδιές μας.

            Δίδαξέ μας πῶς νά σωθοῦμε, δεῖξε μας πῶς νά ὑπομένουμε. Διευκόλυνέ μας νά σηκώσουμε τόν σταυρό τῆς ζωῆς μας. Δίδαξέ μας πῶς νά σταυρωθοῦμε. ῎Ελα καί ὑπόφερε 'Εσύ ἀντί γιά ἐμᾶς, σταυρώσου 'Εσύ στήν θέσι μας, δοκίμασε πρῶτα 'Εσύ τό ποτήριο τοῦ θανάτου, δεῖξε μας τήν νέα ὁδό τῆς σωτηρίας μέσῳ τοῦ πόνου.

            *Ω, πῶς δέν ἐπιθυμοῦμε νά μείνουμε μέ τόν Πέτρο στό ὄρος Θαβώρ! 'Αλλά ἐμεῖς φέρουμε σώματα πού προσβάλλονται ἀπό ἀρρώστειες, ἀπό κακές ἐπιθυμίες καί πάθη. Στίς καρδιές μας ἀκόμη εἶναι ἀναμμένο τό μῖσος γιά τούς ἄλλους. Στά σπίτια μας περιμένουν τά παιδιά μας νά τούς δώσουμε ψωμί!

            *Ω, πῶς ἠμποροῦμε νά εὐφρανθοῦμε μέ τόν Πέτρο ἐκεῖ στό ὄρος Θαβώρ! 'Εφ'ὅσον εἴμεθα περικυκλωμένοι ἀπό τήν σκυθρωπότητα καί σκοτεινιά τῆς ἁμαρτίας. 'Οπότε, μή μᾶς ἐγκαταλείπης, 'Ιησοῦ, ἀλλά ἔλα σ' ἐμᾶς σέ ὥρα σκοτοδύνης, στήν ἄκρη τοῦ βουνοῦ. 'Εδῶ Σέ περιμένουμε μέ τούς ἄλλους Μαθητάς, τόν Θωμᾶ καί 'Ανδρέα, τόν 'Ιάκωβο καί Ματθαῖο, τόν 'Ιούδα καί Βαρθολομαῖο, τό Σίμωνα καί Θαδδαῖο. Πεινασμένοι καί νηστικοί, ξένοι καί ὀρφανοί, παιδιά καί γέροι, χῆρες καί πτωχοί, ἀσθενεῖς καί πονεμένοι, ὅλοι 'Εσέ ἐπιθυμοῦμε, Σέ περιμένουμε· ἔλα νά ἐνδυθῆς ἐμᾶς. Κατέβα χαμηλότερα, στήν ἄκρη τῆς θαλάσσης, ἐκεῖ ὅπου κτυπιέται ἡ ζωή στά κύματα, ἐκεῖ ὅπου συντρίβονται τά καράβια στούς βράχους καί τά πανιά ξεσχίζονται, τά κουπιά σπάζουν καί οἱ ψυχές μας πνίγονται ἀπό τήν φοβερά ἐξόρμησι τῶν μεγάλων κυμάτων. 'Εμεῖς ξέρουμε ὅτι τό ὄρος μέ τήν ἡσυχία καί τήν μοναξιά του Σέ καλεῖ στήν προσευχή, ἀλλά ταυτόχρονα, κύτταξε μέ τό ἄπειρο ἔλεός Σου καί τήν θάλασσα. 'Εκεῖ στήν ἄκρη  τοῦ ὁρίζοντος ὑψώνονται θεόρατα τά κύματα, δέσε τά κύματα μ' αὐτό τό σχοινίὅ Διότι αὐτός εἶναι ὁ κόσμος. Καί τό καράβι μάχεται μέσα στά κύματα, μέσα στήν θάλασσα μέ τόν ἄνεμο, ἡμέρα καί νύκτα. Καί αὐτός εἶναι ὁ ἄνθρωπος.

            'Οπότε, ἔλα ἐκεῖ στό μέσον τῆς θαλάσσης, στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, στό μέσον τῆς οἰκογενείας μας. 'Εκεῖ, ὅπου ἀναμειγνύεται τό φῶς μέ τό σκότος, ἡ ζωή μέ τόν θάνατο, ἡ χαρά μέ τόν στεναγμό, τό ψωμί μέ τήν λάσπη, ἡ δικαιοσύνη μέ τήν ἀπάτη, τό μέλι μέ τό δηλητήριο, ἡ ἀγάπη μέ τό μῖσος, τό κρασί μέ τό ξύδι, ὁ χρόνος μέ τήν αἰωνιότητα. ῎Ελα ἐδῶ, ὅπου ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι ὑποφέρουμε, φόρεσε τήν δική μας στολή, ἄλλαξε τό πρόσωπο τοῦ κόσμου, γαλήνεψε τήν θάλασσα, εἰρήνευσε τίς καρδιές μας, ἕνωσε σέ μία ἐπιθυμία τίς ψυχές μας.

            'Αγαπητοί Χριστιανοί,

            Εἶναι ἀλήθεια, ὅτι ὁ Χριστός, χωρίς ἀργοπορία, κατέβηκε πάλι σ' ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους, διότι γιά ἐμᾶς εἶχε ἔλθει στόν κόσμο. 'Αφοῦ ἐπετελέσθηκε τό μυστήριο, ἡ νεφέλη ὑψώθηκε πάλι στούς οὐρανούς, ὁ Μωϋσῆς καί ὁ 'Ηλίας δέν ἐμφανίσθηκαν πάλι, τό φῶς σκορπίσθηκε, ἐνῶ ὁ 'Ιησοῦς ἔμεινε κάτω στούς πρόποδες τοῦ βουνοῦ, στήν ἄκρη τῆς θαλάσσης, στήν φασαρία τοῦ  πλήθους, στήν ταραχή τοῦ κόσμου, στόν δρόμο τῆς Σαμαρείας, στόν δρόμο τῆς 'Ιουδαίας, στόν ἀναβρασμό τῆς κακίας, στά χέρια τῶν ἀρχιερέων, στόν δρόμο τοῦ Γολγοθᾶ.

            'Εκεῖ Τόν περιμένουν οἱ ἄνθρωποι- μερικοί μέ πασάλλους καί σίδερα, ἄλλοι μέ πέτρες στά χέρια· ἐκεῖ Τόν ἀναζητοῦν τά πλήθη- μερικοί νά Τόν ἰδοῦν καί θεραπευθοῦν καί ἄλλοι νά τόν πειράξουν, νά τόν συλλάβουν καί νά Τόν σταυρώσουν. Καί ὁ 'Ιησοῦς Χριστός παραδόθηκε ἑκουσίως στόν θάνατο, σταυρώθηκε γιά τήν ἐλευθερία τῶν ψυχῶν μας.

            ῎Ας μή δοξάζεται λοιπόν τό Θαβώρ περισσότερο ἀπό τόν Γολγοθᾶ, οὔτε ἡ χαρά νά πηγαίνη ἐνάντια στήν λύπη. 'Αλλά καί τό Θαβώρ καί ὁ Γολγοθᾶς ἄς χαίρωνται μαζί καί ἡ χαρά καί ἡ λύπη μέσῳ τοῦ Χριστοῦ ἄς τά ἑνώνη. 'Ο Γολγοθᾶς μέ τόν Σταυρό τοῦ πόνου, πληρώνει ἐπί τῆς γῆς τίς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων. Τό Θαβώρ, μέ τήν ρομφαία τοῦ αἰωνίου φωτός, πληρώνει ἀπό τήν ἄλλη πλευρά τίς ἀρετές τῶν ἀνθρώπων. Διότι στήν γῆ εἶναι ὁ τόπος τῶν πειρασμῶν, τῶν πτώσεων, τῶν κοπώσεων καί τῶν δοκιμασιῶν, τῶν σταυρώσεων, τοῦ θανάτου καί τῆς ἀναστάσεως, ἐνῶ ἀπό τήν ἄλλη πλευρά εἶναι ὁ τόπος τῆς ἀναπαύσεως, τῆς δόξης καί τῆς αἰωνίου ζωῆς.

            Αὐτά ὅμως δέν καταλάβαινε ὁ Πέτρος, ὅπως καί πολλοί ἀπό ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους. 'Αλλά μία εὐτυχία πού δέν οἰκοδομεῖται στό θεμέλιο τοῦ πόνου, δέν διαρκεῖ περισσότερο ἀπό μία ἡμέρα. 'Επιθυμώντας μία παρόμοια εὐτυχία ὁ ἄνθρωπος προσπαθεῖ νά τήν δημιουργήση μέ τά χέρια του. Σκεπάζει τίς λακκοῦβες στόν δρόμο, στόν τόπο τοῦ πειρασμοῦ ἔχει σκορπίσει τά λουλούδια, τά μνήματα τῶν παγίδων ἔχει ἰσοπεδώσει, ραντίζει τριγύρω μέ ἀρώματα, ἐνδύεται μέ ἔνδυμα πειρασμικό, γεμίζει τό σπίτι μέ ἀφθονία ἀγαθῶν καί τά μάτια, τά χείλη καί ἡ καρδιά ἀπολαμβάνουν κάθε εἶδος κακῆς ἐπιθυμίας. Καί στεκόμενος στό χαγιάτι τοῦ σπιτιοῦ του λέγει μέ σοβαρότητα: <Εἶμαι εὐτυχής>.

            'Αλλά ἀπό τίς γωνίες τοῦ σπιτιοῦ μπαίνει μέσα ἡ ἀσθένεια, ἡ δοκιμασία, ἡ πτωχεία καί ὁ θάνατος καί ἀμέσως τό παλάτι τῆς ἀνθρώπινης εὐτυχίας σωριάζεται κάτω σάν πύργος τῆς βαβέλ.

            'Ο 'Ιησοῦς Χριστός ὅμως μᾶς ἔδειξε μία ἄλλη ὁδό ν' ἀκολουθήσουμε, ἡ ὁποία φέρει στήν αἰώνια εὐτυχία, πέραν τοῦ τάφου. Καί αὐτή ἡ ὁδός εἶναι ἡ βίωσις μιᾶς ἀληθινῆς χριστιανικῆς ζωῆς, πού μπορεῖ νά ἀποκτηθῆ μόνο, μέσω μιᾶς ἐξ ὁλοκλήρου ἀλλαγῆς τῆς συμπεριφορᾶς μας. 'Ο Κύριός μας 'Ιησοῦς Χριστός ἦλθε νά μεταμορφώση τό πρόσωπο τοῦ κόσμου, συνεπῶς ν' ἀλλάξη καί τήν δική μας τήν ζωή. ῎Ας ἀρνηθοῦμε τό μῖσος, τήν ὀργή, τήν κακία, τήν ἀκολασία, τήν ἀπάτη, τήν μέθη, τήν ὀκνηρία καί τά ἄλλα πάθη. ῎Ας γίνουμε ἄνθρωποι καινούργιοι στήν ζωή καί τήν ψυχή, γεμᾶτοι ἀπό ἀγάπη, καλωσύνη, εὐσπλαγχνία, γεμᾶτοι ἀπό τήν εἰρήνη μιᾶς ἀληθινῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Καί γιά μιά παρόμοια ψυχική μεταμόρφωσι εἶναι ἀνάγκη νά πᾶμε, τόσο μακριά, μέχρι τό ὄρος Θαβώρ; ῎Οχι, βέβαια! Εἶναι πολύ δύσκολο γιά ἐμᾶς. 'Αλλά ὁ Σωτήρ μας ἀνέβηκε σέ κάθε ἀνθρώπινη ψυχή, σάν σέ ἕνα Θαβώρ πνευματικό. Αὐτά τά βουνά εἶναι οἱ ἅγιες ἐκκλησίες καί οἱ καρδιές μας. 'Επάνω σ' αὐτά τά δύο 'Ιερά Βήματα ὁ 'Ιησοῦς Χριστός πάντοτε θυσιάζεται, σταυρώνεται καί μᾶς χαρίζει ἄφθονη καλωσύνη, ἀγάπη καί θεῖο φωτισμό.

            ῎Ας τρέξουμε, λοιπόν, ἀγαπητοί μου Χριστιανοί, στήν ἁγία ἐκκλησία. 'Η 'Εκκλησία εἶναι ὁ Οἶκος τοῦ Θεοῦ, ἡ πηγή τῆς σωτηρίας μας, ὁ ἁγιώτερος τόπος ἐπί τῆς γῆς, ὅπου ἠμποροῦμε νά καθαρισθοῦμε ἀπό τήν ἁμαρτία, μέσῳ τῆς ἐξομολογήσεως, ἠμποροῦμε νά θεραπευθοῦμε ἀπό τήν ἀσθένειά μας, μέσῳ τῆς ἀκλονήτου πίστεως καί προσευχῆς, νά γνωρισθοῦμε καλλίτερα, νά ἀγαπηθοῦμε ἐν 'Αγίω Πνεύματι καί νά λουσθοῦμε στό κάλλος τοῦ θείου φωτός. 'Η 'Εκκλησία εἶναι τό Θαβώρ τοῦ Χριστιανισμοῦ. 'Ενῶ ἡ καρδιά-ἡ ὁποία κρύβει μέσα της τόσες χαρές καί ἐπιθυμίες, τόσες κλίσεις καί μυστήρια- εἶναι ἡ καλύβα τῆς εὐτυχίας, τῆς ὁποίας τό θέλημα τό κάνει ὁ Πέτρος στό Θαβώρ. 'Η οἰκογένεια ἀντίθετα-ἐκεῖ ὅπου γεννᾶται, κοπιάζει καί πεθαίνει ὁ ἄνθρωπος, ἐκεῖ ὅπου πίπτει καί πάλι ἐγείρεται-ὁμοιάζει μέ τήν τρικυμισμένη θάλασσα τῆς Γαλιλαίας καί μέ τό ἴδιο τό ὄρος τοῦ Γολγοθᾶ. 'Επιβάλλεται ἐπί ἕξι ἡμέρες τήν ἑβδομάδα νά κοπιάζουμε γιά τήν σωματική μας ὕπαρξι καί ζωή, ἐνῶ δύο ὧρες τήν ἑβδομάδα ἐπιβάλλεται νά ἀναβαίνουμε στό ὄρος τοῦ Κυρίου-δηλαδή νά πηγαίνουμε στήν ἁγία ἐκκλησία, νά προσευχώμεθα, νά συμφιλιωνώμεθα, νά ἀκοῦμε τήν Θεία Λειτουργία καί ἔτσι νά ἐπιστρέφουμε στά σπίτια μας μέ τίς ψυχές μας ἀναγεννημένες, εἰρηνικές καί μεταμορφωμένες.

            'Ωσαύτως, ἐνίοτε ἐπιστρέφουμε ἀπό τήν ἐκκλησία ἀθεράπευτοι, κρῦοι στήν ψυχή, γεμᾶτοι ἀπό λογισμούς, παρότι προσευχηθήκαμε. Γιατί ὅμως συμβαίνει αὐτό τό πρᾶγμα; 'Από δύο αἰτίες: Πρῶτον, διότι δέν προσευχηθήκαμε μέ πίστι καί ἐπιμονή· καί δεύτερον, διότι δέν προσευχηθήκαμε μέ καθαρή καρδιά, ἀλλά γεμάτη ἀπό κακία, μῖσος, ἀκράτεια καί ἄλλα πάθη.

            'Αλλά ὁ Θεός μᾶς παρήγγειλλε ἀπό τό ὄρος Θαβώρ: <Οὗτος ἐστιν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ὧ εὐδόκησα· αὐτοῦ ἀκούετε> (Ματθ. 17, 5). Λοιπόν, ἐάν θέλουμε νά μᾶς ἀκούση ὁ Θεός, πρέπει καί ἐμεῖς νά Τόν ὑπακούουμε. 'Εάν θέλουμε νά μᾶς μεταμορφώση ὁ Θεός μέ τό ἔλεός Του, ἄς μεταμορφωθοῦμε κι ἐμεῖς μέ τήν ἀγάπη καί τήν ὑπακοή μας πρός Αὐτόνὅ 'Εάν θέλουμε νά μᾶς ἀκούση ὁ Χριστός, ἄς Τόν ἀκούσουμε κι ἐμεῖς, ὅταν μᾶς διδάσκη. Λίγη ζύμη ὅλο τό φύραμα ζυμώνει. Μέ λίγη πνευματική ἐπιμέλεια ὅλο τό δῶρο τῆς θείας Κοινωνίας (Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ) λαμβάνουμε. 'Αλλά τό πιό δύσκολο εἶναι ἡ μεταμόρφωσις τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτός ἐνίοτε οὔτε ἀπό ἀγάπη, οὔτε ἀπό τρόμο, οὔτε ἀπό τόν φόβο τοῦ θανάτου δέν ἀποφασίζει νά διακόψη τόν δεσμό μέ τήν ἁμαρτία. ῞Ολα τά δημιουργήματα ὑπακούουν, χωρίς δυσκολία, στόν Δημιουργό τους. Αὐτά γνωρίζουν τόν καιρό τῆς ἀφίξεως καί ἀναχωρήσεώς τους, τόν καιρό τῆς τροφῆς τους, τῆς ψαλμωδίας καί τῆς σιωπῆς τους. Μόνο ὁ ἄνθρωπος θέλει νά ζῆ στήν ἀταξία. Τά πετεινά τοῦ οὐρανοῦ συννενοοῦνται, χωρίς ἀνθρώπινη φωνή. Χωρίς τήν γνῶσι τῶν βιβλίων καί τοῦ ἡμερολογίου, ξέρουν πότε θά ἀναχωρήσουν γιά τίς ἄλλες θερμότερες χῶρες. Συγκεντρώνονται σέ διαφόρους καιρούς, συμβουλεύονται μεταξύ τους, κατόπιν παίρνουν τά πουλάκια τους καί χάνονται μέσα στόν γαλάζιο οὐρανό. 'Η φύσις τοῦ σιταριοῦ γνωρίζει κι αὐτό τό καιρό του. Πρίν ἀπό καιρό ἀρχίζει νά κιτρινίζη μέ τήν δύναμι τῶν ἀκτίνων τοῦ ἡλίου, κατόπιν χαμηλώνει τό στάχυ καί περιμένει τόν θεριστή νά τό κόψη. Τό δάσος γνωρίζει κι αὐτό τόν καιρό τοῦ φθινοπώρου καί ἀπό καιρό ἀλλάζει τήν ἐνδυμασία του. Μόνο ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι δέν θέλουμε νά ἀλλάξουμε τήν κατάστασί μας, ἀποδυόμενοι τά ἁμαρτωλά μας ἐνδύματα. 'Ο 'Ιησοῦς Χριστός εἶναι ἕτοιμος νά μᾶς δώση ὅ,τι ἐπιθυμοῦμε καί ὅ,τι μᾶς χειάζεται. 'Αλλά πρῶτα θά μᾶς ἐρωτήση: <'Αλλάξετε πρῶτα ἐσεῖς καί μετά ἐγώ θά σᾶς ἀλλάξω>. Νά ἀφήσουμε δηλαδή τήν ὀργή, τό μῖσος, τήν ἐκδικητικότητα καί θ' ἀφήση καί Αὐτός τήν ὀργή πού ἔχει πρός ἐμᾶς. ῎Αν θά ζήσουμε μέ ἑνότητα καί ἀληθινή ἀγάπη, θά μᾶς δεχθῆ κι Αὐτός μέσα στήν δική Του ἀγάπη. ῎Ας δείξουμε καλωσύνη στούς πτωχούς καί ἀσθενεῖς καί θά στείλη κι Αὐτός τό ἔλεός Του στίς ψυχές μας. ῎Ας ἐγκαταλείψουμε κάθε σαρκική ἐπιθυμία καί ἐκτρώσεις τῶν παιδιῶν μας καί θά θεραπεύση τίς ἀσθένειές μας, τήν πτωχεία μας καί θά σκοπίση τά δάκρυα ἀπό τά μάτια μας. ῎Ας βγάλουμε ἔξω ἀπό τίς καρδιές μας τήν τεμπελιά, τήν ὑποκρισία, τήν κακή ἐπιθυμία, τήν μέθη καί κάθε ἁμαρτία καί τότε θά μᾶς δώση κι Αὐτός βροχή στόν κατάλληλο καιρό, πηγές νεροῦ, εἰρηνικούς ἀνέμους, γαλήνη στό σπίτι καί ψωμί στό τραπέζι τοῦ φαγητοῦ μας. Συνεπῶς, <ἀφῆστε ἐσεῖς τίς κακίες σας καί θ'  ἀφήσω κι 'Εγώ τίς εὐλογίες Μου νά ἔλθουν σέ ἐσᾶς· ἀλλάξετε τρόπο ζωῆς ἐσεῖς γιά νά ἀλλάξω κι 'Εγώ συμπεριφορά ἀπέναντί σας>. Αὐτά μᾶς λέγει ὁ Σωτήρ μας 'Ιησοῦς Χριστός. ῎Ας δώσουμε λοιπόν προσοχή στά λόγια Του. ῎Ας τρέξουμε στήν ἁγία ἐκκλησία, ἔστω καί λίγο ἀκόμη χρόνο. ῎Ας προσευχηθοῦμε ἐκεῖ μέ ὅλη τήν πίστι καί τήν ἀγάπη τῆς καρδιᾶς μας. ῎Ας ἀλλάξουμε τό ἔνδυμα τῆς ψυχῆς μας μέ τήν καθαρή ἐξομολόγησι, τά ῞Αγια Μυστήρια καί πολύ περισσότερο μέ τήν ἐλεημοσύνη καί τήν ἀγάπη. 'Εάν θά ζήσουμε ἔτσι, θά ἠμποροῦμε νά νικήσουμε ὅλες τίς ἀντιξοότητες τῆς ζωῆς, ὅλους τούς σωματικούς πειρασμούς καί ὅλους τούς ψιθυρισμούς τοῦ διαβόλου. Τότε ἡ προσευχή μας θά εἶναι εὐπρόσδεκτη στόν Θεό, ἡ ζωή μας εἰρηνική, τό τέλος μας φωτεινό. Καί ἐρχόμενοι στήν ἐκκλησία, ἄς μήν ἐπιστρέφουμε ἄδειοι, διότι τό δῶρο ἀναπαύεται στήν καλύβα τῆς ψυχῆς μας καί τότε θά ἠμποροῦμε νά ποῦμε γεμᾶτοι ἀπό χαρά μαζί μέ τόν Πέτρο: <Κύριε, καλόν ἐστιν ὧδε εἶναι> (Ματθ. 17, 4). 

Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου