«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»
Ὁ Χριστός μας εἶναι μία ἀνεξάντλητος
πηγή παροχῆς ἐσωτερικῆς χαρᾶς. Εἶναι ὁ αἰώνιος χορηγός τῆς χαρᾶς. Μιᾶς χαρᾶς
πού δέν ἔχει συγγενολόϊ μέ τίς ἄφθονες παροδικές καί ψεύτικες χαρές αὐτοῦ τοῦ
κόσμου. Αὐτήν τήν χαρά ψάχνουν νά εὕρουν καί ἀπολαύσουν τά ἑκατομμύρια τῶν ἑκατομμυρίων
τῶν ἀνθρώπων καί ὅμως ἀδυνατοῦν νά τήν εὕρουν. Γι᾿ αὐτό, διαποτισμένοι ἀπό τήν ὕλη
τοῦ κόσμου, ἀπορροφημένοι ἀπό τίς βιοτικές μέριμνες, βιαστικοί καί ἐπιπόλαιοι
στις ἀναζητήσεις τους, πέφτουν «μέ τά μοῦτρα», σ᾿ αὐτή τήν χαρά πού τούς
προσφέρεται τόσο εὔκολα καί ἁπλόχερα μπροστά τους.
Καί τό τραγελαφικόν τῆς ὑποθέσεως
εἶναι ὅτι δέν ἠμποροῦν, παρότι θέλουν, νά κρατήσουν καί ἀπολαύσουν αὐτήν τήν
πολυποίκλη χαρά τοῦ κόσμου. Προσφέρουν τά πάντα γιά ὀλίγη χαρά, ἡ ὁποία θά
γαληνεύσει τήν καρδία τους. Ταξιδεύουν μακριά μέ διάφορα συγκοινωνιακά μέσα.
Σπαταλοῦν χρήματα. Ἐνοικιάζουν τίς καλύτερες λιμουζίνες για περιπάτους, τά ἀκριβώτερα
ξενοδοχεῖα, μέ τίς καλλίτερες προδιαγραφές. Γνωρίζονται μέ ἄλλους ξένους καί ἐντοπίους.
Δημιουργοῦν σχέσεις, ἀκόμη καί ἁμαρτωλές. Τρώγουν, διασκεδάζουν, ξενυκτοῦν
μέχρι πρωΐας. Ἐπιστρέφουν στά σπίτια των «πραγματικά ἐρείπια». Βαρύθυμοι, ἀργοκίνητοι,
συνοφρυωμένοι καί ἀμίλητοι. Αἰσθάνοται ὅτι ὅλοι καί ὅλα τούς πταίουν. Δέν εὑρίσκουν
πουθενά τήν ἔστω καί ὀλίγη ἀνάπαυσι τὴς ψυχῆς τους. Καί εἶναι πραγματικά
δυστυχισμένοι καί ἀξιολύπητοι. Καί τήν ἄλλη
ἡμέρα μέ τό ἴδιο περίπου πρόγραμμα. Χωρίς νά γνωρίζουν τί κάνουν. Ἀπό ποῦ ἔρχονται
καί ποῦ πηγαίνουν. Οὔτε καί ἐρωτοῦν ἔστω ἀπό περιέργεια ποῦ ὑπάρχει, βρέ
παιδιά, ἡ ἀληθινή χαρά γιά τήν ταλαίπωρη ζωή μας;
Ἔρχονται τέτοιοι ἄνθρωποι καί στό Ἅγιον Ὄρος.
Μᾶλλον εἶναι οἱ περισσότεροι, διότι τέτοιους πλέον ἀνθρώπους «κατασκευάζει», ἡ
σάπια κοινωνία μας. Κρατοῦν τά τελευταῖα ἐκκλησιαστικά τους ἔθιμα, ὅσα δηλαδή ἀπέμειναν,
ἀπό τήν διδασκαλία τῆς γιαγιᾶς ἤ τῆς εὐσεβοῦς μητέρας τους. Ἔρχονται πρός τό
τέλος τῆς ἀκολουθίας. Ἀνάβουν τά κεριά τους. Κάνουν σύντομα τεχνικά τόν σταυρό
τους. Ἐάν ὑπάρχει χρόνος ἀκόμη για τήν ἀκολουθία,
πιάνουν ἕνα στασίδι-μακάρι νά ὑπάρχει κάποιο ἄδειο-καί στέκονται σχεδόν ἄκεφοι
καί ἐλάχιστα «λιβανοποιημένοι».
Ἔρχονται στήν πηγή τῆς Χάριτος, ἡ ὁποία
προσφέρεται δωρεάν ἀπό τήν Ἐκκλησία μας. Κρατοῦν τά ἐξωτερικά γνωρίσματα τῆς
λατρείας μας καί ἀγνοοῦν νά εἰσέλθουν
στά βαθύτερα διαμερίσματα τῆς καρδίας τους. Ἔρχονται τόσο κοντά μας μέ
τήν σωματική τους παρουσία καί ἀπουσιάζουν τόσο ἔντονα ἀπό τήν πνευματική τους
παρουσία! Δέν ζητοῦν νά μάθουν ποῦ θά εὕρουν αὐτό πού τούς λείπει στήν ζωή
τους. Ἴσως νομίζουν ὅτι δέν ὑπάρχει πουθενά ἀληθινή χαρά. Ἴσως κανείς νά μή
τούς ὡμίλησε γι᾿
αὐτή τήν μεγίστη δωρεά τοῦ Χριστοῦ, πού φωλιάζει μέσα στήν καρδιά μας. Καί αὐτή
εἶναι ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Εἶναι τόσο σκοτισμένη ἡ ζωή τῶν σημερινῶν
ἀνθρώπων μας στόν κόσμο, ἀλλά καί τῶν ὀρθοδόξων χριαρτιανῶν μας, ὥστε νά μήν ἔχουν
ἐνίοτε τήν ἐλαχίστη ἐμπειρία αὐτῆς τῆς θεϊκῆς παρηγοριᾶς πού ἀγκαλιάζει τήν
καρδιά τοῦ ἀγωνιστοῦ Χριστιανοῦ. Γι᾿ αὐτό καί δέν τήν ἀναζητοῦν. Δέν γνωρίζουν ὅτι
ὑπάρχει.
Εἶναι ὅμως καιρός, ὅσοι ἐκ τῶν πνευματικῶν
ἀνθρώπων ἠλεήθησαν ἀπό τόν Πανάγαθο Θεόν μας, καί ἔλαβαν τήν Χάρι τοῦ Θεοῦ, ὀφείλουν
νά τήν προσφέρουν καί στούς ἄλλους. Μία κινέζικη παροιμία λέγει: Μή δίνεις τό
ψάρι στόν πτωχό, ἀλλά δῶσε του μία μπετονιά νά βγάζει πάντοτε μόνος του ψάρια
καί νά τρώγει. Ἔτσι καί ἐδῶ δέν εἶναι ἡ θεία Χάρις ἐμπορικό προϊόν, πού θά τό ἀγοράσεις
στήν ἀγορά, ἀλλά ἀπό τούς ἐναρέτους Γέροντες εἶναι δυνατόν νά μάθει ὅποιος ἐνδιαφέρεται,
κάτι ἀπό τήν δύναμι, τίς ἐνέργειες καί τά χαρίσματα πού δίνει ὁ Χριστός στόν ἀγῶνα
τοῦ καλοῦ χριστιανοῦ μέ ὅπλα τήν νοερά προσευχή, τήν συχνή ἐξομολόγησι καί τήν
Θεία Κοινωνία.
Νομίζω ὅτι ὅλοι ἐκ τῶν Ὀρθοδόξων
Χριστιανῶν μας, ἠμποροῦν νά ζοῦν τίς ἐμπειρίες τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στήν
καρδιά τους. Τοῦτο εἶναι ἐφικτόν, διότι εἶναι στολισμένοι μέ τήν Χάρι τοῦ Θεοῦ,
τήν ὁποία ἔλαβαν στό Ἅγιο Βάπτισμά τους. Αὐτή ἡ Χάρις δέν φεύγει ποτέ ἀπό κοντά
μας. Εἶναι μία ἀνεξίτηλη καί αἰώνια σφραγίδα, διά τῆς ὁποίας ἐνδεικνυόμεθα ὅτι ἀνήκουμε
ἀποκλειστικά στόν Ἰησοῦ Χριστό καί στήν ἰδική
Του Ἐκκλησία. Στήν Ἐκκλησία πού Ἐκεῖνος ἄφησε στούς Ἀποστόλους του καί τήν ἐπροίκισε
μέ ὅλα τά πνευματικά της ἅρματα.
Ἔτσι οἱ Χριστιανοί μας, ἔχουν κατόπιν
τήν δύναμι, ζωσμένοι τήν πανοπλία τοῦ Χριστοῦ, νά πολεμοῦν τίς ἐνάντιες
δυνάμεις, χωρίς νά ὑπολογίζουν κόπους, βάσανα, ἀκόμη καί πτώσεις, διότι ἡ νίκη
εἶναι δική τους. Εἶναι τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος εἶναι κοντά τους καί εἶναι ἕτοιμος
νά τούς σηκώσει ἀπό τόν κίνδυνο τῆς πτώσεως καί νά τούς ἐρωτήσει ξαφνικά:
-Διατί ἐδίστασες; Εἶμαι κοντά σου.
Τό πρῶτο βῆμα δια τήν ἐπανάληψι αὐτῆς τῆς
ὡραίας κοινωνίας μέ τόν Χριστόν, γίνεται μέ τήν εἰλικρινῆ μας ἐξομολόγησι.
Κατόπιν ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται ὡσάν νά γεννήθηκε για δεύτερη φορά. Καί εἶναι ἀλήθεια
αὐτό, ἀφοῦ ἡ ἐξομολόγησις ὁμοιάζει μέ τήν κολυμβήθρα μας, διότι μᾶς ἀπαλλάσσει ἀπό
τίς ἁμαρτίες μας καί μᾶς χορηγεῖ ὁ Χριστός ἄφθονη τήν Θεία Χάρι.
Ζοῦμε τήν ἀναγέννησι ὁλοκλήρου τῆς ζωῆς
μας. Ξεχνᾶμε ἀμέσως τήν παλαιά καί ἄσωτη ζωή μας. Ἐνδυόμεθα τά ὅπλα τοῦ φωτός.
Γινόμεθα ὁλόφωτοι καί ἐμεῖς. Γινόμεθα ἕνα μέ τόν Χριστόν. Τόν αἰσθανόμεθα Φίλον
καί Ἀδελφόν καί Πατέρα μας. Πρίν δέν τόν ἐγνωρίζαμε ὅτι ὑπάρχει καί τώρα, τόν ἀγκαλιάζουμε
νοερά, διότι εἶναι ὁ Ὡραῖος κάλλει παρά τούς υἱούς τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι αὐτός πού μᾶς εἶπε ὅτι θά
εὕρωμεν χάριν καί περίσσειαν χάριτος, ἐάν ἔλθωμεν κοντά του καί ἐναποθέσουμε πρῶτα
τόν βαρύ χιτῶνα τῶν ἁμαρτιῶν μας. Καί κατόπιν, Ἀδελφοί ἐν Χριστῶ, δέν θά πρέπει
ἐπ᾿ οὐδενί, νά τόν περιφρονήσωμεν ἤ νά τόν θεωρήσωμεν ἀπόντα ἀπό τήν ζωήν μας.
Πρώτη μας σκέψις κάθε πρωΐ θά πρέπει νά
εἶναι ὁ Χριστός μας. Ἡ πηγή τῆς χαρᾶς καί ἀγαλλιάσεως τῆς καρδίας μας. Ἡ ἐλπίδα
τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Ὁ αἰώνιος διδάσκαλος καί σύμβουλός μας. Αὐτός θά πρέπει
νά εἶναι καθημερινά ἡ καταφυγή μας, τό ἀδιάκοπο ἀδολέσχημα τοῦ στόματος καί τῆς
καρδίας μας. Ἡ ἀναπνοή μας, ἡ ἐρωτική μας ἀγάπη, ὁ μέγας Ἐραστής μας, τό Φῶς τῶν
νοερῶν ὀφθαλμῶν μας. Αὐτόν θά πρέπει κάθε νύκτα νά τόν περιμένομεν μέ μία
βαθυτάτη ταπείνωσι καί ἄπειρη ἀγάπη. Νά τοῦ ὁμιλοῦμε ὡσάν νά τόν ἔχωμεν δίπλα
μας. Διότι εἶναι ἄλλωστε δίπλα μας, πλησιέστερα καί ἀπό τήν ἀναπνοή μας. Μᾶς
βλέπει. Παίζει μαζί μας μέ τίς ἀλλεπάλληλες αὐξομειώσεις τῆς Χάριτός του.
Χαίρεται ἀληθινά, ὅταν βλέπει, ὅτι δέν ὑποχωροῦμε, ἔστω καί μέ τρίωρες
σπαρακτικές νοερές ἐπικλήσεις τοῦ Ὀνόματός του, νά τόν καλοῦμε νά ἔλθη. Καί δέν
μᾶς ἀφήνει τελικά «ἀπλήρωτους», ὅπως συμβαίνει μέ τούς ψαράδες καί κυνηγούς, ὅπως
λέγει ἡ παροιμία: «Τοῦ ψαρᾶ καί κυνηγοῦ τό πιάτο, δέκα φορές εἶναι ἀδειανό καί
μιά φορά γεμᾶτο».
Ἔρχεται τελικά ὁ Κύριός μας, ἔστω καί τό
τελευταῖο τέταρτο, για νά μᾶς παρηγορήσει καί νά μᾶς ἀποδείξει μέ τήν Χάριν του
του ὅτι εἶναι παρών καί μᾶς παρακολουθεῖ.
Εἶναι τόσο γλυκειά ἡ νοερά παρουσία του,
ὥστε ὁ ἄνθρωπος νά μή θέλει νά σταματήσει τήν προσευχή του. Δέν τόν ἐνδιαφέρει
τίποτε τό ἐπίγειο, οὔτε ἐάν ὁ ἤλιος βγῆκε στήν ἀνατολή, οὔτε ἐάν τελείωσε ἡ
πρωϊνή ἀκολουθία. Δέν ἠμπορῶ νά ξεχάσω ἀπό τόν βίο τοῦ ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου
Θεολόγου, ὅτι πολλές φορές ἔφθανε νά προσεύχεται καί μέχρι δέκα ὧρες. Καί τόσο
πολύ τόν ἐχαρίτωνε ἡ Θεία Χάρις ὥστε ἀνερχόταν σωματικά μέχρι τό νταβάνι τοῦ
κελλιοῦ του, διότι τό σῶμα του εἶχε χάσει τήν αἴσθησι τοῦ βάρους του!! Ἀλλά καί
ὁ σύγχρονος ἀσκητής μας Ὅσιος Γέροντας Παΐσιος, ἐλουζόταν σάν φωτιά ἀπό τήν
Θεία Χάρι, ἡ ὁποία τόν ἐσκέπαζε. Ταυτόχρονα αἰσθανόταν καί θεία εὐωδία νά
πλημμυρίζει τό κελλί του καί ὅλη τήν ὕπαρξίν του.
Ἐμεῖς οἱ μοναχοί δέν ἔχουμε χρόνο νά
προσευχηθοῦμε καί οἱ ἐν τῶ κόσμῳ Χριστιανοί μας δέν ἔχουν ποῦ νά «σκοτώσουν» τήν ὥραν τους. Ἄχ πόσο θά ἤθελα
νά εἶχα τίς ἰδικές τους ἀτέλειωτες ὧρες πού τίς «πετοῦν» κυριολεκτικά στά
καφενεδάκια καί στά ἄλλα νυκτερινά τους κέντρα! Ἀπορῶ καί ἐξίσταμαι τί λόγο θά
δώσουμε στόν Θεό, γι᾿ αὐτόν τόν πολύτιμο χρόνο πού χάνουμε ἐδῶ καί ἐκεῖ; Ἀλλά
καί ὁ μοναχός, πού δέν ἀγάπησε τήν προσευχή, πόσο δυστυχισμένος εἶναι καί
δυστυχῶς, δέν τό γνωρίζει!
Ἔτσι καί στήν ζωή τοῦ ἀμελοῦς μοναχοῦ τά
πάντα γίνονται μέ ἀκηδία. Τόν κυριεύει μία βαρυεστημέρα. Δέν ἔχει διάθεσι νά
ψελίσσει ἔστω δέκα λεπτά τήν εὐχή μέσα στήν ἐκκλησία, ἐνῶ φαίνεται ἀπό μακριά ὅτι
ἔπεσαν ἐπάνω του «σάν βροχή», οἱ λογισμοί!
Οἱ ἅγιοι νηπτικοί Πατέρες, μᾶς λέγουν ὅτι
τό δυσκολώτερο πνευματικό μας ἔργο εἶναι ἡ προσευχή τοῦ Ἰησοῦ. Δέν εἶναι
κουραστική κάθε προσευχή, ἀλλά βασικά ἡ εὐχή τοῦ Ἰησοῦ! Εἶναι εὔκολο τώρα τήν
Τεσσαρακοστή πού ἄρχισε πρίν ἀπό τρεῖς ἡμέρες νά λέγεις τούς μακαρισμούς καί νά ψάλλεις: «Μεθ᾿ ἡμῶν ὁ
Θεός, γνῶτε ἔθνη καί ἡττᾶσθε, ὅτι μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός…». Μάλιστα χαίρεσαι καί τό
λαρύγγι σου γυμνάζεται καί φορμάρεται ἀπό τήν ψαλμωδία. Ἀκόμη πλουτίζεις καί ἀπό
μουσικές ἐπιδόσεις καί τεχνικές πού προκαλοῦν χαρά καί ἁρμονία στά αὐτιά σου. Αὐτά
εἶναι εὔκολα πράγματα, διότι δέν κοπιάζεις νά κρατεῖς τόν νοῦν σου ἀμετεώριστον
σέ πέντε μόνο στερεότυπες λέξεις!
Καί ἐάν δέν ἔχετε δοκιμάσει, δέν ἠμπορῶ
νά σᾶς περιγράψω πόσο μεγάλη εἶναι ἡ ἀντίδρασις τοῦ σατανᾶ σ᾿ αὐτή τήν βία τῆς ἐπικλήσεως
τοῦ Ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ. Γνωρίζει ὁ διάβολος, ὅτι μέ τήν ἐπίκλησι τοῦ Ὀνόματος
τοῦ Χριστοῦ μέσα μας, εἴτε μέ τόν νοῦ μας εἴτε μέ τήν καρδιά μας, συντρίβονται
οἱ δυνάμεις του. Δρᾶ μέσα μας ἡ εὐχή σάν ἕνα ὅπλο πού βγάζει φωτιά καί
κατακαίει τούς δαίμονες.
Ἀπό τά πρῶτα κιόλας λεπτά τῆς προσευχῆς
μας, νοιώθουμε τῶν δαιμόνων τήν παράταξι νά εἶναι ἕτοιμη σέ στρατικοποιημένη
ζώνη στῆς καρδιᾶς μας τό ὀχυρό. Ἑμεῖς μέ μόνο δυνατό καί ἀνίκητο ὅπλο τήν
προσευχή μέ βαθυτάτη τήν αἴσθησι μέσα μας ὅτι εἴμεθα ἀνάξιοι οὐρανοῦ καί γῆς
καί ἄξιοι αἰωνίου κολάσεως. Ἐάν δέν ἔχουμε αὐτό τό βαθύ μέσα μας βίωμα, ὁ
πόλεμος κατά τῶν δαιμόνων μᾶς ὁδηγεῖ σέ ἀποτυχία! Μία νύκτα ὁ καϋμένος ἐγώ, ἐπίστευσα ὅτι θά
καταλάβω τά ὀχυρά «τοῦ ροῦπελ», μόνο μέ τήν ἔντονη προσευχή μου, ἀλλά χωρίς τό
βίωμα τῆς ταπεινώσεως.
Τό ἀποτέλεσμα ἦταν ὅτι μετά τήν τρίωρη
προσευχή σηκώθηκα ἀγριεμένος καί ἀπορημένος. Καί ἔλεγα μέ τόν πλανεμένο λογισμό
μου: «Τόση ὥρα ἐκοπίασα καί δέν μοῦ ἔδωσε ὁ Χριστός σταγόνα ἀπό τήν Χάρι του».
Εἶχα πλανηθῆ ὁ δυστυχής, ἀλλά ἔβαλα καί μυαλό. Καί, ὅταν κάποιος δέν ἔχει ἔμπειρο
πνευματικό ὁδηγό θά πλανηθῆ πολλές φορές μέχρι νά μάθει, πῶς νά ἑλίσσεται σ᾿ αὐτές
τίς τρικλοποδιές πού τοῦ βάζει ὁ
διάβολος.
Ἐνίοτε, ἐνῶ πέφτουμε σέ παγίδες, δέν
θέλουμε ἀμέσως νά σηκωθοῦμε καί νά καταλάβουμε τήν πλάνη μας. Κι αὐτό συμβαίνει
λόγῳ τοῦ καταραμένου ἐγωϊσμοῦ πού ἔχουμε μέσα μας. Καί μάλιστα φαίνεται ὅτι εἶναι
καί δυνατός σέ ποσότητα καί δύναμι αὐτός ὁ ἐγωϊσμός μας.
Εἶπα σέ κάποιον ἀδελφόν, πού ἔβλεπα ἀνησυχίες,
ἀπό τίς κινήσεις καί τούς μορφασμούς τοῦ προσώπου του, ὅτι τόν καλεῖ ἡ Θεία
Χάρις νά ἀλλάξει σκέψεις καί νά προκαλέσει μέσα του σκέψεις καί στοχασμούς
ταπεινώσεως. Καί μοῦ ἀπήντησε: «Τό βλέπω κι ἐγώ, ἀλλά δέν ἔχω τήν δύναμιν νά
κάνω αὐτή τήν εἰσπήδησι στήν εὐθεῖα ὁδό πού θέλει ὁ Χριστός. Γι᾿ αὐτό καί μοῦ
προκαλεῖ πειρασμούς για νά μέ ταπεινώσει, ἀλλά ἐγώ δέν μπορῶ νά δεχθῶ ἀκόμη αὐτή
τήν πρόσκλησι τοῦ Θεοῦ γιά μία πλήρη ὑπακοή καί ἐκκοπή τοῦ θελήματός μου».
Μον. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης 4-2-2019
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου