μελέτη στό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα
Ὁ Βαπτιστής σκιαγραφεῖται ὡς ἀσκητής. Τρώγει ἀκρίδες καί μέλι ἄγριο καί ἔχει τήν «ὀσφήν» του περιζωσμένη μέ δερμάτινη ζώνη πού παραπέμπει στόν προφήτη Ἡλία. Ἡ προσαγωγή στόν Χριστό γίνεται ἀπό ἕνα πρόσωπο ἀσκητικό μέ κύρια στοιχεῖα τήν μετάνοια: «μετανοεῖτε ἤγγικεν γάρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ιωάννου 3,2) καί τήν ταπείνωση: «ἔρχεται ὁ ἰσχυρότερός μου ὀπίσω μου, οὖ οὐκ εἰμί ἱκανός κύψας λῦσαι τόν ἱμάντα τῶν ὑποδημάτων αὐτοῦ». Ἡ ἄσκηση, λοιπόν, καί ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο στή κάθαρση καί ἀπό ἐκεῖ μπορεῖ νά «δεῖ», νά διακρίνει, τόν Θεό: «εἰ δέ ἐστί κεκαλυμμένον τό εὐαγγέλιον ἡμῶν, ἐν τοῖς ἀπολλυμένοις ἐστί κεκαλυμμένον» (Β΄ Κορ. 4,4). Ἡ ἔλλειψη μετάνοιας καθιστᾶ τόν ἄνθρωπο τυφλό, ὑποχείριο τῆς δουλείας πού τοῦ ἐπιβάλουν τά κτίσματα. Μέ τό προπατορικό ἁμάρτημα διασπάστηκε ἡ σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό, μέ τόν ἑαυτό του, μέ τους ἄλλους ἀνθρώπους καί μέ τήν κτίση. Ἡ ἔλευση τοῦ Μεσσία ἀποκαθιστᾶ τήν ἑνότητα τῶν παραπάνω, ὁρίζει τήν Ἐκκλησία ὡς σῶμα Χριστοῦ καί ὁδηγεῖ στήν θέωση, ἀρκεῖ ὁ ἄνθρωπος νά τό θέλει. Ἡ ἄσκηση καί ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν εἶναι προϋπόθεση γιά νά ἔχει κάποιος πνευματική ζωή καί οἱ βασικές ἀρετές γιά τήν οικοδόμηση ἑνός κατά Χριστόν χαρακτήρα εἶναι ἡ μετάνοια καί ἡ ὑψοποιός ταπείνωση. Ἡ μετάνοια ἐκφράζει τήν θλίψη τοῦ ἀνθρώπου γιά τίς πτώσεις του, πού στήν οὐσία εἶναι ἐπιστροφή στήν ἀγάπη τοῦ ἑαυτοῦ του κατ’ ἐξοχήν, ἀλλά καί τήν τροπή του πρός τήν κτίση καί ὄχι πρός τόν κτίσαντα. Ἡ δέ ταπείνωση εἶναι ἡ ἀβίαστη ἔκφραση τῆς ψυχῆς πού τήν ἔχει ἐπισκευθεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Τό «βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου» ἀντιδιαστέλλεται στό σημερινό Εὐαγγέλιο μέ τό βάπτισμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος («ἐγώ μέν έβάπτισα ὑμᾶς ἐν ὕδατι αὐτὀς δέ βαπτίσει ὑμᾶς ἐν Πνεύματι Ἁγίω»). Ὁ ἄνθρωπος κατά τό ἀψευδές στόμα τοῦ Χριστοῦ δέν δύναται νά εἰσέλθει εἰς τήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐάν δἐν ἀναγεννηθεῖ ἐξ ὕδατος καί Πνεύματος (βάπτισμα). Ἀπό τήν ἄλλη μεριά ἡ πνευματική προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου δέν ἀρκεῖ γιά τήν σωτηρία του, ἐάν δέν κατέλθει ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά σωθεῖ μέ τήν προσωπική του ἄσκηση ἀλλά μόνο νά προσελκύσει τήν χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἄσκηση δέν εἶναι αὐτοσκοπός ἀλλά μέσον, προκειμένου νά κατέλθει ἐπ’αὐτόν ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνευματος. Ἡ κάθοδος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τήν Πεντηκοστή ἀλλά καί ἡ ἔλευση τῆς χάριτος σέ κάθε ἀσκούμενο ἄνθρωπο μᾶς δίνει τήν βεβαιότητα τῆς αἰώνιας ζωῆς.
Τί σημαίνει ἡ προβολή τῆς ἀσκητικῆς φυσιογνωμίας τοῦ Βαπτιστοῦ στίς μέρες μας; Εἶναι τό μέτρο σύγκρισης καί ὁ φωτεινός ὁδοδείκτης τῆς ἀληθινῆς ζωῆς, πού εἶναι ὁ Χριστός. Σέ ἕνα κόσμο πού κυριαρχεῖ ἡ ἀπιστία, ἡ πορνεία καί τό αἷμα ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ἐνσαρκώνει τίς μοναχικές ὑποσχέσεις τῆς ἀφυλαργυρίας, τῆς παρθενίας καί τῆς ὑπακοῆς πού καθαρίζουν τό θυμοειδές, τό θυμικό καί τό λογικό μέρος τῆς ψυχῆς καί ὁδηγοῦν στήν θέωση τοῦ ἀνθρώπου. Οἱ ἄσκηση αὐτῶν τῶν ἀρετῶν μπορεῖ νά γίνει κατ’ ἀναλογία καί στόν ἔγγαμο βίο, ὅπου μέ τήν λελογισμένη χρήση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, τόν ἐν Χριστῶ γάμο καί τήν ὑπακοή στήν Ἐκκλησία ἐλευθερώνεται ἡ ψυχή ἀπό τά πάθη καί σέ συνδυασμό μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν καί τήν ὀρθόδοξη ἀσκητικότητα ὁ ἄνθρωπος γίνεται κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Σ’αὐτή τή ζωή ἤλθαμε γιά νά γνωρίσουμε τόν Χριστό καί νά μᾶς γνωρίσει ὁ ἴδιος («οὐκ οἶδα ὑμᾶς») καί τό πρόσωπο τοῦ Ἁγίου Ἰωάνου, ὡς σεβασμιωτέρου τῶν Προφητῶν, ἀποτελεῖ τό πλέον ἄριστο πρότυπο.
Ἀρχιμανδρίτου Δωροθέου Τζεβελέκα