Απάντηση σε αισχρολογίες
Ένας χριστιανός αγαπάει κάθε ψυχή. Υπάρχουν, βέβαια, κάποιοι με τους οποίους συνδέεται κάποιος λόγω διάφορων γεγονότων και με τους οποίους επικοινωνεί πιο πυκνά. Αυτές είναι οι σχέσεις του στενότερου κύκλου ενός ανθρώπου. Αυτό, πάντως, δεν σημαίνει πως αυτά τα πρόσωπα τα αγαπάει κάποιος πιο πολύ απ’ όσο αγαπάει τους άλλους, δηλαδή πως αγαπάει τους άλλους πιο λίγο απ’ όσο αγαπάει αυτούς, αλλά οπωσδήποτε η σχέση που τον συνδέει με αυτούς έχει, η κάθε μία, την δική της ιστορία, και είναι πιο στενή.
Μια τέτοια σχέση, είναι αυτή που υπήρχε μεταξύ του Δαβίδ και του Ιωνάθαν, δύο προσώπων της Παλαιάς Διαθήκης. Η σχέση αυτή αποτελεί υπόδειγμα όχι μόνο της στενής φιλίας αυτού του είδους, αλλά και κάθε μίας διαπροσωπικής σχέσης. Ωστόσο, πολλοί που παραδίνονται στο πάθος της αρσενοκοιτίας, προσπαθούν να την παρουσιάσουν ως σύμφωνη με αυτά που κάνουν αυτοί. Στο πλευρό τους βρίσκονται και κάποιοι άλλοι αρνητές, που προσπαθούν να πιαστούν από κάπου, προκειμένου να δυσφημήσουν την χριστιανική διδασκαλία.
Στην Αγία Γραφή διαβάζουμε ότι ο Θεός διάλεξε ένα παιδί, τον Δαβίδ, ως διάδοχο του Σαούλ, του βασιλιά του Ισραήλ, και έστειλε τον προφήτη Του, τον Σαμουήλ, για να τον χρίσει με ιερό λάδι. Ωθούμενος από την πίστη του στον Θεό, ο Δαβίδ, τον οποίο ο βασιλιάς είχε ζητήσει και πάρει ως υπηρέτη, ανέλαβε να αντιμετωπίσει έναν γίγαντα Φιλισταίο πολεμιστή, τον Γολιάθ, ο οποίος υπηρετούσε τους δαιμονικούς ψευτοθεούς του λαού του και τον οποίο κανένας δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει, και τον νίκησε. Κατόπιν, παρουσιάστηκε στον βασιλιά του Ισραήλ, τον Σαούλ. Ας δούμε τα παρακάτω αποσπάσματα όπου γίνεται, μεταξύ άλλων, λόγος για την γνωριμία του Δαβίδ με τον Ιωνάθαν, τον γιο του βασιλιά Σαούλ, μετά την νίκη του Δαβίδ εναντίον του Γολιάθ, και την σχέση η οποία τους συνέδεε. Στο τέλος, θα πούμε επίσης ορισμένα πράγματα σε σχέση με αυτά.
Α΄ Σαμουήλ
κεφάλαιο 18:
1 Και καθώς τελείωσε να μιλάει στον Σαούλ, η ψυχή τού Ιωνάθαν συνδέθηκε με την ψυχή τού Δαβίδ, και ο Ιωνάθαν τον αγάπησε σαν τη δική του ψυχή. 2 Και ο Σαούλ τον παρέλαβε εκείνη την ημέρα, και δεν τον άφησε πλέον να επιστρέψει στο σπίτι τού πατέρα του. 3 Τότε, ο Ιωνάθαν έκανε συνθήκη με τον Δαβίδ· επειδή, τον αγαπούσε σαν τη δική του ψυχή. 4 Και ο Ιωνάθαν αφού ξεντύθηκε το επανωφόρι που είχε επάνω του, το έδωσε στον Δαβίδ, και τη στολή του, μέχρι και το ξίφος του, και το τόξο του, και τη ζώνη του. 5 Και ο Δαβίδ έβγαινε παντού όπου τον έστελνε ο Σαούλ, και φερόταν με σύνεση· και ο Σαούλ τον έβαλε αρχηγό επάνω σε όλους τούς άνδρες τού πολέμου· και ήταν αρεστός στα μάτια ολόκληρου του λαού, κι ακόμα και στα μάτια των δούλων τού Σαούλ. 6 Και καθώς έρχονταν, ενώ ο Δαβίδ επέστρεφε από τη σφαγή τού Φιλισταίου, έβγαιναν γυναίκες από όλες τις πόλεις τού Ισραήλ, ψάλλοντας και χορεύοντας, σε συνάντηση του βασιλιά Σαούλ, με τύμπανα, με χαρά, και με κύμβαλα. 7 Και αποκρίνονταν η μία στην άλλη οι γυναίκες, που έπαιζαν, και έλεγαν: Ο Σαούλ πάταξε τις χιλιάδες του, και ο Δαβίδ τις μυριάδες του. 8 Και ο Σαούλ παροξύνθηκε σε υπερβολικό βαθμό, και φάνηκε δυσάρεστος στα μάτια του αυτός ο λόγος, και είπε: Απέδωσαν στον Δαβίδ τις μυριάδες, και σε μένα απέδωσαν τις χιλιάδες· και τι απολείπεται πλέον σ’ αυτόν παρά η βασιλεία; 9 Και ο Σαούλ υπέβλεπε τον Δαβίδ από εκείνη την ημέρα και στο εξής. 10 Και την επόμενη ημέρα ήρθε επάνω στον Σαούλ ένα πονηρό πνεύμα από τον Θεό, και προφήτευε μέσα στο σπίτι· και ο Δαβίδ έπαιζε με το χέρι του κιθάρα, όπως κάθε ημέρα· και υπήρχε ένα μικρό δόρυ στο χέρι τού Σαούλ· 11 και ο Σαούλ έρριξε το μικρό δόρυ, λέγοντας: Θα χτυπήσω τον Δαβίδ μέχρι και στον τοίχο. Αλλά, ο Δαβίδ παρεξέκλινε δύο φορές από μπροστά του. 12 Και ο Σαούλ φοβήθηκε από μπροστά από τον Δαβίδ, επειδή ο Κύριος ήταν μαζί του, ενώ από τον Σαούλ είχε απομακρυνθεί. 13 Γι’ αυτό, ο Σαούλ τον απομάκρυνε από κοντά του, και τον έκανε χιλίαρχο· και έβγαινε και έμπαινε μπροστά στον λαό. 14 Και ο Δαβίδ φερόταν με σύνεση σε όλους τούς δρόμους του· και ο Κύριος ήταν μαζί του. 15 Γι’ αυτό ο Σαούλ, βλέποντας ότι φέρεται με μεγάλη σύνεση, φοβόταν από μπροστά του. 16 Και ολόκληρος ο Ισραήλ και ο Ιούδας αγαπούσε τον Δαβίδ, επειδή έβγαινε και έμπαινε μπροστά τους. 17 Και ο Σαούλ είπε στον Δαβίδ: Δες, η μεγαλύτερη θυγατέρα μου η Μεράβ· αυτήν θα σου δώσω για γυναίκα· μόνον να είσαι σε μένα ανδρείος, και να μάχεσαι τις μάχες του Κυρίου. Επειδή, ο Σαούλ είπε: Ας μη είναι το χέρι μου επάνω του, αλλά το χέρι των Φιλισταίων ας είναι επάνω του. 18 Και ο Δαβίδ είπε στον Σαούλ: Ποιος είμαι εγώ; Και ποια είναι η ζωή μου, και η οικογένεια του πατέρα μου ανάμεσα στον Ισραήλ, ώστε να γίνω γαμπρός του βασιλιά; 19 Αλλά, την εποχή που η Μεράβ, η θυγατέρα τού Σαούλ, επρόκειτο να δοθεί στον Δαβίδ, αυτή δόθηκε για γυναίκα στον Αδριήλ, τον Μεολαθίτη. 20 Τον Δαβίδ, όμως, αγαπούσε η Μιχάλ, η θυγατέρα τού Σαούλ· και το ανήγγειλαν στον Σαούλ· και του άρεσε αυτό το πράγμα. 21 Και ο Σαούλ είπε: Θα του τη δώσω, για να του γίνει παγίδα, και για να είναι επάνω του το χέρι των Φιλισταίων. Γι’ αυτό, ο Σαούλ είπε στον Δαβίδ: Σήμερα θα είσαι γαμπρός μου με τη δεύτερη θυγατέρα μου. 22 Και ο Σαούλ πρόσταξε τους δούλους του, λέγοντας: Μιλήστε κρυφά στον Δαβίδ, και πείτε του: Δες, ο βασιλιάς αρέσκεται σε σένα, και σε αγαπούν όλοι οι δούλοι του· τώρα, λοιπόν, γίνε γαμπρός τού βασιλιά. 23 Και οι δούλοι τού Σαούλ μίλησαν αυτά τα λόγια στα αυτιά τού Δαβίδ. Και ο Δαβίδ είπε: Σας φαίνεται τιποτένιο πράγμα να γίνει κανείς γαμπρός τού βασιλιά; Αλλ’ εγώ είμαι φτωχός άνθρωπος, και τιποτένιος. 24 Και οι δούλοι τού Σαούλ ανήγγειλαν σ’ αυτόν, λέγοντας: Σύμφωνα μ’ αυτά τα λόγια μίλησε ο Δαβίδ. 25 Και ο Σαούλ είπε: Έτσι θα πείτε στον Δαβίδ: Ο βασιλιάς δεν θέλει νυφικά δώρα, αλλά 100 ακροβυστίες Φιλισταίων, για να εκδικηθεί ο βασιλιάς ενάντια στους εχθρούς του. Ο Σαούλ, όμως, στοχαζόταν να κάνει τον Δαβίδ να πέσει με το χέρι των Φιλισταίων. 26 Και όταν οι δούλοι του ανήγγειλαν στον Δαβίδ αυτά τα λόγια, άρεσε στον Δαβίδ να γίνει γαμπρός τού βασιλιά· ώστε, και πριν συμπληρωθούν οι ημέρες, 27 ο Δαβίδ σηκώθηκε και πήγε, αυτός και οι άνδρες του, και θανάτωσε 200 από τους άνδρες των Φιλισταίων· και ο Δαβίδ έφερε τις ακροβυστίες τους, και τις απέδωσε ολόκληρες στον βασιλιά, για να γίνει γαμπρός τού βασιλιά. Και ο Σαούλ τού έδωσε τη Μιχάλ τη θυγατέρα του για γυναίκα. 28 Και ο Σαούλ είδε και γνώρισε ότι ο Κύριος ήταν μαζί με τον Δαβίδ· και η Μιχάλ η θυγατέρα τού Σαούλ τον αγαπούσε. 29 Και ο Σαούλ φοβόταν ακόμα περισσότερο μπροστά από τον Δαβίδ· και ο Σαούλ έγινε παντοτινός εχθρός τού Δαβίδ. 30 Και οι άρχοντες των Φιλισταίων βγήκαν σε πόλεμο· και από την ημέρα που βγήκαν, ο Δαβίδ φερόταν με μεγαλύτερη σύνεση από όλους τούς δούλους τού Σαούλ· ώστε, το όνομά του τιμήθηκε υπερβολικά.
Α΄ Σαμουήλ
κεφάλαιο 19:
1 Και ο Σαούλ είπε στον Ιωνάθαν, τον γιο του, και σε όλους τους δούλους του, να θανατώσουν τον Δαβίδ. 2 Ο Ιωνάθαν, όμως, ο γιος τού Σαούλ, αγαπούσε τον Δαβίδ υπερβολικά· και ο Ιωνάθαν ανήγγειλε στον Δαβίδ, λέγοντας: Ο Σαούλ, ο πατέρας μου, ζητάει να σε θανατώσει· τώρα, λοιπόν, φυλάξου, παρακαλώ, μέχρι το πρωί, και μένε σε ένα κρυφό μέρος, και κρύψου· 3 κι εγώ θα βγω και θα σταθώ κοντά στον πατέρα μου στο χωράφι, όπου θα βρίσκεσαι, και θα μιλήσω στον πατέρα μου για σένα· και θα δω τι είναι, και θα σου το αναγγείλω. 4 Και ο Ιωνάθαν μίλησε στον Σαούλ τον πατέρα του ευνοϊκά για τον Δαβίδ και του είπε: Ας μη αμαρτήσει ο βασιλιάς ενάντια στον δούλο του, ενάντια στον Δαβίδ· επειδή, δεν αμάρτησε εναντίον σου, και επειδή τα έργα του στάθηκαν πολύ καλά σε σένα· 5 δεδομένου ότι, ριψοκινδύνεψε τη ζωή του, και θανάτωσε τον Φιλισταίο, και ο Κύριος έκανε μεγάλη σωτηρία σε ολόκληρο τον Ισραήλ· είδες και χάρηκες· γιατί, λοιπόν, θέλεις να αμαρτήσεις ενάντια σε αθώο αίμα, θανατώνοντας τον Δαβίδ χωρίς αιτία; 6 Και ο Σαούλ έδωσε προσοχή στη φωνή τού Ιωνάθαν· και ορκίστηκε ο Σαούλ, λέγοντας: Ζει ο Κύριος, δεν θα θανατωθεί. 7 Και ο Ιωνάθαν φώναξε τον Δαβίδ, και του ανήγγειλε όλα αυτά τα λόγια. Και ο Ιωνάθαν έφερε τον Δαβίδ στον Σαούλ, και ήταν μπροστά του, όπως και άλλοτε. 8 Έγινε και πάλι πόλεμος· και ο Δαβίδ βγήκε, και πολέμησε με τους Φιλισταίους, και πάταξε τους Φιλισταίους με μεγάλη σφαγή· και έφυγαν από μπροστά του. 9 Και το πονηρό πνεύμα από τον Κύριο στάθηκε επάνω στον Σαούλ, ενώ καθόταν στο σπίτι του με το μικρό δόρυ στο χέρι του· και ο Δαβίδ έπαιζε με το χέρι του το όργανο. 10 Και ο Σαούλ ζήτησε να χτυπήσει τον Δαβίδ με το μικρό δόρυ και μέχρι τον τοίχο· ξέκλινε, όμως, από μπροστά από τον Σαούλ, και χτύπησε με το μικρό δόρυ τον τοίχο· και ο Δαβίδ έφυγε, και διασώθηκε εκείνη τη νύχτα. 11 Και ο Σαούλ έστειλε μηνυτές στο σπίτι τού Δαβίδ, για να τον παραφυλάξουν, και να τον θανατώσουν το πρωί· η Μιχάλ, όμως, η γυναίκα του, ανήγγειλε στον Δαβίδ, λέγοντας: Αν δεν σώσεις τη ζωή σου αυτή τη νύχτα, αύριο θα θανατωθείς. 12 Και η Μιχάλ κατέβασε τον Δαβίδ από το παράθυρο· και αναχώρησε, και έφυγε, και διασώθηκε. 13 Τότε, η Μιχάλ παίρνοντας ένα ομοίωμα, το έβαλε επάνω στο κρεβάτι, και στο κεφάλι του έβαλε ένα προσκέφαλο από τρίχες κατσικιών, και το σκέπασε με ένα φόρεμα. 14 Και όταν ο Σαούλ έστειλε μηνυτές για να πιάσουν τον Δαβίδ, εκείνη είπε: Είναι άρρωστος. 15 Ο Σαούλ έστειλε ξανά μηνυτές για να δουν τον Δαβίδ, λέγοντας: Φέρτε τόν μου επάνω στο κρεβάτι, για να τον θανατώσω. 16 Και όταν οι μηνυτές μπήκαν μέσα, να, επάνω στο κρεβάτι ήταν το ομοίωμα, και ένα προσκέφαλο στο κεφάλι του από τρίχες κατσικιών. 17 Και ο Σαούλ είπε στη Μιχάλ: Γιατί με εξαπάτησες έτσι, και έδιωξες τον εχθρό μου, και διασώθηκε; Και η Μιχάλ απάντησε στον Σαούλ: Αυτός μου είπε: Άφησέ με να φύγω· γιατί να σε θανατώσω; 18 Και ο Δαβίδ έφυγε, και διασώθηκε, και ήρθε στον Σαμουήλ στη Ραμά, και του ανήγγειλε όλα όσα του είχε κάνει ο Σαούλ· και πήγαν, αυτός και ο Σαμουήλ, και κατοίκησαν στη Ναυιώθ. 19 Και ανήγγειλαν στον Σαούλ, και είπαν: Δες, ο Δαβίδ είναι στη Ναυιώθ, στη Ραμά. 20 Και ο Σαούλ έστειλε μηνυτές για να πιάσουν τον Δαβίδ· και όταν είδαν τη συγκέντρωση των προφητών να προφητεύουν, και τον Σαμουήλ να προϊσταται σ’ αυτούς, ήρθε το Πνεύμα τού Κυρίου επάνω στους μηνυτές τού Σαούλ, και προφήτευαν κι αυτοί. 21 Και όταν αυτό αναγγέλθηκε στον Σαούλ, έστειλε και άλλους μηνυτές, κι αυτοί παρόμοια προφήτευαν. Και ο Σαούλ ξανάστειλε μηνυτές για τρίτη φορά, κι αυτοί επίσης προφήτευαν. 22 Τότε, πήγε κι αυτός στη Ραμά, και ήρθε μέχρι το μεγάλο πηγάδι που είναι στη Σοκχώ· και ρώτησε λέγοντας: Πού είναι ο Σαμουήλ και ο Δαβίδ; Και είπαν: Δες, στη Ναυιώθ, στη Ραμά. 23 Και πήγε εκεί στη Ναυιώθ, που ήταν στη Ραμά· και το Πνεύμα τού Θεού ήρθε επάνω του και εξακολουθούσε τον δρόμο του προφητεύοντας, μέχρις ότου ήρθε στη Ναυιώθ, στη Ραμά. 24 Και αφού ξεντύθηκε κι αυτός τα ιμάτιά του, προφήτευε μπροστά στον Σαμουήλ με τον ίδιο τρόπο, και ήταν καταγής γυμνός όλη εκείνη την ημέρα και όλη τη νύχτα. Γι’ αυτό, λένε: Και ο Σαούλ ανάμεσα σε προφήτες;
Α΄ Σαμουήλ
κεφάλαιο 20:
1 Και ο Δαβίδ έφυγε από τη Ναυιώθ, που είναι στη Ραμά, και ήρθε, και είπε μπροστά στον Ιωνάθαν: Τι έκανα; Ποιο είναι το αδίκημά μου, και ποιο το αμάρτημά μου μπροστά στον πατέρα σου, για το οποίο ζητάει την ψυχή μου; 2 Κι εκείνος τού είπε: Μη γένοιτο! Εσύ δεν θα πεθάνεις· δες, ο πατέρας μου δεν θα κάνει τίποτε, ούτε μεγάλο ούτε μικρό, που να μη το φανερώσει σε μένα· και γιατί ο πατέρας μου θα έκρυβε αυτό το πράγμα από μένα; Δεν είναι έτσι. 3 Και ο Δαβίδ ορκίστηκε ακόμα, και είπε: Ο πατέρας σου, βέβαια, ξέρει ότι εγώ βρήκα χάρη μπροστά σου· γι’ αυτό, λέει: Ας μη το ξέρει αυτό ο Ιωνάθαν, μήπως λυπηθεί. Αλλά, ζει ο Κύριος, και ζει η ψυχή σου, δεν είναι παρά ένα βήμα ανάμεσα σε μένα και τον θάνατο. 4 Τότε ο Ιωνάθαν είπε στον Δαβίδ: Ό,τι επιθυμεί η ψυχή σου θα το κάνω σε σένα. 5 Και ο Δαβίδ είπε στον Ιωνάθαν: Δες, αύριο είναι νεομηνία, κατά την οποία συνηθίζω να κάθομαι να συντρώγω με τον βασιλιά· άφησέ με, λοιπόν, να πάω για να κρυφτώ στο χωράφι μέχρι την εσπέρα τής τρίτης ημέρας· 6 αν ο πατέρας σου κοιτάζοντας ολόγυρα με ζητήσει, τότε πες: Ο Δαβίδ ζήτησε από μένα ένθερμα να τρέξει στη Βηθλεέμ, την πόλη του· επειδή, γίνεται εκεί ετήσια θυσία, από όλη τη συγγένειά του· 7 αν πει έτσι: Καλά· θα είναι ειρήνη στον δούλο σου· αν, όμως, οργιστεί πολύ, να ξέρεις ότι το κακό είναι αποφασισμένο απ’ αυτόν. 8 Θα κάνεις, λοιπόν, έλεος στον δούλο σου· επειδή, έβαλες τον δούλο σου σε συνθήκη Κυρίου μαζί σου· αν, όμως, υπάρχει σε μένα αδικία, θανάτωσέ με εσύ· και γιατί να με φέρεις μέχρι τον πατέρα σου; 9 Και ο Ιωνάθαν είπε: Μη γένοιτο ποτέ κάτι τέτοιο σε σένα! Επειδή, αν πραγματικά γνωρίσω ότι είναι αποφασισμένο από τον πατέρα μου το κακό νάρθει επάνω σου, σίγουρα θα σου το αναγγείλω. 10 Και ο Δαβίδ είπε στον Ιωνάθαν: Ποιος θα μου το αναγγείλει αν ο πατέρας σου απαντήσει σε σένα με σκληρό τρόπο; 11 Και ο Ιωνάθαν είπε στον Δαβίδ: Έλα, και ας βγούμε στο χωράφι. Και βγήκαν και οι δύο στο χωράφι. 12 Και ο Ιωνάθαν είπε στον Δαβίδ: Κύριε, Θεέ τού Ισραήλ! Όταν κάποτε την αυριανή ή τη μεθαυριανή ημέρα εξιχνιάσω τον πατέρα μου, και να, είναι κάτι καλό για τον Δαβίδ, αν δεν σου στείλω τότε να το αναγγείλω σε σένα, 13 έτσι να κάνει ο Κύριος στον Ιωνάθαν και έτσι να προσθέσει! Αν, όμως, ο πατέρας μου αποφάσισε το κακό εναντίον σου, θα σου το αναγγείλω, και θα σε εξαποστείλω, και θα πας με ειρήνη· και ο Κύριος ας είναι μαζί σου, καθώς στάθηκε με τον πατέρα μου! 14 Και όχι μονάχα όσο ζω θα δείξεις σε μένα το έλεος του Κυρίου, για να μη πεθάνω, 15 αλλά, και δεν θα αποκόψεις το έλεός σου από την οικογένειά μου, παντοτινά· όχι, ούτε όταν ο Κύριος αφανίσει τους εχθρούς τού Δαβίδ, κάθε έναν από το πρόσωπο της γης. 16 Και ο Ιωνάθαν έκανε συνθήκη με την οικογένεια του Δαβίδ, λέγοντας τελικά: Και ο Κύριος να ζητήσει λόγο από τους εχθρούς τού Δαβίδ! 17 Και ο Ιωνάθαν έκανε και τον Δαβίδ να ορκιστεί στην αγάπη του σ’ αυτόν· επειδή, τον αγαπούσε όπως αγαπούσε τη δική του ψυχή. 18 Και ο Ιωνάθαν τού είπε: Αύριο είναι νεομηνία· και θα αναζητηθείς, επειδή η καθέδρα σου θα είναι αδειανή· 19 και αφού μείνεις τρεις ημέρες, θα κατέβεις με βιασύνη, και θάρθεις στον τόπο, όπου κρύφτηκες την ημέρα τής πράξης, και θα καθήσεις κοντά στην πέτρα Εζήλ· 20 και εγώ θα τοξεύσω τρία βέλη στα πλάγια της πέτρας, σαν να τοξεύω σε σημάδι· 21 και δες, θα αποστείλω τον υπηρέτη, λέγοντας: Πήγαινε, βρες τα βέλη· – αν πω στον υπηρέτη, ρητά: Δες, τα βέλη είναι προς τα δω από σένα, πάρ’ τα· τότε, έλα, επειδή, είναι ειρήνη σε σένα, και καμιά βλάβη, ζει ο Κύριος· 22 αν, όμως, πω στον νέο: Δες, τα βέλη είναι πιο πέρα από σένα· – πήγαινε τον δρόμο σου, επειδή σε εξαπέστειλε ο Κύριος· 23 για τον λόγο, όμως, που μιλήσαμε εγώ κι εσύ, δες, ο Κύριος ας είναι μάρτυρας ανάμεσα σε μένα και σε σένα, παντοτινά. 24 Ο Δαβίδ κρύφτηκε, λοιπόν, στο χωράφι· και όταν ήρθε η νεομηνία, ο βασιλιάς κάθησε στο τραπέζι για να φάει. 25 Και ο βασιλιάς κάθησε επάνω στην καθέδρα του, όπως άλλοτε, επάνω σε καθέδρα κοντά στον τοίχο· και ο Ιωνάθαν σηκώθηκε, και ο Αβενήρ κάθησε κοντά στον Σαούλ, ο τόπος όμως του Δαβίδ ήταν αδειανός. 26 Ο Σαούλ, όμως, δεν μίλησε καθόλου εκείνη την ημέρα· επειδή, είπε στον εαυτό του: Κάτι θα του συνέβηκε, ώστε να μη είναι καθαρός· σίγουρα δεν είναι καθαρός. 27 Και το πρωί, τη δεύτερη του μήνα, ο τόπος τού Δαβίδ ήταν αδειανός· και ο Σαούλ είπε στον Ιωνάθαν, τον γιο του: Γιατί δεν ήρθε ο γιος τού Ιεσσαί στο τραπέζι, ούτε χθες ούτε σήμερα; 28 Και ο Ιωνάθαν απάντησε στον Σαούλ: Ο Δαβίδ μού ζήτησε ένθερμα να πάει μέχρι τη Βηθλεέμ, 29 και είπε: Ας πάω, παρακαλώ, επειδή η συγγένειά μας κάνει θυσία στην πόλη· και ο αδελφός μου, αυτός μου παρήγγειλε να παραβρεθώ· τώρα, λοιπόν, αν βρήκα χάρη στα μάτια σου, άφησέ με, παρακαλώ, να πάω, και να δω τα αδέλφια μου· -γι’ αυτό δεν ήρθε στο τραπέζι τού βασιλιά. 30 Τότε, άναψε η οργή τού Σαούλ ενάντια στον Ιωνάθαν, και του είπε: Γιε διεφθαρμένης και αποστάτιδας γυναίκας, δεν ξέρω ότι εσύ διάλεξες τον γιο τού Ιεσσαί προς ντροπή σου, και προς ντροπή τής γύμνωσης της μητέρας σου; 31 Επειδή, ενόσω ο γιος τού Ιεσσαί ζει επάνω στη γη, εσύ δεν θα στερεωθείς ούτε η βασιλεία σου· τώρα, λοιπόν, στείλε, και φέρ’ τον σε μένα· επειδή, εξάπαντος θα πεθάνει. 32 Και ο Ιωνάθαν απάντησε στον πατέρα του: Γιατί να θανατωθεί; Τι έκανε; 33 Και ο Σαούλ έρριξε εναντίον του ένα μικρό δόρυ, για να τον χτυπήσει· τότε, ο Ιωνάθαν γνώρισε, ότι ήταν αποφασισμένο από τον πατέρα του να θανατώσει τον Δαβίδ. 34 Και ο Ιωνάθαν σηκώθηκε από το τραπέζι με έξαψη θυμού, και δεν έφαγε τροφή τη δεύτερη ημέρα τού μήνα· για τον λόγο ότι, ήταν λυπημένος για τον Δαβίδ, επειδή τον είχε καταντροπιάσει ο πατέρας του. 35 Και το πρωί ο Ιωνάθαν βγήκε στο χωράφι, τον χρόνο που είχε προσδιοριστεί με τον Δαβίδ, έχοντας μαζί του ένα μικρό παιδάκι. 36 Και είπε στο παιδάκι του: Τρέξε, βρες τώρα τα βέλη, που εγώ τοξεύω. Και καθώς έτρεχε το παιδάκι, τόξευσε το βέλος πέρα απ’ αυτό. 37 Και όταν το παιδάκι ήρθε στο μέρος τού βέλους, που ο Ιωνάθαν είχε τοξεύσει, φώναξε ο Ιωνάθαν πίσω από το παιδάκι, και είπε: Δεν είναι το βέλος πέρα από σένα; 38 Και ο Ιωνάθαν φώναξε πίσω από το παιδάκι: Βιάσου, σπεύσε, μη σταθείς. Και το παιδάκι μάζεψε τα βέλη τού Ιωνάθαν, και ήρθε στον κύριό του. 39 Το παιδάκι, όμως, δεν ήξερε τίποτε· μόνος ο Ιωνάθαν και ο Δαβίδ ήξεραν την υπόθεση. 40 Και ο Ιωνάθαν έδωσε τα όπλα στο παιδάκι, που ήταν μαζί του, και του είπε: Πήγαινε, φέρτ’ τα στην πόλη. 41 Και καθώς το παιδάκι αναχώρησε, σηκώθηκε ο Δαβίδ από το μεσημβρινό μέρος, και έπεσε μπροστά του στη γη, και προσκύνησε τρεις φορές· και φιλήθηκαν μεταξύ τους, και έκλαψαν και οι δύο· ο Δαβίδ, μάλιστα, έκανε μεγάλον κλαυθμό. 42 Και ο Ιωνάθαν είπε στον Δαβίδ: Πήγαινε με ειρήνη, καθώς εμείς οι δύο ορκιστήκαμε στο όνομα του Κυρίου, λέγοντας: Ο Κύριος ας είναι ανάμεσα σε μένα και σε σένα, και ανάμεσα στο σπέρμα μου και στο σπέρμα σου, παντοτινά! Και σηκώθηκε και αναχώρησε· ενώ ο Ιωνάθαν μπήκε στην πόλη.
(Το περιστατικό που θα δούμε τώρα συνέβη μετά από πολύ καιρό. Είναι η τελευταία συνάντηση του Δαβίδ με τον Ιωνάθαν.)
Α΄ Σαμουήλ
κεφάλαιο 23:
14 Και ο Δαβίδ κάθησε στην έρημο, σε οχυρωμένους τόπους, και έμενε σε κάποιο βουνό στην έρημο Ζιφ. Και ο Σαούλ τον ζητούσε όλες τις ημέρες· ο Θεός, όμως, δεν τον παρέδωσε στο χέρι του. 15 Και ο Δαβίδ είδε ότι ο Σαούλ βγήκε για να ζητάει τη ζωή του· και ο Δαβίδ ήταν στην έρημο Ζιφ, μέσα στο δάσος. 16 Τότε σηκώθηκε ο Ιωνάθαν, ο γιος τού Σαούλ, και πήγε στον Δαβίδ στο δάσος, και ενίσχυσε το χέρι του στην εξάρτησή του από τον Θεό. 17 Και του είπε: Μη φοβάσαι, επειδή δεν θα σε βρει το χέρι τού Σαούλ, του πατέρα μου· κι εσύ θα βασιλεύσεις στον Ισραήλ, κι εγώ θα είμαι δεύτερος από σένα· μάλιστα, και ο Σαούλ ο πατέρας μου το ξέρει αυτό. 18 Και έκαναν και οι δυο τους συνθήκη μπροστά στον Κύριο· και ο Δαβίδ καθόταν μέσα στο δάσος, και ο Ιωνάθαν αναχώρησε στο σπίτι του.
(Αργότερα, ο Ιωνάθαν σκοτώθηκε μαζί με τον πατέρα του, τον Σαούλ, πολεμώντας εναντίον των Φιλισταίων. Ας αναφερθεί και το ότι σε κάποια φάση πριν γίνει αυτό, ο Δαβίδ είχε την ευκαιρία να σκοτώσει αυτός τον Σαούλ που τον καταδίωκε για να του πάρει την ζωή, αλλά ήταν εντελώς αποφασισμένος να μην το κάνει γιατί κάτι τέτοιο του φαινόταν πολύ κακό.)
Β΄ Σαμουήλ
κεφάλαιο 1:
1 Ύστερα δε από τον θάνατο του Σαούλ, αφού ο Δαβίδ επέστρεψε από τη σφαγή των Αμαληκιτών, ο Δαβίδ κάθησε δύο ημέρες στη Σικλάγ· 2 και την τρίτη ημέρα, να, ήρθε ένας άνθρωπος από το στρατόπεδο, που ήταν κοντά στον Σαούλ, έχοντας ξεσχισμένα τα ιμάτιά του, κι επάνω στο κεφάλι του χώμα· και καθώς μπήκε στον Δαβίδ, έπεσε στη γη, και προσκύνησε. 3 Και ο Δαβίδ τού είπε: Από πού έρχεσαι; Κι εκείνος είπε: Εγώ διασώθηκα από το στρατόπεδο του Ισραήλ. 4 Και ο Δαβίδ τού είπε: Τι συνέβηκε; Πες μου, παρακαλώ.Και απάντησε, ότι: Ο λαός έφυγε από τη μάχη, και μάλιστα έπεσαν πολλοί από τον λαό, και πέθαναν· πέθαναν μάλιστα και ο Σαούλ, και ο γιος του ο Ιωνάθαν. 5 Και ο Δαβίδ είπε στον νέο, που του έδινε τις αγγελίες: Πώς ξέρεις ότι πέθανε ο Σαούλ, και ο γιος του ο Ιωνάθαν; 6 Και ο νέος που του έδινε τις αγγελίες τού είπε: Βρέθηκα κατά τύχη στο βουνό Γελβουέ, και να, ο Σαούλ ήταν γερμένος επάνω στο δόρατό του, και να, άμαξες και καβαλάρηδες τον έφταναν· 7 και όταν κοίταξε προς τα πίσω του, με είδε, και με κάλεσε· και απάντησα: Να, εγώ. 8 Και μου είπε: Ποιος είσαι; Και του απάντησα: Είμαι Αμαληκίτης. 9 Μου είπε ξανά: Στάσου επάνω μου, παρακαλώ, και θανάτωσέ με· γιατί, με κατέλαβε σκοτοδίνη, επειδή η ζωή μου είναι ακόμα ολόκληρη μέσα μου. 10 Στάθηκα, λοιπόν, επάνω του, και τον θανάτωσα· επειδή, ήμουν βέβαιος ότι δεν μπορούσε να ζήσει, αφού είχε πέσει· και πήρα το διάδημα, που ήταν επάνω στο κεφάλι του, και το βραχιόλι του, που ήταν στον βραχίονά του, και τα έφερα εδώ στον κύριό μου. 11 Τότε ο Δαβίδ πιάνοντας τα ιμάτιά του, τα ξέσχισε· και όλοι οι άνδρες που ήσαν μαζί του. 12 Και πένθησαν, και έκλαψαν, και νήστεψαν μέχρι την εσπέρα, για τον Σαούλ, και για τον Ιωνάθαν τον γιο του, και για τον λαό τού Κυρίου, και για τον οίκο τού Ισραήλ, επειδή έπεσαν με ρομφαία. 13 Και ο Δαβίδ είπε στον νέο, που του έδινε τις αγγελίες: Από πού είσαι; Και απάντησε: Είμαι γιος κάποιου πάροικου Αμαληκίτη. 14 Και ο Δαβίδ τού είπε: Πώς δεν φοβήθηκες να βάλεις το χέρι σου επάνω στον χρισμένο τού Κυρίου και να τον θανατώσεις; 15 Και ο Δαβίδ κάλεσε έναν από τους νέους, και είπε: Πλησίασε, πέσε επάνω του. Και τον χτύπησε, και πέθανε. 16 Και ο Δαβίδ τού είπε: Το αίμα σου επάνω στο κεφάλι σου, επειδή το στόμα σου μαρτύρησε εναντίον σου, λέγοντας: Εγώ θανάτωσα τον χρισμένο τού Κυρίου. 17 Και ο Δαβίδ θρήνησε τούτο τον θρήνο για τον Σαούλ, και για τον Ιωνάθαν, τον γιο του· 18 και παρήγγειλε να διδάξουν τους γιους Ιούδα αυτό το άσμα τού τόξου· (δες, είναι γραμμένο στο βιβλίο τού Ιασήρ). 19 Ω, δόξα τού Ισραήλ, κατακοντισμένη επάνω στους ψηλούς τόπους σου! Πώς έπεσαν οι δυνατοί! 20 Μη αναγγείλετε στη Γαθ, μη διακηρύξετε στις πλατείες τής Ασκάλωνας. Μήπως και χαρούν οι θυγατέρες των Φιλισταίων, μήπως και αγαλλιαστούν οι θυγατέρες των απερίτμητων· 21 βουνά που είστε στη Γελβουέ, ας μη υπάρχει δρόσος ούτε βροχή, επάνω σε σας, ούτε χωράφια που δίνουν απαρχές· επειδή, εκεί πετάχτηκε η ασπίδα των ισχυρών, η ασπίδα τού Σαούλ σαν να μη χρίστηκε με λάδι. 22 Από το αίμα των φονευμένων, από το λίπος των δυνατών, το τόξο τού Ιωνάθαν δεν στρεφόταν πίσω, και η ρομφαία τού Σαούλ δεν γύριζε αδειανή. 23 Ο Σαούλ και ο Ιωνάθαν ήσαν οι αγαπημένοι και αξιαγάπητοι, στη ζωή τους, και στον θάνατό τους δεν χωρίστηκαν. Ήσαν ελαφρότεροι από τους αετούς, δυνατότεροι από τα λιοντάρια. 24 Θυγατέρες τού Ισραήλ, κλάψτε για τον Σαούλ, αυτόν που σας έντυνε με κόκκινα μαζί με καλλωπισμούς, που σας έβαζε χρυσά στολίδια επάνω στα ενδύματά σας. 25 Πώς έπεσαν οι δυνατοί μέσα στη μάχη! Ιωνάθαν, τραυματισμένε επάνω στους ψηλούς τόπους! 26 Περίλυπος είμαι για σένα, αδελφέ μου, Ιωνάθαν· μου στάθηκες προσφιλέστατος· η αγάπη σου σε μένα ήταν εξαίσια· υπερέβαινε την αγάπη των γυναικών. 27 Πώς έπεσαν οι δυνατοί, και χάθηκαν τα όπλα τού πολέμου!
Αυτά είναι που λέγονται σε σχέση με την υπέροχη φιλία που συνέδεε τον Δαβίδ με τον Ιωνάθαν.
Απαντώντας σε αυτούς που προσπαθούν να ασελγήσουν πάνω στις παραπάνω διηγήσεις, έχουμε να παρατηρήσουμε τα παρακάτω.
Ως «βάση» όλης της μπουρδολογίας ως προς την σχέση των δύο αυτών ηρώων χρησιμοποιείται η δήλωση η οποία λέει: «Περίλυπος είμαι για σένα, αδελφέ μου, Ιωνάθαν· μου στάθηκες προσφιλέστατος· η αγάπη σου σε μένα ήταν εξαίσια· υπερέβαινε την αγάπη των γυναικών.» Ωστόσο, εκτός από το ότι ο Δαβίδ αποκαλεί τον Ιωνάθαν «αδελφό» του, παρατηρούμε το εξής: Δεν λέει πως ο ένας αγαπούσε τον άλλον περισσότερο απ’ όσο τις γυναίκες, αλλά ότι ο Ιωνάθαν αγάπησε τον Δαβίδ περισσότερο απ’ όσο τον είχαν αγαπήσει οι γυναίκες. Ούτε συγκρίνει τον Ιωνάθαν με τις γυναίκες, αλλά την αγάπη που του έδειξε ο Ιωνάθαν με την αγάπη που του είχαν δείξει οι γυναίκες. Η αγάπη του Ιωνάθαν ήταν πιο μεγάλη και πιο βαθιά και πιο αληθινή από την ερωτικού περιεχόμενου αγάπη, που αυτή ήταν αυτή που είχε γνωρίσει ο Δαβίδ από τις γυναίκες του. Με άλλα λόγια, η αδελφική, μη σεξουαλική αγάπη, είναι ανώτερη από την σεξουαλική. Αυτό, μάλιστα, πρέπει να το ακούσουν κάποιοι θεολόγοι, που λένε πως το μόνο σημαντικό πράγμα που υπάρχει στην ζωή του ανθρώπου είναι ο έρωτας μεταξύ ενός ζευγαριού! Η αγάπη, όμως, είναι ανώτερη από τον έρωτα, όπως διαφαίνεται ξεκάθαρα από αυτά που λέει ο προφήτης. Και θα πρέπει η αγάπη μεταξύ ενός ζευγαριού να μην εξαρτάται από την σεξουαλική έλξη, η οποία είναι κάτι το επιφανειακό και πρόσκαιρο. Το λέει ο Κύριος, ότι στην άλλη ζωή δεν θα υπάρχουν πια σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ των ζευγαριών, αλλά αγγελικές (βλ. Κατά Ματθαίον 22:30, Κατά Μάρκον 12:25, Κατά Λουκάν 20:34-36). Και πώς δεν ήταν η αγάπη του Ιωνάθαν εξαίσια, αλλά και άκρως υποδειγματική για όλους μας, όταν καθόλου μα καθόλου δεν ζήλεψε τον Δαβίδ, που ο Θεός τον διάλεξε για βασιλιά στην δική του ακριβώς θέση, αλλά αντιθέτως έκανε τα πάντα να τον υποστηρίξει και να τον προστατέψει σαν μικρότερό του αδελφό; Στην ιουδαιοχριστιανική παράδοση γενικότερα, είναι σύνηθες σαν θηλυκότητα να θεωρείται η σεξουαλικότητα, ενώ σαν ανδρεία (σημείωση: λέμε «ανδρεία» και όχι «αρρενωπότητα») η ουδετερότητα από άποψης φύλου, πράγμα που συνεπάγεται την απουσία της σεξουαλικότητας (π.χ. οι άγγελοι). Παρατηρούμε ότι από την βιβλική σκέψη απουσιάζει η αρχαιοελληνικού τύπου λατρεία της αρρενωπότητας, η οποία βέβαια συνεπάγεται την αντικειμενοποίηση της γυναίκας (δηλαδή την αντιμετώπισή της σαν σκεύος ηδονής, μέσο επιβεβαίωσης του ανδρισμού, παιδομηχανή, σκλάβα, υποχείριο, κλπ.), αλλά όχι σπάνια και την ομοφυλοφιλία, μια και αυτά τα δύο είναι το ίδιο πράγμα. Δεν είναι τυχαίο ότι σύμφωνα με την Αγία Γραφή η ρεύση του άνδρα είναι ακάθαρτη όπως ακριβώς η περίοδος της γυναίκας (βλ. Λευιτικό 15, Δευτερονόμιο 23:9-11). Δυστυχώς, όμως, οι ειδωλολατρικής προέλευσης αντιλήψεις που προαναφέρθηκαν, έχουν επιβιώσει, σε ορισμένα μάλλον κλειστά περιβάλλοντα και περιοχές της Ελλάδας. Όποιος κατάλαβε, κατάλαβε. Τέλος πάντων. Το νόημα της αναφοράς είναι σαφές και απλό: η αγάπη είναι ανώτερη από τον έρωτα.
Στο εδάφιο Α΄ Σαμουήλ 18:4, όταν ο Ιωνάθαν ξεντύθηκε ένα μέρος από την περιβολή του, το έκανε για να τα φορέσει στον Δαβίδ. Δεν γδύθηκε κανείς, ούτε γδύθηκαν και οι δύο για να κοιμηθούν μαζί! Εξάλλου, τα πράγματα που έδωσε ο Ιωνάθαν στον Δαβίδ ήταν νορμάλ, δεν του έδωσε, λ.χ., τα εσώρουχά του. Ας προσέξουμε το εξής: «Η απέκδυση της στολής θεωρείται μια τελετουργική πράξη σύμφωνα με το παράδειγμα του Ααρών, σχετικά με τον οποίο ο Θεός διέταξε, «και βγάλε από τον Ααρών τη στολή του, και φόρεσέ την στον Ελεάζαρ, τον γιο του» (Αριθμοί 20:26. Πρβλ. Εσθήρ 3:6.), ως μεταβίβαση του αξιώματος του πρώτου στον τελευταίο. Ομοίως, ο Ιωνάθαν, συμβολικά και προφητικά, θα μεταβίβαζε το βασιλικό αξίωμα του ίδιου (ως φυσικού διάδοχου) στον Δαβίδ, κάτι που θα εκπληρωνόταν στο μέλλον.» (http://en.wikipedia.org/wiki/David_and_Jonathan) Όσο για τον λόγο που ο Σαούλ κρατούσε τον Δαβίδ στο παλάτι του (βλ. Α΄ Σαμουήλ 18:2), αυτός ήταν επειδή, μετά την θανάτωση εκ μέρους του του Γολιάθ, τον εκτίμησε περισσότερο από ποτέ, και ένιωθε επιτακτικότατη ανάγκη να απολαμβάνει τις υπηρεσίες του, τόσο ως μουσικού (βλ. Α΄ Σαμουήλ 16:14-23), όσο και ως αρχιστράτηγου (βλ. Α΄ Σαμουήλ 18:5). Δεν τον κρατούσε για… «γαμπρό», όπως λένε κάποιοι!
Η βάση της ομοφυλοφιλίας, καθώς και οποιουδήποτε άλλου είδους πορνείας, είναι η υπέρμετρη παρρησία, ή αλλιώς η αναίδεια. Αυτό είναι που αποτυπώνει η γνωστή λαϊκή παροιμία: «Δώσε θάρρος στον χωριάτη, να σου ανέβει στο κρεβάτι». Απεναντίας, στην περίπτωση του Δαβίδ και του Ιωνάθαν, παρατηρούμε ότι ο ένας αντιμετώπιζε τον άλλο με ευλάβεια που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως υπερβολική (πάντως όχι με την κακή έννοια) (π.χ. Α΄ Σαμουήλ 20:41: «έπεσε μπροστά του στη γη, και προσκύνησε τρεις φορές»). Αυτή η αμοιβαία ευλάβεια θέτει τα όρια που δεν επιτρέπεται να ξεπεραστούν, και έτσι μια σχέση δεν μπορεί να καταλήξει ως πορνική. Όπου υπάρχει αυτή η ευλάβεια που υπήρχε ανάμεσα στον Δαβίδ και τον Ιωνάθαν, ούτε χέρι θα βάλει ο ένας στον άλλο, ούτε θα τον φιλήσει με αισθησιακό τρόπο, ούτε θα πορνεύσει με αυτόν. Δεν θα νιώσει καν σαρκική έλξη. Δεν θα σκεφτεί καν σαρκικό πράγμα. Η σχέση που εξετάζουμε είναι μια σχέση που διακρίνεται από αληθινή αγάπη, γι’ αυτό και βλέπουμε να επικρατεί η συστολή, η αγνότητα. (Όσο για την αναπαραγωγική διαδικασία, αυτή μόνο μέσα στον γάμο έχει θέση, ούτε εκεί όμως χωράει η ασυδοσία.) «Η αγάπη μακροθυμεί, αγαθοποιεί· η αγάπη δεν φθονεί· η αγάπη δεν αυθαδιάζει, δεν υπερηφανεύεται, δεν φέρεται με απρέπεια, δεν ζητάει τα δικά της, δεν εξάπτεται, δεν συλλογίζεται το κακό· δεν χαίρεται στην αδικία, συγχαίρει όμως στην αλήθεια.» (Α΄ Προς Κορινθίους 13:4-6)
Τέλος, πουθενά δεν λέει ότι ο Δαβίδ και ο Ιωνάθαν αγαπούσαν ο ένας τον άλλο περισσότερο απ’ όσο αγαπούσε τους άλλους. Τουναντίον! Η σχέση μεταξύ Δαβίδ και Ιωνάθαν και οι άλλες τους σχέσεις δεν αλληλοαναιρούνται. Συνυπάρχουν αρμονικότατα. Ούτε απειλεί η μια σχέση την άλλη, ούτε την ανταγωνίζεται, ούτε την διαρρηγνύει, ούτε την αντικαθιστά. Επιπλέον, όπως βλέπουμε, ο Θεός είναι ο εγγυητής και ο ρυθμιστής αυτής της σχέσης. Δεν πρόκειται για μια αρρωστημένη σχέση, δηλαδή. Όλα αυτά διαπιστώνονται με μελέτη των εδάφιων Α΄ Σαμουήλ 20:12-16, 23, 42 και 23:17-18. Επίσης, ο Ιωνάθαν δεν άφησε τον πατέρα του μόνο, παρόλο που εκείνος είχε απομακρυνθεί από τον Θεό και ήθελε να σκοτώσει τον Δαβίδ. Δεν τον άφησε για να συνοδεύσει τον Δαβίδ, αλλά έμεινε στο πλευρό του με πίστη και αφοσίωση. Και, όπως είπε ο Δαβίδ στον θρήνο του γι’ αυτούς, «Ο Σαούλ και ο Ιωνάθαν ήσαν οι αγαπημένοι και αξιαγάπητοι, στη ζωή τους, και στον θάνατό τους δεν χωρίστηκαν.» (Β΄ Σαμουήλ 1:23). Τα παραπάνω είναι αυτά ακριβώς που εγγυώνται το να είναι μια σχέση υγιής και όχι αρρωστημένη όπως, μεταξύ άλλων, αυτές των ομοφυλόφιλων.
Το συμπέρασμα είναι ότι κακώς, πολύ κακώς, προβάλλουν μερικοί την ακαθαρσία τους πάνω σε πρόσωπα που είναι ιερά, και που μας διδάσκουν, μέχρι και σήμερα, πώς να οικοδομούμε αληθινές και υγιείς σχέσεις με ανιδιοτέλεια. Επίσης, την Βίβλο πρέπει να την προσεγγίζουμε με μεγάλη προσοχή και πολύ φόβο Θεού, γιατί αλλιώς ο Θεός μπορεί να επιτρέψει να πλανηθούμε και να καταστραφούμε από την εγωπάθειά μας, φθάνοντας στο σημείο να σκεφτόμαστε τα πιο εξωφρενικά πράγματα. Είναι αυτό που συνέβη στην παρακάτω περίπτωση, που την βλέπουμε στο Β΄ Σαμουήλ, το ίδιο που μιλάει για τον Δαβίδ και τον Ιωνάθαν: «Και ο Δαβίδ συγκέντρωσε ξανά όλους τους εκλεκτούς από τον Ισραήλ, 30.000. Και ο Δαβίδ σηκώθηκε και πήγε, και ολόκληρος ο λαός μαζί του, από τη Βααλέ τού Ιούδα, για να ανεβάσει από εκεί την κιβωτό τού Θεού, στην οποία επικαλείται το Όνομα, το όνομα του Κυρίου των δυνάμεων, ο οποίος κάθεται πιο πάνω απ’ αυτή, επάνω στα χερουβείμ. Και έβαλαν την κιβωτό του Θεού επάνω σε καινούργια άμαξα, και την σήκωσαν από το σπίτι τού Αβιναδάβ, που ήταν στο βουνό· και οδήγησαν την καινούργια άμαξα ο Ουζά και ο Αχιώ, οι γιοι τού Αβιναδάβ. Και την σήκωσαν από το σπίτι τού Αβιναδάβ, που ήταν στο βουνό, μαζί με την κιβωτό τού Θεού· και ο Αχιώ προπορευόταν από την κιβωτό. Και ο Δαβίδ και ολόκληρος ο οίκος Ισραήλ έπαιζαν μπροστά στον Κύριο, κάθε είδος όργανα από ξύλο ελάτου, και κιθάρες, και ψαλτήρια, και τύμπανα, και σείστρα, και κύμβαλα. Και όταν ήρθαν μέχρι το αλώνι τού Ναχών, ο Ουζά άπλωσε το χέρι του στην κιβωτό τού Θεού, και την κράτησε· επειδή, την έσεισαν τα βόδια. Και εξάφθηκε ο θυμός τού Κυρίου ενάντια στον Ουζά· και ο Θεός τον χτύπησε εκεί λόγω της προπέτειάς του· και πέθανε εκεί δίπλα στην κιβωτό τού Θεού. Και ο Δαβίδ λυπήθηκε, επειδή ο Κύριος έκανε χαλασμό στον Ουζά· και αποκάλεσε το όνομα του τόπου Φαρές-ουζά, μέχρι αυτή την ημέρα. Και ο Δαβίδ φοβήθηκε τον Κύριο εκείνη την ημέρα, και είπε: Πώς η κιβωτός τού Κυρίου θα μπει μέσα σε μένα; Και ο Δαβίδ δεν θέλησε να μετακινήσει την κιβωτό τού Κυρίου προς τον εαυτό του στην πόλη Δαβίδ, αλλ’ ο Δαβίδ την έστρεψε στο σπίτι του Ωβήδ-εδώμ, του Γετθαίου.» (Β΄ Σαμουήλ 7:1-10)
Ρ. Π.
Σημείωση: Οι παραθέσεις από την Αγία Γραφή είναι από την «Νέα Μετάφραση Βάμβα». Αν κάποιος δεν του αρέσει η συγκεκριμένη μετάφραση, μπορεί να δει τα εν λόγω εδάφια από οποιαδήποτε άλλη (π.χ. από την ερμηνευτική απόδοση των εκδόσεων «Ζωή», που είναι πάρα πολύ καλή).
Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον