Τρίτη 19 Οκτωβρίου 2021

Γέροντος Δωροθέου: «Ὁ σπόρος ἐστίν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ»

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΛΟΥΚΑ  (  Μελέτη στό εὐαγγελικό ανάγνωσμα)

Ὑπάρχουν διάφορα ἐπίπεδα πού οἱ ἄνθρωποι κοινωνοῦν μέ τόν Θεό. Ἀνάλογα μέ τήν δεκτικότητά τους οἱ ἄνθρωποι μετέχουν τοῦ Θεοῦ. Ὅλοι μετέχουν στήν δημιουργική, τήν προνοιακή, τήν συντηριτική ἤ τήν συνεκτική ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ὅμως, γιά παράδειγμα, ὡρισμένοι μόνο μετέχουν τῆς φωτιστικῆς ἤ καί θεοποιοῦ ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ.

Ἐκεῖνοι πού ἔχουν θέσει σκοπό τῆς ζωῆς τους νά ὑπηρετοῦν τόν κάθε ἄνθρωπο καί τόν Θεό, ἔχουν θέσει θεμέλιο τῆς ἐν Χριστῶ προσωπικότητάς τους τήν ἁγία ταπείνωση. Ἡ ταπείνωση εἶναι τό κατάλληλο ἔδαφος γιά νά βλαστήσει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός εἶναι ὁ πομπός πού στέλνει σέ ὅλους τήν ἀγάπη του. Οἱ δέκτες ποικίλουν. Ἄλλοι ἀνταποκρίνονται στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἄλλοι προσπαθοῦν νά τήν ἐκμεταλευτοῦν γιά προσωπικό ὄφελος, ἄλλοι ἀδιαφοροῦν. Οἱ ἄνθρωποι προσανατολίζουν τίς καρδιές τους ἐλεύθερα, μέ βάσει τό αὐτεξούσιο. Τό μεγαλύτερο ἐμπόδιο γιά νά βλαστήσει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ σέ μία καρδιά εἶναι ἡ φιλαυτία, ἡ ἀγάπη τοῦ ἑαυτοῦ μας. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι «ζῶν καί ἐναργής καί τομώτερος ὑπέρ πᾶσαν μάχαιραν δίστομον καί διϊκνούμενος ἄχρι μερισμοῦ ψυχής καί πνεύματος, ἁρμῶν τε καί μυελῶν» (Ἐβρ. 4,12). Ὅμως δέν ἔχει μεταμορφωτική δύναμη ἐάν τό ἔδαφος δέν εἶναι κατάλληλο. Πρέπει, λοιπόν, νά προετοιμάσει κανείς τήν ψυχή του γιά νά βλαστήσει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καί νά ἐγγίσει ὁ ἄνθρωπος τόν Θεό.

Ὁ σπόρος, λοιπόν, τοῦ σπορέως εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Κάθε λόγος τοῦ Θεοῦ ἔχει Πνεῦμα, εἶναι ζωή. Ο Κύριος ἔλεγε «τά ρήματα ἅ ἐγώ λαλῶ ὑμῖν ἀπ’ ἑμαυτοῦ οὐ λαλῶ∙ ὁ δέ πατήρ ὁ ἐν ἐμοί μένων αὐτός ποιεῖ τά ἔργα» (Ἰω. 14,10). Ὁ Θεός δημιούργησε τόν κόσμο μέ τόν λόγο του, ἄρα ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἐμπερικλείει δύναμη. Πίσω ἀπό τίς γραμμές τοῦ Εὐαγγελίου ὑπάρχει Ἅγιο Πνεῦμα πού ἀποκαλύπτεται σέ ὅσους εἶναι ἱκανοί νά δεχθοῦν τήν ἀποκάλυψη. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος προσανατολίσει τήν ψυχή του πρός τόν Θεό τότε ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἐνεργεῖ βαθειά, εἰσέρχεται στό βάθος τῆς ὕπαρξής του καί τόν ἀλλοιώνει τήν καλή ἀλλοίωση. Ὁ Θεός τότε μιλᾶ στό βάθος τοῦ ἑαυτοῦ σου, στό κομμάτι ἐκεῖνο τῆς ψυχῆς πού δέν εἶναι ἀλλοτριωμένο ἀπό τήν ἁμαρτία καί τά πάθη τῆς ψυχῆς. Ὅταν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἰσέλθει στόν ἔσω ἄνθρωπο ἔχει θαυματουργική, μεταμορφωτική δύναμη. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ τότε συντελεῖ στήν ἀναμόρφωση τοῦ ἀνθρώπου, τόν ἐξαγνίζει, ἔχει θεοποιό ἐνέργεια, ἀναδημιουργεῖ τόν ἄνθρωπο.

Ὑπάρχει, λοιπόν, κλιμάκωση στους ἀνθρώπους σχετικά μέ τήν ἀποδοχή τοῦ θείου λόγου στίς καρδιές τους. Κλιμάκωση ὑπάρχει καί στούς ἀγγέλους, κατά τόν Ἅγιο Διονύσιο Ἀρεοπαγείτη,  ἀναφορικά μέ τήν εἰσδοχή τῆς χάριτος. Οἱ ἀνώτερες τάξεις δέχονται ἀπ’ εὐθείας τήν χάρη καί βοηθοῦν στήν διανομή στίς κατώτερες. Παρόμοια συμβαίνει μέ τούς ἀνθρώπους. Ὑπάρχει διαβάθμιση στήν δεκτικότητα τοῦ θείου λόγου ὁ ὁποῖος καρποφορεῖ ἀναλόγως. Κάθε ἕνας διαλέγει τήν θέση πού θέλει στό ἐνιαῖο ἱεραρχικό σῶμα Θεοῦ καί κτίσης. Ἡ ἀπόριψη τοῦ Θεοῦ εἶναι μιά ἐπιλογή πού ὁ Θεός σέβεται καί μετά θάνατον. Τότε ὅμως ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ πού ἀκτινοβολεῖ σέ ὅλους, ἀντί νά δροσίζει καίει. Ὅλοι θά μετέχουν τοῦ Θεοῦ καί μετά τήν κρίση.  Γιά ἐκείνους πού δέν δέχθηκαν τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ αὐτή ἡ ἐπιλογή, πού πλέον ἔχει παγιωθεῖ, θά τούς βασανίζει.

Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, εἴτε εἶναι τό εὐαγγέλιο εἴτε ὁ λόγος ἑνός ἀνθρώπου πού εἶναι ἑνωμένος μέ τόν Θεό, εἶναι ζωή. Ἕνα κήρυγμα μπορεῖ νά ἀλλάξει μία ζωή. Ὅταν ὁ λόγος εἰσέλθει στό βάθος τῆς καρδιᾶς τότε διαλύει τήν ἁμαρτία. Ὁ Ἅγιος Αὐγουστίνος ἄλλαξε τήν ζωή του ριζικά μέ τήν ἀνάγνωση μερικῶν γραμμῶν τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ Θεός φροντίζει μέ ἀγάπη νά δοθεῖ σέ κάθε ψυχή εὐκαιρία γιά μετάνοια καί ἀξιοποιεῖ, κατά τόν Ἁγιο Παΐσιο τόν Ἁγιορείτη, κάθε μικρή ἐκδήλωση τοῦ ἔσω ἀνθρώπου προκειμένου νά τόν σώσει. Ἔστω ἡ στιγμιαία μεταστροφή μιᾶς λίθινης καρδιᾶς σέ σαρκίνη, ἐάν ὑπάρχουν οἱ προϋποθέσεις, ὁδηγοῦν τόν ἄνθρωπο σέ ἐλπίδα σωτηρίας. 

Ὁ ἱεροκήρυκας, τέλος, γιά νά κηρύξει πραγματικά τόν λόγο τοῦ Θεοῦ πρέπει νά βιώνει τίς ἀλήθειες τοῦ Εὐαγγελίου. Ἔχει γραφεῖ ὅτι «ὁ ἀνθρώπινος λόγος γίνεται θεῖος λόγος ὅταν ὁ κήρυξ ἔχει Λογοποιηθεῖ, Χριστοποιηθεῖ καί δι’αὐτοῦ ὁμιλεῖ ὁ Θεός». Ὁ Χριστοποιημένος κήρυκας δέν προσπαθεί νά ἀποδείξει, οὔτε ἀντιδικεῖ. Ἁπλά διανέμει τήν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ πού ἔχει. Αὐτό συμβαίνει μέ τόν λόγο πολλῶν γερόντων, πού διαπερνοῦν τίς ψυχές ἀκριβῶς ἐπειδή ἔχουν ἐμπειρία θέωσης. Τότε ὁ λόγος τους μεταμορφώνει τίς ψυχές τῶν ἀκροατῶν, χαρίζει ζωή. Δέν περιγράφουν τά θεῖα, ἀλλά ἐκφράζουν τήν προσωπική ἔμπειρία τους ἀπό τήν θεοποιό ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Οἱ Ἅγιοι τῶν τελευταίων ἐτῶν στήν Ἑλλάδα στεροῦνταν ἐγκύκλιας μόρφωσης, μποροῦσαν ὅμως νά ὁμιλοῦν γιά τά θεῖα καί νά ἀλλοιώνουν τίς ψυχές τῶν ἀκροατῶν, ἐπειδή ἀκριβῶς εἶχαν πάθει τά θεῖα. Μέ αὐτῶν τίς εὐχές νά πορευθοῦμε κι ἐμεῖς.

''ΔΙΗΓΗΣΟΜΑΙ ΠΑΝΤΑ ΤΑ ΘΑΥΜΑΣΙΑ ΣΟΥ''

ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στά κυριακάτικα Εὐαγγέλια

Θεσσαλονίκη, 2015