Σάββατο 5 Ιουνίου 2021

Κυριακή του Τυφλού

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Πράξ. ιστ΄ 1634

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ Ἰωάν. θ΄ 1-38

1. Φόβος ἀπέναντι στὶς ἀπειλὲς

Κάποιο Σάββατο ὁ Ἰησοῦς συνάντησε στὴν Ἱερουσαλὴμ ἕναν ἐκ γενετῆς τυφλό. Σὲ ἐρώτηση τῶν Μαθητῶν, τοὺς ἀποκάλυψε ὁ Κύριος ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς εἶχε γεννηθεῖ τυφλὸς γιὰ νὰ φανερωθοῦν τὰ θαυμαστὰ ἔργα ποὺ ἐπιτελεῖ ἡ δύναμη καὶ ἡ ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ. Ἔφτυσε κατόπιν κάτω, ἔκανε πηλό, ἔχρισε τὰ μάτια τοῦ τυφλοῦ καὶ τοῦ εἶπε νὰ πάει νὰ τὰ πλύνει στὴν κολυμβήθρα τοῦ Σιλωάμ. Ὁ τυφλὸς ὑπάκουσε καὶ βρῆκε τὸ φῶς του.

Ὅσοι τώρα τὸν ἔβλεπαν θεραπευμένο, προβληματίζονταν ἂν ἦταν ὁ ἴδιος ἢ κάποιος ποὺ τοῦ μοιάζει. Αὐτὸς ἐπιβεβαίωνε ὅτι εἶναι ὁ πρώην τυφλὸς καὶ τοὺς περιέγραφε τὸν θαυμαστὸ τρόπο, μὲ τὸν ὁποῖο τὸν εἶχε θεραπεύσει ὁ Ἰησοῦς. Τὸ ἴδιο εἶπε καὶ στοὺς Φαρισαίους μετὰ τὶς ἐρωτήσεις ποὺ ἐκεῖνοι τοῦ ἔκαναν. Οἱ Φαρισαῖοι διαφώνησαν μεταξύ τους. Ἄλλοι θεώρησαν μὲ τὴ διεστραμμένη σκέψη τους ὅτι ὁ Ἰησοῦς κατέλυε τὴν ἀργία τοῦ Σαββάτου. Ἄλλοι προβληματίζονταν: «Πῶς μπορεῖ ἕνας ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος» – ὅπως θεωροῦσαν τὸν Κύριο – «νὰ ἐπιτελεῖ τέτοια ὑπερφυσικὰ σημεῖα;» Ζήτησαν τότε τὴ γνώμη τοῦ θεραπευμένου κι ἐκεῖνος τοὺς ἀποκρίθηκε ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι Προφήτης.

Δυσαρεστήθηκαν ἀπὸ τὴν ἀπάντησή του καὶ ρώτησαν στὴ συνέχεια τοὺς γονεῖς του σχετικὰ μὲ τὴ θεραπεία τοῦ γιοῦ τους. Ἐκεῖνοι ἀποκρίθηκαν: «Πράγματι, αὐτὸς εἶναι ὁ γιός μας, ὁ ὁποῖος εἶχε γεννηθεῖ τυφλός. Πῶς ὅμως τώρα βλέπει, δὲν ξέρουμε, οὔτε ποιὸς τοῦ θεράπευσε τὰ μάτια. Ρωτῆστε τὸν ἴδιο. Ἔχει ὥριμη ἡλικία γιὰ νὰ σᾶς ἀπαντήσει». Ἀπάντησαν ἔτσι, ἐπειδὴ φοβοῦνταν τοὺς Ἰουδαίους ἄρχοντες, ποὺ εἶχαν ἀποφασίσει νὰ ἐκδιώκεται ἀπὸ τὴ Συν­αγωγὴ καὶ νὰ ἀφορίζεται ὅποιος τολμοῦσε νὰ ὁμολογήσει ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Μεσσίας.

Φοβήθηκαν, λοιπόν, οἱ γονεῖς τοῦ πρώην τυφλοῦ καὶ σιώπησαν μπροστὰ στὴν ἀλήθεια. Δίστασαν νὰ ὁμολογήσουν τὸ ὀφθαλμοφανὲς θαῦμα. Δὲν τόλμησαν οὔτε νὰ ἐκδηλώσουν τὴ χαρά τους γιὰ τὴ θεραπεία τοῦ γιοῦ τους. Τὸν ἄφησαν ἀνυπεράσπιστο ἀπέναντι στοὺς Φαρισαίους.

Τὸ φαινόμενο αὐτὸ συχνὰ ἐπαναλαμβάνεται καὶ στὶς μέρες μας, ποὺ χλευάζεται καὶ διώκεται ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ δημόσια πρόσωπα καὶ μέσα ἐνημερώσεως. Ἀκοῦμε συχνὰ ἀνυπόστατες κατηγορίες γιὰ ἐκκλησιαστικὰ πρόσωπα καὶ καταβαλλόμαστε κάποτε ἀπὸ ἕνα πνεῦμα φόβου καὶ δειλίας. Φοβόμαστε νὰ ὁμολογήσουμε τὴν ἀλήθεια, νὰ ὑπερ­ασπισθοῦμε τὸ δίκαιο. Λογαριάζουμε τὰ σχόλια τοῦ κόσμου, τὶς συνέπειες ποὺ θὰ ἔχει ἡ ἀντίδρασή μας καὶ διστάζουμε νὰ ἐκφράσουμε τὶς ἀπόψεις μας. Μᾶς ἐλέγχει ὅμως ἡ θαρρετὴ ὁμολογία τοῦ τυφλοῦ, ὅπως περιγράφεται στὴ συνέχεια τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς.

2. Ἡ ἐπίσκεψη τοῦ Θεοῦ

Οἱ Ἰουδαῖοι κάλεσαν τὸν πρώην τυφλὸ νὰ ἀναγνωρίσει τὴν «πλάνη» του καὶ νὰ ὁμολογήσει ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ἄνθρωπος ἁμαρτωλός. «Ἐὰν εἶναι ἁμαρτωλός, δὲν τὸ ξέρω. Ξέρω ὅμως καλὰ ὅτι, ἐνῶ πρὶν ἤμουν τυφλός, τώρα βλέπω», ἀποκρίθηκε ὁ θεραπευμένος. Τοῦ ἐπανέλαβαν τὶς ἐρωτήσεις σχετικὰ μὲ τὴ θεραπεία του. Μὲ περισσότερο θάρρος τώρα ἀποκρίνεται ὁ πρώην τυφλός: «Γιατί μὲ ξαναρωτᾶτε; Μήπως θέλετε νὰ γίνετε κι ἐσεῖς μαθητές του; Αὐτὸς ποὺ ἐπιτέλεσε τέτοιο θαῦμα ἔχει θεϊκὴ ἀποστολή, διότι ὁ Θεὸς ἀκούει ὅσους ἐφαρμόζουν τὸ θέλημά του». Ὀργισμένοι τότε οἱ Ἰουδαῖοι φώναξαν: «Ἐσὺ ὁ ἄθλιος καὶ ἁμαρτωλὸς τολμᾶς νὰ κάνεις τὸν δάσκαλο σ᾿ ἐμᾶς;» Καὶ τὸν πέταξαν ἔξω ἀπὸ τὸν τόπο ποὺ συνεδρίαζαν.

Ἄκουσε ὁ Ἰησοῦς ὅτι τὸν πέταξαν ἔξω, καὶ τότε τὸν συνάντησε καὶ τοῦ εἶπε: «Ἐσὺ πιστεύεις στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ;» «Καὶ ποιὸς εἶναι, Κύριε, γιὰ νὰ Τὸν πιστέψω;», ρώτησε ἐκεῖνος. «Τὸν βλέπεις μὲ τὰ μάτια σου. Αὐτὸς ποὺ σοῦ μιλάει τὴ στιγμὴ αὐτή, Αὐτὸς εἶναι», ἀπάντησε ὁ Κύριος. Κι ἐκεῖνος τότε ἀποκρίθηκε: «Πιστεύω, Κύριε», καὶ μὲ βαθιὰ εὐλάβεια Τὸν προσκύνησε.

Εἶχε συνέπειες ἡ θαρρετὴ ὁμολογία τοῦ πρώην τυφλοῦ. Δέχθηκε τὴν περι­φρόνηση, τὴν ἀπόρριψη, τὴν περιθωριοποίηση τῶν Ἰουδαίων, ἐπειδὴ δὲν ἔκρυψε τὴν ἀλήθεια ἀπέναντι στὶς ἀπειλές τους. Ἔλαβε ὅμως καὶ τὴ μεγαλύτερη εὐλογία τῆς ζωῆς του. Διότι τότε ποὺ φάνηκε ὅτι ἔμεινε μόνος, τότε τὸν ἐπισκέφθηκε ὁ ἴδιος ὁ Θεός! Τότε δέχθηκε τὴ θεία ἀποκάλυψη καὶ προσκύνησε τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ.

Ἀντίστοιχα κι ἐμεῖς δὲν εἶναι πάντα εὔκολο νὰ πηγαίνουμε κόντρα στὸ ἀν­τίθεο ρεῦμα τῆς ἐποχῆς μας. Ἔχει ὁ­πωσδήποτε κόστος. Ὅμως ἀκόμη κι ἂν δεχθοῦμε κάποτε τὴν κοινωνικὴ ἀπομόνωση, ἐκφράζοντας τὴ λατρεία καὶ τὴν ἀγάπη μας πρὸς τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία μας, ἂς μὴν κλονισθοῦμε. Νὰ ἔχουμε τὴ βεβαιότητα ὅτι τότε θὰ δεχθοῦμε καὶ τὴν ἐπίσκεψη τοῦ Θεοῦ, τὴ Χάρι καὶ τὴν εὐλογία του· ὅτι τότε ἀποκαλύπτεται ὁ Χριστὸς στὴν ψυχή μας.

Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”