«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»
Πρό ἡμερῶν κάποιος προσκυνητής τῆς Μονῆς μας, ἐπηρεασμένος προφανῶς ἀπό τό σημερινό θλιβερό κῦμα ἑκατοντάδων συνανθρώπων μας, πού ἑκούσια διακόπτουν τό νῆμα τῆς ζωῆς τους, μοῦ ἔκανε αὐτό τό ἐρώτημα.
Ἔχω γνωρίσει τούς Ἀφρικανούς καί μπορῶ νά ἀπαντήσω ἐκ πείρας. Οἱ Ἀφρικανοί γενικά, ἐκτός ἐξαιρέσεων, εἶναι πτωχοί καί ἐγκαταλελειμένοι στούς τέσσαρεις ὁρίζοντες. Δέν ἔχουν ποῦ τήν «κεφαλήν κλῖναι». Δέν παίρνουν κρατικές ἐπιδοτήσεις. Δέν ἔχουν δημόσιες θέσεις, ἐκτός ὀλίγων. Δέν ἔχουν φαρμακευτική περίθαλψι ἀπό πουθενά. Δέν ἔχουν χρήματα ν᾿ ἀγοράσουν, ἐνίοτε οὔτε ἕνα ὀρό γιά νά ἀνακόψουν τήν θανατηφόρο πορεία τῆς ἑλονοσίας.
Κάθε ἡμέρα πού ξημερώνει εἶναι γι᾿ αὐτούς ἕνας βρόγχος στόν λαιμό τους, διότι δέν ξέρουν ποῦ θά εὕρουν τροφή νά ἐπιζήσουν. Καί ὅμως ἀπελπισία δέν εἶδα. Πῶς συμβαίνει αὐτό; Ἀντίκρυσα στήν πρᾶξι τήν ἀπάντησι.
Ὑπάρχει μέσα στόν πολιτισμό τους καί στόν συναισθηματικό τους κόσμο ἡ ἀγάπη καί ἡ θυσία μεταξύ τους. Κάποιου ἱερέως μας, ἀπέθαναν σέ λίγο διάστημα τά δύο ἀδέλφια του, πού συνολικά εἶχαν 15 παιδιά. Μετά τόν θάνατό τους, ποιός ἐπωμίσθηκε τό βάρος τῶν 15 ὀρφανῶν; Ὁ ἐπιζῶν ἀδελφός τους, ὁ π. Θεόφιλος. Κι ἐνῶ μέχρι χθές ἦταν τέσσερα τά ἄτομα τῆς οἰκογενείας τους, ξαφνικά ἔγιναν 19. Δουλεύουν λοιπόν οἱ ἐπιζῶντες ἀκόμη σκληρότερα, χωρίς γογγυσμούς καί παράπονα, γιά τήν πολυάριθμη φάμελιά τους. Καί δέν βλέπουν τά ὀρφανά μέ κάποιο βλέμμα περιφρονητικό, οὔτε δυσανασχετοῦν γιά τόν ἐπιπρόσθετο κόπο καί τά πολλαπλά προβλήματα τους. Ὅλα ξαφνικά γίνονται παιδιά τους, χωρίς διακρίσεις καί ἀνάρμοστες συμπεριφορές. Τά σπουδάζουν, τά φροντίζουν παντοιοτρόπως καί τά θεωροῦν πλέον δικά τους παιδιά. Δέν λέγουν ἔκτοτε ὅτι αὐτά εἶναι παιδιά τῶν ἀποθαμένων ἀδελφῶν τους, ἀλλά δικά τους παιδιά. Τούς τά ἐχάρισε ὁ Θεός. «Αὐτός μᾶς τά ἐχάρισε. Αὐτός θά μᾶς βοηθήση, νά τά διαθρέψουμε». Ἔτσι, λένε κάθε φορά πού ἕνας Εὐρωπαῖος θά ἤθελε νά τούς ἐρωτήση.
Πρίν ἀκόμη ξημερώση, δηλαδή 5,30 τό πρωΐ οἱ Ἀφρικανοί, σχεδόν ὅλοι εἶναι στό πόδι. Οἱ γυναῖκες ἑτοιμάζουν τά παιδιά τους γιά τό σχολεῖο, χωρίς πρωϊνό, ἀφοῦ δέν ὑπάρχουν τά εὐρωπαϊκά ροφήματα καί βουτήγματα, ψωμιά, μαρμελάδες, μέλι, βούτυρο κλπ. Ὅμως ἔχουν περιποιημένη καί καθαρή τήν μαθητική περιβολή τους, μέ κάλτσες καί παπουτσάκια καί μέ κομμένα τά μαλλιά τους. Σέ περίπτωσι πού θά πᾶνε χωρίς κάλτσες ἤ μέ μεγάλα τά μαλλιά τους, διώκονται ἀπό τόν δάσκαλο. Περπατοῦν ἐνίοτε καί μέχρι 10 χιλιόμετρα κάθε πρωΐ καί ἄλλα τόσα τό μεσημέρι. Μέσα στό λιοπύρι τοῦ τροπικοῦ κλίματος, μέ ἐλαφροπάτητο βάδισμα καί σκελετωμένα κορμιά τρέχουν χαρούμενα, χωρίς τό παραμικρό παράπονο πρός τούς γονεῖς ἤ καί μεταξύ τους, ὅτι κουράσθηκαν. Κι αὐτές οἱ πορεῖες ἐπί χρόνια. Ἔγινε καθεστώς στήν ζωή τους ἡ πεζοπορία καί ἡ ταλαιπωρία. Κι ἔχουν ζῆλο γιά τά μαθήματά τους. Συναγωνίζονται μεταξύ τους ποιό νά βγῆ πρῶτο στίς ἐξετάσεις, στό παιγνίδι, στήν ἀγάπη καί στήν θυσία τό ἕνα γιά τό ἄλλο.
Καί ἀναρρωτιέται κανείς: Ἀπό ποῦ προῆλθε αὐτή ἡ ἀνατροφή τῶν παιδιῶν; Ἀπό εἰδικούς διδασκάλους καί σύγχρονες μεθόδους; Μά οἱ γονεῖς, οἱ περισσότεροι ἀγράμματοι, τί ἔχουν νά προσφέρουν στά παιδιά τους σ᾿ αὐτή τήν κατεύθυνσι; Τολμῶ νά ὑποστηρίξω ὅτι ἐδῶ λειτουργεῖ ὁ ἔμφυτος φυσικός νόμος στά παιδιά. Τά παιδιά αὐτά δέν τά ἐμάρανε ἀκόμη ὁ καυστικός ἀγέρας τοῦ ἀθεϊσμοῦ τῆς Εὐρώπης. Δέν τά ἔχουν παραπλανήσει οἱ παντός εἴδους ὑλιστικές θεωρίες. Δέν ἔχουν αἰχμαλωτίσει τά μυαλά τους τά ἡλεκτρονικά παιγνίδια καί τά διεγερτικά προγράμματα τοῦ ὑπολογιστοῦ καί τοῦ παγκοσμίου διαδικτύου. Οἱ ψυχές τους εἶναι ἀκόμη εἰρηνικές καί χαρούμενες. Δέν ἔχουν τά πολλά χρήματα γιά νά ζοῦν μέ εὐμάρεια, ἀλλά καί δέν πεθαίνουν ἀπό τήν πτωχεία τους, διότι δέν ὑπέστησαν ἀκόμη τήν παραμόρφωσι τήν ὁποία ἔχουν ὑποστῆ τά δικά μας παιδιά. Γι᾿ αὐτό καί τά ἀφρικανάκια εἶναι χαρούμενα. Ἀλλά χαίρεσαι καί σύ πού τά βλέπεις. Μάλιστα παίζεις μαζί τους, τά ἀγκαλιάζεις. Αἰσθάνεσαι ὅτι ἡ χαρά τους καί τό χαμογελό τους σέ ἀγγίζουν. Ἔχεις ἀνάγκη ἀπό τήν ἀγάπη τους, ἀπό τήν ἀθῶα ματιά τους, ἀπό τήν σεμνότητά τους, ἀπό τό εἰρηνικό τους πρόσωπο καί τό ἀγγελικό τους χαμόγελο. Γίνεσαι μαζί τους παιδί. Τούς προσφέρεσαι καί κερδίζεις γιά τίς δικές σου ἀπαραίτητες ἀποταμιεύσεις. Σ ᾿ ἀγαποῦν κι αὐτά καί γίνεσθε ἕνα. Αἰσθάνεσθε ἀδέλφια μέ μοναδική τήν ρίζα, ἐκ τῶν Πρωτοπλάστων.
Στό Μπουρούντι, κάποιο πρωϊνό ἐπρόκειτο νά ταξιδεύσω στίς πέντε γιά τήν Ρουάντα. Ἀλλά ἐκείνη τήν στιγμή εἶναι ἡ ὥρα πού οἱ νέοι τρέχουν κατά χιλιάδες, ἀφήνοντας τά σπίτια τους, πού εἶναι στά προάστια τῆς πόλεως, καί κατευθύνονται κατά μπουλούκια πρός τό κέντρο. Τρέχουν πραγματικά μέ κουρελιασμένα ροῦχα, ξυπόλυτοι σχεδόν ὅλοι, γιά νά ἔχουν ἄνεσι στό τρέξιμο. Σταμάτησα καί τούς ἐρώτησα:
-Τί συμβαίνει βρέ παιδιά, γιά ποῦ πᾶτε τρέχοντας;
-Πᾶμε στήν ἀγορά καί στά μαγαζιά τῆς πόλεως νά δουλέψουμε, πάτερ.
-Καί τί δουλειά ἐκεῖ θά βρῆτε;
-Ξεφορτώνουμε τά αὐτοκίνητα πού ἔρχονται ἀπό τά χωριά μέ προϊόντα: πατάτες, ντομάτες, λάχανα, μπανάνες, μουχόκο, μάγκους καί ἄλλα. Ξεφορτώνουμε τά τσιμέντα, τά σίδερα, τά ψάρια πού ἔρχονται ἀπό τήν λίμνη Ταγκανίκα.
-Καλά δέν πίνετε οὔτε ἕνα τσάϊ ἀπό τό σπίτι σας;
-Ἐκεῖ πού θά δουλέψουμε ὑπάρχουν γυναῖκες πού μᾶς πωλοῦν τσάϊ καί λίγο ψωμί. Πρῶτα θά πάρουμε τά πρῶτα χρήματα καί μετά θά ἀγοράσουμε καί τό τσάϊ μας.
-Καλά, πιστεύετε ὅτι θά βρῆτε ὅλοι δουλειά;
-Σέ ὅλους μας θά δώσει ὁ Καλός Θεός τό φαγητό τῆς ἡμέρας. Ἀρκεῖ νά δουλεύουμε.
Δέν εἶδα στά πρόσωπά τους τήν ἀπελπισία καί τήν στενοχώρια. Κατηγοροῦνται ἀπό πολλούς ὅτι εἶναι τεμπέληδες. Ἀλλά αὐτό δέν ἀληθεύει γιά ὅλους. Τήν ἐργατικότητά τους, ἠμποροῦν νά μᾶς τήν ὁμολογήσουν οἱ Ὁμογενεῖς μας Ἕλληνες, οἱ ὁποῖοι εἶναι εὐχαριστημένοι ἀπό τήν προσφορά ἐργασίας στίς φάρμες καί τίς ἐπιχειρήσεις τους. Πόσα δέν προσφέρουν καθημερινά στούς Εὐρωπαίους τά ἀκούραστα ἀφρικάνικα χέρια;.....
Μία ἄλλη φορά ἤμουν στήν φάρμα τῆς ἱεραποστολῆς τοῦ Κολουέζι, ἐκεῖ ὅπου καλλιεργεῖται τό καλαμπόκι. Δίπλα στήν φάρμα ὑπάρχει ὁλόκληρο χωριό, πού ἐργάζεται γιά τήν σπορά, τό σκάλισμα, τήν συγκομιδή καί τό ἁλώνισμα τοῦ καλαμποκιοῦ. Ἐρώτησα ἕνα πρωΐνό μία ὁμάδα γυναικῶν πού ἔβγαιναν ἀπό τίς καλύβες τους:
-Ποῦ πᾶτε τώρα τό πρωΐ;
-Πᾶμε γιά μπόγκα (τροφή), πάτερ.
-Καί ποῦ θά τήν βρῆτε; Τί μπόγκα θά βρῆτε νά φᾶτε;
-Πᾶμε ἄλλες στό δάσος καί ἄλλες στόν κάμπο καί στά ποτάμια. Ἐκεῖ μᾶς δίνει ὁ Καλός Θεός τήν τροφή μας. Ἔτσι κάνουμε κάθε πρωΐνό.
Καί πράγματι μετά ἀπό 2-3 ὧρες ἐπιστρέφουν μέ τά καλαθάκια τους ἤ τά κουβαδάκια τους. Ἐκεῖ μέσα ἔχουν ψαράκια ἀπό τό ποτάμι, ἀρουραίους ἀπό τό δάσος, πράσινες ἀκρίδες, μανιτάρια, βλῆτα, καλαμπόκια ἀπό τόν κῆπο τους, μπανάνες, μάγκους, κορμούς ζαχαροκάλαμου, τερμίτες καί ἄλλα ντόπια δικά τους προϊόντα.
Τό πιό συγκινητικό εἶναι ὅτι αὐτή ἡ καθημερινή ἀναζήτησις τῆς τροφῆς τους, μέσα στό ἄγνωστο δέν τούς προκαλεῖ ἀπελπισία. Δέν ξέρουν πολλά ἀπό Θεό, ὅμως Τόν πιστεύουν, Τόν ἐπικαλοῦνται καί Τόν ἐμπιστεύονται. Γι᾿ αὐτό στήν ζωή τους εἶναι χαρούμενες, εἰρηνικές. Εὐχαριστοῦν τόν Θεό καί Τόν δοξολογοῦν μέ δικά τους ντόπια θρησκευτικά τραγούδια.
Τό φαινόμενο τῆς πίστεως στόν Θεό φαίνεται ὅτι ἔχει μέσα τους βαθειές ρίζες. Δέν γνωρίζουν νά ξεχωρίζουν ποιά εἶναι ἡ ἀληθινή καί ποιά ἡ ψεύτικη θρησκεία. Ἀλλά τόν Ἕνα Θεό, ὅλοι σχεδόν τόν πιστεύουν, τόν ἀγαποῦν καί ἔχουν ἐμπιστευθῆ ὅλη τήν ὕπαρξί τους στήν πρόνοια καί τήν βοήθειά Του. Εἶναι ἀκόμη χαρούμενοι, ὅταν γνωρίσουν τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας. Μάλιστα οἱ κατηχητές τους μάχονται γιά τήν Ἁγία Πίστι. Διαβάζουν κατηχητικά καί ἀντιαιρετικά βιβλία καί ἀγωνίζονται νά ὁδηγήσουν στήν σωτηρία κι ἄλλους συνανθρώπους τους.
Γι᾿ αὐτούς εἶναι ἀδιανόητο αὐτό πού συμβαίνει σήμερα στήν Ἑλλάδα μέ τίς αὐτοκτονίες. Οἱ Ἀφρικανοί τοῦ Κογκό, καθώς γνωρίζω, δέν θέλουν οὔτε ἀνθρώπινο αἷμα νά βλέπουν. Γιά τό Κογκό ἡ ἐγκληματικότητα εἶναι λίαν περιορισμένη. Ὁ κογκολλέζος μπορεῖ νά κοιμᾶται ἐπάνω σέ ἕνα χορταρένιο στρῶμα, πού τά σκουλήκια σέ λίγο καιρό θά τοῦ τρυπήσουν τό κορμί του. Μπορεῖ νά χάση ξαφνικά δύο καί τρία παιδιά του ἤ καί ὅλη τήν οἰκογένειά του ἀπό μία ἐπιδημία, ἀλλά ποτέ δέν θά σκεφθῆ νά βάλη θηλειά στόν λαιμό του. Γιατί; Διότι πιστεύει στόν Θεό. Ὁ σημερινός Ἕλληνας πού αὐτοκτονεῖ, δέν φθάνει σ᾿ αὐτή τήν ἀθλία ἀπόφασι διότι χρεωκόπησε οἰκονομικά, ἀλλά διότι πρῶτα χρεωκόπησε πνευματικά. Ἔχασε τήν πίστι του ὅτι ὁ Θεός εἶναι Δημιουργός, Προνοητής καί Σωτήρας του.
Μήπως λοιπόν, ἐμεῖς οἱ νεοέλληνες θά πρέπει νά στραφοῦμε νά πάρουμε διδάγματα ζωῆς καί ἀρετῆς ἀπό τούς κογκολλέζους ἀφρικανούς, οἱ ὁποῖοι τόσον πολύ ἔχουν ἐξευτελισθῆ καί ταπεινωθῆ ἀπό τούς ἰσχυρούς τῆς γῆς;
Μήπως θά πρέπει νά ἀξιοποιήσουμε τίς κρυμμένες σωματικές καί ψυχικές μας δυνάμεις καί νά τίς προσφέρουμε στήν καλλιέργεια τῆς γῆς μας καί στήν ἀνάπτυξι τῆς κτηνοτροφίας μας; Ἐάν ἔχει φροντίδα ὁ Θεός γιά τούς Ἀφρικανούς, δέν θά ἔχει καί γιά ἐμᾶς τούς ὀρθοδόξους χριστιανούς; Γιατί ἡ νεολαία μας νά στέκεται μέ τόν καφέ στό χέρι στά διασκεδαστικά κέντρα τῶν πόλεων καί νά δουλεύουν στά χωράφια τῶν γονέων τους οἱ ἀλλοδαποί;
Εἶναι καιρός πλέον νά ἀνανήψουμε σάν κράτος, κοινωνία καί οἰκογένεια. Θά μᾶς βοηθήση κι ἐμᾶς ὁ Θεός. Νά γίνουμε κι ἐμεῖς χαρούμενοι ἄνθρωποι καί ὄχι κυνηγοί τοῦ αἰωνίου θανάτου. Ἀμήν.
Μοναχός Δαμασκηνός Γρηγοριάτης
Τοῦ Προφήτου Ἠλιοῦ
2012
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου