Ἡ ψυχή ποὺ συγκινεῖται ἀπὸ τὶς ὀμορφιές τοῦ ὑλικοῦ κόσμου φανερώνει ὅτι ζῆ μέσα τῆς ὁ μάταιος κόσμος, γιʹ αὐτὸ ἕλκεται ἀπὸ τὴν πλάση καὶ ὄχι ἀπὸ τὸν Πλάστη, ἀπὸ τὸν πηλό καὶ ὄχι ἀπὸ τὸν Θεό. Δὲν ἔχει σημασία ἄν ὁ πηλός αὐτός εἶναι καθαρός καὶ δὲν ἔχη λάσπη ἁμαρτίας. Ἡ καρδιά, ὅταν ἕλκεται ἀπὸ κοσμικές ὀμορφιές, οἱ ὁποῖες δὲν εἶναι ἁμαρτωλές, ἀλλὰ δὲν παύουν νὰ εἶναι μάταιες, νιώθει κοσμική χαρὰ τῆς ὥρας, ἡ ὁποία δὲν ἔχει θεϊκή παρηγοριά, φτερούγισμα ἐσωτερικό μὲ ἀγαλλίαση πνευματική. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος ἀγαπάη τὴν πνευματική ὡραιότητα, τότε γεμίζει καὶ ὀμορφαίνει ἡ ψυχή του.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Α’ «Μὲ Πόνο καὶ Ἀγάπη»