μελέτη στό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα
Ὁ Χριστός ὅρισε νά προσευχόμαστε λέγοντας: «ἄφες ἡμῖν, ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν». Στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα προσθέτει «ἐάν δέ μή ἀφῆτε…οὐδέ ὁ πατήρ ἡμῶν ἀφήσει τά παραπτώματα ὑμῶν» (Ματθ. 6,15). Ἐάν δέν συγχωρήσουμε νά μήν περιμένουμε νά συγχωρηθοῦμε ἀπό τόν Θεό. Ἐάν δέν ἀγαπήσουμε τόν ἐχθρό μας, ὄχι ἁπλῶς νἀ τόν ἀνεχθοῦμε, δέν γνωρίσαμε τόν Χριστό.
Προκειμένου νά φτάσουμε σέ μιά κατάσταση ἐσωτερικῆς γαλήνης, στά βάθη τοῦ ἑαυτοῦ μας εἶναι ἀπαραίτητο νά μάθουμε νά συγχωροῦμε τους ἄλλους, ἀλλά καί νά ζητοῦμε συγνώμη γιά τά δικά μας παραπτώματα, ὅταν ἐμεῖς πληγώνουμε τούς ἄλλους. Ἐκεῖ ἔγκειται καί ἡ μεγάλη σημασία τῆς ἐξομολόγησης:
Τό νά ζητᾶς συγνώμη εἶναι κάτι πού σέ ταπεινώνει ἀλλά δέν σέ ὑποβιβάζει, ἀντίθετα σέ ὑψοποεῖ. Ἔτσι στήν αἴτηση συγνώμης εἰσέρχεται ἡ μετάνοια καί ἡ ταπείνωση, τά θεμέλια τῆς ἐν Χριστῶ ζωῆς. Ἡ αἴτηση συγνώμης καταισχύνει τόν πονηρό πού ἐνδεχομένως σέ ὤθησε στό νά βλάψεις τόν ἀδελφό. Ὁ διάβολος δέν μπορεῖ νά ζητήσει συγνώμη κι ἐμεῖς ὅταν τό ἐπιτυγχάνουμε τόν καταισχύνουμε.
Ὁ ἀληθινός δέκτης τῆς συγνώμης σέ κάθε περίπτωση εἶναι ὁ Θεός. Σέ αὐτόν ἁμαρτάνουμε καί σ’ αὐτόν ἐπιστρέφουμε: «Σοί μόνον ἥμαρτον…» (Ψαλμ. 50, 4). Αὐτός μᾶς γνωρίζει ἀπό τήν κοιλιά τῆς μάνας μας, Αὐτός ἀποφάσισε νά ἔρθουμε στήν ὕπαρξη κι Αὐτός μᾶς περιβάλλει μέ τόν «μανικό ἔρωτά», τήν ἄπειρη ἀγάπη του καί θέλει νά ἑνωθοῦμε μαζύ του. Ἡ συγνώμη στόν Θεό ἀποκαθιστᾶ τήν σχέση μας μαζύ του, ἐφόσον δηλώνουμε ὅτι ἀποδεχόμαστε τήν ἀγάπη του. Ἡ μετάνοια-συγνώμη, παρ’ ὅλη τήν φόρτιση πού τήν συνοδεύει, εἶναι μιά ὀρθολογική πράξη, εἶναι ἡ ἀποκατάσταση τῆς σχέσης Πατέρα –Τέκνου, ἡ παραίτηση τοῦ ἀνθρώπου νά γίνει Θεός πίσω ἀπό τήν πλάτη τοῦ Θεοῦ, ἀλλά νά θεωθεῖ κατά μέθεξη μέ τόν Θεό. Ἡ μετάνοια καί ἡ αἴτηση συγνώμης ἀπό τόν Θεό, ἀποκαθιστᾶ τήν ἀλήθεια τοῦ Κυρίου πού ἐλευθερώνει (Ιω. 8,13) καί ὁδηγεῖ στήν κατά χάρη θέωση τοῦ ἀνθρώπου, πού εἶναι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς μας. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἀναφέρουν ὅτι ἡ μετάνοια εἶναι ἡ πρώτη φάση τῆς θέωσης, ὅταν πάψουμε δηλαδή νά θεωροῦμε τό ἐγώ μας ὡς Θεό μας καί κάνουμε τήν ζωή μας Χριστοκεντρική.
Ἀπό τήν ἄλλη μεριά ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά συγχωρεῖ. Ἡ συγχώρηση ὅταν δίδεται, φέρνει τήν ἀγάπη καί γιατρεύει τήν ψυχή αὐτοῦ πού ζητᾶ συγνώμη, ἀλλά κι αὐτοῦ πού συγχωρεῖ. Ἐάν δέν συγχωροῦμε τούς ἄλλους τότε ἀλλοιώνεται ἡ ψυχή μας πρός τό χειρότερο καί καθηλώνεται ἡ πνευματική μας πρόοδος ἐπειδή ἀπορίπτουμε τόν Θεό πού εἶναι ἀγάπη καί χωριζόμαστε ἀπ’αὐτόν. Στήν κατάσταση αὐτή δέν μποροῦμε νά σωθοῦμε, ἐφόσον δέν εἴμαστε ἐνωμένοι μέ τόν Θεό. Συνεπῶς, «οὐδέ ὁ πατήρ ἡμῶν ἀφήσει τά παραπτώματα ἡμῶν».
Ὅσο περισσότερο γνωρίζει κανείς τόν Θεό, τόσο εὐκολότερα μπορεῖ νά συγχωρεῖ. Ἡ παρεχόμενη συγχώρηση εἶναι βεβαίωση ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει «ἐμπειρία» τοῦ Θεοῦ, γνωρίζει ποιανοῦ Πατρός Υἱός εἶναι (Λουκ. 9,55).
Δέν μποροῦμε νά διανοηθοῦμε ὅτι ὑπάρχουν διαφορές καί διενέξεις μεταξύ των ἀγγέλων. Γιατί ἄραγε ὑπάρχουν μεταξύ τῶν ἀνθρώπων; Ὑπάρχουν, ἐπειδή δέν ἔχουμε τήν πίστη ὅτι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε ἕνα σῶμα καί ἡ κεφαλἠ εἶναι ὁ Χριστός. Ὅτι εἴμαστε «μέλη ἐκ μέλους» κατά τόν ἀπόστολο Παῦλο. Ἄρα, ἡ διαμάχη ἀνάμεσα στά μέλη ἑνός σώματος εἶναι μία παρά φύσιν ἐνέργεια. Ἡ κατά φύσιν ἐνέργεια εἶναι ἡ ἁρμονική συνεργασία τῶν μελῶν καί ἡ ἀμοιβαία πρόοδος. Ὁ σύνδεσμος τῆς ἀγάπης μεταξύ τῶν μελῶν εἶναι τό κατά φύσιν ζητούμενο. Τό πρoπατορικό ἁμάρτημα ἀμαύρωσε τήν ἀνθρώπινη φύση ἀλλά δέν τήν κατέστρεψε. Ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ ἀπό μόνος του νά ἀνέλθη στό καθεστώς τῆς τελείας ἀγάπης καί τῆς θέωσης, μπορεῖ ὅμως ἐν Χριστῶ. Ἐάν ὁ ἄνθρωπος μποροῦσε ἀπό μόνος του νά σωθεῖ δέν χρειαζόταν ἡ σάρκωση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ. Μόνο ἐν Χριστῶ ὁ ἀτελής ἄνθρωπος μπορεῖ νά ἀγαπᾶ ἀνιδιοτελῶς τούς πάντες καί ὄχι μόνο αὐτούς πού τόν ἀγαποῦν. Μόνo ἐν Χριστῶ ἡ αἴτηση συγνώμης καί ἡ παροχή συγχώρησης εἶναι δυνατή, ὄχι σάν νομική ἐπανόρθωση ἤ φαρισαϊσμός, ἀλλά σάν θρίαμβος τῆς ἀγάπης.