Το βιβλιο του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου εκδόθηκε το 1955. Εχει εξαντληθει από πολλων ετων. Ειναι επίκαιρο. Με την ευχή του Γέροντα, θα σας το προσφέρουμε δωρεάν σε συνέχειες.
ΑΡΧΙΜ. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ Ν ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ
ΙΕΡΟΚΗΡΥΚΟΣ
ΕΚΔΟΣΙΣ
ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ»
ΑΘΗΝΑΙ 1955
«Γίνου πιστὸς ἄχρι θανάτου καὶ δώσω σοι τὸν στέφανον τῆς ζωῆς» (Ἀποκ. 2, 10)
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
«Μακάριος ὁ τηρῶν τοὺς λόγους τῆς προφητείας
τοῦ βιβλίου τούτου» (Ἀποκ. 22, 7)
Συνήθως οἱ τὸν Θεῖον λόγον κηρύττοντες δὲν λαμβάνουν τὰ θέματα τῶν λόγων καὶ ὁμιλιῶν των ἐκ τῆς Ἀποκαλύψεως τοῦ Ἰωάννου. Ποιά ἠ αἰτία; Μία αἰτία εἶνε, ὅτι ἐπʼ ἐκκλησίας κατὰ τὴν Θεία λειτουργία τῶν Κυριακῶν καὶ τῶν ἑορτῶν καθʼ ὅλο τὸ ἐκκλησιαστικὸ ἔτος δυστυχῶς δὲν ἀναγινώσκεται οὔτε μία περικοπὴ τοῦ ἱεροῦ τούτου βιβλίου, ἐνῷ θὰ ἔπρεπε καὶ τοῦ τούτου ὡς θεοπνεύστου καὶ ἰσοτίμου μὲ τὰ λοιπὰ τῆς Ἁγίας Γραφῆς βιβλία νʼ ἀναγινώσκονται περικοπαί.
Ὡρισμέναι μάλιστα τῆς Ἀποκαλύψεως περικοπαί, αἱ ὁποῖαι καὶ εἶνε εἰκονογραφημέναι εἰς τοὺς νάρθηκας ἀρχαίων βυζαντινῶν ναῶν, διὰ τὸ ὑπέροχον μεγαλεῖον τῶν ἠθικῶν καὶ θρησκευτικῶν ἰδεῶν ποὺ περικλείουν, θὰ ἦσαν ὡς ἀναγνώσματα ἐξ ἴσου ὠφέλιμοι μὲ τὰς ὡραιοτέρας περικοπὰς τῶν λοιπῶν βιβλίων τῆς Κ. Διαθήκης. Ἐὰν δʼ εἰς τὸ παρελθὸν ὑπῆρχε κάποιος δισταγμός διὰ τὴν ἀνάγνωσιν τοῦ μυστηριώδους τούτου βιβλίου κατὰ τὴν δημοσίαν λατρεῖαν, σήμερον, που ἡ ἀνθρωπότης, λόγῳ τοῦ ἐπιπολάζοντος κακοῦ, ζῆ ἀγωνιώδες ἡμέρες καὶ οἱ προφητικαὶ τῆς Ἀποκαλύψεως εἰκόνες ὑπὲρ πᾶσαν ἄλλην ἐποχὴν προσλαμβάνουν ἐξαιρετικὴν ζωηρότητα ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν μας, σήμερον, που ὁ Χριστιανικὸς κόσμος, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον, διέρχεται μίαν περίοδον χλιαρότητος ἐνῷ αἱ ἀντίχρισται δυνάμεις μαίνονται, κάθε δισταγμὸς θὰ ἔπρεπε νʼ ἀρθῇ καὶ ἡ Ἀποκάλυψις κανονικῶς νὰ εἰσαχθῇ ὡς ἀνάγνωσμα εἰς τὴν δημοσίαν λατρείαν τῶν Ὀρθοδόξων. Οἱ ἐκκλησιαζόμενοι μετὰ συγκινήσεως θὰ άκουαν τὸν ἠγαπημένον μαθητὴν τοῦ Κυρίου νὰ διηγῆται τις δράσεις, τις ὁποίες εἶδε ἐπὶ τῆς νῆσου Πάτμου.
Ἀλλʼ ἐφʼ ὅσον ἡ Ἀποκάλυψις
σήμερα λείπει ἀπὸ τὰ ἀναγνώσματα, τὸ δὲ θεῖον κήρυγμα γίνεται ἐπὶ τῇ
βάσει τῶν ἀναγινωσκομένων Ἁγιογραφικῶν κειμένων, ἐπόμενον εἶνε οἱ
ἱεροκήρυκες νὰ μὴ ἀσχολοῦνται μὲ τὰ θέματα τοῦ τελευταίου τούτου βιβλίου
τῆς Ἁγ. Γραφῆς. Τὸ βιβλίον οὕτω μένει ἐκτὸς τοῦ ἐνδιαφέροντός των.
Ἀλλὰ ἡ ἐκ τῆς δημοσίας λατρείας ἀπουσία τῆς Ἀποκαλύψεως δὲν
εἶνε ἡ μόνη αἰτία, διὰ τὴν ὁποίαν ἀπὸ τοῦ ἄμβωνος δὲν ἀκούονται
ἑρμηνευτικαὶ ἐπὶ τοῦ βιβλίου τούτου ὁμιλίαι. Σπουδαιότερα αἰτία εἶνε ὁ
φόβος, ὁ ὁποῖος καταλαμβάνει τὸν ἱεροκήρυκα μήπως ὁμιλῶν ἐπὶ τῆς
Ἀποκαλύψεως ἐμπέσῃ εἰς τὸν λαβύρινθον τῶν ποικίλων ἀλληλοσυγκρουομένων
ἑρμηνειῶν. Διότι εἶνε ἀληθές, ὅτι κανένα ἄλλο βιβλίον τῆς Ἁγίας Γραφῆς
δὲν παρέχει τόσας δυσκολίας εἰς τὸν ἑρμηνευτὴν ὅσας τὸ βιβλίον τοῦτο,
ἀλλʼ ὁ ἱεροκῆρυξ δὲν θὰ ἐμπλέξῃ ἑαυτὸν εἰς τὰ περὶ τὸ βιβλίον καὶ τὴν
ἑρμηνείαν τοῦ κειμένου λεγόμενα ἐπιστημονικὰ προβλήματα τῆς «κριτικῆς
θεολογίας». Ὄχι! Ὁ ἱεροκῆρυξ ὁ ἀποβλέπων εἰς πνευματικὴν τοῦ ἀκροατηρίου
ὠφέλειαν θὰ βαδίσῃ κατʼ ἄλλον τρόπον. Ὡς ὁ ἀρχάριος κολυμβητὴς δὲν
ρίπτεται ἀμέσως εἰς τὰ βαθέα τῆς θαλάσσης, ἀλλὰ ἐπὶ πολὺ χρονικὸν
διάστημα κολυμβᾶ εἰς τὰς ἀκτὰς καὶ παραλίας, εἰς τὰ ἀβαθέστερα μέρη καὶ
ἐκεῖθεν προχωρεῖ πρὸς τὰ βαθύτερα καὶ ἐὰν καλῶς ἐξασκηθῇ τότε τολμᾶ καὶ
καταδύεται εἰς τὰ πλέον βαθέα καὶ σκοτεινὰ ὕδατα τῆς θαλάσσης, οὕτω πως
καὶ ὁ ἱεροκῆρυξ, ἔχων συναίσθησιν καὶ τῆς δυσκολίας τοῦ ἐγχειρήματος καὶ
τῆς ἑαυτοῦ ἀδυναμίας, προκειμένου νὰ λάβῃ θέμα ὁμιλίας ἐκ τῆς
Ἀποκαλύψεως δὲν θὰ ἐκλέξῃ τὰ πλέον σκοτεινὰ καὶ δύσκολα, ποὺ δὲν
ἠδυνήθησαν νὰ ἑρμηνεύσουν εὐστόχως οἱ δοκιμώτεροι τῶν ἑρμηνευτῶν, δὲν θὰ
κατέλθῃ εἰς λεπτομερείας, δὲν θὰ ὀρίσῃ χρονολογίαν, καθʼ ἥν θὰ συμβοῦν
τὰ ἐν τῷ βιβλίῳ προφητευόμενα γεγονότα, ἀλλὰ θὰ προτιμήσῃ γεγονότα, ἀλλὰ
θὰ προτιμήσῃ τὰς περικοπὰς ἐκεῖνας, αἱ ὁποῖαι δὲν παρέχουν δυσκολίας
μεγάλας καὶ ἐπʼ αὐτῶν θὰ ὁμιλήσῃ πρακτικῶς. Ὑπάρχουν δʼ ἐν τῇ Ἀποκαλύψει
χωρία καὶ περικοπαί, αἱ ὁποῖαι εἶνε ὁπωσδήποτε προσιταὶ καὶ ἀπὸ τῆς
ἀπόψεως ταύτης δύναται νὰ λεχθῇ καὶ διὰ τὴν Ἀποκάλυψιν, ὅτι ὁμοιάζει μὲ
ὠκεανόν, εἰς τὰς ἀκτὰς τοῦ ὁποίου ἀκινδύνως καὶ ἐπιχαρίτως δύνανται νὰ
κινοῦνται μικρὰ πλοιάρια, ἀλλὰ εἰς τὰς ἐκτεταμένας αὐτοῦ ἐπιφανείας
μόνον ἰσχυρὰ καὶ μεγάλα πλοῖα δύνανται νὰ ταξιδεύουν. Ὁ ἱεροκῆρυξ
συνηθίζων ἑαυτὸν καὶ τοὺς ἀκροατὰς εἰς τὴν θεωρίαν τῶν εὐκολοτέρων
βαθμιαίως θὰ προχωρῇ εἰς τὴν θεωρίαν τῶν δυσκολοτέρων. Ἔπειτα ἄς μὴ
λησμονῶμεν, ὅτι ὅσον διέρχονται οἱ αἰῶνες καὶ τὸ παγκόσμιον δρᾶμα
ἐξελίσσεται καὶ βαίνει πρὸς τὴν λύσιν του, ἐπὶ τοσοῦτον καὶ περισσότερον
φῶς θὰ χύνεται καὶ εἰς τὰς δυσκολωτέρας ἀκόμη προφητικὰς εἰκόνας τῆς
Ἀποκαλύψεως. Ὅπως αἱ προφητεῖαι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, αἱ ὁποῖαι ὁμιλοῦν
περὶ τῆς πρώτης παρουσίας τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καὶ τῶν διαφόρων
προφητικῶν περιστατικῶν τῆς ἐπιγείου ζωῆς Του, ἔγιναν πλήρως καταληπταὶ
ὑπὸ τὸ φῶς, ὅπερ ἔρριψαν ἐπῖ τῶν προφητικῶν σελίδων τὰ γεγονότα τῆς
Καινῆς Διαθήκης, οὕτω καὶ αἱ προφητεῖαι τῆς Ἀποκαλύψεως, αἱ ὁποῖαι
φαίνονται καλυπτόμεναι ὑπὸ σκοτεινοῦ τινος πέπλου, ὑπὸ τὸ φῶς τῶν
ἐξελισσομένων γεγονότων τῆς Παγκοσμίου Ἱστορίας θὰ γίνουν καταληπταὶ καὶ
οἱ πιστοὶ θὰ εὕρουν τὴν ἁρμόζουσαν εἰς τὰ δύσκολα χωρία ἑρμηνείαν, ὅταν
πλησιάζουν αἱ ἡμέραι ἐκεῖναι, εἰς τὰς ὁποίας καὶ ἀναφέρονται. Ἡ
ἀνθρωπότης θὰ μείνῃ ἔκθαμβος πρὸ τῆς πιστῆς ἐκπληρώσεως τῶν
προφητευομένων. Καὶ ἐκείνο, τὸ ὁποῖον σήμερον καὶ ὁ βαθύτερος τῶν
ἑρμηνευτῶν τῆς Ἀποκαλύψεως δὲν δύναται νὰ κατανοήσῃ, τότε καὶ ἕνας
μικρὸς παῖς θὰ ἐννοῇ καὶ θὰ ἑρμηνεύῃ εὐκόλως.*
* Σχετικῶς μὲ τὴν σὺν τῷ χρόνῳ βαθμιαίαν ἑρμηνείαν τῆς
Ἀποκαλύψεως ὡς ἕν παράδειγμα ἀναφέρομεν τὸ ἑξῆς: Ἐν τῇ Ἀποκαλύψει (κεφ.
9, 1-10) γίνεται λόγος περὶ ἀκρίδων, αἱ ὁποῖαι θὰ ἔχουν «θώρακας ὡς
θώρακας σιδηροῦς» καὶ τῶν ὁποίων «ἡ φωνὴ τῶν πτερύγων αὐτῶν ὡς φωνὴ
ἁρμάτων ἵππων πολλῶν τρεχόντων εἰς πόλεμον». Τίνες αἱ ἀκρίδες ταῦται;
Πολλὴ καὶ μακρὰ ἡ συζήτησις μεταξὺ τῶν ἑρμηνευτῶν κατὰ τοὺς παρελθόντας
αἰῶνας. Ἀλλὰ νομίζω ὅτι τὴν καλλιτέραν ἑρμηνείαν ἔδωκε μικρὸς παῖς τῆς
ἐπαρχίας Κοζάνης, ὅστις μετὰ τῶν γονέων αὐτοῦ μένων ἐν ἀγρῷ καὶ ἰδὼν διὰ
πρώτην φορὰν εἰς τὸν οὐρανὸν σμῆνος ἀεροπλάνων, ἐφώναξε: «Μάνα!
Καρκαλέτσια!». Ἐν τῇ γλώσσῃ τοῦ λαοῦ τῆς περιοχῆς ταύτης καρκαλέτσια
λέγονται αἱ ἀκρίδες. Εἰς τὸν μικρὸν τὰ ἀεροπλάνα τῷ ἐφάνησαν ὡς ἀκρίδες,
ἀλλὰ τί ἀκρίδες! Ἀκρίδες Ἀποκαλύψεως.
Ἐξ ἀφορμῆς ὡρισμένων δυσκολιῶν δὲν δυνάμεθα νὰ κλείσωμεν τὴν
Ἀποκάλυψιν καὶ νὰ μὴ τὴν συνιστῶμεν πρὸς μελέτην καὶ νὰ μὴ διευκολύνωμεν
τοὺς χριστιανοὺς διὰ μίαν στενωτέραν μετὰ τοῦ βιβλίου τούτου γνωριμίαν.
Μία τοιαύτη στάσις μας θὰ εἶνε ἀντίθετος πρὸς τὸ ἐκπεφρασμένον θέλημα
τοῦ Κυρίου. Ὅστις διὰ τοῦ ἠγαπημένου Του μαθητοῦ συνιστᾶ εἰς τοὺς
πιστοὺς ὅλων τῶν αἰώνων τὴν συχνὴν ἀνάγνωσιν καὶ ἀκρόασιν καὶ ἐφαρμογὴν
ἐν τῇ καθημερινῇ ζωῇ τῶν πολυτίμων διδαγμάτων τοῦ βιβλίου «Μακάριος –
λέγει – ὁ ἀναγιγνώσκων καὶ οἱ ἀκούοντες τοὺς λόγους τῆς προφητείας καὶ
τηροῦντες τὰ ἐν αὐτῇ γεγραμμένα˙ ὁ γὰρ καιρὸς ἐγγύς» (Ἀποκ. 1, 3).
Καὶ ἐὰν ἡ μελέτη τῆς Ἀποκαλύψεως εἶνε πάντοτε ὠφέλιμος, πολὺ
περισσότερον ὠφέλιμος εἶνε ἐν ἡμέραις θλίψεως μεγάλης. Τότε φαίνεται ἡ
ἀνεκτίμητος ἀξία τοῦ βιβλίου τούτου τῆς Κ. Διαθήκης. Εἰς ἐκεῖνον, ὅστις
ἀγωνίζεται τὸν ἀγῶνα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἀρετῆς καὶ εἰς τὴν πορείαν του
συναντᾶ προσκόμματα, ἐμπόδια μεγάλα, τρομεροὺς πειρασμούς, Σατανᾶν
ὠρυόμενον καὶ ἕτοιμον νὰ τὸν καταπίῃ, καὶ ὀλιγοπιστεῖ καὶ ἀπελπίζεται
καὶ νομίζει, ὅτι δὲν ὑπάρχει καμμία διέξοδος, καμμία ἐλπίς, καμμία ἀκτὶς
φωτός, ἔρχεται ἡ Ἀποκάλυψις τοῦ Ἰωάννου καὶ τῷ δεικνύει τὸν ἀστέρα τὸν
λαμπρὸν τὸν πρωϊνὸν καὶ τῷ λέγει˙ «ἡ νίκη ἀνήκει εἰς τὸν Χριστὸν καὶ εἰς
τοὺς μετʼ Αὐτοῦ μέχρις ἐσχάτων ἀγωνιζομένους. Καμμία ὀλιγοπιστία.
Καμμία δειλία ἄς μὴ σὲ ἀπομακρύνῃ ἀπὸ τὴν πορείαν, τὴν ὁποίαν ἐχάραξεν ὁ
Σταυρὸς τοῦ Κυρίου. Ὁ Χριστὸς θὰ θριαμβεύσῃ. Οἱ ἐχθροί Του θὰ νικηθοῦν.
Οἱ μισοῦντες Αὐτὸν θὰ καταστραφοῦν. Οἱ ἀγαπῶντες Αὐτὸν θὰ εὐλογηθοῦν
ἀπεριγράπτως».
Ὤ πόσους ἔχει παρηγορήσει καὶ ἐμψυχώσει ἡ Ἀποκάλυψις. Εἰς τὰς
σελίδας αὐτῆς, οἱ μάρτυρες, οἱ τὸν παρθενικὸν βίον προτιμήσαντες, οἱ εἰς
τὰς ὀπὰς τῆς γῆς, τὰς κρύπτας καὶ τὰ σπήλαια καὶ τὰς κατακόμβας διὰ τὴν
μαρτυρίαν τοῦ γλυκυτάτου Ἰησοῦ κρυπτόμενοι, οἱ διδάσκαλοι καὶ οἱ
ποιμένες, οἱ καθʼ ἑκάστην ἡμέραν ἀποθνήσκοντες διὰ τὴν δόξαν Ἐκείνου, ὁ
εὐσεβὴς λαὸς ὁ ὐπὸ τῶν εἰδωλολατρῶν καὶ τῶν ἀπίστων ἀρχόντων καὶ τῶν
ψευδοφιλοσόφων ποικιλοτρόπως προπηλακιζόμενος καὶ σταυρούμενος, εἰς τὰς
σελίδας τῆς Ἀποκαλύψεως εὕρισκον τὴν ἁρμόζουσαν αὐτοῖς περικοπήν,
ἔβλεπον τὰς λευκὰς στολάς, τοὺς φοίνικας, τοὺς στεφάνους ποὺ ἔπλεκαν διὰ
τοὺς ἀγωνιζομένους οἱ ἄγγελοι, ἔβλεπον τὸ Ἀρνίον τὸ Ἐσφαγμένον, τὸν
θρόνον τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, ἤκουον ἤχους αἰωνιότητας, «καινὰς ᾠδάς»,
ἀγγελικὰς κιθάρας… καὶ ἐνισχύοντο καὶ ἀνεπτερώντο διὰ τὴν πρὸς τὴν ἄνω
Ἱερουσαλὴμ πορείαν. Ἀδελφοί, ὀλίγον ἀκόμη. «Ὁ Κύριος ἐγγύς» ἠκούετο νὰ
λέγῃ ὁ εἶς πρὸς τὸν ἕτερον.
Τὸ βιβλίον τῆς Ἀποκαλύψεως προσφιλέστατον βιβλίον εἰς τὸν
εὐσεβῆ Ἑλληνικὸν λαόν, ὅστις, ὡς μαρτυρεῖ ἡ Ἱστορία, διῆλθον διὰ πολλῶν
δοκιμασιῶν καὶ θλίψεων. Κατὰ τοὺς χρόνους τῆς Τουρκοκρατίας, καθʼ ἥν ἡ
μαύρη νὺξ τῆς δουλείας τεσσάρων αἰώνων ἐκάλυπτε ὅλων τὰς ψυχάς, οἱ ὑγροὶ
ἐκ τῶν δακρύων ὀφθαλμοὶ τῶν προγόνων μας ἐν τῇ Ἀποκαλύψι ἔβλεπον ὅτι ἡ
νὺξ θὰ παρέλθῃ, ὅτι τὸ θηρίον τὸ ἐκ τῆς Ἀραβικῆς ἐρήμου ἐκπηδῆσαν θὰ
συντριβῆ ἐπὶ τέλους καὶ θὰ ἐξαφανισθῇ καὶ ἡ σημαία τῆς έλευθερίας, ἡ
σημαία τοῦ Ἀρνίου τοῦ Ἐσφαγμένου, θὰ κυματίσῃ καὶ πάλιν εἰς τὴν Πατρίδα.
Ὡς σημειώνει ἐν τῇ ὀκτατεύχῳ αὐτοῦ ἑρμηνεία τῆς Ἀποκαλύψεως (1792-1817)
Κύριλλος ὁ Λαυριώτης ἤ Πατρεὺς οἱ ὐπόδουλοι Ἕλληνες εἰς τὰς μεγάλας
θλίψεις τῶν καιρῶν ἐκείνων τὴν Ἀποκάλυψιν εἶχον ὡς ἀχώριστον σύντροφον
καὶ μετὰ κατανύξεως μελετῶντες τὰς σελίδας αὐτῆς ἔβλεπον ἐν αὐτῇ νὰ
ὑποφώσκῃ τὸ φῶς τῆς ἐλευθερίας.
Τῆς Ἱερᾶς Ἀποκαλύψεως τὴν παρήγορον ἐν ταῖς θλίψεσιν δύναμιν
ἐγνωρίσαμεν καὶ ἡμεῖς κατὰ τὴν ἀπαισίας μνήμης χρονικὴν περίοδον τῆς
Κατοχῆς καὶ τὴν ἐπακολουθήσασαν ταύτης φοβερὰν ἀνωμαλίαν τοῦ ἔθνους
ἡμῶν. Ὡς ἱεροκῆρυξ εὑρεθεῖς τότε ἐν Μακεδονίᾳ, πρὸς παρηγορίαν καὶ
ἐνίσχυσιν τοῦ δοκιμαζομένου λαοῦ ἠνοίξαμεν καὶ τὴν Ἀποκάλυψιν καὶ ἐξ
αὐτῆς ἀνέγνωμεν καὶ ἡρμηνεύσαμεν πρακτικῶς ὡρισμένας περικοπὰς καὶ
εἴδομεν πλήθη Μακεδονικοῦ λαοῦ νὰ συρρέουν εἰς τὰ ἐσπερινὰ κυρήγματα ὄχι
μόνον τῶν Κυριακῶν, ἀλλὰ καὶ τῶν καθημερινῶν, ὡς ἐν Κοζάνῃ, καὶ ὑπὸ τὴν
ἐπήρειαν τῶν ἐκ τῆς Ἀποκαλύψεως ἐντυπώσεων καὶ διδαγμάτων εἴδομεν καὶ
ἀπηλαύσαμεν τὸ θέαμα ἀθρόας προσελεύσεως εἰς τὸ μυστήριον τῆς Ἱερᾶς
ἐξομολογήσεως ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι οὐδέποτε μέχρι τότε εἶχον αἰσθανθῇ
τοὺς νυγμοὺς τῆς μετανοίας. Ἰδίως ἐν τῇ πόλει τῶν Γρεβενῶν νέοι καὶ νέαι
ὑπέστησαν βαθεῖαν τὴν ἐπίδρασιν τοῦ Θεῖου λόγου, ἐνστερνίσθησαν τὰ
διδάγματα τῆς Ἱερᾶς Ἀποκαλύψεως καὶ ἀφιέρωσαν ἑαυτοὺς εἰς Κύριον καὶ
χρονολογοῦν ὡς ἡμέρας ἐπιστροφῆς των τὴν ἡμέραν, καθʼ ἥν ἤκουσαν ἐν τῷ
Μητροπολιτικῷ Ναῷ τῆς πόλεως τὸν ἱεροκήρυκα ἑρμηνεύοντα πρακτικῶς τὴν
Ἀποκάλυψιν καὶ καλοῦντα τὸν λαὸν εἰς Νινευϊτικὴν μετάνοιαν.
Αἱ ὀλίγαι καὶ σύντομοι σημειώσεις, τὰς ὁποίας ἐκρατήσαμεν τότε,
ἐχρησίμευσαν ὡς βάσις πρὸς σύνταξιν τοῦ βιβλίου τούτου ὑπὸ τὴν
ἐπιγραφὴν «τὰ τέσσαρα χρώματα». Ἀλλʼ ἄς σημειωθῇ καὶ ἐδῶ, ὅτι ὁ γραπτὸς
λόγος καὶ ἐὰν εἶνει ἐπιμεμελημένως δὲν δύναται ποτὲ ἐπὶ τοῦ ψυχροῦ
χάρτου νὰ μεταδώσῃ τὸν τόνον, τὸν παλμὸν τοῦ προφορικοῦ κηρύγματος καὶ
μάλιστα κηρύγματος ἐν ἡμέραις, κατὰ τὰς ὁποίας οἱ κρότοι τῶν ὅπλων, οἱ
φλόγες τῶν καιομένων οἰκιῶν, οἱ ἀνατινάξεις κτιρίων, αἱ ἄγριαι σφαγαὶ
καὶ ἐκδικήσεις, αἱ ἐκ τῶν ἀγκαλῶν τῶν μητέρων ἁρπαγαὶ τῶν τέκνων, αἱ
ἐφιαλτικαὶ νύκτες ἐπλαισίωνον τὴν διδαχὴν καὶ ἀπετέλουν τὸ ζωντανόν, τὸ
ἄριστον τῶν ὑπομνημάτων εἰς τὴν ἑρμηνείαν τῆς περικοπῆς τῶν 4 χρωμάτων.
Τὸ βιβλίον εἰκονογραφημένον δεόντως, ὡς μίαν ἀπαρχὴν σειρᾶς
ἑρμηνευτικῶν ὁμιλιῶν εἰς τὴν Ἀποκάλυψιν, παραδίδομεν εἰς τὸ εὐσεβὲς
ἀναγνωστικὸν κοινὸν τῆς Πατρίδος μὲ τὴν ζωηρὰν ἐλπίδα, ὅτι ἡ ἀνάγνωσις
αὐτοῦ θέλει διεγείρει τὸ ἐνδιαφέρον διὰ μίαν βαθυτέραν ἔρευναν τοῦ
ἀνεκτιμήτου θησαυροῦ, ὅνπερ περιέχει ἠ Βίβλος. Εἰς ἐκεῖνον δἐ, ὅστις δὲν
πιστεύει εἰς τὴν ἀλήθειαν τῆς Θείας Ἀποκαλύψεως, ἀλλὰ ὑπερηφανεύεται
καὶ καυχιέται διὰ τὴν ἀνθρωπίνην σοφίαν καὶ ἐπιστήμην καὶ νομίζει, ὅτι
πέραν τοῦ ὑλικοῦ κόσμου οὐδὲν ἄλλο ὑφίσταται καὶ διʼ αὐτὸ περιπαίζει καὶ
μυκτηρίζει τὴν πίστιν ὑπενθυμίζομεν καὶ ἡμεῖς τὸ τοῦ Σαίξπηρ:
«ὑπάρχουν, ἀγαπητέ μου, πολὺ περισσότερα πράγματα εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ
τὴν γὴν ἀπʼ ὅσα συλλαμβάνει καὶ νοεῖ ἡ ἰδική σου κεφαλή». Ἀσφαλῶς ὁ
τοιοῦτος θὰ εὑρεθῇ ἐν τῷ μέλλοντι πρὸ ἐκπλήξεων, αἱ ὁποῖαι ἐν τῇ
πραγματικότητι θὰ εἶνε ἀπείρως τραγικώτεραι ἐκείνων, τὰς ὁποία
ςπεριγράφει ἐν σκιαῖς ἡ Ἀποκάλυψις τοῦ Ἰωάννου. Τότε θʼ ἀναφωνήσῃ καὶ
οὗτος ὡς «φοβερὸν τὸ ἐμπεσεῖν εἰς χεῖρας Θεοῦ ζῶντος»
Ἔγγραφον ἐν Κοζάνῃ τῇ 14 Σεπτεμβρίου 1955,
ἑορτῇ τῆς παγκοσμίου Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου
καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ
Ἀρχιμ. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ Ν. ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ