Δευτέρα 10 Μαΐου 2021

Τα τείχη που μας χωρίζουν από τον Θεό – Κυριακή του Θωμά

 

Ο γλυκύς Ιησούς μάς καλεί στην πίστη. Δεν «συνερίσθηκε» τον Θωμά, δεν «συνερίζεται» και μας. Τι δυστυχία όμως αν μας καλεί ο Θεός –εκείνος ο οικοδεσπότης που «εποίησε δείπνον μέγα»– και μεις σαν αφελείς αποποιούμαστε και απορρίπτουμε το κάλεσμα με το «Έχε με παρητημένον» (Λουκ. 14.16-24). Τι θα γίνει τότε;

Αποκρίνεται ο συμποσιάρχης Χριστός: «Πολλοί από ανατολών και δυσμών ήξουσι [και ήδη άνοιξε η πόρτα της Ορθοδοξίας σε λευκούς και εγχρώμους] και ανακλιθήσονται [στο δείπνο] μετά Αβραάμ και Ισαάκ και Ιακώβ εν τη βασιλεία των ουρανών, οι δε [πατροπαράδοτα] υιοί της βασιλείας εκβληθήσονται εις το σκότος το εξώτερον» (Ματθ. 8.11-12).

Λοιπόν όταν ο Κύριος κρούει τη θύρα μας και καλεί, δεν μένει παρά να βρίσκει ανταπόκριση, την απόκρισή μας «Αμήν, ναι… Κύριε Ιησού!» (Αποκ. 22.20).

Με την ευκαιρία της Κυριακής του Θωμά, ας απλώσουμε τον λόγο στα εμπόδια που υψώνονται σαν τείχη και μας χωρίζουν από τον Θεό.

Το πρώτο εμπόδιο που δεν μας αφήνει ν’ ακούμε και ν’ αποδεχόμαστε την κλήση του Θεού είναι ο νους, η λογική, ο σκεπτικισμός –όπου βλέπουμε ότι σκάλωσε και ο απόστολος Θωμάς.

Δεύτερος φράχτης –μετά από τον υπερφίαλο νου– στήνεται η ανυπόστατη αυτοϊκανοποίηση μιας μερίδας ανθρώπων του τύπου «Είμαι καλός! Δεν σκότωσα, δεν έκλεψα. Όλα καλά. Δεν μου χρειάζεται τίποτε»! Τέτοια χονδροειδής αυτοεξέταση αυτοχορηγεί αμέσως «πιστοποιητικό γνησιότητος».

Εφησυχασμένες υπάρξεις του είδους αυτού δεν θα δυσκολευθούν να πάνε σε αγιογράφο και να «ποζάρουν» για να τους κάνει εικόνα! Ούτε καν υποψιάζονται το πεδίο των λογισμών, το πεδίο του αενάου πολέμου των σκέψεων, έστω και αν ο άνθρωπος κατόρθωσε να έχει υπό έλεγχο τις εξωτερικεύσεις του, λόγια και έργα. Πού τέτοια λεπτότητα γι’ αυτούς;!

Πρότυπο «δικαίων» και «γεμάτων», ανενδεών, και άρα ακατάδεχτων να έρθουν στον Χριστό, ενσάρκωναν οι Φαρισαίοι, οι πιο αρμόδιοι στα μεσσιανικά πράγματα, που προσδοκούσαν τον Χριστό. Ωστόσο για αυτούς και τους ομοίους τους είπε «Ουκ ήλθον καλέσαι [αυτονομιζόμενους] δικαίους, αλλά αμαρτωλούς» (Μαρκ. 2.17).

Ακόμη ένα κώλυμα που αποτρέπει την πορεία προς τον Λυτρωτή είναι η αδιαφορία και η ανατολίτικη νωχέλεια, ο «ωχαδερφισμός», κατά τη λαϊκή έκφραση. «Δε βαριέσαι· είμαι βολεμένος. Πού να μπω σε μπελάδες και περιπέτειες».

Συνιστούν χαρακτήρες «ήσσονος προσπαθείας», του ό,τι πιο λίγου· έχουν διαγράψει από το λεξιλόγιό τους την πρόοδο και την προκοπή. Φυτοζωούν χάριν της οκνηρίας τους. Ξέρουν το σωστό, το δέον, το αναγνωρίζουν, μα δεν αποφασίζουν να ταράξουν «τα κακώς [ευ] κείμενα» μη ενοχληθεί η νωθρότητά τους.

* * *

Άλλο οδόφραγμα συγκροτούν οι προκαταλήψεις. «Θρησκεία, πίστη, Εκκλησία, προσευχές, νηστείες! Τι μεσαιωνικοί και βυζαντινισμοί είναι τούτα»;

Προσπάθησε ύπουλα και συστηματικά η Δύση να προβάλει μόνο τα σκιερά σημεία του Βυζαντίου και ν’ αποσιωπήσει ή διαστρεβλώσει την πνευματική προσφορά και ακτινοβολία του. Επιδίωξε να μας πείσει πως το Βυζάντιο μοιάζει με τον δικό της Μεσαίωνα, έστω και χωρίς Ιερά Εξέταση. Οι ξένοι της Διαφωτίσεως ή καλύτερα διασκοτίσεως δεν ίσχυσαν ή δεν θέλησαν να διακρίνουν πως άλλο το Βυζάντιο και άλλο ο Μεσαίωνας.

Χωρίς το Βυζάντιο θα υπήρχε αγεφύρωτο χάσμα μεταξύ του αρχαίου και του νεώτερου ελληνικού πολιτισμού. Χωρίς το Βυζάντιο θα είχε καθυστερήσει –άγνωστο πόσο– η μεταλαμπάδευση όχι μόνο της πίστεως, αλλά και του πολιτισμού σε πλειάδα λαών, μέσα στους οποίους περιλαμβάνονται και οι λαοί αυτών που το συκοφαντούν τώρα…

Τα μοναστήρια, π.χ., στο Βυζάντιο ήσαν κέντρα επιστημών, γραμμάτων και τεχνών. Το ότι έχουμε εμείς τους αρχαίους φιλοσόφους, το οφείλουμε κυρίως στα αντιγραφικά εργαστήριά τους. Είναι αποκαλυπτικό το ότι χάθηκαν πολλά κείμενα ορισμένης κατηγορίας και κατευθύνσεως –εννοούμε τα γραφτά των ηδονιστικών φιλοσόφων.

Από τα έργα του Αριστίππου, του ιδρυτή της ηδονιστικής φιλοσοφίας, δεν σώθηκε κανένα. Επιφανέστερος όμως ηδονιστής υπήρξε ο Επίκουρος, «εκ των πολυγραφωτέρων συγγραφέων της αρχαιότητος», αν μη ο πολυγραφώτερος. Από τα πάμπολλα συγγράμματά του σώθηκαν ελαχιστώτατα, μετρημένα κυριολεκτικά στα δάχτυλα! (πρβλ. Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ηλίου λ. Επίκουρος).

Γιατί αυτό; Ποια η ερμηνεία του φαινομένου; Είναι αυτονόητη, δεδομένου ότι οι μοναχοί «καλλιγράφοι» δεν τα αντέγραφαν, αφού η ηδονοθηρία αντίκειται απόλυτα στα ασκητικά ιδεώδη.

Κατάφεραν, λέμε, οι δυτικοί να παροχετεύσουν και στους Νεοέλληνες σε αρκετό βαθμό τη δική τους νοοτροπία και αντίληψη περί Βυζαντίου. Αυτούς τους πικρούς καρπούς τρυγάμε τώρα: «Πού να πάμε στην πίστη, στην Εκκλησία… Είναι του παρελθόντος».

«Μα δεν είναι», μας φωνάζει η Περεστρόικα και η κατάρρευση του κομμουνισμού και των διαφόρων βερολίνιων τειχών του αίσχους. Του παρελθόντος είναι το αντίθετο!»

Σε συνάρτηση και εξάρτηση των υπόψη προκαταλήψεων βρίσκεται και μια άλλη δυσκολία για προσέγγιση στον Χριστό. Υπολογίζουμε το κόστος στην υπόληψή μας, την αρνητική τοποθέτηση της κοινής γνώμης. «Τι θα πει ο κόσμος;»…

Ας θυμηθούμε το γνωστό παραμύθι (του Άντερσεν) για τα καινούργια ρούχα του βασιλιά.

Κάποτε έφθασαν στο παλάτι ενός βασιλιά δυο ξένοι απατεώνες, δήθεν ράφτες, και ανάγγειλαν πως θα του έκαναν μια περίτεχνη, χρυσοστόλιστη, αριστουργηματική στολή, η οποία θα ήταν τόσο αστραφτερή και λαμπρή, που μόνο οι βλάκες δεν θα την έβλεπαν. Αφού λοιπόν ζήτησαν και πήραν πολλά χρήματα για την αγορά υλικών, για πολλές ημέρες έραβαν δήθεν τη στολή κουνώντας μόνο τα χέρια τους, και τέλος την παρουσίασαν δήθεν: ήταν βέβαια σκέτος αέρας. Οι παλατιανοί για να μη θεωρηθούν ανόητοι παίνεψαν τα ρούχα, παρασύροντας ο ένας τον άλλο.

Ο ματαιόδοξος αυτοκράτορας ζαλίστηκε από το παραλήρημα των ψευδολόγων, και στο τέλος συμφώνησε και αυτός πως η στολή ήταν υπέροχη.

Θα γινόταν τότε μια παρέλαση. Γνωστοποιήθηκε ότι ο αυτοκράτορας θα ήταν με την καινούργια του φορεσιά. Πράγματι ο κόσμος μαζεύτηκε και ο μεγαλειότατος παρουσιάσθηκε καμαρωτός. Όλοι «εντυπωσιάζονταν» από τη στολή του, ώσπου ένα παιδάκι ξεφώνισε με απορία: «Μπαμπά, γιατί ο βασιλιάς είναι γυμνός;»

Γιατί αναφέραμε το παραμύθι; Η ωφέλεια είναι η ακόλουθη: Υπάρχουν μερικοί επιτήδειοι, που για σκοτεινούς σκοπούς υποβάλλουν τεχνηέντως κάτι στον όχλο, ο δε όχλος χαρακτηρίζεται για την αγελαία συμπεριφορά του. Μη μας παρασύρει λοιπόν η μάζα. Όχι «Τι θα πει ο κόσμος;» αλλά «Τι θα πει ο Θεός;»! «Η φιλία του κόσμου έχθρα του Θεού εστιν» (Ιακ. 4.4).

Ωστόσο ο φοβερότερος αγκαθωτός φράχτης που δεν υπερπηδάται εύκολα για να πάρουμε τον δρόμο προς τον Χριστό είναι τα ελαττώματά μας. Ραθυμούμε να τα θυσιάσουμε για να πλησιάσουμε τον πανάσπιλο και πανάρετο Χριστό μας. Όταν πολιορκούμαστε στενά από τα πάθη μας, απαιτείται ηρωισμός για να πραγματοποιήσουμε την έξοδο και την έκβαση από τον κακό εαυτό μας προς τον πανάρετο Κύριο. Και ο ηρωισμός δεν βρίσκεται στον δρόμο…

* * *

Όλοι σε στιγμές της ζωής μας ήμασταν λειψοί στην πίστη ή και ισχυρογνώμονες, μοιάσαμε του Θωμά. Ας του μοιάζουμε και στη διακήρυξη «Χριστέ μου, Συ είσαι “ο Κύριός μου και ο Θεός μου”, ο Αναστάς, η Ζωή, το παν»! Αμήν!

 Ιερομόναχος Ιουστίνος