«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»
Ὑπό Ρουμάνου Γέροντος Πετρωνίου Ἀγιορείτου
Οἱ τρεῖς Κυριακές τοῦ Τριωδίου μᾶς παρουσίασαν τρία ζεύγη ἔργων, τρεῖς κινδύνους πού παραμονεύουν στήν ὁδό τῆς σωτηρίας μας καί τρεῖς ἀρετές, οἱ ὁποῖες μᾶς λυτρώνουν ἀπ᾿ αὐτά καί χωρίς αὐτές δέν μπορεῖ νά γίνη ἀρχή γιά τό ἔργο τῆς ἐσωτερικῆς μας ἀνακαινίσεως.
Τό πρῶτο ζεῦγος: Ὑπερηφάνεια-ταπείνωσις. Ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι ἡ ἀφετηρία καί πηγή ὅλων τῶν κακῶν, ἐνάντια στόν Θεό καί φίλη μέ τόν ἑωσφόρο καί πρόξενο τῆς πτώσεώς του. Ἡ ταπείνωσις εἶναι ἡ θεραπεία τοῦ κακοῦ καί ἡ ἀρχή γιά κάθε ἀρετή. Ἡ ταπείνωσις εἶναι ἑκούσια ἐξουδένωσις τοῦ ἑαυτοῦ μας καί συνανύψωσις με τόν Χριστό. Εἶναι ἡ γνῶσις τοῦ ἑαυτοῦ μας, τήν ὁποία καί οἱ εἰδωλολάτρες ἀκόμη θεωροῦσαν σάν τήν μεγαλύτερη φιλοσοφία. Λέγει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σῦρος: "Αὐτός πού συναισθάνθηκε τίς ἁμαρτίες του εἶναι ἀνώτερος ἀπ᾿ἐκεῖνον πού ἀνιστᾶ νεκρούς", καί "εἶναι μεγαλύτερο ἔργο νά βλέπεις τόν ἑαυτό σου, παρά νά βλέπεις ἀγγέλους". Τό πρῶτο ζεῦγος, εἶναι ἕνας ὁδοδείκτης στό σταυροδρόμιο γιά τήν ὁδό τῆς σωτηρίας μέ δύο ἀντίθετες κατευθύνσεις: πρός τόν οὐρανό ἡ μία καί πρός τήν κόλασι ἡ ἄλλη, πρός τήν αἰώνια ζωή καί πρός τήν αἰώνια κόλασι.
Τό δεύτερο ζεῦγος: Ἀπελπισία-ἐμπιστοσύνη στό θεῖον ἔλεος. Συναίσθησις τῆς προσωπικῆς ἀδυναμίας μας γιά τά διαπραχθέντα κακά μπορεῖ νά μᾶς ὁδηγήση ἐξ αἰτίας μας στήν ἀπελπισία. Ὁ ἄνθρωπος μόνος του δέν ἠμπορεῖ νά νικήση. Ἀλλά ὁ ἄνθρωπος ποτέ δέν εἶναι μόνος του. Ὁ Σωτήρ μᾶς ἐπεβεβαίωσε ὅτι θά εἶναι μαζί μας σ᾿ὅλη τήν ζωή μας, μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων (Ματ.28,20). Ἡ ἐμπιστοσύνη σ᾿αὐτή τήν θεία ὑπόσχεσι εἶναι πηγή δυνάμεως, ἐνισχύσεως καί σωτηρίας. "Οἱ πεποιθότες ἐπί Κύριον ἐοίκασιν (ὁμοιάζουν) ὄρει τῷ ἁγίῳ, οἵ οὐδαμῶς σαλεύονται προσβολαῖς τοῦ βελίαρ". (Ἀντίφωνον τοῦ πρώτου ἤχου). Ὅποιος ἐλπίζει στόν Κύριο, εἶναι φοβερός στούς πονηρούς δαίμονες καί δέν θά φοβηθῆ στήν μέλλουσα Κρίσι, διότι ὁ Θεός δέν θά καταφρονήση ποτέ, ὅσους ἔχουν τήν ἐλπίδα τους σ᾿Αὐτόν.
Τό τρίτο ζεῦγος: Ἀκηδία-πόθος σωτηρίας. Ἡ ἀπερίσκεπτη ἐμπιστοσύνη στό ἔλεος τοῦ Θεοῦ ὁδηγεῖ στήν ἀδιαφορία, ἡ ὁποία εἶναι ἡ βάσις τῶν ἁμαρτιῶν. Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός ἐμπιστεύθηκε στούς δούλους Του τά τάλαντα, ὄχι γιά νά ὠφεληθοῦν οἱ ἴδιοι, ἀλλά γιά νά τά ἀξιοποιήσουν καί νά τά πολλαπλασιάσουν. "Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν βιάζεται καί βιασταί ἁρπάζουσιν αὐτήν" (Ματ. 11,12) .Ὁ ἁγιασμός στήν ζωή μας καί τά ἔργα τῆς ἀγάπης μας πρός τόν πλησίον εἶναι ἀπό τά πλέον ἀπαραίτητα καθήκοντα τοῦ ἀνθρώπου.
Μ᾿αὐτά τά λόγια εἶναι χαρασμένες οἱ πρῶτες γραμμές γιά τήν ἑτοιμασία μας στήν περίοδο αὐτή τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ἡ τρίτη ἑβδομάδα συμπληρώνει ἀκριβῶς αὐτή τήν εἰκόνα.
Τό σῶμα εἶναι ἐπιστρατευμένο σ᾿αὐτή τήν ἑτοιμασία. Ἔτσι, λοιπόν, ἡ ἀποφυγή τοῦ κρέατος εἶναι ξαλάφρωμα καί ἀνακούφισις τοῦ στομάχου τῶν λαϊκῶν ἀδελφῶν μας, ἐνῶ Τετάρτη καί Παρασκευή τό φαγητό ἄς γίνεται μόνο μία φορά τήν ἡμέρα, γιά νά συνηθίσουμε τρώγοντας μέ ἐγκράτεια στήν νηστεία. Ἐπίσης αὐτές τίς ἡμέρες, στίς ἐκκλησιαστικές ἀκολουθίες, προστίθεται καί ἡ προσευτχή τοῦ ἁγίου Ἐφραίμ τοῦ Σύρου, πού λέγεται μέ μετάνοιες. Αὐτές δέν γίνονται γιά νά δημιουργηθῆ μία ἐξωτερική ἀτμόσφαιρα μετανοίας στήν περίοδο τῆς Νηστείας. Ἡ πνευματική προετοιμασία ἔχει βάθος στήν πραγματοποίησί της. Οἱ κανόνες τοῦ ὄρθρου, τά στιχηρά καί τά στιχηρά τοῦ ἑσπερινοῦ ἐπιμένουν γιά τήν οὐσία τῆς νηστείας καί τῶν ἄλλων πνευματικῶν ἔργων. "Πάντα τόν χρόνον ἡ νηστεία ὠφέλιμος ἐστι τοῖς αἱρουμένοις καί ποιοῦσιν αὐτήν. Οὔτε γάρ ἐπήρεια δαιμόνων, κατατολμᾶ τοῦ νηστεύοντος, ἀλλά καί οἱ φύλακες τῆς ζωῆς ἡμῶν ἄγγελοι, φιλοπονώτερον διαμένουσι τοῖς διά νηστείας ἡμῖν κεκαθαρμένοις" (Στιχηρόν ὄρθρου τῆς Δευτέρας). "Ἀσμένως λαοί τήν νηστείαν ἀσπασώμεθα...ἀφήσωμεν τῆς σαρκός τήν εὐπάθειαν, αὐξήσωμεν τῆς ψυχῆς τά χαρίσματα. Συγκακοπαθήσωμεν ὡς δοῦλοι Χριστοῦ, ἵνα συνδοξασθῶμεν ὡς τέκνα Θεοῦ (Στιχηρό ὄρθρου τῆς Τρίτης). "Βρωμάτων νηστεύουσα ψυχή μου, καί παθῶν μή καθαρεύουσα, μάτην ἐπαγάλλῃ τῇ ἀτροφίᾳ· εἰ μή γάρ ἀφορμή σοι γένηται πρός διόρθωσιν, ὡς ψευδής μισῆσαι παρά Θεοῦ,καί τοῖς κακίστοις δαίμοσιν ὁμοιοῦσαι, τοῖς μηδέποτε σιτουμένοις·..." (Ιδιόμελο τῶν Αἴνων τῆς Τετάρτης). "Ἔλαμψε τῆς ἐγκρατείας ἡ εὐπρέπεια, τῶν δαιμόνων τήν ἀχλύν φυγαδεύουσα, ἐπεδήμησε τῆς νηστείας ἡ σεμνότης, τῶν ψυχικῶν παθῶν τήν ἰατρείαν φέρουσα..." "(Ιδιόμελο τῶν Αἴνων τῆς Πέμπτης).
Ἡ ἑβδομάδα τελειώνει μέ τήν τιμητική μνημόνευσι τό Σάββατο ὅλων τῶν ὁσίων ἀνδρῶν καί γυναικῶν, οἱ ὁποῖοι διέλαμψαν μέ τήν καθαρότητα τῆς ζωῆς τους, τόν φόβο τοῦ Θεοῦ καί τήν πολλή ἄσκησι. Ἔχοντας κι ἐμεῖς αὐτούς σάν πρότυπα στήν ζωή μας, παίρνουμε δύναμι καί συνεχίζουμε τήν πενυματική μας πάλη κατά τῶν παθῶν καί τῶν δαιμόνων.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες καθιέρωσαν αὐτή τήν ἡμέρα τήν μνήμη τους γιά νά παρακινοῦν κι ἐμᾶς μέ τό παράδειγμά τους στήν πρόοδο τῶν ἀρετῶν, στήν γενναιοψυχία, στόν ἐσωτερικό ἀγῶνα ἐναντίον τῶν ἐπιθυμιῶν καί τῶν δαιμόνων. Ἀκόμη μᾶς διδάσκουν ὅτι, ἐάν κι ἐμεῖς κάνουμε μέ ἐπιμέλεια, ὅ,τι ἔκαναν κι ἐκεῖνοι, τίποτε δέν μᾶς ἐμποδίζει νά τελειωθοῦμε καί ἀξιωθοῦμε τῆς ἰδίας τιμῆς μέ ἐκείνους, ἐφ᾿ὅσον κι αὐτοί ἦσαν τῆς ἰδίας μ᾿ ἐμᾶς φύσεως.
Τό Δοξαστικό τῶν Αἴνων τοῦ ὄρθρου μᾶς δίνει μία εἰκόνα αὐτῆς τῆς ἑορτῆς: "Ὅσιοι Πατέρες, εἰς πᾶσαν τήν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος τῶν κατορθωμάτων ὑμῶν·...Τῶν δαιμόνων ὠλέσατε τάς φάλαγγας, τῶν ἀγγέλων ἐφθάσατε τά τάγματα· ὧν τόν βίον ἀμέμπτως ἐζηλώσατε. Παρρησίαν ἔχοντες πρός Κύριον εἰρήνην αἰτήσασθε ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν".
Ἰδιαίτερα ὅμως τό: "Δόξα..."τοῦ Ἑσπερινοῦ μᾶς προβάλλει τήν θαυμαστή ὁδό, τήν ὁποία ἀκολούθησαν γιά τόν ἁγιασμό τῆς ζωῆς τους: "Τό κατ᾿εἰκόνα τηρήσαντες ἀλώβητον, νοῦν ἡγεμόνα κατά παθῶν ὀλεθρίων, ἀσκητικῶς ἐνστησάμενοι, εἰς τό καθ᾿ ὁμοίωσιν ὡς δυνατόν ἀνεληλύθατε. Ἀνδρικῶς γάρ τήν φύσιν ἐκβιασάμενοι, ἐσπεύσατε τό χεῖρον καθυποτᾶξαι τῷ κρείττονι, καί τήν σάρκα δουλῶσαι τῷ πνεύματι· ὅθεν μοναζόντων ἀνεδείχθητε ἀκρότης...εὐδρομούντων ἀλεῖπται, κανόνες ἀρετῆς ἀκριβέστατοι, καί νῦν...καθαρῶς ἐποπτεύετε τήν Ἁγίαν Τριάδα, ἐντυγχάντοντες ἀμέσως, ὑπέρ τῶν πίστει καί πόθῳ τιμώντων ὑμᾶς".
Δέν ὑπάρχει βαθύτερη καί πληρέστερη θεολογία ἀπ᾿ αὐτή τήν ἀναγέννησι, δηλαδή, τοῦ σαρκικοῦ ἀνθρώπου εἰς πνευματικόν.
Ἡ εἰκόνα καί ὁμοίωσις προϋποθέτει τελεία ἀναχώρησι καί τελικό στόχο, ὅσο εἶναι δυνατόν, τήν οἰκείωσι τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Τήν εἰκόνα τήν παίρνουμε ἀφ᾿ ὅτου γεννηθοῦμε καί βαπτισθοῦμε. Τήν ὁμοίωσι τήν ἐπιτυγχάνουμε μέ τήν Χάρι τοῦ Θεοῦ, τήν καλή μας θέλησι καί τά καλά ἔργα πού κάνουμε. Ἡ εἰκόνα εἶναι τό σχέδιο, ἐνῶ ἡ ὁμοίωσις εἶναι ἡ τελειοποίησίς του. Ἡ εἰκόνα εἶναι ὁ σπόρος καί ὁμοίωσις εἶναι ὁ καρπός. Διότι, ἐάν ὁ καρπός εἶναι καλός, πρέπει καί ὁ σπόρος νά εἶναι καλῆς ποιότητος. Ἐμεῖς λαμβάνουμε τούς καλούς σπόρους τοῦ Πνεύματος, οἱ ὁποῖοι μᾶς ὁδηγοῦν στήν τελειότητα, ἀλλά τούς καταστρέφουμε μέ τά κακά μας ἔργα καί δέν ἠμποροῦν πλέον ν᾿ ἀποδώσουν φυσιολογικά. Γι᾿ αὐτό πρέπει νά τούς ἐπαναφέρουμε στήν κατάστασι τῆς πνευματικῆς ἐξυγιάνσεως καί ἀνακαινίσεως. Ὅπως λέγει τό χωρίο: "εἰκόνα φυλάξας ἀδιάφθορον". Ἡ ἀκεραιότης τῆς εἰκόνος εἶναι θεμελιώδης προϋπόθεσις γιά νά φθάσουμε στήν ὁμοίωσι. Γι᾿ αὐτό λοιπόν, πρέπει νά φυλάξουμε τήν εἰκόνα ἀμώμητη ἤ, ἐάν τήν ἐμολύναμε, πρέπει νά τήν θεραπεύσουμε. Μόνον ἔτσι ἡ πρόοδος στά πνευματικά εἶναι ὁμαλή καί ὁδηγεῖ στήν ὁμοίωσι. Ἡ ἀτραυμάτιστη κατάστασις τῆς εἰκόνος προϋποθέτει νοῦ φωτεινό πού νά γνωρίζη τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί μ᾿ ἐλεύθερη θέλησι καί ἀπόφασι νά ἐφαρμόζη τίς ἐντολές του. Ἡ ἁμαρτία καί τά πάθη ὅμως παραμορφώνουν τήν εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου, σκοτίζουν τόν νοῦ, ἐξασθενίζουν τήν θέλησι καί ἀπομακρύνουν τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν φυσιολογική ὁδό. Τό πῶς διατηρεῖται ἡ εἰκόνα ἀβλαβής, μᾶς τό λέγει τό ἑξῆς τροπάριο: "Θέμενος νοῦν ἡγεμόνα κατά παθῶν ὀλεθρίων τῆς ψυχῆς", διότι ὁ νοῦς τά ἐπαναφέρει στόν σκοπό τῆς πνευματικῆς τάξεως, τῆς κυριαρχίας, τῆς κυβερνήσεως ὑπό τῶν ἄλλων δυνάμεων τῆς ψυχῆς. Μ᾿ αὐτό τόν τρόπο ἡ εἰκόνα ἀναζωογονεῖται καί ἐπανέρχεται στήν φυσική της κατάστασι, ὁπότε καί μπορεῖ, ὅσο εἶναι δυνατόν στόν ἄνθρωπο, ν᾿ ἀρχίση ν᾿ ἀνεβαίνη τήν ὁδό τῆς ὁμοιώσεώς του μέ τόν Θεό, κατά χάριν.
Αὐτή ἡ ἀνάβασις γίνεται "τῇ ἀνδρειοφρόνῳ βίᾳ τῆς φύσεως" καί "τῇ δουλείᾳ τοῦ σώματος τῷ πνεύματι", δηλαδή νά ὑποτάσσωμεν τά ἔργα τῆς κακίας στά ἀγαθά ἔργα.
"Ἡ ὁμοίωσις τῷ Ὑψίστῳ Θεῷ" ἐπιτυγχάνεται μέ τήν ἐξ ὁλοκλήρου συμμετοχή τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή μέ τό σῶμα καί τήν ψυχή του. Ὁπότε λοιπόν, καί τό σῶμα πρέπει νά πνευματοποιηθῆ, νά ἐκλεπτυνθῆ γιά νά κατακτηθῆ ἀπό τό πνεῦμα καί νά γίνη ὄργανο τοῦ Πνεύματος. Οἱ διάφορες ἀσκήσεις τῶν Πατέρων, ὅπως νηστεία, ἀγρυπνία, τά ἀστείρευτα δάκρυα, ἡ ὑπομονή στίς στερήσεις, στίς θλίψεις, στούς παντοειδεῖς κόπους καί σέ κάθε ἀδιάκοπη βία τῆς φύσεως ἀκριβῶς αὐτό ἐπιδιώκουν: τήν ὑποταγή τοῦ σώματος, τήν ἐξουδένωσι τῶν σωματικῶν ἐπιθυμιῶν, δηλ. τόν θάνατο τοῦ θανάτου τοῦ ἀνθρώπου.
Αὐτός εἶναι ὁ ζωοποιός θάνατος, ὁ ὁποῖος ἐνισχύει τήν φύσι, ἰσορροπεῖ τήν ἐσωτερική ζωή καί ἐπί πλέον μᾶς ἀξιώνει τῆς ἐξομοιώσεώς μας μέ τόν Θεό.
Γιατί φονεύεις ἔτσι τό σῶμα σου; ἐρώτησε κάποιος ἀδελφός ἕνα μεγάλο ἀσκητή.
-Γιά νά μή μέ φονεύση ἐμένα, τοῦ ἀπήντησε ὁ Γέροντας. Μέ τέτοιους ἀγῶνες οἱ Πατέρες ἀναδείχθηκαν "παράδειγμα ἀρετῆς" καί φωτεινοί διδάσκαλοι γιά ὅσους βαδίζουν τόν σωστό δρόμο καί ἀξιώθηκαν ν᾿ ἀποκτήσουν τίς αἰώνιες σκηνές καί ν᾿ ἀτενίζουν παντοτεινά τήν Ἁγία Τριάδα.
Ἡ μνήμη τῶν ὁσίων Πατέρων μᾶς προσελκύει τήν προσοχή σ᾿ αὐτό τό διπλό ἔργο τῆς ἀναγεννήσεως τοῦ ἀνθρώπου: τό πνευματικό καί τό σωματικό. Δίπλα στίς πνευματικές ἀρετές πρέπει νά προσθέσουμε καί τίς σωματικές, ἤ νά εἰπῶ καλλίτερα, αὐτές πρέπει νά πηγαίνουν μαζί, διότι ἑνωμένες καί οἱ δύο ἐργάζονται γιά τήν πνευματική πρόοδο τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ ἰατρική γνῶσις ἰσχυρίζεται τήν πλήρη ἀναγκαιότητα καί ὠφέλεια τῆς σωματικῆς ἐγκρατείας ἀπ᾿ ὅλα τά κακά. Κανείς δέν ἀρρώστησε ἐξ αἰτίας τῆς νηστείας, ἐνῶ ἡ ἀκράτεια καί γαστριμαργία ὁδηγοῦν σέ μιά ἀτελείωτη σειρά ἀσθενειῶν. Ἡ ὑπερβολική κατανάλωσι τροφῶν μαζί μέ τήν καθεστική ζωή, βλάπτουν πολύ τήν ζωτικότητα τοῦ ἀνθρώπου στήν ἐποχή μας. Ἐνῶ ἡ νηστεία ὁδηγεῖ στήν σωματική ὑγεία καί καθαρίζει τόν νοῦ.
Μέ ὅσα μέχρι τώρα ἐγράψαμε, φθάσαμε στό τέλος γιά τήν προετοιμασία τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς.
Μιά ὁλόκληρη πνευματική πανοπλία μᾶς προσφέρθηκε πρόθυμα γιά τόν ἐξοπλισμό τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος. Σ᾿ αὐτή τήν ἑβδομάδα ἐκάναμε καί μερικές ἀσκήσεις μέ αὐτήν. Κατόπιν εἴδαμε τήν ἀκτινοβολοῦσα χορεία τῶν ἀθλητῶν, οἱ ὁποῖοι ἐφόρεσαν αὐτή τήν πανοπλία, ἐπολέμησαν καί στεφανώθηκαν μ᾿ αὐτήν. Ἡ ἀκολουθία τοῦ ὄρθρου τοῦ Σαββάτου μᾶς ὑπενθυμίζει μέ τήν σειρά ὅλους τούς ἀγγελιαφόρους αὐτῆς τῆς δοξασμένης στρατιᾶς, τούς ἐπιγείους ἀγγέλους καί οὐρανίους ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι φανερώθηκαν πρίν ἀπό ἐμᾶς γιά νά μᾶς ἐνδυναμώσουν στόν καλόν ἀγῶνα τῆς πνευματικῆς ἀσκήσεως καί νά μᾶς διδάξουν τήν τέχνη τοῦ πολέμου, διότι "ἐκεῖνος πού νόμιμα θ᾿ ἀγωνισθῆ, νόμιμα καί θά στεφανωθῆ".
Η ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΕΚΔΙΩΞΕΩΣ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟΠΛΑΣΤΩΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ
Εὑρισκόμεθα στό κατώφλιο τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ἡ Κυριακή τῆς ἐκδιώξεως τῶν Πρωτοπλάστων ἀπό τόν παράδεσιο, σάν τελευταῖος σταθμός τῶν πνευματικῶν παλαισμάτων, μᾶς ἐπαναφέρει πίσω στήν ἀρχή τῆς ἁμαρτωλῆς μας ζωῆς ἐπί τῆς γῆς. Διωχθήκαμε ἀπό τόν παράδεισο τῆς εὐφροσύνης ἐξ αἰτίας τῆς παρακοῆς, τῆς ὑπερηφανείας καί τῆς ἀκρατείας. Ἡ ζωή μέ τούς ἱδρῶτες, τά βάσανα, τίς θλίψεις, τά δάκρυα εἶναι ὁ μισθός τοῦ ἀνθρώπου, μετά τήν πτῶσι τῶν Πρωτοπλάστων.
Ἡ κατάστασις τοῦ διωχθέντος Ἀδάμ, πού εἶναι καί κατάστασις δική μας, ἀντικατοπτρίζεται στό γεμᾶτο ἀπό ταπέινωσι τροπάριο αὐτῆς τῆς Κυριακῆς: "Ἐκάθισεν Ἀδάμ ἀπέναντι τοῦ Παραδείσου, καί τήν ἰδίαν γύμνωσιν θρηνῶν ὠδύρετο...Οἴμοι, τί πέπονθα ὁ τάλας ἐγώ! Μίαν ἐντολήν παρέβην...καί τῶν ἀγαθῶν παντοίων ἐστέρημαι. Παράδεισε ἁγιώτατε...ἱκέτευε τῷ σέ ποιήσαντι, κἀμέ πλάσαντι, ὅπως τῶν σῶν ἀνθέων πλησθήσομαι" (Ἑσπερινός).
"Ὁ Ἀδάμ ἐν θρήνῳ κέκραγεν ὅτι ὄφις καί γυνή, θεϊκῆς παρρησίας μέ ἔξωσαν καί Παραδείσου τῆς τρυφῆς ξύλου βρῶσις ἠλλοτρίωσεν. Οἴμοι...ὁ ποτέ βασιλεύς τῶν ἐπιγείων πάντων κτισμάτων Θεοῦ, νῦν αἰχμάλωτος ὤφθην, ὑπό μιᾶς ἀθέσμου συμβουλῆς καί ὁ ποτέ δόξαν ἀθανασίας ἠμφιεσμένος, τῆς νεκρώσεως τήν δοράν, ὡς θνητός ἐλεεινῶς περιφέρω. Οἴμοι! τίνα τῶν θρήνων συνεργάτην ποιήσομαι; Ἀλλά σύ Φιλάνθρωπε, ὁ ἐκ γῆς δημιουργήσας με, εὐσπλαγχνίαν φορέσας, τῆς δουλείας τοῦ ἐχθροῦ, ἀνακάλεσαι καί σῶσον με".
Γι᾿ αὐτό ἡ ἄσκησις, ἡ λύπη καί τό πένθος στήν περίοδο τῆς Νηστείας εἶναι καί μία λύπη γιά τόν χαμένο παράδεισο, τόν ὁποῖον μέ πολύ κόπο πρέπει νά τόν ἀποκτήσουμε πάλι (Πράξ.14,22).
Τό Εὐαγγέλιο τῆς Κυριακῆς στήν Θεία Λειτουργία, μᾶς ὑπενθυμίζει πάλι τά ἑξῆς δύο μεγάλα ἔργα: Τήν ταπείνωσι καί τήν ἀγάπη, οἱ ὁποῖες εἶναι τό θεμέλιο γιά ὅλες τίς ἀρετές.
Ἡ νηστεία μέ τήν προσευχή καί ὅλες οἱ ἀσκήσεις πού συνοδεύονται μ᾿ αὐτήν, ἐάν δέν ἔχουμε μεγάλη προσοχή, ἴσως νά γίνωνται, κατά τό θέλημα τοῦ πονηροῦ. Γι᾿ αὐτό μᾶς διδάσκει ὁ Σωτήρ: "Ὅταν νηστεύητε, μή γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταί σκυθρωποί...ὅπως φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες...σύ δέ νηστεύων ἄλειψαί σου τήν κεφαλήν καί τό πρόσωπόν σου νίψαι, ὅπως μή φανῇς τοῖς ἀνθρώποις νηστεύων..." (Ματ.6, 16-18).
Νά μή ξεχνᾶμε τό μάθημα πού ἐπήραμε ἀπό τήν παραβολή τοῦ Τελώνου καί Φαρισαίου, ὅταν νηστεύουμε. Νά ἐπιτελοῦμε μέ ἀγάπη τίς ἀσκήσεις τῆς νηστείας, ἀλλά καί νά τίς καλύπτουμε γιά νά παραμένη μέσα μας ἡ ταπείνωσις. Τόν φυσικό μαρασμό τοῦ σώματος νά τόν στολίζουμε μέ τήν εὐθυμία τῆς καρδιᾶς καί τοῦ προσώπου μας, σκεπτόμενοι πάντοτε τήν μεγάλη ὠφέλεια πού προέρχεται ἀπό τήν νηστεία. Ἡ ἄλειψις τῆς κεφαλῆς καί ἡ πλύσις τοῦ προσώπου δέν πρέπει νά ἐννοοῦνται κατά γράμμα, ἀλλά μέ πνευματική ἔννοια. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής μᾶς ἐξηγεῖ ὅτι πρόσωπο εἶναι ἡ μορφή ὁλοκλήρου τῆς ζωῆς μας καί κεφαλή εἶναι τό σύμβολο τοῦ νοῦ μας. Ὁπότε λοιπόν, πλύσις τοῦ προσώπου σημαίνει νά καθαρίσουμε τήν ζωή μας ἀπ᾿ ὅλες τίς μορφές τῆς ἁμαρτίας, ἐνῶ ἄλειψις τῆς κεφαλῆς σημαίνει νά φωτισθῆ ὁ νοῦς μέ τό φῶς τῆς θείας γνώσεως.
Οἱ κοσμικές φροντίδες συνήθως ἀπορροφοῦν σχεδόν ὅλο τόν χρόνο τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου καί δέν ἀπομένει πλέον καιρός γιά τήν πνευματική του ἀνάπαυσι. Ἀλλά οἱ φροντίδες πρέπει νά εἶναι ἀνάλογες μέ τό ἀντίστοιχο ἔργο τους. Γι᾿ αὐτό μᾶς προτρέπει πάλι ὁ Σωτήρ: "Μή θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυρούς ἐπί τῆς γῆς, ὅπου σής καί βρῶσις ἀφανίζει...θησαυρίζετε δέ ὑμῖν θησαυρούς ἐν οὐρανῷ...ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρός ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καί ἡ καρδία ὑμῶν" (Ματ.6,19-21). Τά ἐπίγεια ἀγαθά πού εὑρίσκονται παντοῦ σ᾿ὅλο τόν κόσμο, δέν ἀξίζουν τίποτε μπροστά στόν ἀνεκτίμητο θησαυρό τῆς ψυχῆς καί μάταια φροντίζουμε τόσο πολύ γι᾿αὐτά. Βέβαια δέν ἠμποροῦμε ν᾿ ἀδιαφορήσουμε τελείως γιά τίς σωματικές φροντίδες, ἀλλά ἡ ἐπιμέλεια γιά τήν ψυχή πρέπει νά κατέχει πρωτεύουσα θέσι. Συνεπῶς ὁ χρόνος τῆς Νηστείας, σάν περίοδος γιά τήν ψυχική μας σωτηρία, δέν πρέπει νά σπαταλᾶται μέ ὑπερβολικές κοσμικές μέριμνες.
Μέ ἐμφανέστερο τρόπο μᾶς ὁδηγεῖ τό Ἱερό Εὐαγγέλιο τήν προσοχή πιό ψηλά σ᾿ ἕνα ἄλλο σκέλος τῆς ἀγάπης πρός τόν πλησίον, πού εἶναι ἡ πνευματική ἐλεημοσύνη καί μάλιστα ἡ συγχώρησις τῶν συνανθρώπων μας, πού εἶναι ἕνα μεγάλο καί εὐάρεστο ἔργο μπροστά στόν Θεό. Γι᾿ αὐτό λοιπόν τόσο πολύ ἐπιμένει ὁ Χριστός γιά τήν συγχώρησι τῶν πλησίον μας, ὥστε χωρίς αὐτήν οὔτε Αὐτός δέν θά συγχωρήση τά ἁμαρτήματά μας. "Ἐάν γάρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καί ὑμῖν ὁ πατήρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος, ἐάν δέ μή ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, οὐδέ ὁ πατήρ ὑμῶν ἀφήσει τά παραπτώματα ὑμῶν". (Ματ.6,14-15).
Ἔτσι λοιπόν κάθε ἁμαρτία εἶναι ἐνάντια πρός τόν Θεό καί μόνο ἀπ᾿ Αὐτόν ἠμποροῦμε νά λάβουμε τήν συγχώρησι. Τό ἴδιο καί κάθε ἁμαρτία πού κάνουμε ἐναντίον τοῦ συνανθρώπου μας, δέν μᾶς τήν συγχωρεῖ ὁ Θεός, χωρίς τήν συγκατάθεσι τοῦ παθόντος. Γι᾿ αὐτό, ὅταν ζητᾶμε συγχώρησι ἀπό κάποιον, πού ἐλυπήσαμε, αὐτός μᾶς ἀπαντᾶ: "Ὁ Θεός νά σέ συγχωρήση". Δηλαδή, ἰδού ἐγώ σέ συγχώρησα, τώρα πλέον ἠμπορεῖ καί ὁ Θεός νά σέ συγχωρήση". Μόνο ἔτσι μᾶς συγχωρεῖ ἀληθινά ὁ Θεός. Καί τοῦτο διότι, γιά τήν ψυχική μας ἀναγέννησι, πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα ἔχουμε ἀνάγκη ἀπό τήν συγχώρησι τῶν ἁμαρτιῶν μας ὑπό τοῦ Θεοῦ καί κατόπιν ἀκολουθοῦν οἱ ἀγῶνες τῆς νηστείας. Ὁ Θεός, λόγῳ τῆς μεγάλης φιλανθρωπίας Του, ζητεῖ καί ἀπό ἐμᾶς κάτι ὡς ἀντάλλαγμα γιά τήν συγχώρησι τῶν ἁμαρτιῶν μας, τό ὁποῖον ἔχουμε ἀνάγκη. Εἶναι ὡσαν νά μᾶς λέγει: "Θέλεις νά συγχωρηθοῦν οἱ πολλές σου ἁμαρτίες; Ἐγώ σοῦ τίς συγχωρῶ, ἀλλά ὑπό τόν ὅρο νά συγχωρήσης κι ἐσύ τά πταίσματα τοῦ ἀδελφοῦ σου, τοῦ κάθε πλησίον σου". Ἀλλά κι ἐμεῖς, ὅταν λέγουμε κάθε ἡμέρα τήν Κυριακή προσευχή, ἀναλαμβάνουμε αὐτή τήν ὑποχρέωσι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ νά κάνουμε αὐτό τό ἔργο: "Καί ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν". Χωρίς αὐτήν τήν πρός τόν πλησίον συγχώρησιν, οὔτε καί ἡμᾶς συγχωρεῖ ὁ Θεός. Ὄχι μόνο δέν μᾶς συγχωρεῖ, ἀλλά οὔτε καί τ᾿ἄλλα καλά ἔργα, πού ἴσως κάνουμε, τά δέχεται. Μᾶς τό λέγει καθαρά πάλι ὁ Σωτήρ: "Ἐάν οὖν προσφέρεις τό δῶρο σου ἐπί τό θυσιαστήριον κἀκεῖ μνησθῆς ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἔχει κατά σοῦ, ἄφες ἐκεῖ τό δῶρο σου ἔμπροσθεν τοῦ θυσιαστηρίου καί ὕπαγε πρῶτον διαλλάγηθι τῷ ἀδελφῷ σου, καί τότε ἐλθών πρόσφερε τό δῶρον σου".
Οἱ κόποι γιά τήν ἀρετή, ἡ νηστεία καί οἱ ἄλλες ἀσκήσεις εἶναι βέβαια ἀναγκαῖες γιά τήν σωτηρία μας καί ὁ Χριστός τίς δέχεται ὄχι μόνο σάν ἕνα ὀφειλόμενο ἔργο, ἀλλά καί σάν ἕνα δῶρο. Γι᾿ αὐτό οἱ ἅγιοι Πατέρες ὀνομάζουν ἀκόμη τήν νηστεία Δεκάτη, μία Δεκάτη τῶν καλῶν ἔργων τά ὁποῖα προσφέρουμε στόν Θεό, καθ᾿ὅλο τό διάστημα τοῦ ἔτους. Ἀλλά τό δῶρο αὐτό γιά νά γίνει εὐπρόσδεκτο, πρέπει νά ἐκπληρώνη τούς ὅρους τῆς εὐαγγελικῆς χάριτος, δηλαδή, νά ἔχουμε συμφιλιωθῆ μέ τούς συνανθρώπους μας. Ἀπ᾿ αὐτή τήν ἀνάγκη προῆλθε καί ἡ ὡραία τάξις τῆς ὁμαδικῆς συγχωρήσεως, ἡ ὁποία γίνεται αὐτή τήν Κυριακή, πρό τῆς μεγάλης Νηστείας καί γι᾿ αὐτό ὀνομάζεται καί Κυριακή τῆς συγχωρήσεως. Στό τέλος τοῦ Ἑσπερινοῦ, ὅλοι οἱ πατέρες καί ἀδελφοί, καθώς καί οἱ χριστιανοί μεταξύ τους, ζητοῦν συγχώρησι ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλον: "Συγχώρεσέ με, ἀδελφέ μου". "Ὁ Θεός νά σέ συγχωρήση, ἀδελφέ".
Ἔτσι πρέπει νά κάνουν ὅλοι οἱ Χριστιανοί, συγχωρούμενοι μεταξύ τους μέσα στήν οἰκογένεια καί κατόπιν μέ τούς γείτονές τους καί προπαντός μ᾿ ἐκείνους πού ἔχουν κάποια κακία καί ἐχθρότητα. Ἔτσι ἀποβάλλοντας ὅλη τήν κακία ἀπό τήν καρδιά μας, ἠμποροῦμε νά προσφέρουμε μέ εἰρήνη καί ἀγαθή ἐλπίδα στόν Θεό τά δῶρα τῶν ἀγώνων τῆς νηστείας καί τῶν ἄλλων ἔργων.
Ἡ συγχώρησις τοῦ πλησίον ὅμως προσφέρει κι ἕνα ἄλλο ἀκόμη δῶρο. Ἐπειδή ἡ ζωή μας εἶναι μία ἀτελείωτη σειρά ἁπό ἁμαρτίες, τότε καί ἡ μετάνοια καί κάθε καλό ἔργο δέν θά πρέπει νά ἔχουν τέλος, γιά νά ἠμποροῦμε ἔτσι μ᾿ αὐτά νά λαμβάνουμε τήν πλήρη συγχώρησι. Ὁ Θεός, λόγῳ τοῦ ἀπείρου πελάγους τῆς εὐσπλαγχνίας Του, μᾶς ἐχάραξε τήν πιό εὔκολο καί βολική γιά τήν σωτηρία μας ὁδό: Τήν συγχώρησι τοῦ ἀδελφοῦ μας. Τό παράδειγμα τοῦ ὀκνηροῦ μοναχοῦ που ἀναφέρει τό Γεροντικό, εἶναι πολύ εὔγλωττο σ᾿ αὐτή τήν περίπτωσι. Κάποτε κοντά σ᾿ ἕνα Γέροντα ζοῦσε ἕνας τεμπέλης στά καθήκοντά του μοναχός. Ὅταν ἦλθε ἡ ὥρα τοῦ θανάτου του, στάθηκαν κοντά του οἱ ἄλλοι μοναχοί. Τότε ὁ Γέροντας θέλοντας νά ὠφελήση τούς ἀδελφούς, ὅταν εἶδε τόν ἀδελφό νά τελειώνη τήν ζωή του εὔθυμος καί χαρωπός, τόν ἐρώτησε:
-Ἀδελφέ, ἐμεῖς ἐδῶ ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι δέν ἤσουν πολύ ἐπιμελής στά μοναχικά σου καθήκοντα καί πῶς τώρα φεύγεις ἀπό τήν ζωή τόσο χαρούμενος; Καί ὁ ἀδελφός τοῦ ἀπήντησε:
-Γνώριζε, πάτερ, ὅτι, ἀφ᾿ ὅτου ἔγινα μοναχός, δέν θυμᾶμαι νά κατέκρινα ἤ νά ἐσκέφθηκα κάτι ἐναντίον κάποιου, ἀλλά καί ἄν συνέβη κάποιος μικρός παροξυσμός μέ κάποιον, τήν ἴδια στιγμή συμφιλιώθηκα μαζί του. Ὁπότε λοιπόν, θά εἰπῶ στόν Θεό: "Δέσποτα, ἐσύ τί εἶπες; Δέν εἶπες: "Μή κρίνετε, ἵνα μή κριθῆτε"καί "ἐάν γάρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καί ὑμῖν ὁ πατήρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος". Τότε ὁ Γέροντας τοῦ εἶπε:
-Εἰρήνη σέ σένα, παιδί μου, διότι χωρίς κόπους ἐσώθηκες!
Ἰδού πόσα δῶρα προέρχονται ἀπό τήν συγχώρησι τῆς ἁμαρτίας τῶν συνανθρώπων μας:
-Μᾶς παρέχεται ἀπό τόν Θεό ἡ συγχώρησις τῶν ἁμαρτιῶν μας.
-Δέχεται ὁ Θεός μέ καλωσύνη ὅ,τι καλά ἔργα ἐκάναμε στήν ζωή μας.
-Κερδίζουμε μέ εὐκολία τήν σωτηρία μας.
Καί πολύ σωστά, διότι ἡ συγχώρησις χαρίζει εἰρήνη στούς ἀνθρώπους, παραμερίζει τήν διχόνοια, γιά τήν ὁποία ἔπρεπε νά ἐνσαρκωθῆ ὀ ἴδιος ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ.
Μέ ὅσα μέχρι τώρα εἴπαμε, εἴμεθα ἕτοιμοι γιά τούς ἀγῶνες τῆς Ἁγίας τεσσαρακοστῆς. Ὁ καιρός τῆς προετοιμασίας ἦτο μακρύς κι ἔτσι μᾶς προσέφερε μέ ἄνεσι ὅλα τά ἀναγκαῖα γι᾿ αὐτό τό ταξίδι τῶν ἀρετῶν. Λοιπόν εἴμεθα:
-Ντυμένοι μέ τόν μανδύα τῆς ταπεινώσεως,
-ἔχουμε τήν ράβδο τῆς καλῆς ἐλπίδος,
-μέ τά μάτια μας ὀρθάνοικτα στήν ὥρα τῆς Κρίσεως,
-μέ τήν σκέψι μας στήν ὥρα τοῦ θανάτου,
-ἐνδυναμωμένοι μέ τό παράδειγμα μεγάλων ἀγωνιστῶν τοῦ Πνεύματος,
-μέ τήν ἐλπίδα στήν ἀπόλαυσι τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν,
-συγχωρημένοι καί συμφιλιωμένοι μέ τόν πλησίον μας.
"Ἔφθασε καιρός, ἡ τῶν πνευματικῶν ἀγώνων ἀρχή, ἡ νίκη κατά τῶν δαιμόνων, ἡ πάνοπλος ἐγκράτεια, ἡ τῶν ἀγγέλων εὐπρέπεια, ἡ πρός Θεόν παρρησία..."
"Τό στάδιον τῶν ἀρετῶν ἠνέωκται, οἱ βουλόμενοι ἀθλῆσαι εἰσέλθετε, ἀναζωσάμενοι τόν καλόν τῆς νηστείας ἀγῶνα. Οἱ γάρ νομίμως ἀθλοῦντες, δικαίως στεφανοῦνται καί ἀναλαβόντες τήν πανοπλίαν τοῦ Σταυροῦ, τῷ ἐχθρῷ ἀντιμαχησώμεθα, ὡς τεῖχος ἄρρηκτον κατέχοντες τήν πίστιν, καί ὡς θώρακα τήν προσευχήν, καί περικεφαλαίαν τήν ἐλεημοσύνην, ἀντί μαχαίρας τήν νηστείαν, ἥτις ἐκτέμνει ἀπό καρδίας πᾶσαν κακίαν...".
"Ἔλαμψεν ἡ χάρις σου, Κύριε, ἔλαμψεν ὁ φωτισμός τῶν ψυχῶν ἡμῶν. Ἰδού καιρός εὐπρόσδεκτος, ἰδού καιρός μετανοίας. Ἀποθώμεθα τά ἔργα τοῦ σκότους, καί ἐνδυσώμεθα τά ὅπλα τοῦ φωτός, ὅπως διαπλεύσαντες τό τῆς νηστείας μέγα πέλαγος εἰς τήν τριήμερον Ἀνάστασιν καταντήσωμεν, τοῦ Κυρίου καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ σώζοντος τάς ψυχάς ἡμῶν".
Μετάφρασις ἀπό τά ρουμανικά π. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου