Νὰ μὴ σαλευθῆτε
Mέχρι νὰ ἔρθῃ ἡ ἡμέρα ἐκείνη, λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, προσέξτε· «εἰς τὸ μὴ ταχέως σαλευθῆναι ὑμᾶς…» (B΄ Θεσ. 2, 2). Nὰ μὴ σαλευθῇ κανείς. Τί σημαίνει αὐτό; Θυμᾶστε τὸν Πέτρο; Εἶπε ὁ Xριστός· Ἀπόψε θὰ μ᾿ ἐγκαταλείψετε, θὰ μ᾿ ἀφήσετε ὅλοι. Ὄχι, εἶπε ὁ Πέτρος, ἐγὼ δὲν σ᾿ ἐγκαταλείπω (Ματθ. 26,30-35). Πέτρο, λέει ὁ Xριστός, θὰ μ᾿ ἐγκαταλείψῃς. Ὁ σατανᾶς θὰ σὲ κοσκινίσῃ «ὡς τὸν σῖτον», ἀλλὰ «ἐγὼ ἐδεήθην περὶ σοῦ, ἵνα μὴ ἐκλίπῃ ἡ πίστις σου» (Λουκ. 22,32). Ἕνας Πέτρος κλονίστηκε καὶ ἔπεσε καὶ ἀρνήθηκε τὸ Xριστό.
Eἴδατε μέσα στὸ δάσος, ὅταν
φυσάῃ ἄνεμος, τί θόρυβος γίνεται; Πῶς κινοῦνται τὰ φύλλα, πῶς
ξερριζώνονται δέντρα ὁλόκληρα; Τέτοιος ἀκριβῶς σατανικὸς ἄνεμος πνέει
στὴ σημερινή μας κοινωνία καὶ πάει νὰ τὰ ξερριζώσῃ ὅλα. Πάει νὰ
ξερριζώσῃ καὶ θρησκεία καὶ οἰκογένεια καὶ πατρίδα καὶ γλῶσσα καὶ τὰ
πάντα. Πάει νὰ ξερριζώσῃ ὄχι μόνο καλάμια, ὄχι μόνο δεντράκια, ἀλλὰ καὶ
πλατάνια, ποὺ εἶνε ῥιζωμένα βαθειὰ μέσα στὴ γῆ. «Εἰ δυνατὸν καὶ τοὺς
ἐκλεκτούς» (Ματθ. 24,24).
Προσέξτε, λέει, σὲ μιὰ τέτοια ἐποχὴ νὰ μὴ σαλευθῆτε. Βάλτε τὶς
ῥίζες σας, ὅπως τὸ δέντρο, βαθειὰ στὴ γῆ, γιὰ νὰ μὴ μπορέσῃ κανείς
σατανᾶς νὰ σᾶς κλονίσῃ. Oἱ σημερινοὶ Χριστιανοὶ εἶνε χωρὶς βαθειὲς
ῥίζες. Γι᾿ αὐτό, ἂν συμβῇ κάτι, θὰ δῆτε πράγματα καὶ θὰ φρίξετε. Θὰ δῆτε
ἀνθρώπους, ποὺ τοὺς θεωρούσατε Χριστιανοὺς μεγάλους, νὰ μὴν τὸ ἔχουν
γιὰ τίποτε νὰ βγοῦν μεθαύριο ἔξω καὶ νὰ ὑψώσουν παντιέρες ξένες πρὸς τὸ
χριστιανισμὸ καὶ νὰ φωνάζουν καὶ νὰ ὠρύωνται.
Λέει ὁ Παπαδιαμάντης· Σ᾽ ἕνα
δάσος φύσηξε ἄνεμος καὶ ξερρίζωσε ὅλα τὰ δέντρα, καὶ μείνανε μόνο
τρία·αὐτὰ βάστηξαν… Παραβολικὸς ὁ λόγος. Θὰ φυσήξῃ τέτοιος δυνατὸς
ἄνεμος, ποὺ θὰ μείνουν ἐλάχιστοι Χριστιανοί. Θὰ μείνουν μόνο ἐκεῖνοι ποὺ
ἔχουν βαθειὰ πίστι στὸ Χριστό, καὶ κανείς σατανᾶς καὶ καμμιά δύναμι δὲν
θὰ μπορέσῃ νὰ τοὺς τὴν κλονίσῃ. Ὅλοι οἱ ἄλλοι θὰ πέσουν στὸ φύσημα.
Προσέξτε καλά, γιὰ νὰ μὴ σαλευθῆτε. Αὐτά, ποὺ εἶπε ὁ Παῦλος γιὰ τοὺς
Χριστιανοὺς τῆς Θεσσαλονίκης, τὰ λέει καὶ σ᾿ ἐμᾶς.
Θὰ σᾶς φανῇ ἀπίστευτο αὐτὸ ποὺ θὰ σᾶς πῶ. Ὅταν ἤμουν στὴν
Αἰτωλοακαρνανία, φύσηξε δυνατὸς ἄνεμος καὶ ἐκεῖνοι ποὺ βρίσκονταν κοντὰ
στὴν παραλία, τοὺς σήκωσε μὲ τὰ τραπέζια καὶ τοὺς πέταξε 200 καὶ 300
μέτρα μακριά. Ἄλλοι σκοτώθηκαν, ἄλλοι βρέθηκαν μὲ κρανία σπασμένα, καὶ
ἄλλοι βρέθηκαν ἐπάνω στὰ δέντρα. Τρόμαξαν ὅλοι. Σὰν πούπουλα τοὺς σήκωσε
ὁ ἄνεμος.
Tέτοιος «ἄνεμος» πνέει καὶ σήμερα. Ὅποιος δὲν ἔχει ῥίζα βαθειά,
εἴτε παπᾶς εἴτε δεσπότης εἴτε καλόγερος εἴτε ὁ,τιδήποτε, θὰ τὸν
ξερριζώσῃ καὶ θὰ γίνῃ ἄθεος, μασόνος, χιλιαστής, καὶ ὁ,τιδήποτε ἄλλο·
μόνο Xριστιανὸς δὲ θὰ εἶνε.
Λοιπόν, λέει ὁ ἀπόστολος, προσέξτε νὰ μὴ σαλευθῆτε. Προσέξτε νὰ μὴν κουνηθῆτε, ἀπὸ τὸ φοβερὸ ἄνεμο ποὺ πνέει μέσα στὸν κόσμο.
Νὰ μὴν ἐξαπατηθῆτε
Ἀλλ᾿ ἐκτὸς ἀπὸ τὸ «σαλευθῆναι» καὶ τὸ «θροεῖσθαι» λέει καὶ τὸ «ἐξαπατήσῃ»· «Mή τις ὑμᾶς ἐξαπατήσῃ κατὰ μηδένα τρόπον» (B΄ Θεσ. 2,3).
«ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ», ἐκδοση Γ ἐπηυξημένη, 2015, σελ. 91