Σάββατο 12 Φεβρουαρίου 2022

Ὁμιλία στὴν Κυριακὴ τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου

 Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ

«καὶ ὁ τελώνης… ἔτυπτε τὸ στῆθος αὐτοῦ λέγων∙

ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῶ»

Ο Τελώνης και ο Φαρισαίος, ψηφιδωτό, Ραβένα

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, προσευχὴ καὶ μετάνοια: Οἱ δύο μεγάλες ἀρετές, ποὺ μᾶς παρουσιάζει τόσο ζωντανὰ ἡ παραβολὴ τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου. Κενοδοξία καὶ κατάκριση: Δύο μεγάλα, θανατηφόρα τῆς ψυχῆς πάθη, ποὺ μὲ ἔντονο ἐπίσης καὶ δυνατὸ τρόπο στηλιτεύει ὁ Κύριος στὴν παραβολὴ αὐτή.

Οἱ δύο πρῶτες, οἱ ἀρετὲς τῆς προσευχῆς καὶ μετάνοιας, σὰν δύο φτεροῦγες, μᾶς ἀνεβάζουν στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ καὶ μᾶς συγκρατοῦν ἐκεῖ, πάντα μὲ τὴ Χάρη Του. Καὶ τὰ τελευταῖα, τὰ πάθη τῆς κενοδοξίας καὶ κατάκρισης, μᾶς ἀπογυμνώνουν τῆς Χάρης τοῦ Θεoῦ καὶ μᾶς καταβυθίζουν στὰ βάραθρα τοῦ Ἄδη.

Θέλοντας κάποτε ὁ Χριστός μας νὰ τονίσει, ἀπὸ τὴ μιὰ τὴν ἀξία τῆς ἀρετῆς τῆς προσευχῆς, καθὼς καὶ τὸν τρόπο τὸν ἁρμόδιο, μὲ τὸν ὁποῖο πρέπει νὰ προσευχόμαστε, ἀλλὰ καὶ νὰ στιγματίσει αὐτοὺς ποὺ νομίζουν πὼς εἶναι δίκαιοι καὶ ἐξουθενώνουν καὶ κατακρίνουν τοὺς ἄλλους, ἐξεφώνησε τὴ σημερινὴ παραβολή.

Πρέπει ἐξαρχῆς νὰ τονίσουμε πὼς σήμερα, Κυριακὴ τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου, ποὺ ὀνομάστηκε ἔτσι ἀπὸ τὴν εὐαγγελικὴ περικοπὴ τῆς ἡμέρας, εἶναι, ὅπως λέμε στὴ γλῶσσα τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ἀρχὴ τοῦ Τριωδίου, δηλαδὴ τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιόδου ἀπὸ σήμερα μέχρι καὶ τὸ Μεγάλο Σάββατο. Τῆς πιὸ κατανυκτικῆς περιόδου τοῦ ἔτους, ποὺ μὲ τὶς ὡραιότατες Ἀκολουθίες της, τὴ νηστεία τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς ποὺ περιλαμβάνει, τὴν ὅλη πνευματικὴ ἀτμόσφαιρα ποὺ δημιουργεῖ, μᾶς προετοιμάζει μὲ τὸν καλύτερο τρόπο, ἂν θέλουμε καὶ ἀγωνισθοῦμε, νὰ ἑορτάσουμε ἐξαγνισμένοι τὴν κοσμοσωτήρια Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μας.  Καὶ ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, θέλοντας νὰ μᾶς ἑτοιμάσει γι᾽ αὐτὸ τὸ Στάδιο τῶν ἀρετῶν (ὅπως θὰ ψάλλουμε τὴν Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς), ὅρισε νὰ διαβάζεται σήμερα, ἀρχὴ τοῦ Τριωδίου, ἡ παραβολὴ αὐτὴ τοῦ Χριστοῦ μας, ποὺ μᾶς διδάσκει τὴν ἀξία τῶν ἀρετῶν τῆς ταπείνωσης καὶ τῆς προσευχῆς, ὥστε νὰ μᾶς παροτρύνει νὰ τὶς ἀσπαστοῦμε καὶ νὰ τὶς ἐφαρμόσουμε σὰν ὅπλα στὸ στάδιο τῆς ἁγίας αὐτῆς περιόδου. Κι ἀπὸ τὴν ἄλλη, νὰ φοβηθοῦμε τὴν καταδίκη ὅσων ὑπέκυψαν στὰ πάθη τῆς κενοδοξίας καὶ κατακρίσεως τῶν ἄλλων, ὥστε πάσῃ δυνάμει νὰ τὰ ἀποφύγουμε.

Ἡ προσευχή, ἀδελφοί μου, εἶναι μέγιστο δῶρο τοῦ Θεοῦ σ᾽ ἐμᾶς. Ὁ Κύριος μᾶς ἔδωσε τὴ δυνατότητα, ὅποτε καὶ ὅσο θέλουμε, νὰ τοῦ ὁμιλοῦμε, σὰν παιδιὰ στὸν Πατέρα τους, νὰ τοῦ ἀναφέρουμε τὰ προβλήματα, τὶς δυσκολίες, τὶς ἀδυναμίες, τὰ πάθη μας, ὅ,τι αἰσθάνεται ἡ ψυχὴ τοῦ καθενός μας. Ἡ προσευχὴ εἶναι πνευματικὴ ἀνάγκη κάθε πιστοῦ. Ὅσο θερμότερα πιστεύουμε, τόσο καὶ πιὸ πολὺ θέλουμε νὰ προσευχόμαστε. Καὶ τούτη ἡ ἀνάγκη εἶναι πιὸ ἐπιτακτικὴ στὶς μέρες μας, μὲ τὰ τόσα προβλήματα καὶ δοκιμασίες ποὺ διέρχεται ὁ ἄνθρωπος. Ἡ προσευχὴ εἶναι τὸ ὀξυγόνο τῆς ψυχῆς. Φέρνει στὸν ἄνθρωπο γαλήνη, εἰρήνη, διώχνει τὴ λύπη καὶ τοὺς κακοὺς λογισμούς, ἀνακουφίζει τὸν πόνο, ἀποκαθιστᾶ τὴν ἐπικοινωνία μας μὲ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους. Στὴν προσευχή μας, σύμφωνα μὲ τοὺς ἁγίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, πρέπει νὰ κάνουμε τέσσερα πράγματα: Πρῶτο, νὰ δοξολογοῦμε τὸν Θεό, τὸν Δημιουργὸ καὶ Παντοδύναμο Πλάστη μας, γιὰ τὴν ἀνέκφραστη μεγαλωσύνη Του. Δεύτερο, νὰ τὸν εὐχαριστοῦμε γιὰ ὅλα ὅσα ἔκανε καὶ κάνει γιὰ τὸ καλό μας, τὴ σωτηρία μας. Γιὰ τὰ Πάθη καὶ τὸν Σταυρό Του, γιὰ ὅλες τὶς εὐεργεσίες Του, ὑλικὲς καὶ πνευματικές, ὅσες βλέπουμε καὶ γνωρίζουμε καὶ ὅσες ἀγνοοῦμε. Ὕστερα, τρίτο, νὰ ἐξομολογού-μαστε καὶ νὰ ζητοῦμε συγχώρεση γιὰ τὰ πάθη καὶ τὰ λάθη μας, τὶς ἁμαρτίες καὶ τὰ σφάλματά μας. Καὶ τέταρτο, νὰ ζητοῦμε ἀπὸ τὴν ἀγάπη Του ὅ,τι ἔχουμε ἀνάγκη, γιὰ τὴ σωτηρία μας. Ἐλεύθερα, ἁπλᾶ καὶ ταπεινά, νὰ Τοῦ ἀναφέρουμε ὅ,τι μᾶς ἀπασχολεῖ, ζητῶντας τὸ ἔλεός Του, τὴ Χάρη Του, στὸν ἀγῶνα τῆς ζωῆς.

Παράδειγμα θεάρεστης προσευχῆς -καὶ συνάμα εἰλικρινοῦς μετάνοιας- μᾶς προβάλλει σήμερα τὸ Εὐαγγέλιο τὸν Τελώνη. Ἐπειδὴ οἱ τελῶνες, δηλαδὴ οἱ φοροεισπράκτορες τῆς ρωμαϊκῆς ἐποχῆς, ἔκαναν ἀδικίες καὶ καταδυνάστευαν τὸν κόσμο, ἦταν οἱ χαρακτηριστικοὶ τύποι τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου. Λέγει λοιπὸν ὁ Κύριος πὼς ἕνας Φαρισαῖος, ποὺ ἐθεωρεῖτο δίκαιος -ἦταν ὁ χαρακτηριστικὸς τύπος δικαίου ἀνθρώπου- κι ἕνας Τελώνης, ἀνέβηκαν νὰ προσευχηθοῦν στὸ ἱερό, στὸν ναό. Προσέξετε αὐτὸ τὸ «ἀνέβηκαν», ποὺ δηλώνει πὼς ἡ προσευχὴ ἀποτελεῖ ἀνάβαση, ἐξύψωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὰ γήινα στὰ οὐράνια. Καὶ ὁ μὲν Τελώνης, πῶς προσευχόταν; Ἂς προσέξουμε τὴ στάση του. Στάθηκε μακρυὰ ἀπὸ τὸ θυσιαστήριο. Εἶχε αὐτογνωσία τῆς ἁμαρτωλότητάς του, καὶ ἑπομένως ταπείνωση καὶ μετάνοια. Τὸ βλέμμα του γυρισμένο κάτω. Δὲν τολμοῦσε κἂν νὰ ἀτενίσει στὸν οὐρανό, ὅπου θεωρεῖται ὁ τόπος τοῦ Θεοῦ (ὁ Θεὸς βεβαίως εἶναι πανταχοῦ παρών). Κι ἀκόμη, χτυποῦσε τὸ στῆθος του, γιατὶ μέσα στὸ στῆθος εἶναι ἡ καρδιά, τὸ κέντρο τῆς ψυχοσωματικῆς ὕπαρξης τοῦ ἀνθρώπου, ὁ χῶρος ποὺ ξεκινᾶ καὶ ἑδρεύει, τόσο τὸ καλό, ὅσο καὶ τὸ κακό. Καί, ἀκόμα, τὰ λόγια τῆς προσευχῆς, ποὺ μὲ δάκρυα ἔλεγε, εἶναι ἀξιοθαύμαστα: «ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι, τῷ ἁμαρτωλῷ». Θεέ μου, ἐλέησέ με, τὸν ἁμαρτωλό. Δὲν χρειάζονταν παραπάνω. Δὲν χρειάζονται, συχνά, πολλὰ λόγια στὴν προσευχή, ἀδελφοί. Ὅπως κι ἀλλοῦ συμβουλεύει ὁ Χριστός μας: «Μὴ βαττολογήσετε ἐν τῇ προσευχῇ». Δηλαδὴ στὴν προσωπικὴ προσευχή σας μὴ λέτε πάρα πολλὰ λόγια. Γι᾽ αὐτὸ καὶ οἱ ἅγιοι Πατέρες μᾶς παρέδωσαν μία σύντομη καὶ ἰσχυρὴ συνάμα προσευχή, ποὺ σὲ λίγες λέξεις συμπυκνώνει ὅλη τὴν πίστη μας καὶ ὅ,τι χρειάζεται νὰ ζητοῦμε καὶ ὅπως πρέπει νὰ ζητοῦμε ἀπὸ τὸν Θεό. Πρόκειται γιὰ τὴν εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ, τὸ «Κύριε  Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλόν». Νὰ ἐπαναλαμβάνουμε ὅσο πιὸ συχνὰ μποροῦμε τὴν ἁγία τούτη προσευχή, ποὺ φέρει πολὺ πνευματικὸ καρπὸ στὶς ψυχές μας.

Ἂς δοῦμε τώρα καὶ τὸν Φαρισαῖο: Οὔτε ἴχνος ταπείνωσης, οὔτε μετάνοιας! Μόνο αὐτοδικαίωση καὶ καύχηση εἶχε, εὐχαριστῶντας τάχα τὸν Θεὸ πὼς δὲν ἦταν σὰν τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους ἁμαρτωλός, ἢ σὰν κι ἐκεῖνο ἐκεῖ τὸν Τελώνη. Ἡ κενοδοξία του ἐπισφραγίστηκε μὲ τὸ πάθος τῆς κατάκρισης τῶν ἄλλων. Γι᾽ αὐτὸ κι ἐπιλέγει ὁ Χριστός, ὅτι αὐτὸς μὲν ἐπέστρεψε σπίτι του καταδικασμένος καὶ ἁμαρτωλός, ἐνῶ ὁ Τελώνης συγχωρημένος καὶ δικαιωμένος. Διότι, κατὰ τὴν ἀδέκαστη τοῦ Κυρίου ἀπόφαση: «πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται». Καθένας δηλαδὴ ποὺ ἐξυψώνει τὸν ἑαυτό του, ποὺ κενοδοξεῖ, θὰ ταπεινωθεῖ ἀπὸ τὸν Θεό, ἐνῶ ὅποιος ταπεινώνει τὸν ἑαυτό του, θὰ ἐξυψωθεῖ, θὰ δοξασθεῖ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεό. Εἶναι νόμος πνευματικὸς τοῦτο. Τὸ εἴδαμε καὶ θὰ τὸ βλέπουμε ὅσο ὑπάρχει τοῦτος ὁ κόσμος καὶ στὸν ἑαυτό μας καὶ στοὺς ἄλλους.

Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, πάντοτε, ἐξαιρέτως σήμερα, ἀρχὴ τοῦ Τριωδίου, καλούμαστε νὰ ἀγαπήσουμε, νὰ ἐξασκήσουμε τὶς θεάρεστες ἀρετὲς τῆς προσευχῆς, τῆς ταπείνωσης καὶ τῆς ἔμπρακτης μετάνοιας, ὅπως τὶς εἴδαμε στὸ πρόσωπο τοῦ Τελώνη. Ἂν ἀγωνιζόμαστε νὰ ζοῦμε ἔτσι, μὲ ταπείνωση καὶ προσευχὴ καὶ μετάνοια, διόρθωση τῆς ζωῆς μας, τοῦ φρονήματός μας, ἂν ἐφαρμόζουμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, καὶ πρώτιστα τὴν διπλὴ ἀγάπη, πρὸς τὸν Θεὸ δηλαδὴ καὶ τὸν πλησίον μας, ἂν ζοῦμε ἐνσυνείδητη μυστηριακὴ ζωή, τότε θὰ ἔλθει καὶ σ᾽ ἐμᾶς τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ πλούσιο. Καὶ οἱ ὅποιες κρίσεις, προσωπικές, οἰκογενειακές, ἐθνικές, θὰ παρέλθουν. Καὶ θὰ ἀξιωθοῦμε μὲ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ τούτη τὴ ζωὴ εἰρηνικὰ νὰ διέλθουμε καὶ τῆς ἄλλης, τῆς αἰώνιας καὶ ἀληθινῆς, νὰ τύχουμε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Θεῷ ἡμῶν, μὲ τὶς πρεσβεῖες τῆς Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν ἁγίων. Ἀμήν!