«Ὅτι σύ λαόν ταπεινόν σώσεις καί
ὀφθαλμούς ὑπερηφάνων ταπεινώσεις»
(Ψαλ. 17,28)
Ο Αίας ο Τελαμώνειος κατά την αναχώρησή του από την Σαλαμίνα για την Τροία, δέχτηκε μία αποχαιρετιστήρια συμβουλή από τον πατέρα του. «Δόρει βούλου κρατεῖν μέν, σύν θεῷ δέ ἀεί κρατεῖν = Να νικάς με το κοντάρι σου, αλλά προπάντων με την βοήθεια των θεών». Όμως αυτός «ὑψικόμπως», δηλαδή με μεγίστη αλαζονεία προς την δύναμη του θείου, απέρριψε την συμβουλή του πατρός του, δηλώνοντας ότι θα δοξασθεί και άνευ της βοηθείας των θεών. Το τέλος «της παραστάσεως» επετελέσθη με την παραφροσύνη του και την τελική αυτοκτονία του.
Από το ανωτέρω απόσπασμα, ας διαφυλάξουμε ιδιαιτέρως την «συμβουλή» του πατέρα. Η αναφορά στο θείο, αποτελούσε ανέκαθεν το βάθρο θεμελίωσης κάθε ευγενούς εγχειρήματος, μικρού ή μεγάλου· αυτό δεν ισχύει στις αλαζονικές μέρες μας.
Ο Χίλων ο Λακεδαιμόνιος, ένας από τους επτά σοφούς της αρχαιότητος, ερωτηθείς από τον Αίσωπο «τί πράττει ὁ Ζεύς;» απήντησε ότι «ταπεινοῖ τά ὑψηλά καί τά ταπεινά ὑψοῖ». Οι σύγχρονοι δωδεκαθεϊστές, οι τιμώντες τον Δία ως Θεό τους και τελούντες στους πρόποδες του Ολύμπου τακτές νυχτερινές ιεροτελεστίες και ευκλεείς δεήσεις, ας προσέξουν την τιμωρία της αλαζονείας που τους διακατέχει σ’ όλες τους τις εκφράσεις. Ειδικά αυτές που «χαράζουν» την πορεία του έθνους μας, προπάντων όμως αυτές που λοιδορούν την ιερότητα της πίστεώς μας.
Έχουμε συμπληρώσει ένα ολόκληρο έτος από την έναρξη ενός μεγάλου κεφαλαίου στην βίβλο της παγκοσμίου ιστορίας. Ο πεπλατυσμένος πρόλογός του με την ανεμπόδιστη προέλαση του ιού και την παράλληλη επέλασή του, συνεχίζει επ’ αόριστον επισημαίνοντας χαρακτηριστικά το ευμετάβολον και το άκρως αβέβαιον του ανθρωπίνου βίου. Το κυρίως θέμα –άγνωστο ποιο– το χειρίζεται ο ίδιος ο Θεός, ο οποίος ως τώρα αφανώς κατά κύριο λόγο, «ταπεινά», παρακολουθεί με ενδιαφέρον την πορεία της αντίμαχης, έναντι του κοινωνίας. Ακόμη δεν μίλησε. Ο κριτής πάντοτε αποφαίνεται τελευταίος. Ακόμη δεν ανεμίχθη ενεργά λαμβάνοντας θεϊκή θέση στην σκευωρία της εποχής μας. Βασικά ο άμωμος και αμόλυντος δεν έχει καμία σχέση με τα ανθρωποειδή λύματα. Το μόνο που κάνει διακριτικά, είναι να τα ξεσκεπάζει απελευθερώνοντας την δυσοσμία τους. Την μπόχα τους. Έτσι η επέμβασή του ολοκληρώνεται με την ανάλογη σήμανση του ηθικού ναρκοπεδίου, προς φύλαξη των παιδιών του. Γιατί από πλευράς ανθρωπίνης, και ειδικά στην δύσμοιρη πατρίδα μας, δεν υπάρχει τόσο καιρό καμμία αναφορά στο θείο. Ούτε από πολιτικής πλευράς, ούτε πολύ περισσότερο από θρησκευτικής, σε επίπεδο αρχόντων. Ο Θεός έχει διαγραφεί, έχει εξοβελισθεί, έχει θανατωθεί. Ως εκ τούτου ο σύγχρονος πύργος της Βαβέλ συνεχίζει και ορθώνεται αλαζονικά, μονοπωλώντας προκλητικά τον έλεγχο της παγκοσμίου κοινότητος. Όλοι οι επί γης «ισχυροί» έχουν [;] τον έλεγχο της κατάστασης. Ίσως επειδή την έχουν προκαλέσει οι ίδιοι. Ίσως όμως να νομίζουν ότι την διαχειρίζονται επιτυχώς από πλευράς τους. Ίσως να νομίζουν ότι την οδηγούν εκεί που σχεδιάστηκε. ΟΜΩΣ, υπάρχει ΘΕΟΣ! Προς λύπη μεν των αλαζόνων, προς χαρά δε των πραγματικών πιστών. Οι μεν πιστοί παρακολουθούν με νηφαλιότητα τα γιγνόμενα ψελλίζοντας ακατάπαυστα «γενηθήτω τό θέλημά σου Κύριε». Οι δε αποστάτες προελαύνουν πλήρως αποθρασυμένοι, καθότι δεν εδέχθησαν την παραμικρή παρενόχληση στην ανίερη κίνησή τους μέχρι σήμερα. Οι πανηγυρισμοί τους, που δεν κρύπτονται πλέον, ότι πέτυχαν απόλυτα στο εγχείρημά τους υποδηλώνοντας τα άνομα σχέδιά τους, συνεχίζουν με ένταση, καθότι είναι πλέον οι μόνοι και τελικοί «νικητές» ενός ανέντιμου παιχνιδιού. Ενός παγκοσμίου εγκλήματος. Οι εγκληματίες… ειρήνης! Λησμονούν όμως ότι η ζωή τους είναι άστατη θάλασσα, αέρας ανώμαλος, καπνός διαχεόμενος, σκιά μεταπηδώσα, όπως τονίζει ο Μ. Βασίλειος. Νομίζουν ότι οι βουλές οι δικές τους είναι οι ισχυρές, που ρυθμίζουν τον ρουν της κοινωνίας, αλλά τελικά, «ἄλλα Θεός κελεύει». Γιατί· «Τίς γάρ ἔγνω νοῦν Κυρίου;» (Ρωμ. 11,34). Νομίζουν όλοι οι σύγχρονοι ισχυροί ότι είναι αθάνατοι και όμως είναι θνητοί. Το προδίδει η γηράσκουσα σάρκα τους, προπάντων όμως το δύσοσμο πνεύμα τους, που προαναγγέλλει τον αναπόφευκτο θάνατό τους. Το τονίζουν επιμελέστερα όλοι οι προγενέστεροι συγγραφείς και ποιητές που επιμένουν να αποκαλούν «θνητόν» τον άνθρωπο, για να επισημαίνουν την μηδαμινότητά του έναντι του Θείου. Του αθανάτου. Του αιωνίου!
Αλλά όπως είναι δόλιοι όλοι αυτοί, έτσι και «Δόλιος γάρ αἰών ἐπ’ ἀνδράσιν κρέμαται, ἐλίσσων βίου πόρον», αναφέρει ο Πίνδαρος. Δόλιος ο χρόνος που κρέμαται πάνω από τον άνθρωπο και ελίσσει τον δρόμο του βίου, δηλαδή τον στριφογυρίζει. Οι μεγαλόστομες δηλώσεις περί παύσεως του «κακού» (τελικά τι λογίζεται κακό;) το φθινόπωρο του 2022, απλά επισημοποιούν το βάθος της αλαζονείας των ιθυνόντων. Δηλώνουν οι αλλοπρόσαλλοι θνητοί «θεοί», το τέλος μιας θεατρικής πράξης την στιγμή που δεν γνωρίζουν, τι θα συμβεί στο επόμενο δευτερόλεπτο. Την στιγμή που ήδη έχουν εκτεθεί, διαψευσθεί, γελοιοποιηθεί ποσαπλώς μέχρι τούδε, με ανάλογες υπεροπτικές ψευδείς δηλώσεις. Όμως, αγνοούν την φωνή του Κυρίου· «ἄφρον, ταύτη τῇ νυκτί τήν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπό σοῦ· ἅ δέ ἠτοίμασας τίνι ἔσται;» (Λουκ. 12,20). Λησμονούν το «σκότος ἐγένετο ἐφ’ ὅλην τήν γῆν ἕως ὥρας ἐνάτης, τοῦ ἡλίου ἐκλείποντος». (Λουκ. 23,44) Όταν όμως πραγματοποιηθεί η πρώτη σεισμική δόνηση και το καταπέτασμα της ήδη ετοιμόρροπης σκηνής της απέλπιδος ζωής τους διαρραγεί εις δύο, τότε θα γίνουν «Λούηδες» ολοφυρόμενοι, οι πρότεροι παντοκράτορες. Όλα αυτά όμως για να τα συλλογισθούν απαιτείται σύνεση και σοφία, που στερούνται.
Γιατί όπως αναφέρει ο Βίας ο Πριηνεύς «Ἀλαζονεία ἐμπόδιον σοφίας» και εγκατάλειψης υπό του Θεού. Κι όμως ο Δανιήλ συμβουλεύει· (4,34) «καί πάντας τούς πορευομένους ἐν ὑπερηφανία δύναται ταπεινῶσαι» (Κύριος). Αλλά δεν ανέγνωσαν ένα διδακτικό ανάγνωσμα που προδιαγράφει και μία μελλοντική εφαρμογή και εκπλήρωσή του (ωδή 9η ) «Ὁ Θεός καθεῖλε δυνάστας ἀπό θρόνους καί ὕψωσε ταπεινούς». Έτσι λοιπόν περιπατούν μεγαλαυχούντες, υπεροπτικά, αλαζονικά, κομπαστικά, προπάντων όμως νοσηρά, καθότι νοσηρές υπάρξεις, που ως εκ τούτου σπέρνουν «νόσους». Σώματος προπάντων, αλλά και ψυχής. Τους ενοχλεί όμως κάτι που τελικά δεν μπορούν να το αποφύγουν. Η ανάσταση του «πλάνου». Γιατί; Γιατί την ώρα εκείνη διασκορπίζονται χάνοντας την συνοχή τους, την συνωμοτική επαφή τους με τους ομοίους και φεύγουν απομακρυνόμενοι από το πρόσωπο του Θεού καθότι τον μισούν. Η ανάσταση αποτελεί την ανακοπή της αλαζονείας τους. Την καταδίκη της ύπαρξής τους. Τον θάνατό τους. Και τον φοβούνται πολύ. Θα ήθελαν η σκηνή της ιστορίας να σταματούσε στην σταύρωση του πλάνου, αλλά δυστυχώς τους διέφυγε και ανεστήθη… Το μόνο που κάνουν τώρα, που μπορούν να κάνουν, είναι να μην την σκέπτονται, γιατί τους θυμίζει τον δικό τους όλεθρο. «Οὕτως ἀπολοῦνται οἱ ἁμαρτωλοί ἀπό προσώπου τοῦ Θεοῦ καί οἱ δίκαιοι εὐφρανθήτωσαν».
Ο Ηρόδοτος αναφέρει· «Ο Θεός δεν επιτρέπει να μεγαλοφρονεί άλλος, παρά μόνον αυτός». Δεν μπορεί κανείς να διεκδικήσει και να αποσπάσει θεϊκά δικαιώματα. Μόνο αν γίνει Θεός το δικαιούται. Αυτό όμως προϋποθέτει διέλευση υποχρεωτική από τον Γολγοθά. Κάτι πολύ οδυνηρό και αποκλειστικό προνόμιο των ταπεινών ψυχών. Για τους ισχυρούς, τους άψυχους, αυτό δεν μπορεί να συμβεί, οπότε τα πολύ υπεροπτικά φρονήματά τους ταπεινώνονται οικτρά, σύμφωνα με τον Σοφοκλή.
Ο Βίας χαράζει την χρυσή τομή λέγοντας· «Τό γνῶθι σαυτόν χρήσιμον εἰς νουθεσίαν τῶν ἀλαζόνων, οἵ ὑπέρ τήν ἑαυτῶν δύναμιν φλυαροῦσιν…». Όμως ειδικά από τους παντοειδείς «ισχυρούς», ποιος γνωρίζει τον εαυτό του; «Χρειάζονται ευκαιρίες για να γνωρίσουμε τον εαυτό μας», αναφέρει ο Ντε Λα Ροσφουκώ. Αλλά οι εν λόγω ευρισκόμενοι στο χάος των αλαζονικών συναναστροφών τους και των σοδομικών συνευρέσεώνν τους, χάνουν την ευκαιρία να μείνουν μόνοι τους για να γνωρίσουν τον άγνωστο εαυτό τους. Προπάντων δεν το επιδιώκουν, γιατί φοβούνται την μοναξιά τους. Φοβούνται την μοιραία συνάντηση με την συνείδησή τους. Τρέμουν τον έλεγχό της…
Ο Γάλλος συγγραφέας Αλφόνσος Κάρρ (1808-1890) σε σχέση προς την αυτογνωσία έλεγε, ότι συνήθως ο άνθρωπος έχει τρεις χαρακτήρες. Αυτόν που δείχνει, αυτόν που πράγματι έχει και αυτόν που νομίζει ότι έχει. Όλοι οι πρότεροι νομίζουν ότι έχουν κάτι, ενώ δεν έχουν τίποτα, γιατί είναι ένα τίποτα, ένα απόλυτο μηδενικό βυθισμένο στην ανυπαρξία του χάους.
Κάποτε όμως ο Χριστός απηύθυνε εκείνο το πολυθρύλητο «μακάριοι οἱ πτωχοί τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστίν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματ. 5,3). Αυτό ο Χριστός το απηύθυνε κατά κύριο λόγο προς τους ισχυρούς πνευματικώς ανθρώπους, τους οποίους η συναίσθηση της υπεροχής τους έναντι των συνανθρώπων τους, είναι πολύ φυσικό να παρασύρει στην αλαζονεία, στην έπαρση, στην υπερηφάνεια και εκ τούτου στην απείθεια και περιφρόνηση του «Λόγου του Θεού». Όσο περισσότερο ισχυρός και πλούσιος, είτε σε υλικά αγαθά, είτε σε πνευματικά εφόδια είναι ο άνθρωπος, τόσο περισσότερο πρέπει να συναισθάνεται την «ταπεινότητα» και την «πτωχεία» του και να στοχάζεται, ότι τίποτε, δεν είναι δικό του, αλλά ότι όλα τα οφείλει στην αγαθότητα και την γενναιοδωρία του Θεού.
Ας στρέψουμε όμως τον νου μας προς τον διδάσκαλο των φιλοσόφων, τον Σωκράτη, ο οποίος καταλήγων σε αξιωματικό συμπέρασμα, όσον αφορά την καθολική έννοια της μικρότητος του ανθρώπου έναντι στον Δημιουργό, στέκει προ του «ἕν οἶδα ὅτι οὐδέν οἶδα» το οποίο εκφράζει το νόημα της «πτωχείας» και της «ταπεινότητος» του ανθρώπου απέναντι της δημιουργίας. Απέναντι του ενός και μοναδικού Θεού. Αυτός όμως ήταν ο Σωκράτης και εκοιμήθη πίνοντας το κώνειο…
Ας αφήσουμε όμως τον ψαλμωδό να θέσει τον ανάλογο επίλογο στο θέμα μας: «Θυσία τῷ Θεῷ, πνεῦμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην καί τεταπεινωμένην ὁ Θεός οὐκ ἐξουδενώσει» (Ψαλ. 50,19).
Ας αφήσουμε επίσης την θανατηφόρα επιδημία της αλαζονείας που πλήττει τους σύγχρονους «ισχυρούς», να τους οδηγήσει στην παραφροσύνη του Αίαντα. Ο δε Αιάντειος γέλωτας, ας αποτελέσει το παραλήρημα της αυτοκτονίας τους.
Αν ζούσε τέλος, ο Αριστοφάνης στις μέρες μας θα επανελάμβανε «…λεπτά κλιμάκια ποιούμενοι, (οι ισχυροί της γης) πρός ταῦτα ἀνερριχῶντο ἄν εἰς τόν οὐρανόν, ἕως ξυνετρίβησαν τάς κεφαλάς καταρρυέντες».
Γιατί «ὅστις ὑψώσει ἑαυτόν ταπεινωθήσεται, καί ὅστις ταπεινώσει ἑαυτόν ὑψωθήσεται» (Ματ. 23,12).
Προς το παρόν «Ἐάσομεν αὐτούς χαίρειν».
Αρίσταρχος