Κάνοντας μιὰ ἀνασκόπηση στὸ παρελθόν ἔτος ἀντιλαμβανόμαστε, ὅτι τὸσο σὲ προσωπικό ἐπίπεδο ὅσο καὶ σὲ κοινωνικό τὰ ἀρνητικά γεγονότα ὑπερτεροῦν κατά πολύ ἀπό τὰ θετικά. Καθ' ὅλη τὴ διάρκεια τοῦ ἔτους ποὺ μᾶς ἀφήνει, οἱ δυσάρεστες εἰδήσεις μονοπώλησαν τὸ ἐνδιαφέρον ὅλων μας καὶ δημιούργησαν ἕνα νέφος ἀπογοήτευσης καὶ ἀπελπισίας, ἕνα φοβικό συναίσθημα γιὰ ὅσα θὰ ἐπακολουθήσουν.
Ἀκούμε καὶ βλέπουμε συνεχῶς στὰ Μέσα Μαζικῆς Ἐνημερώσεως γιὰ πολέμους καὶ ἀκαταστασίες, γιὰ ἐξεγέρσεις ἐθνῶν ἐναντίον ἄλλων ἐθνῶν, γιὰ προσφυγικά ρεύματα ἀνθρώπων ποὺ ψάχνουν καλύτερες συνθῆκες διαβίωσης, γιὰ ἔξαρση κάθε μορφῆς βίας, ἰδιαίτερα τῆς ἐνδοοικογενειακῆς, γιὰ ἐπικίνδυνα καὶ φονικά πολλές φορές καιρικά φαινόμενα, μὲ κορωνίδα ὅλων τὴν ἐπισυμβάσασα τὴν τελευταία διετία πανδημία τοῦ κορωνοϊοῦ. Καὶ ἀναρωτιόμαστε, «γιατί τὰ ἐπιτρέπει ὅλα αὐτά ὁ Θεός;», «ποὺ εἶναι ὁ Θεός;».
Ἡ ἀπάντηση εἶναι προφανής. Ὁ Θεός εἶναι ἐκεῖ ποὺ τὸν τοποθετήσαμε. Δηλαδή, στὴν ἄκρη, στὸ περιθώριο, ἀφοῦ σὲ ὅλες τὶς ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς μας λειτουργοῦμε καὶ φερόμαστε χωρίς Χριστό. Ὁ περισσότερος κόσμος, παραθεωρεῖ τὶς ἐκκλησιαστικὲς ἑορτὲς, ἑορτάζει κοσμικά, μὲ φρόνημα καταναλωτικό καὶ φιλήδονο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ἡ ἀποϊεροποίηση τῆς μορφῆς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ἑνός ἐκ τῶν μεγαλυτέρων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ ὁποίου τὴν μνήμη ἑορτάζουμε σήμερα. Τί σχέση ἔχει ὁ Ἀϊ Βασίλης τῶν δρόμων καὶ τῶν πλατειῶν, τὸν ὁποῖον δυστυχῶς γνωρίζουν τὰ παιδιά μας, μὲ τὸν Μέγα Βασίλειο τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ κατὰ τὸ Συναξάρι ἦταν μακρὺς τὸ ἀνάστημα, ὀλιγόσαρκος, μελαχρινός, ὠχρὸς στὸ πρόσωπο, μὲ λίγες ρυτίδες, μεγάλες παρειές καὶ μακριά γενειάδα;
Βεβαίως ὁ Θεός δὲν περιθωριοποιεῖται. Εἶναι πάντοτε παρών καὶ ἐνεργεῖ «διὰ φανερῶν καὶ ἀφανῶν εὐεργεσιῶν τῶν εἰς ἡμᾶς γεγενημένων» (εὐχή Ἁγίας Ἀναφορᾶς Θείας Λειτουργίας Ἰωάννου Χρυσοστόμου), μὲ ἀπώτερο σκοπό τὴν σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων.
Ἀδελφοί μου ἀγαπητοί,
ἡ ἀρχή τοῦ νέου ἔτους σήμερα, εἶναι μιὰ εὐκαιρία αὐτογνωσίας καὶ αὐτοκριτικῆς. Εἶναι μιὰ πρόκληση νά πορευθοῦμε σέ μία ἀνακαινισμένη ζωή, νά ἀνανεώσουμε τὴν πνευματική μας πορεία, νά πορευθοῦμε «ἐν καινότητι ζωῆς». Νά ἐπαναφέρουμε τό Θεό ἀπό τὸ περιθώριο στὸ προσκήνιο. Νά ἀνανεώσουμε τήν προσωπική σχέση μας μέ Ἐκεῖνον, πού ὡς «παιδίον νέον» ἦλθε ἀνάμεσά μας. Νά βιώνουμε καθημερινά τὴν παρουσία Του. Νὰ ἐναποθέσουμε τὶς ἐλπίδες μας καὶ τὶς προσδοκίες μας στήν πρόνοια καί στό λυτρωτικό σχέδιό Του. Αὐτός εἶναι ἡ μόνη καί ἀδιάψευστη ἐγγύηση τῆς ἀληθινῆς εὐτυχίας.
Σήμερα, στήν ἀνατολή τοῦ νέου χρόνου, ἄς εὐχαριστήσουμε ἀπό καρδιᾶς καὶ ἄς δοξολογήσουμε τόν «καιροὺς καὶ χρόνους ἐν τῇ ἰδίᾳ ἐξουσίᾳ θέμενον» Ἰησοῦ. Ἄς Τοῦ ζητήσουμε ταπεινά νά ἀνακαινίζει καὶ νὰ καθοδηγεῖ τή ζωή μας στήν ἀλήθειά Του, τὴν ἀρετή καί τὴν ἁγιότητα. Νά αὐξάνει μέσα μας τήν ἀγάπη, ἡ ὁποία γνωρίζει νά μακροθυμεῖ, νά ἀνέχεται, νά ἐλπίζει, νά ὑπομένει.