Ἐφέτος, 1989, συμπληρώνονται 30 χρόνια ἀπό τήν μαρτυρική ἀναχώρησι πρός τούς οὐρανούς τοῦ μακαριστοῦ Ἀδελφοῦ τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Μονῆς, ἀρχιμ. π. Κοσμᾶ, ὁ ὁποῖος κατηνάλωσε τόν ἑαυτόν του ἐπί 12 χρόνια στήν διακονία τοῦ ἔργου τῆς ἐξωτερικῆς ἱεραποστολῆς στό Κογκό τῆς Κεντρικῆς Ἀφρικῆς.
Θεωρῶ καύχημα ἐν Κυρίῳ καί τιμή τό γεγονός ὅτι ἕνας ἀπό τούς ἐσχάτους ἱεραποστόλους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ μας ἦτο μοναχός ‘Αγιορείτης. Ὡς γνωστόν, ἡ Ἱερά ἡμῶν Μονή τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου εὐτύχησε νά τόν ἐγγράψη στούς μοναχικούς καταλόγους της καί νά τόν συγκαταριθμήση στήν ’Αδελφότητά της ἀπό τό φθινόπωρο το ἔτους 1977. Ἐγνώριζε ὁ μακαριστός ἤδη Γέροντάς του καί Καθηγούμενος τῆς Μονῆς μας Ἀρχιμ. π. Γεώργιος ὅτι τό πρόγραμμα τοῦ νεαροῦ τότε Ἰωάννου Ἀσλανίδου ἀπό τήν Θεσσαλονίκη ἦτο μοναχισμός καί ἱεραποστολή. Παρότι ὁ ἁγιορείτικος μοναχισμός εἶναι περισσότερο ἡσυχαστικός, γιά τόν νεαρό ’Ιωάννη, μετά καί ἀπό προτάσεις διακεκριμένων καί φωτισμένων Ἁγιορειτῶν Πατέρων, ὅπως τοῦ ὁσίου Παϊσίου, ἐγένετο δεκτή ἡ ἐπιθυμία του καί ἡ ἐπ᾿ ὀλίγον διάστημα παραμονή του στήν Μονή μας.
Μετά ἀπό ἕνα χρόνο σχετικῆς πνευματικῆς προετοιμασίας του γενόμενος κληρικός, ἀνεχώρησε γιά τήν Ἀφρική, τήν ὁποία ἐγνώριζε ἀπό παλαιότερα. Ἐπί 15 μῆνες ἦτο ὁ ἀποκλειστικός συνεργάτης τοῦ τότε ἱεραποστόλου ἱερομ. π. Ἀμφιλοχίου Τσούκου. (πρώην μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας). Στό διάστημα αὐτό πού ξεκίνησε ἀπό τόν Ἰούλιο τοῦ 1975 ἵδρυσε μέ τό οἰκοδομικό του συνεργεῖο «Ἀστραπή» 10 ἐκκλησίες καί ἀπέσπασε τόν θαυμασμό καί τήν ἔκπληξι τῶν ἄλλων ἐντοπίων θρησκευτικῶν Κοινοτήτων.
Ἀπό τότε ἐρχόταν μιά φορά στά δύο τρία χρόνια στήν Ἑλλάδα καί στό Ἅγιον Ὄρος γιά περισυλλογή καί ἀγορές ἀναγκαίων πραγμάτων. Ἐνῶ μέ τόν Γέροντά μας διατηροῦσε στενή ἐπικοινωνία διά ἀλληλογραφίας καί τόν ἐνημέρωνε γιά τήν πορεία τοῦ ἔργου του.
Τό καλοκαίρι τοῦ ἔτους 1988 ἦτο γι᾿ αὐτόν, σύμφωνα μέ τίς ἀνεξιχνίαστες βουλές τοῦ Θεοῦ καί τό τελευταῖο τῆς ἐπιγείου ζωῆς του. Τό ζωηρό ἐνδιαφέρον μου γιά τά κατορθώματά του μ᾿ ἔφερνε συχνά στό κελλί του. Ἤθελα νά τόν βλέπω, νά τόν ἀκούω διηγούμενον, νά τόν ἐρωτῶ καί ν᾿ ἀπολαμβάνω τίς ὡραῖες ἐμπειρίες του, ἀλλά καί νά τρομάζω μπροστά στίς ἐπικίνδυνες περιπέτειές του.
Κάποια ἡμέρα μοῦ εἶπε: «Πρέπει νά γράψω κάτι γιά τό ἔργο τῆς Ἱεραποστολῆς διότι οἱ ἄνθρωποι δέν γνωρίζουν τίς δυσκολίες τοῦ ἔργου καί τόν τρόπο διεξαγωῆς του». Καθημερινά ἔγραφε. Κάποτε ἐτελείωσε τήν συγγραφή. Ἄλλος Aδελφός τήν διώρθωσε καί σέ λίγο καιρό κυκλοφόρησε μικρό βιβλίο μέ τίτλο: «Σκέψεις γιά τήν Ἱεραποστολή μέσα ἀπό τήν πρᾶξι». Ἄλλοτε μοῦ ἐπρότεινε: «Πρέπει νά γράψης τό ἡμερολόγιό μου. Μέ συνέχει ὁ πόθος διαδόσεως τῆς ἱεραποστολικῆς ἰδέας».
Συχνά τόν εὕρισκα ξαπλωμένον στό κρεββάτι νά τραβᾶ κομποσχοίνι. Μοῦ ἔλεγε: «Ὑποφέρω ἀπό ἰσχυρούς πονοκεφάλους, λόγῳ ἡλιάσεως. Τό κλῖμα τῆς Ἀφρικῆς εἶναι βαρύ γιά τόν εὐρωπαῖο. Ἡ ἑλονοσία εἶναι μόνιμη κατάστασις σέ ὑπολανθάνουσα μορφή. Οἱ δυνάμεις μου ἐξαντλήθηκαν. Δέν ἔχω κουράγιο νά κατέβω οὔτε στήν παραλία. Κι ὅμως τό ἔργο πρέπει νά συνεχισθῆ μέ ὅσες δυνάμεις ἀκόμη διαθέτω».
Μετά ἀπό ἀρκετές ἡμέρες, κι ἀφοῦ ἐξωμολογήθηκε στόν Γέροντά μας, ἄρχισε νά λειτουργῆ σχεδόν καθημερινά. Μετά τίς Ἀκολουθίες εἶχε ἐπικεντρώσει τό ἐνδιαφέρο του στήν ἐκμάθησι τῶν τυπικῶν τῶν Ἀκολουθιῶν, ἀκόμη καί στίς λεπτομέρειές τους. Ἤθελε νά κατεβάση τό Ἅγιο Ὄρος στήν Ἀφρική. Ἐπιθυμοῦσε νά μεταδώση κάτι ἀπό τήν παράδοσι, τήν πνευματικότητα, τό ἦθος καί τήν ζωή τῶν Ἁγιορειτῶν πατέρων καί στούς ἀγαπημένους του ἰθαγενεῖς Ἀδελφούς. Δέν ἔχει τόση σημασία τί κατώρθωσε στήν προσπάθειά του αὐτή. Μετά τήν ἀδόκητη ἀναχώρησί του ἀπ᾿ αὐτό τόν κόσμο, ὁ διάδοχός του ἀρχιμ. π. Μελέτιος (νῦν ἐπίσκοπος) μᾶς ἔλεγε στά πρῶτα χρόνια τῆς ἐκεῖ διακονίας του: «Εἶναι μεγάλο τό ἔργο τοῦ παπᾶ Κοσμᾶ στήν Ἀφρική. Ὅλα τά ἁγιορείτικα τυπικά τά βρῆκα κάτω. Οἱ Χριστιανοί μέ τά κομποσχοίνια τους στό χέρι. Μέσα στήν ἐκκλησία ψάλλουν ὅλοι μαζί μέ προεξάρχουσα τήν χορωδία τῶν ἀγοριῶν. Κανείς δέν θά κοινωνήση ἐάν πρῶτα δέν ἐξομολογηθῆ. Κρατοῦν τίς νηστεῖες Τετάρτης καί Παρασκευῆς. Ἐπιτελοῦν καθημερινά τίς Ἀκολουθίες Ὄρθρου, Ἑσπερινοῦ καί Μικροῦ Ἀποδείπνου. Τίς Κυριακές οἱ ἐκκλησιαζόμενοι ξεπερνοῦν τούς 400».
Ὁ π. Κοσμᾶς ζοῦσε καί ἐνεργοῦσε ὡς ἕνας ἀληθινός πνευματικός καί σαρκικός τους πατέρας. Μεριμνοῦσε ἀκατάπαυστα γιά ὅλα τά ἔργα τῆς Ἱεραποστολῆς. Συντηροῦσε δύο οἰκοτροφεῖα ἀγοριῶν καί κοριτσιῶν καί παρεῖχε ὅλα τά χρειώδη γιά τήν διατροφή, διαμονή καί σπουδή ὅλων αὐτῶν τῶν παιδιῶν. Εὐελπιστοῦσε ὅτι μελλοντικά ἀπ᾿ αὐτά τά παιδιά θά βγάλη τούς συνεργάτες του, ἱερεῖς καί κατηχητές, γεωπόνους καί νοσοκόμους, δασκάλους καί τεχνικούς.
Τούς εἶχε βαπτίσει ὁ ἴδιος καί ἀγρυπνοῦσε γιά τό λογικό του ποίμνιο. Τήν ἐποχή τῶν βροχῶν ἀπό Ἀπρίλιο μέχρι Ὀκτώβριο ὤργωνε τά χωριά τῆς περιοχῆς Κατάγκα γιά τό ποιμαντικό του ἔργο. Ἐνῶ τήν ἄλλη περίοδο τῶν βροχῶν ἐπισκεπτόταν συνήθως τίς κωμοπόλεις, ὅπου ὑπῆρχαν βαπτιστήρια γιά βαπτίσεις καί τά ἄλλα Μυστήρια. Τίς τελευταῖες βαπτίσεις ἔκαμε τά Θεοφάνεια τοῦ ἔτους 1989 στόν Ἅγιο Γεώργιο τοῦ Κολουέζι. Τότε ἐβάπτισε 300 ἰθαγενεῖς καί ἐτέλεσε 24 γάμους.
Ἀψηφοῦσε τούς κινδύνους καί τήν πᾶσα ἐλπίδα του εἶχε ἐναποθέσει στήν πρόνοια τοῦ Χριστοῦ. Σέ μιά ἐπιστολή του ἔγραφε: Δέν μέ νοιάζει ἐάν μέ σκοτώσουν, ἀλλά λυποῦμαι γι᾿ αὐτό τό ἔργο πού ἐμόχθησα μήπως δέν εὑρεθοῦν ἄνθρωποι νά τό συνεχίσουν καί καταστραφῆ».
Εἶχε πάντοτε τήν αἴσθησι ὅτι ἦτο ἕνας ταπεινός Ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ ὄχι μόνο γιά τούς ὀρθοδόξους, ἀλλά γιά τόν κάθε ἄνθρωπο ἀνεξάρτητα ἀπό φυλές καί θρησκεῖες. Γι᾿ αὐτό συχνά σταματοῦσε στούς δρόμους νά ἐπισκευάση ἄλλων αὐτοκίνητα, νά τραβήξη μέ τό συρματόσχοινο τά καρότσια τῶν χωρικῶν πού τά τραβοῦσαν φορτωμένα κάρβουνα μέ τά χέρια πηγαίνοντας στήν πόλι. Ἄλλοτε εὕρισκε στούς δρόμους πεσμένους ἀπό τήν πεῖνα ἤ τίς ἀρρώστειες ἀνθρώπους καί τούς ἐπήγαινε στό ἰατρεῖο τῆς ἱεραποστολῆς καί μετά στό νοσοκομεῖο. Δέν ἔκανε οἰκονομία δυνάμεων.
Τί νά πρωτοδιηγηθῆ κανείς γιά τήν ἀνοικοδόμησι τῶν ἐκκλησιῶν, τήν ὀργάνωσι τῶν συνεργείων του, τήν ἐκμάθησι τῶν ἰθαγενῶν ἐργατῶν του στά οἰκοδομικά ἔργα, τά οἰκοτροφεῖα, τήν ἀνεξάντλητη φιλανθρωπία του, τήν ἵδρυσι ἁγιογραφείου, ξυλουργείου, σιδηρουργείου, τίς γεωργικές του καλλιέργειες, τίς δενδροφυτεῖες του, τό ζωοτροφεῖο καί τόσα ἄλλα; Ἐπιλείψει με ὁ χρόνος διηγούμενον.
Ἦλθε ὅμως ἡ ὥρα, τήν ὁποία εἶχε ὁρίσει ὁ Θεός, ὁ ἀκαταμάχητος καί ἀκούραστος αὐτός ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου νά μεταβῆ εἰς τά οὐράνια σκηνώματα. Μόνον ἐκεῖ ἦτο δυνατόν νά ξεκουρασθῆ. Τήν τελευταία ἡμέρα τῆς ζωῆς του λειτούργησε τό πρωΐ στόν ναό τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου τῆς Ἐλληνικῆς Κοινότητος Λουμπουμπάσι. Γιά πρώτη φορά ὡμιλοῦσε στούς Ἔλληνες Χριστιανούς μας περί μετανοίας μέ τά μάτια του βουρκωμένα. Τούς ὑπενθύμισε τό μυστήριο τοῦ θανάτου καί ὅτι γιά ὅλους θά πρέπει ἀπό ἐδῶ νά ἀνατείλη ἡ χαρά τῆς ἀνεσπέρου ἡμέρας τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Ὁ Κύριος εἶχε ἤδη προετοιμάση τό σχέδιό του γιά τήν δική του αἰώνιο ἀνάπαυσι ἐκείνη τήν βραδυά τῆς 27ης Ἰανουαρίου 1989.
Μετά τήν πλαγιομετωπική σύγκρουσι μέ φορτηγό αὐτοκίνητο διερχόμενο ἀπό τήν ἀντίθετη κατεύθυνσι, ἔπεσε κάτω. Πρόλαβε καί εἶπε μόνο τά ἑξῆς λόγια στόν βοηθό του ἰθαγενῆ Μωϋσῆ: «Τά δύο μπουκάλια ἔχουν Ἅγιο Μῦρο. Τά χρήματα εἶναι κάτω ἀπό τό κάθισμά μου. Νά τά δώσετε στήν Ἱεραποστολή. Καλή ἀντάμωσι». Χωρίς κάποιο ἐξωτερικό θανάσιμο τραῦμα ὁ θάνατός του ἐπῆλθε ἀκαριαίως ἀπό συγκοπή καρδίας.
Λυπούμεθα ὡς ἄνθρωποι γιά τόν πρόωρο θάνατο τοῦ παραδελφοῦ μας παπᾶ Κοσμᾶ ὁ ὁποῖος ἀντήλλαξε τά ἐπίγεια μέ τά ἐπουράνια στήν ἡλικία τῶν 47 μόλις ἐτῶν. Στό βάθος ὅμως τῆς ψυχῆς μας ἔχουμε μιά πνευματική χαρά διότι ὁ μακαριστός Ἀδελφός μας ἐνίκησε τόν κοσμοκράτορα καί ἀναπαύθηκε στούς κόλπους τοῦ Θεοῦ.
Τήν προηγούμενη χρονιά, Ἰούλιος 2018, μέ ἐντολή τοῦ Καθηγουμένου τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Μονῆς ἀρχιμ. π. Χριστοφόρου καί προτάσεις μελῶν τοῦ ἱεραποστολικοῦ Συνδέσμου «Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός», μετέβην διά πολλοστήν φοράν καί πάλιν στό Κολουέζι τοῦ Κογκό. Ἡ ἐντολή ἦτο νά ἀσχοληθῶ μέ τήν σύνταξι βιβλίου, ἀπό συνομιλίες πού θά κάνω μέ ἐπιζῶντες ἱερεῖς, ἐργάτες καί χριστιανούς τῆς τοπικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Καί ἡ συγκομιδή ἦτο πλουσία. Ὅταν ἔμαθαν πολλοί κογκολλέζοι ὅτι ζητῶ πληροφορίες για τό ἔργο καί τά θαύματα τοῦ π. Κοσμᾶ, ἦλθαν πολλοί καί πρόσχαρα μοῦ διηγήθηκαν πράγματα τά ὁποῖα οὔτε ἐγώ τά ἐγνώριζα, οὔτε τά ἐφανταζόμουν.
Ἔτσι λοιπόν, μέ τήν Χάρι τοῦ Θεοῦ κυκλοφόρησεν ἐσχάτως τό βιβλίο αὐτό, μέ τίτλο: «Ἕνας ἄγγελος στήν λαβωμένη γῆ τοῦ Κογκό». Σ᾿ αὐτό περιγράφονται θαυμαστές διηγήσεις καί περιστατικά, λεχθέντα ἀπό πολλούς ἰθαγενεῖς μας, διά τά ὁποῖα δοξάζουμε τόν Θεόν, ὁ Ὁποῖος ἐδόξαζε τόν παπᾶ Κοσμᾶ καί τοῦ ἔδωσε τό χάρισμα νά ἐπιτελεῖ καί θαύματα.
Εὐχαριστοῦμε τόν Θεό διότι τόν ἐξέλεξε καί τόν ἔστειλε γιά τόν εὐαγγελισμό τῶν ἰθαγενῶν τοῦ Κογκό. Εὐχαριστοῦμε τούς εὐσεβεῖς γονεῖς του πού τόν ἀνέθρεψαν ἐν παιδείᾳ καί νουθεσίᾳ Κυρίου καί παντοιοτρόπως τόν ἐβοήθησαν στό ἔργο του. Δέν ἠμπορῶ ἐδῶ νά μή μνημονεύσω τήν χριστιανοπρεπῆ στάσι τῆς ἁγίας μητέρας του κ. Δέσποινας. Ἤμουν στό σπίτι της, στήν Σταυρούπολι Θεσσαλονίκης, ὅταν γνωστοποιήθηκε ὁ θάνατος τοῦ γυιοῦ της στήν Ἀφρική. Ὄχι μόνον δέν ἔκλαυσε, ἀλλά οὔτε καί τά μαῦρα ἐφόρεσε, ὡς ἔνδειξι πένθους, κατά τήν ὀρθόδοξη ἐθιμική μας παράδοσι. Ἐν μέσῳ πλήθους συγγενῶν, γειτόνων καί φίλων μᾶς εἶχε καταπλήξει μέ τά λόγια της, λέγοντας: «Ὁ Κοσμᾶς μου εἶναι στόν παράδεισο. Θά τόν στενοχωρήσω ἐάν φορέσω μαῦρα ροῦχα. Εἶμαι μητέρα ἱεραποστόλου τοῦ Θεοῦ. Ὁ Κοσμᾶς μου ἀνήκει στήν χορεία τῶν δοξασμένων παιδιῶν τοῦ Θεοῦ. Εἶμαι χαρούμενη γιά τό παιδί μου. Καί εὐχαριστῶ τόν Θεόν γιά ὅλες τίς εὐεργεσίες Του». Ὅλοι οἱ ἄλλοι ἔκλαιγαν καί ἡ μητέρα του χαρούμενη ἐδόξαζε τόν Χριστόν, κάνοντας συνεχῶς τόν σταυρό της!!
Εὐχαριστοῦμε καί τόν π. Κοσμᾶ διότι μέ τούς φλογερούς του ἀγῶνες ἐπεξέτεινε τά ὅρια τῆς Ἑλλάδος καί τῆς Ὀρθοδοξίας μας μέχρι τήν Κεντρική Ἀφρική. Μέ τό ἐκκλησιαστικό, κοινωνικό, φιλανθρωπικό καί ποιμαντικό του ἔργο ἐτίμησε τήν Πατρίδα καί τήν Ἐκκλησία μας. Εἴθε νά φωτίση ὁ Θεός κι ἄλλους Ἀδελφούς στό θεάρεστο αὐτό ἔργο τῆς σωτηρίας Ψυχῶν ἁπανταχοῦ τῆς γῆς. Τό θυσιαστικό καί πρωτοπορειακό ἔργο τοῦ π. Κοσμᾶ θά πρέπει πάντοτε νά ἐνεργοποιεῖ ὄχι μόνο μέλη τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλά ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία καί τήν Πολιτεία τῆς Χώρας μας γιά νά μεταφυτευθοῦν καί ἀλλοῦ οἱ ρίζες τοῦ Ἑλληνοχριστιανικοῦ μας δένδρου, τοῦ ὁποίου τήν ἐπικαρπία ἐμεῖς γευόμεθα πρό δύο περίπου χιλιάδων χρόνων.
Μοναχός Δαμασκηνός Γρηγοριάτης
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου