Φοβεροὶ καὶ χαλεποὶ καιροὶ ἔρχονται. Γι᾿αὐτὸ νὰ ἔρθουμε σὲ μετάνοια πρὶν νὰ εἶνε ἀργά.
Νὰ κάνουμε μία ἀναθεώρησι τοῦ βίου καὶ τῆς πορείας μας, καὶ ὅλοι νὰ τρέξουμε στὸν πνευματικό μας πατέρα, καὶ ἐμεῖς οἱ ἐπίσκοποι καὶ ὅλος ὁ ἄλλος κλῆρος καὶ ὁ λαός. Νὰ ξεδιπλώσουμε ἐνώπιον τοῦ πνευματικοῦ πατρὸς τὰ βάθη τῆς καρδίας μας. Καὶ μὴν νομίσουμε ὅτι φτάσαμε στὸ ἄκρον τῆς μετανοίας. Νὰ γίνουμε ταπεινοί, γιὰ ν᾿ ἀποκτήσουμε τὸ κλειδὶ μὲ τὸ ὁποῖο θὰ λύνουμε ὅλα τὰ ζητήματα ποὺ σήμερα μένουν ἄλυτα. Ὅλα τὰ θέματα, τὰ κοινωνικά, τὰ οἰκονομικά, τὰ οἰκογενειακά, τὰ ἐκκλησιαστικά, ποὺ παραμένουν ἄλυτα, θὰ λυθοῦν μόνο ἂν μετανοήσωμε.
Ἐὰν δὲν μετανοήσουμε, τότε, λέει ὁ Κύριος στὸ Εὐαγγέλιο, «πᾶν δένδρον μὴ ποιοῦν καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται καὶ εἰς πῦρ βάλεται» (Ματθ. 3,10). Μᾶς ἀφήνει κ᾿ ἐμᾶς ἕνα διάστημα, γιὰ νὰ μετανοήσουμε· μᾶς δίνει παράτασι, σὰν τὴν ἄκαρπο συκῆ, μήπως καὶ κάνουμε καρποὺς μετανοίας.
Τὸν χρόνο λοιπόν, ποὺ μᾶς δίνει ὁ Θεός, νὰ τὸν χρησιμοποιήσουμε γιὰ ἔργα μετανοίας. Γιατὶ εἴμεθα ἀμετανόητοι. Καὶ ἐὰν πήγαμε στὸν πνευματικὸ καὶ ἐξομολογηθήκαμε, ἡ μετάνοιά μας εἶνε τόσον μικρὰ καὶ ὀλίγη, ποὺ δὲν εἶνε εἰς θέσιν νὰ δημιουργήσῃ μεγάλα πράγματα. Εἶνε ὅπως ἡ ὀλιγοπιστία. Ὅπως ἡ πίστις χρειάζεται νὰ εἶνε ἀκμαία, ἔτσι καὶ ἡ μετάνοια πρέπει νὰ εἶνε ἀκμαία.
Ἂς μετανοήσουμε λοιπόν, γιὰ νὰ σωθοῦμε. Καὶ ὅταν ἡμεῖς μετανοήσουμε καὶ κλάψουμε γιὰ τ᾿ ἁμαρτήματά μας, τότε καὶ οἱ ἄλλοι θὰ μετανοήσουν. Ἐὰν δὲν μετανοήσουμε, τότε οὐαὶ καὶ ἀλλοίμονο στὸν κόσμο. Εἶνε φοβερὰ ἡ κατάστασις.
Ποιός ἀπὸ ἐσᾶς σηκώνεται τὴ νύχτα, τὰ μεσάνυχτα, καὶ κάνει τὴν προσευχή του; Πές μου τί σκέπτεσαι τὰ μεσάνυχτα, νὰ σοῦ πῶ τί εἶσαι.
Κάποιος ὅμως ἐρωτᾷ·
―Ἀκούει ὁ Θεός;
Βεβαίως ἀκούει ὁ Θεὸς τὴν προσευχή μας. Ἀλλὰ πότε; Ὅταν γίνεται καθὼς πρέπει· ὅταν γίνεται μὲ βαθειὰ συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός μας· ὅταν ἡ προσευχὴ βγαίνῃ ἀπὸ τὰ ἔγκατα τῆς ψυχῆς μας σὰν πυρακτωμένος μύδρος καὶ ἀπευθύνεται πρὸς τὸν οὐρανό, περνᾷ τὰ ἄστρα καὶ ἀγγίζει τὰ κράσπεδα τῆς Θεότητος. Ἀκούει ὁ Θεὸς τὴν προσευχή μας, ὅταν οἱ πάντες, μικροὶ καὶ μεγάλοι λέμε θερμῶς τὶς δύο λέξεις «Κύριε, ἐλέησον».
Πάντοτε πρέπει νὰ προσευχώμεθα καὶ νὰ παρακαλοῦμε τὸ Θεό, ἰδιαιτέρως δὲ τὶς ἔσχατες αὐτὲς ἡμέρες.
ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ