Του Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου
Ποιός ἦταν ὁ μέγας Ἀθανάσιος; Ὅλοι οἱ παπᾶδες καὶ δεσποτάδες νὰ μαζευτοῦμε καὶ νὰ μᾶς στύψετε, τὸ νυχάκι τοῦ μεγάλου Ἀθανασίου δὲν κάνουμε. Μεταξὺ τῶν ἁγίων ἀνδρῶν πρῶτος μετὰ τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ ἔρχεται ὁ ἀπόστολος Παῦλος, καὶ δεύτερος χωρὶς ἀμφιβολία ὁ μέγας Ἀθανάσιος. Κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο, στερέωσε τὴν Ὀρθοδοξία. Ὁ βίος του εἶνε βιβλίο ὁλόκληρο καὶ θὰ χρειάζονταν ὄχι ἕνα ἀλλὰ πολλὰ κηρύγματα. Δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ τὸν ὑμνήσω· θὰ μοῦ ἐπιτρέψετε μὲ συντομία ν᾽ ἀναφερθῶ στὴ μορφή του.
* * *
Ἡ Ἐκκλησία τὸν ἐγκωμιάζει ὡς
λαμπρὸ φωστῆρα τῆς ἀληθείας. Στὸ πρόσωπό του πραγματοποιεῖται ὁ λόγος
τοῦ Χριστοῦ «Ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου…» (Ματθ. 5,14). Οἱ
Χριστιανοὶ θέλει ὁ Κύριος νὰ εἶνε φῶτα μέσα στὸ σκοτάδι τοῦ κόσμου·
αὐτὴ τὴ σημασία ἄλλωστε ἔχει τὸ κερὶ καὶ τὸ καντήλι ποὺ ἀνάβουμε.
Ὅποιος δὲν γνώρισε τὸ Χριστὸ ἔχει μεσάνυχτα καὶ μὲ τὴν βιοτή του
σκοτίζει τὴν κοινωνία, ἐνῷ ἐκεῖνος ποὺ ζῇ σύμφωνα μὲ τὸ Εὐαγγέλιο
ἀνάβει ἔστω ἕνα κεράκι μέσα στὸν κόσμο αὐτόν. Ὁ μέγας Ἀθανάσιος ὅμως
δὲν ἦταν κεράκι· ἦταν φωστήρας μεγάλος, ἥλιος.
Συμβαίνει βέβαια πολλὲς φορὲς τὸ χειμῶνα ὁ ἥλιος νὰ κρύβεται
ἐπὶ μία, δύο ἢ καὶ περισσότερες ἡμέρες, καὶ θὰ νόμιζε κανεὶς ὅτι χάθηκε·
ἀλλὰ ὅσο καὶ ἂν τὰ σύννεφα παλέψουν μαζί του, ὁ ἥλιος πάντοτε νικᾷ τὰ
σύννεφα. Ἔτσι καὶ ὁ μέγας Ἀθανάσιος ὁ ἥλιος τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἦρθαν
διαστήματα στὴν ἐπισκοπικὴ ζωή του ποὺ τὸ πρόσωπό του σκέπασαν σύννεφα
μαῦρα καὶ σκοτεινά· θά ᾽λεγε κανεὶς τότε ὅτι ὁ Ἀθανάσιος ἔσβησε, δὲν
ὑπῆρχε. Ἀλλ᾽ ὅπως ὁ ἥλιος πάντοτε νικᾷ τὰ σύννεφα καὶ λάμπει φωτεινός,
ἔτσι καὶ ὁ μέγας Ἀθανάσιος ὕστερα ἀπὸ τὶς μεγάλες περιπέτειές του βγῆκε
λαμπρότερος.
Εἶχε ἐχθροὺς στὴ ζωή του. Ἐχθροί του ἦταν κυρίως οἱ αἱρετικοὶ
μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν δυσσεβῆ Ἄρειο. Τί ἦταν ὁ Ἄρειος; ἱερεύς, κήρυκας,
θεολόγος. Ἀλλὰ ὑπερηφανεύτηκε, ξέφυγε ἀπὸ τὴν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας
καὶ ἔγινε αἱρεσιάρχης. Ποιά ἦταν ἡ πλάνη, ἡ κακοδοξία του; Ἂν ρωτήσῃς
ὅλη τὴν κτίσι, τὴ θάλασσα τὶς λίμνες τὰ ποτάμια τὰ ζῷα τὰ πουλάκια τὰ
δέντρα τὰ βουνὰ τὰ ἄστρα…, ποιός σᾶς ἔκανε; καὶ ἂν αὐτὰ εἶχαν γλῶσσα, θὰ
σοῦ ἀπαντοῦσαν· Ὁ Χριστὸς μᾶς ἔκανε. Ὅλα πέφτουν καὶ τὸν προσκυνοῦν
ὡς ποιητὴ καὶ δημιουργό τους. Ἕνας μόνο δὲν τὸν προσκύνησε, ὁ Ἄρειος·
δὲν τὸν ἀνεγνώριζε ὡς Θεό. Ὁ Χριστός, ἔλεγε ὁ Ἄρειος, εἶνε σὰν τοὺς
ἄλλους ἀνθρώπους, κάτι παραπάνω βέβαια, κοντὰ στὸ Θεό, ἀλλὰ ὄχι Θεός,
εἶνε κτίσμα καὶ αὐτός. Αὐτὴ ἦταν ἡ αἵρεσις τοῦ Ἀρείου, καὶ αὐτὴν
καταπολέμησε ὁ μέγας Ἀθανάσιος.
Ἐχθρός του λοιπὸν ἦταν ὁ Ἄρειος, καὶ ἐχθροί του ἔγιναν πολλοὶ
κληρικοί, αὐτοκράτορες καὶ λαός, ποὺ παρασύρθηκαν ἀπὸ τὴν πλάνη τοῦ
Ἀρείου. Αὐτοὶ τὸν πολέμησαν. Πῶς; Μ᾽ ἕνα ὅπλο φαρμακερό, μὲ τὸ ψεῦδος
καὶ τὴ συκοφαντία. Τί εἶπαν δηλαδή;
Εἶπαν, ὅτι ὁ Ἀθανάσιος ἔκανε φόνο. Ποιός; αὐτός, ποὺ δὲν
πατοῦσε μυρμήγκι· ὅτι ὁ Ἀθανάσιος σκότωσε κάποιον Ἀρσένιο καὶ μὲ τὸ
κομμένο χέρι του ἔκανε μαγεῖες. Ὑπάρχει ὅμως θεία πρόνοια! Ὅταν ὁ
Ἀθανάσιος δικαζόταν γι᾽ αὐτό, βρῆκε αὐτὸν τὸν Ἀρσένιο, τὸν παρουσίασε
στὸ δικαστήριό τους καὶ ἡ συκοφαντία κατέπεσε. –Γνωρίζετε τὸν Ἀρσένιο;
τοὺς ρώτησε. –Βεβαίως. Ἀμέσως τότε βγάζει μπροστὰ ἐκεῖ τὸν Ἀρσένιο καὶ
τοὺς ρωτάει· –Εἶνε αὐτός; –Αὐτὸς εἶνε, ἀναγκάστηκαν νὰ ὁμολογήσουν.
–Δύο χέρια ἔδωσε στὸν καθένα μας ὁ Δημιουργός· νά τὸ δεξί του χέρι, νά
καὶ τὸ ἀριστερό· ἂς μὴ ζητάῃ λοιπὸν κανεὶς τρίτο χέρι τοῦ Ἀρσενίου.
Ἔτσι ἡ συκοφαντία κατέπεσε καὶ οἱ συκοφάντες ντροπιάστηκαν.
Τὸν συκοφάντησαν ἀκόμα, ὅτι –αὐτὸς ποὺ μεγάλωσε ἀσκητικὰ ὡς
μαθητὴς τοῦ μεγάλου Ἀντωνίου καὶ ἡ ζωή του ἦταν λευκὴ σὰν τὸ χιόνι–
ἔκανε πορνεία. Πλήρωσαν μάλιστα μιὰ γυναῖκα, ἡ ὁποία ποτέ δὲν εἶχε δεῖ
τὸν Ἀθανάσιο, τὴν ἔφεραν στὸ δικαστήριο καὶ κατέθεσε ψευδῶς, ὅτι ὁ
Ἀθανάσιος τὴν διέφθειρε. Ἀλλὰ μέγας εἶνε ὁ Θεός. Βγῆκε τότε μπροστὰ σὲ
ὅλους ἕνας φίλος τοῦ Ἀθανασίου καὶ ἀπευθυνόμενος στὴ γυναῖκα εἶπε· –Ὥστε
ἐγὼ λοιπὸν σοῦ ἀφαίρεσα τὴν παρθενία; –Ναὶ ἐσύ! εἶπε αὐτὴ νομίζοντας
ὅτι αὐτὸς εἶνε ὁ Ἀθανάσιος. Ἔτσι πάλι τὸ ψεῦδος κατέπεσε.
Ἀλλοτε οἱ ἐχθροὶ τοῦ Ἀθανασίου ἐπινόησαν ἄλλη ψευδῆ κατηγορία.
Εἶπαν, ὅτι ὁ Ἀθανάσιος εἶνε ἐναντίον τοῦ βασιλέως καὶ τοῦ καθεστῶτος κι
ὅτι ἐμποδίζει τὰ ἀλεξανδρινὰ πλοῖα νὰ ἐφοδιάζουν μὲ σιτάρι τὴν
Βασιλεύουσα. Χιλιάδες στρατὸς πολιόρκησαν τὴν ἐκκλησία μὲ ὅπλα, χύθηκε
αἷμα καὶ ἔβαψε τὸ δάπεδο τῆς ἐκκλησίας, σκοτώθηκαν ἄνθρωποι. Ὁ Ἀθανάσιος
φυγαδεύτηκε στὴν ἔρημο κ᾽ ἔμενε ἐκεῖ σὲ σπηλιές μὲ τὰ ἄγρια θηρία.
Ἄλλοτε κρυβόταν μέσα σ᾽ ἕνα ξεροπήγαδο καὶ ἄλλοτε μέσα σ᾽ ἕνα τάφο.
Πέντε φορὲς ἐκθρονίστηκε καὶ ἀπὸ τὰ 46 χρόνια τῆς ἐπισκοπικῆς
του ζωῆς περισσότερο ἀπὸ 16 χρόνια ἔζησε ἐκτὸς τοῦ θρόνου, ἐξόριστος·
μετακινούμενος ἀπὸ τόπο σὲ τόπο, ἀπὸ λιμάνι σὲ λιμάνι, ἀπὸ βουνὸ σὲ
βουνό, ἀπὸ πολιτεία σὲ πολιτεία. Ἔτσι ἔζησε ὁ μέγας Ἀθανάσιος.
Τέλος νίκησε ἡ Ἐκκλησία, ἐπικράτησε ἡ Ὀρθοδοξία, καὶ ὁ μέγας
Ἀθανάσιος δικαιώθηκε. Ἐπέστρεψε στὴν ἕδρα του καὶ πέρασε εἰρηνικὰ τὰ
τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του. Κοιμήθηκε σὰν σήμερα στὶς 2 Μαΐου τοῦ 375
σὲ ἡλικία 75 ἐτῶν.
Σήμερα τιμοῦμε τὴν ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων του, τὰ ὁποῖα
συνέλεξαν οἱ Χριστιανοὶ τῆς ἐκκλησίας τῆς Ἀλεξανδρείας ὡς θησαυρὸ
ἀνεκτίμητο καὶ τὰ ὁποῖα ἔκαναν θεραπεῖες καὶ θαύματα μεγάλα στοὺς
πιστούς.
* * *
Ὅ,τι καὶ νὰ ποῦμε ὡς ἐγκώμιο τοῦ
μεγάλου αὐτοῦ ἀνδρὸς εἶνε φτωχό. Ἀπὸ ὅλη τὴ ζωὴ τοῦ μεγάλου Ἀθανασίου
ἐπιβεβαιώνεται ἐκεῖνο ποὺ ἔγραψε ὁ κορυφαῖος τῶν ἀποστόλων, ὁ ἀπόστολος
Παῦλος· «Πάντες οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ
διωχθήσονται· πονηροὶ δὲ ἄνθρωποι καὶ γόητες προκόψουσιν ἐπὶ τὸ χεῖρον
πλανῶντες καὶ πλανώμενοι» (Β΄ Τιμ. 3,12-13). Ἀκοῦς; ἔχεις αὐτιά; Ἂν
θέλῃς νὰ βαδίσῃς μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, ὁ κόσμος θὰ σὲ σταυρώσῃ· πάει
τελείωσε. Ἂν ἀποφασίσῃς μέσα στὴ σημερινὴ κοινωνία, τὴν ἄτιμη, τὴ
διεφθαρμένη, τὴν ἀντίχριστη, νὰ κρατήσῃς τὸ Εὐαγγέλιο ψηλὰ καὶ νὰ
τιμήσῃς τὶς ὑποσχέσεις ποὺ ἔδωσες στὸ Χριστό, νὰ ξέρῃς ὅτι δὲν θὰ ζήσῃς
μὲ πλούτη, τιμὲς καὶ ἀνέσεις· πιθανῶς δὲν θὰ ἔχῃς καὶ αἴσιο τέλος. Θὰ
διωχθῇς ἀπὸ ἀνθρώπους καὶ δαίμονες, θὰ συκοφαντηθῇς, θὰ ἀδικηθῇς. Θὰ
πεθάνῃς παραγκωνισμένος καὶ περιφρονημένος. Καὶ ἐνῷ ἐσὺ θὰ
ταλαιπωρῆσαι, θὰ βλέπῃς ἄλλους, πονηροὺς καὶ ἀπατεῶνες, νὰ προοδεύουν
στὸ κακό, νὰ πλανῶνται οἱ ἴδιοι καὶ νὰ παρασύρουν καὶ ἄλλους στὴν πλάνη
τους.
Διωγμὸς εἶνε ὁ κλῆρος τῶν εὐσεβῶν. Διώχθηκαν οἱ ἀπόστολοι, ὁ
Παῦλος, ὁ Πέτρος, ὁ Στέφανος… Διώχθηκαν οἱ ἀποστολικοὶ πατέρες, ὁ
Πολύκαρπος, ὁ Ἰγνάτιος, ὁ Ἱππόλυτος… Διώχθηκαν οἱ μάρτυρες, οἱ
μεγαλομάρτυρες, οἱ νεομάρτυρες. Μπορεῖτε νὰ ὑπολογίσετε πόσοι ἔπεσαν γιὰ
τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ μας; Σὲ πολλὰ ἑκατομμύρια ὑπολογίζονται τὰ θύματα
τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας· μὲ τὰ αἵματα ὅλων αὐτῶν εἶνε ποτισμένο τὸ
δέντρο τῆς Ὀρθοδοξίας μας.
Καὶ ὁ διωγμὸς δὲν σταμάτησε, συνεχίζεται. Σήμερα βέβαια ἡ μορφὴ
τοῦ διωγμοῦ εἶνε διαφορετικὴ ἀπὸ τὸν καιρὸ τοῦ μεγάλου Ἀθανασίου καὶ
τῶν ἄλλων πατέρων καὶ τῶν μαρτύρων τῆς Ἐκκλησίας. Σήμερα ὁ διωγμὸς ἔχει
τὴ μορφὴ τῆς εἰρωνείας. Θὰ σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα καὶ θὰ τελειώσω. Μοῦ
ἔλεγε ἕνας πατέρας στὴ Φλώρινα· Ἔμαθα τὸ παιδί μου ἀπὸ μικρὸ νὰ κάνῃ τὸ
σταυρό του ὅταν κάθεται στὸ τραπέζι. Ἔτσι ἔβγαλε τὸ δημοτικὸ σχολειό,
τὸ γυμνάσιο, καὶ πῆγε στὸ πανεπιστήμιο στὴ Θεσσαλονίκη. Πῆγε στὴ
φοιτητικὴ λέσχη γιὰ φαγητὸ καὶ ὅταν ἔκανε τὸ σταυρό του γελοῦσαν γύρω
του. Αὐτὸ ἔγινε πρώτη καὶ δεύτερη φορά, καὶ τὴν τρίτη τὸν πέταξαν ἔξω!
Νά ὁ διωγμὸς τοῦ πιστοῦ σήμερα, νὰ ὁ σταυρὸς ποὺ καλεῖται νὰ σηκώσῃ ὁ
Χριστιανὸς στὴν ἐποχή μας.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Ἁγ. Ἀθανασίου Νεοχωρακίου – Φλωρίνης τὴν 2-5-1968, μὲ νέο τώρα τίτλο. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 24-4-2022.