Σάββατο 23 Ιουλίου 2022

Ἡ συνάντησις μὲ τὸν Χριστόν

ΠΑΤΕΡΙΚΑΙ ΔΙΔΑΧΑΙ

«Πᾶς γὰρ οἶκος κατασκευάζεται ὑπὸ τινός, ὁ δὲ τὰ πάντα κατασκευάσας Θεός».

(:Διότι κάθε σπίτι φτιάχνεται ἀπὸ κάποιον, ἐκεῖνος δὲ ποὺ ἐδημιούργησε καὶ ἐτακτοποίησε καὶ τὸν θεοκρατικὸν οἶκον τοῦ Ἰσραὴλ καὶ τὸν νέον οἶκον τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ ὅλα τὰ κτίσματα εἶναι ὁ Θεός (Ἑβρ. Γ΄, 4).

Πολλοὶ λέγουν πὼς δὲν πιστεύουν τίποτε, δηλ. ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός. Βέβαια δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη παγίδα τοῦ σατανᾶ. Τί μᾶς λέγει ὁ προφήτης Δαυὶδ (Ψαλμ. 138, 7-11).

«Ποῦ πορευθῶ ἀπὸ τοῦ πνεύματός σου καὶ ἀπὸ τοῦ προσώπου σου ποῦ φύγω; ἐὰν ἀναβῶ εἰς τὸν οὐρανόν, σὺ ἐκεῖ εἶ, ἐὰν καταβῶ εἰς τὸν ᾅδην, πάρει· ἐὰν ἀναλάβοιμι τὰς πτέρυγάς μου κατ’ ὄρθρον καὶ κατασκηνώσω εἰς τὰ ἔσχατα τῆς θαλάσσης, καὶ γὰρ ἐκεῖ ἡ χείρ σου ὁδηγήσει με, καὶ καθέξει με ἡ δεξιά σου».

(:Ποῦ εἶναι δυνατὸν νὰ πορευθῶ, ὥστε νὰ εἶμαι μακρὰν ἀπὸ τὸ Πνεῦμά σου; Καὶ ποῦ νὰ καταφύγω, ὥστε νὰ μὴ εὑρίσκωμαι κάτω ἀπὸ τὸ ἰδικόν σου βλέμμα; Ἐὰν ἀναβῶ στὸν οὐρανόν, σὺ ὑπάρχεις ἐκεῖ. Ἐὰν καταβῶ εἰς τὸν ᾅδην, σὺ παρευρίσκεσαι ἐκεῖ.  Ἐὰν ἀποκτήσω πτέρυγας καὶ κατὰ τὰ χαράματα μὲ αὐτάς πετάξω πρὶν ἀνατείλη ὁ ἥλιος, καὶ κατασκηνώσω εἰς τὰ ἄκρα τῆς ξηρᾶς καὶ τῆς θαλάσσης, ἐκεῖ ὅπου δύει ὁ ἥλιος, ἐκεῖ σὺ ὑπάρχεις.  Καὶ τὸ στοργικό σου χέρι θὰ μὲ καθοδηγήση καὶ ἡ παντοδύναμος δεξιά σου θὰ μὲ κρατήση καὶ θὰ μὲ ὑποστηρίξη. Ἐὰν εἴπω· ἂς ἔλθη λοιπὸν σκοτάδι νὰ μὲ περιβάλη ἀπὸ ὅλα τὰ σημεῖα καὶ νὰ μὲ σκεπάση καὶ ἡ σκοτεινὴ νύξ ἂς ὑποκαταστήση τὸν φωτισμὸν τῆς ἡμέρας, ὥστε νὰ διέρχωμαι ἀθέατος ἐν τρυφῇ τὰς ὥρας τῆς ζωῆς μου, θὰ πλανηθῶ).

Ὅλη αὐτὴ ἡ ἀπιστία κυρίως εἶναι ἀποτέλεσμα τῶν ἁμαρτιῶν. Τί λέγει πάλι ὁ προφήτης Δαυὶδ (Ψαλμ. 13).

«Εἶπεν ἄφρων ἐν καρδίᾳ αὐτοῦ· οὐκ ἔστι Θεός· διεφθάρησαν καὶ ἐβδελύχθησαν ἐν ἐπιτηδεύμασιν, οὐκ ἔστι ποιῶν χρηστότητα, οὐκ ἔστιν ἕως ἑνός.

(: Ὁ ἐσκοτισμένος ἀπὸ τὴν ἁμαρτίαν μωρὸς καὶ ἀσεβὴς ἄνθρωπος, εἶπεν ἀπὸ μέσα του, σύμφωνα μὲ τὴν ἐπιθυμίαν τῆς ἁμαρτωλῆς καρδίας του· “δὲν ὑπάρχει Θεός”. Αὐτὸς ὅμως καὶ οἱ ὅμοιοί του διεφθάρησαν μέσα εἰς τὴν ἁμαρτωλότητά των. Ἔγιναν μισητοὶ ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ ἀπὸ τοὺς εὐσεβεῖς ἀνθρώπους. Τὸ κακὸν διεδόθη τόσον πολύ, ὥστε δὲν ὑπάρχει κανείς, ποὺ νὰ πράττη σήμερον τὸ ἀγαθόν. Δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνας).

Ὁ καθηγήτης Κρουσταλλάκης ἀφηγεῖται ἕνα θαῦμα τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου μέ τήν μεταστροφή ἑνός ἀναρχικοῦ: «Ἕνας πολὺ σημαντικὸς ἄνθρωπος τῆς ἑλληνικῆς πνευματικῆς κοινωνίας μοῦ μίλησε γιὰ τὰ νεανικὰ του χρόνια. Μοῦ εἶπε: «Ὅταν ἤμουν 20 χρονῶν, ἀγαπητέ μου καθηγητή, ἤμουν ἀναρχικός. Εἶχα μακριὰ μαλλιά, εἶχα σκουλαρίκια, εἶχα τυραννήσει πνευματικοὺς ἀνθρώπους, τοὺς δασκάλους μου. Μὲ ἔστειλαν σ’ ἕνα χριστιανικὸ οἰκοτροφεῖο καὶ τὸ ἔκανα ἄνω- κάτω!

Μία μέρα, μὲ τὴν προτροπὴ ἑνὸς θείου μου, ἀποφάσισα νὰ ἐπισκεφθῶ τὸν πατέρα Πορφύριο. Νόμιζα ὅτι θὰ συναντοῦσα ἕνα γεροντάκι, ἀλλὰ γρήγορα διαψεύσθηκα!

Μόλις μὲ εἶδε ὁ Γέροντας μοῦ εἶπε: «Μωρὲ ἐσὺ θέλεις νὰ πιστέψης, ἀλλὰ δὲν σὲ ἀφήνει τὸ πολύ σου, τὸ δυνατό σου μυαλό! Ἀλλὰ ποῦ θὰ πᾶς; Σὲ ἀγαπάει, σὲ περιμένει ὁ Χριστὸς καὶ θὰ σὲ κερδίση μία μέρα! Μωρέ, ἔλα αὔριο νὰ τὰ ποῦμε!» Πῆγα ἐγὼ τὴν ἄλλη μέρα νὰ τὰ ποῦμε!

Ὁ Γέροντας μόλις μὲ εἶδε, μοῦ εἶπε: «Μωρέ, σοῦ ἀρέσουν τὰ ποιήματα; Γιατί, κι ἐγὼ εἶμαι…. ποιητής! Πᾶμε στὸ δάσος νὰ σοῦ ἀπαγγείλω;» Μὲ πῆρε ἀπὸ τὸ χέρι κι ἄρχισε νὰ μοῦ λέη ποιήματα…! Ἐγώ, καθὼς ἄκουγα ἀναλύθηκα σὲ δάκρυα καὶ ἔκλαιγα. Γιατί…; Διότι, αὐτὰ τὰ ποιήματα, ποὺ ἀπάγγελνε ὁ Γέροντας, ἦσαν τά δικά μου ποιήματα! Αὐτά, ποὺ εἶχα γράψει καὶ τὰ εἶχα κρυμμένα σ’ ἕνα τετράδιο, πιστεύοντας ὅτι κάποια μέρα θὰ τὰ δημοσίευα. Εἶχα συγκλονισθῆ! Ὁ νέος ἐκεῖνος ἔγινε καθηγητὴς σὲ δύο πανεπιστήμια καὶ ἱερέας»!

Ὁ Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος συμβουλεύει:

Ἄνοιξε τὴν πόρτα τῆς καρδιᾶς σου, γιὰ νὰ μπῆ ὁ Χριστὸς.

Ἐπιθυμεῖς τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς σου. Καλὸ ἔργο ἐπιθυμεῖς. Μολονότι ἡ ψυχὴ μας εἶναι ὅ,τι πιὸ πολύτιμο ἔχουμε, ἡ σωτηρία της εἶναι πολὺ εὔκολη. Γιατί ὁ μοναδικὸς Σωτήρας της εἶναι πανάγαθος, πάνσοφος καὶ παντοδύναμος. Θέλει καὶ μπορεῖ ὅλους νὰ μᾶς σώσει, φτάνει νὰ τὸ ἐπιζητήσουμε. Ἐπιζήτηση, ἑπομένως, τῆς σωτηρίας σημαίνει ἀναζήτηση τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλὰ ὁ Χριστὸς εἶναι παντοῦ, ὅπου εἴμασθε ἐμεῖς, ὅπου εἶσαι ἐσύ. Ἄνοιξέ Του τὴν πόρτα τῆς καρδιᾶς σου, γιὰ νὰ μπεῖ. Τοῦ τὴν ἄνοιξες; Μπῆκε. Τὸν βρῆκες. Καὶ μαζί Του βρῆκες τὴ σωτηρία. Γιατί Ἐκεῖνος θὰ σοῦ τὰ διδάξει ὅλα.