π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
Τῆς ἁγίας μεγαλομάρτυρος Μαρίνης
17 Ἰουλίου
Ο Χριστός ετίμησε την γυναίκα
Σήμερα, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἑορτή, ἑορτάζει ἡ ἁγία Μαρίνα. Ἑορτάζουν ναοὶ κτισμένοι πρὸς τιμήν της, ἑορτάζουν καὶ γυναῖκες ποὺ φέρουν τὸ ὄνομά της.
Τιμοῦμε μία γυναίκα. Ἀλλὰ καὶ στὴν Καινὴ Διαθήκη συχνὰ γίνεται λόγος γιὰ γυναῖκες. Τὸ Εὐαγγέλιο μιλάει γιὰ τὴν αἱμορροοῦσα (βλ. Μᾶρκ. 5,24-34), τὴν ὁποία θεράπευσε ὁ Χριστός. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει, ὅτι ἀνάμεσα στὴ γυναῖκα καὶ τὸν ἄντρα δὲν ὑπάρχει διαφορὰ στὴν ἀξία· ἄντρας καὶ γυναίκα εἶνε ἴσοι, ὅ,τι δικαιώματα ἔχει ὁ ἄντρας ἔχει καὶ ἡ γυναίκα. «Οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ», λέει,«πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ. 3,28). Τὰ λόγια αὐτὰ πρέπει νὰ τὰ ποῦμε πιὸ ἁπλά, νὰ τὰ «κάνουμε λιανά».
* * *
Δὲν ξέρω οἱ ἄντρες πόσο ἀγαποῦν τὸ Χριστό, ἀλλὰ οἱ γυναῖκες πρέπει νὰ τὸν ἀγαποῦν περισσότερο· ἐὰν οἱ ἄντρες τὸν ἀγαποῦν μιὰ φορά, οἱ γυναῖκες πρέπει νὰ τὸν ἀγαποῦν χίλιες φορές. Γιατί; Ὑπάρχει εἰδικὸς λόγος.
Ξέρετε τί ἦταν ἡ γυναίκα πρὸ Χριστοῦ; Ὁ ἄντρας τὴν ἔκανε ὅ,τι ἤθελε· τὴν ἔκλεινε μέσα, δὲν τῆς ἐπέτρεπε νὰ βγῇ. Τὰ παιδιὰ ποὺ γεννοῦσε δὲν τὰ ἐξουσίαζε αὐτὴ ἀλλὰ ὁ ἄντρας· ἂν ἤθελε τὰ σκότωνε. Τὴν ἴδια τὴν κακομεταχειριζόταν, τὴν εἶχε σὰν ζῷο. Τὴν κρατοῦσε ἕνα διάστημα καὶ μετὰ τὴν ἔδιωχνε· ἔπαιρνε ἄλλη, ἄλλη…, ὅσες ἤθελε. Ἔτσι ἡ γυναίκα ἦταν δυστυχισμένη. Σὲ κάποια μέρη εἶνε ἔτσι ἀκόμη καὶ σήμερα. Στὶς Ἰνδίες π.χ., ποὺ δὲν πίστεψαν ἀκόμα στὸ Χριστό, ἡ γυναίκα δὲν ἔχει καμμιά ἀξία. Πέθανε ὁ ἄντρας; εἶνε ὑποχρεωμένη νὰ θαφτῇ μαζί του· δὲν πρέπει νὰ ζῇ, καὶ τὴ θάβουν κοντά του στὸ ἴδιο μνῆμα.
Αὐτὴ ἦταν ἡ κατάστασι τῆς γυναίκας. Πότε ἄλλαξε; ποιός τὴν τίμησε; Μόνο ὁ Χριστός.
Πῶς ὁ Χριστὸς τίμησε τὴ γυναῖκα;
⃝ Μὲ τὴν πλάσι της. Ἡ ἁγία Γραφὴ λέει, ὅτι δὲν ὑπάρχει διαφορὰ στὴν ἀξία· τὸν ἄντρα τὸν ἔπλασε ὁ Θεὸς ἀπὸ τὸ χῶμα (Γέν. 2,7), ἀλλὰ τὴ γυναῖκα δὲν τὴν ἔπλασε ἀπὸ χῶμα, τὴν ἔπλασε ἀπὸ τὸν ἄντρα. Πῆρε ἕνα τμῆμα ἀπὸ τὸ σῶμα του, γιὰ νὰ δείξῃ ὅτι συγγενεύει μὲ τὸν ἄντρα. Ἀλλὰ τὸ τμῆμα αὐτὸ δὲν ἦταν οὔτε ἀπὸ τὸ κεφάλι οὔτε ἀπὸ τὰ πόδια. Δὲν ἦταν ἀπ᾽ τὸ κεφάλι, γιατὶ δὲν θέλει νά ᾽νε ἡ γυναίκα ἀφέντρα τοῦ ἀνδρός· οὔτε ἦταν ἀπὸ τὰ πόδια, γιὰ νὰ μὴν εἶνε ἡ γυναίκα σκλάβα καὶ τὴν καταπατᾷ ὁ ἄντρας. Πῆρε τὸ τμῆμα αὐτὸ ἀπὸ τὴν πλευρά (ἔ.ἀ. 2,21-22), ποὺ σκεπάζει τὴν καρδιά, γιὰ νὰ δείξῃ ὅτι ἡ γυναίκα πρέπει νὰ εἶνε δίπλα, πλάι του, σύντροφος τοῦ ἀντρὸς σὲ ὅλη τὴ ζωή, στὴ χαρὰ καὶ στὴ λύπη.
⃝ Τίμησε ὁ Χριστὸς τὴ γυναῖκα μὲ τὴν ἐνανθρώπησί του. Μποροῦσε σὰν Θεὸς νὰ μὴ γεννηθῇ ἀπὸ γυναῖκα. Ἄλλωστε οὔτε ὁ πρῶτος ἄνθρωπος, ὁ Ἀδάμ, οὔτε οἱ ἄγγελοι γεννήθηκαν ἀπὸ γυναῖκα. Θὰ μποροῦσε λοιπὸν καὶ ὁ Χριστὸς νὰ ἔρθῃ στὸν κόσμο κατ᾽ ἄλλο τρόπο. Καὶ ὅμως γεννήθηκε ἀπὸ γυναῖκα, τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο καὶ ἀειπάρθενο Μαρία. Γιατί; Γιὰ νὰ τιμήσῃ τὴ γυναῖκα. Γεννήθηκε ἀπὸ παρθένο, γιὰ νὰ τιμήσῃ τὴν παρθενία· γεννήθηκε ἀπὸ ἀρραβωνιασμένη, γιὰ νὰ τιμήσῃ τὸ γάμο.
⃝ Τίμησε λοιπὸν ὁ Χριστὸς τὴ γυναῖκα. Καὶ ἀκριβῶς γι᾽ αὐτὸ καὶ οἱ γυναῖκες ἦταν μέχρι τέλους κοντά του, ὅπως οἱ Μυροφόρες, ἡ Μαγδαληνὴ καὶ οἱ ἄλλες. Καὶ τὸ σπουδαῖο καὶ ἄξιο προσοχῆς εἶνε ὅτι, μετὰ τὴν Ἀνάστασι, τὸ πρῶτο «Χριστὸς ἀνέστη» δὲν τ᾽ ἄκουσαν ἄντρες, ὄχι· γυναίκα δέχτηκε πρώτη τὸ χαρμόσυνο μήνυμα.
Ἔτσι τίμησε ὁ Χριστὸς τὴ γυναῖκα· γι᾽ αὐτὸ καὶ οἱ γυναῖκες τὸν ἀγάπησαν πολύ. Μία ἀπὸ αὐτὲς εἶνε καὶ ἡ ἁγία Μαρίνα ποὺ ἑορτάζουμε σήμερα. Τί ἦταν ἡ ἁγία Μαρίνα; Ἦταν ἕνα ὡραῖο καὶ πλούσιο κορίτσι 15 – 16 ἐτῶν. Μποροῦσε νὰ πάρῃ τὸν καλύτερο γαμπρό. Καὶ παρουσιάστηκε γαμπρός, ποὺ εἶχε σπίτια χωράφια καὶ δύναμι. Ἀλλ᾽ αὐτὴ εἶπε ὅτι, Παραπάνω ἀπὸ ἀνθρώπους προτιμάω τὸ Χριστό. Καὶ ἔμεινε μέχρι θανάτου πιστὴ σ᾽ αὐτόν.
Νά λοιπὸν αὐτὸ ποὺ λέει ὁ ἀπόστολος· δὲν ὑπάρχει διαφορὰ ἀνάμεσα στὴ γυναῖκα καὶ τὸν ἄντρα, εἶνε ἴσοι· κι αὐτὸ ποὺ ὥρισε ὁ Χριστός, αὐτὸ διδάσκει καὶ ἡ ἁγία του Ἐκκλησία.
Ἂς φύγουμε τώρα, ἀγαπητοί μου, ἀπὸ τὰ παλιὰ χρόνια κι ἂς ἔρθουμε στὰ σημερινά· νὰ δοῦμε, σήμερα ἡ γυναίκα εἶνε ὅπως λέει ὁ Χριστός; εἶνε ἴση μὲ τὸν ἄντρα; Ἐγὼ ἀμφιβάλλω.
Ποῦ θέλετε νὰ πᾶμε; στὴν Ἀθήνα, στὸ Παρίσι, στὴ Νέα Ὑόρκη, σὲ ἄλλες μεγάλες πολιτεῖες; Ἐκεῖ συμβαίνει τὸ ἀντίθετο· ἐκεῖ ἡ γυναίκα, ὄχι ἡ καλὴ ἀλλὰ ἡ διεφθαρμένη γυναίκα, αὐτὴ ἐξουσιάζει τὸν ἄντρα. Βλέπεις ἐκεῖνον ποὺ κάνει τὸ μεγάλο, τὸ σοφὸ καθηγητὴ πανεπιστημίου ἢ τὸ στρατηγὸ ποὺ τὸν τρέμει ὁ κόσμος, καὶ τὸν κυβερνᾷ μία πόρνη. Δὲν ὑπονοῶ κάποιο ὡρισμένο πρόσωπο, μιλῶ γενικά. Ἂν διαβάσετε τὴν ἱστορία, θὰ δῆτε ὅτι πολλὲς φορὲς γυναῖκες διεφθαρμένες ἔσερναν ἀπὸ τὴ μύτη ἰσχυροὺς ἄντρες, ὅπως ὁ ἀρκουδιάρης τὴν ἀρκούδα μὲ τὸ χαλκᾶ. Τέτοιες γυναῖκες εἶνε τοῦ διαβόλου ἀφέντρες. Σατανᾶς δὲν ἔκανε τόσο κακὸ στὸν κόσμο ὅσο ἔκανε μία κακὴ γυναίκα. Μιὰ τέτοια γυναίκα εἶνε σατανᾶς· χωρίζει ἀντρόγυνα, προκαλεῖ ἐγκλήματα, ἀνατρέπει πολιτεῖες.
Ἂν ὅμως φύγουμε ἀπὸ τὶς μεγάλες πολιτεῖες καὶ γυρίσουμε στὰ χωριά, ἐκεῖ ἡ γυναίκα, ἡ σεμνὴ γυναίκα, δὲν εἶνε ἀφέντρα· συχνὰ εἶνε σκλάβα τοῦ ἄντρα. Ἔχω περιοδεύσει πολλὰ χωριὰ ὡς ἱεροκήρυκας καὶ θ᾽ ἀναφέρω μερικὰ παραδείγματα ἀπὸ ὅσα εἶδα.
⃝ Μπαίνοντας σ᾽ ἕνα χωριὸ τί βλέπω· ἕναν ἄντρα καβάλλα στὸ ἄλογο, σὰν ἀφέντη, ἐνῷ ἀπὸ πίσω περπατοῦσε ἡ γυναίκα φορτωμένη στὴν πλάτη τὰ ξύλα καὶ μὲ τὸ μωρὸ στὴν ἀγκαλιά. Μπράβο, ὡραία εὐγένεια! Στὰ χρόνια τῆς Κατοχῆς, ὅταν οἱ Γερμανοὶ εἶδαν ἕνα τέτοιο περιστατικό, κατέβασαν τὸν ἄντρα κάτω μὲ τὸ βούρδουλα κι ἀνέβασαν στὸ ζῷο τὴ γυναῖκα.
⃝ Εἶδα σὲ ἄλλο χωριὸ ἄντρες νὰ τεμπελιάζουν στὰ καφφενεῖα παίζοντας κομπολόι, ἐνῷ οἱ γυναῖκες δούλευαν στὰ χωράφια· καὶ τὸ βράδυ νά ᾽ρχεται στὸ σπίτι ὁ ἄντρας καὶ νὰ ζητάῃ μὲ φωνὲς φαῒ ἀπὸ τὴν κατάκοπη γυναῖκα.
⃝ Μιὰ φορὰ γύριζα νύχτα στὴ μητρόπολι καὶ περνώντας ἀπ᾽ τὸ Ἀρμενοχώρι τί νὰ δῶ· τέσσερις ἄνθρωποι μετέφεραν σηκωτὸ ἕναν ἄντρα κι ἀκολουθοῦσε μιὰ γυναίκα. Φοβήθηκα· θὰ πέθανε, λέω. Σταμάτησα καὶ κατέβηκα. Τί ἦταν, πεθαμένος; Ὄχι. Μακάρι νὰ ἦταν πεθαμένος. Νέος ἄνθρωπος, εἶχε μεθύσει, καὶ τὸν πήγαιναν στὸ σπίτι. Πίσω ἡ νιόπαντρη σύζυγός του ἔκλαιγε· –Ἔτσι μοῦ τὸν φέρνουν κάθε βράδυ…
⃝ Θέλετε ἄλλη σκλάβα; Προχτὲς ἦρθε στὸ γραφεῖο μιὰ γυναίκα μὲ τέσσερα παιδάκια καὶ μοῦ εἶπε μὲ κλάματα· –Ὁ ἄντρας μου εἶνε στὴ Γερμάνια καὶ ἕνα χρόνο τώρα μάταια περιμένω νὰ στείλῃ κανένα μάρκο· δουλεύω δεξιὰ κι ἀριστερὰ νὰ τὰ βγάλω πέρα. Ἔχει μπλέξει μὲ μιὰ Γερμανίδα. Χθὲς ἔλαβα γράμμα κ᾽ ἔγραφε· Μὴν τὸν περιμένεις πιά…
⃝ Ἄλλο παράδειγμα. Πέθανε κάποιος στὸ χωριό, π.χ. ὁ πατέρας; –στὴν Πρέσπα τό ᾽χουν αὐτὸ τὸ κακό–· γυναίκα καὶ κορίτσι δὲν πατάει στὴν ἐκκλησία. Λὲς καὶ εἶνε ἄλλος ἄνθρωπος ἡ γυναίκα, λὲς καὶ ἡ ἐκκλησία εἶνε μόνο γιὰ τοὺς ἄντρες καὶ ὄχι καὶ γιὰ τὶς γυναῖκες.
⃝ Θέλετε ἄλλο ἀκόμη χειρότερο; Μιὰ γυναίκα ἔκλαιγε στὴ μητρόπολι. –Τί ἔχεις; –Τὴ νύχτα ὁ ἄντρας μου μ᾽ ἔδιωξε ἀπ᾽ τὸ σπίτι. –Γιατί; ἔκανες κανένα κακό; –Ὄχι, μόνο τοῦ εἶπα «εἶμαι ἔγκυος». –Θὰ πᾶμε αὔριο στὴν κλινική, λέει, νὰ τὸ ῥίξῃς. –Ὄχι, δὲν τὸ ῥίχνω… Καὶ πάνω ἐκεῖ πιαστήκαμε, μοῦ δίνει μιὰ κλωτσιὰ καὶ μὲ πέταξε ἔξω… Ποῦ καταντήσαμε!
Εἶχα πάει στὶς Πρέσπες, στὸ Βροντερό, καὶ μιλοῦσα σὲ λίγους τσοπάνηδες. Τὴν ὥρα ἐκείνη συνέπεσε νὰ ᾽ρθῇ ἐκεῖ μὲ ἑλικόπτερο ὁ στρατηγὸς ἀπὸ τὴν Κοζάνη. –Ἔλα ἐδῶ, στρατηγέ, λέω· πές μας τὴν καταγωγή σου – κι ἀκούγανε οἱ χωριάτες. –Ὁ πατέρας μου ἦταν φτωχαδάκι, ἐλιὲς φύτευε καὶ κλάδευε ἀμπέλια. –Πόσα παιδιὰ εἶχε; –Δώδεκα. –Καὶ τί σειρὰ ἔχεις ἐσύ; –Τελευταῖος, δωδέκατος! Κατάλαβες; Τὰ παιδιὰ εἶνε σὰν τὰ λαχεῖα. Κι ὁ ἄλλος, ἀντὶ νὰ χαρῇ καὶ νὰ δοξάσῃ τὸ Θεό, πέταξε ἔξω τὴ γυναῖκα του γιατὶ ἔχει παιδί. Τὰ παιδιὰ εἶνε εὐλογία.
Σκλάβα ἡ γυναίκα, ἀγαπητοί μου, καὶ ἀντικείμενο αἰσχρᾶς ἐκμεταλλεύσεως, εἴτε στὸ γάμο εἴτε ἔξω ἀπ᾽ τὸ γάμο. Στὸ γάμο, ὅσο τίμια κ᾽ ἐργατικὴ καὶ ἂν εἶνε, ἂν δὲν ἔχῃ προῖκα δὲν μπορεῖ νὰ παντρευτῇ. Ἀλλὰ ὁ ἄτιμος καὶ διεφθαρμένος κόσμος δὲν σκέπτεται γάμο· μὲ μύριους σατανικοὺς τρόπους, ὅπως π.χ. τὰ ἄθλια καλλιστεῖα, ἔγδυσε τὴ γυναῖκα καὶ ἐμπορεύεται τὴ σάρκα της, σὰν τὸ χασάπη ποὺ κρεμάει τὰ κρέατα στὸ τσιγγέλι. Διαμαρτυρηθήκαμε – ἀγωνιστήκαμε ἐναντίον αὐτῶν, καὶ γι᾽ αὐτὸ μᾶς εἶπαν τρελλούς. Ἀλλὰ μιὰ προφητεία τὸ εἶπε· ὅταν δῆτε τὴ γυναίκα νὰ περπατάῃ ἔξω γυμνή, ἔρχεται τὸ τέλος τοῦ κόσμου.
Ὁ Χριστὸς τίμησε τὴ γυναῖκα, ἡ Ἐκκλησία ἀνέδειξε ἅγιες γυναῖκες ὅπως ἡ ἁγία Μαρίνα. Καὶ μὲ τὴ σημερινὴ ἑορτὴ διδάσκει γυναῖκες καὶ ἄντρες νὰ ζοῦμε ὅλοι μὲ καθαρότητα καὶ τιμή.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Μαρίνης Ἁγ. Μαρίνας – Φλωρίνης τὴν Τρίτη 17-7-1973