ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ Ματθ. στ’ 14-21
Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς, σήμερα, κι ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία
μᾶς καλεῖ νὰ θυμηθοῦμε τὴν ἐξορία τῶν Πρωτοπλάστων ἀπὸ τὸν Παράδεισο καὶ νὰ
θρηνήσουμε μαζί τους τὴν ἀπομάκρυνσή μας ἀπὸ τὸν Θεὸ ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας.
Ὡστόσο δὲν μᾶς ἀφήνει νὰ ἀπελπιστοῦμε. Ἀντίθετα, μὲ τὴν ἀσκητικὴ περίοδο τῆς
Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ποὺ ἀνοίγεται μπροστά μας, καλούμαστε νὰ ἐπιστρέψουμε στὴν
ὁδὸ τῆς σωτηρίας μὲ εἰλικρινὴ μετάνοια καὶ πνευματικὸ ἀγώνα.
Εἶναι λοιπὸν ἐπίκαιρη ἡ ἀποστολικὴ περικοπὴ ποὺ μᾶς
παρακινεῖ διὰ τοῦ ἀποστόλου Παύλου νὰ βάλουμε ἀρχὴ μετανοίας χωρὶς καμία ἀναβολή:
«νῦν ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν», μᾶς λέει· δηλαδή, ἡ μέρα τῆς
Δευτέρας Παρουσίας, ποὺ θὰ σημάνει τὴ σωτηρία τῶν πιστῶν, εἶναι πλησιέστερη σὲ
μᾶς τώρα, παρὰ τότε ποὺ πιστέψαμε.
«Ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν»· ἡ ζωὴ αὐτή, ποὺ μοιάζει μὲ νύχτα σκοτεινή, προχώρησε, ἐνῶ ἡ μέρα τῆς ἄλλης ζωῆς πλησίασε. Κι ἂν ἀκόμη
δὲν ἔλθει ὁ Κύριος σύντομα μὲ τὴν ἔνδοξη Δευτέρα Του Παρουσία, ἔρχεται ὅμως
γιὰ τὸν καθένα μας τὴν ὥρα τοῦ θανάτου. Συνεπῶς ὁπωσδήποτε πλησιάζει γιὰ ὅλους
μας ἡ μέρα τῆς ἄλλης ζωῆς. Ἂς ἀποθέσουμε λοιπὸν σὰν νυκτερινὰ ἐνδύματα τὰ ἔργα
τῆς ἁμαρτίας, ποὺ γίνονται στὸ σκοτάδι, καὶ ἂς ντυθοῦμε σὰν ἄλλα ὅπλα τὰ
φωτεινὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς.
Ὅπως συμπεριφέρεται κανεὶς τὴν ἡμέρα,
ποὺ τὰ βλέμματα πολλῶν τὸν παρακολουθοῦν, ἔτσι κι ἐμεῖς ἂς συμπεριφερθοῦμε μὲ εὐπρέπεια καὶ σεμνότητα· ὄχι μὲ ἄσεμνα φαγοπότια καὶ μεθύσια,
οὔτε μὲ πράξεις αἰσχρότητας καὶ ἀσέλγειας, μὲ φιλονικίες καὶ ζηλοτυπίες.
«Ἀλλ᾿ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν»· φορέστε σὰν ἔνδυμα τῆς
ψυχῆς σας τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ὥστε νὰ ζῆτε ἑνωμένοι μαζί Του. Καὶ μὴ φροντίζετε
γιὰ τὴ σάρκα, πῶς νὰ ἱκανοποιεῖτε τὶς παράνομες ἐπιθυμίες της.
Μὴν ἀφήνετε τὴ σάρκα νὰ ρυθμίζει τὴ ζωή σας.
Ἀφυπνιστικὸς ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου. Σηκωθεῖτε! φωνάζει.
Πλησιάζει νὰ ξημερώσει. Ἔρχεται ἡ «ἡμέρα Κυρίου», κι ἐσεῖς κοιμάστε;... Μέχρι
πότε θὰ εἶστε βυθισμένοι στὴν ἁμαρτία, στὶς διασκεδάσεις καὶ στὶς ἀνηθικότητες,
τὶς ἀδικίες καὶ τὶς φιλονικίες;...
Κανεὶς δὲν γνωρίζει τὸν ἀκριβὴ χρόνο ποὺ θὰ ἔλθει ὁ
Κύριος κατὰ τὴ Δευτέρα Του Παρουσία. Κανεὶς δὲν ξέρει πότε θὰ ἔρθει ἡ ὥρα ποὺ θὰ
φύγει ἀπὸ αὐτὸ τὸν κόσμο. Πάντως, ὅσο προχωροῦν τὰ χρόνια τῆς ζωῆς μας, τόσο πιὸ
κοντὰ ἐρχόμαστε στὴν ὥρα αὐτή. Ἂς μὴ ζοῦμε λοιπὸν μὲ ραθυμία καὶ ἀμέλεια. «Νῦν ὁ
καιρὸς τῶν ἀρετῶν ἐπεφάνη καὶ ἐπὶ θύραις ὁ Κριτής», ψάλαμε σ’ ἕναν ὕμνο (κάθισμα)
τοῦ Ὄρθρου. Τώρα, λέει, εἶναι καιρὸς νὰ ἀποτινάξουμε τὴν ἁμαρτία καὶ νὰ ἐργαστοῦμε
τὴν ἀρετή. Ὁ Κύριος βρίσκεται ἤδη ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα μας. Ἀλίμονο ἂν μᾶς βρεῖ
στὸν ὕπνο!
Ἡ περίοδος τῆς ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς,
ποὺ ἀρχίζει ἀπὸ αὔριο, μὲ τὴ νηστεία καὶ τὴν ἐγκράτεια, τὶς ἱερὲς Ἀκολουθίες
καὶ τὴ συχνότερη συμμετοχή μας στὰ ἅγια Μυστήρια, μᾶς βοηθεῖ σὲ αὐτὴ τὴν πνευματικὴ
ἀφύπνιση.
Ἡ πείρα τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα μᾶς κάνει πιὸ
συγκαταβατικοὺς καὶ συμπαθεῖς πρὸς τοὺς ἀδελφούς μας, καθὼς ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι
ὅπως ἐμεῖς, ἔτσι κι αὐτοὶ ἔχουν νὰ ἀγωνιστοῦν γιὰ τὶς δικές τους ἀδυναμίες. Κι ἂν
ἀκόμη ἐμεῖς εἴμαστε πιὸ δυνατοί, ἂς μὴν ὑποτιμοῦμε τοὺς ἀσθενέστερους, μᾶς
συμβουλεύει ὁ ἅγιος Ἀπόστολος, ἀναφέροντας συγκεκριμένο παράδειγμα:
Νὰ δέχεστε μὲ καλοσύνη ἐκεῖνον ποὺ εἶναι ἀδύνατος
στὴν πίστη καὶ ἐξαρτᾶ τὴ σωτηρία του καὶ ἀπὸ τὴ διάκριση τῶν φαγητῶν καὶ τῶν
ἡμερῶν, χωρὶς νὰ συζητᾶτε καὶ νὰ ἐπικρίνετε τὶς ἰδέες του. Ἄλλος βέβαια
πιστεύει ὅτι δὲν ἀπαγορεύεται νὰ φάει ἀπὸ ὅλα τὰ φαγητά. Ὁ ἀδύνατος στὴν πίστη
τρώει λαχανικὰ καὶ ἀποφεύγει τὰ ἄλλα φαγητὰ ἀπὸ τὸν φόβο μήπως μολυνθεῖ ἀπ’ αὐτά.
Ἐκεῖνος ποὺ λόγῳ ἰσχυρότερης πίστεως τρώει ἀπὸ ὅλα τὰ
φαγητά, ἂς μὴν περιφρονεῖ ὡς στενοκέφαλο ἐκεῖνον ποὺ δὲν τρώει ἀπὸ ὅλα. Κι αὐτὸς
ποὺ δὲν τρώει ἀπὸ ὅλα, ἂς μὴν κατακρίνει ἐκεῖνον ποὺ τρώει. Διότι «ὁ Θεὸς αὐτὸν
προσελάβετο»· δηλαδή, κι αὐτὸν ποὺ τρώει ἀπὸ ὅλα, ὁ Θεὸς τὸν προσέλαβε στὴν Ἐκκλησία
Του.
«Σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην;». Ποιὸς εἶσαι ἐσὺ ποὺ
κατακρίνεις ξένο δοῦλο; Αὐτὸς δὲν ἔχει ἐσένα κύριο, ἀλλὰ τὸν Θεό. Σὲ σχέση μὲ τὸν
κύριό του στέκεται ἢ πέφτει πνευματικά. Μάθε λοιπὸν ὅτι, ἐνῶ ἐσὺ τὸν
κατακρίνεις, αὐτὸς θὰ σταθεῖ στερεὸς στὴν πίστη. Διότι ὁ Θεὸς ἔχει τὴ δύναμη νὰ
τὸν ἀνορθώσει καὶ νὰ τὸν στερεώσει.
Πράγματι, ἀδελφοί, δὲν ἔχουμε καμία ἁρμοδιότητα νὰ
κρίνουμε τοὺς ἄλλους. Ἕνας εἶναι ὁ δίκαιος Κριτής, ὁ φιλάνθρωπος Κύριος. Ἀλίμονο
ἂν κατακρίνουμε καὶ καταδικάζουμε τοὺς ἄλλους! Μὲ τὴν ἐνέργεια αὐτὴ στὴν οὐσία ὑπογράφουμε
τὴ δική μας αἰώνια καταδίκη. Ἂς προσέχουμε λοιπὸν πολὺ τὴν κατάκριση κι ἂς
παρακαλοῦμε τὸν ἅγιο Θεό, ὅπως μᾶς διδάσκει ὁ ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σύρος στὴν
προσευχὴ ποὺ χρησιμοποιοῦμε καθημερινὰ κατὰ τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστή: «Κύριε...
δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα καὶ μὴ κατακρίνειν τὸν ἀδελφόν μου».
Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”